του Μαύρου Λύκου16 Σεπτεμβρίου φέτος οι κοινοβουλευτικές εκλογές. Ακόμα μια «γιορτή της δημοκρατίας».
Στην εφημερίδα της κυβέρνησης,
26 Φεβρουαρίου 2007, αρ. φύλλου 245 , διαβάζουμε για την κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων για το έτος 2007 τα εξής
ΝΔ 23.039.991 Ευρώ
ΠΑΣΟΚ 20.810.347 Ευρώ
ΚΚΕ 4.451.712 Ευρώ
ΣΥΝ 3.531.262 Ευρώ
ΛΑΟΣ 2.019.248 Ευρώ
ΔΗΚΚΙ 917.840 Ευρώ
Σύνολο 55.070.400 Ευρώ
Ένα ποσό που θα μπορούσε να στεγάσει πλήρως
1100 άστεγες οικογένειες κάθε χρόνο χωρίς αυτές να πλήρωναν ούτε ένα ευρώ ( υπολογίζοντας ως 50.000 ευρώ το κόστος μιας κατοικίας ) δαπανάται για τις ανάγκες λειτουργίας των κοινοβουλευτικών κομμάτων! Το ποσό αυτό το οποίο το πληρώνουμε όλοι μας μέσω της άμεσης ή της έμμεσης φορολογίας είναι ένα μικρό μόνο μέρος των συνολικών τους δαπανών, αν αναλογιστεί κανείς και τις εισφορές επιχειρηματιών και ιδιωτών προς τα κόμματα.
Γατί επενδύουν τόσα χρήματα οι κατέχοντες την εξουσία για την κομματική προπαγάνδα ; Σε μια καπιταλιστική οικονομία κανείς δεν επενδύει τα λεφτά του κάπου αν δεν ξέρει ότι θα έχει οικονομικό αποτέλεσμα, ότι δεν θα καρπωθεί «υπεραξία», κέρδος από την επένδυσή του. Και στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία με επενδύσεις που αποφέρουν πάνω από 100% υπεραξία, οι ιδιώτες δεν είναι τρελοί να δίνουν τεράστια ποσά στα κόμματα αν το όφελος που θα πάρουν πίσω από την επένδυση δεν είναι πολύ μεγαλύτερο από το να επενδύσουν τα λεφτά τους κάπου αλλού. Από πού λοιπόν βγάζουν το κέρδος τους από αυτή την επένδυση και δίνουν τόσα λεφτά ; Μα από τον άνισο καταμερισμό των προϊόντων της κοινωνικής εργασίας. Οι εργάτες παράγουν το κοινωνικό προϊόν και το αποτέλεσμα της εργασίας τους το καρπώνονται άνισα οι λίγοι, με τρόπους και μεθόδους που καθορίζει , επιβάλλει και το πολίτευμα που ονομάζουν «κοινοβουλευτική δημοκρατία», που είναι ο πιο αποτελεσματικός γι αυτούς και προτιμότερος τρόπος διαχείρισης του καπιταλισμού ενός συστήματος που δεν είναι άλλο από μια στυγνή αφύσικη και απάνθρωπη δικτατορία της οικονομικής ελίτ.
Η «δημοκρατία» είναι ο καλύτερος γι αυτούς τρόπος διαχείρισης αυτού του συστήματος γιατί συγκριτικά με τους άλλους τρόπους είναι αυτός που δημιουργεί στον πολίτη τις περισσότερες αυταπάτες, που αποκρύπτει καλύτερα την ταξική εκμεταλλευτική δομή, που αποκρύπτει την πραγματικότητα που είναι ότι όποιο και να είναι το πολίτευμα σε ένα καπιταλιστικό σύστημα ποτέ δεν παύει να πρόκειται για στυγνή εκμεταλλευτική δικτατορία μιας μικρής σε ποσοστό πληθυσμού και διεθνοποιημένης πλέον ολιγαρχίας. Όλα αυτά τα χρήματα στα κόμματα δίνονται για να συντηρήσουν το κερδοφόρο γι αυτούς εκμεταλλευτικό σύστημα και το πολίτευμά του και το μεγαλύτερο κομμάτι από αυτά δίνονται κυρίως σε κόμματα που εξασφαλίζουν τη ρύθμιση του συστήματος με τρόπο που η κερδοφορία τους να γίνεται όσο το δυνατόν μεγαλύτερη.
Υπάρχει όμως κάποια «δημοκρατία»; Αν κοιτάξουμε το νομοθετικό έργο της οποιασδήποτε καπιταλιστικής κοινοβουλευτικής διακυβέρνησης και σήμερα και οποτεδήποτε ιστορικά, βλέπουμε ότι όλες οι αποφάσεις που λαμβάνονται είναι προς όφελος αναδιανομής του πλούτου υπέρ της οικονομικής ελίτ, είναι προς το συμφέρων των λίγων ενάντια στους λαούς. Βλέπουμε ότι το όποιο μικρό ποσοστό του παραγόμενου πλούτου δίνουν σε αυτούς που τον παράγουν το καθορίζουν πυροσβεστικά προσαρμόζοντάς το ανάλογα με τον εκάστοτε κίνδυνο αποσταθεροποίησης του συστήματος και τον κίνδυνο εξέγερσης των εκμεταλλευομένων ενάντια στους εκμεταλλευτές. Αυτό δεν είναι «δημοκρατία».
Και όμως υπάρχει «δημοκρατία» λένε τα αφεντικά, γιατί υπάρχει συναίνεση των πολιτών στο εκλογικό πρόγραμμα των κομμάτων που οι ίδιοι εκλέγουν. Ναι είναι αλήθεια ότι κατά κάποιο τρόπο αυτή η συναίνεση υπάρχει. Οι πολίτες βέβαια δε συναινούν με το εκλογικό πρόγραμμα των κομμάτων, αλλά μοιρολατρικά συναινούν με τη λογική της «κοινοβουλευτικής δημοκρατίας». Δε συναινούν με το πρόγραμμα των κομμάτων, γιατί αν για παράδειγμα πάρουμε το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ και βάλουμε όπου ΠΑΣΟΚ τη λέξη ΝΔ και όπου ΝΔ τη λέξη ΠΑΣΟΚ και το μοιράσουμε στους ψηφοφόρους της ΝΔ, σίγουρα οι περισσότεροι από αυτούς δεν υπάρχει περίπτωση να καταλάβουν ότι δεν διαβάζουν το πρόγραμμα του κόμματος που ψηφίζουν , αλλά αυτό του αντίπαλου κόμματος!
Το ίδιο θα γίνει και αντίστροφα, αν δώσουμε στον ψηφοφόρο του ΠΑΣΟΚ το πρόγραμμα της ΝΔ. Άρα οι πολίτες σε μεγάλο ποσοστό τους δεν ψηφίζουν συναινώντας με τα κυβερνητικά προγράμματα, αλλά ουσιαστικά συναινώντας στην πλειοψηφία τους με τη λογική του μονόδρομου της «κοινοβουλευτικής δημοκρατίας» και καλούνται να επιλέξουν απλά το διαχειριστή της , κυρίως με την τεχνητά διαμορφωμένη λογική του δήθεν «μικρότερου κακού» ή βασιζόμενη σε δήθεν ικανότητα προσώπων (καταλληλότερος πρωθυπουργός κλπ). Για να επιτευχθεί αυτή ακριβώς η συναίνεση των πολιτών είναι που δίνονται τα 55 εκατομμύρια ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό και πάνω από 100 εκατομμύρια ευρώ χορηγήσεις από ιδιώτες σε χρονιές εκλογών. Αυτή η συναίνεση στοιχίζει πολύ…
Η «κοινοβουλευτική δημοκρατία» και γενικότερα η «δημοκρατία» έχει καθιερωθεί σαν μια «πανανθρώπινη αξία», «αξία» που βρίσκεται στο κομμάτι της ηθικής, της συνείδησης. Από πού αντλεί όμως την «αξία» της ; Γιατί δηλαδή είναι «αξία» το να υπάρχει αυτός ο συγκεκριμένος τρόπος διοίκησης και κοινωνικής διαχείρισης με ένα αστικό κοινοβούλιο και εκλογές όπου θα επιλέγεται κάθε φορά ο διαχειριστής ουσιαστικά της ίδιας πολιτικής, πολλές φορές και ως αποτέλεσμα διαγωνισμού μεταξύ εκλογικών μηχανισμών που ουσιαστικά λειτουργούν με στρατηγικές από το χώρο του μάρκετινγκ πλασάροντας το προϊόν τους? Κανείς δε θα δώσει την απάντηση στο που υπάρχει αυτή η «αξία» της δημοκρατίας με όρους αιτίας με όρους φυσικής εξήγησης. Η «αξία» της γίνεται αποδεκτή μόνο με μεταφυσικό θρησκευτικού τύπου τρόπο και οι περισσότεροι την αποδέχονται ασυνείδητα επειδή έτσι έμαθαν από το περιβάλλον που μεγάλωσαν, με τον ίδιο τρόπο που έμαθαν και το θρήσκευμά τους. Και για να συνεχίζει να γίνεται αποδεκτή, ποτίζεται η συνείδησή τους καθημερινά με εκατοντάδες ερεθίσματα προβολής αυτής της «υπέρτατης αξίας» της «δημοκρατίας» , από το σχολείο, την κοινωνία, τα ΜΜΕ. Επειδή καμιά ηθική «αξία» δεν υπάρχει στην ουσία της δημοκρατίας τους, προσπαθούν να της δώσουν αξία λέγοντας ότι όλα τα άλλα συστήματα που έχουν εφαρμοστεί ή προτείνονται είναι χειρότερα. Ναι είναι αλήθεια ότι ξοδεύονται δισεκατομμύρια ευρώ και δολάρια κάθε χρόνο σε όλο τον πλανήτη για την «ενημέρωση» του πολίτη για όλα τα άλλα μη κοινοβουλευτικά αντίθετα με τον καπιταλισμό συστήματα που υπήρξαν , η που προτείνονται στις σύγχρονες κοινωνίες.
Οτιδήποτε ξεφεύγει από τη λογική της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης παρουσιάζεται σαν «καταπιεστικό» «αντιδημοκρατικό» ή «ουτοπικό ξεπερασμένο» σύστημα «αιμοσταγών δικτατόρων» που στηρίζεται από «τρελούς» «περιθωριακούς» ή «εξαπατημένους», ενώ το σημερινό σύστημα παρουσιάζεται ως «κατάκτηση» μέσα από «δημοκρατικούς κοινωνικούς αγώνες» που έγιναν υποτίθεται ενάντια ή σε αντίθεση με τα συστήματα αυτά και «νίκησαν» «πραγματώθηκαν» σε αυτό που ήδη απολαμβάνουμε σήμερα (και άρα σήμερα δεν υπάρχει πια κανένας λόγος για «κοινωνικές αναταραχές»). Έτσι η συναίνεση με το πολίτευμα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν είναι συνειδητή επιλογή του καθενός που κρίνει εξετάζοντας το με βάση λογικά επιχειρήματα με λογικές αιτίας και αποτελέσματος, αλλά είναι προϊόν μαζικής προπαγάνδας, μιας μαζικής πλύσης εγκεφάλου που γίνεται καθημερινά. Στο βωμό αυτής της μαζικής προπαγάνδας υπέρ της «δημοκρατίας» θυσιάζονται και τα 55 εκατομμύρια ευρώ ετήσια επιχορήγηση των κομμάτων από τον κρατικό πρoϋπολογισμό και είναι μόνο ένα πολύ μικρό μέρος των όσων ξοδεύονται για το σκοπό αυτό.
Τι αρχές όμως πρέπει να έχει ένα πολίτευμα για να βαφτίζεται «δημοκρατία» ;
Αν «δημοκρατία» θεωρήσουμε την κοινωνία όπου εφαρμόζεται η άποψη της πλειοψηφίας των πολιτών, σίγουρα κάτι τέτοιο τουλάχιστον στη σημερινή Ελλάδα δεν ισχύει. Όποιο θέμα και να πάρουμε, παιδεία, υγεία, εργασιακά, ασφαλιστικό, οικονομική πολιτική, πουθενά δεν εφαρμόστηκε η άποψη της πλειοψηφίας των πολιτών. Ο ίδιος ο εκλογικός νόμος άλλωστε καθορίζει ότι με 40% το πρώτο κόμμα κάνει αυτοδύναμη κυβέρνηση και επιβάλλει την πολιτική του, δε μιλάμε δηλαδή ούτε καν για πλειοψηφία. Ας πάρουμε όμως την περίπτωση που είχαμε πράγματι πλειοψηφικό σύστημα, να είχαμε «δημοκρατία» του 50% (και όχι απαραίτητα στη σημερινή της κοινοβουλευτική μορφή). Και ας πάρουμε την περίπτωση που οι πολίτες «γνώριζαν» και το πρόγραμμα αυτού που επέλεγαν και μάλιστα συναινούσαν και σε αυτό! Ακούγεται ιδανικό σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση, και πρακτικά αδύνατο να επιτευχθεί στα πλαίσια μιας κοινωνίας όπου η νίκη στις εκλογές δεν είναι θέμα αποδοχής προγράμματος αλλά σε μεγάλο βαθμό θέμα εφαρμογής μεθόδων μάρκετινγκ στην πολιτική. Ακόμα όμως και σε αυτή την ιδανική «δημοκρατική» κατάσταση, όπου οι πλειοψηφία των πολιτών όντως θα είχε άποψη για τα κοινά και θα την επέβαλε στους υπόλοιπους, γιατί αυτός ο τρόπος διακυβέρνησης έχει κάποια ηθική «αξία» και είναι «δίκαιος» και «ιδανικός»;; Πρώτο ερωτηματικό , γιατί θα πρέπει να επιβάλλεται η άποψη του 50% και όχι του 60%, ή του 70% π.χ.; Υπάρχει κάποιος αντικειμενικός φυσικός παράγοντας να καθορίζει ότι το «δίκαιο» «δημοκρατικό» ποσοστό πρέπει να είναι 50% και όχι 60%, 60% (ή το 40% του είναι εκλογικού νόμου στην Ελλάδα που δίνει κυβέρνηση στο πρώτο κόμμα); Όχι κανένας δεν υπάρχει. Το ποσοστό είναι αυθαίρετο και καθορίζεται από την εξουσία ανάλογα με το πώς τη βολεύει κάθε φορά και η αρχή της πλειοψηφίας επίσης αυθαίρετη και καθορίζεται επίσης από την εξουσία και προβάλλεται ως «δίκαιη» ώστε να φαίνεται ότι υπάρχει κάποιου είδους «δικαιοσύνη» στη «δημοκρατία» τους, να αποκρύπτεται ότι πρόκειται για κοινοβουλευτική δικτατορία. Με τον ίδιο τρόπο που η εξουσία των βασιλέων κάποτε πήγαζε «εκ θεού» υποτίθεται, έτσι και σήμερα η εξουσία της ολιγαρχίας από κάπου πρέπει να πηγάζει. Πηγάζει «εκ του 50%» ή «εκ του 40%» ή όσο τελοσπάντων μαγειρέψουν κάθε φορά στον εκλογικό τους νόμο, πηγάζει εκ της αρχής της «πλειοψηφίας» η οποία θεωρείται κοινά αποδεκτή ως «δίκαιη» χωρίς κανείς να μπορεί να εξηγήσει γιατί με κάποιο φυσικό τρόπο, με την ίδια έννοια που δεν μπορούσε να εξηγήσει παλαιότερα γιατί η βασιλεία είναι που είναι «εκ θεού» και όχι η κατάργησή της !
Κατά πόσο όμως η αρχή της επιβολής της άποψης της «πλειοψηφίας» συμβάλλει στην πρόοδο και την εξέλιξη ; Ιστορικά, κάθε προοδευτική αντίληψη όπως και κάθε αλήθεια, ξεκίνησε να συνειδητοποιείται όχι από κάποια πλειοψηφία αλλά από μια πολύ μικρή μειοψηφία. Για παράδειγμα ο Γαλιλαίος στην εποχή του δεν είχε και τόσους υποστηρικτές να λένε ότι η γη γυρίζει…Η πλειοψηφία στην εποχή του Δαρβίνου πίστευε ότι όλοι προερχόμαστε από τους Αδάμ και Εύα που έπλασε ο Θεός και ήταν άτριχοι άνθρωποι σχεδόν ολόιδιοι με μας σήμερα. Για να κυριολεκτήσουμε πάντως ένα σύγχρονο Δαρβίνο (μιλούσε για φυλετική εξέλιξη των ειδών μεταξύ αυτών και του ανθρώπινου γένους με φυσική επικράτηση του ισχυρότερου γενετικά είδους ) θα τον έτρεχαν μάλλον τα αντίστοιχα Ισραηλιτικά Συμβούλια στα δικαστήρια επικαλούμενοι τον «αντιρατσιστικό νόμο» όπως έγινε στην περίπτωση Πλεύρη και εφημερίδας «Ελεύθερος κόσμος» . Ναι αν διαβάσετε την παράγραφο στον αντιρατσιστικό νόμο που στηρίζεται το κατηγορητήριο, ο πρώτος που θα είχε συλληφθεί αν ζούσε θα ήταν ο Δαρβίνος. Στη φύση λοιπόν της «δημοκρατικής αντίληψης» επιβολής των απόψεων της μέσης αντίληψης της εκάστοτε πλειοψηφίας της μάζας, υπάρχει βαθειά η συντήρηση ο αποκλεισμός και το πνίξιμο της προόδου. Και ιστορικά, οποιοδήποτε βήμα μπροστά έγινε για τις ανθρώπινες κοινωνίες, είτε στο κοινωνικό και πολιτικό τομέα είτε στην επιστήμη είτε σε οτιδήποτε, δεν έγινε επειδή συμφώνησε κάποιο… 50% με δημοκρατικές διαδικασίες, αλλά έγινε με σύγκρουση, κοινωνική και ταξική πάλη, έγινε με βίαιη επιβολή της μέσα από τη σύγκρουση με το κατεστημένο. Και η μειοψηφούσα άποψη που έγινε τελικά αποδεχτή από την πλειοψηφία, έγινε αποδεχτή όχι γιατί έπεισε μειοψηφία την πλειοψηφία με κάποιο «κοινωνικό διάλογο», αλλά γιατί η ομάδα που επικράτησαν τελικά οι απόψεις της απέκτησε την υλική υπαρκτή οικονομική , πολιτική ή άλλης μορφής δύναμη , απέχτησε τον έλεγχο στα μέσα παραγωγής εκτοπίζοντας τους αντιπάλους της και κατόπιν επέβαλε την άποψή της ως δεδομένη ως «αλήθεια» την έκανε κοινωνικά αποδεκτή. Ήταν το αποτέλεσμα της διαδικασίας της φυσικής επιλογής της επικράτησης και επιβολής του ισχυρού, ή αυτού που έγινε ισχυρός με βάση τις νέες συνθήκες και δυνατότητες που διαμορφώθηκαν , απέναντι σε αυτόν που έγινε ασθενέστερος.
Μήπως όμως η εποχές έχουν αλλάξει και πια οι κοινωνικές αλλαγές δε γίνονται με αυτόν τον φυσικό τρόπο, αλλά οι ομάδες με αντίθετα από τη φύση τους συμφέροντα και κοινωνικά οράματα μπορούν να καταλήγουν σε συμφωνίες μεταξύ τους και να προχωράνε μαζί μέσα από κοινοβούλια η κοινωνικούς διαλόγους μεταξύ φορέων όπως π.χ. της ΓΣΕΕ με το ΣΕΒ ;
Στη φύση του σημερινού συστήματος, εκμεταλλευτής και εκμεταλλευόμενος, εργάτης και εργοδότης, εξουσιαστής και εξουσιαζόμενος, έχουν αντίθετα συμφέροντα. Ο εργάτης π.χ. ζητά δικαιότερη κατανομή του πλούτου που προέρχεται από την εργασία του, την οποία καρπώνεται σε μεγάλο βαθμό ο εργοδότης που δεν την έχει παράγει αλλά έχει την κοινωνικά αποδεκτή έννοια της «ιδιοκτησίας» στα μέσα παραγωγής. Ο εργοδότης από την άλλη έχει φύση το συμφέρον της όσο το δυνατό μεγαλύτερης εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης. Πως είναι δυνατόν να τα βρούνε μεταξύ τους ; Η αντίθεση των συμφερόντων εργάτη και εργοδότη είναι στη φύση του καπιταλιστικού συστήματος και αυτή η αντίθεση εξασφαλίζει ότι η δυνατότητα δήθεν επίτευξης μιας «δημοκρατίας» της «κοινωνικής ειρηνικής συναίνεσης» είναι απάτη.
Σε κάθε κοινωνική απόφαση ή πρόταση, σε κάθε πολιτική σε μια ταξική κοινωνία πάντα θα υπάρχουν αυτοί που είναι υπέρ και αυτοί που είναι κατά, αυτοί που κερδίζουν και αυτοί που χάνουν από αυτή. Και κάθε φορά η απόφαση που θα εφαρμόζεται δεν θα είναι αυτή που είναι «καλύτερη για το κοινό καλό» όπως λέγεται, αλλά αυτή που θα καταφέρει να επιβληθεί, θα είναι η θέληση του κοινωνικά ισχυρότερου , αυτού που θα καταφέρει να επιβάλλει την άποψή του στην εκάστοτε χρονική στιγμή. Η παγκόσμια ολιγαρχία δεν έχει καμιά «δημοκρατική αξία» . Είναι η ίδια που καταστέλλει ή αλλάζει την ίδια τη «δημοκρατία της» όταν απειλούνται τα συμφέροντά της και δεν έχει καμιά δημοκρατική αυταπάτη. Οι δημοκρατικές αυταπάτες είναι μόνο για τους εξουσιαζόμενους, και γι αυτό πληρώνουν τόσα δισεκατομμύρια κάθε χρόνο, να δηλητηριάζουν με αυτές τις συνειδήσεις τους, να τους δένουν με αόρατες αλυσίδες. Είτε κοινοβουλευτικά είτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο πάρει την εξουσία ένα καθεστώς αντίθετο με τα συμφέροντά της πλουτοκρατίας , αυτή θα κάνει ότι μπορεί να το καταστείλει χωρίς καμιά δημοκρατική αυταπάτη. Όχι 50% αλλά και 80% να πάρουν στην κάλπη όσοι προσπαθήσουν να εφαρμόσουν ένα «δίκαιο» για τα λαϊκά στρώματα πρόγραμμα , ίδια θα είναι η προσπάθεια καταστολής από την οικονομική ελίτ που συμμετέχει σε μόνιμο ανοιχτός και ασταμάτητος πόλεμο σε κάθε τι που την απειλεί με κάθε μέσο. Έτσι λοιπόν δεν θα είναι η κάλπη αυτή που μπορεί να φέρει την ανατροπή καμιάς κοινωνικής εξουσίας. Η κάλπη μπορεί να λειτουργήσει σε κάποιες περιπτώσεις μόνο σαν την αφορμή για την αρχή της σύγκρουσης… Και η σύγκρουση δε θα είναι ειρηνική γιατί οι εξουσιαστές δεν θα προσπαθήσουν να επιβάλλουν την άποψη τους με την «πειθώ» του προγράμματός τους αλλά με αίμα και τη βίαιη καταστολή. Οι «δημοκρατικές αξίες» στον καπιταλισμό υπάρχουν λοιπόν μόνο στη συνείδηση των εξουσιαζόμενων, όχι στη συνείδηση των εξουσιαστών. Οι «δημοκρατικές αξίες» δεν είναι τίποτε άλλο παρά αόρατες αλυσίδες στα μυαλά των εκμεταλλευόμενων, μηχανισμός ιδεολογικής καταστολής και αποφυγής ρήξης και κοινωνικών συγκρούσεων.
Οι εκλογές λοιπόν είναι «η γιορτή της δημοκρατίας» όπως οι ίδιοι οι εξουσιαστές του καπιταλισμού τις χαρακτηρίζουν. Είναι η δομή που ζητά από τον πολίτη να δώσει ενεργή στήριξη στο σύστημά τους, να γίνει συμμέτοχος στην πολιτική τους, και ουσιαστικά να γίνει συνένοχος στα εγκλήματά του συστήματός τους. Ενός συστήματος απάνθρωπου και εκμεταλλευτικού, με εκατομμύρια θύματα κάθε χρόνο, ανθρώπους που ζουν σε συνθήκες σύγχρονης δουλείας, ανθρώπους που στερούνται το δικαίωμα να απολαύσουν τα αποτελέσματα της εργασίας που οι ίδιοι παράγουν. Και η μόνη τους ελπίδα δεν είναι η ενσωμάτωση και η υποταγή αλλά η σύγκρουση και ρήξη με τους εξουσιαστές. Η ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος θα γίνει για να έρθει όμως τι ;;
Η απάντηση είναι η πάλη για μια κοινωνία που θα εναρμονιστεί και θα λειτουργήσει με τους νόμους της φύσης , αντίθετα με συστήματα που η ζωή και η κοινωνική συμπεριφορά βασίζεται στην αλλοτρίωση από υιοθέτηση «αξιών» που δε συμβαδίζουν με τη φύση και τη φυσική επιλογή αλλά είναι κατασκευασμένες και δρουν ως «αόρατες αλυσίδες» αστυνόμευσης της σκέψης από τους εκάστοτε εξουσιαστές των συστημάτων αυτών. Δεν αρκεί μια οικονομίστικη αλλαγή στον τρόπο παραγωγής και στην κατανομή του παραγόμενου πλούτου αλλά χρειάζεται μια Επανάσταση ενάντια σε ολόκληρη τη δομή σκέψεως του φιλελευθερισμού και της αστικής δημοκρατίας, μια επανάσταση ενάντια στον εκφυλισμό των αντιφυσικών συστημάτων. Βέβαια οι καρποί της κοινωνικής παραγωγής δε θα κατανέμονται άνισα στους λίγους που κατέχουν τα μέσα παραγωγής, αλλά στη δίκαιη κατανομή του παραγόμενου πλούτου στη λαϊκή κοινότητα . Το άτομο εργάζεται και παράγει συνεισφέροντας και συμμετέχοντας στη
Λαϊκή κοινότητα , προς όφελος της λαϊκής κοινότητας και παίρνει από αυτή ότι του αναλογεί. Λαϊκή κοινότητα είναι η «κοινότητα» στη βάση του Λαού. Αντίθετα με τις λογικές των κοινωνιών του ατομικισμού, το άτομο δρα μέσα στη λαϊκή κοινότητα με ίσες ευκαιρίες για την άσκηση του ταλέντου του, για το συλλογικό αγαθό του Λαού, ενώ παράλληλα δουλεύει για την ατομική του τελείωση. Με βάση την προσφορά και της δυνατότητες προσφοράς τους στη λαϊκή κοινότητα αναδεικνύονται φυσικά και διακρίνονται με φυσικό τρόπο και οι εκάστοτε άριστοι, οι φυσικά πρωτοπόροι σε κάθε τομέα. Και σε κάθε τομέα ο καθένας συνεισφέρει , επηρεάζει τις εξελίξεις και τη λήψη των αποφάσεων και διακρίνεται με φυσικό τρόπο, ανάλογα με τις δυνατότητές του και την προσφορά του.
Αντίθετα στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής το άτομο δρα προς ατομικό όφελος που μπορεί να είναι πολλές φορές και σε αντίθεση με το συλλογικό (χιλιάδες παραδείγματα, αλλά ένα απλό είναι αυτοί που βάζουν τις πυρκαγιές καταστρέφοντας το περιβάλλον σε βάρος του συλλογικού καλού για οικονομικά ατομικά οφέλη), το άτομο απολαμβάνει ανάλογα με την τοποθέτησή του σε μια αφύσικη κεφαλαιοκρατική ιεραρχία και δημιουργούνται λόμπι συμφερόντων που ανταγωνίζονται προσπαθούν να καρπωθούν άνισα προς όφελός τους των κοινωνικό πλούτο σε βάρος της λαϊκής κοινότητας ( αστικά κόμματα, λέσχες «σκέψης» μασονικές στοές, τραστ , καρτέλ , σύλλογοι βιομηχάνων και χιλιάδες άλλα ήδη ομαδοποίησης, με βάση και σκοπό τον άνισο καταμερισμό κοινωνικού πλούτου υπέρ τους ) Την επιβολή της άποψής τους δεν την κερδίζουν με την ανάδειξη των ικανοτήτων τους στην κοινωνική προσφορά αλλά είτε με βάση την εξαγορά ή εξαπάτηση συνειδήσεων υποστηρικτών είτε με φτιαχτές αφύσικες «αξίες» και διασπορά τους με μαρκετίστικα κόλπα, είτε με συνειδητή συμμετοχή ατόμων που προσεταιρίζονται τα λόμπι με σκοπό ατομικό κέρδος με αναξιοκρατικό τρόπο σε βάρος των υπολοίπων. Ένας τέτοιος διαγωνισμός ανάμεσα σε λόμπι και άτομα είναι και η «δημοκρατική κοινοβουλευτική» διαδικασία των «εκλογών», ενώ πάντα τα κυρίαρχα λόμπι εκφράζουν και εκπροσωπούν τα συμφέροντα μειοψηφιών , της οικονομικής ελίτ και ταυτόχρονα ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το μοίρασμα της πίτας αλλά ταυτόχρονα συνεργάζονται και συμμαχούν μεταξύ τους σε βάρος αυτών που παράγουν τον πλούτο. Και επειδή όλα αυτά τα λόμπι βασίζουν την ενότητα τους στο κέρδος, στην εκμετάλλευση και την εξαπάτηση με την κατασκευή ψεύτικων «αξιών» προσπαθούν να διαβάλλουν και να διαλύσουν τις φυσικές μορφές ενότητας μεταξύ των ανθρώπων.
Στη βάση διαμόρφωσης συλλογικών συνειδήσεων αυτοπροσδιορισμού τον ατόμων σε ομάδες μπορούν να χτιστούν ενότητες που θα αναπτύξουν κοινωνικές αντιστάσεις. Η πιο φυσική μορφή ενότητας είναι ο φυσικός αυτοπροσδιορισμός του ατόμου ως μέλος μιας κοινότητας στη βάση της φυλής και της ιστορικής της συνέχειας, δηλαδή του πολιτισμού, της γλώσσας και των παραδόσεων, των χαρακτηριστικών δηλαδή που προσδιορίζουν το έθνος. Μια άλλη τέτοια μορφή ενότητας στα πλαίσια κάθε ταξικής κοινωνίας είναι ο αυτοπροσδιορισμός στη βάση κοινωνικής τάξης, το άτομο αισθάνεται και νιώθει ότι το ατομικό του συμφέρον ταυτίζεται με το συλλογικό της κοινωνικής τάξης που ανήκει. Γι αυτό αυτές οι βάσεις ενότητας χτυπιούνται ανελέητα από τα αστικά κόμματα. Η πρώτη χτυπιέται στο όνομα του εξορκισμού του λεγομένου αντιεθνικισμού και αντιρατσισμού, με την προώθηση κοινωνιών που το άτομο αισθάνεται ξένος ανάμεσα σε ξένους, μετανάστης στην ίδια του τη χώρα. Η δεύτερη χτυπιέται με την ενσωμάτωση του ατόμου στην λογική των κοινωνικών συμβιβασμών, του κοινωνικού διαλόγου και της ύπαρξης ενός δήθεν κοινού «αταξικού» «υπερταξικού» καλού στα πλαίσια ενός ταξικού εκμεταλλευτικού συστήματος, στο οποίο καλείται να συμμετάσχει και δήθεν να συμβάλλει ενεργά στη διαμόρφωση των εξελίξεων, στην ουσία να συναινέσει στις επιταγές τις καπιταλιστικής ολιγαρχίας. Αυτές οι δύο λογικές εκφράζονται από όλα τα μεγάλα αλλά και μικρότερα αστικά κόμματα , ενώ υπάρχουν και μικρότερα κόμματα που παίζουν το ρόλο ανακύκλωσης κόσμου που πάει να ξεφύγει από αυτές τις λογικές, αφού τις ντύνουν με «εθνικιστικό» ή «αντικαπιταλιστικό» ή «αριστερό» μανδύα, πλασάροντας την ενσωμάτωση και συμμετοχή στο σύστημα και τις λογικές της αστικής κοινοβουλευτικής «δημοκρατίας» μέσα από δήθεν κάποιο «επαναστατικό» ή «ριζοσπαστικό» προφίλ.
Απέναντι σε όλες αυτές τις «δημοκρατικού» τύπου «αξίες» και διαδικασίες εγκλωβισμού και εκφυλισμού της σκέψης όπως οι εκλογές τους εμείς αγωνιζόμαστε και
«Περιμένουμε για τον μεταγενέστερο θρίαμβο της Αλήθειας που διώκεται σήμερα: για τον Θρίαμβο κάτω από οποιοδήποτε όνομα, , της μοναδικής Πίστεως στην Αρμονία με τους αιώνιους Νόμους της Υπάρξεως, της μοναδικής σύγχρονης Ιδέας, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο , παρά η έκφραση αρχών τόσο παλαιών, όσο ο Ήλιος!» (Savitri Devi)
Φτάνει πια με την Κοινοβουλευτική Δικτατορία τους , τις ψεύτικες αξίες της και τους θεσμούς της ! Ούτε μια ψήφο δυσαρέσκειας – ανάσα ζωής σε δεκανίκια και αναχώματα του συστήματος της Καπιταλιστικής σκλαβιάς , είτε «αριστερά» είτε «δεξιά» είτε «διεθνιστικά» είτε δήθεν «αντικαπιταλιστικά»