Είναι ίσως ορθό να επισημάνουμε τις παρεξηγήσεις που
υπάρχουν την στιγμή αυτήν σε κάποιους ριζοσπαστικούς κύκλους, οι οποίοι
πιστεύουν ότι η λύση ευρίσκεται στην κατεύθυνση ενός νέου παγανισμού. Η
παρεξήγηση αυτή είναι ήδη ορατή στην χρήση των όρων «παγανιστικός» και
«παγανισμός». Εγώ ο ίδιος έχοντας χρησιμοποιήσει αυτές τις εκφράσεις ως μοτίβο
σε ένα βιβλίο που εξεδόθη στην Ιταλία το 1928, και στην Γερμανία το 1934, έχω
λόγους για ειλικρινείς τύψεις.
Η λέξη, συγκεκριμένα, για τον παγανιστή ή για τον εθνικό,
paganus, εμφανίζεται σε κάποιους Λατίνους συγγραφείς όπως ο Λίβιος δίχως κάποια
συγκεκριμένη αρνητική χροιά. Τούτο, όμως, δεν αναιρεί το γεγονός ότι με την
άφιξη της νέας θρησκείας, η λέξη paganus απέκτησε μία αναμφισβήτητα υποτιμητική
έννοια, όπως αυτή χρησιμοποιήθηκε στους πρώτους Χριστιανούς απολογητές.
Προέρχεται από την λέξη pagus, που σημαίνει μικρή πόλη ή χωριό, με αποτέλεσμα η
λέξη paganus συλλήβδην να παραπέμπει στον χωριάτικο τρόπο σκέψεως : έναν
ακαλλιέργητο, πρωτόγονο και δεισιδαιμονικό τρόπο σκέψεως. Προκειμένου να
προωθήσουν και να δοξάσουν την νέα θρησκεία οι απολογητές είχαν την άσχημη
συνήθεια να ανυψώνουν εαυτούς μέσω της δυσφημήσεως των άλλων θρησκειών. Υπήρχε
συχνά μία συνειδητή και συστηματική υποτίμηση και ψευδής καταχώρηση όλων σχεδόν
των παλαιότερων παραδόσεων, δογμάτων και θρησκειών, που κατηγοριοποιήθηκαν υπό
τον περιφρονητικό χαρακτηρισμό παγανισμός ή εθνική θρησκεία.
Προς την
κατεύθυνση αυτήν οι απολογητές φανερά έκαναν μία προσχεδιασμένη προσπάθεια να
υπερτονίσουν τις όψεις αυτές των προ-χριστιανικών θρησκειών και παραδόσεων που
στερούνταν κάθε κανονικού ή πρωτόγονου χαρακτήρος, αλλά αποτελούσαν ξεκάθαρα
μορφές που είχαν περιπέσει σε παρακμή. Μία τέτοια πολεμική διαδικασία οδήγησε,
συγκεκριμένα, στον χαρακτηρισμό ο,τιδήποτε προϋπήρξε του Χριστιανισμού, και εκ
τούτου δεν ήταν χριστιανικό, ως απαραίτητα αντί-χριστιανικό.
Κάποιος θα μπορούσε να αναλογισθεί, λοιπόν, ότι ο
«παγανισμός» είναι κατά βάσιν μία μεροληπτική και τεχνητή σύλληψη που μόλις και
μετά βίας ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα αυτού που στον
πρό-χριστιανικό κόσμο ήταν πάντοτε υπό τις κανονικές του εκδηλώσεις, εκτός
ορισμένων παρηκμασμένων στοιχείων και όψεων που προήρχοντο από εκφυλισμένα
κατάλοιπα παλαιοτέρων πολιτισμών.
Έχοντας ξεκαθαρίσει αυτό, φθάνουμε σήμερα σε μία παράδοξη
συνειδητοποίηση: ότι αυτός ο φανταστικός παγανισμός που ουδέποτε υπήρξε, παρά
εφευρέθηκε από τους χριστιανούς απολογητές, εξυπηρετεί στη εποχή μας ως το
σημείο εκκινήσεως για συγκεκριμένους αυτοαποκαλούμενους παγανιστικούς κύκλους
και απειλεί, έτσι, να καταστεί πραγματικότητα για πρώτη φορά στην ιστορία –
τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από αυτό.
Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της βλέψεως του σύγχρονου
παγανισμού, όπως οι δικοί του απολογητές πιστεύουν και διακηρύσσουν ότι είναι ;
Ο πρώτος είναι ο εγκλωβισμός στην Φύση. Κάθε μορφή υπερβατικότητας είναι
ολοκληρωτικά άγνωστη στην παγανιστική άποψη για την ζωή : παραμένει
προσκολλημένη σε μία μίξη Πνεύματος και Φύσεως , σε μία ασαφή ενότητα Σώματος
και Πνεύματος. Δεν υπάρχει στην θρησκεία του τίποτα, παρά μία δεισιδαιμονική
θεοποίηση των φυσικών φαινομένων ή από φυλετικές ενέργειες που προήχθησαν στο
επίπεδο των ελασσόνων θεών. Από την κατάσταση αυτήν αναφύεται πρώτα από όλα
ένας αιμάτινος – και εδαφικός- ωφελιμισμός. Ακολουθεί μία απόρριψις των αξιών
της προσωπικότητος και της ελευθερίας και μία κατάσταση αθωότητος ελάχιστα
ανθρώπινης, μη επαγρυπνισμένη μέχρι από οποιοδήποτε υπερφυσικό κάλεσμα. Πέραν
αυτής της αθωότητας υπάρχει μόνον η έλλειψη αναστολής, η «αμαρτία», και η
ευχαρίστηση του αμαρτάνειν. Με άλλα λόγια δεν υπάρχει τίποτα άλλο από
δεισιδαιμονία ή από μία καθαρά βέβηλη κουλτούρα υλισμού και μοιρολατρείας.
Μοιάζει σαν η έλευση του Χριστιανισμού και μόνον ( αγνοώντας συγκεκριμένους
προδρόμους που παραλείπονται ως ασήμαντοι ) να επέτρεψε τον κόσμο της
υπερφυσικής ελευθερίας να εισβάλλει, επιτρέποντας την χάρη και την
προσωπικότητα, σε αντίθεση με τις μοιρολατρικές και φυσιοκρατικές πεποιθήσεις
που αποδίδονται στον «παγανισμό» φέρνοντας μαζί μία καθολική ιδέα ( με την
ετυμολογική έννοια την παγκοσμιότητας ) και έναν υγιή δυϊσμό, με τον οποίον
κατάφεραν να υποτάξουν την Φύση σε έναν ανώτερο νόμο, και στο «Πνεύμα» να
θριαμβεύσει επί του νόμου της σάρκας, του αίματος και των ψεύτικων θεών.
Αυτά είναι τα κύρια στοιχεία της επικρατούσης αντίληψης για
τον παγανισμό, π.χ για ο,τιδήποτε δεν ενστερνίζεται μία σαφώς Χριστιανική
κοσμοαντίληψη. Οποιοσδήποτε κατέχει κάποια άμεση εξοικείωση με την ιστορία του
πολιτισμού και της θρησκείας, στοιχειώδη ωστόσο, μπορεί να δεί πόσο λανθασμένη
και μονόπλευρη είναι η νοοτροπία αυτή. Στους πρώιμους Πατέρες της Εκκλησίας,
παρόλαυτά, υπάρχουν συχνά σημεία μίας ανώτερης κατανόησης των συμβόλων, των
δογμάτων και των θρησκειών των προηγούμενων πολιτισμών. Θα δώσουμε εδώ μόνον
ένα δείγμα.
Αυτό που διέκρινε περισσότερο τον προχριστιανικό κόσμο , σε
όλες τις μορφές του, δεν ήταν η δεισιδαιμονική θεοποίηση τα φύσης, αλλά η διά
συμβόλων κατανόηση της, λόγω της οποίας ( όπως έχω συχνά επισημάνει ) κάθε
φαινόμενο και κάθε γεγονός παρουσιαζόταν ως η αισθητή αποκάλυψη ενός υπεραισθητού
κόσμου. Η παγανιστική κατανόηση του κόσμου και του ανθρώπου χαρακτηριζόταν
ουσιωδώς από έναν ιερό συμβολισμό.
Ο παγανιστικός , παραπέρα, τρόπος ζωής ουδεμία απολύτως
σχέση είχε με μία ανέμελη αθωότητα ούτε με μία φυσική εγκατάλειψη στα πάθη, ακόμα
και όταν κάποιες συγκεκριμένες μορφές του ήσαν φανερά εκφυλισμένες. Γνώριζε ήδη
έναν υγιή δυϊσμό, ο οποίος αντανακλάται στις παγκόσμιες θρησκευτικές και
μεταφυσικές συλλήψεις. Στο σημείο αυτό μπορούμε να αναφέρουμε την δυϊστική
πολεμική θρησκεία των Ιρανών Αρίων, που έχει συζητηθεί και έγινε οικεία σε
όλους, την Ελληνική αντίθεση μεταξύ των «δύο φύσεων», του Κόσμου και του Κάτω
Κόσμου ή της Νορδικής μεταξύ της φυλής των Εζίρ και των στοιχειακών όντων, και,
τέλος, την Ινδοάρια αντίθεση ανάμεσα στην sam’ra, το «ρεύμα των μορφών» , και
το m(o)khti , την «απελευθέρωση» και την «τελειότητα».
Επί της βάσεως αυτής όλοι οι μεγάλοι προχριστιανικοί
πολιτισμοί μοιραζόταν τον αγώνα για μία υπερφυσική ελευθερία , π.χ για την
μεταφυσική τελειοποίηση της προσωπικότητας, και όλοι αναγνώριζαν Μυστήρια και
Μυήσεις. ‘Εχω ήδη επισημάνει ότι τα Μυστήρια σήμαιναν συχνά την επανάκτηση της
πρωτόγονης πολιτείας, την πνευματικότητα των ηλιακών, Υπερβορείων φυλών, στην
θεμελίωση μίας παράδοσης και μίας γνώσης που αποκρύπτονταν μέσω της
μυστικότητας και της αποκλειστικότητας από τους πληθυσμούς ενός περιβάλλοντος
που βρισκόταν ήδη σε παρακμή. ‘Εχουμε επίσης δεί ότι στις Ανατολικές χώρες η
Άρια ποιότητα είχε ήδη συσχετισθεί με μία «δεύτερη γέννηση» που επιτυγχάνετο
μέσω της μυήσεως. Όσο για την φυσική αθωότητα όπως η παγανιστική λατρεία για το
σώμα, αυτή αποτελεί ένα παραμύθι και χωρίς μία απόδειξη μεταξύ των αγρίων ,
γιατί παρόλη την εσώτερη έλλειψη διαφοροποιήσεως, που έχει ήδη αναφερθεί σε
σύνδεση με τις φυλές «κοντά στην φύση», οι λαοί αυτοί περιστέλλουν και
περιορίζουν τις ζωές τους με αναρίθμητα ταμπού κατά τρόπο συχνά αυστηρότερο από
την ηθική των αποκαλούμενων «θετικών θρησκειών». Και όσο για αυτό που φαίνεται
στην επιφανειακή άποψη να ενσωματώνει το πρωτότυπο μίας τέτοιας «αθωότητας», το
κλασικό, δηλαδή, ιδεώδες, αυτό δεν ήταν η λατρεία του σώματος : δεν ανήκε σε
αυτήν την όψη της δυϊκότητας σώματος – πνεύματος, αλλά στην άλλη όψη της. Όπως
έχει ήδη καθορισθεί , το κλασικό ιδεώδες είναι αυτό του Πνεύματος το οποίο
κυριαρχεί τόσο πολύ, ώστε υπό συγκεκριμένες πνευματικές συνθήκες διαπλάθει το
Σώμα και την Ψυχή καθ’ ομοίωσή του και ,τοιουτοτρόπως , επιτυγχάνει μία τέλεια
αρμονία μεταξύ του εσώτερου και του εξώτερου.
Τελευταία, επικρατεί μια τάση μακριά από ωφελιμισμό,
ευρισκόμενη σε όλον τον παγανιστικό κόσμο, σύμφωνα με την οποία τα
αυτοκρατορικά καλέσματα ήταν αυτά που σημάδευσαν την ανοδική φάση των Νορδικών
φυλών. Τέτοια καλέσματα συχνά κατά τρόπο μεταφυσικό εμπλουτιζόταν
,εξευγενιζόταν και εμφανίζονταν ως η φυσική συνέπεια της επέκτασης της αρχαίας
ιερής αντίληψης του κράτους. Επίσης όπως η μορφή στην οποία η νικηφόρος
παρουσία του «ανώτερου κόσμου» και της πατρικής, Ολύμπιας αρχής επεδίωκε να
φανερωθεί στον επερχόμενο κόσμο. Κατ’ αυτήν την άποψη, ανακαλούμε την παλαιά
Ιρανική αντίληψη της Αυτοκρατορίας και του «Βασιλέως των Βασιλέων» , που
σχετίζεται με το δόγμα του hvareno ( η «ουράνια δόξα» την οποίαν περιεβάλοντο
οι Άριοι άρχοντες) και την Ινδοάρια παράδοση του «Βασιλέως του κόσμου» ή
chakravartin κ.λ.π. , σύμφωνα με την επανεμφάνιση των «Ολύμπιων» αξιώσεων της
αρχαίας ρωμαϊκής ιδέας του Κράτους και της Αυτοκρατορίας. Η Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία είχε , επίσης, το ιερό της περιεχόμενο, που συστηματικά
παρεξηγήθηκε ή υποτιμήθηκε όχι μόνον από την Χριστιανοσύνη, αλλά και από τους
συγγραφείς της «θετικής» ιστορίας. Ακόμα και η λατρεία του Αυτοκράτορα είχε την
έννοια της ιεραρχικής ενότητας στην κορυφή ενός πάνθεου, το οποίο αποτελείτο
από μία σειρά ξεχωριστών τοπικών και προγονικών θρησκειών που ανήκαν σε μη
ρωμαϊκούς λαούς και αυτές μπορούσαν να λατρεύονται ελεύθερα, όσο παρέμεναν
εντός των φυσιολογικών ορίων τους. Όσον αφορά, τελικά, την «παγανιστική»
ενότητα των δύο δυνάμεων, πνευματική και κοσμική, απέχει πολύ από το να
θεωρηθεί ότι συγχωνεύονταν. Όπως το κατανοούσε μία «ηλιακή» φυλή, εξέφραζε τα
ανώτερα δικαιώματα που πρέπει να συσσωρεύονται στην πνευματική εξουσία στο
επίκεντρο κάθε φυσιολογικής πολιτείας. Ήταν, έτσι, κάτι αρκετά διαφορετικό από
την χειραφέτηση και την «ανωτερότητα» ενός μερικά κοσμικού κράτους. Εάν
επρόκειτο να κάνουμε παρόμοιες τροποποιήσεις στο πνεύμα της πραγματικής
αντικειμενικότητας, οι πιθανότητες θα ήταν υπερβολικές.
Περαιτέρω Παρεξηγήσεις Αναφορικά με την «Παγανιστική»
Κοσμοθεωρία
Έχοντας ειπωθεί όλα αυτά, παραμένει η πραγματική πιθανότητα
μεταμορφώσεως κάποιων απόψεων του Χριστιανισμού. Πρέπει, όμως, να γίνει
ξεκάθαρο ένα πράγμα : ο λατινικός όρος «transcendere» σημαίνει κατά γράμμα το
να αφήνει κάποιος κάτι πίσω καθώς ένα άλλο εμφανίζεται προς τα πάνω και όχι
προς τα κάτω! Αξίζει να επαναλάβουμε ότι πρωτεύον δεν είναι η απόρριψη του
Χριστιανισμού : δεν είναι το ζήτημα να δείξουμε την ίδια έλλειψη κατανόησης
απέναντί στον Χριστιανισμό, όπως ο ίδιος επέδειξε, και κατά μέγα μέρος
συνεχίζει να δείχνει, απέναντι στον αρχαίο παγανισμό. Θα μπορούσε να αποτελέσει
θέμα η ολοκλήρωση του Χριστιανισμού με μέσα μίας ανώτερης και αρχαιότερης
κληρονομίας , εξουδετερώνοντας κάποιες από τις απόψεις του και τονίζοντας άλλες
σημαντικότερες, στις οποίες η πίστη αυτή δεν αντιτίθεται απαραίτητα στις
συμπαντικές αντιλήψεις της προχριστιανικής πνευματικότητας.
Αυτό, αλοίμονο, δεν είναι το μονοπάτι που ακολουθούν οι
ριζοσπαστικοί κύκλοι που αναφέραμε. Πολλοί από αυτούς τους νεοπαγανιστές
φαίνεται ότι έχουν πέσει σε μία παγίδα που στήθηκε σκόπιμα για αυτούς, που
συχνά απολήγει στην συνηγορία και την υπεράσπιση ιδεών που λίγο-πολύ
ανταποκρίνονται στον ούτως εφευρημένο ,φυσιολατρικό ωφελιμιστικό παγανισμό,
φτωχό σε φώς και σε υπερβατικότητα, που ήταν το δημιούργημα πολεμικής ενός
Χριστιανού, που παρεξήγησε το προχριστιανικό κόσμο, και ο οποίος βασίζεται το
πολύ σε μερικά διάσπαρτα στοιχεία του κόσμου αυτού στην παρακμή του και στον
εκφυλισμό του. Και σαν να μην έφταναν αυτά, οι άνθρωποι καταφεύγουν σε μία
αντί-Καθολική πολεμική, η οποία, ανεξαρτήτως πολιτικής της δικαιολογίας, συχνά
ανασύρει και υιοθετεί τις παλαιές τυποποιημένες εκφράσεις ενός εντελώς
σύγχρονου, ορθολογιστικού και πεφωτισμένου τύπου που έχει χρησιμοποιηθεί κατά
κόρον από τον Φιλελευθερισμό, την Δημοκρατία και τον Ελευθεροτεκτονισμό. Τέτοια
ήταν ως έναν βαθμό η περίπτωση του H.S.Chamberlain και εμφανίζεται ξανά σε ένα
συγκεκριμένο ιταλικό κίνημα, που προσπαθεί να συνδέσει την φυλετική σκέψη με το
«ιδεαλιστικό» δόγμα του έμφυτου.
Στον νέο-παγανισμό ενυπάρχει μία γενική και αλάνθαστη τάση
προς δημιουργία ενός νέου, δεισιδαίμονος μυστικισμού βασισμένου στην δοξολογία
του εμφύτου , της Ζωής και της Φύσεως, που έρχεται στην οξύτερη αντιπαράθεση με
το Ολύμπιο και ηρωικό ιδεώδες των μεγαλύτερων Αρίων πολιτισμών της
προχριστιανικής αρχαιότητος. Θα επιδείκνυε μία πολύ μεγαλύτερη στροφή προς την
υλική, μητρική και τελλουρική πλευρά , εάν δεν είχε εξαντληθεί με μία ομιχλώδη
και ερασιτεχνική φιλοσοφία. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, μπορούμε να
ρωτήσουμε τι ακριβώς εννοούν με τον όρο «Φύση», με ποιά από τις ομάδες αυτές
είναι τόσο ενθουσιώδεις; Μικρή χρησιμότητα θα έχει η παρατήρησή μας ότι ο
αρχαίος, παραδοσιακός άνθρωπος δεν αναγνώριζε και δεν βίωνε την Φύση, αλλά μία
λογική κατασκευή της περιόδου των Γάλλων Εγκυκλοπαιδιστών. Οι Εγκυκλοπαιδιστές
ήταν εκείνοι που με αναμφιβόλως ανατρεπτικά και επαναστατικά μοτίβα
δημιούργησαν τον μύθο ότι η Φύση είναι «καλή», σοφή και ηθικά υγιής, σε
αντίθεση με την σαπίλα κάθε ανθρώπινου πολιτισμού. Μπορούμε έτσι να δούμε ότι ο
αισιόδοξος μύθος της Φύσεως του Ρουσσώ και των Εγκυκλοπαιδιστών συμβαδίζει με το
«φυσικό δίκαιο», την παγκοσμιότητα, τον φιλελευθερισμό, τον ανθρωπισμό και την
άρνηση κάθε θετικής και δομημένης μορφής κυριαρχίας. Ο μύθος, επιπλέον, υπό
εξέταση ουδεμία απολύτως βάση έχει στην φυσική ιστορία. Κάθε ειλικρινής
επιστήμων γνωρίζει ότι δεν υπάρχει χώρος για την «Φύση» στο πλαίσιο εργασίας
των θεωριών του, που έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των καθαρά αφηρημένων
ισοδυναμιών και μαθηματικών σχέσεων. Όσον αφορά στην βιολογική έρευνα και στην
γενετική, μπορούμε ήδη να δούμε την ανισορροπία που θα προέκυπτε από την στιγμή
που κάποιος θα θεωρούσε ότι συγκεκριμένους νόμους ως τελικούς, όταν αυτοί
εφαρμόζονται μόνον σε μία μερική όψη της πραγματικότητας. Αυτό που σήμερα οι
άνθρωποι αποκαλούν «Φύση», ουδεμία σχέση έχει με αυτό που σήμαινε η Φύση για
τον παραδοσιακό, ηλιακό άνθρωπο ή για την γνώση, στην οποίαν είχε πρόσβαση ένας
τέτοιος άνθρωπος χάρις στην Ολύμπια και βασιλική θέση του, για αυτήν. Δεν
υπάρχει κάποια ένδειξη για αυτό, ωστόσο, στις συνηγορίες υπέρ του νέου αυτού
μυστικισμού.
Παρεξηγήσεις της ίδιας πάνω-κάτω φύσεως ανακύπτουν αναφορικά
με την πολιτική σκέψη. Ο παγανισμός εδώ χρησιμοποιείται συχνά ως το συνώνυμο
για μία εγκόσμια και εντούτοις αποκλειστική αντίληψη της κυριαρχίας, η οποία
αντίληψη αναποδογυρίζει τις σχέσεις. Έχουμε ήδη δεί ότι στις αρχαίες πολιτείες
η ενότητα των δύο εξουσιών σήμαινε κάτι το αρκετά διαφορετικό. Παρείχε την βάση
για την πνευματοποίηση της πολιτικής, ενώ ο νεοπαγανισμός καταλήγει να
πολιτικοποιεί το πνευματικό, και επομένως να βαδίζει για ακόμη μία φορά στο
λάθος μονοπάτι των Γαλλικανών και των Ιακωβίνων. Η αρχαία, αντιθέτως, αντίληψη
του Κράτους και της Αυτοκρατορίας πάντοτε έδειχνε μία σύνδεση με την Ολύμπια
ιδέα.
Τι πρέπει, λοιπόν, να σκεφθούμε για την νοοτροπία που
εκλαμβάνει τον Ιουδαϊσμό, την Ρώμη, την Καθολική Εκκλησία, τον
Ελευθεροτεκτονισμό και τον Κομμουνισμό ως λίγο -πολύ ένα και το αυτό πράγμα,
μόνον επειδή οι προϋποθέσεις τους διαφέρουν από την απλή σκέψη του Λαού? Η
σκέψη του Λαού μέσα στις σειρές αυτές κινδυνεύει να άθεοι στο σκοτάδι, όπου δεν
είναι δυνατή πλέον κάποια διαφοροποίηση.
Ας περιοριστούμε σε ένα και μόνον παράδειγμα : ο Καθολικός
δογματισμός εκπληρώνει συγκεκριμένα έναν χρήσιμο προληπτικό ρόλο σταματώντας
τον εγκόσμιο μυστικισμό και παρόμοιες κάτωθεν εκρήξεις από το να περάσουν ένα
συγκεκριμένο όριο. Δημιουργεί ένα ισχυρό φράγμα που προστατεύει την περιοχή
όπου κυριαρχούν η υπερβατική γνώση και τα γνήσια υπερφυσικά και μη ανθρώπινα
στοιχεία - ή τουλάχιστον όπου θα έπρεπε να κυβερνούν. Θα μπορούσε κάποιος να
ασκήσει κριτική στον τρόπο με τον οποίο αυτή η υπέρβαση και η γνώση έχουν γίνει
κατανοητές από τον Χριστιανισμό, αλλά δεν μπορεί να περάσει σε μία « βέβηλοι»
κριτική , η οποία αρπάζεται από κάποιο πολεμικό όπλο ή κάτι άλλο, φαντάζεται
την υποτιθέμενη Άρια φύση του δόγματος του έμφυτου, της «φυσικής θρησκείας»,
της λατρείας της «ζωής» κλπ, χωρίς στην πραγματικότητα να χάσει το επίπεδό του
: με λίγα λόγια, δεν μπορεί κάποιος τοιουτοτρόπως να φθάσει τον κόσμο των
αρχέγονων απαρχών, αλλά σε αυτόν της Αντί-Παράδοσης ή των τελλουρικών και πρωτόγονων
τρόπων υπάρξεως. Τούτο θα ήταν στην πραγματικότητα ο κάλλιστος τρόπος
επαναπροσηλυτισμού στον Καθολικισμό των ανθρώπων με τα καλύτερα «παγανιστικά»
ταλέντα !
Πρέπει, λοιπόν να προσέχει κάποιος να μην υποπέσει σε
παρεξηγήσεις και λάθη που έχουμε αναφέρει, τα οποία κατά βάσιν εξυπηρετούν
μόνον την υπεράσπιση του κοινού εχθρού. Οφείλει κανείς να αναπτύξει την
ικανότητα να τοποθετεί τον εαυτό του στο επίπεδο εκείνο, όπου η διδακτική
σύγχυση δεν μπορεί να φθάσει και όπου κάθε ερασιτεχνισμός και αυθαίρετη
διανοητική δραστηριότητα αποκλείονται, όπου κάποιος αντιστέκεται ενεργά σε κάθε
επιρροή από μπερδεμένες, παθιασμένες επιθυμίες και από την βιαία επιθυμία στις
πολεμικές, όπου, τέλος και βασικά, τίποτα δεν μετράει παρά η ακριβής, αυστηρή,
αντικειμενική γνώση του πνεύματος της Αρχεγόνου Παραδόσεως.