Bruno Spampanato: Contromemoriale


Είδα στης λίμνης τα θαμπά νερά την σεπτή μορφή σου
Κάτω από τον Αετό της Ρεπούμπλικα ο τελευταίος Λύκος
Και εσύ ατάραχος δεν τρόμαξες μπρός στου σκυλιού την σφαίρα
Στον ήλιο έλαμπε το γράμμα Μ κάτω από τα πυκνά μαλλιά της


Είχα δει πολλές φορές το Μουσολίνι στο Βορρά, και πολλές φορές τον είχα δει πρωτύτερα,  πριν  η κακοτυχία τον οδηγήσει στη λίμνη. Αλλά δεν θα μπορέσω ποτέ να ξεχάσω την εντύπωση που  έχω τώρα για τη πρώτη φορά. Δεν γνωρίζω αυτό που μπορεί να συμβεί . Δεν γνωρίζω  τίποτα και δεν είμαι σε θέση να προβλέψω τίποτα. Αλλά ο Μουσολίνι είναι πραγματικά ένας άλλος Μουσολίνι που δεν γνωρίζω , ο οποίος μου προκαλεί  μια καινούρια , απεριόριστη θλίψη. Είμαι εκεί όρθιος, δίχως να τολμώ να μιλήσω. Ειδικά από αυτή τη τελευταία , συντομότατη ακρόαση δεν έχω κρατήσει ούτε μια σημείωση. Έχω στο μυαλό κάποιες φράσεις , ακόμα και κάποια αποσπάσματα , λες και δεν πέρασαν τα χρόνια από τότε.

Αυτός που μου μιλά είναι ο Μουσολίνι . Λέγει:

- Φτάσαμε στο Αμήν.

Διακόπτω ίσως από απερισκεψία.

-Ντούτσε δεν μπορείτε να μιλάτε για για μέλλον, είσαστε εδώ.

Πιάνει στον αέρα εκείνη τη λέξη "μέλλον" ...

- ... Μέλλον λέξη ερμητική. Μόνο τα γεγονότα μπορούν να  δώσουν σ΄αυτό κάποιο νόημα, αλλά φτάνουμε σε ένα σημείο που οι άνθρωποι μετατρέπονται σε θεατές.

Δημιουργήθηκε μια σύντομη σιωπή: δεν θυμάμαι τι  είπα στη συνέχεια γιατί εκείνος συνέχισε να μιλά, αλλά με μια  διαφορετική φωνή.

-Το ότι εξακολουθώ να υπάρχω δεν έχει παρά  μια αμελητέα μόνο σπουδαιότητα . Αυτό που ενδιαφέρει είναι τα όσα έχουν γίνει. Πολλά πράγματα έχουν καταστραφεί , πολλά ακόμα  θα καταστραφούν στη συνέχεια . Αλλά ακόμα και έτσι η ζημιά δεν είναι ανεπανόρθωτη Σας θέτω ένα ερώτημα. Απαντήστε...

Είπε:

-Θα διατηρήσουν οι Ιταλοί τη μνήμη αυτής της περιόδου; Αλλά δεν περιμένει μια απάντησή μου.

Είπε:

-Αν οι Ιταλοί έχουν μνήμη θα ξαναφτιάξoυν την Ιταλία.

-Ντούτσε , διέκοψα πάλι , αλλά δεν μου άφησε χρόνο.

-Ο Gatti μου είπε πως δεν ήλθατε μόνος.

Ναι συνοδευόμουν από ανθρώπους που ήθελαν να τον χαιρετίσουν.Έδωσε εντολή να παρουσιαστούν και εγώ ο ίδιος έσπευσα να τους καλέσω.

-"Decima" χαιρέτισαν μπαίνοντας.

Αυτός είπε:

-Camerati.



Ζήτησε πληροφορίες γι αυτούς και για τη δράση τους και από το Zanfagna ενημέρωση για τη πολεμική δράση της "Δεκάτης . Στη συνέχεια υπέγραψε τις ταυτότητες τους. Δυο φορές είδαμε την πόρτα εισόδου να μισοανοίγει  προσεκτικά. Ο Μουσολίνι είχε σηκωθεί όρθιος, βρισκόταν  στο κέντρο του δωματίου, εμείς στεκόμασταν μπροστά του πάντα σε στάση προσοχής. Κάποιος χτύπησε τη πόρτα διακριτικά. Καταλάβαμε και χαιρετίσαμε . Αλλά σε μένα μου έκανε νόημα να παραμείνω. Θυμάμαι μόνο το Μουσολίνι που είπε.

-Κανείς δεν γνωρίζει τι πρόκειται να συμβεί απόψε, ή αύριο ή μετά. Αλλά εγώ σας έχω δείξει πολλές φορές το δρόμο,  και τώρα ακόμη....

Και στη παράκλησή μου να μου δώσει μόνο διαταγές :

-Δεν υπάρχουν διαταγές. Δεν μπορώ να δώσω διαταγές πλέον. Να υποδείξω δρόμο ναι. Αυτό που μου είπε ο Μουσολίνι στη συνέχεια   δεν πρόκειται να το ξεχάσω ποτέ.

-Με οποιοδήποτε τρόπο προκειμένου να ξαναγίνει η Ιταλία ισχυρή. Η ισχύς ισοδυναμεί με το χώρο, την επιρροή, τον πλούτο. Η κοινωνική επανάσταση δεν είναι υπόθεση για λαούς οκνηρούς ή για άθλια Έθνη, οποιαδήποτε κοινωνική επανάσταση έχει ανάγκη από αυτούς τους όρους, αυτή είναι η διόρθωση που ο Φασισμός επέφερε στον σοσιαλισμό δίχως την οποία  θα καταντούσε μια χάρτινη επανάσταση. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να το αγνοήσει.

Στη συνέχεια ο Μουσολίνι είπε:

Έχετε καταγωγή από τον Νότο, προέρχεστε από τη θάλασσα, ο εχθρός βρίσκεται στην θάλασσα, είναι ο μόνος εχθρός. Πείτε το αυτό και οποιαδήποτε πολιτική και αν ακολουθήσει η Ιταλία, και με όποιο τρόπο και αν ονομάζεται αυτή, θα είναι ιταλική πολιτική μόνο αν υποχρεώσει την Αγγλία να μας αφήσει να αναπνεύσουμε στη θάλασσα. Την υποχρεώσαμε μια φορά και είμαστε στο σημείο αυτό. Αλλά τα έθνη έχουν ζωή μεγαλύτερη από εκείνη των ηγετών τους. Η Ιταλία έχει περιοριστεί στο Μιλάνο αλλά μόνο για μια χρονιά. Το 1945. Η ζωή των Εθνών δεν σταματά πάνω σε κάποια  χρονιά.
Ο Μουσολίνι δεν μου είπε τίποτα περισσότερο. 

Με χαιρετά . Εγώ δεν έλεγα τίποτα. Στη συνέχεια μου άπλωσε το χέρι και ενστικτωδώς θέλησα να επαναλάβω  τη παλιά χειρονομία που συνηθίζεται στην ιδιαιτέρα  πατρίδα μου από  τα παιδιά  για τους γονείς.

Έσκυψα να του φιλήσω το χέρι. Δίχως να πει μία λέξη παραπάνω ο Μουσολίνι μου άγγιξε το μάγουλο. Δεν θυμάμαι αν τον αποχαιρέτισα.



ΜΙΛΑΝΟ 25 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1945

Το επόμενο πρωί -25 Απριλίου- ο ναύτης με ειδοποίησε ότι με αναζητούσε ο Borghese . Οι δικοί μου είχαν φύγει από το ξενοδοχείο και είχαν μετακομίσει σε ένα δωμάτιο που είχα βρει στη Via Lambrate 15 σε μικρή απόσταση από τη πλατεία Loreto. Εγώ με τον αδελφό μου είχα μετακινηθεί στο απόσπασμα της "Δεκάτης" στη πλατεία Fiume. Πηγαίνω στο Borghese. Τον βρίσκω να συζητά με το Gennaro Riccio τον διοικητή του αποσπάσματος του Μιλάνου: στη πραγματικότητα είναι ο έμπιστος αξιωματικός του για τις περισσότερο ευαίσθητες υποθέσεις .O Borghese μου λέει πως έχει θέσει τη « Decima » σε κατάσταση συναγερμού. Είδε το Duce μετά από μένα. Αλλά οι ειδήσεις είναι οι ίδιες. Οι "σύμμαχοι" που προελαύνουν, οι Γερμανοί που τους αφήνουν να προελάσουν και ένας παράδοξος αγώνας που οι δικοί μας διεξάγουν, εδώ και εκεί , δίχως συγκεκριμένους στόχους. Τώρα μου έλεγε ότι ήθελε να καλέσει σε αναφορά τους αξιωματικούς."Κάνε το γρήγορα " τον συμβουλεύω. Αλλά αυτός περιμένει να φθάσουν και οι άλλοι. Η διοίκησή του παρέμενε , ακόμα και σ΄αυτή τη συντυχιά, ένα είδος μικρού και άκαμπτου στρατιωτικού σοβιέτ , με αυτόν αρχηγό. Αποφασίζεται να ξαναβρεθούμε το βράδυ. Εγώ στο μεταξύ θα επέστρεφα στην Νομαρχία, το είχα ήδη αναφέρει τηλεφωνικά στο Bombacci.

Ο Bombacci ήταν αυτός που μου ανάγγειλε την κινητοποίηση των Φασιστών του Μιλάνου. Αλλά για οριστική απόφαση ούτε αυτός γνώριζε τίποτα. Ακόμα και οι πλέον πρωταρχικές λεπτομέρειες για εκείνη την ημέρα αποτελούν μέρος του "μυστικού του Βορρά". Εκείνη τη στιγμή μπορούσε να γίνει λόγος μόνο για το Μιλάνο. Οι τηλεφωνικές επικοινωνίες με τις επαρχίες είχαν καταστεί δύσκολες, κάποιες Νομαρχίες δεν απαντούσαν πλέον, οι Ομοσπονδίες (federazioni dei fasci di combattimento) έκαναν λόγο για κολώνες φασιστών σε σύμπτυξη. Ήσαν οι Φασίστες των περιοχών πάνω από το Πάδο όπου εμφανίζονταν τα πρώτα τεθωρακισμένα του εχθρού. Από διάφορα σημεία επαναλαμβάνεται ότι τμήματα μας αρνήθηκαν  να εγκαταλείψουν τις  θέσεις τους. Τα ονόματα χάνονται σε εκείνες τις θυελλώδεις ημέρες. Δεν υπάρχει πλέον μόνο το παράδειγμα των ατλαντικών φρουρίων της Βέρμαχτ. Το λέω στο Bombacci και αυτός: «Αυτό είναι υπέροχο όμως δεν λύνει τίποτα». 

Από τη πλευρά της Γερμανικής Ανωτάτης Διοίκησης εξακολουθούν να λείπουν ειδήσεις. Ούτε και εδώ στις διοικήσεις τους αφήνουν να ξεφύγει μια λέξη. Απαντούν: αυτές είναι οι διαταγές. Και για σήμερα και για αύριο απαντούν, περιμένουμε διαταγές. Για την Wehrmacht αυτή είναι μια έκτακτη υποχώρηση: για πρώτη φορά δεν γίνεται λόγος για οχυρά που αντιστέκονται,  παραμικρή αναφορά για αντίδραση. Διαταγή και αυτό; Ούτε μοιάζουν να συγκινούνται για κάτι που ήδη  μοιάζει με την υποχώρηση των Γάλλων ανάμεσα σε Μάιο και Ιούνιο του 1940. Για να συγκινηθούν  περιμένουν μια διαταγή. 
«Χρειάζεται να ληφθεί μέριμνα για τον Mussolini πριν η υποχώρηση φτάσει μέχρι εδώ και τον συμπαρασύρει» έλεγε ο  Bombacci. 

Έγινε πάλι συζήτηση για τη Valtellina. «Πηγαίνω μόνο αν πάει και αυτός -λέει- αλλά μοιάζει  σαν να θέλουμε να εγκλωβιστούμε». Λέγει ότι κάτι τέτοιο  αποτελεί πλέον την αποκορύφωση της κατάρρευσης... Παρ΄όλα αυτά μπορεί ακόμα να σωθεί ο Μουσολίνι,  επιμένει ο Bombacci. «Τους γνωρίζω τους κομμουνιστές - λέγει - οι κομμουνιστές δεν πρόκειται να χάσουν την μοναδική ευκαιρία να δημιουργήσουν χάος, μόνο το χάος χρησιμεύει στους κομμουνιστές και αυτός είναι ο λόγος που θα θελήσουν να βγάλουν εκείνον από τη μέση. Είναι ο μόνος ικανός να δημιουργήσει στην Ιταλία καταστάσεις και οι κομμουνιστές θέλουν μόνο τη δική τους κατάσταση.».

Αφήνω το Bombacci πριν ακόμα το ρολόι δείξει έντεκα. Τηλεφωνώ στο Barghini, τον βρίσκω στο σπίτι, μου είπε ότι το περασμένο βράδυ είχε φιλοξενήσει το Buffarini. Ότι είχαν έλθει Pavolini, ο πρώην  υπουργός Riccardi, ο Νομάρχης  Turchi, ο δημοσιογράφος Baroni, νομάρχες , κομματικά στελέχη. Ήθελαν όλοι να μάθουν νέα από το  Buffarini. Εντελώς φυσικό να ζητήσω και εγώ κάτι από το φίλο μου. Και εγώ ήθελα να ενημερωθώ από το  Buffarini. Ο Barghini μου απαντά ότι για τον Buffarini, όπως έχουν έλθει τα πράγματα , δεν απομένει τίποτα άλλο  από το να μεταφέρει το  Mussolini στην Ελβετία. Ο Buffarini την προηγούμενη ημέρα είχε πάει στον Duce, για να του μιλήσει και τον είχε συνοδεύσει ο Barghini. Του είχε επαναλάβει τι σημασία είχε για όλους να σωθεί ο Αρχηγός. Άλλωστε , αυτό έπραξαν πάντα οι Αρχηγοί του Κράτους ή της Κυβέρνησης, όταν εξέλειπε κάθε δυνατότητα αντίστασης. 

Ο Duce ήταν αρκετά στοργικός  με τον πρώην υπουργό του, αλλά δεν φαινόταν να έχει πεισθεί γι αυτό. Φαινόταν πεπεισμένος για άλλες λύσεις. Τώρα που επιστρέφω στη «Decima» παρατηρώ προσεκτικά  το πλήθος στους δρόμους. Τίποτα το ασυνήθιστο. Ίσως μια πρώτη αίσθηση αποξένωσης, απόστασης ανάμεσα στο πλήθος και τις στολές μας, ίσως και να είναι  απλά η ιδέα μου. Στη πλατεία Fiume σταματώ το αυτοκίνητο μπροστά από τη μπάρα. Όλη η περιοχή του αποσπάσματος  είναι περιφραγμένη με συρματόπλεγμα. Χρέη φρουρών εκτελούν ναύτες πάνοπλοι. Τα 12/7 σε θέση μάχης. Παίρνω από το αυτοκίνητο  τα χαρτιά μου και ανεβαίνω πάνω. Από εκείνη τη στιγμή δεν έχω πλέον επαφές με τη πολιτική κατάσταση.

Γύρω στις 4 το απόγευμα προσπαθούμε να συνδεθούμε με τη Νομαρχία. Δεν μπορούμε να βγάλουμε το παραμικρό συμπέρασμα.Ένας μοτοσικλετιστής μας πληροφορεί ότι μια Μαύρη Ταξιαρχία (όμως ποια;) ετοιμάζεται να αναχωρήσει. Είπα στον Borghese, ότι θα έπρεπε να ληφθεί μέριμνα για το στρατιωτικό ραδιόφωνο, το Radio-Fante. Είναι ένα επί πλέον μέσο επικοινωνίας τόσο με τους στρατιώτες όσο και με τους πληθυσμούς του Βορρά. Ο Borghese συμφωνεί. Μου δίνει 20 άνδρες υπό την διοίκηση του υποπλοίαρχου Ducci. Έρχονται μαζί ο υπολοχαγός Zanfagna, ο Genta, ο αδελφός μου Francesco, και κάποιοι άλλοι. Του αυτοκινήτου μας προηγούνται καμιόνια με ναύτες. Στο κέντρο συναντάμε τα φορτηγά με τους «παρτιζάνους », κόκκινο μαντήλι στο λαιμό. Μας κοιτούν, τους κοιτάμε. Ποιος διοικεί το Μιλάνο σήμερα;

Στην οδό Rovani παραμένει ακόμη κάποιος Γερμανός βαθμοφόρος. Υπάρχουν ακόμη δικοί μας . Ο Ducci αναλαμβάνει τη διοίκηση και ύστερα από λίγα λεπτά το Radio-Fante εκπέμπει σαν Radio-Decima Mas. Είναι μια εκπομπή πρόχειρη, εκτός ωραρίου και δίχως πρόγραμμα. Είναι 6.30 μ.μ της 25 Απριλίου. Το Ρεπουμπλικανικό ραδιόφωνο σιωπά. Έχει ήδη καταληφθεί; Μιλώ από το Radio-Decima.

Το τραγούδι της « Decima » έχει ανοίξει την εκπομπή:

«De­cima, Flottiglia nostra
che beffasti l'Inghilterra...
Vittoriosa ad Alessandria
Malta Suda e Gibilterra... ».



Λέγω στους στρατιώτες να μη σκορπίσουν, να παραμείνουν πάνω από όλα στρατιώτες να έχουν στο νου ότι και μέσα από μια ήττα μπορεί να διαφυλαχθεί η στρατιωτική τιμή, την οποία κανείς μέχρι τώρα, δεν έχει διαφυλάξει καλύτερα από αυτούς, λέγω ότι διατηρώντας την τιμή αφήνουμε ανοικτή τη πόρτα για το μέλλον, λέγω για τους συμμάχους που μας είδαν να αγωνιζόμαστε και οι οποίοι υποχωρούν κάτω από την ίδια κακοτυχία.

Ένας δίσκος επαναλαμβάνει σαν σε μουσική υπόκρουση:
« Camerata Richard », ένα δημοφιλές τραγούδι που ήταν και το δικό μας ραδιοφωνικό σήμα:

«Camerati d'una guerra
camerati d una sorte
chi divide pane e morte
non si scioglie sulla terra
Camerati d'una guerra
ca­merati d'una sorte
chi divide pane e morte
piu nessun li scioglierâ ».

Τώρα μιλώ για εκείνους της «Decima », και ακόμη ένας δίσκος με το τραγούδι της «San Marco». Από το μικρόφωνο το τραγούδι ξεχύνεται προς τους ναύτες, προς όλους τους στρατιώτες:

« San Marco, San Marco
cosa importa se si muore... ».

Ίσως, οι μάχες να έχουν σταματήσει ή σύντομα θα σταματήσουν. Αλλά αυτός ο στρατός των Ιταλών έχει δικαίωμα να περιμένει, με τα όπλα στο χέρι, τον νικητή εχθρό. Αυτό λέω από το ραδιόφωνο. Αφήνομε την οδό Rovani μετά τις 8 μ.μ. Παρέμειναν στο ραδιόφωνο, ναυτικοί με τον Genta. Θα το παραδώσουν στη Finanza, αλλά την επόμενη ημέρα.
Στη πλατεία Fiume ακούω μια περίεργη ιστορία για συσκέψεις στην Αρχιεπισκοπή: ότι σ΄αυτές πήρε μέρος και ο Duce. Ο Borghese, που ήρθε τότε,είπε ότι ο Mussolini αναχώρησε.
Ακριβώς έτσι, ότι ο Mussolini αναχώρησε. Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα ο Borghese μας καλεί σε σύσκεψη . Το δωμάτιο του Riccio είναι γεμάτο από αξιωματικούς, καπνό και φωνές. Έρχεται ο Rolandino, ένας δημοσιογράφος διαπιστευμένος στο Στρατάρχη Graziani. Τον παρακαλώ να κρατήσει σημειώσεις , μπορούν να είναι χρήσιμες. 

Φτάνει ο Carlo Borsani. Παραμερίζουμε για να περάσει ο τυφλός. Έπειτα , μπαίνει ο Borghese. Ο Borghese εκθέτει τη κατάσταση: Τα τάγματα της «Decima» συμπτύσσονται από Βορρά, από τον Νότο συμπτύσσονται το «Lupo», το «Barbarigo», το τάγμα «N. P.» και η ομάδα «Colleoni», δικά μας τμήματα βρίσκονται ακόμη στο Sesto Calende, Arona, Pallanza, Torino, Genova, οχυρά έχουν απομείνει στις περιοχές της Αδριατικής. Ο διοικητής Borghese είναι σίγουρος, ότι οι άνδρες θα ανταποκριθούν σε οποιαδήποτε διαταγή Όμως όλες οι καταστάσεις είναι άμεσα συνδεδεμένες με εκείνες των ενόπλων δυνάμεων και οι ίδιες οι ένοπλες δυνάμεις ακολουθούν τις τύχες των Γερμανικών. Αυτό είναι το σκοτεινό σημείο . Ποια θα είναι η κατάληξή τους;

Στο μεταξύ υπάρχει η εκκρεμότητα του Μιλάνου. Μετά την αναχώρηση της Κυβέρνησης τίθεται το ερώτημα αν πρέπει η πόλη να εγκαταλειφθεί ή να τηρηθούν οι θέσεις . Οι απόψεις διίστανται. Κάποιες στιγμές ο τόνος της συζήτησης γίνεται πιο δυνατός. Κάποιος διακόπτει: τί κάνουν οι Γερμανοί στο Μιλάνο; Απάντηση του Borghese: δεν κινούνται, έχουν εντολή να μη κινηθούν, περιμένουν να παραδοθούν. Ένας άλλος λέει: γιατί δεν γίνεται ένα τηλεφώνημα στο Γερμανικό Φρουραρχείο του Μιλάνου. Η διοίκηση του στρατηγού Wening επιβεβαιώνει: τα στρατεύματα είναι συγκεντρωμένα στα στρατόπεδα. Ο Borghese τους καλεί στο τηλέφωνο και ζητά να μάθει αν νοιώθουν σε θέση να αναλάβουν στο πλευρό μας, στρατιωτική πρωτοβουλία. Απάντηση: όχι, οι διαταγές της Ανωτάτης Διοίκησης είναι διαφορετικές. Εξετάζεται το ενδεχόμενο αν μπορούν να συγκεντρωθούν στο Μιλάνο τουλάχιστον τα κοντινότερα σ΄αυτό αποσπάσματα. Η κατάσταση χειροτερεύει από ώρα σε ώρα και χρειάζεται να ξεπεραστεί το πρόβλημα του Μιλάνου: να ληφθεί απόφαση για το Απόσπασμα. Ο Riccardi ενημερώνει ότι στις 4 πρόκειται να αναχωρήσει από τη πόλη μια τελευταία φάλαγγα την οποία θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε.



ΜΙΛΑΝΟ 26 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1945

Η συζήτηση συνεχίζεται πάνω στο ίδιο θέμα. Παίρνω το λόγο και εγώ. Διαθέτοντας εκατοντάδες άνδρες, που είναι συνηθισμένοι να πολεμούν, δεν μπορούμε να ανησυχούμε για πολίτες με ένα χρωματιστό μαντήλι. Λέγω , ότι στη περίπτωση που επιθυμούσαν να πολεμήσουν, μπορούσαν να το κάνουν με τον εχθρό ή να στραφούν εναντίον μας μέχρι το σημερινό πρωινό. Δεν θα  το κάνουν όταν ο πόλεμος τελειώσει , αλλά ακόμα και σ΄αυτή  τη περίπτωση , τους περιμένουμε. Ένας εισηγείται  ξαφνικά το ενδεχόμενο της εξέγερσης. Αλλά η υπόθεση της εξέγερσης δεν βρίσκει εξαιρετική αποδοχή. Ακόμα και αυτή τη στιγμή, το χάραμα της 26ης Απριλίου, στην πλατεία Fiume τουλάχιστον, δεν έχουν φτάσει ειδήσεις για εξέγερση. Ο Borghese είναι της άποψης ότι συμφέρει να παραμείνουμε στις θέσεις μας και να καταλήξουμε σε μια στρατιωτική λύση, αν οι άλλες αποκλειστούν. Στην συνέχεια τηλεφωνεί στην Ιταλική Διοίκηση στο Στρατηγό Diamanti για να του αναφέρει το αποτέλεσμα της σύσκεψης. Είναι περασμένες 3.30 όταν χωρίζουμε. Περιμένουμε διαταγές από το Διοικητή.

To πρόγραμμα προβλέπει κάποια ώρα ανάπαυσης αλλά με ξυπνά απότομα μια ριπή αυτομάτου όπλου.Ο αδελφός μου λέει ότι είναι ο επικεφαλής Pompei που διασκεδάζει κατεβάζοντας κόκκινες σημαίες κάθε φορά που τις υψώνουν στο κτίριο μπροστά. Πλέον δεν απομένει άλλο από το να σηκωθούμε και να επιστρέψουμε στην Διοίκηση. Ακούω ότι η Νομαρχία έχει καταληφθεί. Έχουν καταλάβει και το Φρουραρχείο. Διοικητής ένας στρατηγός που ακόμα χθες τον πληρώναμε εμείς, ο Faldella. Αυτή η είδηση αξίζει για εκατό. Από τη πόλη τίποτα νεώτερο για την ώρα . Στις 9 μας τηλεφώνησαν από τη Piazza della Scala όπου  ένα τμήμα μας που δέχτηκε επίθεση, απάντησε στα πυρά. Στις 9,45 φέρνουν στη πλατεία Fiume ένα νεκρό ναύτη και ένα τραυματία. Από μακρυά φαίνεται να κινούνται φορτηγά με μεγάλες κόκκινες σημαίες που όμως δεν πλησιάζουν . Περνώ εκείνες τις πρώτες ώρες στο γραφείο του Riccio, όπου έχει εγκατασταθεί και ο Borghese. Αυτός μου λέει, ότι μας έκαναν πρόταση να  παραδοθούμε , και ότι η πρόταση τους  απορρίφθηκε. Διαπραγματεύονται για τη «Decima » ο Riccio και ο Διοικητής De Martino, και για το Corpo Volontari Li­berta ο ταγματάρχης Argenton και ο λοχαγός Federico Serego της Alighieri. Η επαφή έγινε στα γραφεία της Credito Lombardo, στην οδό Manzoni.



Εξακολουθεί να παραμένει  σε ισχύ  η πρόταση που συζητήθηκε τη νύχτα για  στρατιωτικού τύπου λύση,   και οι άνδρες παραμένουν σε επιφυλακή. Στη πόλη μόλις σταμάτησαν ένα φορτηγό της "Δέκατης" . Η Διοίκησή μας ζητά την άμεση απελευθέρωση  του  και απαιτεί εξηγήσεις, το φορτηγό αποδεσμεύεται και οι εξηγήσεις δίδονται. Το φορτηγό το οδηγούν  στη πλατεία Fiume  3-4 "παρτιζάνοι " που ανεμίζουν λευκό πανί. 

Το μεσημέρι φτάνουν φορτηγά με δικές μας δυνάμεις. Κατάφεραν να περάσουν. Οι ναυτικοί τραγουδούν, έχουν τα πρόσωπα καλυμμένα με στρώμα σκόνης, πηδούν από τα φορτηγά, συντάσσονται. Τα δωμάτια εξακολουθούν να είναι πάντα γεμάτα όπως και τη προηγούμενη ημέρα. Έρχεται ο Gemelli, υφυπουργός Ναυτικού. Ο Gelormini, Διοικητής της GNR στο Milano. Έρχεται η χήρα του Bardelli (Πρόκειται για τη Luigia Maresca σύζυγο του παλιού Διοικητή του τάγματος "Barbarigo" Umberto Maria Adriano Bardelli που είχε σκοτωθεί στις 8 Ιουλίου 1944 Θ.Μ). Βλέπω τη Maria Pasquinelli, που στις 10 febbraio '47, την ημέρα της ιταλικής υπογραφής στο diktat, θα σκοτώσει στη Trieste τον Άγγλο Ταξίαρχο De Winton. Για να θυμίσει στο κόσμο τη Trieste: θα πει η Pasquinelli στους Βρετανούς στρατοδίκες της Α.Μ. Η Maria Pasquinelli μου δίνει τώρα μια δέσμη εγγράφων. Είναι τα πρακτικά της Φασιστικής ομοσπονδίας της Pola με τους καταλόγους των «infoibati»: ένα καταπληκτικό και τρομερό ντοκουμέντο της σλαβικής απανθρωπιάς.

Οι ώρες περνούν και ακόμη έρχεται κόσμος. Ντιβάνια, καθίσματα, τραπέζια, όλα χρησιμεύουν στην αναμονή και έτσι φτάνουν οι πρώτες ώρες του απογεύματος. Ένας πυκνός και ανακόλουθος ήχος φωνών κυριαρχεί όπου μόνο η αναφορά σε ένα όνομα, εκείνο του Μουσολίνι, δημιουργεί παύσεις σιωπής. Μόνο στις 14.45 παρουσιάζονται ο λοχαγός και ο ταγματάρχης της CVL. Έρχεται και ο ταγματάρχης Bocchia του Φρουραρχείου για τη παράδοση-παραλαβή. Όπως έκανε και ο Στρατός έτσι και η Δέκατη θα παραδώσει κανονικά το ταμείο, με όλους τους τύπους, μέχρι και την τελευταία "πεντάρα" των όσων διαθέτει. Η συνομιλία ανάμεσα στο Διοικητή Borghese και τους πληρεξούσιους είναι συντομότατη. Στις 14.55 ο σαλπιγκτής σαλπίζει γενικό προσκλητήριο. Κατεβαίνει ο Borghese για να μιλήσει στους άνδρες. Τρία σαλπίσματα χαιρετίζουν την άφιξη της τριγωνικής σημαιούλας της ομάδας μάχης «Todaro». Ο Διοικητής στέκεται μπροστά στους ναυτικούς .

Τους χαιρέτισε:«Decima, marinai!».

Απάντησε μια σταθερή κραυγή:«Decima, comandante!».

Ο Borghese είπε ότι η Repubblica Sociale τελειώνει μαζί με τον πόλεμο, αλλά παραμένουν οι αρχές της, η υπεράσπιση της τιμής μέχρι και του τελευταίου, η υποχρέωση όλων να ανταποκριθούν σε κάθε προσκλητήριο της χώρας. Είπε ότι τα όπλα θα παραδοθούν σε αυτόν γιατί η «Decima» δεν παραδίδεται, αλλά, αποστρατεύεται… Κάνει προσκλητήριο των νεκρών ναυτών . Έπεφτε μια ελαφριά, πυκνή βροχή. Αυλάκωνε τα κράνη , γλιστρούσε στα πουλόβερ, στις κάνες των αυτομάτων. Οι άνδρες βγήκαν από τη σιωπή «Trieste, Διοικητά! ». Η κραυγή παρέμεινε στη πλατεία, κλεισμένη από παντού με συρματοπλέγματα. Τρία σαλπίσματα και η ρεπουμπλικανική πολεμική σημαία υπεστάλη. Ο μαύρος αετός, εναρμονισμένος στα 3 χρώματα έκλεινε τα φτερά του στις πτυχές του πανιού που κατέβαινε αργά. Οι "παρτιζάνοι" αξιωματικοί και η συνοδεία τους είχαν σταθεί σε στάση προσοχής. Είμασταν όλοι στρατιώτες, είμασταν όλοι Ιταλοί. Εκείνη τη στιγμή δόθηκε και ο χαιρετισμός στον Duce. Οι ναυτικοί φώναξαν: «A noi!».
Και έτσι ο Μουσολίνι χαιρετήθηκε από ένα ένοπλο τακτικό τμήμα της Repubblica Sociale Italiana, στο Milano, την 17η ώρα της 26ης Απριλίου. Εδώ και μια ημέρα η πόλη είχε εγκαταλειφθεί , και εκείνος πήγαινε να συναντήσει τη τύχη του. 

πηγή


Μιγκέλ Σερράνο: «Ο θάνατος του Έζρα Πάουντ» (Κύκνειον Άσμα)



Μετάφραση: Βασίλειος Τραγάρας

 Εισαγωγικό Σημείωμα

Το συγκεκριμένο άρθρο του Μιγκέλ Σερράνο δημοσιεύθηκε στη στήλη «Κριτικές Βιβλίων» της δημοφιλέστερης εφημερίδας της Χιλής, Ελ Μερκούριο, στις 2 Νοεμβρίου  2002.


Ο θάνατος του Έζρα Πάουντ

του Μιγκέλ Σερράνο


     Ο Έζρα Πάουντ πέθανε στη Βενετία, στις 2 Νοεμβρίου 1972, λιγότερο από πέντε έτη μετά τη συνέντευξή μας. Βρισκόμουν στην Ισπανία, διασχίζοντας εκείνη τη σκληρή και αρχαία γη. Είχα μόλις επισκεφτεί τη Ρόντα, κάτω στον Νότο, την πόλη πάνω από την άβυσσο, εκεί όπου έζησε για λίγο διάστημα ο Ρίλκε. Διάβαζα τις επιστολές του από τον Πάουντ σε ένα μικρό μουσείο που είχαν εγείρει οι Ισπανοί, στο ξενοδοχείο στο οποίο κάποτε διέμενε ο Ρίλκε - τις ερωτικές επιστολές του ιδίου προς τη Λου Σαλoμέ, που ήταν επίσης αγαπημένη και μούσα του Νίτσε. Στοχάστηκα το γεγονός ότι οι Ισπανοί είχαν αποτίσει φόρο τιμής σε αυτόν τον παγκόσμιο ποιητή, ο οποίος είχε κάποτε βαδίσει, για λίγο, στο ιστορικό και θρυλικό τους χώμα. 

Αργότερα, προχώρησα βόρεια, προς μια μικρή πόλη πλησίον της Μαδρίτης - το Μεδιναθέλι, εκεί όπου ο Θιδ, κάποτε, αναζήτησε καταφύγιο κατά την εξορία του - μια πόλη από πέτρες και ερείπια, ρωμαϊκά και βησιγοτθικά, γεμάτη με ένα ιβηρικό μυστήριο, ίσως κελτικό, δρυϊδικό. Η πόλη βρίσκεται πάνω σε μια απότομη πλαγιά, επάνω σε έναν λόφο, κι έχει θέα μια ξερή, άγονη θάλασσα κίτρινων, σεληνιακών κυμάτων. Είναι σαν μια εικόνα από έναν νεκρό πλανήτη. Κατά καιρούς, στον μακρινό ορίζοντα, εμφανίζεται ένα μοναχικό δέντρο, τοποθετημένο εκεί από την ομορφιά, από κάποιον ο οποίος απολαμβάνει τη διαμόρφωση του τοπίου της Καστίλης, ούτως ώστε να το ατενίσουν αργότερα από την κορυφή του Μεδιναθέλι, μέσα από την παλαιά ρωμαϊκή Καμάρα, από τα απομεινάρια ενός αρχαίου οχυρού.

     Πληροφορήθηκα τον θάνατο του Έζρα Πάουντ στη Μαδρίτη, από τις εφημερίδες. Οι Ισπανοί τον τίμησαν εγκάρδια. Ο Εουχένιο Μόντες μου μίλησε για την κηδεία στη Βενετία, στην οποία μεταφέρθηκα με τη φαντασία μου, στο μικρό του διαμέρισμα στην οδό Κουερίνι, βλέποντάς τον να ετοιμάζεται για το τελευταίο του ταξίδι, επάνω σε μια σκοτεινή γόνδολα, μέσα από τα κανάλια, προς το νεκροταφείο στο νησί του Σαν Μικέλε. Ο δημοσιογράφος Εουχένιο Μόντες μου είπε ότι κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνέντευξης που είχε με τον ποιητή - μάλλον πολλά χρόνια πριν - ο τελευταίος τον ρώτησε: «Συνεχίζουν να κακαρίζουν την αυγή, στο Μεδιναθέλι, οι πετεινοί του Θιδ;» Και πρόσθεσε ότι ο Πάουντ είχε επισκεφθεί το Μεδιναθέλι το 1906, ακολουθώντας τη διαδρομή του Θιδ. Ο Πάουντ αγαπούσε το «Ποίημα του Θιδ», το οποίο θεωρούσε ανώτερο και από το «Άσμα του Ρολάνδου». Είχε επισκεφθεί την Ισπανία ούτως ώστε να επαναλάβει εκείνη τη διαδρομή, τον «Δρόμο του Καμπεαδόρ». Έτσι, έφτασε σε αυτό το μυστήριο χωριό που βρισκόταν ψηλά και που παραμένει όπως ήταν κατά την εποχή του Μεσαίωνα.

     Για μια ακόμη φορά, βρήκα τον εαυτό μου σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, αυτή τη φορά στη Μαδρίτη. Ήταν απόγευμα και ήθελα να συνεχίσω έναν διάλογο - που διακόπηκε ένα απόγευμα στη Βενετία - με το φάντασμα του φίλου μου που είχε φύγει για πάντα. Το φάντασμα ήλθε και κάθισε επάνω σε μια καρέκλα, δεν ξέρω πού, σίγουρα όχι σε εκείνο το δωμάτιο ξενοδοχείου, και άρχισε να μιλάει - να μιλάει, όπως έκανε κάποτε, πολύ καιρό πριν. Ήταν νέος ξανά και απήγγειλε κοσμικά ποιήματα· είπε αθάνατα, πανέμορφα, αχανή πράγματα, όπως είναι άλλωστε η πόλη της Βενετίας, το τοπίο της Καστίλης, τα όρη και η σελήνη. Άκουσα αυτά που είπε και μετά τα ξέχασα. Διότι τέτοια πράγματα ξεχνιούνται και δεν θα πρέπει να τα ξαναθυμάται κανείς.


 Ένα Μνημείο στο Μεδιναθέλι

Μετά από λίγες ημέρες, επέστρεψα στο Μεδιναθέλι. Βρήκα εκείνον τον άνδρα από τη Χιλή που ζούσε πλέον εκεί, τον καθηγητή Φερνάντο δελ Τόρο Γκάρλαντ. Μιλήσαμε. Μου μίλησε επίσης για το άρθρο του Εουχένιο Μόντες, μα και για με τα λόγια του Πάουντ και τους πετεινούς του Θιδ. Του είχε έλθει η ιδέα να προτείνει στις ισπανικές αρχές να εγερθεί ένα μνημείο του Πάουντ στο Μεδιναθέλι, ώστε να καταγραφεί εκείνη η φράση μα και το πέρασμα του σπουδαίου Αμερικανού ποιητή από εκείνες τις επικράτειες κατά τις αρχές του αιώνα. Ενθάρρυνα την απόφασή του. Από κείνη τη στιγμή βρισκόμασταν σε επαφή, προσωπική ή δι’ αλληλογραφίας. Κατά συνέπεια, ακολούθησα τα σκαμπανεβάσματα των προσπαθειών του. Οι ισπανικές αρχές της πόλης και μερικοί φίλοι στη Μαδρίτη συνεργάστηκαν με ενθουσιασμό. Λαξευτές και λιθοπελεκητές μετέφεραν με τα μουλάρια τους, μέσα από τον σκληρό χιονιά του χειμώνα, έναν τεράστιο, σφυροκοπημένο από τις χιλιετίες, ογκόλιθο, από τα βουνά της Κελτιβηρίας. Μεσαιωνικοί σιδηρουργοί σφυρηλάτησαν γράμματα παλαιά και απλά επάνω στον λίθο, τη ρήση του Πάουντ: «Συνεχίζουν να κακαρίζουν την αυγή, στο Μεδιναθέλι, οι πετεινοί του Θιδ;» 

για την συνέχεια στον σύνδεσμο εδώ

Βιβλιοπαρουσίαση: Mussolini - από τον Σοσιαλισμό στον Φασισμό



Οι εκδόσεις «Μέτρον» στον τρίτο τόμο της μονοθεματικής σειράς «Ιστορικές Μορφές» επιλέγουν να προβάλλουν τον μύστη του Φασισμού Benito Mussolini. Μια προσωπικότητα που άφησε το στίγμα του στην παγκόσμια ιστορία και ηγήθηκε της Ιταλίας για 23 χρόνια.


Έτος κυκλοφορίας: 2012

Σελίδες: 144

Συγγραφέας: Δημοσθένης Κούκουνας

για περισσότερες πληροφορίες εδώ

Περί των επομένων ημερών και χρόνων ...



"Γνωρίζουμε πολύ καλά, πως κίνητρο αριστερών και δεξιών πίσω από κάθε παιδί, κάθε πατριώτη, κάθε εθνικιστή, κάθε εθνικοσοσιαλιστή ο οποίος χτυπιέται ή διώκεται, δεν είναι το κατά πόσο είναι αληθείς ή όχι οι ιδέες του, αν υπηρετεί σωστούς ή λάθος αρχηγούς, αν είναι συνειδητοποιημένος ή όχι, αλλά μονάχα αυτό: Η ύπαρξη του απέναντι από τα συμφέροντα κράτους και παρακράτους μαρξιστών και καπιταλιστών. 

Οτιδήποτε δεν μπορεί να ελέγχει πλήρως η δημοκρατία, ακόμη και συμμάχους της, οτιδήποτε θεωρήσει ότι μπορεί να κλονίσει της ισορροπία της, θα το χτυπήσει. Ύπουλα, αμείλικτα, αδίστακτα. Αυτός είναι και ο λόγος που αρνούμαστε να εισαχθούμε στους κόλπους της. Τουλάχιστον τα μόνα πισώπλατα μαχαιρώματα θα τα περιμένουμε μονάχα από κοντόφθαλμους «ομοϊδεάτες», οι οποίοι αδυνατούν να ταχθούν απέναντι στους δεκάδες εχθρούς και αναζητούν εύκολες λύσεις αποδείξεως ή επιβεβαιώσεως της ύπαρξής τους"

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ

Oswald Mosley: «Xριστός, Νίτσε και Καίσαρας» (Μετάφραση Βασίλειος Π. Δοργανάς)


Oswald Mosley: Xριστός, Νίτσε και Καίσαρας

Οι αντίπαλοι μας ισχυρίζονται ότι ο Φασισμός δεν έχει ιστορικό υπόβαθρο ούτε φιλοσοφία, και καθήκον μου απόψε είναι να εξηγήσω ότι ο Φασισμός έχει βαθιές ιστορικές ρίζες και ότι στηρίζεται σε ορισμένα απ’τα λαμπρότερα επιτεύγματα της νόησης. Γνωρίζω, βέβαια, πολύ καλά ότι δεν προσδίδεται και πολλή φιλοσοφία στις δραστηριότητές μας όπως αυτές εμφανίζονται στις στήλες του ημερήσιου τύπου. Ωστόσο, είμαι βέβαιος ότι δεν πιστεύετε πως αυτοί οι καθρέφτες του δημοσίου πνεύματος δίνουν πάντα μια σαφή αντανάκλαση, και παρ’όλο που ενημερώνεστε για τις πιο σημαντικές κυρίως στιγμές της πορείας μας, υπάρχουν ωστόσο και άλλες στιγμές, που έχουν ένα ορισμένο βάθος σε σκέψη και εποικοδομητική αντίληψη.
Πιστεύω ότι η Φασιστική φιλοσοφία δύναται να εκφρασθεί με κατανοητούς όρους, και παρ’όλο που αποτελεί μια εντελώς νέα συμβολή στην σκέψη της εποχής μας, μπορεί ωστόσο να καταδειχθεί ότι τόσο η προέλευσή της όσο και το ιστορικό της υπόβαθρο απορρέουν από την θεμελιωμένη σκέψη του παρελθόντος.
Εν πρώτοις θεωρώ ότι οι περισσότερες φιλοσοφίες της δράσης προήλθαν από μια σύνθεση πολιτισμικών συγκρούσεων σε μια προηγούμενη περίοδο. Σε κάθε εποχή πολιτισμού, σκέψης ή αφηρημένης νοητικής σύλληψης όπου δύο κουλτούρες βρίσκονται σε αιχμηρή αντίθεση, ακολουθεί και μια μετέπειτα εποχή δράσης στην οποία μπορείς να βρεις μια ορισμένη έμπρακτη σύνθεση μεταξύ των δυο αυτών αιχμηρών αντιθέσεων και ή οποία να οδηγεί σε ένα πρακτικό φρόνημα δράσης.
Θα σας έλεγα ότι τον τελευταίο αιώνα, η βασική ιδεολογική διαπάλη προήλθε από τον τρομερό αντίκτυπο της Νιτσεϊκής σκέψης σε έναν Χριστιανικό πολιτισμό δυο χιλιάδων ετών. Αυτός ο αντίκτυπος επήλθε μόνο με αργό τρόπο. Οι πλήρεις προεκτάσεις του δεν έχουν διεκπεραιωθεί παρά μόνο σήμερα. Αλλά όπου και να στρέψετε το βλέμα σας στο σύγχρονο στοχασμό, βρίσκετε τα αποτελέσματα αυτής της διαπάλης για κυριαρχία πάνω στη νόηση και το πνεύμα του ανθρώπου. Και δεν πρόκειται απ’την πλευρά μου για ένα κατηγορώ κατά του Χριστιανισμού, διότι θα σας δείξω ευθύς αμέσως πως κατά την άποψή μου η Νιτσεϊκή και η Χριστιανική αντίληψη είναι ικανές για σύνθεση.
για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ

Μανιφέστο της Φράξιας: Λεόν Ντεγκρέλ και Ρεξιστές


Πριν ακόμη αναχωρήσει για το Μεξικό, ο #Λεόν_Ντεγκρέλ όπως και τόσοι άλλοι, είχε αναζητήσει στο Καθολικισμό τις αρχές της ανθρώπινης αδελφότητας και της Κοινωνικής Δράσης. Το Lovanio (Oλλανδικά  Leuven, Γαλλικά Louvain)  διαθέτει ένα  καθολικό πανεπιστήμιο γύρω από το οποίο συσπειρώνονταν οι δραστηριότητες των καθολικών νεολαιών ανάμεσα στις οποίες και η Καθολική Δράση που από τα 1927 αποκτά πρωταρχική σημασία. Αυτή η τελευταία μάλιστα είχε κατορθώσει να επιβάλει στους νέους τον διαχωρισμό της πολιτικής αποστολής τους από εκείνη της θρησκευτικής.

Είναι γνωστό ότι από το 1884 οι Βέλγοι καθολικοί ακολουθώντας λίγο η πολύ το παράδειγμα της Γερμανίας και του #Zentrum είχαν συσπειρωθεί σε κόμμα που το όνομα του είχε ένα διπλό νόημα: Θρησκευτικό και πολιτικό. Ακόμα και σήμερα, το #Καθολικό_κόμμα είναι ένα από τα τρία μεγαλύτερα βελγικά κόμματα και συμμετέχει στην κυβέρνηση συνασπισμού του #Van_Zeeland  δίπλα στο Φιλελεύθερο και στο Σοσιαλιστικό κόμμα. 

Βέβαια κάτι τέτοιο δεν έγινε δίχως κάποιους συμβιβασμούς. Αντίθετα οι νέοι προσπάθησαν να δώσουν στη Θρησκεία την πρώτη της ανεξαρτησία και για το λόγο αυτό ασχολήθηκαν αποκλειστικά με προβλήματα ηθικής τάξης και με κοινωνικά έργα, δείχνοντας για δύο ολόκληρα χρόνια την αδιαφορία τους για την πολιτική. Ο #Λεόν_Ντεγκρέλ ήταν ένας από τους νέους αυτούς. Όταν στα 1930 επέστρεψε από το Μεξικό, ο Γραμματέας της Καθολικής Δράσης είχε μόλις ιδρύσει έναν εκδοτικό οίκο κάτω από το σύμβολο του βασιλιά Χριστού. Από αυτό ακριβώς το σύμβολο πήρε και την ονομασία #Christus_Rex. 

για την συνέχεια εδώ


Σχετικά με το βιβλίο εδώ

Κωνσταντίνος Τσοπάνης: «Ο ελληνικός και ο ρουμανικός εθνικισμός είναι παράλληλοι κόσμοι»



Συνέντευξη στον Γεώργιο Παπαζόγλου

Με την ευκαιρία της έκδοσης στα ελληνικά, του βιβλίου του καθηγητή Claudio Mutti «Ο Μίρτσεα Ελιάντε και η Σιδηρά Φρουρά - η διανόηση του Εθνικισμού στον Μεσοπόλεμο», συζητήσαμε με τον μεταφραστή και σχολιαστή του βιβλίου Κωνσταντίνο Τσοπάνη.


Το βιβλίο πραγματεύεται την σχέση Ρουμάνων διανοουμένων του Μεσοπολέμου, με την ρουμανική Λεγεώνα του Κ. Κοντρεάνου. Πώς εξηγείται η στελέχωση ή το βραχύχρονο πέρασμα μεγάλων ονομάτων της ρουμανικής και ευρωπαϊκής διανόησης από την Σιδηρά Φρουρά;

Η Σιδηρά Φρουρά, ή Λεγεώνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ όπως ήταν το πρώτο της όνομα, υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα πολιτικό κόμμα ή ένα ιδεολογικό κίνημα που αίφνης αναφάνηκε στο πολιτικό στερέωμα της Ρουμανίας του Μεσοπολέμου. Μπορούμε να πούμε ότι ήταν πολύ περισσότερο μια πίστη και μια μεταφυσική, μια ακτιβιστική μορφή και ερμηνεία του Ορθοδόξου Μυστικισμού ο οποίος γνώρισε μεγάλη άνθηση στην καθ' ημάς ανατολή. Ο Mircea Eliade είχε γράψει κατά τον Μεσοπόλεμο το εξής πολύ χαρακτηριστικό κείμενο για την ιδιοπροσωπεία της Σιδηράς Φρουράς: «Σήμερα όλος ο κόσμος βρίσκεται υπό το σύμβολον της επαναστάσεως, αλλά ενώ άλλοι λαοί ζουν αυτήν την επανάσταση στο όνομα ενός ταξικού αγώνος και μια οικονομικής υπεροχής (ο κομμουνισμός), ή του Κράτους (ο Φασισμός), ή της Φυλής (ο Χιτλερισμός), η Λεγεωναρική Κίνηση γεννήθηκε υπό το σύμβολο του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και θα θριαμβεύσει δια της θείας χάριτος. Για αυτό, ενώ όλες οι σύγχρονες επαναστάσεις είναι πολιτικές, η λεγεωναρική επανάσταση είναι πνευματική και χριστιανική. Ενώ όλες οι σύγχρονες επαναστάσεις έχουν ως σκοπό την κατάληψη της εξουσίας από μια κοινωνική τάξη ή από έναν άνθρωπο, η λεγεωναρική επανάσταση έχεις ως απώτατο στόχο της τη σωτηρία του έθνους τη συμφιλίωση του ρουμανικού έθνους με τον Θεό.» Κι είναι χαρακτηριστικό ότι αυτό το κείμενο το χρησιμοποίησε ο Capitan Codreanu στην απολογία του ενώπιον του δικαστηρίου.

Ο Capitan Corneliu Codreanu βασίσθηκε ακριβώς επάνω στην χριστιανική πίστη και το μυστικιστικό ή μυστικό αν θέλετε βίωμα προκειμένου να δημιουργήσει στην πατρίδα του τον «Νέο Άνθρωπο». Και τα κατάφερε! Έχοντας ο ίδιος όχι μόνο το ρητορικό χάρισμα, αλλά κι εκείνο της πειθούς και της σκηνικής παρουσίας, πιστεύοντας όμως κυρίως και ο ίδιος σε αυτά που κήρυττε, έχτισε βήμα προς βήμα μια μεταφυσική κι έναν ορθόδοξο μυστικισμό του υπερεθνικισμού. Σαν άλλος βιβλικός προφήτης κατάφερε να αγγίζει με τους λόγους του τις καρδιές των ανθρώπων και να τους κατακτά. Από εκεί και πέρα όσοι, παρασυρμένοι από την φλόγα που είχαν ανάψει τα λόγια του μέσα τους, αποφάσιζαν να τον ακολουθήσουν, κυριολεκτικώς μεταμορφώνοντο εσωτερικώς. Δεν ήσαν πλέον τα απλά αγροτόπαιδα που τον είδαν να καταφθάνει στο χωριό τους επάνω στο άσπρο του άλογο, περιβεβλημένο με την παραδοσιακή ρουμάνικη φορεσιά για να τους μιλήσει. Ήσαν πυρσοί πυρφόροι που ένωναν την εσωτερική τους φλόγα με την πυρκαγιά εκείνη του Αρχηγού, του Capitan Codreanu που είχε πυρπολήσει τις ψυχές τους. 

Έχοντας απόλυτη βεβαιότητα για τη μεταφυσική ορθότητα της επιλογής τους ήταν έτοιμοι πλέον να πεθάνουν ή να πολεμήσουν και να σκοτώσουν προκειμένου να επιτευχθεί ο υπέρτατος στόχος που δεν ήταν άλλος από τη σωτηρία της Πατρίδος. Μιας Πατρίδος καθημαγμένης από τον σαπισμένο πολιτικό κόσμο της εποχής εκείνης ο οποίος, κρυμμένος καλά πίσω από τη λάμψη των στολών και των αμφιέσεων κάθε λογής που επέβαλλε το αυστηρό ανακτορικό πρωτόκολλο των Χοχετζόλερν Σιγκμαρίνεν που βασίλευαν στη Ρουμανία, φρόντιζε μόνο να πλουτίζει ξεπουλώντας κυριολεκτικώς πατρίδα και έθνος. «Muntii nostri aur poarta, dar noi cersim din poarta in poarta», έλεγε με απόγνωση ο Ρουμάνικος λαός. Τα βουνά μας είναι γεμάτα μεταλλεία χρυσού κι εμείς ζητιανεύουμε από πόρτα σε πόρτα για να ζήσουμε. Οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας, όπως η πετρελαιοφόρος ζώνη του Πιτέστι - Πλοέστι, λίγα χιλιόμετρα έξω από το Βουκουρέστι, είχαν παραχωρηθεί σε ξένα συμφέροντα και ο λαός δούλευε ως σκλάβος στους ξένους αφεντάδες. «Όποιος αγάπησε τους ξένους, να φάνε την καρδιά του τα σκυλιά, το σπίτι του να ερημωθεί και να έχει την καταρά του Έθνους!» έγραφε λίγα χρόνια πριν ο εθνικός ποιητής της χώρας, Mihai Eminescu, πριν βρεθεί δολοφονημένος σε κάποιο σανατόριο. Φυσικό ήταν όλη αυτή η αδικία να φλογίζει τις ψυχές των νέων και εκείνοι να εξεγείρονται ζητώντας Δικαιοσύνη! 

Κι αφού η μόνη πολιτική κίνηση που έδειχνε να είναι αφοσιωμένη στα ιδανικά της Πατρίδος ήταν εκείνη της Σιδηράς Φρουράς, δεν άργησαν να πυκνώσουν και οι νέοι φοιτητές και αυριανοί καθηγητές και διανοούμενοι τις γραμμές της. Κι είναι αλήθεια ότι μορφές του πνεύματος, όπως ο υπαρξιστής ελληνιστής πανεπιστημιακός καθηγητής Nae Ionescu, αλλά και άλλοι που διακρίθηκα αργότερα στη διασπορά όπως ο μέγιστος των Θρησκειολόγων Mircea Eliade, ο φιλόσοφος Emil Cioran, ο ποιητής και συγγραφέας Virgil Gheorgiu του οποίου το έργο «25η ώρα» έγινε ταινία στο Χόλλυγουντ, αλλά κι άλλοι που προτίμησαν να ακολουθήσουν την οδό του μαρτυρίου μαζί με την πατρίδα τους, μη εγκαταλείποντας τη Ρουμανία όπως ο φιλόσοφος Constantin Noica και  πόσοι άλλοι ακόμα πέρασαν από τις γραμμές της Λεγεώνας βιώνοντας τη φυγή από την έρημο του κόσμου στον χώρο του πνεύματος και του μεταφυσικού.

Ο Eliade είναι μια κατακυρωμένη προσωπικότητα στην επιστήμη της θρησκειολογίας. Πού οφείλεται ότι δεν είναι  ευρέως γνωστή η ένταξή του στην Σιδηρά Φρουρά και πόσο επηρέασε την μετέπειτα πορεία του η επιλογή του αυτή;

Ο Mircea Eliade είναι για μένα ο μεγαλύτερος θρησκειολόγος του περασμένου αιώνος και συνάμα και ο πιο αδικημένος. Και το λέω αυτό διότι η ένταξη του στην Σιδηρά Φρουρά του κόστισε πάρα πολύ ήδη από τα πρώτα χρόνια. Ας μην ξεχνάμε πως συνελήφθη ήδη προπολεμικώς στη Ρουμανία από τη δικτατορική κυβέρνηση του Βασιλέως Καρόλου Β και ενεκλείσθη στο στρατόπεδο της Miercurea Ciuc μαζί με πολλούς άλλους κορυφαίους Λεγεωναρίους. Αλλά και έγκλειστος ακόμα δεν έπαυσε τη δράση του αφού παρέδιδε μαθήματα στους φυλακισμένους Λεγεωναρίους. Το οριακό σημείο για τον ίδιο, σχετικώς με την παραμονή του στη Λεγεώνα, ήταν προφανώς η δολοφονία του Capitan από τη Βασιλική Ρουμανική Κυβέρνηση. Έκτοτε άρχισε να απομακρύνεται από τις γραμμές της Σιδηράς Φρουράς αφού ήξερε καλά που ο κινητήριος μοχλός του κινήματος ήταν ο ίδιος ο Capitan Codreanu. Και ο Capitan πλέον δεν υπήρχε. Το πολιτικό κατεστημένο της χώρας, σάπιο και αμοραλιστικό εντελώς, είχε καταφέρει ένα καίριο πλήγμα στον κύριο αντίπαλο του που ήταν η Σιδηρά Φρουρά. Ο Capitan ήταν νεκρός και για να παραφράσουμε τους λόγους του Ταλεϋράνδου, ο Eliade αποφάσισε να μην ακολουθεί ένα πτώμα. 

Η χαρισματική προσωπικότης του Capitan, του μαγικού πρίγκηπα Φατ Φρουμός των ρουμανικών θρύλων που θα έσωζε το Έθνος, ήταν αυτή που είχε θέλξει τον ίδιο τον Eliade όπως και πάμπολλους άλλους. Τώρα που ο Capitan δεν είχε πλέον φυσική παρουσία κι ενώ η χώρα κατελήφθη από τον Σοβιετικό Στρατό, o Eliade ένοιωσε ότι δεν είχε πλέον πατρίδα να τον περιμένει κι ότι έπρεπε να επιβιώσει στον ελεύθερο κόσμο, σε έναν κόσμο όμως που το να έχει υπάρξει κάποιος σύμμαχος του Χίτλερ αρκούσε για να του στερήσει πάμπολλες δυνατότητες. Αποφάσισε λοιπόν να «καλύψει» το «πέρασμα» του από τη Σιδηρά Φρουρά, αλλά ποτέ δεν αρνήθηκε τη Μεταφυσική της. Στα γραπτά του Eliade των δεκαετιών του τριάντα και του σαράντα - καθώς επίσης και στο μεταγενέστερο έργο του, αλλά με ένα λιγότερο προφανή τρόπο - μπορείς κανείς να δει την επιθυμία του για την καταστροφή του συγχρόνου κόσμου και την ίδρυση ενός νέου Reich. Για τον Eliade ο κόσμος που δολοφόνησε τον Capitan Codreanu άξιζε μόνον να καταστραφεί κι αυτό ήταν το μέλλον του. Ωστόσο ο κόσμος αυτός, τον οποίον ο Eliade καταδίκαζε στα κείμενα του, πρόλαβε να του στερήσει το Νόμπελ τη δεκαετία του 1980 αποκαλύπτοντας, σύμφωνα με τους διώκτες του,  ότι ο Eliade «ήταν ένας αμετανόητος αχρείος Ρουμάνος εμιγκρέ, ένας Φασίστας αγκιτάτορας!»         

Ο Κοντρεάνου και η Σιδηρά Φρουρά είναι ιδιαίτερα αγαπητός στους Έλληνες Εθνικιστές ίσως και λόγω της θρησκείας. Πιστεύετε ότι η Ορθόδοξη Πίστη και ο Εθνικισμός δύνανται να συμπλεύσουν;

Δυνατόν να συμπλεύσουν είναι και αυτό το απέδειξε η Σιδηρά Φρουρά και οι χιλιάδες χριστιανών εθνικιστών μαρτύρων που αναφάνηκαν μέσα από τις γραμμές της δίνοντας το αίμα τους χωρίς δεύτερη σκέψη για την Πατρίδα! Κι αν αξίζει η μελέτη του θρησκευτικού εν πρώτοις, ρουμανικού αυτού φαινομένου από τους Έλληνες είναι ακριβώς διότι αυτή η εμπνευσμένη ηγετική μορφή του Capitan Codreanu, που επισφράγισε με την προσωπική του θυσία τα όσα δίδασκε, κατάφερε ακριβώς να ενώσει και να αλληλοπεριχωρήσει την Ορθόδοξη Πίστη και τον Εθνικισμό. Κατάφερε μάλιστα κάτι πολύ πιο πέρα από αυτό, να θεμελιώσει τον Ορθόδοξο Μυστικισμό του Εθνικισμού κι αυτό είναι πάρα πολύ βασικό για ομόδοξες της Ρουμανίας χώρες όπως η Ελλάδα. Ξέρετε κάτι; Βρισκόμαστε εν Ελλάδι σε συγκεντρώσεις εθνικιστικές και αν έχετε τον χρόνο και την διάθεση να ρωτήσετε έναν έκαστον των παρισταμένων σχετικά με την πολιτική και θρησκευτική φιλοσοφία του θα τα χάσετε από το ποσό πολύ διαφορετικά πράματα πιθανώς να πιστεύουν μεταξύ τους με τις απόψεις να κινούνται από την αρχαιοελληνική πίστη, με όλες της τις εκφάνσεις, έως και την ακραιφνή χριστιανική πίστη. 

Στη Ρουμανία αντιθέτως ο Capitan Codreanu κατάφερε να ενώσει και θρησκευτικά τους Λεγεωναρίους εντός των πλαισίων ενός χριστιανικού ορθοδόξου μυστικισμού του Εθνικισμού. Ο Λεγεωνάριος ήταν πιστός Χριστιανός και δυνάμει, ανά πάσα στιγμή, Χριστιανός Μάρτυς! Τις αντιδράσεις της επισήμου Ρουμανικής εκκλησίας στη δική του θρησκευτική πίστη συνήθιζε να τις αντιμετωπίζει με τους λόγους του Μπερδιάεφ: «Το δράμα του κόσμου συνίσταται στο ότι οι ψευτοχριστιανοί έχουν καταλάβει θέσεις κι αξιώματα και οι πραγματικοί Χριστιανοί δε μπορούν να εφαρμόσουν το Ευαγγέλιο» Απευθυνόμενος δε στους Λεγεωναρίους επαναλάμβανε τους λόγους του Χοσέ Αντώνιο Πρίμο δε Ριβέρα προς τους Ισπανούς Φαλαγγίτες: «Λεγεωνάριοι θαρσείτε! Εμάς θα μας δικαιώσει ο Θεός!» Και να είστε σίγουροι ότι ο Θεός δικαιώνει, απλώς έχει τους δικούς του χρόνους.

Έχετε ασχοληθεί συστηματικά με τον ρουμανικό εθνικισμό και τα πνευματικά κινήματα της χώρας αυτής. Ποια είναι τα συγγραφικά και μεταφραστικά σας σχέδια για το μέλλον;

Η αλήθεια είναι ότι παρά το γεγονός των πολυπληθών άρθρων, δοκιμίων, βιβλίων, μεταφράσεων όπως των πολύτομων  Απομνημονευμάτων του Horia Sima, Comandant της Σιδηράς Φρουράς, που έχω κατά καιρούς γράψει και μεταφράσει σχετικά με τη χώρα και τον ρουμανικό ορθόδοξο Εθνικισμό, πάντα υποκύπτω στον πειρασμό να γράψω και κάτι καινούριο ή να μεταφράσω κάποιο πολύ ενδιαφέρον έργο που πέφτει στα χέρια μου. Κι ας μου στοιχίζουν όλα αυτά πολύτιμο χρόνο κι ενίοτε και υγεία αφού είναι ένα έργο που με καθηλώνει σωματικά και με «στοιχειώνει» ψυχολογικά μέχρι να το παραδώσω στη δημοσιότητα. Από την άλλη όμως, όταν βλέπεις δυο κόσμους παράλληλους, κι αναφέρομαι στον ελληνικό και στον ρουμανικό Εθνικισμό, δεν μπορείς παρά να προσπαθήσεις να τους φέρεις σε άμεση επαφή, γνωριμία κι αλληλοκατανόηση κι ας αναλώσεις όλες σου τις δυνάμεις σε αυτόν τον αγώνα. 

Ξέρετε, δεν γίνεται, ή μάλλον είναι μεγάλη αδικία, να μην έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά τα βιβλία συγγραφέων όπως ο καθηγητής Claudio Mutti, που αφιέρωσαν τη ζωή τους στον Εθνικισμό. Ή να μην έχει μεταφραστεί στα Ελληνικά το έργο του μακαριστού ελληνιστού καθηγητού του πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα Miguel de Unamuno! Λες μέσα σου, κάτι πρέπει να κάνω αφού έχω τη δυνατότητα κι όσο ακόμα έχω τις δυνάμεις να το κάνω. Και προχωράς. Κι έτσι προκύπτουν νέες μεταφράσεις και νέα έργα. Στα σκαριά τώρα είναι επίσης το βιβλίο του καθηγητού Claudio Mutti με τίτλο: «Οι πένες του Αρχαγγέλου», που αποτελεί μια μελέτη στο έργο των μεγάλων Ρουμάνων Εθνικιστών διανοουμένων, καθώς και μια σειρά βιβλίων με τίτλο «Με τον Χριστό στη φυλακή. Μαρτυρίες Λεγεωναρίων πολιτικών κρατουμένων από τα κομμουνιστικά κάτεργα».