του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου
Ερεθιστικός, γκρινιάρης, φευγαλέος,
φιλονικώδης, βρώμικος, με επιχειρήματα, αξιολάτρευτος: ο Céline.
Ένας, κανένας και εκατό χιλιάδες.
Εκατό χιλιάδες σαν τους εχθρούς του: οι
περιούσιοι, οι Κομμουνιστές, οι κάφροι, οι συγγραφείς, οι δημοσιογράφοι, οι
αντιφασιστές, η τηλεόραση, οι Αμερικανοί, οι Κινέζοι, λίγο πολύ οι σύγχρονοι
του, ο ίδιος ...
Δοκίμια, συνεντεύξεις, αναμνήσεις και γράμματα,
ιδέες και πνεύμα, άφθονο πνεύμα. Και ποιος δεν έχει γράψει για τον Louis
Destouches, Celine, για
τον κόσμο. Μεταξύ των
μαρτυριών, εκείνων του Georges Geoffroy, συντρόφου του νεαρού Louis Destouches
στο Λονδίνο το 1915, του καλλιτέχνη και του μποέμ Eric Mahé, της οικογενειακής
φίλης Eliane Bonabel, του φίλου εχθρού Gen
Paul, του Robert Debré και του Sylvain Malouvier που θυμούνται τον γιατρό
Céline το 1930, της συνάντησης του στη Ρωσία το 1935 με την αντιφασίστρια Lucie Mazauric, της αγαπημένης συντρόφου Erika
Irrgang, του Frédéric Empeytaz, νομάρχη
του "κόκκινου" προαστίου του Clichy, του Karl Epting και του
Gerhard Heller του Γερμανικού Πολιτιστικού Ινστιτούτου στο Παρίσι της Κατοχής, του συνταγματάρχη των SS Hermann
Bickler, του Robert Brasillach, της γοητευτικής φιλελεύθερης Maud de Belleroche, του δημοσιογράφου Ole
Vinding στην δανική εξορία, από τον Pierre Duverger στο Meudon.
Και πάλι, τα σχόλια και οι αποφάσεις
για τον Céline από την πένα των Cesare Cases, Emilio Tadini και Alberto
Arbasino, Ezra Pound, Drieu la Rochelle, Adrien Arcand και Benito Mussolini,
Kurt Vonnegut, Henri Guillemin, Paul Lévy, Nicole Debrie, Henry Miller, Saul
Bellow, Will Self, António Lobo Antunes, William S. Burroughs, Charles Bukowski
και Gilles Deleuze.
Εγώ γνώρισα τον Céline, όπως πολλοί,
μέσα από το «Ταξίδι στο τέλος της νύχτας», διαβάζοντάς το μάλλον ως νέος, επομένως
στην καλύτερη εποχή για αυτό το βιβλίο ώστε να μου δείξει την ζωή όπως είναι. Εκεί μας δείχνει την
ωμότητα της ζωής, έναν ανθρώπινο σουρεαλισμό με τον χαρακτηριστικό του σκληρό
και απαισιόδοξο τρόπο, αρκετά αληθινό που το βλέπουμε ειδικά στις μέρες μας.
Περισσότερο με μια τραγική αισιοδοξία όπως έλεγε και ο ίδιος! Στη συνέχεια,
είμαστε ίσως πολύ προβληματισμένοι, πολύ κουρασμένοι, για να κατανοήσουμε
πλήρως τον Céline.
Πέρα από τις «στυλιστικές» καινοτομίες
του, το πνεύμα των δύο πρώτων μυθιστορημάτων του, η βαθιά
περιγραφή της «γέφυρας του Λονδίνου», το μικροκαμωμένο και πικάντικο «Βόρεια Τριλογία», το αγαπημένο μου του Céline
είναι το «Mea Culpa» - εκεί, περισσότερο από τα άλλα γραπτά του, εκεί είναι
ενάντια σε όλους. Εκεί βάζει πραγματικά τον άνθρωπο μπροστά στον εαυτό του, και
δεν είναι ένα όμορφο θέαμα.
Λέγεται ότι κανείς δεν είναι αθώος
μεταξύ εκείνων που περπατούν σε αυτήν τη γη. Ίσως όμως - πέρα από
αυτό που σκέφτονται κάποιοι μίζεροι που
του χρεώνουν μόνο τον αντισημιτισμό για το βιβλίο του «Bagatelle pour un massacre»
- ο Céline, με τον θυμό του και την οργή
του μπροστά στη ματαιοδοξία και την ανόητη αίσθηση των συναδέλφων του … είναι αθώος.
Όπως έγραψε ο Karl Epting:
‘’Ο Céline έπρεπε να πληρώσει ακριβά στη ζωή
του για κάθε ένα από τα βήματα του. Στις
ομιλίες του, είπε περισσότερες από μία φορές ότι ένιωθε «αλυσοδεμένος σε μια
γαλέρα». Έπρεπε
να κωπηλατεί την νύχτα και την ημέρα, ήταν εξαναγκασμένος, σε αυτή τη ζωή που ήταν ένα ταξίδι μέσα στη
νύχτα, μέσα στο σκοτάδι του κόσμου μας, - στο εσωτερικό πεπρωμένο καθώς και στο
εξωτερικό. Δεν
θα τον ξεχάσω ποτέ. Ξανασυναντηθήκαμε στο Βερολίνο σε ένα συνηθισμένο σκοτεινό
εστιατόριο, ακόμα όρθιο από τις βόμβες,
και στη συνέχεια ο Céline έφυγε, ελαφρώς λυγισμένος, με την Bébert κάτω από το
χέρι του (το χαρακτηριστικό καπέλο του), ανάμεσα στα συντρίμμια σπιτιών. Αυτή
είναι η οικεία μου εικόνα αυτού του συγγραφέα: Ο Φερδινάνδος περπατά χωρίς
ξεκούραση, στα ερείπια του κόσμου.”
Στο σκοτεινό, απελπισμένο, κοροϊδευτικό όραμα του Cèline φαίνεται ότι τίποτα δεν μπορεί να μας σώσει, η νύχτα είναι η τρομερή μεταφορά της λήθης, του ανύπαρκτου, του χωρίς όνειρο ύπνου, του θανάτου που ακυρώνει τα πάντα και παίρνει τα πάντα: λίγο φως που τελειώνει τη νύχτα.
Για όσους ενδιαφέρονται για εκείνη τη χρονική περίοδο του "λογοτεχνικού φασισμού" υπάρχει το βιβλίο "Φασίστες διανοούμενοι στη Γαλλία κατά τη δεκαετία 1930" της
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναστασίας Κούκουνα, εκδόσεις HISTORIA.
Μπράβο στον κ.Μποβιάτσο.
Υποστηριτκής του Ισραήλ και αναγνώστης φασιστών; Πολύ περίεργα μας τα λες αστέρα.
ΔιαγραφήΑυτό που ξεχωρίζει στα κείμενα του Μποβιάτσου είναι η αισθητική της γραφής του. Κι αυτό είναι σημαντικό γιατί πολλοί, φασίστες και μη, ξεχνούν ότι ο φασισμός αποτελεί, εκτός των άλλων, και αισθητική στάση. Με άλλα λόγια το στυλ (ύφος) στον φασισμό δεν είναι εξωτερικό χαρακτηριστικό αλλά οργανικό μέρος της ουσίας του. Όσο για το συγκεκριμένο κείμενο του Μποβιάτσου, έχει τον στυλιστικό χαρακτήρα που αρμόζει σε έναν ξεχωριστό δημιουργό όπως ο Σελίν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈνα πράγμα που πρέπει να τονίζεται σε περιπτώσεις όπως του Σελίν και του Πάουντ (και κάποτε χρειάζεται να αναλυθεί πολύ πιο συστηματικά και τεκμηριωμένα) είναι το ότι υπήρξαν κορυφαίοι συγγραφείς όχι *παρ' όλο που* ήταν φασίστες αλλά ακριβώς *εξαιτίας* του ότι ήταν φασίστες. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία στην προοπτική μιας ενδεχόμενης συνολικής επανεξέταση του έργου τους, αλλά φυσικά και για την αμηχανία που προκαλεί στους φιλελεύθερους και δημοκράτες θαυμαστές τους.
Πέρα από αυτά όμως, το ερώτημα παραμένει: είναι δυνατόν αυτός ο απελπισμένος αριστοκρατικός πεσιμισμός να είναι ποτέ έστω και στο ελάχιστο αρεστός... στο λαό;
Εύστοχες οι παρατηρήσεις κ.Γ.Σαιντ και ειρωνικά προκλητικό(sic) το ερώτημά σας ακόμα και για τον αυτοαποκαλούμενο "εθνικοαυτόνομο χώρο".
ΔιαγραφήΑσφαλώς και δεν είναι όλα για όλους!
Μια μικρή διόρθωση στον τίτλο... ο σωστός είναι: Ο κορυφαίος συγγραφέας εις τους αιώνας των αιώνων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈνας (συν?)οδοιπόρος της απέναντι όχθης
Θα μπορουσαν να γραφτούν πολλα για μια τέτοια προσωπικότητα.Θα προσπαθήσω μα φτιάχνω ότι μπορώ για να δώσουμε το πνεύμα τέτοιων ιερών τεράτων της γνώσης και της Ιδέας..Ευχαριστώ για την στηριξη
ΑπάντησηΔιαγραφή