To «Τρίτο Βασίλειο» του ευρωπαϊκού σοσιαλιστικού εθνικισμού (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)

 

Ο Arthur Moeller van den Bruck ήταν ένα από τα υψηλότερα ιδεολογικά μυαλά που αποτέλεσαν την ευρωπαϊκή προσπάθεια διαφυγής από τις αντιφάσεις και τις καταστροφές της νεωτερικότητας. Ήταν ένας από τους πρώτους που πολιτικοποίησε την ανησυχία του πολιτισμού μας μπροστά στην παγκόσμια επιβεβαίωση του φιλελευθερισμού και την άνοδο της νέας αντι-Ευρώπης, καθώς η Αμερική εισβάλλοντας κατέστρεψε κάθε τομέα πολιτικό, πολιτισμικό, κοινωνικό και θεσμικό στην Ευρώπη. 

Εξ ου και ένας σαφής διαχωρισμός της έννοιας της Δύσης από αυτή της Ευρώπης. Η απόρριψη της καπιταλιστικής Δύσης και της βίαιης αντιλαϊκής της μετατόπισης, έμελλε να οδηγήσει πάνω σε μια ευθεία γραμμή προς μια επανάσταση των ευρωπαϊκών λαών, στην αναζωογόνηση τους, στην επανεκκίνηση τους ως πραγματικές οργανικές δημοκρατίες του λαού.

Όπως πολλές άλλες ιδιοφυΐες των πρώτων δεκαετιών του εικοστού αιώνα, έτσι και ο Moeller είδε αμέσως ξεκάθαρα αυτό που πολλοί από τους σύγχρονούς μας εξακολουθούν να αδυνατούν να διακρίνουν: την καταστροφικότητα του φιλελευθερισμού, τη θανάσιμη αρρώστια των καπιταλιστικών τεχνοκρατιών, τη βασική εξαπάτηση που έδωσε και δίνει υπόσταση σε εκείνο το κέντρο της παγκόσμιας αποσύνθεσης, που ήταν ήδη τότε οι ΗΠΑ. 

Μια ψεύτικη δημοκρατία, μια αυτοκρατορία του Χρηματιστηρίου, μια ελευθερία ίσως, αλλά μόνο για την κυριαρχία των επιχειρηματικών αιρέσεων. Με μια λέξη για όποιον είχε μάτια να δει, ήταν προφανές ότι ένα φιλελεύθερο τέχνασμα επρόκειτο να ρίξει τον ιστό εξουσίας του, τον οποίο διαχειρίζονταν αποεθνικοποιημένες και απάτριδες μειονότητες, στους λαούς.

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Από τις εκδόσεις «Λόγχη» κυκλοφορεί το έργο του Ιουλίου Έβολα «Καβαλικεύοντας την τίγρη»: ένα βιβλίο για τους Αριστοκράτες της Ψυχής



για να το παραγγείλετε εδώ ...

γράφει ο Κωνσταντίνος Μποβιάτσος

Σε μια εποχή νιχιλισμού, το «Καβαλικεύοντας την τίγρη» είναι ένα μεταπολιτικό εγχειρίδιο επιβίωσης για όσους διαφωνούν με την εποχή τους και τον κόσμο στον οποίο ζουν, αλλά, μη μπορώντας να  τροποποιήσουν τα δεδομένα αυτά, προτιμούν να αποσυρθούν στην ενεργό μοναξιά και να την κυριαρχήσουν, να την καβαλικεύουν για να μην κατακλυστούν.

Το «Καβαλικεύοντας την τίγρη» είναι ένα κινέζικο μόττο, το οποίο επίσης έχει φωνάξει και ο Μάο, προτείνοντας να μην αντιμετωπίσουμε την τίγρη ή να προσπαθήσουμε να ξεφύγουμε, αλλά να τρέξουμε πάνω της. Είναι μια αριστοκρατική σύνοψη του Ενεργού Μηδενισμού για όσους επέλεξαν όχι την πολιτική, αλλά την «απολιτεία», όπως την αποκαλεί ο Evola, ή την «απολιτική» επιλογή όπως την είχε ορίσει ο Thomas Mann.

Το βιβλίο αυτό είχε είχε μια εκρηκτική επιρροή στη «δεξιά» νεολαία, ειδικότερα στη ριζοσπαστική την δεκαετία του 1960 όταν εκδόθηκε, αλλά και αργότερα. Το Καβαλικεύοντας την τίγρη είναι το έργο ενός στοχαστή που συνδέεται με την παράδοση, ο οποίος, ζώντας στην αμετάκλητη Σκοτεινή Εποχή (kali yuga), στη δίνη της παρακμής, της ερήμωσης και των ερειπίων, ευνοεί την κούρσα προς τη διάλυση γιατί μόνο φτάνοντας στο σημείο μηδέν τότε θα είναι δυνατό, να ανεβεί κάποιος και αντιστρέψει την πορεία. Μια θέση που κινδυνεύει να συνδεθεί με τους δαίμονες της αποσύνθεσης. Η ανομία, το χάος, η παραβατικότητα, η αναρχία γίνονται για έναν «Εβολιάνο», η ευκαιρία να σκληρύνει.

Καβαλικεύοντας την τίγρη ήταν το 1968 της καλλιεργημένης και ριζοσπαστικής «δεξιάς», η υπέρβαση στο όνομα της παράδοσης. Σε μια εποχή που έγιναν πολλά και κυρίως από την αριστερά, τα αποτελέσματα άλλωστε τα βλέπουμε σήμερα, κάποια παιδιά , κάποιοι νεοφασίστες τόλμησαν να κάνουν το ίδιο, έχοντας απέναντι το Καθεστώς και την Αριστερά. Στα χέρια νεαρών «δεξιών» ριζοσπαστών, το βιβλίο αυτό έγινε ένα πολύ επικίνδυνο βιβλίο. Όχι όμως γιατί υποκίνησε τη βία και την τρομοκρατία, όπως νόμιζαν κάποιοι «ιδεολόγοι» αστυνομικοί, αλλά γιατί έγινε ευγενές άλλοθι για αναρχοατομικιστικές επιλογές, για παραβατικές και αλλοτριωτικές εμπειρίες και για απόδραση από την πολιτική.

Ήταν η πύλη εισόδου στον για να εισβάλει η «Δεξιά» στον μαζικό «Διονυσιασμό» που εξερράγη στη συνέχεια το 1968. Ή σύμφωνα με άλλους, ήταν ένας κωδικός πρόσβασης στη χρήση της νεωτερικότητας και των μέσων της, αυτός ο «αντιδραστικός μοντερνισμός».

Εκείνοι που προσπάθησαν να παραμείνουν στον πολιτικό ακτιβισμό, είδαν το βιβλίο αυτό ως συνοριακό ποτάμι για να επιχειρήσουν μια σύνθεση μεταξύ του «δεξιού» επαναστατικού ριζοσπαστισμού και εκείνου της  αριστεράς, ή αναρχοκομμουνισμού. Ο υβριδισμός πήρε διάφορες πτυχές, όπως αυτή  της λεγόμενης ναζί-μαοϊκής τάσης που εμφανίστηκε στην αρχική φάση του 1968, για να διαλυθεί στη συνέχεια από το κομματικό  μίσος της δεκαετίας του 1970. Στο τέλος επικράτησε ο ατομικισμός.

Σε εκείνο το κείμενο ο Έβολα επέστρεψε στα ντανταϊστικά του νιάτα και στον Αυτάρκη, το απόλυτο άτομο της πρώτης του φιλοσοφίας. Επέστρεψε στον Nietzsche και τον ενεργό μηδενισμό του, γνώρισε τον Ernst Jünger, του οποίου μετέφρασε ( την ίδια περίοδο που έγραψε το “ Καβαλικεύοντας την Τίγρη”), τον “Εργάτη”, και τον ποιητή Gottfried Benn. 

Στη συνέχεια, πριν από το 1968, ο Evola επέστρεψε στην Παράδοση, ώθησε τον εαυτό του στο ρόλο του θεωρητικού μιας μετα-ιστορικής και μεταφασιστικής «Δεξιάς» και πέθανε το 1974, εν μέσω των «μαύρων» σφαγών που έριξαν ένα άδικο διαβολικό φως πάνω του. Μεγάλος Εμπνευστής, τεράστιο Πνεύμα. Τότε ο τίγρης πέταξε τους αναβάτες του και συνέχισε να τρέχει προς το πουθενά.

Τα άγνωστα θραύσματα της ιστορίας: Ante Pavelić, ο Poglavnik της Κροατίας

 

«Το μαχαίρι, το περίστροφο, το πολυβόλο και η ωρολογιακή βόμβα. Αυτά είναι τα ινδάλματα, είναι οι καμπάνες που θα αναγγείλουν την αυγή και την ανάσταση»

του Wolverine

Ξεκίνησε την καριέρα του ως δικηγόρος και πολιτικός καθώς και μέλος του «κόμματος της δικαιοσύνης», με στόχο την ανεξαρτησία και την επέκταση της Κροατίας. Η συνεισφορά του στην προώθηση της πολιτικής βίας για την επίτευξη του κύριου σκοπού υπήρξε μέγιστη, μέσα από την συνεχή και έντονη δράση με στόχο την ολοκληρωτική επικράτηση. Η εξορία και η καταδίκη του σε θάνατο από τις αρχές του βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας δεν τον πτόησαν στο ελάχιστο. Βρήκε βοήθεια και συνδρομή αρχικά στην Φασιστική Ιταλία όπου και ίδρυσε την ακτιβιστική οργάνωση Ustaše με παραρτήματα σε διάφορες χώρες και με την συνοδεία σημαντικών προπαγανδιστικών εκδόσεων. Το σύμβολο των Ούστασε ήταν ένα κεφαλαίο μπλε γράμμα «U» μέσα σε ένα έμβλημα εκρηγνυόμενης χειροβομβίδας. 

Η ιδεολογία του κινήματος ήταν ένας συνδυασμός Φασισμού, Καθολικισμού και Κροατικού εθνικισμού. Η Ούστασε υποστήριζε τη δημιουργία μιας Μεγάλης Κροατίας και πέραν του ποταμού Δρίνου, που θα εκτεινόταν μέχρι τα όρια του Βελιγραδίου. Το κίνημα ήταν αντίθετο με την κοινοβουλευτική δημοκρατία επειδή είναι «διεφθαρμένη» και με τον Μαρξισμό και τον Μπολσεβικισμό για τις παρεμβάσεις τους στην οικογενειακή ζωή και την οικονομία και για τον υλισμό τους. Η Ούστασε θεωρούσε τα ανταγωνιστικά πολιτικά κόμματα και τα εκλεγμένα κοινοβούλια επιβλαβή για τα δικά της συμφέροντα. Από οικονομική άποψη η Ούστασε υποστήριζε τη δημιουργία μιας κορπορατιστικής οικονομίας. Προσάρμοσαν την δομή του αγώνα της στο Φασιστικό μοντέλο και μετά το ’33 και την επικράτηση του Χιτλερισμού πρόσθεσαν τον βίαιο αντισημιτισμό. 

Το κύριο σλόγκαν της οργάνωσης ήταν το «Za dom Spremni» που σημαίνει «έτοιμοι για την πατρίδα». Οι ενέργειες που περιλάμβαναν βομβιστικές επιθέσεις και αιματηρές ενέδρες υπήρξαν το κύριο χαρακτηριστικό της ένοπλης κινηματικής δράσης. Οι διεθνείς πιέσεις του εξωτερικού οδήγησαν στην 18μηνη φυλάκιση του στην Ιταλία. Μετά την πλήρη επικράτηση του Άξονα στην Γιουγκοσλαβία και την συνάντηση του με τον Χίτλερ ονομάστηκε ανώτατος ηγέτης - Poglavnik - και άρχισε να διοικεί την ανεξάρτητη Κροατία αν και καθόλη την περίοδο η εξουσία του επισκιάστηκε από την πλήρη κυριαρχία της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας και της Φασιστικής Ιταλίας. 

Η πολιτική εκτοπισμού και η αποθέωση της βίας με κάθε μέσο κυρίως ενάντια σε Σέρβους Ρομά και Εβραίους υπήρξε το κύριο χαρακτηριστικό της εξουσίας του η οποία μέχρι σήμερα αποτελεί την βασική κατηγορία για τους επικριτές του και όσους τον πολέμησαν. Απέναντι στις δολοπλοκίες των στενών συνεργατών του που ήθελαν να πουλήσουν το όραμα για ανεξαρτησία και να παραδοθούν στις μασονικές πλουτοκρατικές δυνάμεις απάντησε σκληρά και βίαια και έστειλε στο απόσπασμα τα πρόσωπα που σχεδίαζαν πίσω από την πλάτη του την ανατροπή του. Να σημειωθεί ότι όλες οι πλευρές αναγνώρισαν την υψηλή μαχητική αξία των Κροατών πολεμιστών στο Ανατολικό Μέτωπο όπου και κέρδισαν σημαντικές διακρίσεις στα πεδία των μαχών. 

Μετά την παράδοση της Γερμανίας ο ηγέτης της Κροατίας έδωσε μια διαταγή να πολεμήσουν μέχρις εσχάτων οι δυνάμεις του, όμως η παράδοση ήταν μονόδρομος η οποία και κατέληξε σε ένα όργιο βίας και βασανιστηρίων από την μεριά των κομμουνιστών ανταρτών με ευθύνη των αγγλικών δυνάμεων. Η Μάχη της Πολιάνα, μεταξύ μιας μικτής φάλαγγας Γερμανών και Ούστασε και μιας δύναμης Παρτιζάνων, ήταν η τελευταία μάχη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου σε ευρωπαϊκό έδαφος. Αφού ο αγώνας είχε χαθεί και με την πλήρη διάλυση των στρατιωτικών μονάδων ο Κροάτης ηγέτης πέταξε αρχικά στην Αυστρία και μετά στην Αργεντινή του «Τριτοδρομίτη» Juan Peron όπου βρήκε άσυλο και ασφάλεια. 

Το 1957 ακολούθησε μια απόπειρα δολοφονίας του με αποτέλεσμα τον βαρύτατο τραυματισμό του. Αποτέλεσμα αυτού επήλθε ο θάνατος του στις 28 Δεκεμβρίου του 1959 στο έδαφος της Ισπανίας του Φράνκο όπου και έζησε τα τελευταία του χρόνια σε μυστική τοποθεσία, αφού πρώτα είχε βρει καταφύγιο στην Παραγουάη και την Χιλή. Οι Κροάτες εθνικιστές δεν κρύβουν τον θαυμασμό τους για τον Ante Pavelić.

Γιατί θα πρέπει κάποιος να διαβάσει τον Ernst Jünger (Μαύρες Φλόγες)


 

Αντιφασίστες με χάρτινες περικεφαλαίες.

 

του Σταύρου Λιμποβίση

Η σιωπή από τον προφυλακισμένο στον Δομοκό Κασιδιάρη, αποδεικνύει στην πράξη τον συνεχιζόμενο «εμφύλιο» που εξελίσσεται στις τάξεις των «Σπαρτιατών». Η ανάδειξη του Στίγκα σε κορυφαία μορφή του «νεοεθνικισμού» ως αρχηγού ενός κόμματος που προσέλκυσε ένα σημαντικό ποσοστό, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο προβεβλημένος πρώην χρυσαυγίτης και δελφίνος της κομματικής αυλής έχει την «μαγική» ικανότητα να αναδεικνύει αυτούς που όμως δεν έχουν καμιά σχέση με τον εθνικισμό σε «χρυσούς φασιανούς» της ακροδεξιάς ή σε «Σπαρτιάτες με χάρτινες περικεφαλαίες» όπως τους περιέγραψε η γνωστή - για την αρωγή της στην Νορβηγική antifa έχουμε γράψει άρθρο - Ουρανία Μιχαλολιάκου.

Η αναμενόμενη «έξοδος» του πατέρα της από το κέντρο αποκατάστασης έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον εκατοντάδων οπαδών του ΝΓΜ οι οποίοι ακονίζουν όχι τις ξιφολόγχες, αλλά τα πλήκτρα ... με στόχο την σύγκρουση ανάμεσα στην εναπομείνασα «Χρυσή Αυγή» και το τερατούργημα του «αντιφα» νεοεθνικισμού που ονομάζεται πλέον και «συνταγματικός πατριωτισμός». Συνώνυμος ο όρος με αυτούς που κάποτε φυλάκισαν τον Κολοκοτρώνη και τον Νικηταρά και δολοφόνησαν τον Καποδίστρια.

Το θράσος αυτών που συνθέτουν τον «νεοεθνικισμό» με σήμα την περικεφαλαία της Marvel δεν έχει όρια παρά τις αποτυχημένες πολιτικές επιλογές τύπου Κανελλόπουλου και Στίγκα, καθώς και τα μεγαλεπίβολα σχέδια τους για τον Δήμο Αθηναίων, φέρνοντας στο επίκεντρο ένα ακόμη ερώτημα για το ποιος πραγματικά ενημερώνει τους φυλακισμένους του Δομοκού σχετικά με τις πολιτικές εξελίξεις και τις σύγχρονες αγωνίες της κοινωνίας.

Έσπευσε ο Στίγκας και η κοινοβουλευτική παρέα του να πλειοδοτήσει στον ευκαιριακό αντιφασισμό με αφορμή τον τραγικό θάνατο του οπαδού της ΑΕΚ. Ένα προγραμματισμένο ραντεβού θανάτου ανάμεσα στις δυο πλευρές για το οποίο να σημειωθεί ότι είχαν ενημερωθεί 23 αστυνομικές υπηρεσίες, ενώ όπως δείχνουν οι εξελίξεις και οι μαρτυρίες έσπευσαν να συμβάλλουν σε αυτό και στην κατάληξη του άτομα τα οποία δεν έχουν καμιά σχέση με τους «Κροάτες φασίστες» και τα «εγγόνια του Πάβελιτς». Το πανό των Κροατών με ένα σχέδιο που έχει απαγορευμένο το μαχαίρι είναι μια πρώτη και άκρως συμβολική δημόσια τοποθέτηση ότι δεν ευθύνονται οι ίδιοι για τον θανάσιμο τραυματισμό. Δυστυχώς το σύγχρονο ποδόσφαιρο δεν είναι παρά ένα γέννημα του καπιταλισμού που προσελκύει την νεολαία σε αιματηρές αρένες με στόχο την πλήρη εξαχρείωση ακόμη και τον θάνατο χωρίς κανέναν λόγο.

Για μια ακόμη φορά η άκρα δεξιά που σιτίζεται από τους κρατικούς πόρους όπως και το σύνολο του κοινοβουλευτικού οχετού, υιοθέτησε το αποκρουστικό λεξιλόγιο του σιωνιστικού συστήματος και των υπηρεσιών για να δεχτεί την ευμενή κριτική του καθεστώτος της κατοχής ή ακόμη και να προετοιμάσει το έδαφος για τις μελλοντικές ψηφοφορίες μέσα στην φωλιά της σάπιας δημοκρατίας που ονομάζεται βουλή. Επιβεβαιωνόμαστε - δυστυχώς - πλήρως σε όσα έχουμε γράψει κατά καιρούς για τον προφυλακισμένο Ηλία Κασιδιάρη και την πορεία της ελλαδικής άκρας δεξιάς η οποία αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην ρητορική υπέρ του Trump και του Ισραήλ και στον έντονο αντιφασισμό ο οποίος όταν δεν βρίσκει ενίσχυση στους κύκλους των Rotary και τον «συνταγματικό πατριωτισμό» του Jürgen Habermas (…) ανακαλύπτει εσπευσμένα και μετά από κατευθυντήριες εντολές ακόμη και τις εθελοντικές δυνάμεις των Ουκρανών Εθνικιστών (Azov) ή τον εμφύλιο στην Γιουγκοσλαβία!

Μας προκαλούν όμως ακόμη περισσότερο γέλιο κάποιοι «εθνικοσοσιαλιστές» οι οποίοι δεν έχουν πει το παραμικρό για την σύγκρουση στην Ουκρανία αναμένοντας και αυτοί μάλλον την «αρωγή» των διαθέσιμων πόρων από πρόσωπα γνωστά σε όλους για την πορεία τους στον «χώρο». Αυτοί όμως είναι μια άλλη ιστορία για την οποία θα υπάρξει μια ενδιαφέρουσα μελλοντική αναφορά.

Έτσι λοιπόν οι «Σπαρτιάτες» μετά τα συλλυπητήρια που έστειλαν στην οικογένεια Βαρδινογιάννη για τον θάνατο της φανατικής θαυμάστριας του Μαντέλα, έσπευσαν να βγάλουν ένα έκτακτο και άκρως εμετικό δελτίο τύπου όπου κάνουν λόγο με ιδιαίτερο στόμφο για τους «νεοναζί Κροάτες, που δολοφόνησαν εν ψυχρώ τον οπαδό της ΑΕΚ, είναι αυτοί που το 1990 ξεκίνησαν έναν εμφύλιο με τους Σέρβους μετά από έναν ποδοσφαιρικό αγώνα» κάνοντας ακόμη και τον Τίτο να γελάει από τον τάφο του.

Δεν έμειναν όμως μόνο στην ανιστόρητη κριτική τους άλλα έσπευσαν να απολογηθούν ως καλοί αντιφασίστες που είναι με νέα και άκρως εμετική ανακοίνωση που έλαβε μέρος και αποτελεί μνημείο σουρεαλισμού με τίτλο «οι σχέσεις του «τάγματος Αζόφ» με τους δολοφόνους του Μιχάλη και ο «αντιφασισμός» του Μητσοτάκη». Ανάμεσα σε άλλα που αναφέρουν και προκαλούν το γέλιο, ζητούν τον λόγο οι όψιμοι αντιφασίστες «εθνικιστές» από τους φανατικούς Ουκρανούς εθνικιστές και οπαδούς της Ντιναμό Κιέβου (που είχαν τιμήσει τους Φουντούλη και Καπελώνη με ανάρτηση πανό στο γήπεδο τους) για μια φωτογραφία με συνθήματα υπέρ των Κροατών πάνω σε βλήματα όλμων και τα οποία τα είχαν γράψει οι Ουκρανοί χωρίς να δίνουν βάση στις ιστορικές σχέσεις των δύο χωρών ή ακόμη και τις διεργασίες των δυο ομάδων σε οπαδικό επίπεδο αλλά και την σύνθεση στις εθελοντικές δυνάμεις που πολεμούν την Ρωσική εισβολή.

Αναπαράγουν μέσα στο άρθρο αυτό όλη την εμετική προπαγάνδα των Σιωνιστών και των αντιφασιστών δημοκρατών ώστε να υπογράψουν τις νέες δηλώσεις μετανοίας πριν το φθινόπωρο, με στόχο την πολιτική ανταλλαγή, όπως την εποχή που ο Κασιδιάρης ενώ είχε πάρει το δαχτυλίδι διαδοχής από τον Μιχαλολιάκο απαιτούσε την άμεση και δημόσια αποκήρυξη του Εθνικοσοσιαλισμού και του Φασισμού ως σημαντικό και απαράβατο όρο για την συμμετοχή του στην μελλοντική πορεία της «Χρυσής Αυγής»!

Αυτά λοιπόν που δεν κάνει ούτε η antifa τα κάνει το κόμμα «Σπαρτιάτες» και ο μουγκός μετά την είσοδο τους στην βουλή Ηλίας Κασιδιάρης, ο οποίος σε μια ακόμη επίδειξη ναρκισσισμού οραματίζεται την κυριαρχία του στις δημοτικές εκλογές χωρίς όμως να διαθέτει οργανωμένη νεολαία και ιδεολογικό οπλοστάσιο. Χωρίς να νοιάζεται για την συσπείρωση των οπαδών του στην επαρχία ή να παρεμβαίνει για τα κακώς κείμενα του κόμματος μέσα στην βουλή. Δηλώσεις που προκαλούν απέχθεια για το αντιφασιστικό τους δηλητήριο και φωτογραφίες στελεχών του μαζί με το πιο σάπιο τμήμα της αστικής τάξης και της πλουτοκρατίας, είναι τα πρώτα δείγματα κοινοβουλευτικής γραφής ενός κόμματος που μπήκε στην βουλή με την χρήση ενός καρτοτηλέφωνου και με όχημα την στείρα προσωπολατρεία.

Με τους αντιφασίστες της αριστεράς μας χωρίζουν πολλά, όμως με τους εμετικούς αντιφασίστες της δεξιάς που καπηλεύονται έννοιες ιδέες και σύμβολα μας χωρίζουν πολλά περισσότερα. Ο θάνατος ενός οπαδού οδήγησε στην πλήρη αποκάλυψη των προθέσεων των αντιφασιστών της άκρας δεξιάς που προσπαθούν με νύχια και με δόντια να φανούν αρεστοί στο καθεστώς και στα κατευθυνόμενα ΜΜΕ. Δεν υπάρχει πλέον  καμιά δικαιολογία για όσους είναι ριζοσπάστες φασίστες και εθνικοσοσιαλιστές/εθνικιστές, οι εχθροί μας είναι το σύνολο του κοινοβουλευτισμού και οι πιο θανάσιμοι από αυτούς, αυτοί που χρησιμοποιούν την γαλανόλευκη και τον «εθνικισμό» νέας κοπής.

Μια έκδοση από την Λόγχη ανατρεπτική, που φέρνει στην γλώσσα μας ιδέες, σκέψεις αλλά και γνώση με ιδεολογική και πολιτική υπόσταση!


Το βιβλίο, με πρόλογο του Gabriele Adinolfi, φέρει την υπογραφή του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου που έχει συγγράψει σειρά  βιβλίων όπως το «Léon Degrelle ο τελευταίος ιππότης», «Μίκης Μάντακας, πεθαίνοντας για την Ευρώπη», έχει μεταφράσει το «Δόγμα του Φασισμού»,  το «Pierre Drieu La Rochelle, Ιδέες για μια επανάσταση των Ευρωπαίων», «Louis-Ferdinand Celine, ένας παράνομος της λογοτεχνίας» και έχει επιμεληθεί τα βιβλία, «Ο Τόλκιν, η Ευρώπη και η παράδοση» και «Οι δρόμοι της μάχης» του Dominique Venner


 

Ο Ernst Jünger και η εθνική επανάσταση (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)

 

Η 16η Αυγούστου 1922 είναι μια σημαντική ημερομηνία στην ιστορία του γερμανικού εθνικισμού. Εκείνη την ημέρα έγινε η πρώτη έξοδος σε ισχύ των SA, της  παραστρατιωτικής οργάνωσης του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, ακόμη στα σπάργανα. Συγκέντρωσε οκτακόσιους άνδρες στην Königsplatz του Μονάχου, όπου υπήρχαν ήδη τριάντα χιλιάδες μέλη των “Bund Oberland” του Franz von Epp, των “Bund Bayern und Reich” και των “Reichsflagge” του Ernst Roehm’s. Ήταν οι κύριες ομάδες του εθνικού ριζοσπαστισμού που υπήρχαν στη Βαυαρία, αποτελούμενοι σχεδόν εξ ολοκλήρου από πρώην μαχητές και πρώην μέλη των Freikorps. 


για να το παραγγείλετε στον σύνδεσμο εδώ ...

Επρόκειτο για διαμαρτυρία ενάντια στον «νόμο για την προστασία της Δημοκρατίας», που απειλούσε να προχωρήσει αυστηρά κατά του εξτρεμισμού. Όταν με αφορμή το Putsch της 8ης Νοεμβρίου 1923, η «επαναστατική Δεξιά» ανέλαβε και πάλι δράση, ήταν οι Εθνικοσοσιαλιστές και οι Εθνικιστές που στέκονταν δίπλα-δίπλα. Και στους δύο, η παρουσία πρώην μαχητών ήταν πολύ μεγάλη. 

Στις έντονες ώρες του Putsch, περίπου χίλιοι δόκιμοι της σχολής πεζικού του Μονάχου εγκατέλειψαν τους στρατώνες τους και τέθηκαν υπό τη διοίκηση του Gerhard Rossbach, ενός από τους πιο διάσημους ηγέτες των Freikorps, με τον οποίο παρέλασαν «με πανό με σβάστικα και με τη συνοδεία μιας μπάντας για να ενωθούν με τον Hitler και τον Ludendorff». 

Θα πρέπει επίσης να θυμηθούμε ότι όταν τον Ιούλιο του 1921, ο Χίτλερ ζήτησε και απέκτησε απόλυτες εξουσίες εντός του NSDAP, είχε στο πλευρό του τον Hermann Ehrhardt, ηγέτη του “Wiking-Bund”, έναν άλλο διάσημο ηγέτη από τα Freikorps. Ο πρώτος πυρήνας των SA τέθηκε υπό τη διοίκηση του Hans Ulrich Klintzsch, βετεράνο της τρομερής Ταξιαρχίας Ehrhardt. 

Τέλος να θυμηθούμε ότι ο Franz Seldte, διοικητής της “Stahlhelm”, της ισχυρής οργάνωσης πρώην μαχητών, ήταν για μεγάλο χρονικό διάστημα υποστηρικτής της πολιτικής του Hitler, αρχιτέκτονας το 1932 της συγχώνευσης μεταξύ εθνικιστών και εθνικοσοσιαλιστών, που κατέληξε Υπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση «εθνικής συγκέντρωσης» της 30ης Ιανουαρίου 1933 και παρέμεινε στη θέση του μέχρι το 1945.  

Όλα αυτά τα ιστορικά τα ανέφερα ώστε να δοθεί το νόημα, ότι οι πολιτικές θέσεις της μαχητικότητας και του εθνικοσοσιαλισμού ήταν στην πραγματικότητα δυσδιάκριτες. Επιπλέον, η ανάταση του “Frontsoldat” ήταν πάντα κεντρικό σημείο της προπαγάνδας του Hitler, που θα έπρεπε  να είχε μεταφέρει τον αγώνα του στο έδαφος της εσωτερικής πολιτικής, δίνοντας ζωή σε εκείνη τη νέα φιγούρα που ήταν ο πολιτικός στρατιώτης.  

Αυτές οι  προφανείς διευκρινίσεις είναι απαραίτητες σε μια περίοδο που τόσο στην Ιταλία όσο και στη Γερμανία επιχειρείται από πολλούς να λειτουργήσει μια διάσπαση μεταξύ εθνικισμού και εθνικοσοσιαλισμού. Θεωρείται με αυτόν τον τρόπο, ότι θα μπορούν να ενωθούν κάποια κομμάτια της ιστορίας της Γερμανίας σε μια ιδιαίτερα ταραγμένη και κρίσιμη περίοδο για την Ευρώπη. 

Αναφέρομαι ιδιαίτερα στις περιπτώσεις της λεγόμενης «αντιναζιστικής αντίστασης» που συνδέεται με την 20η Ιουλίου 1944 (ένα αντιδραστικό-μιλιταριστικό πραξικόπημα που έγινε ο ιδρυτικός μύθος της δημοκρατικής Bundesrepublik…) και στην παλινόρθωση στην οποία  η φιγούρα του Ernst Jünger υποβάλλεται τακτικά.

Ολόκληρη η ιδεολογία και η κοσμοθεωρία του νεαρού τότε Junger, ενός έγκυρου μέλους του εθνικοεπαναστατικού κύκλου, μπολιάστηκε στον ιμπεριαλιστικό εθνικισμό. Οι πηγές από τις οποίες λάμβανε γνώση ήταν από χαρακτήρες όπως ο νεοπαγανιστής Friedrich Hielscher (μελλοντικός συνεργάτης των SS-Ahnenerbe) και ο Oswald Spengler. Οι αξίες γύρω από τις οποίες περιστρεφόταν η πολιτική φαντασία του Junger δεν ήταν καθόλου ελαφρές.

 Επικαλέστηκε τη λύτρωση της γερμανικής πατρίδας, την εμφάνιση ενός απόλυτου ηγέτη και την επιβεβαίωση μιας ριζοσπαστικής, «κινητοποιητικής» δικτατορίας, πιστής στην παλαιο-γερμανική ιεραρχική παραδοσιακότητα και εγγυητή ενός μυστικιστή πολεμιστή. Κεντρική φιγούρα, όπως και για τον Hitler, ήταν το “Frontsoldat”, ηρωοποιημένη σε έναν εμβληματικό τύπο ψυχρού και τολμηρού μαχητή όπου τελικά, το 1932, μεταμορφώθηκε στον “Arbeiter”. τον Εργάτη του.

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...

Η Επαναστατική Γοητεία του Εθνικοσοσιαλισμού

 

«Μια χιονισμένη μέρα του Φεβρουαρίου του 1924, ένας νέος, αδύνατος, μελαχρινός άνδρας έκανε την εμφάνιση του στο μέγαρο Schutzenhaus στην πόλη Ράιντ της Ρηνανίας. Στην αίθουσα επικρατούσε πολιτικός πυρετός, καθώς οι ρήτορες του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος (DKP) αγόρευαν με πάθος και ένταση.

Ο αδύνατος άνδρας με τα εκφραστικά μάτια και το φτηνό, μάλλινο παλτό ανέβηκε στην έδρα και υπέβαλε κάποιες ερωτήσεις στους ομιλητές. Μερικοί από το ακροατήριο γέλασαν. Ένας κομμουνιστής του επιτέθηκε, φωνάζοντας οργισμένος: «Εκμεταλλευτή της εργατικής τάξης, καπιταλιστή!».

Ατάραχος ο νεαρός άνδρας, άρπαξε ενστικτωδώς την ευκαιρία που αναζητούσε. Απευθύνθηκε με κοφτή αλλά σταθερή φωνή προς τον «εκπρόσωπο της εργατικής τάξης» και είπε: «Θα παρακαλούσα τον κύριο που με αποκάλεσε δίχως ντροπή "εκμεταλλευτή και καπιταλιστή", να έλθει στην έδρα και να αδειάσει το πορτοφόλι του. Τότε θα δούμε ποιος από τους δύο μας έχει τα περισσότερα χρήματα».

Ολοκληρώνοντας την ομιλία του έβγαλε το πορτοφόλι του και άδειασε τα λιγοστά κέρματα που είχε στην έδρα. Ο κόσμος γέλασε, αλλά χάρισε τη συμπάθεια του στον νεαρό. Έτσι άρχισε η πολιτική διαδρομή του Γιόζεφ Γκαίμπελς, του «εγκεφάλου» του Γ' Ράιχ».

πηγή

Στις 22 Απριλίου του 1945 στο Μιλάνο, ο Mussolini θα διακήρυττε τα εξής

 

“Τα προγράμματα μας ξεκάθαρα ισοδυναμούν με τις επαναστατικές μας ιδέες και ανήκουν στο χώρο που στο δημοκρατικό καθεστώς ονομάζεται “αριστερά”. Οι θεσμοί μας είναι ένα άμεσο αποτέλεσμα των προγραμμάτων μας, και το ιδανικό μας είναι το Εργατικό Κράτος. Δεν μπορεί να υπάρχει καμία αμφιβολία περί αυτού: είμαστε η εργατική τάξη σε μια μάχη ζωής και θανάτου εναντίον του καπιταλισμού. 

Είμαστε οι επαναστάτες που αναζητούν μια νέα τάξη. Εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα, το να αναζητήσουμε βοήθεια από την μπουρζουαζία επικαλούμενοι δήθεν τον ερυθρό κίνδυνο θα είναι παράλογο. Το πραγματικό σκιάχτρο, ο πραγματικός κίνδυνος, η απειλή εναντίον της οποίας πολεμούμε αμείλικτα, προέρχεται από τη δεξιά. 

Δεν είναι καθόλου προς το συμφέρον μας να έχουμε ως σύμμαχο την καπιταλιστική μπουρζουαζία έναντι της απειλής του ερυθρού κινδύνου, καθώς στην καλύτερη περίπτωση θα επρόκειτο για έναν άπιστο σύμμαχο, που θα προσπαθεί να μας κάνει να υπηρετήσουμε τους δικούς του σκοπούς, όπως έχει κάνει παραπάνω από μια φορές με κάποια επιτυχία. 

Δεν θα μακρηγορήσω γιατί είναι εντελώς περιττό. Είναι μάλιστα βλαβερό, καθώς μας κάνει να συγχέουμε τις μορφές των γνήσιων επαναστατών της οποιασδήποτε απόχρωσης με τον άνθρωπο της αντίδρασης που ενίοτε χρησιμοποιεί τη δική μας γλώσσα”.