Ο Φασισμός ως ρίζα και συνέπεια της Κουβανικής Επανάστασης

 


«Ο Fidel Castro ήταν ένα ιστορικό σύμβολο που η ζωή του υπήρξε φάρος για τους επαναστάτες όλου του κόσμου»

Sayyed Ammar Al-Moussawi υπεύθυνος εξωτερικών υποθέσεων της Hezbollah 27.11.2016

Zero Schizo - Δημοσιεύτηκε την 31η Δεκεμβρίου 2019 εδώ και εδώ

Γράφτηκε από τον Francisco de Lizardi, Μεξικάνο Φασιστή και τον Peter Sandinista, Φασιστή της Νικαράγουας.

Μετάφραση και επεξεργασία κειμένου για τον «Μαύρο Κρίνο»: Τίτος


Ισπανοί νεοφασίστες με το Σοβιετικό πλοίο Leonid Sobinov ταξιδεύουν στην Κούβα (1978) ...

Λαμβάνοντας υπόψη τις ιστορικές οργανώσεις όπως την Επαναστατική Εθνική Συνδικαλιστική Λεγεώνα, την Εθνική Εργατική Επιτροπή, την Εθνικοσυνδικαλιστική Εργατική Νεολαία, το Κουβανικό Εθνικό Φασιστικό Κόμμα ή την ίδια την Κουβανέζικη Φάλαγγα· το πλούσιο νησί της Κούβας είχε ήδη τις πρώτες επαφές του με αυτό που θα γινόταν γνωστό ως η πολιτική «Τρίτη Θέση».

Με τους πρώτους οπαδούς του να παρουσιάζονται με γκρίζα πουκάμισα και να συντονίζονται με τον ρυθμό του ηγέτη τους Jesus Marines, ο οποίος παρουσίασε με υπερηφάνεια την διαχείριση ενός οργανικού Φασισμού ο οποίος φάνηκε να βρήκε τη μοναδική δυνατότητα να μεταφέρει αυτό το δόγμα στον Κουβανικό λαό, στους μοντέρνους δρόμους της Νέας Αβάνας του 1938 και στους αγροτικούς κάμπους του επαρχιακού τοπίου. Τέτοια ήταν η πρωτοβουλία που θα ερχόταν να σφυρηλατήσει τους πρώτους καμβάδες του επαναστατικού πνεύματος, ενός κινήματος που προέκυπτε από την πρώιμη καταιγίδα ως ένας αγνός ταυτοτιστικός Εθνικισμός του Λαϊκού χαρακτήρα.

Υπάρχουν τρεις γενικές ρίζες για την εμφάνιση της «Τρίτης Θέσης» στη Λατινική Αμερική. H «πέμπτη φάλαγγα» που κοιτούσε να παρέχει υποστήριξη για τις δυνάμεις του Άξονα κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, την άγνωστη επομένως διαχείριση του όρου υπέρ ενός ποικίλου σκοπού και την αυθεντική συμπτωματική ανάγκη μιας εναλλακτικής πάνω στις ήδη κουραστικές παραδοσιακές πολιτικές. Ήταν όντως η περίπτωση της Κούβας, μια σχεδόν αποκλειστική περίπτωση σε σύγκριση με την ηπειρωτική προσέγγιση. Το ακόλουθο κείμενο ξεθάβει μια χαμένη έννοια που περιστρέφεται γύρω από το φάντασμα ενός νέου θέματος, το οποίο εκθέτω σε μια συνεργατική εργασία με τον Sandinista, Peter.

Ο Φασισμός του Κάστρο

Η πρωτοβάθμια μόρφωση του Κάστρο διαδραματίζει έναν θεμελιώδη ρόλο ως προηγούμενο στη ζωή και το έργο του μέχρι και για τα επαναστατικά του ιδανικά. Ο Φιντέλ φοίτησε στο Σχολείο του Belen, έχοντας ως δάσκαλο και επόπτη τον Ισπανό Ιησουίτη Jesuit Armando Llorente S.J μια φιγούρα κοντά στον τον Φιντέλ, όπως είχε ο ίδιος επιβεβαιώσει. Ο Armando επιβεβαίωσε σε μια από τις πιο πρόσφατες συνεντεύξεις του στην πόλη του Μαϊάμι ότι ο Κάστρο είχε μεγάλο ενδιαφέρον για τους Φασίστες ηγέτες, επισημαίνοντας τους Μουσολίνι, Χίτλερ και Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ρίβερα. Αυτό το ενδιαφέρον δεν ήταν αποκλειστικό, δεδομένου ότι το περιβάλλον του ονομαστού σχολείου είχε προσθέσει την προώθηση του Φαλαγγιτικού δόγματος. Με τα λόγια του Llorente: «Τραγουδούσε το Cara Al Sol είκοσι χιλιάδες φορές και με το χέρι του υψωμένο.»

Χρόνια αργότερα, όταν ο Κάστρο επισκέφθηκε την Sierra Maestra με τον Llorente τον Δεκέμβριο του 1958, ρωτήθηκε για τη συμμετοχή του σε επαναστατικά κινήματα φαινομενικά σοσιαλιστικής περικοπής, στο οποία απάντησε με χιούμορ:

«Πατέρα, από πού υποτίθεται ότι θα συμφωνούσα προς τον Κομμουνισμό αν ο πατέρας μου είναι περισσότερο Φρανκιστής και από σένα;», ο πατέρας του Κάστρο, ο Angel Castro, ήταν μέλος του τμήματος Καραϊβικής της «Εθνικής Ισπανικής Επιτροπής». Παρά το γεγονός ότι το δεδομένο θέμα δεν αναφέρθηκε ποτέ στη βιογραφία του, ο Κάστρο δεν αρνήθηκε τα γεγονότα που επισήμαναν και έδωσαν οι δημοσιογράφοι Frei Betto και Ignacio Ramonet.

Από την άλλη πλευρά, το έργο που γράφτηκε από τον Κάστρο επιβεβαιώνει έμμεσα τα γεγονότα, δεδομένου ότι αναφέρει ένα συνεχές ενδιαφέρον για τα ιστορικά γεγονότα του περασμένου αιώνα. Κατά την παραμονή του στη Σχολή του Belen και σχετικά με τους Ιησουίτες, ο Fidel ανέφερε:

«Εκείνη την εποχή, οι Ισπανοί δάσκαλοι του σχολείου μου, στο Σαντιάγο, μιλούσαν για αυτόν τον πόλεμο. Από πολιτική άποψη, ήταν Εθνικιστές, για να το πω πιο καθαρά ότι ήταν Φρανκιστές, όλοι χωρίς εξαίρεση.»

«Ξέρουν πως να διαμορφώνουν τον χαρακτήρα των μαθητών (…) Ο Ισπανός Ιησουίτης ξέρει πώς να ενσταλάξει μια μεγάλη αίσθηση προσωπικής αξιοπρέπειας, την αίσθηση της προσωπικής τιμής, ξέρει να εκτιμά τον χαρακτήρα, την ειλικρίνεια, την ορθότητα, το θάρρος του ατόμου, την ικανότητα υπομονής μιας θυσίας (…). Και πιστεύω ότι η ιδιοσυγκρασία μου, η οποία εν μέρει είναι από τη γέννηση, σφυρηλατήθηκε επίσης εκεί με τους Ιησουίτες ».

Τέλος, ο Llorente πρόσθεσε:

«Σπούδασε και διάβασε πολλά, με ιδιαίτερη προτίμηση για τους Ισπανούς κονκισταδόρες και γραπτά των ηγετών του Εθνικοσοσιαλισμού και του Φασισμού, όπως ο Χίτλερ, ο Μουσολίνι και ο Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ρίβερα.»

Σύμφωνα με τις διευκρινίσεις του Jose Ignacio Rasco, στενού φίλου του Fidel κατά τη διάρκεια των χρόνων του στη Σχολή του Belen και στο Πανεπιστήμιο της La Habana, κατά την άφιξη του στη Νομική Σχολή, ο Castro γνωρίζει μέσα από την καρδιά του το βιβλίο «Ο Αγών Μου» (σ.μ. το Mein Kampf του Αδόλφου Χίτλερ). Δεδομένου επίσης ότι συνήθιζε να χρησιμοποιεί αποσπάσματα των ομιλιών του Μουσολίνι, του Χίτλερ και του Πρίμο ντε Ρίβερα στη λογοτεχνική του ρητορική. Επισημαίνεται ότι από τον Jose Antonio Primo de Rivera, ο Fidel είχε πολλά άρθρα και δοκίμια του στην εμβληματική Διοίκηση της Sierra Maestra, από τον οποίο είχε και τα «Άπαντα» του πάντα στο σακίδιο πλάτης του.

Επιβεβαιώνεται επίσης ότι οι Ταξιαρχίες Ταχείας Ανταπόκρισης (BRP) (σ.μ. πολιτοφυλακές εργατών και επιτροπών κατοίκων γειτονιάς που στήριξαν την Κουβανική επανάσταση και μέσα από τις τάξεις τους προήλθαν οι μάχιμοι σχηματισμοί που πολέμησαν στην Αφρική αλλά και ενάντια στο κράτος του Ισραήλ) σχηματίστηκαν από τον Κάστρο και φορούσαν τα ίδια μπλε πουκάμισα της Φάλαγγας, εμπνευσμένα άμεσα από τις ήδη κλασικές "Μπριγκάντες" παραστρατιωτικών πολιτοφυλακών των πρώτων Tριτοθεσίτικων κινημάτων. Ταυτόχρονα, είναι γνωστό ότι η σημαία της Φάλαγγας χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο για την δημιουργία της σημαίας του Κινήματος της 26ης Ιουλίου (M-26-7).


Η Φαλαγγίτικη αντίληψη

Η Ισπανία είχε γίνει θύλακας όπως κανένας άλλος μετά τον Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο, αν και περιγράφουμε τα Φρανκικά ελαττώματα, αλλά είναι επίσης αδύνατο να αγνοήσουμε την σαφή λειτουργία που το καθεστώς πήρε ως τόπος εξορίας για μορφές όπως ο Leon Degrelle, ο Ante Pavelic ή ο Horia Sima , σημείο αιχμής τόσο για βετεράνους όσο και για νεοφασίστες που ήθελαν να αναστήσουν την εμπειρία ενός υποτιθέμενου Φασισμού στην εξουσία.

Στο εσωτερικό της, μεγάλωσε μια τεράστια νεανική αντισυμβατικότητα, προϊόν της μη εκπλήρωσης συγκεκριμένων πολιτικών από το καθεστώς που επιδίωξε να θάψει τον αυθεντικό πυρήνα του δόγματος που ισχυριζόταν ότι φιλοξενούσε, μια ποιοτική ομάδα νέων σήκωναν τα χέρια τους ψηλά σε χαιρετισμό, αλλά ποτέ σε χαιρετισμό προς τον Φράνκο. Αυτή η νεολαία ήταν εκείνη που εκτίμησε τις πιο ριζοσπαστικές πινελιές της επαναστατικής πτυχής της Κούβας, δεδομένου ότι η εν λόγω επαναστατική φράξια έδειξε μια στρατηγική αντίθεση εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών και εκείνου που εκπροσωπούσε - τον οικονομικό ιμπεριαλισμό - και επίσης ότι το 1960, δεν θα ήταν δυνατό να προσδιοριστεί η μελλοντική εγγύτητα που θα μπορούσε να επιτευχθεί με το Σοβιετικό Μπλοκ.


Έκδοση της τοπικής οργάνωσης Καλαμάτας της "Χρυσής Αυγής" - 07/2001 - η οποία κυκλοφόρησε συνολικά τέσσερα τεύχη

Αυτό εξηγεί την συμπάθεια στις δηλώσεις υπέρ του αντι-αποικιακού αγώνα για λογαριασμό του φοιτητικού σώματος του καθεστώτος, του Ισπανικού Πανεπιστημιακού Συνδικάτου (SUE), τονίζοντας τον Κουβανικό επαναστατικό αγώνα ως μάχη για την απελευθέρωση της Αλγερίας επίσης. Ο Martin Villa, τότε Εθνικός Αρχηγός του SUE, ήρθε να συγκρίνει τους Λατινοαμερικανούς αντάρτες με τους πρώτους μαχητές του Φαλαγγιτικού κινήματος. Οι ευρωπαϊκές συμπάθειες για την Κουβανική επανάσταση και τους συμμετέχοντες ήταν αποκλειστικές από τους Φασίστες, γιατί για τους Κομμουνιστές αντιπροσώπευε τα πάντα εκτός από τον προοδευτικό διεθνισμό τον οποίο υποστήριζαν.

Σε ένα τέτοιο πολιτιστικό πλαίσιο, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Ερνέστο Γκεβάρα έλαβε τόσο εξαιρετική υποδοχή κατά την σύντομη στάση του στη Μαδρίτη το 1959 με σκοπό να επισκεφτεί άλλα έθνη της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, με μόνη προϋπόθεση να μην συναντηθεί με την αντιπολίτευση (σ.μ. πλουραλιστική στην δομή της αλλά άκρως αντιφασιστική στο σύνολο της) του καθεστώτος. 

Προσγειώθηκε στην πρωτεύουσα στις 13 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς, καθώς θα πετούσε την επόμενη μέρα, συναντώντας τον δημοσιογράφο Antonio Dominguez  Olano και έναν νεαρό άντρα στο ίδιο επάγγελμα, τον Cesar Lucas. Ήταν σε αυτήν την περίπτωση στην οποία ο Olano έδωσε στον Γκεβάρα ένα αντίγραφο των «Επιλεγμένων Έργων» του Φαλαγγίτη διανοούμενου Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ρίβερα, αντίγραφο τόσο αφιερωμένο σε αυτόν όσο και στον Φιντέλ, το οποίο βρίσκεται σήμερα στο μουσείο που ιδρύθηκε στο σπίτι του Τσε στην πόλη της Αβάνας.

Η δεύτερη επίσκεψη του θα γίνει στις 28 Αυγούστου, μετά από ένα ταξίδι στη Ρώμη που θα συνεχίσει μετά από μια σύντομη εμφάνιση στο Μαρόκο για να επιστρέψει αργότερα στη νέα πατρίδα του στις 8 Σεπτεμβρίου λόγω τεχνικών ζητημάτων με τη μεταφορά του. Ήταν κατά τη διάρκεια αυτής της επίσκεψης που θα περνούσε τις νύχτες του στο Hotel Suecia (Ξενοδοχείο Σουηδία) ως φιλοξενούμενος επισκέπτης από το «Εθνικό Κίνημα» (Movimiento Nacional) - που τώρα δυσφημείται από εκείνους που ήταν στην υπηρεσία του Φρανκικού καθεστώτος - καθώς και από τις νεοσυσταθείσες σχέσεις μεταξύ του Εθνικού Σοσιαλισμού και του Ριζοσπαστικού Συνδικαλισμού που θα οδηγούσε σε μια πιθανή συμμαχία με τη Σοβιετική Ένωση, όπως επεσήμανε ο περιθωριοποιημένος Blas Piñar.

Ωστόσο, οι ευνοϊκές αναφορές σχετικά με την επιτυχία της Κούβας ήταν σε επικαιρότητα τα επόμενα χρόνια για λογαριασμό των καθεστωτικών μέσων ενημέρωσης, όπως συνέβη με την εφημερίδα «Diario SP», που ήταν η τακτική Φαλαγγίτικη ανεξάρτητη από το καθεστώς και η πιο δημοφιλής του έθνους. Ένας από τους συγγραφείς του, ο Jose Miguel Orti Bordas, ο οποίος ήταν ο Εθνικός Αρχηγός του SUE κατά την περίοδο 1964-1965 και στη συνέχεια Αντιπρόεδρος του Εθνικού Κινήματος το 1969-1971, σκέφτηκε και πρότεινε να δημιουργήσουν σχέσεις με την Κούβα ως μιας επανάστασης που δεν ήταν του αριστερού και δεξιού διαχωρισμού.

Μετά το θάνατο του Φράνκο, μια αντιπροσωπεία της Ισπανικής Αυθεντικής Φάλαγγας (FEA) θα έστελνε στο XI Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας και Φοιτητών του 1978 μια φοιτητική αντιπροσωπεία απαρτιζόμενη από τον Salazar και Gustavo Morales. Κατά την διάρκεια της απουσίας των οργανώσεων νέων και για την διαθεσιμότητα του ταξιδιού, προστέθηκαν τρεις μαχητές από τη Βαρκελώνη.

Η επιβίβαση των απεσταλμένων αντιπροσώπων στο Σοβιετικό κρουαζιερόπλοιο Leonid Sobinov συμφωνήθηκε να γίνει από το κεντρικό λιμάνι της Λισαβόνας (πρωτεύουσα της Πορτογαλίας) για την εξοικονόμηση χρόνου της καθιερωμένης απευθείας θαλάσσιας γραμμής μεταξύ Ισπανίας και Κούβας. Στη Λισαβόνα, ο Φαλαγγίτης σχεδιαστής Javier Gonzalez Alberdi από την Murcia μπαίνει ως λαθρεπιβάτης, ο  οποίος θα ανακαλυφθεί από την καθημερινή καταμέτρηση πρωινού για το οποίο υπήρχε ζήτηση για κατανάλωση τριακόσιων ανδρών, αυξάνοντας τις υποψίες των Σοβιετικών ναυτικών λόγω της κλοπής ενός πρωινού καθημερινά.

Φορούσαν στολές με το Μπλε Πουκάμισο και το σύμβολο της Φάλαγγας στο στήθος, τραγουδώντας το εμβληματικό «Cara al Sol» και σηκώνοντας το αριστερό τους χέρι σε ένα υβρίδιο Ρωμαϊκού και κομμουνιστικού χαιρετισμού. Ο νεαρός ηγέτης τους, ο Gustavo Morales, ο οποίος ήταν μόλις 19 ετών, μας λέει για τη συνάντησή του με τον Fidel στην επόμενη παράγραφο:

«Ο Comandante (σ.μ. ο Fidel Castroήρθε για να μας χαιρετήσει και στάθηκε έκπληκτος βλέποντας μισή ντουζίνα με μπλε πουκάμισα. Τον χαιρέτησα με το χέρι μου ψηλά και άπλωσε το χέρι του εγκάρδια: «Ξέρω τι είσαι». 

Ο Φιντέλ Κάστρο είχε ήδη εξοικειωθεί με την Φαλαγγίτικη αισθητική και το δόγμα, ακόμη και όντας οπαδός του ιδεώδους της από την πιο πρώιμη νιότη του υπό την καθοδήγηση του Ισπανού Ιησουίτη Armando Llorente. Σε αυτό το ίδιο ταξίδι ήρθαν εβδομήντα μαχητές του PSOE (Ισπανικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα) και του PCE (Ισπανικό Κομμουνιστικό Κόμμα) μαζί με πολλές άλλες οργανώσεις, καθώς η πρόσκληση ήταν ανοιχτή σε συμπαθούντες πέραν από τον ήδη κατακερματισμένο κόσμο της αριστεράς.

Ευρωπαϊκός νεοφασισμός και ο Τσε

Η μορφή του Ερνέστο Γκεβάρα επεκτάθηκε πάνω από την Ευρώπη σαν ένας μύθος. Με μεγάλο μυστήριο και λόγω της απουσίας ενός εκτεταμένου φορμαλισμού, κατέληξε ελκυστικός για μια Φασιστική νεολαία, η οποία βρέθηκε αναγεννημένη μπροστά στην εγκατάλειψη της στο πολιτικό περιθώριο και η οποία φάνηκε επίσης να διαχωρίζεται από το συντηρητικό μικρόβιο της ακροδεξιάς ανάσας που χαρακτήριζε δυστυχώς την «Τρίτη Θέση» μετά τον πόλεμο. Το πρώτο κίνημα έξω από την Κούβα που έθεσε τον Γκεβάρα ως «σύμβολο» ήταν η «Νέα Ευρώπη», που ιδρύθηκε το 1962 από τον ιδεολόγο και συγγραφέα Jean Thiriart. Εκτός του κοινού πλαισίου κάτω από την μεγάλη πλειοψηφία των Φασιστικών ομάδων, η «Jeune Europe», αντίθετα με τις αδελφικές οργανώσεις της, θα δημιουργούσε δεσμούς με ανυπάκουα έθνη στην σύγκρουση μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Αυτό συνέβη με την Συρία, την Κίνα, το Ιράκ, την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (σ.μ. PLO), την Γιουγκοσλαβία του Τίτο και πολλά άλλα.

Σύντομα, το φάντασμα του Τσε θα έφτανε στα περιθώρια διαφορετικών ξένων τμημάτων της «Jeune Europe», όπως συνέβη με το Ιταλικό τμήμα του κόμματος, έως ότου προχωρήσει σε άμεση ανάλυση από τον ίδιο τον Thiriart. Είναι γεγονός ότι το Αντάρτικο των Εστιών (Foquismo Guerrillero) του Thiriart που ομαδοποιήθηκε με τον λεγόμενο Ευρωπαϊκό «Εθνικό-Κομμουνισμό» είχε περισσότερα κοινά από ότι διαφορές με τον Αργεντινό επαναστάτη ηγέτη. Το 1961, το τμήμα της Φλωρεντίας του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κινήματος MSI (η μεγαλύτερη πολιτική φατρία της «Τρίτης Θέσης» μετά το θάνατο του Mussolini), υπεύθυνο για την υποδοχή της «Jeune Europe», θα απέδιδε τιμές στην μορφή του Τσε. Άλλες θετικές αναφορές θα προέρχονταν από την Φασιστική εφημερίδα "L' Orologio" και την Εθνική Ομοσπονδία Μάχης της «Ιταλικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας» (FNC-RSI), αντάρτικη και υπόγεια οργάνωση που δραστηριοποιήθηκε κατά την περίοδο της μαύρης τρομοκρατίας.

Η γοητεία για τις μορφές της Κουβανικής επανάστασης έφτασε επίσης και σε κάποιο θαυμασμό για τον Φιντέλ, μέσα από τα λόγια του Ιταλού ιστορικού Franco Cardini, πρώην μαχητή του MSI και της «Νέας Ευρώπης» και δηλωμένου Καστρικού:

«Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλοι τον αγαπούσαμε τον Φιντέλ. Μπορώ να καταθέσω εντελώς, προσωπικά, γιατί τότε ήμουν αγόρι που έπαιζε στις τάξεις της Τρίτης Θέσης: και, ενάντια στις συμβουλές των πατέρων και των αδελφών μας για  τους οποίους ήταν μόνο «κομμουνιστής», όλοι εμείς ήμασταν τρελοί για αυτόν. Ήταν ένας άνδρας της πολιτικής που μεταφέρθηκε στις διαστάσεις της γενναιοδωρίας και της περιπέτειας. Ήταν λίγο Robin Hood, λίγο Garibaldi, λίγο χαρακτήρας από τα βιβλία των Conrad και Melville. Ήταν ο αναζωογονητής της δικαιοσύνης και επιδιορθωτής των λαθών, κάποιος που έκλεβε τους πλούσιους για να το δώσει στους φτωχούς».

Και είναι αυτό που ο Φασιστής αγαπούσε περισσότερο, τον νεκρό επαναστάτη από τον ζωντανό δικτάτορα. Μετά το θάνατο του Guevara στη Βολιβία, ο Ιταλός συνθέτης Pier Francesco Pingitore συνέθεσε το τραγούδι «Addio Che», ενώ ο δημοσιογράφος Adriano Bolzoni έγραψε το βιβλίο «El Che Guevara», ένα έργο που μετατράπηκε σε ταινία σε σκηνοθεσία του Paul Heusch. Αυτή η γοητεία μέσα στους νεοφασιστικούς κύκλους στα φοιτητικά κινήματα της ίδιας εποχής, θα επιβιώσει μέχρι και τα «Χρόνια του Μολυβιού», φάση του Ψυχρού Πολέμου στην οποία πολλαπλοί παραστρατιωτικοί οργανισμοί της «Τρίτης Θέσης» θα περάσουν σε κοινωνική και πολιτική εξέγερση στην Ιταλία, ειδικά η ένοπλη ομάδα Terza Posizione, της οποίας ο ιδρυτής και ηγέτης Gabriele Adinolfi έγραψε πολλά άρθρα στα οποία επαινούσε τον Τσε. (σ.μ. στο έβδομο τεύχος της "Ανάκτησης" που κυκλοφορεί υπάρχει μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη του Ιταλού φιλέλληνα συναγωνιστή την οποία αξίζει να διαβάσετε).

Το Λατινομερικανικό Φιούμε

Από την τυραννία του Machado έως την επανάσταση του Castro. 

Υπήρχαν πάντοτε σύνδεσμοι μεταξύ του Ευρωπαϊκού Φασισμού μέσω του τοπικού αμερικανικού εθνικισμού, αν και η Λατινική Αμερική είχε αστικοποιηθεί και απομονωθεί από την Ευρώπη, η Ευρώπη θα ήταν πάντα στα μάτια της Λατινικής Αμερικής η μητέρα, όπως και η Λατινική Αμερική στα μάτια της Ευρώπης θα είναι πάντα το παιδί. Σε περιόδους επανάστασης, με την έκρηξη των κοινωνικών κινημάτων, καθοδηγούμενοι από ιδεολογίες που ανέτρεψαν καθεστώτα που είχαν ηττηθεί από μόνα τους, έχοντας σκουριασμένες ιδεολογίες που βρίσκονταν στην εποχή του χαλκού ενώ αυτό-εξιδανικεύονταν πως ήταν ακόμη στη χρυσή εποχή τους. Ένα παράδειγμα αυτού θα ήταν η Κούβα, που σε περιόδους επανάστασης, ήταν το Fiume της Λατινικής Αμερικής.

Δεδομένου ότι η Φάλαγγα των JONS στην Ισπανία βρισκόταν στη μέση εμφυλίου πολέμου στην Ισπανία, όπως εξηγεί στη διδακτορική διατριβή του ο Andres Virga με τίτλο «Φασισμός και Εθνικισμός στην Κούβα»:

«Η περίοδος του Ισπανικού εμφύλιου πολέμου ήταν το σημείο της άλγης της ξένης φασιστικής επιρροής στην Κούβα, δεδομένης της επιρροής που ασκούσαν οι πλουσιότεροι τομείς της ισπανικής αποικίας, οργανωμένη στην Ισπανική εθνικιστική επιτροπή, υπέρ της εθνικιστικής φράξιας για να συγκεντρώσει χρήματα και να αποκτήσει διπλωματική αναγνώριση. Με αυτό, και όχι χωρίς κάποιες αντιθέσεις, η υπηρεσία εξωτερικών της «Ισπανικής Φάλαγγας» είχε ιδρύσει μια θυγατρική στην Κούβα, η οποία λειτούργησε μεταξύ των Ισπανών μεταναστών, με ένα τμήμα Κοινωνικής Βοήθειας, το οποίο συγκέντρωσε κεφάλαια για τη χρηματοδότηση βοηθητικών έργων για τους φτωχούς Ισπανούς στην Κούβα και στην πατρίδα. Από την άλλη πλευρά, η Ιταλία και η Γερμανία είχαν λιγότερη επιρροή, δεδομένου του μικρού μεγέθους των κοινοτήτων τους.»

Αυτή η διατριβή περιλαμβάνει ένα οριστικό χαρακτηριστικό της διαλεκτικής μεθόδου, που είναι να συνοψίσουμε, να εξάγουμε και να ολοκληρώσουμε μια προκαταρκτική υπόθεση με προκαταρκτικές ανακαλύψεις. Όπως εξηγεί, σύμφωνα με τον Virga: 

«Στην περίπτωση της ιστορίας, η πειραματική στιγμή συνίσταται στη συλλογή και ανάλυση και των δύο πηγών πρωτογενών και δευτερευόντων. Ενώ η σημασία του πρώτου δεν μπορεί να υποτιμηθεί, το δεύτερο ήταν πάντα σχεδόν εξίσου σημαντικό. Από τη μία πλευρά, η δευτερογενής βιβλιογραφία παρέχει στους αναγνώστες μια θεμελιωμένη ανακατασκευή των ιστορικών γεγονότων, από την άλλη πλευρά, αντιπροσωπεύει μια στιγμή συζήτησης μεταξύ ακαδημαϊκών. Στην πραγματικότητα, η ίδια η ύπαρξη μιας ιστορικής συζήτησης μας προειδοποιεί ενάντια στη θετική πεποίθηση ότι μόνο το γεγονός έχει σημασία, δεδομένου ότι η ιστοριογραφία έχει δείξει ότι οι υποκειμενικοί παράγοντες είναι σε δράση, τόσο όπως και στην προκαταρκτική εκλογή σχετικών πηγών, όπως και στις κριτικές της.»

Ο Virga επιβεβαιώνει στη συνέχεια ότι τα παραπάνω είναι αλήθεια, δεδομένου ότι το πρώτο βήμα της επιστημονικής έρευνας, είναι ο ορισμός του προβλήματος που πρέπει να λυθεί. Ότι, αντί να μειώνεται σε μια ερώτηση, αυτό μπορεί να επεκταθεί και να εμβαθύνει. Έχοντας αναδρομικές προοπτικές απέναντι στην αρχική ερώτηση.

Το δεύτερο βήμα θα ήταν να επανεκτιμηθεί και να εξεταστεί ποιες από όλες τις απαντήσεις έχουν επιλεχθεί από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Όπου μέσω της ιστορικής φιλολογίας διαπιστώνεται τι είναι γνωστό και τι λείπει για την κατανόηση του προβλήματος. Προκειμένου να επεκταθούν οι ιστορικές πηγές και οι μέθοδοι που επιλέγονται να αιτιολογούνται με οργανωμένο τρόπο μπροστά στην ερώτηση.

Τέλος, το τρίτο βήμα θα ήταν να βρούμε νέο ιστορικό υλικό για να συμπληρώσουμε το ήδη ιστορικό υλικό που έχει ήδη παρουσιαστεί.

Η διατριβή επαναλαμβάνει όσα ειπώθηκαν προηγουμένως προκειμένου να αναρωτηθεί για την σύνδεση μεταξύ του Κουβανικού Εθνικισμού και του Ευρωπαϊκού Φασισμού. Και οι ρόλοι τους στην Κουβανική επανάσταση μετά την κρίση του φιλελευθερισμού στη Μεγάλη Ύφεση. Όταν η Λατινική Αμερική αμφισβητούσε τον Αμερικανικό παρεμβατισμό και τον δυτικό φιλελευθερισμό. Όταν και οι Σοσιαλιστές και οι Εθνικιστές αποκήρυτταν το φιλελεύθερο καθεστώς που ήθελαν να ανατρέψουν, αυτό που έκανε το ίδιο καθεστώς να απαντήσει με βίαιη καταστολή ή συγκεκριμένες δολοφονίες επαναστατών.

Ένας άλλος παράγοντας θα ήταν η Ισπανική μετανάστευση στην Κούβα μετά τον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Αυτή θα αποτελούσε το 7% των συνολικών δημογραφικών στοιχείων. Παρά το γεγονός ότι η λογοτεχνική παρουσία των ιδεολογιών κοντά στην Φάλαγγα των JONS ήταν γενικά πολύ σπάνια, στο βαθμό άλλωστε που ήταν και η τοπική και η ξένη ιστοριογραφία. Η συντηρητική λογοτεχνία που παρουσιάστηκε ως μια απάντηση μπροστά στην «επικίνδυνη, σοβαρή και ανησυχητική» μαχητική - αντιφρονούντα λογοτεχνία χάρη στη φύση και την εγγύτητα με την ιδεολογία του Σοσιαλιστικού Εθνικισμού. Κάτι που ακόμη και σήμερα, αυτό το αντιφασιστικό θέμα, δεν έχει προχωρήσει πέρα από τις συγχύσεις και τις ιστορικές μειώσεις.

Μπορεί οι Ισπανοί να είχαν εξέλθει από τον πόλεμο με την Κούβα, αλλά η Κούβα θα κατέληγε σε αυτόν τον πόλεμο εξαιτίας αυτών των ίδιων των Ισπανών. Εκεί όπου αυτοί οι αντιδραστικοί με τα «παλιά πουκάμισα» κυριαρχούνταν από την ήπια στάση του εθνικού-μπολσεβικισμού ή του εθνικού-κομμουνισμού. Επειδή ήταν άνδρες πεπεισμένοι, ακόμη και αν τους αποκαλούσαν Ναζί επειδή αγαπούν τον Φασισμό ως έναν τρόπο ζωής, δεν σκότωσαν την παθιασμένη αγάπη τους για τον Φασισμό. Αυτό μόνο τους έκανε να αγκαλιάσουν αυτές τις ορολογίες για να ωθήσουν την υπερηφάνεια τους που έχει χίλια ονόματα, αλλά μόνο μία καρδιά. 

Επειδή δεν ήταν από αυτούς που μίλησαν για μια μειονότητα, αφού δεν ήταν πλέον μειονότητα σε κανένα μέρος. Επειδή η βιολογικοποίηση της φύσης τους ποτέ δεν θα μπορούσε να συμβεί λόγω της έλλειψης ιεραρχίας στον καθημερινό κοινωνικό Δαρβινισμό. Όπου η ελευθεριότητα είναι μια αδυναμία μέσα στην χαοτική καρδιά του αναρχισμού. Εξαιτίας αυτού πρέπει να ενωθούμε ενάντια σε κάθε κίνδυνο, όχι μόνο να εστιάσουμε σε ένα μόνο πρόβλημα. Όχι για όλους να σκέφτονται στα ρωσικά και να μιλούν μόνο στα αγγλικά. Ήρθε η ώρα να τραγουδήσουμε σε αυτόν τον πόλεμο ενάντια στους πιθήκους χωρίς Θεό που αντιμετωπίζουμε. Όντας καθολικοί χωρίς τον Ιησού, σοσιαλιστές χωρίς σοσιαλισμό, μοναρχικοί χωρίς βασιλιά, αστοί χωρίς αστική τάξη ή καπιταλιστές χωρίς χρήματα.

Οι «πολιτικές ελευθερίες» δεν σημαίνουν τίποτα χωρίς τις ελευθερίες ή την οικονομική αυτονομία, είτε στην ατομική αρένα είτε στη συλλογική. Σε αυτό το τελευταίο, επειδή σε ένα δημοκρατικό καθεστώς είναι αυτές οι ομάδες της πλουτοκρατίας που ελέγχουν τον Τύπο και όλα τα άλλα μέσα για τη διαμόρφωση της «κοινής γνώμης» και της προπαγάνδας.

Να φιλάς τον θάνατο στα υγρά χείλη για να ξέρεις τι σημαίνει να ζεις. Όχι να έχεις εμπειρίες στη ζωή, αλλά ότι η ζωή είναι μια εκτεταμένη και βαθύτερη εμπειρία. Να επιβάλλουμε την ψυχή μας σε όλους τους άλλους, σε κάθε ώρα και σε κάθε είδους κατάσταση. Να ξεπεράσουμε όσους θέλουμε μέσω της θέλησης μας και να σπάσουμε τους κοινωνικούς περιορισμούς που επιβάλλονται μπροστά μας. Ασταμάτητοι στη μάχη και γενναιόδωροι στη νίκη. Θα τραγουδήσουμε μόνο στον Λαό μας, γιατί μόνο από τον Λαό μας έρχεται η φωνή μας.

Αν και τα δείγματα του Ευρωπαϊκού Φασισμού (πρέπει να προσδιοριστεί ως του Ισπανικού Φαλαγγισμού) κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης του Fulgencio Batista ήταν ήδη σπάνια, δεδομένου ότι στο κόμμα ABC από τα δεξιά, καθώς και το Ορθόδοξο Κόμμα από την αριστερά δεν είχαν κάτι σχετικό, και το οποίο είναι η επαναστατική απόρριψη όλων των εκδηλώσεων του δημοκρατικού αστικού φιλελευθερισμού και η αναζήτηση της ταυτότητας της αναγέννησης του έθνους. 

Ακόμα και το Κουβανικό Σύνταγμα του 1940 δεν θα άλλαζε τα θεμέλια του, διατηρώντας ακόμη την εξάρτηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Ούτε η επανάσταση του 1933 έψαχνε για μια Σοβιετική Δημοκρατία, έναν Σοσιαλοφασισμό ή ένα Εθνικό - Συνδικαλιστικό κράτος, όπως είπε ο Gustavo Morales (σ.μ. στρατευμένος νεοφασιστής διανοητής και ακτιβιστής, ιδρυτής των οργανισμών διατήρησης της μνήμης για τον Εθνικοσυνδικαλιστή φιλόσοφο Ramiro Ledesma Ramos και τον ηρωϊκό Εθνομάρτυρα της Ισπανίας Jose Antonio Primo de Rivera) προς υποστήριξη του Κάστρο απευθυνόμενος στην Φάλαγγα των JONS (σ.μ. η ενωτική κίνηση Juntas de Ofensiva Nacional-Sindicalista)

«Comandante, μοιραζόμαστε όνειρα, εχθρούς και αφετηρίες. Όχι κόμμα, ούτε σύστημα, ούτε φίλους»  

link: Όταν ο Fidel Castro συνάντησε τα Waffen - SS

link: Όταν ο Fidel Castro διάβαζε Jose Antonio Primo de Rivera και ο Guevara ήταν λαϊ(κι)στής*

Νέα κυκλοφορία: ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις «Ἔξοδος» τὸ βιβλίο τοῦ Zeev Sternhell «Η Φασιστική Ιδεολογία»


Ὁ Πολωνοεβραῖος ἀκαδημαϊκὸς Ζέεβ Στέρνχελ (Zeev Sternhell), καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ἱερουσαλήμ (ἕδρα Λεὸν Μπλοῦμ), εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς κορυφαίους καὶ τοὺς πλέον καινοτόμους μελετητὲς τοῦ φασιστικοῦ πολιτικοῦ φαινομένου. Τὸ μεγάλο ἅλμα ποὺ πραγματοποίησε στὴν μελέτη τοῦ φασισμοῦ ἦταν νὰ ἀπορρίψει τὶς μέχρι τότε τετριμμένες ἑρμηνεῖες, μαρξιστικὲς καὶ φιλελεύθερες, ποὺ ἀντιμετώπιζαν ἀντιστοίχως τὸν φασισμὸ εἴτε ὡς ἕνα κίνημα τῆς ἀστικῆς ἀντίδρασης κατὰ τοῦ κομμουνισμοῦ, εἴτε ὡς μία αὐταρχικὴ δημαγωγικὴ καὶ μιλιταριστικὴ πολιτική, καὶ νὰ ἀνατρέξει στὶς αὐθεντικὲς καταβολές του.

Ὁ Στέρνχελ ἀνέλυσε μὲ ὑποδειγματικὴ ἐπιστημονικὴ εὐσυνειδησία τὸν φασισμὸ ὡς μία ἰδιαίτερη ἰδεολογία, μὲ τὶς δικὲς της ἀρχές καὶ ἀξίες, μὲ τὴν δικιά της κοσμοαντίληψη, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ σταθεῖ ἀνέτως δίπλα στὶς μεγάλες ἰδεολογίες τοῦ νεωτέρου καὶ τοῦ σύγχρονου κόσμου. Ἀντιμετώπισε τὸν φασισμὸ κατ’ ἀρχὰς ὡς ἕνα πολιτιστικὸ φαινόμενο ποὺ ἀργότερα διαμόρφωσε τὰ χαρακτηριστικὰ του ὡς ἰδεολογία καὶ ἐξελίχθη σὲ ριζοσπαστικὸ πολιτικὸ κίνημα καταδεικνύοντας ὡς τὸ πρῶτο ἐργαστήριο τοῦ φασισμοῦ τὴν Γαλλία στὰ τέλη τοῦ 19ου καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνα.

Ἡ βασικὴ θέση τοῦ Στέρνχελ εἶναι ὅτι οἱ πρωταρχικὲς καταβολὲς τοῦ φασισμοῦ δὲν βρίσκονται οὔτε στὴν Ἰταλία οὔτε στὴν Γερμανία ἀλλὰ στὴν ριζοσπαστικὴ καὶ λαϊκιστικὴ Γαλλικὴ Δεξιὰ τῶν τελῶν τοῦ δεκάτου ἐνάτου αἰῶνα. Ὁ Στέρνχελ διαχωρίζει ρητὰ τὸν φασισμὸ ὡς πολιτικὸ κίνημα καὶ τὸν φασισμὸ στὴν ἐξουσία, καθὼς γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἀνέλθει καὶ νὰ διατηρηθεῖ στὴν ἐξουσία χρειάσθηκε νὰ προβεῖ σὲ συμβιβασμοὺς μὲ τὸ πολιτικό, οἰκονομικό, στρατιωτικὸ καὶ θρησκευτικὸ κατεστημένο. Ἑπομένως, ἄν θέλουμε νὰ δοῦμε καὶ νὰ ἐξετάσουμε τὸν φασισμὸ στὴν «καθαρή» του μορφή, θὰ πρέπει νὰ πᾶμε στὴν Γαλλία, ὅπου ἐκεῖ το φασιστικὸ κίνημα δὲν ἔφθασε στὴν ἐξουσία καὶ ἄρα δὲν χρειάσθηκε νὰ προβεῖ στοὺς ἀναγκαίους συμβιβασμούς.

Ἐπιπλέον, ὁ Στέρνχελ δὲν ἐντοπίζει τὴν καταγωγὴ τοῦ φασισμοῦ μονάχα στὴν ριζοσπαστικὴ γαλλικὴ Δεξιὰ ἀλλὰ ἐξίσου στὴν γαλλικὴ ἄκρα Ἀριστερά, ποὺ γιὰ νὰ διατηρήσει ζωντανὸ τὸ ἐπαναστατικὸ πνεῦμα ἀπέναντι στὴν ἀφομοίωση τῆς σοσιαλδημοκρατίας ἀπὸ τὸ ἀστικὸ καθεστὼς συνδύασε τὸν ἐπαναστατικὸ σοσιαλισμὸ μὲ τὸν λαϊκὸ ἐθνικισμό. Μὲ τὴν συγχώνευση τῶν ριζοσπαστῶν ἐθνικιστῶν τῆς Δεξιὰς καὶ τὸν ἐπαναστατῶν σοσιαλιστῶν τῆς Ἀριστερὰς γεννιέται τὸ φασιστικὸ κίνημα.   

Ἀπὸ τὶς σχετικὲς ἐργασίες του ξεχωρίζουν οἱ ἐξῆς: «Ἡ φασιστικὴ ἰδεολογία» (Fascist Ideology), «Ἡ γέννεση τῆς φασιστικῆς ἰδεολογίας» (Naissance de l'idéologie fasciste), «Οὔτε Δεξιά, οὔτε Ἀριστερά: Ἡ φασιστικὴ ἰδεολογία στὴν Γαλλία» (Ni droite ni gauche: l'idéologie fasciste en France) «Ἡ ἐπαναστατικὴ Δεξιά: Οἱ γαλλικὲς καταβολὲς τοῦ φασισμοῦ, 1885-1914» (La droite révolutionnaire - Les origines françaises du fascisme).

Στὰ ἑλληνικὰ ἔχει ἐκδοθεῖ τὸ ἔργο του «Ὁ Ἀντιδιαφωτισμός: Ἀπὸ τὸν 18ο αἰῶνα ὡς τὸν Ψυχρὸ Πόλεμο), μετάφραση Ἄννα Καρακατσούλη, ἐκδόσεις «Πόλις», Ἀθήνα, Φεβρουάριος, 2009.

Ὁ Στέρνχελ παρέμεινε μέχρι τέλους ἀκραιφνὴς φιλελεύθερος καὶ ὑπέρμαχος τοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ τῆς νεωτερικότητας. Ὑπῆρξε ἀναθεωρητὴς τῆς ἰσραηλινῆς ἱστορίας καὶ δριμὺς ἐπικριτὴς τῆς ἰσραηλινῆς Δεξιᾶς καὶ τῆς καταπίεσης τῶν Παλαιστινίων στὰ Κατεχόμενα ἀπὸ τὸ Ἰσραὴλ ἐδάφη. Συμμετείχε ἐνεργὰ στὸ ἰσραηλινὸ εἰρηνιστικὸ κίνημα καὶ ἦταν ἱδρυτικὸ μέλος τῆς ἰσραηλινῆς ὀργάνωσης «Εἰρήνη Τώρα». Στὶς 25 Σεπτεμβρίου 2008 ἔγινε βομβιστικὴ ἐνέργεια ἐναντίον του ἀπὸ Ἑβραίους ἐξτρεμιστὲς λόγω τῶν εἰρηνιστικῶν του θέσεων.  Ἀπεβίωσε στὶς 22 Ἰουνίου 2020 σὲ ἡλικία 85 ἐτῶν.

https://koinsepexodos.wordpress.com/

Ένα προσωπικό ημερολόγιο και δύο απαγορευμένα βιβλία για τον Μακάριο Γ'

Σημείωση της συντακτικής ομάδας:

Τις ημέρες της θαρραλέας στρατιωτικής ενέργειας της 15ης Ιουλίου 1974, όταν το Προεδρικό Μέγαρο της Κύπρου το οποίο υπερασπίζονταν οι πάνοπλες συμμορίες του «Εφεδρικού» καταλήφθηκε και καταστράφηκε ολοσχερώς από τις επίλεκτες δυνάμεις του Ελληνικού Στρατού - μετά από εντολή του φανατικού Ενωτικού Στρατηγού Δημητρίου Ιωαννίδη - το ημερολόγιο που βρισκόταν στο γραφείο της γραμματέως του Μακαρίου κατασχέθηκε από τους στρατιωτικούς της 25ης Νοεμβρίου και με κάποιο τρόπο έφτασε στα χέρια του Αλέκου Κωνσταντινίδη. 

Να σημειωθεί ότι τα βιβλία που περιγράφονται στο παρακάτω άρθρο και καταρρίπτουν τον θρύλο του ρασοφόρου κτήνους που κάποιοι ονόμασαν «εθνάρχη» δεν υπάρχουν πουθενά, ενώ ουδείς από τους γνωστούς κομματικούς «αρχηγίσκους» και παράγοντες ή εκδότες του «χώρου» τόλμησε αναφερθεί σε αυτά σε εκδηλώσεις μνήμης ή ομιλίες όπου κυριαρχούν μόνο τα συνθήματα. 

Τέλος ενώ τα στοιχεία είναι εξαιρετικά αποκαλυπτικά οι «Απριλιανοί» δεν τα χρησιμοποίησαν κατά την διάρκεια της παράνομης φυλάκισης τους ως ένα μέσο πίεσης και υπεράσπισης απέναντι στο «κυνήγι μαγισσών» του Τέκτονα φανατικού αντιφασίστα και μητραλοία Καραμανλή ο οποίος τους έθαψε στα κελιά της αστικής δημοκρατίας.

Η Νίτσα Χριστοδούλου η οποία διετέλεσε προσωπική γραμματέας του πρώτου προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ από το 1960 μέχρι το 1977, κατέγραφε σε προσωπικό της ημερολόγιο αυτό τις συνομιλίες που είχε με τον Μακάριο,  καθώς και τις προσωπικές σκέψεις και ανησυχίες του τελευταίου  κατά την περίοδο 1968-1974.

Το ημερολόγιο της Νίτσας Χριστοδούλου χάθηκε κατά την διάρκεια του πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου τον Ιούλιο του 1974 και με κάποιο τρόπο, αυτό έφτασε στα χέρια του δημοσιογράφου Αλέκου Κωνσταντινίδη.

Το 1981 ο Αλέκος Κωνσταντινίδης εξέδωσε το βιβλίο «Μακάριος: ένα προσωπικό ημερολόγιο». Σε αυτό το βιβλίο ο κύπριος δημοσιογράφος συμπεριέλαβε μεγάλο μέρος του ημερολογίου της Νίτσας Χριστοδούλου.

Το βιβλίο προκάλεσε σάλο ανάμεσα κυρίως στους υποστηρικτές του Μακαρίου για αυτά που φερόταν να περιέγραφε στο ημερολόγιο της η προσωπική γραμματέας του προέδρου.

Μετά από δικαστική μάχη η Νίτσα Χριστοδούλου κατάφερε να πετύχει την απαγόρευση του βιβλίου με την αιτιολογία ότι περιεχόμενο του αποτελούσε δική της πνευματική ιδιοκτησία. Με την στάση της αυτή η Νίτσα Χριστοδούλου ουσιαστικά αποδέχτηκε την γνησιότητα του ημερολογίου, κάτι που έκανε και αργότερα όταν στράφηκε εναντίον του Τάκη Ευδόκα (βλέπε πιο κάτω).

Εφαρμόζοντας το διάταγμα η αστυνομία κατάσχεσε και κατέστρεψε όλα τα αντίτυπα του βιβλίου που κατάφερε να εντοπίσει. Φαίνεται όμως ότι κάποια αντίτυπα του βιβλίου πρόλαβαν να κυκλοφορήσουν…

Το 1989, ο ψυχίατρος – πολιτικός Τάκης Ευδόκας εξέδωσε το βιβλίο του «Εγώ είμαι η Κύπρος» μέσα από το οποίο προσπάθησε  να ψυχογραφήσει την προσωπικότητα του Μακαρίου. 

Η πρώτη έκδοση κυκλοφόρησε το 1989 σε 5000 αντίτυπα και σε αυτήν συμπεριλήφθηκαν σχολιασμένα αποσπάσματα του ημερολογίου της Νίτσας Χριστοδούλου (σ.211-222). Ο συγγραφέας υποστήριξε ότι τα αποσπάσματα τα  πήρε από το βιβλίο του Αλέκου Κωνσταντινίδη το οποίο αγόρασε το 1981 από βιβλιοπωλείο της Λευκωσίας. Υποστήριξε, επίσης, ότι δεν γνώριζε την απαγορευτική απόφαση του δικαστηρίου κατά του βιβλίου «Μακάριος: ένα προσωπικό ημερολόγιο», ενώ ανέφερε ότι χρησιμοποίησε ένα πολύ μικρό μέρος του συγκεκριμένου βιβλίου (λιγότερες από 3 σελίδες σε σύνολο 144), δηλώνοντας την μάλιστα την πηγή του (βιβλίο Αλέκου Κωνσταντινίδη και ημερολόγιο Νίτσας Χριστοδούλου).

Η Νίτσα Χριστοδούλου καταχώρησε αγωγή στο δικαστήριο και με διάταγμα πέτυχε την προσωρινή απαγόρευση του βιβλίου. Κατά την έφεση της υπόθεσης οι δικηγόροι των δύο πλευρών συμφώνησαν να επιτραπεί στον Τάκη Ευδόκα να εκδώσει το βιβλίο του χωρίς όμως τα επίμαχα αποσπάσματα από το ημερολόγιο της Νίτσας Χριστοδούλου.

Το 1990 κυκλοφόρησε η 2η έκδοση του «Εγώ είμαι η Κύπρος» με τις επίμαχες σελίδες 211-222, να περιγράφουν την νομική διαμάχη αντί τα σχολιασμένα αποσπάσματα του ημερολόγιου της Νίτσας Χριστοδούλου που υπήρχαν στην πρώτη έκδοση.

Όπως συνέβηκε και με το βιβλίο του Αλέκου Κωνσταντινίδη, παρόλη την απαγόρευση της πρώτης έκδοσης, σημαντικός αριθμός αντιτύπων πρόλαβε και διοχετεύθηκε στο κοινό.

Πριν δημιουργηθεί ο σάλος για το βιβλίο, είχαν πουληθεί γύρω στα 500 αντίτυπα αλλά μετά την δημοσιότητα που του δόθηκε, αυτό έγινε ανάρπαστο.

Το παράδοξο της όλης υπόθεσης είναι ότι, παρόλο που κάποιοι θεωρούν το επίμαχο απόσπασμα ως λιβελογράφημα ενάντια στον Μακάριο, δεν μπορούμε να το εντάξουμε στην κατηγορία των βιβλίων που κατηγορούνται για λίβελο αφού η Νίτσα Χριστοδούλου όχι μόνο δεν αμφισβήτησε ποτέ την γνησιότητα του ημερολογίου αλλά με ένορκο δήλωση της κατά την δικαστική διαμάχη που είχε με τον Τάκη Ευδόκα, παραδέχεται την αυθεντικότητα του. 

*Ο τίτλος του βιβλίου «Εγώ είμαι η Κύπρος» είναι εμπνευσμένος από μια φράση η οποία αποδίδεται στον Μακαρίο και η οποία, σύμφωνα με τον Ευδόκα φανερώνει την αλαζονεία του.

πηγή


"Η αλήθεια δια τον Μακάριον": το βιβλίο του καθαιρεμένου μητροπολίτη Κιτίου, Άνθιμου


Πρόκειται για ένα σπάνιο βιβλίο το οποίο κυκλοφόρησε στην Αθήνα το 1974 λίγο πριν το πραξικόπημα της χούντας εναντίων  του Μακαρίου και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.

Συγγραφέας ήταν ο καθαιρεμένος από τον Μακάριο μητροπολίτης Κιτίου Άνθιμος ο οποίος προσπαθούσε μέσα από το βιβλίο να αποκαθηλώσει πολιτικά (αλλά και θρησκευτικά) τον Μακάριο τον Γ’, αρχιεπίσκοπο και πρώτο πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Λόγω των δύσκολων πολιτικών καταστάσεων αλλά και της μεγάλης δημοτικότητας του Μακαρίου (πριν, αλλά και ειδικότερα μετά την τουρκική εισβολή), το βιβλίο δεν διαδόθηκε σε μεγάλο βαθμό, παρόλες τις πολύ σοβαρές καταγγελίες που περιείχε.

Τα ιστορικά γεγονότα:

Ο συγγραφέας του βιβλίου Μητροπολίτης Κιτίου Άνθιμος (Μαχαιριώτης) ήταν ο ιερωμένος που αντικατέστησε τον Μακάριο τον Γ’ στον μητροπολιτικό θρόνο Κιτίου όταν ο τελευταίος έγινε αρχιεπίσκοπος.

Παρόλο που οι δύο άντρες ήταν προσωπικοί φίλοι και συμφοιτητές στη Θεολογική Σχολή Αθηνών, κατέληξαν να γίνουν άσπονδοι εχθροί λόγω της διαφωνίας τους, κυρίως για το κυπριακό ζήτημα.

Ο Άνθιμος μαζί με δύο άλλους μητροπολίτες της αυτοκέφαλης Κυπριακής Εκκλησίας (τον μητροπολίτη Γεννάδιο της Πάφου και τον μητροπολίτη Κυπριανό της Κερύνειας)  κατέθεσαν πρόταση στην Ιερά Σύνοδο (2 Μαρτίου 1972) με την οποία ζητούσαν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος να παραιτηθεί από τη Προεδρία της Δημοκρατίας της Κύπρου επειδή θεωρούσαν ότι η παράλληλη άσκηση εκκλησιαστικών και κοσμικών καθηκόντων, από έναν κληρικό, ήταν ενάντια στους κανόνες της Εκκλησίας.

Τα βαθύτερα αίτια της διαμάχης ήταν πολιτικά. Οι τρείς μητροπολίτες ήταν αμετανόητοι ενωτικοί και θεωρούσαν ότι ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος (και πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας) αθέτησε τον όρκο του προδίδοντας τον αγώνα για ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, εξυπηρετώντας δικές του προσωπικές φιλοδοξίες. 

Η Σύνοδος εξέδωσε ανακοίνωση αναφέροντας τη θέση των επισκόπων και δηλώνοντας ότι ο Αρχιεπίσκοπος θα ανακοινώσει την απάντησή του σε μεταγενέστερο χρόνο. Ο Μακάριος πράγματι, εξέδωσε την απάντησή του στις 19 Μαρτίου του 1972. Σε αυτό κατηγόρησε τους τρεις επισκόπους πως συνωμότησαν μεταξύ τους, αλλά και με άλλους εξω-εκκλησιαστικούς παράγοντες, υπαινισσόμενος αφενός την Χούντα των Συνταγματαρχών που εξουσίαζε την Ελλάδα εκείνη την εποχή, αλλά και αφετέρου τον Γεώργιο Γρίβα, παλαίμαχο αρχηγό της ΕΟΚΑ, ο οποίος είχε κρυφά επιστρέψει στη Κύπρο από το 1971 και είχε προβεί στη δημιουργία της ΕΟΚΑ Β'.

Ο Μακάριος υποστήριξε ότι το αξίωμα του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και η ιδιότητα του Εθνάρχη δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως κοσμικό σε μια εποχή που οι Ορθόδοξοι Έλληνες της Κύπρου αγωνίζονταν για την εθνική τους επιβίωση και ότι, υπό τις συνθήκες αυτές, η άσκηση κοσμικών υπηρεσιών δεν παρέχει στον Αρχιεπίσκοπο οποιοδήποτε προσωπική ανταμοιβή, αλλά ήταν δαπανηρό και πικρό καθήκον το οποίο δεν ήταν δυνατόν να αποφύγει.

Οι επίσκοποι επέμειναν στην αρχική θέση τους και η κρίση συνεχίσθηκε για να κορυφωθεί μετά την ομόφωνη επανεκλογή του Μακαρίου στην προεδρία της Δημοκρατίας της Κύπρου στις 8 Φεβρουαρίου 1973. Οι τρεις επίσκοποι κάλεσαν τον Μακάριο σε απολογία, πριν από την έκτακτη σύνοδο της Ιεράς Συνόδου, που συνεκάλεσαν για τις 7 Μαρτίου 1973. Ο Μακάριος απάντησε στις 6 Μαρτίου, δηλώνοντας ότι η Σύνοδος που οι τρεις επίσκοποι είχαν καλέσει ήταν αντισυνταγματική και ως εκ τούτου, οτιδήποτε αποφασισθεί θα είναι άκυρο. Οι τρεις επίσκοποι συναντήθηκαν μεταξύ τους και αποφάσισαν την καθαίρεση του Μακάριου από το αξίωμά του ως Αρχιεπισκόπου.

Αντιδρώντας ο Μακάριος συνεκάλεσε Μείζονα και Υπερτελή Σύνοδο (Μεγάλη Σύνοδος), αποτελούμενη από εκπροσώπους αρκετών Ορθοδόξων Πατριαρχείων. Όλοι ανταποκρίθηκαν, εκτός από την Εκκλησία της Ελλάδος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Η Μεγάλη Σύνοδος, που συνήλθε στις 5 - 6 Ιουλίου 1973, αποφάσισε να ακυρώσει την καθαίρεση του Μακαρίου και να καλέσει τους τρεις επισκόπους να εκφράσουν τις απόψεις τους ενώπιόν της. Οι τρεις επίσκοποι αρνήθηκαν να παραστούν στη Μεγάλη Σύνοδο, η οποία συνήλθε εκ νέου στις 14 Ιουλίου και τους καθαίρεσε από το αξίωμα τους.

Η ενέργεια των τριών ιεραρχών ενάντια στον Μακάριο χαρακτηρίστηκε από κάποιους και ως Εκκλησιαστικό Πραξικόπημα (λίγο αργότερα πραγματοποιήθηκε και το πολιτικό πραξικόπημα το οποίο οργάνωσε η Χούντα των Αθηνών ενάντια στον πρόεδρο Μακάριο).

Το βιβλίο:

Ο καθαιρεμένος μητροπολίτης Άνθιμος, από την Αθήνα όπου ζούσε  αυτοεξόριστος, εξέδωσε το 1974 (λίγο πριν το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο) το βιβλίο "Η αλήθεια δια τον Μακάριον", μέσα από το οποίο προσπαθούσε να αποκαθηλώσει τον Μακάριο και να γνωστοποιήσει στο κοινό τις δικές του θέσεις.

Μέσα από αυτό το βιβλίο ο Άνθιμος παρουσιάζει τον Μακάριο, παραθέτοντας διάφορα περιστατικά τα οποία έζησε δίπλα του, ως εγωπαθή και αρχομανή που δεν πίστευε εξ αρχής στον αγώνα για ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και ο οποίος κοροϊδεύοντας τους συνεργάτες του και τον λαό  τροχοδρομούσε την ανεξαρτησία για δικό του όφελος. Αφήνει αιχμές ακόμα και για την πνευματικότητα και την χριστιανική πίστη του Μακαρίου ενώ τον κατηγορεί και για οικονομικές ατασθαλίες. Τον παρουσιάζει επίσης ως δεισιδαίμον και έχοντας αισθήματα ζήλιας απέναντι στον στρατιωτικό αρχηγό της ΕΟΚΑ Γεώργιο Γρίβα Διγενή.

Το όλο κείμενο αναβλύζει εμπάθεια και πικρία από τον Άνθιμο ενώ από αυτό δεν απουσιάζουν οι χαρακτηρισμοί.

Το βιβλίο περιλαμβάνει τα ακόλουθα κεφάλαια:

Πρόλογος

Ο Μέγας θεατρίνος της Κύπρου

1. Η εν Αθήναις φοιτητική ζωή του

2. Αναρρίχησις Μακαρίου εις Μητροπολιτικόν θρόνον Κιτίου
Έναρξις δυναστείας Κυκκωτών

3. Αι πρώται μετά την αναρρίχησιν αυτού εις τον Μητροπολιτικόν θρόνον θεαματικαί ενέργειαι

4. Η εκλογή μου ως Μητροπολίτου Κιτίου

5. Αυτός ο Μακάριος …

6. Η στάσις της Ιεράς Συνόδου έναντι του κοσμικού αξιώματος του Μακαρίου

7. Το όνειρον Μακαρίου

8. Αδέσμευτος πολιτική Μακαρίου

9. Η φήμη του Διγενή θανάσιμος ενόχλησις Μακαρίου

10. Ο αριθμός 13 …

11. Αλόγιστος διασπάθισις δημόσιας περιουσίας

Επίλογος.

πηγή

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Η συγκλονιστική συνέντευξη του υπαρχηγού της ΕΟΚΑ Β΄ Λευτέρη Παπαδόπουλου σε .pdf στο περιοδικό "Το Αντίδοτο" (Ελληνική Δράση Καλαμάτας τεύχος 2&3 - Αύγουστος 2015 & Μάρτιος 2016)

Η ιατρική είναι πολιτική

 

Αὐτοὶ ποὺ μᾶς ζητᾶνε νὰ ἀποδεχθοῦμε τὰ μέτρα ποὺ αὐτοὶ θεωροῦν ἀναγκαῖα γιὰ τὴν «σωτηρία τῆς ὑγείας μας» ἦταν αὐτοὶ ποὺ ἐπὶ μία δεκαετία καὶ βάλε μᾶς ζητοῦσαν, ὁ καθένας μὲ τὴν σειρά του, νὰ ἀποδεχθοῦμε τὰ μέτρα ποὺ οἱ ἴδιοι θεωροῦσαν τότε ἀναγκαῖα γιὰ τὴν «σωτηρία τῆς οἰκονομίας μας».

Αὐτοὶ ποὺ μᾶς βεβαιώνουν ὅτι τὰ ἐπείγοντα μέτρα γιὰ τὴν «σωτηρία τῆς ὑγείας μας» θὰ εἶναι μονάχα προσωρινά, ἀρκεῖ νὰ τὰ δεχθοῦμε καὶ νὰ τὰ ἐφαρμόσουμε, ἦταν αὐτοὶ ποὺ ἐπὶ μία δεκαετία καὶ βάλε μᾶς βεβαίωναν, ὁ καθένας μὲ τὴν σειρά του, ὅτι τὰ ἐπείγοντα μέτρα γιὰ τὴν «σωτηρία τῆς οἰκονομίας μας» θὰ εἶναι μόνο προσωρινά, ἀρκεῖ νὰ τὰ δεχθοῦμε καὶ νὰ τὰ ἐφαρμόσουμε.

Αὐτοὶ ποὺ ἐδῶ καὶ πάνω ἀπὸ δέκα χρόνια μᾶς βεβαιώνουν, ὁ καθένας μὲ τὸν τρόπο του, ὅτι σώζουν τὴν οἰκονομία καὶ ἐδῶ καὶ πάνω ἀπὸ δέκα χρόνια ὑπόσχονται τὴν σύντομη ἐπιστροφὴ στὴν ἀνάπτυξη εἶναι οἱ αὐτοὶ ποὺ μᾶς δηλώνουν ὅτι κόπτονται γιὰ τὴν προστασία τῆς ὑγείας μας καὶ μᾶς ὑπόσχονται τὴν σύντομη ἐπιστροφὴ στὴν ἐλευθερία.

Αὐτοὶ ποὺ ἐδῶ καὶ πάνω ἀπὸ μία δεκαετία σώζουν διαρκῶς τὴν οἰκονομία καὶ μᾶς ἐπιστρέφουν συνεχῶς στὴν ἀνάπτυξη μονάχα διὰ τῶν ψεύτικων ὑποσχέσεών τους ἐπικαλούμενοι διαρκῶς τὴν ἐπιστήμη τῆς οἰκονομίας καὶ τὸ κύρος τῶν οἰκονομολόγων εἶναι αὐτοὶ ποὺ σήμερα μᾶς βεβαιώνουν ὅτι σώζουν τὴν ὑγεία μας καὶ προετοιμάζουν τὴν ἐπιστροφή μας στὴν ἐλευθερία ἐπικαλούμενοι τὴν ἐπιστήμη τῆς ἰατρικῆς καὶ τὸ κύρος τῶν γιατρῶν.

Προηγουμένως, ἦταν ἡ ἀδήριτη ἀνάγκη τῆς οἰκονομίας, ἡ ἀπειλὴ τοῦ οἰκονομικοῦ θανάτου, οἱ ἀναλύσεις τῶν οἰκονομολόγων, ἡ τρομοκρατικὴ προπαγάνδα τῶν καναλιῶν τους καὶ ἡ πολεμική τους κραυγή «εἶναι ἡ οἰκονομία, ἠλίθιε» σὲ ὅσους ἀμφισβητοῦσαν τὸ οἰκονομικό τους ἀφήγημα.

Γιατὶ δὲν ἦταν ἡ ἀδήριτη ἀνάγκη τῆς οἰκονομίας ἀλλὰ τῆς οἰκονομίας τῶν τραπεζῶν, ὄχι δὲν ἦταν ἡ εἱμαρμένη τῶν οἰκονομικῶν ἀλλὰ οἱ ἐπιταγὲς τῶν χρηματιστηριακῶν funds, δὲν ἦταν οἱ οἰκονομολόγοι ἀλλὰ οἱ οἰκονομολόγοι τους. Δὲν ἦταν ἡ οἰκονομία ποὺ ἀντικατέστησε τὴν πολιτική, ἀλλὰ ἡ πολιτικὴ ποὺ ἀσκεῖ ἐξουσία μιλώντας τὴν γλῶσσα τῆς οἰκονομίας-της, μιᾶς οἰκονομίας ποὺ ἀπὸ ἐπιστήμη ἔγινε θεραπαινίδα τῆς πολιτικῆς τῶν μεγάλων συμφερόντων.

Τώρα, εἶναι ἡ ἀδήριτη ἀνάγκη τῆς ὑγείας, ἡ εἱμαρμένη τῶν ἐμβολίων, ἡ ἀπειλὴ τοῦ φυσικοῦ θανάτου, οἱ ἀναλύσεις τῶν γιατρῶν, ἡ (καὶ πάλι) τρομοκρατικὴ προπαγάνδα τῶν καναλιῶν τους καὶ ἡ πολεμική τους κραυγή «εἶναι ἡ ὑγεία, ἠλίθιε» σὲ ὅσους ἀμφισβητοῦσαν τὸ ὑγειονομικό τους ἀφήγημα.

Γιατὶ δὲν εἶναι ἡ ἀδήριτη ἀνάγκη τῆς ὑγείας (τολμᾶνε νὰ τὸ ἰσχυρίζονται αὐτοὶ ποὺ ἐδῶ καὶ πάνω ἀπὸ δέκα χρόνια καταστρέφουν ἀλύπητα τὸ δημόσιο σύστημα ὑγείας ἐν ὀνόματι τῆς σωτηρίας τῆς οἰκονομίας) ἀλλὰ τῆς ὑγειονομικῆς δικτατορίας ποὺ θέλουν νὰ ἐπιβάλλουν, ὄχι δὲν εἶναι οἱ γιατροὶ ἀλλὰ οἱ γιατροί-τους, δὲν εἶναι ἡ εἱμαρμένη τῆς ὑγείας αὐτὴ ποὺ φέρνει τὴν ὑγειονομικὴ τυραννία ἀλλὰ οἱ ἐπιταγὲς τῆς κοινωνικῆς ὀλιγαρχίας ποὺ ἄρχει (αὐτοὶ ποὺ ἔχουν γίνει ἀπὸ πλούσιοι πλουσιώτεροι καὶ ἀπὸ ἰσχυροὶ ἰσχυρότεροι μέσα καὶ διὰ μέσου τῶν στὰ λὸκ-ντάουν, ποὺ ὑποτίθεται ὅτι θὰ προστάτευαν τὸν ἁπλὸ κόσμο μὲ τὸ ψευτοδίλημμα «ὑγεία ἤ οἰκονομία», κατάλληλο μονάχα γιὰ ἀθεράπευτα ἠλίθιους, λὲς καὶ δὲν ὑπάρχει ἀναγκαῖα ἀμοιβαία σχέση μεταξύ τους). 

Δὲν εἶναι ἡ ἰατρικὴ ποὺ ἀντικατέστησε τὴν πολιτική, ἀλλὰ ἡ πολιτικὴ ποῦ μιλᾶ τὴν γλῶσσα τῆς ἰατρικῆς-της, μιᾶς ἰατρικῆς ποὺ ἀπὸ ἐπιστήμη ἔγινε θεραπαινίδα τῆς πολιτικῆς τῶν μεγάλων συμφερόντων.

Ἐδῶ καὶ πάνω ἀπὸ δέκα χρόνια μᾶς λένε ὅτι θὰ σώσουμε τὴν οἰκονομία μας ἄν χρωστᾶμε περισσότερο, ἄν μένουμε πάση θυσία στὸ εὐρώ, ἄν ὑποθηκεύουμε συνεχῶς τὴν χώρα μας.

Τώρα, ἐδῶ καὶ ἑνάμιση χρόνο, μᾶς λένε ὅτι θὰ σώσουνε τὴν ὑγεία μας μὲ ἀλλεπάλληλα ὁριζόντια καὶ κάθετα λὸκ-ντάουν, μὲ τὴν διατήρηση τοῦ δημόσιου συστήματος ὑγείας σὲ κατάσταση πλήρους ὑποβάθμισης, μὲ τὴν συνεχῆ καταστροφὴ τῶν ἀπομειναριῶν τῆς οἰκονομία μας καὶ μὲ τὸν μαζικό μας ἐμβολιασμὸ μὲ ἀμφιλεγόμενα ἐμβόλια ποὺ ἔχουν πάρει προσωρινὴ ἄδεια μέσα σὲ χρόνο ρεκόρ ἀπὸ μεγάλες φαρμακευτικὲς ποὺ ἔχουν καταδικαστεῖ ἀλλεπάλληλες φορὲς γιὰ ἰατρικὰ ἐγκλήματα καὶ δωροδοκίες.

Ὅσο πιστεύει κανεὶς ὅτι ἡ ὑγεία μας θὰ σωθεῖ καὶ οἱ περιορισμοὶ θὰ σταματήσουν μονάχα ὅταν ἐμβολιασθοῦμε ὅλοι, τόσο μπορεῖ καὶ νὰ πίστευε ὅτι ἡ οἰκονομία μας θὰ σωθεῖ καὶ ἡ λιτότητα θὰ σταματήσει ἄν δεχόμασταν τὰ μνημόνια ὅλοι.

Μία διαφορά ὑπάρχει.

Αὐτοὶ ποὺ θὰ ἔσωζαν τὴν οἰκονομία μας ἀπὸ τὴν κρίση, γιὰ νὰ μᾶς βάλουν μέσα στὴν χοάνη μιᾶς κρίσης ποὺ ἐδῶ καὶ πάνω ἀπὸ δέκα χρόνια ὄχι μόνο δὲν λέει νὰ τελειώσει ἀλλὰ συνεχῶς ἐπιδεινώνεται, εἶχαν χωρισθεῖ δῆθεν σὲ «μνημονιακοὺς» καὶ «ἀντιμνημονιακοὺς», γιὰ νὰ ἀποδείξουν στὸ τέλος ὅτι μνημονιακοὶ ἦταν ὅλοι τους, γιατὶ «μνημονιακοὶ» ἦταν πολὺ πρὶν ἀπὸ τὰ μνημόνια. Γιατί ἡ Ἑλλάδα δὲν χρεωκόπησε τὸ 2010 ἀλλὰ χρόνια πρίν.

Τώρα βρίσκονται ὅλοι μαζί.

Γιατί ἡ κατάσταση εἶναι πολὺ πιὸ σοβαρὴ καὶ τὰ συμφέροντα που διακυβεύονται εἶναι πολὺ πιὸ μεγάλα ἀπὸ τότε.

Κι ἔτσι δείχνουν τὸ πραγματικό τους πρόσωπο.

Ἀπὸ τὸν χρηματοπιστωτικὸ καπιταλισμό, τὴν οἰκονομία-παράσιτο καὶ τὴν ἀγορὰ-καζίνο, ὅπου τὸ χρῆμα δημιουργεῖ χρῆμα καὶ τὸ δάνειο παράγει κέρδος, στὸ ἀναγκαῖο συμπλήρωμα: τὸν βιοπολιτικὸ ὁλοκληρωτισμό, γιὰ τὸν μαζικὸ ἔλεγχο τοῦ πληθυσμοῦ, ἐν ὀνόματι τῆς προστασίας τῆς ὑγείας του, ὅπου ἡ ὑγεία δὲν ἀποτελεῖ δικαίωμα ἀλλὰ ὑποχρέωση πρὸς τὸ κράτος-δεσπότη, τὴν ἐξάλειψη τῆς ἀγορᾶς (μὲ τὴν ἀρχαῖα ἑλληνικὴ σημασία τοῦ ὅρου), μὲ τὴν ἐξατομίκευση τῶν κοινωνικῶν συναναστροφῶν μέσω τῆς τεχνολογικῆς διαδικτύωσης καὶ τὴν καταστολὴ τῆς πολιτικῆς ἀμφισβήτησης.

Ὁ βιοπολιτικὸς ὁλοκληρωτισμὸς ὡς τὸ προοίμιο τοῦ «κομμουνιστικοῦ καπιταλισμοῦ», τοῦ καπιταλισμοῦ τοῦ μέλλοντος, μὲ τὸ κινέζικο μοντέλο, ποὺ θὰ συγχωνεύει τὴν πιὸ ἀπάνθρωπη ὄψη τοῦ καπιταλισμοῦ μὲ τὴν πιὸ βάρβαρη μορφὴ τοῦ κρατικοῦ κομμουνισμοῦ.

Οἱ καλοθελητὲς καὶ οἱ κουτοπόνηροι ἄς ἀφήσουν γιὰ τὸ ἐπίπεδο τῆς σκέψης τους τὰ προβοκατόρικα περὶ ἀνυπαρξίας τοῦ ἰοῦ, ἄρνησης τῶν ἐμβολίων γενικά, σκοταδισμοῦ καὶ ἀπόρριψης τῆς ἐπιστήμης, κούφιας γῆς, ἑρπετόμορφων, προφητειῶν τοῦ Ἁγίου Βαλαντίου καὶ τὰ ρέστα, ποὺ θέλουν νὰ προσάψουν σὲ ὅσους ἐπιμένουν νὰ σκέπτονται προκειμένου νὰ τοὺς γελοιοποιήσουν, κι ἄς θυμηθοῦν τὸν πεφωτισμένο μυαλό τους, ὅταν καταπίνανε ἀμάσητα τὰ ὅσα τοὺς ἔλεγαν αὐτοὶ ποὺ τοὺς δουλεύανε ψιλὸ γαζὶ ἐδῶ καὶ τουλάχιστον δέκα χρόνια καὶ ποὺ σήμερα τολμᾶνε νὰ μᾶς κουνᾶνε τὸ δάχτυλο καταπίνοντας ἤ θέλοντας νὰ μᾶς κάνουν νὰ καταπιοῦμε τὴν προπαγάνδα τοῦ Μητσοτάκη, τοῦ Τσιόδρα, τοῦ Χαρδαλιὰ καὶ τοῦ Πορτοσάλτε.

Τὸ μεγάλο καλὸ τῆς ὑπόθεσης εἶναι ὅτι ὁ ἐν λόγω κορωνοϊός, ὅπως εἴχαμε γράψει ἀπὸ τὶς πρῶτες μέρες τοῦ Ἐγκλεισμοῦ, ἀποδεικνύεται ὁ Ἰὸς τῆς Ἀλήθειας γιὰ Ὅλους Μας.

πηγή

Όταν η ΕΟΚΑ Β’ πήρε τα όπλα για την Ένωση (του Νίκου Παπαγεωργίου από τον πρόλογο του βιβλίου «Η Αληθινή Ιστορία της ΕΟΚΑ Β’»)


“Μετά το τέλος του Β’ ΠΠ η πλειοψηφία των ελληνοκυπρίων εκείνο που επιθυμούσε ήταν η Ένωση με την μητέρα Ελλάδα. «Ένωση! Μόνο Ένωση» φώναζαν με όλη τη δύναμη της ψυχής τους. Όμως, άλλα ήταν τα σχέδια της Βρετανίας. Το 1955 ξεκινά ο απελευθερωτικός αγώνας της ΕΟΚΑ, με πολιτικό αρχηγό τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο και στρατιωτικό ηγέτη τον στρατηγό Γρίβα – Διγενή. Λίγο αργότερα ο αγώνας εκείνος εγκαταλείφθηκε από τον Μακάριο. Οι συμφωνίες Λονδίνου – Ζυρίχης τις οποίες ο ίδιος συνυπέγραψε, ουσιαστικά παρέδωσαν την Κύπρο στην διάθεση της Τουρκίας. Η κίβδηλη ανεξαρτησία είχε σαν αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η άμεση διεκδίκηση της Ενώσεως, επειδή η Ελλάδα απεδέχθη με τις προδοτικές συμφωνίες, την επέμβαση της Τουρκίας στην Κύπρο ως εγγυήτρια δύναμη, για την αποτροπή τέτοιας περιπτώσεως. Αυτό δηλαδή που συνέβη τον Ιούλιο του 1974.

Μετά την λήξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, και κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 60, οι Κύπριοι έχουν διασπαστεί σε δύο στρατόπεδα. Σε δύο πολιτικές παρατάξεις. Στους μακαριακούς ή ανθενωτικούς υπό την ηγεσία του Μακαρίου (Μιχαήλ Μούσκος) και στους γριβικούς ή ενωτικούς με αρχηγό τον στρατηγό Γρίβα-Διγενή. Οι μεν αγωνίζονται και θέλουν μια Κύπρο ανεξάρτητη και οι δε θέλουν την Ένωση της Κύπρου μετά της Ελλάδος. Εξ’ άλλου αυτός ήταν ο σκοπός του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ.

Οι πρώτοι, δηλαδή οι μακαριακοί, είχαν υπό την κατοχή τους το κράτος, αφού ο ηγέτης της παράταξης τους ήταν και ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αντίθετα οι γριβικοί όχι μόνο ήταν εκτός της δημόσια διοίκησης, αλλά δεν είχαν και τη βοήθεια από την Ελληνική κυβέρνηση παρά το γεγονός ότι, ο αγώνας τους ήταν η Ένωση. Όμως οι γριβικοί αντιμετώπιζαν ένα ακόμη τεράστιο πρόβλημα. Ο Μακάριος μέσω της κυβερνήσεως του ασκούσε πιέσεις σε βάρος τους, αλλά και διακρίσεις αποκλείοντας τους από τη δημόσια ζωή προκειμένου να μη έχουν ουδεμία πρόσβαση στο κράτος για να μη του δημιουργούν προβλήματα. Οι διακρίσεις σε βάρος των ενωτικών ήταν αυτές που ξεχείλισαν το ποτήρι και ήταν το έναυσμα της καθόδου του Γρίβα κρυφά στην Κύπρο. Στις 31 Αυγούστου 1971 ο Γρίβας φτάνει στο νησί της Αφροδίτης με σκοπό αφ’ ενός μεν να εμψυχώσει τους ενωτικούς, αφ’ ετέρου δε να συνεχιστεί ο αγώνας για την Ένωση.

Την εποχή εκείνη ο Μακάριος βρίσκεται ήδη στην προεδρία της Δημοκρατίας περίπου μία δεκαετία. Κατά την διάρκεια αυτών των ετών δεν είχε κατορθώσει ή δεν το προσπάθησε να αμβλύνει τις αντιθέσεις των δύο παρατάξεων. Υπήρχε όμως ακόμη και ένα άλλο πρόβλημα. Η ευμενής πολιτική που ακολούθησε προς τις χώρες του λεγόμενου «τρίτου κόσμου». Μάλιστα ευελπιστούσε να ηγηθεί αυτών των χωρών. Οι θέσεις αυτές του Μακαρίου στην εξωτερική πολιτική που ασκούσε δημιουργούσαν μεγάλα προβλήματα στις σχέσεις της Κύπρου με τις χώρες της Δύσεως. Οι πολιτικές συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί και η κατ’ εξακολούθηση άφρων πολιτική που ακολουθούσε στο εσωτερικό της χώρας, βοήθησαν την ανάπτυξη του αντάρτικου αγώνα των ενωτικών. Ενώ οι ελληνοκύπριοι θα έπρεπε να ήσαν ενωμένοι προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον πραγματικό εχθρό, την Τουρκία, η οποία αναζητούσε ευκαιρία να επέμβει στο νησί, αυτοί είχαν χωρισθεί στα δύο.

Ο Μακάριος όμως είχε διαφορετικές επιδιώξεις. Φρόντιζε καθημερινά να υποδαυλίζει την ενότητα του λαού και να γίνεται επιτακτική η ανάγκη για δημιουργία μιας νέας οργανώσεως ως η μόνη προστασία των γριβικών από τους μακαριακούς. Το νέο αντάρτικο ονομάστηκε ΕΟΚΑ Β’ και στελεχώθηκε και από παλαιά στελέχη και αγωνιστές της ΕΟΚΑ αλλά δεν είχε τη δομή της παλαιάς οργανώσεως. Ήταν περισσότερο εύκαμπτη.

Ο Αρχηγός δεν είχε επιτελείο και διοικούσε την νέα οργάνωση με τους κατά τόπους τομεάρχες οι οποίοι ήταν κατά κύριο λόγο απόστρατοι αξιωματικοί. Οργανώθηκε σε τάγματα μικρότερης όμως δυνάμεως, που έφεραν ελαφρύ οπλισμό, κατάλληλο για ανταρτοπόλεμο. Οι ενωτικοί που οργανώθηκαν στο πλευρό του Γρίβα, ξεκίνησαν τη δράση τους μέσα στις πόλεις και τα χωριά. Όσοι άρχισαν να καταζητούνται από τις δυνάμεις καταστολής, κρυβόντουσαν σε διάφορα κρησφύγετα που είχαν ήδη δημιουργηθεί γι’ αυτό το σκοπό.

Η δύναμη της ΕΟΚΑ Β’ στο ξεκίνημα του νέου αντάρτικου δεν ήταν μεγάλη. Υπολογίζεται σε 500 περίπου αγωνιστές όσα και τα όπλα που διατηρούσαν κρυφά. Αργότερα άρχισε να μεγαλώνει η δύναμη της και ξεκινούν καταδρομικές επιθέσεις, για να αποσπάσουν όπλα από αποθήκες της Εθνικής Φρουράς και της Αστυνομίας. Η σοβαρότερη ενίσχυση με οπλισμό έγινε το 1972 όταν άρχισε να αγοράζει όπλα από το εξωτερικό με δικά της χρήματα. Με τον οπλισμό αυτό οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ Β’ ήταν σε θέση να δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στις δυνάμεις καταστολής του Μακαρίου. Φυσικά ο Αρχιεπίσκοπος δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Συγκρότησε ένα ένοπλο σώμα από οπαδούς του με την ονομασία Εφεδρικό. Εκτός από αυτό και την Αστυνομία, χρησιμοποίησε εναντίον των ενωτικών και παραστρατιωτικές οργανώσεις οι οποίες δεν έφεραν στολή όπως οι άνδρες του Εφεδρικού. Το Εφεδρικό σώμα ουσιαστικά ήταν η σωματοφυλακή του Μακαρίου.

Η κυβέρνηση της Αθήνας έβλεπε ευνοϊκά την δραστηριότητα της ΕΟΚΑ Β΄. Ελληνικές αλλά και κυπριακές εφημερίδες εκφράζονταν ευμενώς για τους σκοπούς της οργάνωσης. Στις 26 Μαρτίου 1972 σε προάστιο της Λευκωσίας πραγματοποιείται μυστική συνάντηση Γρίβα- Μακαρίου. Κατά την διάρκεια της συζήτησης των δύο ηγετών, ο Γρίβας προτείνει στο Μακάριο να παραιτηθεί από πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ήδη όμως και από την κυβέρνηση των Αθηνών είχε σταλεί μήνυμα στο Μακάριο αφού παραιτηθεί, να σχηματιστεί κυβέρνηση εθνικής ενότητας από όλες τις παρατάξεις των εθνικοφρόνων Κυπρίων και εκλογή νέου Προέδρου. Ακόμη είχε προτείνει να συμμετάσχουν σε αυτή την κυβέρνηση και γριβικά ενωτικά στελέχη. Η άρνηση του Μακαρίου στις απαιτήσεις των Αθηνών αλλά και του Γρίβα είχε σαν αποτέλεσμα, να διαρραγούν ολοσχερώς οι σχέσεις των δύο ηγετών και η ΕΟΚΑ Β να εντείνει τις επιθέσεις της κατά μακαριακών στόχων.

Από το Φεβρουάριο του 1973 αρχίζει η δράση των ενωτικών αγωνιστών με μεγαλύτερη ένταση. Ξεκινούν επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα με ανταλλαγές πυροβολισμών και απαγωγές στελεχών του καθεστώτος. Συγκεκριμένα πραγματοποιήθηκε με καταδρομική επιχείρηση από την ΕΟΚΑ Β η απαγωγή του υπουργού Δικαιοσύνης Χρ. Βάκη. Βέβαια και ο Μακάριος δεν παρέμεινε απαθής. Αρχίζει να λαμβάνει πολύ σκληρά μέτρα. Συλλαμβάνονται δεκάδες γριβικοί και οδηγούνται στις φυλακές. Εκεί υφίστανται φρικτά βασανιστήρια από τους πραιτοριανούς του Εφεδρικού. Παρά το γεγονός ότι ο υπουργός λίγο αργότερα αφέθη ελεύθερος εν τούτοις, οι διώξεις συνεχίζονται με την ίδια ένταση.

Προκειμένου το καθεστώς να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την δράση της ΕΟΚΑ Β και γενικότερα την ενωτική παράταξη λαμβάνει μέτρα προς παραδειγματισμό. Ξεκινούν σχεδόν καθημερινά συλλήψεις ενωτικών και ακολουθούν σκληροί βασανισμοί κατά τις ανακρίσεις, προκειμένου, οι ανακρινόμενοι να καταδώσουν όχι μόνο συναγωνιστές τους, αλλά και τα κρησφύγετα και τις αποθήκες απόκρυψης όπλων.

Οι φυλακές της Λευκωσίας γίνονται κολαστήρια για τους συλληφθέντες ενωτικούς. Υπόδικοι και κατάδικοι περνούν από εξαντλητικές ανακρίσεις και υφίστανται τα πάνδεινα προκειμένου να ομολογήσουν. Παρά την πληθώρα των κατασταλτικών μέτρων που έλαβε το καθεστώς του Μακαρίου, όχι μόνο η δράση της ΕΟΚΑ Β δεν περιορίστηκε αλλά και νέοι αγωνιστές συνεχώς ενίσχυαν τη δύναμη της. Όσοι καταζητούντο από την αστυνομία του Μακαρίου αισθάνονταν ότι είχαν μεγαλύτερη ασφάλεια όταν περνούσαν στις τάξεις της οργανώσεως και προστατευόντουσαν από συμμαχητές τους.

Το αποκορύφωμα της αντάρτικης δράσης της ΕΟΚΑ Β ήταν η απόπειρα δολοφονίας του Μακαρίου στις 7 Οκτωβρίου 1973, κοντά στο χωριό Άγιος Σέργιος που βρίσκεται πλησίον της Αμμοχώστου. Έκτοτε η Αστυνομία αλλά και το Εφεδρικό εντείνουν τις προσπάθειες τους και επιφέρουν πολλά κτυπήματα στην οργάνωση, μέχρι τον Ιανουάριο του 1974. Ανακαλύπτονται αποθήκες με όπλα και πυρομαχικά της οργανώσεως. Συλλαμβάνονται συνεχώς και νέοι αγωνιστές αλλά η δραστηριότητα της ΕΟΚΑ Β εξακολουθεί να είναι έντονη και να προβληματίζει σοβαρά το Μακάριο και τους συνεργάτες του. Εν τω μεταξύ και από τις δύο παρατάξεις οι πολιτικές δολοφονίες αποτελούν μέσο επιλύσεων των διαφορών τους. Ο Μακάριος ετοιμάζεται να συγκαλέσει τη βουλή για να καταδικάσει τον στρατηγό Γρίβα –Διγενή ως δολοφόνο. Δεν θα προλάβουν. Στις 27 Ιανουαρίου 1974 ο αρχηγός της ΕΟΚΑ Β και της ενωτικής παρατάξεως αφήνει την τελευταία του πνοή μέσα σε ένα φτωχό οικίσκο της Λεμεσού, που χρησιμοποιούσε ως κρησφύγετο, από καρδιακό επεισόδιο. Το μοιραίο συνέβη στις 13.45 μμ ενώ ο αρχηγός διένυε το 75ο έτος της ηλικίας του. Μετά τον θάνατο του στρατηγού η ΕΟΚΑ Β συνεχίζει τον αγώνα της κατά του καθεστώτος”

πηγή

Ημέρα μνήμης για τις Αντιδημοκρατικές δυνάμεις: ΕΟΚΑ Β' Ξαναχτύπα! (15η Ιουλίου 1974)

Όταν ο Fidel Castro συνάντησε τα Waffen - SS



του Αλεξόπουλου Στέλιου

Μετά την πτώση της Ευρώπης το 1945 χιλιάδες Εθνικοσοσιαλιστές και Φασίστες βρίσκουν καταφύγιο στην Νότια Αμερική. Εκεί φτιάχνουν καταφύγια ή οργανώνουν μυστικές ομάδες κρούσης και στρατόπεδα, αναζωογονούν τις ευρωπαϊκές παροικίες και συμμετέχουν σε κυβερνήσεις που εναντιώνονται στον Αμερικανισμό. Υπήρχαν άλλωστε προπολεμικά  οι οργανωτικές και ιδεολογικές βάσεις που βοήθησαν στην ανάπτυξη διαφόρων μεταπολεμικών κινημάτων και κομμάτων με έντονο το αντισιωνιστικό και το αντικαπιταλιστικό πρόσημο, τα οποία και αναπτύχθηκαν στο υπογάστριο της μισητής υπερδύναμης που διαφεντεύει τον κόσμο προς όφελος των χρηματιστηρίων των πολυεθνικών και των μυστικών εταιρειών.

Η επανάσταση στην Κούβα το ’59 η οποία είχε ως κορυφαίο παράδειγμα το αντάρτικο του Στρατηγού Γρίβα, αρχικά πορεύτηκε σε εθνικιστικά πλαίσια αλλά αργότερα βρήκε αρωγή και ενίσχυση στους κόλπους του Σοβιετισμού ως μια οδυνηρή ανάγκη για να εναντιωθεί άμεσα στους Αμερικανούς. Η διαμόρφωση του καθεστώτος υπήρξε κομβικό ιστορικό σημείο και μια αναφορά για όλους όσους ονειρεύονταν την συντριβή του ιμπεριαλισμού. Ήταν μια προσωρινή νίκη η οποία έλαβε μέρος - την ίδια εποχή με την ΕΟΚΑ Α’ - απέναντι στον αδηφάγο καταναλωτισμό της Ουάσιγκτον που ονειρεύεται ένα ψυγείο Coca - Cola και ένα κατάστημα McDonald's σε κάθε πόλη και σε κάθε χωριό, ένα καζίνο ή πορνείο για όλους όσους έχουν χρήματα από κάθε είδους δραστηριότητα που ευλογεί και προωθεί ο φιλελευθερισμός.

Ο Περουβιανός Οκτώβρης του ’68, η αντίσταση των Αργεντινών Εθνικοσοσιαλιστών απέναντι στις ομάδες θανάτου των δεξιών στρατιωτικών και αστυνομικών που υπηρετούσαν τις ΗΠΑ και την πλουτοκρατία, η θυσία των Χιλιανών εργατών Εθνικοσοσιαλιστών που εκτελέστηκαν σε δημόσια θέα από την προδοτική ακροδεξιά, ο αγώνας στην Βολιβία όπου οι «αριστεροί» Φασίστες του MNR πολέμησαν μαζί με τους αριστερούς πατριώτες απέναντι στον θανάσιμο εχθρό και υπέρ της επανάστασης του ‘52, η ηρωική στάση του Περονιστή Γκεβάρα που φώναξε το «Πατρίδα ή Θάνατος» και είναι σύμβολο της «Τρίτης Θέσης» και της «Εθνικιστικής Αριστεράς» καθώς και η πρωτοκαθεδρία του Εθνικοεπαναστάτη Περόν που μαζί με την «Αγία Εβίτα» φώτισαν με το παράδειγμα τους το μονοπάτι της κοινωνικής δικαιοσύνης και έγιναν σημαία για τους φτωχούς Montoneros. 

Τα πρόσωπα και τα κινήματα αυτά είναι μόνο μερικές ψηφίδες στην πολύχρωμη ιστορία της ηπείρου που επαναφέρει διαχρονικά τον Πατριωτικό Σοσιαλισμό σε όλες τις χώρες της περιοχής από τα ορυχεία της Χιλής μέχρι τις αυτόνομες κοινότητες των «εθνικοαναρχικών» Ζαπατίστας στο Μεξικό. Όμως η ιστορική σύνδεση δεν σταματάει εκεί αλλά η πολεμική εμπειρία είναι μια εφεδρεία για όσους θέλουν να ενισχύσουν τις δυνάμεις τους μέσα από την θυσία των Ευρωπαϊκών στρατευμάτων. 

Ο Castro ή El Comandante μια προσωπικότητα που μπήκε πολλές φορές στο στόχαστρο των Αμερικανών και ο ιστορικός Hugh Thomas τον ονόμασε ως έναν «Φασίστα της Αριστεράς» - ο Κουβανός ηγέτης είχε κατηγορήσει δημοσίως την Ισραηλινή Mossad για την χρηματοδότηση και οργάνωση του ISIS - ποτέ δεν έκρυψε τις φιλικές σχέσεις του με την Ισπανία του Φράνκο ή τον θαυμασμό του για τον ιδρυτή της Φάλαγγας και μάρτυρα της Εθνικιστικής Ισπανίας Jose Antonio Primo de Rivera. Παρά το γεγονός ότι σύντομα η εξουσία του και η διαφθορά κατάφερε να εκφυλίσει τις αναζωογονητικές δυνάμεις της επανάστασης και να μειώσει την δυναμική της προοπτικής και της χαράς για την απόκρουση του Αμερικανού εισβολέα που έχει επιβάλλει το πολυετές εμπάργκο, αξίζει να αναφερθεί ως μια επίκαιρη αναφορά η άγνωστη σχέση του με την διάσημη κομματική φρουρά του Εθνικοσοσιαλισμού τα εμπειροπόλεμα Waffen - SS

Οι προμήθειες όπλων (4.000 πιστόλια βελγικής κατασκευής) από τους Otto Ernst Remer και Ernst Wilhelm Springer ήταν μόνο η αρχή στην πυρηνική κρίση του ’62. Ακολούθησε το έντονο ενδιαφέρον για την άμεση πρόσληψη βετεράνων πολεμιστών της Γερμανίας που είχαν εκπαιδευτεί σε όλες τις συνθήκες μάχης και μπορούσαν να μεταφέρουν την εμπειρία τους στα στρατεύματα της Κούβας. Άλλωστε οι Γερμανοί «ναζί» είχαν πολεμήσει εξαιρετικά και στο πλευρό των Γάλλων μετά την ήττα του Εθνικοσοσιαλισμού και ήταν περιζήτητοι για τις επιχειρήσεις ως οι πιο αξιόπιστοι μισθοφόροι σε Αφρική, Νότια Αμερική και Μέση Ανατολή αλλά και κορυφαίοι σύμβουλοι των Αραβικών καθεστώτων για τις μελλοντικές επιθέσεις ενάντια στο Ισραήλ. Τελικός στόχος του Κουβανού ηγέτη δεν ήταν μόνο η αντιμετώπιση των Αμερικανών αλλά και η σταδιακή απομάκρυνση από το στρατόπεδο και την υπόγεια επιρροή της Μόσχας καθώς και η μείωση της δυναμικής των Σοβιετικών συμβούλων αφού φοβόταν την ανατροπή του από το Κρεμλίνο μέσω δυσαρεστημένων Κουβανών αξιωματικών. 

Σύντομα η Αβάνα προσκάλεσε μικρό αριθμό Γερμανών αξιωματικών και τους πρόσφερε καταφύγιο ανέσεις και χρήματα σε γερμανικά μάρκα τέσσερις φορές περισσότερα από τον μέσο γερμανικό όρο για να εκπαιδεύσουν τον επαναστατικό στρατό με κάποιους εξ αυτών να δέχονται την πρόταση για παραμονή στο νησί. Το ενδιαφέρον όμως δεν σταμάτησε εκεί, οι μυστικές υπηρεσίες του Κάστρο έψαχναν να βρουν και αλεξιπτωτιστές ή τεχνικούς που υπηρέτησαν το Χιτλερικό καθεστώς στόχος που δεν επετεύχθη.

Τέλος να σημειωθεί ότι υπήρχε μια περίοδος που η Κούβα εναντιώθηκε σφόδρα στην επεκτατική εξωτερική πολιτική του Ισραήλ και είχε στείλει στρατιωτικούς και εξοπλισμό σε Αίγυπτο και Συρία με στόχο την συνεισφορά της επανάστασης της χώρας της Καραϊβικής στην καταστροφή του εβραϊκού κράτους. Οι Ισραηλινοί μετά τον πόλεμο του Yom Kippur αναφέρθηκαν επίσημα σε 3000 Κουβανούς που πήραν μέρος στις μάχες με την πλειοψηφία τους να βρίσκεται στο πλευρό των επίλεκτων τεθωρακισμένων σχηματισμών του Σύριου προέδρου Hafez al - Assad και εκατοντάδες από αυτούς να καταλήγουν νεκροί και τραυματίες.

Οι Κουβανοί πάντα ψήφιζαν κατά του Ισραήλ σε διεθνείς ψηφοφορίες, είχαν διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις με τους Σιωνιστές τον Σεπτέμβρη του 1973 και είχαν στηρίξει το ψήφισμα 3379 του ΟΗΕ που ονομάζει τον Διεθνή Σιωνισμό ως μια μορφή ρατσισμού. Οι μυστικές υπηρεσίες του Κάστρο βοήθησαν με κάθε τρόπο την Παλαιστινιακή Fatah αλλά και άλλα αντισιωνιστικά αντάρτικα κινήματα και σύντομα οι κατηγορίες για αντισημιτισμό είδαν το φως της δημοσιότητας στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, κάτι το οποίο επαναλήφθηκε φυσικά με μεγαλύτερη ένταση όταν ενισχύθηκαν οι πρόσφατες επαφές με την Τεχεράνη του Χομεϊνί.

Η συμπεριφορά της Αβάνας προκάλεσε πολλές φορές την οργή στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του Ισραήλ και οδήγησε στην περαιτέρω πολεμική των Σιωνιστών με τους τελευταίους να ψηφίζουν υπέρ του πολυετούς εμπάργκο των ΗΠΑ. Τα τελευταία χρόνια υπήρξε και πάλι προσέγγιση των δύο πλευρών σε όλα τα επίπεδα με αποτέλεσμα την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων ανάμεσα σε Αβάνα και Τελ Αβίβ.

Η Ευρώπη του Jean Thiriart

 

του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου

Συνήθως, όταν ακούει κάποιος  για τον Jean Thiriart, μένει κάπως μπερδεμένος, περίεργος ή απλά αναρωτιέται  ποιος είναι αυτός ο χαρακτήρας. Για να πω την αλήθεια, το τελευταίο είναι κάτι περισσότερο από μια φυσιολογική αντίδραση, καθώς ο Thiriart εξακολουθεί να είναι ένας σχεδόν άγνωστος συγγραφέας στην ιστορία της ευρωπαϊκής εθνικοεπαναστατικής πολιτικής σκέψης, αλλά όχι λιγότερο σημαντικός για αυτό το λόγο. Κάποιοι θεωρούν ότι υπήρξε ο προφήτης ενάντια στην μεταπολεμική νέα τάξη πραγμάτων και ο δικός μας "Λένιν" θεωρητικός της Ευρωπαϊκής επανάστασης.

Ο Jean - François Thiriart (1922-1992) ήταν Βέλγος πολιτικός που αγωνίστηκε αδιάκοπα (πολιτικά και φιλοσοφικά) για την οικοδόμηση μιας ενωμένης και ανεξάρτητης Ευρώπης, που θα επεκτεινόταν  αρχικά από τη Βρέστη στο Βουκουρέστι και στη συνέχεια από το Δουβλίνο στο Βλαδιβοστόκ. Πρέπει να σημειωθεί, από την αρχή, ότι η ιδέα του για την Ευρώπη ήταν εντελώς διαφορετική από αυτήν που προωθήθηκε και υπερασπίστηκε από τους  υποστηρικτές της τρέχουσας Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό το άρθρο σκοπεύει να ασχοληθεί με κάποιες έννοιες σχετικά με τη ζωή του στοχαστή Thiriart και την ιδέα του «Europe - Nation».

Ο Jean Thiriart, γεννημένος στις Βρυξέλλες το 1922, από μια μικροαστική οικογένεια «αριστερών - φιλελεύθερων» τάσεων, ενηλικιώθηκε πολιτικά με το να αρχίσει να υπηρετεί σε ορισμένες αντιφασιστικές αριστερές οργανώσεις της εποχής. Ωστόσο, αυτή η πρώτη πολιτική εμπειρία σύντομα τελείωσε: στην πραγματικότητα, όλο και περισσότερο απογοητευμένος από μια αριστερά που είπε ότι ήταν πολύ «ρηχή», ανίκανη να κοιτάξει ρεαλιστικά το μέλλον, πλησίασε τον Εθνικοσοσιαλισμό το 1939. To 1940 συνεργάστηκε με την «Les Amis du grand Reich Allemand» μια ομάδα πρώην ακροαριστερών ακτιβιστών που ήταν υπέρ της συνεργασίας με τους Εθνικοσοσιαλιστές. 

Υπηρέτησε στα Waffen - SS και το όνομα του γρήγορα προστέθηκε μέσω ραδιοφώνου στην λίστα με τις μελλοντικές δολοφονίες από την πλευρά των δημοκρατικών δυνάμεων. Οι συμπατριώτες του τον καταδίκασαν σε θάνατο αλλά τελικά έκτισε ποινή φυλάκισης για την συνεργασία ενώ παράλληλα πάρθηκε και απαγορευτική απόφαση - με πρωτοβουλία ενός Αμερικανού δικαστή - για να μην μπορεί να γράφει στο μέλλον! Διατηρούσε επαφές και φιλία με κορυφαίες προσωπικότητες όπως με τον Αυστριακό καταδρομέα Otto Skorzeny ο οποίος υπήρξε εκπαιδευτής του και τον είχε επισκεφτεί μυστικά στην Ισπανία, τον διάσημο πιλότο των βομβαρδιστικών Stukas Hans - Ulrich Rudel ο οποίος είχε ιδρύσει το Στρασσερικών επιδράσεων πολιτικό κόμμα Deutsche Reichspartei το οποίο και λάμβανε μυστική οικονομική ενίσχυση από ομάδα στρατιωτικών της Ανατολικής Γερμανίας που είχαν υπηρετήσει κάτω από τις διαταγές του Χίτλερ κατά την διάρκεια του πολέμου, τον ηγέτη της BUF Oswald Mosley και τον αιρετικό Otto Strasser. Πρωτοστάτησε στην θεωρία για την δημιουργία του Πολιτικού Στρατιώτη μέσω των μυστικών στρατοπέδων εκπαίδευσης καθώς και της "φαιοκόκκινης" συμμαχίας με τις ένοπλες ακροαριστερές αντισιωνιστικές ομάδες με τελικό στόχο την αντάρτικη πολεμική ενάντια στον Αμερικανισμό και τον Διεθνή Σιωνισμό. Ο Walter Laqueur ονόμασε τις ιδέες του ένα είδος «Φασιστικού Μαοϊσμού» μια τάση που υπήρξε και μέσα στο Ελληνικό φοιτητικό κίνημα ΕΣΕΣΙ (nazi-maoists) αφού για κάποιους συναγωνιστές η Κίνα είχε αντιγράψει την εποχή εκείνη τον αγροτικό Φασισμό. Μια άποψη που συμμεριζόταν και ο συγγραφέας Curzio Malaparte.

Η πολιτική «μετατροπή» του Thiriart δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη. Εκείνη την εποχή, στην πραγματικότητα, πολλοί αριστεροί διανοούμενοι, σοσιαλιστές ή κομμουνιστές, πλησίασαν τις ιδέες που προώθησε το Τρίτο Ράιχ, πεπεισμένοι ότι θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύσουν ένα εναλλακτικό μοντέλο τόσο του δυτικού καπιταλισμού όσο και του σοβιετικού σοσιαλισμού. Όπως έγραψε η δημοσιογράφος Anne Loiuse Strong (διάσημη για τις εκθέσεις της στην Κίνα και την ΕΣΣΔ), ήταν φυσιολογικό να βλέπουμε Ευρωπαίους πολιτικούς ή διανοούμενους που υποστήριζαν τον Εθνικοσοσιαλισμό, καθώς για πολλούς η Γερμανία αντιπροσώπευε τον κινητήρα για μια μελλοντική ευρωπαϊκή επανένωση.

Σε αυτό, μπορούμε να υποθέσουμε, πίστευε και ο Thiriart. Ωστόσο, ένιωθε πιο κοντά σε ορισμένους στοχαστές του γερμανικού επαναστατικού - συντηρητικού γαλαξία (συμπεριλαμβανομένου του Ernst Niekisch, ενός Εθνικού Μπολσεβίκου, ο οποίος απελάθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια της Εθνικοσοσιαλιστικής περιόδου) παρά στις ιδέες του Χίτλερ. Μετά τον πόλεμο και την πτώση του Τρίτου Ράιχ, ο Thiriart όπως ανέφερα εξέτισε φυλάκιση δύο ετών για συνεργασία και αυτό τον χαρακτήρισε με έναν ιδιαίτερο τρόπο, τόσο σε ηθικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Μετά τον πόλεμο αφιερώθηκε στο επάγγελμα του οπτομέτρη και επανέλαβε μόνο την πολιτική δραστηριότητα το 1960, όταν το Κονγκό αποκτά ανεξαρτησία από το Βέλγιο.

Ο Thiriart, βλέποντας την εκμετάλλευση της αφρικανικής ηπείρου ως θεμελιώδες σημάδι της ευρωπαϊκής πολιτικής παρακμής, καθώς και την άνοδο ενός κόσμου που ελέγχεται πλήρως από τον διπολισμό των ΗΠΑ - ΕΣΣΔ, αποφάσισε να υποστηρίξει τα κινήματα που αντιτάχθηκαν σε αυτήν τη διαδικασία. Ένα από όλα, τον Γαλλικό OAS, ο οποίος αντιτάχθηκε μεν σθεναρά στην οπτική της ωμής καπιταλιστικής διείσδυσης μέσα από την αποικιοκρατία αλλά πολέμησε δε υπέρ μιας πλήρης ενσωμάτωσης της ελεύθερης Γαλλικής Αλγερίας που θεωρείτο σύμφωνα με τον νόμο μητροπολιτικό έδαφος καθώς και προπύργιο της Ευρώπης απέναντι στους φανατικούς ισλαμιστές ενώ οι ντόπιοι ήταν οι απόγονοι των εξόριστων προλετάριων της Παρισινής Κομμούνας στην πλειοψηφία τους κομμουνιστές που ενίσχυσαν στην συνέχεια τον Γαλλικό νεοφασισμό. Ο αντάρτικος OAS ήταν ένας μυστικός πολιτικός και στρατιωτικός σχηματισμός που κάποιοι τον θεωρούν κάπως αμφιλεγόμενο αν λάβουμε στα σοβαρά ... τις φημολογούμενες σχέσεις μιας μερίδας της ηγεσία του με την CIA όσο και για τις απόπειρες διείσδυσης του στο Ιταλικό έδαφος (για παράδειγμα στη Λιγουρία).

Στη συνέχεια, το 1962, ο Thiriart ίδρυσε το «Jeune Europe» ή «Young Europe», το πρώτο πανευρωπαϊκό διεθνιστικό κίνημα, το οποίο σκόπευε να δημιουργήσει  μια  ενωμένη «Ευρώπη - Έθνος» από την Βρέστη στο Βουκουρέστι, ανεξάρτητα από τις Σοβιετικές και Αμερικανικές επιρροές. Το κίνημα της Νεανικής Ευρώπης είχε σημαντική δημοτικότητα στην ήπειρο, τόσο πολύ που εξαπλώθηκε σύντομα στο Βέλγιο, την Ολλανδία, την Γαλλία, την Ελβετία, την Αυστρία, την Γερμανία, την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Αγγλία. Μεταξύ των Ιταλικής καταγωγής μελών θυμόμαστε τον ιστορικό Franco Cardini και τον συγγραφέα  Claudio Mutti.

Στην συνέχεια, ο Thiriart έδειξε θαυμασμό για τους αντι-αποικιακούς, αντι-σιωνιστικούς και αντι-αμερικανικούς αγώνες των αραβικών χωρών (Αλγερία, Ιράκ, Αίγυπτος και Παλαιστίνη), καθώς και για εκείνα τα παραδείγματα Σοσιαλισμού που απομακρύνθηκαν από το Σοβιετικό μοντέλο (κυρίως, το Ρουμανικό και το Γιουγκοσλαβικό). Είχε επίσης επαφές με κορυφαία στελέχη της Συριακής κυβέρνησης αλλά και με πρόσωπα από τον Λίβανο. Πιστεύω ότι είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι πολλοί μαχητές της Jeune Europe εντάχθηκαν στις τάξεις της Παλαιστινιακής PLO ενώ ο ίδιος ήταν σύμβουλος της Fatah και του Αραφάτ. Ένας από όλους τους «μάρτυρες» ήταν ο Roger Coudroy, ο πρώτος Ευρωπαίος και νεοφασίστας που πέφτει για την Παλαιστινιακή υπόθεση και έχει αναφερθεί σε παλαιότερο άρθρο.

Τα επόμενα χρόνια ζήτησε μάταια την υποστήριξη από αυτές τις χώρες για την δημιουργία ευρωπαϊκών επαναστατικών στρατών, έτοιμων να πολεμήσουν στο έδαφος της ηπείρου για την επανένωση της Ευρώπης. Στην πραγματικότητα, η προσπάθεια του ήταν ανεπιτυχής. Ως πολιτική εμπειρία, η Jeune Europe απέτυχε σύντομα και ο Thiriart αποσύρθηκε στην ιδιωτική ζωή μέχρι το 1981. Ο Thiriart επέστρεψε στη σκηνή εκείνο το έτος, όχι πλέον ως πολιτικός, αλλά ως αγνός θεωρητικός, λέγοντας μάλιστα ότι ανακουφίστηκε, από εκείνη τη στιγμή και μετά, θα μπορούσε να αφιερωθεί στη θεωρητική και πολιτική δραστηριότητα χωρίς να χρειάζεται να απαντήσει σε καμία πολιτική ομάδα.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η γεωπολιτική του άποψη για την Ευρώπη άλλαξε σημαντικά. Στην πραγματικότητα, αν στη δεκαετία του 1960 πίστευε ότι η «Ευρώπη - Έθνος» έπρεπε να εκτείνεται από τη Βρέστη στο Βουκουρέστι, τη δεκαετία του 1980 ήταν πεπεισμένος ότι το έδαφος της ΕΣΣΔ θα έπρεπε να είναι μέρος της Ευρώπης, επιτρέποντας έτσι τη γέννηση μιας Ευρωπαϊκής Ρεπουμπλικανικής Αυτοκρατορίας, ενωμένη από το Δουβλίνο ως το Βλαδιβοστόκ.

Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, το 1992 ο Thiriart προσκλήθηκε από ορισμένα γνωστά μέλη της Ρωσικής πολιτικής αντιπολίτευσης στη Μόσχα, όπου συναντήθηκε με προσωπικότητες, συμπεριλαμβανομένου του πολιτικού επιστήμονα και φιλόσοφου Aleksandr Dugin, με αντιπάλους του Γκορμπατσόφ και Ρώσους νεοφασίστες καθώς και τον γενικό γραμματέα του νεοσύστατου Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος (KPRF) Gennady Zugijanov. Στη Μόσχα, ο Thiriart έδωσε  συνέντευξη στην εθνικιστική εφημερίδα "Den", στην οποία είπε ότι η διάλυση της ΕΣΣΔ ήταν η μεγαλύτερη «γεωπολιτική καταστροφή» της εποχής μας προκαλώντας αφασία τόσο στην συστημική ακροαριστερά όσο και στην συστημική ακροδεξιά. 

Στις 22 Νοεμβρίου 1992, ακριβώς τρεις μήνες μετά την επιστροφή του από τη Μόσχα, ο Thiriart πέθανε ξαφνικά από καρδιακή προσβολή. Όπως θυμάται ο Βέλγος διανοούμενος Robert Steukers, «Οι φωνές θρήνησαν με απογοήτευση τον χαμό του  από το Παρίσι στη Μόσχα, από το Μιλάνο μέχρι την Μασσαλία». Όπως προαναφέρθηκε, το γεωπολιτικό όραμα του Thiriart σχετικά με την εδαφική επέκταση της Ευρώπης εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου. Αρχικά θεώρησε απαραίτητο να οικοδομήσει μια ενωμένη Ευρώπη από το Βρέστη στο Βουκουρέστι, ανταγωνιστική τόσο προς την ΕΣΣΔ όσο και για τις ΗΠΑ, η οποία, σύμφωνα με μια ιδέα «Ευρωφρικανική», έπρεπε να προσπαθήσει να ζήσει σε «συμβίωση» με την Αφρική, δημιουργώντας μια σχέση αμοιβαίας βοήθειας  μεταξύ των δύο ηπείρων.

Το όραμα του άλλαξε το 1981, συνοδευόμενο από επανεκτίμηση της ΕΣΣΔ και του Κομμουνισμού. Σύμφωνα με τον Thiriart, το κύριο πρόβλημα για την ευρωπαϊκή ανεξαρτησία ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες, και το μόνο ευρωπαϊκό κράτος που εξακολουθεί να είναι απαλλαγμένο από την Αμερικανική και Σιωνιστική ηγεμονία ήταν η Σοβιετική Ένωση. Επομένως, η ΕΣΣΔ θα έπρεπε να έχει εκπληρώσει το «γεωστρατηγικό της πεπρωμένο», ενώνοντας την με τη Δυτική Ευρώπη. Ο Thiriart δεν θεωρούσε πλέον τον Κομμουνισμό ως μεγάλο πρόβλημα: μέχρι τώρα ήταν μόνο μια νεκρή και αναποτελεσματική ιδεολογία από οικονομική άποψη. Σύμφωνα με τον Thiriart, η μαρξιστική - λενινιστική σκέψη έπρεπε να «αποιδεολογικοποιηθεί», διατηρώντας παράλληλα τον ολοκληρωτικό της χαρακτήρα, χρήσιμο για να δημιουργήσει ένα είδος υπεράνθρωπου υπό την έννοια του Νίτσε.


Με υπονοούμενα, ήλπιζε για την έλευση ενός «νέου Στάλιν» (ο Τσάρος που πάντα υπάρχει στην ψυχή του Ρώσου), ο οποίος θα πρότεινε πώς να μεταρρυθμίσει την ΕΣΣΔ προς μια εθνικιστική πορεία και να την ενοποιήσει με τη Δυτική Ευρώπη. Ο Thiriart, ωστόσο, γνώριζε καλά τις αντιφάσεις που υπάρχουν στο Σοβιετικό καθεστώς και, ως εκ τούτου, πρότεινε την ανάπτυξη δύο ξεχωριστών σφαιρών της ανθρώπινης ζωής: εκείνης του imperium (δηλαδή της πολιτικής και της δημόσιας ζωής, που έπρεπε αναγκαστικά να παραμείνει ολοκληρωτική) και αυτό του dominium (δηλαδή, της ιδιωτικής ζωής, που έπρεπε να χαρακτηρίζεται από ελευθερία σκέψης).

Απλοποιώντας τη σκέψη, μπορούμε να πούμε ότι ο Thiriart αντιτάχθηκε στην ιδέα μιας θεσμικής και κοινοβουλευτικής Ευρώπης (χαρακτηριστικό της σημερινής Ε.Ε.), υπέρ μιας πολιτικής Ευρώπης υπό την ηγεσία μιας επαναστατικής ελίτ, προικισμένης με μια αποτελεσματική και πειστική ιδεολογία. Αυτή η επαναστατική ελίτ θα έπρεπε να είχε δημιουργήσει ένα πραγματικό επαναστατικό κόμμα, με στόχο να αγωνιστεί για την ενοποίηση της Ευρώπης. Η Ευρώπη θα έπρεπε να έχει εκπληρώσει το πεπρωμένο της μέσω της ενοποίησης με την ΕΣΣΔ, να αντιτίθεται στις Ηνωμένες Πολιτείες και να διατηρεί καλές σχέσεις με την Κίνα και τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Τελικά, το ευρωπαϊκό όραμα του Thiriart (και της διεθνούς τάξης) θυμίζει πολύ την ιδέα των μεγάλων χώρων όπως αναλύονται από τον διανοητή Carl Schmitt.

Ο Jean Thiriart, είναι ένας άδικα ξεχασμένος χαρακτήρας του Ευρωπαϊκού πολιτικού, ιστορικού και φιλοσοφικού πανοράματος του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα. Έβαλε όμως και αυτός το λιθαράκι του στην προσπάθεια και άλλων στοχαστών, να δημιουργηθεί μια Ευρώπη που θα ήταν αντάξια της ιστορίας και της κληρονομιάς της, πράγμα που ακόμη φαντάζει αν όχι ακατόρθωτο τουλάχιστον πάρα πολύ δύσκολο!