Tρίτη 1η Φεβρουαρίου του 1944. Στις 9.30 το πρωί, δολοφονείται στο κέντρο της Aθήνας, μπροστά στο άγαλμα του Bύρωνα, ο Kίτσος Mαλτέζος, ο τελευταίος απόγονος του Στρατηγού Mακρυγιάννη, το χαρισματικό παιδί της γενιάς του '40. Tη δολοφονία, που θυμίζει δράση τρομοκρατικής οργάνωσης, έχει αναλάβει ο EΛAΣ Σπουδάζουσας. Έκτοτε το γεγονός θα μυθοποιηθεί και θα μεταμορφωθεί σε ένα από τα ισχυρότερα ταμπού της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας. H «αριστερά» θα αρνείται επίμονα την οποιαδήποτε αναφορά σε μιαν από τις πιο σκοτεινές σελίδες της δράσης της, ενώ η σκληρή μετεμφυλιακή «δεξιά» θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει πολιτικά τον θάνατο ενός ανθρώπου που στην πραγματικότητα δεν της ανήκε. O Mαλτέζος θα πρωταγωνιστήσει στην υπόθεση δύο μυθιστορημάτων, στην Tειχομαχία του Θεόφιλου Φραγκόπουλου και στο Xρονικό μιας Σταυροφορίας του Pόδη Pούφου.
H βιογραφία που έγραψε ο Πέτρος Στ. Mακρής-Στάϊκος μπορεί να διαθέτει την αφηγηματική χάρη ενός μυθιστορήματος, όμως είναι και η πρώτη απόπειρα σοβαρής ιστορικής προσέγγισης της υπόθεσης, προσφέροντας συγχρόνως στον αναγνώστη μια συνθετική τοιχογραφία της χαμένης γενιάς του '40.
Τα χρόνια που έρχονται χαράζουν τρομακτικά για το μέλλον της Ελλάδας. Ένα άγρυπνο κακό αρχίζει να σκοτεινιάζει τον ελληνικό ουρανό. Έχουμε συνείδηση της πραγματικότητας. Γνωρίζουμε πως σήμερα όποιος δηλώνει Εθνικιστής είναι υπό διωγμόν, δεν έχει θέση στην κοινωνία που κατασκευάζουν. Είναι επιλογή μας λοιπόν αν θα συμβιβασθούμε ή αν θα αντισταθούμε με έναν ανυποχώρητο ιδεολογικό αγώνα. Το βιβλίο αυτό επιλέγει την αντίσταση, έστω και αν χαρακτηρισθεί ακραίο, φανατικό, γραφικό, ή οτιδήποτε άλλο σκαρφιστούν οι σύγχρονοι ιεροεξεταστές. Τουλάχιστον γράφτηκε με ειλικρίνεια σε εποχή υποκρισίας, και αυτό πιστεύω είναι αρκετό για να το κρίνει κάποιος.
Αυτή είναι η διήγηση από πρώτο χέρι ενός προσκολλημένου στο παρελθόν στρατιώτη των SS, ο οποίος μετά την διαταγή συνθηκολογήσεως διέφυγε και μετά από περιπέτειες κατατάχθηκε ως μισθοφόρος στην Λεγεώνα των Ξένων. Έχοντας σταλεί στην Ινδοκίνα για να πολεμήσει τους Βιετμίνχ, το "Γερμανικό Τάγμα των Καταραμένων" εφάρμοσε το: Βόμβα στην Βόμβα! Σφαίρα στην σφαίρα! Φόνος στον φόνο! "Η Φρουρά του Διαβόλου" αποτελεί το προσωπικό ντοκουμέντο αντιποίνων και αντί-αντιποίνων ενός άνδρα και της μονάδας του, μια καταγραφή εγκληματικής βίας και από τις δύο πλευρές, ενός πολέμου στην πιο ωμή,την πιο άγρια και ανατριχιαστική μορφή του.
Το βιβλίο εξεδόθη στα Αγγλικά για πρώτη φορά την δεκαετία του '70 προκαλώντας θυελλώδεις αντιδράσεις και διχογνωμίες από τους κριτικούς και το αναγνωστικό κοινό.Σε μικρό χρονικό διάστημα εξαντλήθηκε και παρέμεινε για δεκαετίες ένα βιβλίο-φάντασμα, μη μπορώντας κανείς να εντοπίσει κάποιο αντίτυπο παρά μόνο σε εξειδικευμένα παλαιοπωλεία και σε πολύ υψηλές τιμές. Σήμερα, μάλλον δικαίως, θεωρείται από ειδήμονες και απλούς αναγνώστες, ότι είναι το πλέον αντιπροσωπευτικό βιβλίο που γράφτηκε ποτέ, πάνω στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την Γαλλική Λεγεώνα των Ξένων.
Η κατάληψη της Βαστίλης και η εκθρόνιση του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄ σηματοδότησαν για τη Γαλλία την αρχή ενός ολομέτωπου αγώνα στο εσωτερικό της χώρας για να ανατραπεί εκ βάθρων το κοινωνικό καθεστώς, ενώ την ίδια περίπου χρονική περίοδο όλη ουσιαστικά η Ευρώπη πολεμούσε εναντίον της Γαλλίας. Η διακήρυξη της Τρομοκρατίας στις 5 Σεπτεμβρίου 1793 βύθισε τη Γαλλία στον όλεθρο· μισό εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, πολλοί φυλακίστηκαν και υπέστησαν βασανιστήρια, και το χειρότερο όλων, η Τρομοκρατία έγινε γνωστή στην Ευρώπη επινοώντας τους ολέθριους μηχανισμούς αστυνομοκρατίας, εκφοβισμού και παρανοϊκής καταδίωξης των διαφωνούντων.
Ο Ροβεσπιέρος, προτάσσοντας τον άσπιλο, ενάρετο χαρακτήρα του, επονομάστηκε Αδιάφθορος και πήρε στα χέρια του την κάθαρση του έθνους. Πίστευε με όλη τη δύναμη της ψυχής του ότι αυτό που έκανε ήταν σωστό. Με τη βεβαιότητα αυτή άλλαξε τη γλώσσα, διαμόρφωσε θεσμούς, έδωσε καινούρια ονόματα σε πράγματα παλιά και οδήγησε στην γκιλοτίνα όλους όσοι δεν ανταποκρίνονταν στα πρότυπα της εξαγνισμένης κοινωνίας που είχε ο ίδιος στο μυαλό του. Το τέλος του ήταν τραγικό, αλλά η κληρονομιά του τρόμου που άφησε πίσω του στοιχειώνει και τις σημερινές κοινωνίες καθιστώντας σαφές το μήνυμα της διαρκούς πολιτικής επαγρύπνησης απέναντι στους ίδιους μας τους εαυτούς, γιατί αν θεωρούμε αυταπόδεικτο ότι εμείς είμαστε δίκαιοι και οι εχθροί μας φαύλοι, και ότι μπορούμε να καταργήσουμε τα απαράγραπτα δικαιώματα των άλλων, τότε βαδίζουμε ολοταχώς προς την Τρομοκρατία.
17 Απριλίου 1975. Ο στρατός των Ερυθρών Χμερ με ηγέτη τον διαβόητο Πολ Ποτ κατέλαβε την Πνομ Πεν και όρισε την αρχή του «έτους μηδέν» για την Καμπότζη, γράφοντας μια από τις πιο μελανές σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας. Ακολουθώντας το όραμα της αγροτικής ουτοπίας, απαγόρευσε τη βουδιστική λατρεία, ξερίζωσε χιλιάδες νέους από τις οικογένειές τους, επέβαλε ενιαίο ενδυματολογικό κώδικα και τους στρατολόγησε στις παραγωγικές κοοπερατίβες. «Αρκεί ένα εκατομμύριο καλοί επαναστάτες για να οικοδομήσουμε τη χώρα μας. Δε χρειαζόμαστε τους υπόλοιπους. Προτιμάμε να σκοτώσουμε δέκα αθώους παρά να αφήσουμε ζωντανό ένα εχθρό», διακήρυτταν οι Χμερ. Η γενοκτονία του Πολ Ποτ διήρκησε τέσσερα ολόκληρα χρόνια και ήταν για το λαό της Καμπότζης μια συνεχής κάθοδος στην κόλαση...