Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σπασμένα οδοφράγματα



του Άγγελου Δημητρίου

Πέρασαν οι πιο ζεστές μας ώρες
Όπως μέσα σε εκτυφλωτικά
Λευκά φώτα νοσοκομείου

Η πραγματικότητα
Ραντίζει πιτσιλιές με αίμα
Σαν κομμένη αρτηρία

Το μέλλον μας
Πουλί που ξεκοιλιάστηκε
Πάνω στο συρματόπλεγμα

Οι μέρες μας
Σπασμένα οδοφράγματα
Στο έλεος της λεηλασίας

Εκεί όπου ασφυκτιά ο θυμός
Μέσα σε δωμάτια μοναχικά
Εκεί που ο  κόρακας
-στα σκουπίδια μέσα -
ψάχνει την τροφή του

Εκεί που απλώνονται  άδειες
Και φωταγωγημένες οι λεωφόροι
Σαν στιλβωμένα απ’ το φεγγάρι
Νεκροταφεία κατάλευκα
Μέσα στη νύχτα

Καθώς ο Θεός εξόριστος
Κρύβεται θυμωμένος
Στα μάτια αγνώστων
Που μας προσπερνούν

Καθώς ουρλιάζει ο ορίζοντας
Φλεγόμενος
Μέσα απ’ τα φαράγγια βαθιά
Του σούρουπου που αργοπεθαίνει

Καθώς η νύχτα πασπαλίζει
Με παγωμένη ασημόσκονη
Το σώμα της αμυγδαλιάς

Εκεί γεννιέται ρωμαλέα
Μια νέα ποίηση της ήττας
Μαύρη και οργισμένη
Σαν σημαία
Ενώ ο σοβάς του ουρανού
Κρέμεται ετοιμόρροπος
Πάνω απ’ τα βλέφαρά μας

Σπασμένα οδοφράγματα
Τα όνειρά μας
Στη μέση μιας εξέγερσης
Που την λογαριάσαμε
Σαν κάτι περισσότερο

Κι από Ομολογία

Από την εμπειρία του στοχασμού - Μάρτιν Χάιντεγκερ


Τη συλλογή "Από την εμπειρία του Στοχασμού" ο Χάιντεγκερ την έγραψε την εποχή της αυτοεξορίας του μετά τον πόλεμο, όταν η επιτροπή αποναζιστικοποίησης του Πανεπιστημίου του Φράιμπουργκ τον απέλυσε από τη θέση του τακτικού καθηγητή, αφήνοντάς του μόνο μια μικρή σύνταξη επιβίωσης. Τότε αποσύρθηκε στην καλύβα του στο Todtnauderg (υψόμετρο 1Ο21μ.) στο Μέλανα Δρυμό, ως το 1951, οπότε του απενεμήθη ο τίτλος του ομότιμου καθηγητή με δικαίωμα (αλλά χωρίς την υποχρέωση) πανεπιστημιακών παραδόσεων. Στο διάστημα αυτό πραγματοποίησε έναν τεράστιο όγκο συγγραφικού έργου του οποίου ένα μικρό μόνο μέρος έχει δημοσιευθεί. [. . .] (Από την έκδοση) 

Μικέλης Άβλιχος: Μεταξύ Εθνικισμού και Αναρχίας



του Κωνσταντίνου Σπέρα

Είναι γεγονός πως έχουμε συνηθίσει, όταν μιλούμε περί Αναρχίας στην σύγχρονη Ελλάδα, να φέρνουμε στον νου μας κρατικοδίαιτους χιπστερο-αντιφασίστες και πρώην παιδιά της Κ.Ν.Ε., οι οποίοι, επειδή δεν ήθελαν πλέον τον καθιερωμένο ελεγχόμενο και ιεραρχικό κομμουνισμό, πέρασαν στον ... αναρχοκομμουνισμό - υμνώντας κατά βάθος τον κόκκινο απολυταρχισμό - τον οποίο ξεμπρόστιασε κάποτε τόσο καίρια ο Σολζενίτσιν !

Όμως υπήρξε μια περίοδος κατά την οποία υπήρξαν στην Ελλάδα πραγματικοί Έλληνες Αναρχικοί, που όμως σέβονταν την Εθνική Παράδοση, όπως κάθε ελεύθερος άνθρωπος που όντως αντιτίθεται στο αστικό σύστημα και στην καπιταλιστική ομογενοποίηση, και οι οποίοι είχαν μια Αριστοκρατική Οπτική περί της Αναρχίας. Ένας από αυτούς ήταν ο Μικέλης Άβλιχος (1844-1917), ο πρώτος ίσως Έλληνας Εθνικοαναρχικός!

Γεννηθείς στο Ληξούρι της Κέρκυρας, από αριστοκρατική οικογένεια, αποτέλεσε ένα εξέχον μέλος της Επτανησιακής Διανόησης, λάτρης της καυστικής γραφίδας του συντοπίτη του Ανδρέα Λασκαράτου και ταυτόχρονα φίλος του Ελληνολάτρη Ποιητή Κωστή Παλαμά, του Νιτσεϊκού Εθνικιστή Λορέντζου Μαβίλη, του οποίου ύμνησε τον ηρωικό θάνατο (βλέπε ποίημα ‘’Ο καϋμός μου’’), καθώς και του Αναρχικού Αριστοκράτη Μιχαήλ Μπακούνιν, τον οποίο και γνώρισε όντας φοιτητής στην Βέρνη !

Έγραψε Λυρικά και Σατυρικά ποιήματα, ενώ πολλές επιστολές και καταγεγραμμένα αποσπάσματα από προφορικές ομιλίες του, διασώζονται ακόμη στα εξαντλημένα πια Άπαντα του, με επιμέλεια του Αριστείδη Ρουχώτα. Μέσα στα ποιήματά του πέρα από ερωτικά και φυσιολατρικά θέματα μπορεί να βρεί κανείς κριτικές στην σύγχρονη επιστήμη και στην καταναλωτική ηθική (π.χ. στα ποιήματα :‘’Στην Επιστήμη’’, ‘’Πως Σκέπτεται σήμερα ο Κόσμος’’, ‘’Η Μόδα’’  και ‘’Το Τραγούδι των Εργατών’’), όπως και ακραιφνώς εθνικιστικά και πατριωτικά ποιητικά ξεσπάσματα κατά  των μεγάλων δυνάμεων της εποχής, για τις οποίες πίστευε ορθά πως επιβουλεύονταν και χρησιμοποιούσαν την Ελλάδα προς όφελός τους (π.χ.’’Κραυγή περί Δικαίου’’ και ‘’Η Πόλη’’). Κατακεραυνώνοντας ταυτόχρονα τον Ελευθέριο Βενιζέλο, που επί της ουσίας, με την στάση του, υποστήριξε την εισβολή δυνάμεων της Αντάντ στον Πειραιά το 1916, οι οποίες στην αρχή αποκρούστηκαν άμεσα από τις δυνάμεις των πρωτοφασιστών Επιστράτων (βλέπε τα τρία ειρωνικά και ομότιτλα αντιβενιζελικά ποιήματα με τον χαρακτηριστικό τίτλο ‘’Ο Μεσσίας’’). 

Ενώ δεν διστάζει να κατηγορήσει την προγονοπληξία ως μορφή ψυχικής στειρότητας και μη πραγματικής υπηρεσίας στον Ελληνισμό και στην κοινοτική αρετή του :«Ο ένας για όλους, όλοι υπέρ του ενός», όπως χαρακτηριστικά μας περιγράφει στο ποίημά του ‘’Ο Ελληνισμός’’! Εξάλλου για αυτόν «Πατρίδα κάνει μόνο η Αρετή..» και «ούτε εθνισμός εισάγεται με κλύσματα», όπως μας αναφέρει στο ‘’Ποίημα Παιδευτικόν’’. Οπότε δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ήταν κατά της Μεγάλης Ιδέας του Ελληνισμού, αλλά ότι ήταν κριτικός προς τους διάφορους απλοϊκούς ψευτο - ‘’πατριώτες’’, που με την στάση τους δεν υπηρετούσαν τίποτα ουσιαστικό (βλέπε ποίημα ‘’Ο μοχθηρός ψευδοφιλόπατρις’’).

Έχοντας μια αριστοκρατική οπτική περί Αναρχίας, όπως μας λέει ο ίδιος : «Η Αναρχία είναι άκρατος Αριστοκρατία», δεν δίστασε να εκφράσει την μομφή του στην άρνηση της φιλοπατρίας, θέλοντας να την συνταιριάξει με αυτό που ονόμαζε ‘’κοσμοπολιτισμό’’, όπως αναφέρει σε μια  επιστολή προς τον φίλο του Ανδρέα Μομφεράτο, στις 12 Ιουλίου του 1876. Με αυτήν την λέξη εννοούσε την συνολική εξέλιξη και σύμπνοια της ανθρωπότητας, αλλά χωρίς να επιθυμεί την απώλεση των επιμέρους ταυτοτήτων, όπως αντίθετα επιθυμούν οι σύγχρονοι φιλελεύθεροι  και οι … ελευθεριακοί ‘’επαναστάτες’’..

Έτσι δεν είναι τυχαίο ότι περιγράφηκε στον ‘’Νουμά’’ από τον Χ. Αντωνάτο, σε άρθρο του τελευταίου το 1920, κατά λέξη, ως : «κράμα περίεργο σοσιαλιστή, αναρχικού, εθνικόφρονα»! Είναι γεγονός βέβαια πως δεν αποτέλεσε, εν τέλει, κάποιο ‘’κράμα’’ και μάλιστα ‘’περίεργο’’, αλλά μια αριστοκρατική και επιλεκτική φύση που απέφευγε τον σύγχρονο κόσμο, όπως χαρακτηριστικά περιέγραψε ταπεινά τον εαυτό του στον Κωστή Παλαμά : «Μα εγώ είμαι έρημου βράχου μια βρυσούλα,/που έρημη ρέει σ’ έρημο γιαλό..»(‘’Εις τον Ποιητή Παλαμά’’).

Δεν ήταν λοιπόν μια ακαλλιέργητη στρατευμένη φιγούρα των γραμμάτων, αλλά όντας Ιδεαλιστής και Λάτρης του Ωραίου δεν δίστασε να συνταιριάξει αυτά, που για κάποιους μονολιθικούς φάνταζαν και φαντάζουν αντίρροπα ...

Φάλαγγα



Κοιτάζοντας τὸν Ἥλιο
μὲ καινούργιο πουκάμισο
πού τὸ κέντησες κόκκινο ἐχθὲς
θά μὲ βρεῖ ὁ Θάνατος νά μὲ πάρει
καὶ δὲν θά σὲ ξαναδῶ ποτέ μου...

Δίπλα στοὺς Συντρόφους μου θὰ βρίσκομαι
ποὺ στέκονται Φρουροί στὸν Παράδεισο
φυλώντας Σκοποὶ κάτω ἀπό τὰ Ἀστέρια
Ἀτάραχοι καὶ Παρόντες
στὴν Κοινὴ Προσπάθεια...

Ἄν σοῦ ποῦν πὼς ἔπεσα
νὰ ξέρεις πὼς πῆγα στὸ πόστο
πού μὲ περιμένει ἐκεῖ ἐπάνω...

Θὰ ξαναγυρίσουν Νικηφόρες οἱ Σημαῖες
μέ τὸ χαρούμενο βῆμα τῆς εἰρήνης
καὶ πέντε τριαντάφυλλα
θὰ 'ναι καρφωμένα
στὰ Βέλη τῆς Φαρέτρας μου...

Θὰ ξαναγελάσει ἡ Ἄνοιξη
ποὺ προσμένουν οἱ Οὐρανοί,
ἡ Γῆ καὶ ἡ Θάλασσα.
Ὄρθιες οἱ Φάλαγγες!
Ἐμπρὸς γιά τὴ Νίκη!
Μιὰ καινούργια Αὐγὴ
ἀνατέλλει γιά τὴν Ἰσπανία!

Ezra Pound - Η Πέμπτη δεκάδα των Κάντο


Η Πέμπτη δεκάδα από τα «Κάντο» του Έζρα Πάουντ είναι γνωστή στη διεθνή βιβλιογραφία ως «Λεοπολδινά Κάντο». Ο Πάουντ τα έγραψε στο Ραπάλο της Β. Ιταλίας μεταξύ 1935-1937 και η πρώτη τους έκδοση οφείλεται στον εκδοτικό οίκο Faber&Faber.

Σε αυτά τα κάντο, ο Πάουντ (πρωταγωνιστής-προφήτης) καταγγέλλει την τοκογλυφία σαν την επίγεια Κόλαση. Αφορμή υπήρξε η πρώτη στον κόσμο συνεταιριστική και μη τοκογλυφική τράπεζα “Monte dei Paschi”, που ιδρύθηκε στη Σιένα το 1624. Μετά από λίγα χρόνια και παρά τη σωτήρια παρέμβαση του φωτισμένου δούκα Λεοπόλδου, έπεσε στα χέρια αγυρτών τοκογλύφων. «…Η αλήθεια είναι πως η δίψα για το κέρδος δεν σβήνει εύκολα (Κάντο L). 

Την αμερικανική δημοκρατία την αφάνισαν οι τοκογλύφοι. Τον Ναπολέοντα τον αφάνισε η Ευρώπη των χρηματιστών. Ο κόσμος παραδόθηκε στην τοκογλυφία. Αλλά ο κόσμος δεν είναι η κόλαση των εξουσιαστών και των τοκογλύφων (Κάντο LI). Ο κόσμος είναι θεϊκός. Η ύβρις της τοκογλυφίας μπορεί να καταστρέψει τα πάντα, αλλά όλα γίνονται από την αρχή. ‘Ειλικρίνεια!’ φωνάζει ο ποιητής. Και σωπαίνει» […] (απόσπασμα από την υποδειγματική Εισαγωγή του Γιώργου Μπλάνα).

Τα άνθη του Κακού (αφιερωμένο στην εθνικοεπαναστατική γενιά που πλάστηκε μέσα στην δίνη των συλλατηρίων για το Μακεδονικό)


του Γ.Δ.

Είμαστε μια χούφτα ξεχασμένοι ονειροπόλοι,
                μια δεκάδα ξεπεσμένοι ρομαντικοί,
                λίγοι μελαγχολικοί ιδεαλιστές,
                οι οποίοι όμως έκαναν την ιδέα τους Λάβαρο!

                Το Λαβαρό μας μελανοπορφυρό  
                κυμματίζει από πάνω μας.
                Τι όμορφο που είναι;     
                Πόσο το φοβούνται οι αστοί και το κράτος; 

              Κάποιοι λίγοι, δειλοί και υποτακτικοί 
                της εξουσίας, προσπάθησαν
                να μας  ονομάσουν παρακρατικούς
                και ορντινάντσες του συστήματος...

                Αλλά εμείς με σπασμένα κεφάλια
                και με κορμιά γδαρμένα, 
                από τις συγκρούσεις
                με τις δυνάμεις καταστολής.

                Ουρλιάζουμε δυνατά :
               «Εμείς τα Άνθη του Κακού,
                Είμαστε ο Ανθός

                της Ελληνικής Νεολαίας !»

Εν Έτει 2000 (του Φαίδρου Μπαρλά)



Όταν μεγάλωσε, έμαθε
πως ο πατέρας του
ήταν κι αυτός,
«τη νύχτα εκείνη»,
στο Πολυτεχνείο.
Η θεία του η Λιλή,
ο θείος του ο Μιχάλης,
ήταν κι αυτοί,
«τη νύχτα εκείνη»,
στο Πολυτεχνείο.
Όλοι οι γνωστοί του μπαμπά,
όλες οι γνωστές της μαμάς,
ήταν κι αυτοί,
«τη νύχτα εκείνη»,
στο Πολυτεχνείο…
Τώρα, κάθε πρωί,
καθώς κατηφορίζει την οδό Πατησίων
κι αντικρύζει την καγκελλόπορτα
την κλεισμένη «εις μνήμην».
στριφογυρίζει στο νου του
η ίδια απορία:
«Πώς διάβολο χώρεσαν
όλοι αυτοί εδώ μέσα;…»

Βιβλιοπαρουσίαση: Μυθολογικά - Γιώργος Μεταξάς



Ποιήματα
Εκδόσεις Ερωδιός
Σελίδες 55
Έτος έκδοσης: 2015

William Ernest Henley (1849–1903)


Πέρα από την νύχτα που με σκεπάζει,
κατάμαυρη απ΄ακρη σε άκρη
ευχαριστώ τους θεούς όποιοι και νάναι
για την ακατανίκητη ψυχή μου.

Κι αν έπεσα θύμα των περιστάσεων
ούτε δείλιασα ούτε έκλαψα γοερά.
Κάτω απ΄ τα χτυπήματα της τύχης
το κεφάλι μου είναι ματωμένο αλλά δεν προσκυνά.

Πέρα απ αυτό τον τόπο της οργής και των δακρύων
κι απ' τη βαριά του σκιά
ακόμα κι απ την απειλή του χρόνου
είμαι και θα παραμείνω ατρόμητος.

Δεν με ενοχλεί που είναι τόσο στενή η πύλη
ούτε η γεμάτη με καταδίκες περγαμήνη
εγώ είμαι ο κυρίαρχος της μοίρας μου
εγώ είμαι ο καπετάνιος της ψυχής μου. 

William Ernest Henley (1849–1903)


Robert Brasillach: Η Διαθήκη ενός καταδικασμένου

Η Διαθήκη ενός καταδικασμένου
Τριανταπέντε μόνο χρονών
αλυσοδεμένος σαν τον Cervantes
φυλακισμένος σαν τον Villon
καταδικασμένος σαν τον Andrea Chenier
Όπως και άλλοι σε άλλους καιρούς
πριν απ’ την ώρα, την καταδίκη
πάνω σε φύλλα κακογραμμένα
την ιδικήν μου γράφω διαθήκη
Μια απόφασι θέλει, από τα γήινα αγαθά
να μ’ αφαιρεθή η κτήσι
Είναι εύκολο δεν έχω κτήματα και γη
ή θησαυρούς κληρονομήσει
Τα ιδικά μου τα βιβλία, τις ιδέες
μακρυά ο αγέρας θα σκορπίση
την Αγάπη και το θάρρος
δεν ημπορεί κανείς να φυλακίση.
Εις την Πατρίδα μου τι να χαρίσω
αυτή η ίδια κι αν μ΄έχει διώξει
πίστευα πάντα να την βοηθήσω
κι ακόμη αγαπώ την γλυκειά της την όψι.
Αυτή μου έδωσε τον τόπο, την γη της
κι έγινε η γλώσσα της δική μου
ποτέ δεν μπορώ να αρνηθώ την στοργή της
στο χώμα της δίνω κι αυτή την ψυχή μου.
22 Ιανουαρίου 1945
Ποιήματα απ’ τη Φρεν, εκδόσεις Ελεύθερη Σκέψις
Μετάφραση: Γεώργιος Μεταξάς

Φοίνικας Ελληνικός (Ωδή της Φωτιάς και του Ήλιου)

Μια νέα γη ορίζεται
στο διάβα των ορέων
φυόμενη πάνω στο σώμα
αρχαίων βωμών και σε
ματιές δωρικών αγαλμάτων
μνήμη Ηράκλειτου
μνήμη Αλέξανδρου
μνήμη Ιδέας και Πάλης

Η νέα γη που μας ανήκει
βυθίζεται ωσάν ξίφος ηλιακό
μέσα στων ημερών το σκότος
στο σαθρό κουφάρι του κόσμου
ακόντιο κορμί της νέας ψυχής
που ενσωματώνεται στη γη της
τον χρόνο να δρασκελίσει
προτού καταργήσει εκείνος
την επουράνια μνήμη

Υπήρξαμε νεκροί και ήρωες
υπήρξαμε ριψάσπιδες δειλοί
την γη μας την πατρώα χαρακώσαμε
αδίστακτα χαρίζοντάς την
στον προαιώνιο εχθρό
δίχως το ρίγος του αίματος
στο στήθος ν' αναβλύζει
και στην συνείδησή μας την ακμαία
επαίτες γίναμε χωρίς καρδιά

Ν' ανακαινίσουμε ψυχή και γη
κορμί και νου και βλέμμα
τούτο προτάσσει η ιστορία
η θέση μας αυτή μονάχα είναι
θανή οριστική ή αναγέννηση
Φοίνικας Ελληνικός στην γροθιά
τις στάχτες του να διατάζει
ενώ τον κόσμο αγκαλιάζουν τα φτερά του
η νίκη του πανανθρώπινη θα είναι
τούτος είναι ο Σκοπός μας

Μια νέα γη ορίζεται
Ένα που θα 'ναι με τη νέα ψυχή
έξω και μακριά από τον κόσμο
του ψεύδους της δουλείας και της απάτης
η γη μας και το αίμα μας και η ψυχή
δικά μας είναι και άλλου μηδενός
η νίκη μας νίκη ανθρώπου είναι
γιατί τον άνθρωπο ορίσαμε εμείς
τούτος είναι ο Σκοπός μας και μη σφάλλεις

Κινήσου απλά στο μέλλον
που 'ναι για μας το παρελθόν
κινήσου και μη σφάλλεις
σε διάβα Ήλιου και Φωτιάς

 Κάσσιος Δώρος

Μιγκέλ Σερράνο: «Ο θάνατος του Έζρα Πάουντ» (Κύκνειον Άσμα)



Μετάφραση: Βασίλειος Τραγάρας

 Εισαγωγικό Σημείωμα

Το συγκεκριμένο άρθρο του Μιγκέλ Σερράνο δημοσιεύθηκε στη στήλη «Κριτικές Βιβλίων» της δημοφιλέστερης εφημερίδας της Χιλής, Ελ Μερκούριο, στις 2 Νοεμβρίου  2002.


Ο θάνατος του Έζρα Πάουντ

του Μιγκέλ Σερράνο


     Ο Έζρα Πάουντ πέθανε στη Βενετία, στις 2 Νοεμβρίου 1972, λιγότερο από πέντε έτη μετά τη συνέντευξή μας. Βρισκόμουν στην Ισπανία, διασχίζοντας εκείνη τη σκληρή και αρχαία γη. Είχα μόλις επισκεφτεί τη Ρόντα, κάτω στον Νότο, την πόλη πάνω από την άβυσσο, εκεί όπου έζησε για λίγο διάστημα ο Ρίλκε. Διάβαζα τις επιστολές του από τον Πάουντ σε ένα μικρό μουσείο που είχαν εγείρει οι Ισπανοί, στο ξενοδοχείο στο οποίο κάποτε διέμενε ο Ρίλκε - τις ερωτικές επιστολές του ιδίου προς τη Λου Σαλoμέ, που ήταν επίσης αγαπημένη και μούσα του Νίτσε. Στοχάστηκα το γεγονός ότι οι Ισπανοί είχαν αποτίσει φόρο τιμής σε αυτόν τον παγκόσμιο ποιητή, ο οποίος είχε κάποτε βαδίσει, για λίγο, στο ιστορικό και θρυλικό τους χώμα. 

Αργότερα, προχώρησα βόρεια, προς μια μικρή πόλη πλησίον της Μαδρίτης - το Μεδιναθέλι, εκεί όπου ο Θιδ, κάποτε, αναζήτησε καταφύγιο κατά την εξορία του - μια πόλη από πέτρες και ερείπια, ρωμαϊκά και βησιγοτθικά, γεμάτη με ένα ιβηρικό μυστήριο, ίσως κελτικό, δρυϊδικό. Η πόλη βρίσκεται πάνω σε μια απότομη πλαγιά, επάνω σε έναν λόφο, κι έχει θέα μια ξερή, άγονη θάλασσα κίτρινων, σεληνιακών κυμάτων. Είναι σαν μια εικόνα από έναν νεκρό πλανήτη. Κατά καιρούς, στον μακρινό ορίζοντα, εμφανίζεται ένα μοναχικό δέντρο, τοποθετημένο εκεί από την ομορφιά, από κάποιον ο οποίος απολαμβάνει τη διαμόρφωση του τοπίου της Καστίλης, ούτως ώστε να το ατενίσουν αργότερα από την κορυφή του Μεδιναθέλι, μέσα από την παλαιά ρωμαϊκή Καμάρα, από τα απομεινάρια ενός αρχαίου οχυρού.

     Πληροφορήθηκα τον θάνατο του Έζρα Πάουντ στη Μαδρίτη, από τις εφημερίδες. Οι Ισπανοί τον τίμησαν εγκάρδια. Ο Εουχένιο Μόντες μου μίλησε για την κηδεία στη Βενετία, στην οποία μεταφέρθηκα με τη φαντασία μου, στο μικρό του διαμέρισμα στην οδό Κουερίνι, βλέποντάς τον να ετοιμάζεται για το τελευταίο του ταξίδι, επάνω σε μια σκοτεινή γόνδολα, μέσα από τα κανάλια, προς το νεκροταφείο στο νησί του Σαν Μικέλε. Ο δημοσιογράφος Εουχένιο Μόντες μου είπε ότι κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνέντευξης που είχε με τον ποιητή - μάλλον πολλά χρόνια πριν - ο τελευταίος τον ρώτησε: «Συνεχίζουν να κακαρίζουν την αυγή, στο Μεδιναθέλι, οι πετεινοί του Θιδ;» Και πρόσθεσε ότι ο Πάουντ είχε επισκεφθεί το Μεδιναθέλι το 1906, ακολουθώντας τη διαδρομή του Θιδ. Ο Πάουντ αγαπούσε το «Ποίημα του Θιδ», το οποίο θεωρούσε ανώτερο και από το «Άσμα του Ρολάνδου». Είχε επισκεφθεί την Ισπανία ούτως ώστε να επαναλάβει εκείνη τη διαδρομή, τον «Δρόμο του Καμπεαδόρ». Έτσι, έφτασε σε αυτό το μυστήριο χωριό που βρισκόταν ψηλά και που παραμένει όπως ήταν κατά την εποχή του Μεσαίωνα.

     Για μια ακόμη φορά, βρήκα τον εαυτό μου σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, αυτή τη φορά στη Μαδρίτη. Ήταν απόγευμα και ήθελα να συνεχίσω έναν διάλογο - που διακόπηκε ένα απόγευμα στη Βενετία - με το φάντασμα του φίλου μου που είχε φύγει για πάντα. Το φάντασμα ήλθε και κάθισε επάνω σε μια καρέκλα, δεν ξέρω πού, σίγουρα όχι σε εκείνο το δωμάτιο ξενοδοχείου, και άρχισε να μιλάει - να μιλάει, όπως έκανε κάποτε, πολύ καιρό πριν. Ήταν νέος ξανά και απήγγειλε κοσμικά ποιήματα· είπε αθάνατα, πανέμορφα, αχανή πράγματα, όπως είναι άλλωστε η πόλη της Βενετίας, το τοπίο της Καστίλης, τα όρη και η σελήνη. Άκουσα αυτά που είπε και μετά τα ξέχασα. Διότι τέτοια πράγματα ξεχνιούνται και δεν θα πρέπει να τα ξαναθυμάται κανείς.


 Ένα Μνημείο στο Μεδιναθέλι

Μετά από λίγες ημέρες, επέστρεψα στο Μεδιναθέλι. Βρήκα εκείνον τον άνδρα από τη Χιλή που ζούσε πλέον εκεί, τον καθηγητή Φερνάντο δελ Τόρο Γκάρλαντ. Μιλήσαμε. Μου μίλησε επίσης για το άρθρο του Εουχένιο Μόντες, μα και για με τα λόγια του Πάουντ και τους πετεινούς του Θιδ. Του είχε έλθει η ιδέα να προτείνει στις ισπανικές αρχές να εγερθεί ένα μνημείο του Πάουντ στο Μεδιναθέλι, ώστε να καταγραφεί εκείνη η φράση μα και το πέρασμα του σπουδαίου Αμερικανού ποιητή από εκείνες τις επικράτειες κατά τις αρχές του αιώνα. Ενθάρρυνα την απόφασή του. Από κείνη τη στιγμή βρισκόμασταν σε επαφή, προσωπική ή δι’ αλληλογραφίας. Κατά συνέπεια, ακολούθησα τα σκαμπανεβάσματα των προσπαθειών του. Οι ισπανικές αρχές της πόλης και μερικοί φίλοι στη Μαδρίτη συνεργάστηκαν με ενθουσιασμό. Λαξευτές και λιθοπελεκητές μετέφεραν με τα μουλάρια τους, μέσα από τον σκληρό χιονιά του χειμώνα, έναν τεράστιο, σφυροκοπημένο από τις χιλιετίες, ογκόλιθο, από τα βουνά της Κελτιβηρίας. Μεσαιωνικοί σιδηρουργοί σφυρηλάτησαν γράμματα παλαιά και απλά επάνω στον λίθο, τη ρήση του Πάουντ: «Συνεχίζουν να κακαρίζουν την αυγή, στο Μεδιναθέλι, οι πετεινοί του Θιδ;» 

για την συνέχεια στον σύνδεσμο εδώ

Ezra Pound, Sestina: Altaforte




Άδη κάνε γρήγορα να ξανακούσουμε
τα σπαθιά να συγκρούονται!
και τ’ άλογα στη μάχη δυνατά να χρεμετίζουν από χαρά,
ακιδωτά σπαθιά μ’ ακιδωτά σπαθιά να πολεμούν!
Καλύτερα μιας ώρας μάχη παρά ένα χρόνο ειρήνη
με παχιά τραπεζώματα, προαγωγούς, κρασί και λεπτή μουσική!
Μπα! δεν υπάρχει κρασί σαν το αίμα κόκκινο!

Ezra Pound, Sestina: Altaforte

Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο: Βροχή στο πευκοδάσος.


Ο  Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο (1863 – 1938), υπήρξε από τους πιο φημισμένους ποιητές της Ιταλίας, τόσο για το έργο του όσο και για την περιπετειώδη ζωή του. Αριστοκράτης, δανδής, θρυλικός εραστής και εξαιρετικά ανδρείος και ριψοκίνδυνος πολεμιστής. Πολέμησε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο όπου και έχασε την όραση στο ένα του μάτι, ενώ έγινε ξακουστός για την κατάληψη του Φιούμε το 1919.

Η λυρική αυτή σύνθεση γράφτηκε το 1902, όταν ο ποιητής ζούσε στο στο Σεντινιάνο της Τοσκάνης, κοντά στη Φλωρεντία με την ηθοποιό Ελεονόρα Ντούζε. Το ιταλικό πρωτότυπο αποδεικνύει την εκλεπτυσμένη ρητορική ικανότητα του ποιητή, που εκφράζεται κυρίως μέσω της μίμησης των ήχων με «εργαλεία» φωνητικής κα μετρικής υφής, σ’ ένα παιχνίδι από ομοιοκαταληξίες, ειδικά εσωτερικές, ασυμφωνίες και συμφωνίες, χρησιμοποιώντας πολυάριθμες λογοτεχνικές υποβολές.

Οι σχολιαστές αναφέρονται στον «μουσικό τρόπο» με τον οποίο αποδίδεται ο «μύθος», όπως στα μεσαιωνικά παραμύθια. Το ποίημα είναι χαρακτηριστικό της αισθητικής/ηδονιστικής προσέγγισης του Ντ’ Αννούτσιο. Ωστόσο, στο πρόσωπο της Ερμιόνης παρατηρούμε μια μεταμόρφωση προς το μυθικό στοιχείο που ενδυναμώνεται προοδευτικά και ο ποιητής μετατοπίζεται από την φυσική ύπαρξη στην μυθική εμπειρία.
  
μετάφραση - σχόλια Κωνσταντίνος Κίτσιος

Σιώπα. Στις παρυφές του δάσους δεν ακούω
λέξεις δικές σου, ανθρώπινες. Μα ακούω
λόγια καινούργια που λένε οι σταγόνες
και τα φύλλα τα μακρινά.
Άκου. Βρέχει από τα σκόρπια σύννεφα.
Βρέχει πάνω στους θάμνους τους αλμυρούς
απ’ την θάλασσα
κι απ’ τον ήλιο καμένους. Βρέχει πάνω στα
πεύκα
Με τους σκασμένους φλοιούς, τα ορθά,
Βρέχει στις μυρτιές τις θεϊκές
Στα λαμπερά λιόδεντρα
Απ’ τα λουλούδια φορτωμένα,
Στους θάμνους του πυκνούς από
κουκούλια μυρωδάτα
Βρέχει στα πρόσωπά μας που με το δάσος γίναν ένα
Βρέχει πάνω στα γυμνά μας χέρια, πάνω στα
ελαφρά ενδύματά μας
Πάνω στις φρέσκες σκέψεις, που η ψυχή ανοίγει καθαρή
Πάνω στο παραμύθι τ’ όμορφο, που χθες
Σ’ εξαπάτησε, που σήμερα μ’ εξαπατά,
ω Ερμιόνη.
Ακούς; Η βροχή πέφτει στα μοναχικά φύλλα
μ’ ένα θρόισμα που διαρκεί  και αλλάζει στον
αέρα
με τα φυλλώματα αλλού πυκνά κι αλλού αραιά
Απαντά στο κλάμα, το τραγούδι απ’ τα τζιτζίκια
Που το κλάμα του Νοτιά η βροχή δεν το φοβίζει
Ούτε ο γκρίζος ουρανός
Και το πεύκο έχει έναν ήχο, η μυρτιά έναν άλλο
κι οι θάμνοι τον δικό τους,
Όργανα διαφορετικά, κάτω απ’ αμέτρητα
δάχτυλα.
Κι εμείς είμαστε βυθισμένοι στο νεύμα του
δάσους
Ζωντανοί από πράσινη ζωή.
Η μεθυσμένη όψη σου μαλακώνει απ’ την βροχή σαν ένα φύλλο
Τα μαλλιά σου μοσχοβολούν σαν τα λευκά
λιόδεντρα
ω γήινη ύπαρξη, Ερμιόνη!
Άκου, άκου. Η συμφωνία απ’ τ’ αέρινα τζιτζίκια
Γίνεται πιο αδύναμη σιγά- σιγά
Από το κλάμα της βροχής που δυναμώνει.
Μα ένα τραγούδι αναμιγνύεται πιο βραχνό
Που από κει κάτω ανεβαίνει, απ’ την υγρή,
τη μακρινή σκιά.
Πιο βαθύ, κι αδύναμο, σβήνει, λιγοστεύει
Μόνο μια νότα ακόμα τρέμει, σβήνει
Ανασταίνεται, τρέμει και σβήνει.
Δεν ακούγεται η φωνή της θάλασσας.
Τώρα ακούγεται σ’ όλες τις φυλλωσιές, να πέφτει ασημένια η βροχή που εξαγνίζει
Το θρόισμά της αλλάζει ανάλογα απ’ το φύλλωμα
Πιο πυκνό, πιο αραιό.
Άκου του αέρα ο γιός τραγουδάει στην πιο βαθειά σκιά
Ποιος ξέρει πού, ποιος ξέρει πού!
Και στα μαύρα σου ματόκλαδά βρέχει Ερμιόνη.
Έτσι που φαίνεται να κλαις από ηδονή
Όχι λευκή, αλλά σαν μια πράσινη νύμφη φαίνεσαι να βγαίνεις απ’ τον φλοιό.
Κι όλη η ζωή είναι μέσα μας φρέσκια και
μυρωδάτη,
η καρδιά στο στήθος σαν ανέγγιχτο ροδάκινο
Απ’ τα βλέφαρα στα μέσα μάτια, σαν πηγές
στο φρέσκο χορτάρι,
τα δόντια σου σαν άγουρα αμύγδαλα.
Πάμε μαζί από λόγγο σε λόγγο κι η πράσινη πλεξίδα
απ’ τ’ άγρια χόρτα δένει τους αστραγάλους
Ποιος ξέρει πού, ποιος ξέρει πού…
Βρέχει στα πρόσωπά μας που με το δάσος γίναν ένα.
Βρέχει στα γυμνά μας χέρια, στα ελαφριά
ενδύματά μας
Πάνω στις φρέσκες σκέψεις που η ψυχή ανοίγει καθαρή
Πάνω στο παραμύθι τ’ όμορφο που χθές
μ’ εξαπάτησε, που σήμερα σ’ εξαπατά,

ω Ερμιόνη!

"POEMS of BLOOD & FAITH" Book by Steve J. Drakos released.




"POEMS of BLOOD & FAITH" Book by Steve J. Drakos released!!


21 Lyrics composed by Steve J. Drakos for the albums "Blood To Blood" (AD 2008) and "Avanguardia" (AD 2013).


Preface by: James Porrazzo, Andreas Nyqvist, Marco E. Malaguti, Susi Medusa Gottardi.

Interviews for: Archivio Non Conforme, Rupe Tarpea.

Photos and history from early Nabat to Skrewdriver to Front Of Hell.

Contents translated in three languages: English, Hellenic, Italian.

Published by Front Of Hell records & press.

Book Review by Open Revolt: