Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα BENITO MUSSOLINI. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα BENITO MUSSOLINI. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο ασυμβίβαστος Φασιστής Roberto Farinacci.

 

    Εισαγωγικό σημείωμα:

Για τον αστοδημοκράτη και τον antifa είναι πιο λογικό να πιει νερό από το ίδιο ποτήρι με έναν που έχει λέπρα παρά να κάνει διάλογο με έναν «Φασιστή». 

Για τον αστοδημοκράτη και τον antifa η φρίκη είναι μεγαλύτερη μπροστά σε ένα «απαγορευμένο σύμβολο» που «μολύνει» την δημοκρατία, παρά η εικόνα ενός νέου που καρφώνει την σύριγγα στις φλέβες του μπροστά στην Νομική. 

Για τον αστοδημοκράτη και τον antifa είναι στόχος να χτιστεί το «τείχος της δημοκρατίας» ακόμη και αν αυτό πέσει στο μέλλον πάνω στον ίδιο, παρά να δει κατάματα το ποιος φταίει για την σημερινή δυστοπική κοινωνία. 

Αν σήμερα όπου κυριαρχεί ο άκρατος φιλελευθερισμός έχουν κάποιο νόημα οι πολιτικές οριοθετήσεις και έννοιες, ο όρος Φασίστας ή Φασιστής καταλαμβάνει σαφέστατα την κορυφή στον «απαγορευμένο κατάλογο». 

Φασίστας για τους κάποιους ήταν ο Χριστόδουλος και ο Ζέρβας, φασίστας ο Πλεύρης και ο Κασιδιάρης, φασίστας ο Μεταξάς και ο Παπαδόπουλος, φασίστας ο Βασιλιάς αλλά και ο Μητσοτάκης! 

Με τόσους «φασίστες» γύρω μας αν αυτοί οι κύριοι έχουν δίκιο … τότε πρέπει να νίκησαν οι «Φασίστες» στον τελευταίο Μεγάλο Πόλεμο! 

Τελικά ο Φασίστας είναι ο κάθε ένας που απορρίπτει την κληρονομιά της Γαλλικής επανάστασης ή αμφισβητεί το καθεστωτικό μυθιστόρημα και την συστημική προπαγάνδα. 

Σίγουρα ο ιμιτασιόν Φα ευλογεί τον Μητσοτάκη ως ηγέτη, ο ιμιτασιόν Φα δεν αναγνωρίζει την υπογραφή του στα άρθρα του ή μέσα στην βουλή προσφωνεί τους δημοκράτες ως «φασίστες» για να ξεπλύνει τάχα την ντροπή ή μήπως και τον σεβαστεί ο Σαμαράς, ο ιμιτασιόν Φα έχει πάρει με την σειρά τις ξένες πρεσβείες και τους ιδιοκτήτες εφημερίδων ! 

Ο «ψευτοφασιστής» και δεν γνωρίζει τι σημαίνει να σε λένε Φασιστή και νεοφασίστα και δεν ξέρει να φερθεί ως τέτοιος. Διπλό το πρόβλημα αγαπητέ νεοΦασίστα που χάνεις χρόνο για να διαβάσεις. 

Από την παιδεραστική κυβερνητική γκρούπα μέχρι την τελευταία queer που αρθρογραφεί στο indymedia για όλα φταίνε οι «κακοί φασίστες» και το κυνήγι μαγισσών καλά κρατεί. 


Indymedia 08/2022

Από την άλλη αυτοί που εκπροσωπούν (στην φαντασία τους) τον ελληνικό «Φασισμό» χαιρετάνε με άνεση μέσα στο εφετείο αφού έχουν … υιό καταδρομέα στην Κορώνη, μιλάνε με τον Ψινάκη και την Μπακογιάννη μπροστά και πίσω από τις κάμερες, λαϊκίζουν και σταυροκοπιούνται δίπλα στο ξεπουλημένο ιερατείο και η λίστα δεν έχει τελειωμό. 

Ποια η στάση μας, ποιο το καθήκον, τι πρέπει να γίνει θα σκεφτείς και είναι λογικό. Δεν ξέρουμε να σου πούμε στα σίγουρα ψάξε μόνος σου τις απαντήσεις «Φασιστάκο», άνοιξε μόνος σου το μονοπάτι στην γνώση και την αμφισβήτηση. 

Μην περιμένεις τίποτα και από κανέναν! Μόνο να θυμάσαι ότι οι «Φασίστες και οι Ναζί»  μάλλον είχαν δίκιο όταν μάτωναν και πέθαιναν για ένα Πουκάμισο Μελανό. 

Και επειδή μας αρέσουν οι επετειακές αρθρογραφίες (πορεία της Ρώμης 28η Οκτωβρίου 1922) ας δούμε ένα άρθρο ως ένδειξη μνήμης και σεβασμού σε έναν κορυφαίο ριζοσπάστη Φασιστή που κόσμησε το Πουκάμισο με το ίδιο του το αίμα χωρίς πολλές υπεκφυγές και σκέψεις. 

Απλά και Φασιστικά, γιατί όχι και Ελληνορωμαϊκά αν σκεφτεί κανείς ότι αγκάλιασε τον Θάνατο χωρίς Φόβο και σίγουρα με Πάθος όπως αξίζει να ζούμε όλοι όσοι νιώθουμε στην Μελανή Καρδιά  μας τις αιχμηρές Δέσμες της Μάχης.

Αγαπητοί «φασίστες» και νεοφασίστες, ριζοσπάστες εθνικιστές και εθνικοσοσιαλιστές ο Roberto Farinacci: άλλωστε στην αστικοδημοκρατική μεταπολιτευτική εορταστική επέτειο τους δηλώνουμε Παρόντες - όμως με την σωστή πλευρά της ιστορίας -  αν όμως αυτό μας κατατάσσει στους Προδότες η απάντηση είναι μια: Me ne frego!

γράφει ο Έχεμος

Αν ο DAnnunzio είναι ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο Mussolini o Χριστός του Φασισμού τότε ο Farinacci είναι ο Απόστολος Ανδρέας. Εξέφρασε την ριζοσπαστική και αδιάλλακτη πτέρυγα του Φασιστικού Κόμματος που δεν ανεχόταν τις συνδιαλλαγές με τους τρόφιμους του Βατικανού και τις μαριονέτες της Ιταλικής Μοναρχίας. Γεννήθηκε σε συνθήκες φτώχειας και η ταξική του καταγωγή γρήγορα τον έφερε σε επαφή με το προλεταριάτο. Παρά τις φτωχές του επιδόσεις στο σχολείο σύντομα κερδίζει χρήματα από τα μεροκάματα και αργότερα είναι αναντικατάστατος για τους εργαζόμενους στο σιδηρόδρομο. 

Η σύντομη επαφή με τον ρεφορμιστικό Σοσιαλισμό τον οδηγεί στον ημιτελή και πρωτόλειο Φασισμό και αναδεικνύεται σε ηγετικό πρόσωπο της πόλης της Cremona. Η πένα του στην δημοσιογραφία θεωρείται εξαιρετική και άκρως επεμβατική για τα επόμενα ταραχώδη χρόνια με ναυαρχίδα την προσωπική του εφημερίδα Cremone Nuova. Στα τέλη του 1915 κατατάσσεται στον στρατό και παίρνει τον βαθμό του δεκανέα καθώς και τιμητική διάκριση. Καθοδηγεί τις πιο δυναμικές φασιστικές ομάδες κρούσης που εξυμνούν τον έρωτα της βίας. 

«Κρεμόνα, 6 Σεπτεμβρίου 1920. Οι σοσιαλοκομμουνιστές, ήταν εξοργισμένοι. Περπατούσαν κατά ομάδες για να δημιουργήσουν κλίμα απειλής προς τους Φασίστες οι οποίοι είχαν απομονωθεί. Ανέμεναν το βράδυ ώστε με σκοπό να προχωρήσουν στο μεγάλο χτύπημα. Ήταν ενήμεροι ότι το βράδυ, μετά το δείπνο -  εννοείται θα βρίσκομαι - στο ενυδρείο. Μερικοί Φασίστες ήρθαν στο σπίτι μου την προγραμματισμένη ώρα του δείπνου και με ικέτευαν να μην βγω, διότι είχαν συνωμοτήσει σημαντικές πράξεις εναντίον μου. Φυσιολογικά εγώ δεν θα μπορούσα - σε τέτοια κατάσταση εννοείται -  να δείξω ότι δεν έχω  δύναμη στην περίπτωση μου, αλλά το βράδυ, πήγα στο ‘’Ενυδρείο’’ το μπαρ όπου συχνάζω». 

Εκπροσωπεί μαζί με άλλους την εθνικοσυνδικαλιστική τάση και όσο αυξάνει η δύναμη του αλλά και η επιρροή του, τόσο αμφισβητεί τον Μπενίτο Μουσολίνι για τις όποιες επιλογές του. Ο Duce δεν μπορεί να τον πολεμήσει αφού έχει υπό την επιρροή του πολλές τοπικές οργανώσεις και εφημερίδες. Στην πορεία της Ρώμης πρωτοστατεί ενώ δίνει διαταγή στους άντρες του στην Cremona να συγκρουστούν με τους καραμπινιέρους και τους βασιλόφρονες.  Η ένοπλη συμπλοκή έχει ως αποτέλεσμα μια ντουζίνα μελανοχίτωνες να βρουν τον θάνατο από τα πυρά της άκρας δεξιάς. 

Γίνεται γενικός γραμματέας του κόμματος ίσως μια καιροσκοπική επιλογή του Mussolini ώστε να βρει χρόνο να τον ηρεμήσει. Αδίστακτος στην εφόρμηση για την κατάληψη της εξουσίας μέσα από το Φασιστικό «Αντικράτος» σύντομα όμως βρίσκεται αποκλεισμένος από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Οι απειλές ότι θα συλληφθεί για ανταρσία και θα διαγραφεί από το κόμμα δεν τον φοβίζουν. Οι ακτιβιστές είναι στο πλευρό του ενώ η πορεία του θυμίζει τον Ισπανό Hedilla τον Γερμανό Rohm και τον Ουκρανό Bandera

Δεν μένει όμως στα λόγια και στους τέσσερις τοίχους των κομματικών κτιρίων, λαμβάνει μέρος στον πόλεμο της Αιθιοπίας ενώ χάνει και το δεξί χέρι του αν όχι στην μάχη τότε σε ατύχημα με δυναμίτη. Το 1935 επανέρχεται πλήρως στο κομματικό προσκήνιο και αναλαμβάνει πλήρη δράση ενώ δίνει τον οργανωτικό βηματισμό στην κομματική πολιτοφυλακή. Το 1938 παρά το γεγονός ότι τον απομονώνει τα προηγούμενα χρόνια η ίδια η κομματική ηγεσία είναι ισχυρός όσο ποτέ. Είναι ένας από αυτούς που οδήγησε στην ενίσχυση της Εθνικιστικής Ισπανίας και ζητάει συνεχώς μια στενότερη προσέγγιση της Χιτλερικής Γερμανίας, αλλά και το τσάκισμα του Βατικανού την πλήρη εφαρμογή των φυλετικών νόμων και την εκδίωξη των γνωστών τραπεζιτών. 

Εκφράζει την γνήσια φασιστική δύναμη που δεν βλέπει την ιδέα μόνο ως πρόσωπο αλλά ως την συλλογική ταύτιση και νοοτροπία. Το αντισιωνιστικό του βιβλίο La Chiesa e gli Ebrei, δημοσιεύτηκε το 1938. Έγραψε επίσης το Storia della rivoluzione fascista (3 vols., 1940) ανάμεσα σε άλλα. Όταν ο πόλεμος για την Ιταλία δεν πάει καλά δεν διστάζει να δείξει τους ενόχους που δεν είναι άλλοι από τους Αγγλόφιλους του πολεμικού ναυτικού και τους Μασόνους ηγήτορες της μάχης στην ξηρά. Αν και είχε προειδοποιήσει δεν εισακούστηκε και την ώρα της αποπομπής και της σύλληψης του Mussolini δεν συμμαχεί με την ακροδεξιά μοναρχική κλίκα, αλλά στηρίζει την μαγευτική ουτοπία της Πολιτείας του RSI χωρίς να αναλάβει όμως κάποιο αξίωμα. 

Μετά την συνάντηση του με τον Χίτλερ προτείνει να αναλάβει την ηγεσία του Φασισμού προκαλώντας ίλιγγο στις τάξεις των Γερμανών. Σε ενέδρα των αντιφασιστών παρτιζάνων της ταξιαρχίας «Άντα» συλλαμβάνεται ζωντανός και βασανίζεται. Την 28η Απριλίου 1945 τουφεκίζεται από ένα παράνομο «λαϊκό» δικαστήριο που ακόμη και οι κύριοι κατήγοροι του το αμφισβητούν για την εγκυρότητα του. Θέλουν να τον πυροβολήσουν στην πλάτη αλλά αυτός τελευταία στιγμή καταφέρνει γυρνάει και πέφτει με την ιαχή «Ζήτω η Ιταλία!». Ένας ακόμη νεκρός σκεπάζει με το αίμα του την γη της Ιταλίας.


Georges Sorel και «πολιτικός μύθος»

 

Δημοσιεύτηκε στο Counter - Currents και μεταφράστηκε από συναγωνιστή και φίλο της συντακτικής ομάδας, τον οποίο και ευχαριστούμε για την τιμή και τον χρόνο.

του Greg Johnson

Όπως ο Τζάκ Λόντον, έτσι και ο Ζορζ Σορέλ, ήταν ένας αριστερός συγγραφέας ο οποίος σήμερα επηρεάζει περισσότερο τη «Δεξιά». Το έργο του με τη μεγαλύτερη επιρροή είναι το βιβλίο «Σκέψεις πάνω στη βία» που γράφτηκε το 1905 - 1906.

Το «Σκέψεις πάνω στη βία» είναι μάλλον ένας παραπλανητικός τίτλος που ο ίδιος ο Σορέλ ήταν πρόθυμος να χρησιμοποιήσει. Ο Σορέλ ήθελε να υπερασπιστεί τη προλεταριακή βία με τη μορφή των απεργιών και τελικά την ανατροπή του καπιταλισμού μέσω μίας «γενικής απεργίας». Αλλά ο Σορέλ μας διαβεβαιώνει ότι η προλεταριακή βία θα είναι κατά κάποιο τρόπο ευγενής και αγνή - όχι τερατώδης όπως η κρατική τρομοκρατία της Γαλλικής Επανάστασης, για την οποία ο Σορέλ κατηγορεί την αστική τάξη και την θέληση επιβολής των ιδέων, μια κληρονομία από την εποχή της απόλυτης μοναρχίας. Ο Σορέλ κάνει διάκριση μεταξύ της «δύναμης» που πηγάζει από πάνω και της προλεταριακής «βίας» που πηγάζει από κάτω.

Η προλεταριακή βία θα είναι πραγματικά βίαιη. Ο Σορέλ την παρομοιάζει με ομηρικούς πολέμους, βεντέτες και λιντσαρίσματα. Παρόλα αυτά μας διαβεβαιώνει ότι το προλεταριάτο θα οργανωθεί σε αυτόνομα εργατικά συμβούλια και δεν θα παλέψει για να ελέγξει τις καταναγκαστικές εξουσίες του κράτους, όπως έκανε η αστική τάξη. Το προλεταριάτο θα είναι απαλλαγμένο από φθόνο, μνησικακία και μίσος παρόλο που τέτοια φαινόμενα ήταν εμφανή στην Αριστερά τότε όπως και τώρα. Το προλεταριάτο θα χαρακτηρίζεται επίσης από τιμή και μεγαλοψυχία παρόλο που τέτοιες αξίες πηγάζουν από την παλιά αριστοκρατία. Υπό το φως της μετέπειτα ιστορίας του μαρξισμού ο Σορέλ φαίνεται εντελώς ψευδαισθητικός.

Γιατί λοιπόν να λαμβάνουμε τον Σορέλ σοβαρά ως πολιτικό στοχαστή; Γιατί τα βασικά στοιχεία της σκέψης του είναι πιο ταιριαστά στη «Δεξιά» και όχι στην Αριστέρα;

Στο «Σκέψεις πάνω στη βία» ο Σορέλ εστιάζει λιγότερο στη βία και περισσότερο σε αυτό που θα ονομάσω μαχητικότητα, με το οποίο εννοώ την συνείδηση της εχθρότητας. Όπως ισχυρίστηκε περίφημα ο Καρλ Σμίτ η πολιτική προκύπτει από την εχθρότητα, την διαίρεση μεταξύ φίλου και εχθρού, συγκεκριμένα μεταξύ συλλογικών φίλων και συλλογικών εχθρών, δηλαδή εμείς και αυτοί. Η εχθρότητα δεν είναι πάντα βίαιη αλλά είναι πάντα δυνητικά βίαιη, γεγονός που δίνει στην εχθρότητα μία ηθική σοβαρότητα.

Δεν είναι απαραίτητο όμως να έχει πάντα κάποιος συνείδηση της εχθρότητας. Για παράδειγμα κάποιος μπορεί να επιλέξει να σας θεωρήσει εχθρό χωρίς να ανακοινώσει αυτό το γεγονός, κάποιος άλλος μπορεί να σας θεωρήσει εχθρό και να εργαστεί ενεργά για να σας βλάψει ενώ εσείς συνεχίζετε να απλώνετε το χέρι της φιλίας. Είναι επίσης πιθανό δύο ομάδες να έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα - που είναι η βάση της εχθρότητας - χωρίς να έχουν επίγνωση του γεγονότος. Έτσι είναι δυνατόν να αναγνωρίσουμε αντικειμενικές και υποκειμενικές συνιστώσες της εχθρότητας.

Όταν κάποιος συνειδητοποιεί πλήρως την εχθρότητα και την ανταποδίδει γίνεται μαχητικός, εχθρικός, συγκρουσιακός, σκληρός, επιθετικός. Όλοι αυτοί οι όροι αναφέρονται στην ετοιμότητα και διάθεση για μάχη ακόμη και αν το στάδιο της βίας δεν πραγματωθεί ποτέ. Η μαχητικότητα δηλώνει επίσης απροθυμία να συμβιβαστείς ή να συνάψεις ειρήνη με τους εχθρούς σου. Οι αγωνιστές βρίσκονται πάντα σε πολεμική κατάσταση είτε ο πόλεμος είναι «ψυχρός» είτε «θερμός».

Επειδή οι μαχητές δεν είναι διατεθειμένοι για ειρήνη και συμβιβασμό, μια αντιπαράθεση είναι αναπόφευκτη, αλλά δεν χρειάζεται πάντα να είναι βίαιη, γιατί οι εχθροί τους μπορούν ανά πάσα στιγμή να συνθηκολογήσουν. Η υποχώρηση και η παράδοση όμως δεν είναι επιλογές για τον αγωνιστή. Έτσι, ο αγωνιστής αντιλαμβάνεται πάντα ως νίκη την οριστική διευθέτηση των λογαριασμών. Αυτό προφανώς δεν είναι μια λογική πεποίθηση. Δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει το μέλλον, ούτε μπορεί να το προβλέψει με βεβαιότητα. Αντίθετα, ο αγωνιστής έχει πίστη στην τελική νίκη της υπόθεσης του.

Ο Σορέλ θεωρούσε τον εαυτό του μαρξιστή, αλλά δεν ήταν καθόλου ορθόδοξος. Ήταν ένας ανεξάρτητος και εκλεκτικός στοχαστής που συμπεριέλαβε μεταξύ των επιρροών του τον Vico, τον Pascal, τον Nietzsche, τον Bergson, τον Renan και τον William James. Ο Σορέλ ήταν ανθρωπιστής, βολονταριστής, ανορθολογικός και απαισιόδοξος. Απέρριψε την ιδέα της προόδου. Υπήρξε υπερασπιστής της πατριαρχικής οικογένειας και των πολεμικών αρετών. Καμία από αυτές τις ιδέες δεν συνάδει με τον μαρξιστικό υλισμό.

Αλλά το «Σκέψεις πάνω στη βία» βασίζεται στη μαρξιστική αντίληψη της ταξικής πάλης, που ο Μαρξ πίστευε ότι θα εντεινόταν μέχρις ότου μια προλεταριακή επανάσταση ανατρέψει την αστική τάξη. Ο Σορέλ, ωστόσο, ανησυχούσε από την παρακμή της ταξικής πάλης στην εποχή του. Πίστευε ότι, αντικειμενικά μιλώντας, η αστική τάξη και το προλεταριάτο εξακολουθούσαν να είναι εχθροί. Αλλά υποκειμενικά μιλώντας, η επίγνωση αυτής της εχθρότητας βυθιζόταν λόγω του αστικού ρεφορμισμού και του σοσιαλδημοκρατικού πραγματισμού, υποβοηθούμενη από εκκλήσεις σε ιδέες που γεφύρωναν τις τάξεις όπως ο Χριστιανισμός, ο φιλελευθερισμός και ο εθνικισμός. Ο στόχος του Sorel ήταν να επαναφέρει την επανάσταση σε τροχιά αποκαθιστώντας την προλεταριακή μαχητικότητα. (Φυσικά, η ιδέα ότι η ταξική πάλη μπορεί να ενισχυθεί ή να αποδυναμωθεί από την ιδεολογία είναι μια πλήρης αντιστροφή του ορθόδοξου μαρξισμού).

Στο «Σκέψεις πάνω στη βία» ο Σορέλ απευθύνεται στους σοσιαλιστές της εποχής του. Επιδιώκει να αποκαταστήσει την προλεταριακή μαχητικότητα με δύο τρόπους. Πρώτον, υποβάλλει τους σοσιαλδημοκρατικούς συμβιβασμούς σε δριμεία κριτική. Ο Sorel είναι ένας ταλαντούχος συγγραφέας, και αυτές οι πολεμικές είναι συχνά ξεκαρδιστικές. Δεύτερον, επιδιώκει να διευκρινίσει τη φύση της προλεταριακής αγωνιστικότητας. Όταν ο Sorel μιλά για την «ηθική της βίας» ή την «ηθική των παραγωγών», δεν προσφέρει ηθικά επιχειρήματα ή αρχές. Αντίθετα, μιλά για τα κίνητρα να πολεμήσει κανείς με ηρωικό ή ύψιστο τρόπο για την προλεταριακή υπόθεση. Μιλάει λιγότερο για ήθος, περισσότερο για φρόνημα, συγκεκριμένα για esprit de corps, ομαδικό πνεύμα. Για τον Sorel, η απόλυτη κινητήρια αρχή μιας πολιτικής ομάδας είναι ένας «μύθος». Για το προλεταριάτο, είναι ο μύθος της «γενικής απεργίας».

Το καλύτερο παράδειγμα πολιτικού μύθου του Σορέλ είναι ο Χριστιανισμός. Ο Χριστιανισμός βασίζεται σε μια βαθιά διαίρεση και εχθρότητα μεταξύ του καλού και του κακού, του Θεού και του Σατανά. Το πεδίο μάχης τους είναι αυτός ο κόσμος και κάθε ψυχή μέσα σε αυτόν. Κάθε νίκη των πιστών ερμηνεύεται ως θρίαμβος του Θεού. Κάθε εμπόδιο ή οπισθοδρόμηση ερμηνεύεται ως έργο του διαβόλου. Οι πιστοί μπορεί να υποφέρουν. Οι κακοί μπορεί να ευημερήσουν. Αλλά οι πιστοί θα νικήσουν στο τέλος. Ο Θεός είναι με το μέρος τους. Ο Χριστός θα επιστρέψει. Ο Σατανάς θα γκρεμιστεί. Ο καθένας επιτέλους θα πάρει αυτό που του αξίζει. Αυτός ο μύθος έχει δύο ουσιώδη στοιχεία: την απόλυτη έχθρα και την τελική νίκη. Απόλυτη έχθρα σημαίνει: εχθρότητα υπό όλες τις συνθήκες. Απόλυτος εχθρός είναι αυτός με τον οποίο δεν μπορεί να υπάρξει ειρήνη, μόνο ήττα ή νίκη. Η απόλυτη έχθρα μας χωρίζει σε εχθρικές ομάδες και απαγορεύει τη σύμπνοια με τον εχθρό. Η τελική νίκη καθιστά τη σύμπνοια περιττή. Αυτός ο «μύθος» έχει διατηρήσει τη χριστιανική μαχητικότητα για σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια.

Ο Σορέλ ελπίζει ότι ο «μύθος» της γενικής απεργίας μπορεί να κάνει τα ίδια θαύματα. Η ιδέα της απόλυτης ταξικής εχθρότητας οδηγεί τους εργάτες να απορρίπτουν κάθε προσπάθεια κατευνασμού τους. Η πίστη στην τελική νίκη μέσω της γενικής απεργίας καθιστά περιττό τον συμβιβασμό.

Εάν οι Λευκοί Εθνικιστές θέλουμε να αποκτήσουμε και να διατηρήσουμε τη μαχητικότητα που απαιτείται για τη νίκη, θα χρειαστούμε κι εμείς έναν μύθο. Έχουμε απόλυτο εχθρό; Αν ναι, ποιος είναι; Έχουμε πίστη στην τελική νίκη; Αν ναι, τι θα μας οδηγήσει;  Ποιος είναι ο μύθος των Λευκών Εθνικιστών;

Ως φυλετιστής εθνικιστής, πιστεύω ότι οι λευκοί μπορούν να συνυπάρξουν με όλους τους λαούς, με την προϋπόθεση ότι όλοι θα βρισκόμαστε στις δικές μας πατρίδες. Οι μόνοι άνθρωποι με τους οποίους δεν μπορούμε να συνυπάρξουμε είναι αυτοί που αρνούνται την φυλετική - εθνική αρχή, δηλαδή οι ιμπεριαλιστές και οι παγκοσμιοποιητές που θέλουν να κυριαρχήσουν σε άλλους λαούς. Μαζί τους δεν γίνεται κανένας συμβιβασμός ή συνύπαρξη.

Ποιο όραμα της τελικής νίκης μας συντηρεί στον αγώνα μας;

Τον Οκτώβριο του 1922 ο Μουσολίνι δήλωσε:

«Έχουμε δημιουργήσει έναν «μύθο». Αυτός ο «μύθος» είναι μία πεποίθηση, ένας ευγενής ενθουσιασμός. Είναι ένας αγώνας και μία ελπίδα, μία πίστη που κουβαλάει μαζί της ένα απαράμιλλο θάρρος. Ο «μύθος» μας είναι το μεγαλείο του έθνους το οποίο θέλουμε να μετουσιώσουμε σε μία αισθητή πραγματικότητα».

Αυτό ειπώθηκε μόλις λίγους μήνες μετά τον θάνατο του Σορέλ, τις παραμονές της Πορείας προς τη Ρώμη και της ανόδου του Μουσολίνι στην εξουσία.

Από πολλές απόψεις, ο μύθος των Λευκών Εθνικιστών είναι η συνέχεια του μύθου του Μουσολίνι για το έθνος που γίνεται ξανά μεγάλο. Σήμερα, οι λευκοί σε όλο τον κόσμο είναι λαοί απάτριδες, γιατί οι πατρίδες μας έχουν καταληφθεί από παγκοσμιοποιητές που μας υποβάλλουν στην αργή γενοκτονία μέσω της αντικατάστασης πληθυσμών. Η απελευθέρωση μας θα είναι η δημιουργία ή η αναδημιουργία λευκών πατρίδων και εθνικών κρατών. Έτσι, ο Michael O' Meara εξύμνησε τη «Πολιτεία των Λευκών» ως έναν ρητά Σορελιανό μύθο.

Ο σιωνισμός είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα πολιτικού μύθου με την Σορελιανή έννοια. Υπάρχει απόλυτη έχθρα μεταξύ Εβραίων και μη Εβραίων που βασίζεται τελικά σε αυτό που ο Jan Assmann αποκαλεί «η Μωσαϊκή διάκριση»: την ιδέα ότι ο Εβραίος Θεός είναι ο ένας αληθινός θεός και όλοι οι άλλοι είναι ψεύτικοι. Η ιστορία της εβραϊκής διασποράς είναι μια μακρά καταγραφή διωγμών, πραγματικών και μυθικών, από τις οποίες οι Εβραίοι μπορούν να απελευθερωθούν με τη δημιουργία μόνο μίας κυρίαρχης πατρίδας. Έτσι, πολλοί Λευκοί Εθνικιστές μοντελοποιούν συνειδητά το κίνημα μας στον Σιωνισμό. Για παράδειγμα, ο William Pierce μίλησε για μια «Λευκή Σιών».

Το εθνικό κράτος θα είναι το αποτέλεσμα της νίκης μας. Πως θα οδηγηθούμε όμως στη νίκη; Πως θα κερδίσουμε;

Ένας τρόπος της νίκης είναι η «λευκή απεργία». Μόνο στους λευκούς στηρίζεται ο δυτικός πολιτισμός. Οι μη λευκοί εξαρτώνται από εμάς. Ωστόσο, στο σημερινό σύστημα, οι λευκοί καταπιέζονται, καταδικάζονται και προγραμματίζονται να αντικατασταθούν από τους ανθρώπους που εξαρτώνται από εμάς. Είναι εντελώς μη βιώσιμο και παράλογο. Έτσι, όλη η φάρσα θα τελείωνε αρκετά γρήγορα αν οι λευκοί απλώς «απεργούσαν». Οι εχθροί μας μπορούν να μας καταστρέψουν μόνο χάρη στην αδράνεια μας. Μια «λευκή απεργία» θα παρέλυε το αντιλευκό καθεστώς, επιτρέποντας μας να το ανατρέψουμε και να το αντικαταστήσουμε.

Η «λευκή απεργία» μοιάζει φυσικά με τη γενική απεργία του Σορέλ αλλά το πρωταρχικό μοντέλο είναι το μυθιστόρημα της Ayn Rand «Atlas Shrugged», που αρχικά ονομαζόταν The Strike. Το «Atlas Shrugged» αποδίδει μια φυλετική ερμηνεία, αφού η λευκή φυλή είναι ο Άτλαντας που κρατά τον σύγχρονο κόσμο στους ώμους του.

Η «λευκή απεργία» είναι μια μορφή ενός ευρύτερου «μύθου» που έχει τεράστια αξία στο κίνημά μας: «η κατάρρευση». Επί του παρόντος, το κίνημά μας είναι πολύ αδύναμο για να ελπίζουμε ότι θα ανατρέψουμε το σύστημα κατά του Λευκού. Η κατάρρευση είναι η ιδέα ότι το παρόν σύστημα είναι τόσο αταίριαστο με την πραγματικότητα που δεν μπορεί να διατηρηθεί. Τελικά θα καταρρεύσει, και όταν καταρρεύσει, οι λευκοί θα μπορούν να αναλάβουν και να εγκαταστήσουν ένα καθεστώς υπέρ των εθνών τους.

Ο «μύθος» της κατάρρευσης εναρμονίζεται με έναν άλλο «μύθο» με μεγάλη δυναμική στους Λευκούς Εθνικιστές: την κυκλική φύση του χρόνου. Αυτή η ιδέα έρχεται σε δύο μορφές: Παραδοσιακή και εξελικτική. Και οι δύο σχολές υποστηρίζουν ότι στην αρχή της ιστορίας, ο άνθρωπος ζει σε μια χρυσή εποχή αρμονίας με τη φύση. Όσο περνάει ο καιρός, ο άνθρωπος ξεφεύγει από τη φύση. Τελικά, η αποξένωσή μας από τη φύση γίνεται τόσο ριζική που ο πολιτισμός καταρρέει. Στη συνέχεια, η φύση επιβεβαιώνεται εκ νέου, δημιουργώντας έναν νέο πολιτισμό, ο οποίος υφίσταται το ίδιο μοτίβο παρακμής και πτώσης. Παραδοσιακράτες όπως ο René Guénon και ο Julius Evola πιστεύουν ότι η χρυσή εποχή χαρακτηρίζεται από διαισθητική γνώση της βαθύτερης αλήθειας. Η εξελικτική εκδοχή αυτού του μύθου προσφέρεται από τους Giambattista Vico και Oswald Spengler, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι ο άνθρωπος ζει σε αρμονία με τη φύση όχι μέσω της αφηρημένης σοφίας αλλά της ζωτικότητας. Οι πολιτισμοί παρακμάζουν και καταρρέουν λόγω του μοιραίου θανάτου ή της παρακμής.

Η ιδέα της κυκλικής ιστορίας φαίνεται αισιόδοξη ή απαισιόδοξη ανάλογα με το πού βρίσκεται κάποιος στον κύκλο. Αν κάποιος βρίσκεται στη χρυσή εποχή, οι προοπτικές είναι δυσοίωνες. Αλλά αν κάποιος ζει στα κατακάθια της σκοτεινής εποχής, όπως πιστεύουν οι ότι συμβαίνει σήμερα οι Λευκοί Εθνικιστές, τότε η απελευθέρωση είναι κοντά.

Η κυκλική θεώρηση της ιστορίας παίζει τον ίδιο ρόλο για τους Λευκούς Εθνικιστές με αυτόν που παίζει η προοδευτική θεώρηση της ιστορίας για την Αριστερά: Συντηρεί την ελπίδα στην τελική νίκη υποστηρίζοντας ότι οι προσπάθειές μας υποστηρίζονται από ιστορικές δυνάμεις. Φυσικά, μία τέτοια  πίστη μπορεί να οδηγήσει σε εφησυχασμό. Αλλά εκείνοι που έχουν ήδη τάση προς τη μαχητικότητα υποκινούνται από την πεποίθηση ότι οι ιστορικές δυνάμεις είναι με το μέρος τους.

Ένας άλλος «μύθος» που υποστηρίζουν οι Λευκοί Εθνικιστές είναι ότι, σε ένα ορισμένο σημείο, μια «αφύπνιση» της λευκής φυλετικής συνείδησης θα σταθεί αναπόφευκτη και ασταμάτητη. Αυτή δεν είναι μια εντελώς παράλογη πεποίθηση, καθώς οι άνθρωποι δεν μπορούν να αγνοούν την πραγματικότητα για πάντα, οι ιδέες μπορούν να γίνουν διαδεδομένες και μόλις φτάσουν σε ένα οριακό σημείο, μπορούν γρήγορα να γίνουν ηγεμονικές.

Ορθολογικά μιλώντας, φυσικά, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι κάποιο από αυτά τα σενάρια θα καταλήξει σε νίκη. Οι λευκοί μπορεί να μην «απεργήσουν» ποτέ. Η κατάρρευση είναι αναπόφευκτη, αλλά μπορεί να αργήσει τόσο πολύ που οι λευκοί θα έχουν σχεδόν πάψει να υπάρχουν. Επιπλέον, μόλις συμβεί η κατάρρευση, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι ένα καλύτερο σύστημα θα αντικαταστήσει το υπάρχον. Ίσως να μην αναβιώσει ποτέ ο πολιτισμός μετά από μια τέτοια κατάρρευση. Η αφύπνιση των λευκών μπορεί να μην συμβεί ποτέ.

Αλλά τέτοιες σκέψεις είναι εκτός θέματος όταν έχουμε να κάνουμε με έναν γνήσιο πολιτικό «μύθο». Η λογική δεν μπορεί να μας δώσει καμία βεβαιότητα για το μέλλον, ενώ οι «μύθοι» είναι ανορθολογικές βεβαιότητες για το μέλλον, που μας γεμίζουν με πίστη και οράματα νίκης που μπορούν να μας οδηγήσουν σε μία μια μακρά μάχη. Εκτός από τη χρησιμότητα τους, κάτι άλλο το οποίο χαρακτηρίζει αυτούς τους «μύθους» είναι ότι οι Λευκοί Εθνικιστές είναι προσκολλημένοι σε αυτούς πραγματικά.

Ο Σορέλ κάνει διάκριση μεταξύ ουτοπιών, που είναι διανοητικές κατασκευές, και μύθων, που υποτίθεται ότι προκύπτουν αυθόρμητα. Επίσης παραδέχεται ότι οι χριστιανικές ιστορίες διώξεων από τη Ρώμη ήταν πολύ υπερβολικές, δηλαδή, ως επί το πλείστον φανταστικές. Θα μπορούσε ένας πολιτικός μύθος να είναι εντελώς φανταστικός; Ίσως οι μύθοι να είναι απλώς ουτοπίες που η συγγραφή τους χάνεται στην ομίχλη του χρόνου. Αν ναι, ίσως είναι δυνατό να δημιουργηθεί ένας Λευκός Εθνικιστικός πολιτικός μύθος εντελώς από την αρχή. Και πάλι: Αυτό που έχει σημασία είναι αν ο κόσμος θα τον ακολουθήσει. Αλλά πως θα μετρήσουμε αν ένας «μύθος» είναι αρκετά ελκυστικός ώστε να κάνει τους ανθρώπους να τον ακολουθήσουν; Ποτέ δεν θα μάθουμε αν δεν προσπαθήσουμε.

Τα άγνωστα θραύσματα της ιστορίας: Fasci Rivoluzionario D’ Azione Internazionalista - κάλεσμα προς τους Ιταλούς εργάτες για Δράση υπέρ του Πολέμου!

 «Το μονοπάτι όπου βαδίζουν αυτοί οι άνθρωποι είναι πά­ντοτε το ίδιο. Αρχικά είναι αναρχικοί ή ακραίοι σοσιαλιστές, κατόπιν “προσηλυτίζονται” στον εθνικισμό και δημιουργούν αξιοσημείωτες μεσσιανικές ιδέες … και φορτίζουν τον ακίνδυνο εθνικισμό των ενώσεων και των κομμάτων με το δυναμίτη της αναρχικής ετοιμότητας για δράση»

Otto Strasser


«Όποιος φοβάται τον θάνατο δεν είναι άξιος να ζει»

Μετάφραση - Εισαγωγή: Αργύρης Τιμοθέου

Το κάλεσμα των Fasci d'Azione Internazionalista είναι ένα πολιτικό προγραμματικό μανιφέστο, γραμμένο στις 5 Οκτωβρίου 1914, στο οποίο η χρησιμότητα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου επιβεβαιώνεται ως μια απαραίτητη ιστορική στιγμή για την ανάπτυξη των κοινωνιών με την πολιτική - σοσιαλιστική έννοια. Η μαχόμενη προλεταριακή τάξη, υποστηρίζεται πως μέσα από τον πόλεμο θα είχε τεράστια οφέλη, και δεν μπορούσε να χάσει αυτό που αγαπούσε να ορίζει ως το «τρένο της ιστορίας»Αυτό μπορεί να συνδεθεί με τον αριστερό παρεμβατισμό και επίσης με τη Χάρτα του Carnaro, μια Χάρτα πιο ανεπτυγμένη στα θέματα της κοινωνικής ισότητας, που καθοδήγησε τον Gabriele D'Annunzio και Alceste De Ambris. Το μανιφέστο θα έχει την πολιτική του εφαρμογή στις Δέσμες της Επαναστατικής Δράσης. 

Η επιτροπή προώθησης των θέσεων αποτελούνταν από τους:

Decio Bacchi

Michele Bianchi

Ugo Clerici

Filippo Corridoni

Amilcare De Ambris: αδελφός του πιο γνωστού Alceste De Ambris, στελέχους της USI και σύζυγος της Maria Corridoni, αδελφής του Filippo Corridoni, συμμετείχε στην υπεράσπιση της Πάρμα μαζί με τους Arditi del Popolo και τον προλεταριακό θρύλο Filippo Corridoni.

Attilio Deffenu

Aurelio Galassi

Angelo Oliviero Olivetti

Decio Bacchi

Cesare Rossi

Silvio Rossi

Sincero Rugarli

Libero Tancredi, ψευδώνυμο του ατομικιστή αναρχικού Massimo Rocca.

Ενώ η μάχη της Μάρνης μαίνεται στη Γαλλία, στο Μιλάνο στις 15 και 16 Σεπτεμβρίου διοργανώνονται από τους Φουτουριστές, με επικεφαλής τον Marinetti και τον Boccioni οι πρώτες διαδηλώσεις στους δρόμους κατά της Αυστρίας. Υποστηρίζονται επίσης από τον Filippo Corridoni και τις επαναστατικές αριστερές ομάδες. Στις 5 Οκτωβρίου 1914, τα πρωτοεμφανιζόμενα Fascio κάνουν την πρώτη έκκληση προς τους Ιταλούς εργάτες να τους πείσουν να πολεμήσουν. Η συνάντηση των Φουτουριστών και των ανδρών της άκρας αριστεράς παίρνει σάρκα και οστά και βρίσκει υποστήριξη ακόμη και σε ομάδες εργατών ή σοσιαλιστών. Ακολουθεί το ιστορικό κάλεσμα μανιφέστο των Fasci Rivoluzionario d’ Azione Internazionalista (Επαναστατικές Δέσμες Διεθνιστικής Δράσης).

Η μετάφραση αυτού του ιστορικού ντοκουμέντου είναι μια απάντηση σε όσους διαχρονικά έκρυψαν μέσα σε τόνους λάσπης και ψέματος το αδιαμφισβήτητο ιστορικό γεγονός πως η ρίζα του Φασιστικού κινήματος υπήρξε ο Επαναστατικός Σοσιαλισμός και το διεθνές Λαϊκό και Εργατικό κίνημα των αρχών του 20ου αιώνα. 

Κάθε γραμμή του κειμένου που ακολουθεί αναφέρεται στην επαναστατική και σοσιαλιστική εργατική τάξη της Ευρώπης, μαχητές της οποίας ήταν όλοι οι θρυλικοί υπογράφοντες του κειμένου αυτού που αποτέλεσε το σπάργανο των «Φασιστικών Δεσμών Μάχης» που ίδρυσε λίγο μετά ο Mussolini αφού πρώτα πήρε μέρος και αυτός στις «Επαναστατικές Δέσμες της Διεθνιστικής Δράσης» μετά την δημοσίευση ακριβώς του καλέσματος που ακολουθεί.

Επιπλέον το κείμενο αυτό αποδεικνύει την φοβερή σύμπνοια στο θέμα του πολέμου των πρώτων Φασιστών Σοσιαλιστών με τους Αναρχικούς Παρεμβατιστές με ξεκάθαρη τιμητική αναφορά στον μεγάλο Αναρχικό Πιοτρ Κροπότκιν μέσα στο κείμενο που θα διαβάσετε. 

Συντονισμένοι μεταξύ τους με πρωτοβουλία του Κροπότκιν την ίδια εποχή θα γραφτεί το περιβόητο «Μανιφέστο των 16» που είναι κάλεσμα των κορυφαίων Γάλλων Αναρχικών μαζί με τον Κροπότκιν να συμμετάσχουν οι αγωνιστές αντιεξουσιαστές στον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο, κείμενο που προκάλεσε εκρήξεις στο εσωτερικό του αναρχικού κινήματος εκείνης της εποχής και ακόμα και σήμερα θεωρείται «μαύρη σελίδα» από όλα τα καλόπαιδα της antifa που προσπαθούν να εξαφανίσουν ακόμα και την ιστορία των μεγαλύτερων μορφών της αναρχίας ακριβώς επειδή όλοι τους είχαν τεράστια συμβολή στην ανάπτυξη του εθνικισμού και του πατριωτισμού μέσα στο εργατικό κίνημα σε αντίθεση με τον κοσμοπολιτισμό του Μαρξιστικού Διεθνισμού. 

Για επιβεβαίωση παραθέτουμε τον σύνδεσμο του εν λόγω Μανιφέστο του Κροπότκιν όπως δημοσιεύθηκε στην ελληνική γλώσσα από μια γνωστή αναρχική πηγή: 

https://anarchypress.wordpress.com/2021/02/25/%CF%84%CE%BF-%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CF%86%CE%AD%CF%83%CF%84%CE%BF-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B4%CE%B5%CE%BA%CE%B1%CE%AD%CE%BE%CE%B9/amp/

Ο πόλεμος λοιπόν δεν ήταν απλά μια κατάσταση προς αποφυγή αλλά ευκαιρία δράσης για τους επαναστάτες εκτός από τους προδότες, τους ντεφαιτιστές, τους αιώνιους παραμυθάδες της κατάλληλης στιγμής και του δήθεν εσωτερικού μετώπου ανατροπής. Ο Πόλεμος που αφορά την ζωή και την τραγωδία των λαών είναι εκεί που κρίνεται ποιος θα αμυνθεί του Έθνους πιο αποτελεσματικά. Ποιος θα πάρει την ηγεμονία της προάσπισης της μονής λαϊκής περιουσίας που είναι η Χώρα που ζει. Αυτός θα είναι την επόμενη μέρα ο νέος ηγεμόνας. 

Και όμως δυστυχώς για όλους τους δήθεν διανοούμενους της εθνικής δεξιάς, τους αριστερούς φιλελεύθερους του Περισσού και της Κουμουνδούρου, τους «εθνικιστές» των κομματικών προθάλαμων και τους antifa «αντιεξουσιαστές», η ιστορία δεν διαγράφεται, και ναι οι Προλετάριοι έχουν ΠΑΤΡΙΔΑ ! 

Ενάντια στον Marx: αυτό φώναξαν οι μεγάλοι Προυντόν, Κροπότκιν, Σορέλ μαζί με τους Μελανοχίτωνες του Μουσολίνι!   

Η Επιτροπή των Fasci Rivoluzionario dAzione Internazionalista απευθύνεται προς τους εργάτες της Ιταλίας!

Στην τραγική ώρα που περνάμε, ενώ ο απέραντος πόλεμος γιορτάζει τις αιματηρές του δόξες στην Ευρώπη, ενώ εμφανίζονται οι ίδιοι οι λόγοι του πολιτισμού που κατακλύζονται από το κύμα της ανερχόμενης βαρβαρότητας, εμείς οι αγωνιστές από διάφορα σημεία  της επαναστατικής πλευράς, νιώθουμε το καθήκον να μιλήσουμε με σαφήνεια και ειλικρίνεια, ώστε η σιωπή μας να μην ερμηνευθεί ως συναίνεση ή δειλία τη στιγμή που είναι υπέρτατο συμφέρον και υψηλό καθήκον κάθε επαναστάτη να εκφράσει τις σκέψεις του και να ξεκαθαρίσει τη στάση του απέναντι στα γεγονότα.

Ας μην αναζητήσουμε που θα ήταν μάταιο και αδρανές τη γένεση της μεγάλης τραγωδίας. Αν ως επαναστάτες μπορούσαμε να θεωρήσουμε τη διεθνή αστική τάξη από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνη για τη μάστιγα των λαών, από την άλλη θα ήταν ανειλικρινές και ανέντιμο να μην αναγνωρίσουμε μεγάλο μέρος της ευθύνης που ανήκει σε εμάς τους επαναστάτες, στην εργατική τάξη σε διάφορες χώρες, τα πρωτοποριακά της στοιχεία, που έχουν στο πρόγραμμα τους την αποστροφή στον πόλεμο και την καταπολέμηση του μιλιταρισμού, για την ανεπαρκή και αναποτελεσματική δουλειά που γίνεται για να αποτραπούν οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί των αστικών κυβερνήσεων και των μιλιταριστικών ελίτ  της Ευρώπης που τα εφαρμόζουν μέσω του πολέμου. 

Οι διεθνιστές εργάτες - θα πρέπει να το αναγνωρίσουμε χωρίς αμφισημίες - και αποδείχθηκε στη δοκιμασία των γεγονότων, ήταν κάτι παραπάνω από ανίσχυροι να αντιμετωπίσουν τα γεγονότα και να αποτρέψουν το πολεμικό γεγονός. Ενώ οι σύντροφοι της Γαλλίας, του Βελγίου και της Αγγλίας ήξεραν πώς να εκπληρώσουν το καθήκον τους ως σοσιαλιστές μέχρι τέλους, έτοιμοι να ξεκινήσουν με τη διεθνή γενική απεργία το κίνημα της εξέγερσης ενάντια στις πολεμικές επιθέσεις της αστικής τάξης, οι εργάτες  της Γερμανίας και της Αυστρίας, των κρατών που εμφανίστηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο ως οι αρχιτέκτονες της σκοτεινής συνωμοσίας που επινοήθηκε από τις αναγεννημένες δυνάμεις του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα ενάντια σε κάθε φως πολιτισμού και κάθε στοιχείο προόδου, αντί να αντιταχθούν με την δύναμη των ισχυρών οικονομικών και πολιτικών τους οργανώσεων στην εξαπολυμένη επιθετική μανία των κυβερνήσεών τους, έχουν υποκύψει στο ρεύμα του πιο βάναυσου και άγριου ιμπεριαλισμού, αγνοώντας το καθήκον τους ως σοσιαλιστές, προδότες των ιερών καθηκόντων της διεθνούς εργατικής αλληλεγγύης.

Ούτε μια μάταιη λέξη, ίσως, δεν θα ήταν το όνειρό μας για αδελφοσύνη λαών πέρα ​​από κάθε σύνορο, αν οι Γερμανοί και οι Αυστροουγγροί σοσιαλιστές είχαν ξεσηκωθεί ενάντια στο άδοξο τελεσίγραφο της αυστριακής κυβέρνησης προς τον μικρό σερβικό λαό, εάν είχαν μεταφέρει την αγωνιώδη κραυγή του Λουξεμβούργου και του Βελγίου, που προσβλήθηκαν για το ιερό δικαίωμά τους στην ελευθερία και την ανεξαρτησία, αν, με μια λέξη, είχαν επιβεβαιώσει τους λόγους του προλεταριακού συμφέροντος και του σοσιαλιστικού πολιτισμού ενάντια στο λάβαρο των κυβερνήσεων τους της στρατιωτικής τυραννίας και του ιμπεριαλισμού.

Έτσι ο πόλεμος είναι σήμερα μια τραγική πραγματικότητα της οποίας δεν μπορούμε να είμαστε αδιάφοροι θεατές χωρίς να προδώσουμε την ίδια την αιτία της επανάστασης, χωρίς να αρνηθούμε τις σοσιαλιστικές αρχές μας που μιλούν στους λαούς στο όνομα του πολιτισμού και της ελευθερίας. Και τότε είναι χρήσιμο να αναρωτηθούμε εάν τα πιο ζωτικά συμφέροντα της εργατικής τάξης των διαφόρων χωρών, εάν η αιτία της κοινωνικής επανάστασης, προστατεύονται καλύτερα από τη στάση αυστηρής ουδετερότητας που επιθυμεί για την Ιταλία το επίσημο Σοσιαλιστικό Κόμμα, πλήρως εναρμονισμένο με τα κληρικαλιστικά στοιχεία και προς όφελος των Γερμανικών όπλων ή από την επέμβαση των κρατών που αντιπροσωπεύουν την υπόθεση της ελευθερίας και της ειρήνης στην Ευρώπη: υπέρ της Γαλλίας, της κοιτίδας εκατό επαναστάσεων, της Αγγλίας, φρουρά κάθε πολιτικής ελευθερίας, του γενναίου και ηρωικού Βελγίου. 

Η απάντηση δεν μπορεί να είναι αμφίβολη για εμάς τους επαναστάτες που πιστοί στη διδασκαλία των μεγάλων μας δασκάλων πιστεύουμε ότι δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε τα όρια των εθνικών επαναστάσεων χωρίς πρώτα να τα έχουμε φτάσει, επομένως η ταξική πάλη είναι μια μάταιη φόρμουλα, όχι μια πρακτική και γόνιμη δύναμη όπου κάθε λαός δεν ενσωματώνεται στα φυσικά του όρια γλώσσας και φυλής μέχρι να  λυθεί οριστικά το ζήτημα των εθνικοτήτων, και να υπάρξει το ιστορικό κλίμα που είναι απαραίτητο για την ομαλή ανάπτυξη του ταξικού κινήματος, για την πρόοδο και τον θρίαμβο των ίδιων των ιδεών του διεθνισμού. Ο θρίαμβος του αυστρο-γερμανικού μπλοκ θα ήταν στην Ευρώπη ο ανανεωμένος θρίαμβος της Ιεράς Συμμαχίας, η ενίσχυση της αιτίας της αντίδρασης και του μιλιταρισμού ενάντια σε αυτήν της επανάστασης, με μια λέξη η επιμονή και η εδραίωση αυτών των δυνάμεων του Μιλιταρισμού και της Φεουδαρχίας. 

Η διατήρηση όσων δημιούργησαν την τεράστια καταστροφή του σήμερα, που θα δημιουργήσει άλλους πολέμους αύριο, άλλο πένθος και άλλα ερείπια για τους εργάτες που θα τους σταματήσει στην ανοδική πορεία για την κατάκτηση της δικής τους οικονομικής χειραφέτησης. Οι μεγάλες ιστορικές αντιθέσεις δεν επιλύονται με την ιδεολογική άρνηση τους, αλλά με την πρακτική υπέρβαση των όρων τους: ο πόλεμος δεν διεξάγεται με τη μηρυκαστική φόρμουλα ή με την αντίθεση του με στείρες λεκτικές αρνήσεις, αλλά με την εξάλειψη των γενεσιουργών αιτιών του, με τη μείωση των παραγόντων της ισχύος του επιτυχώς.

Οι ουδέτεροι μέχρι τέλους φαίνονται σήμερα να είναι αληθινοί φίλοι του πολέμου. Εμείς, μαχόμενοι δίπλα στους επαναστάτες της Γαλλίας, της Ρωσίας, του Βελγίου και της Αγγλίας για την υπόθεση της ελευθερίας και του πολιτισμού ενάντια σε αυτόν του αυταρχισμού και του τευτονικού μιλιταρισμού, για τη λογική ενάντια στη βία, για την Ευρωπαϊκή επανάσταση ενάντια στο τρελό και εγκληματικό όνειρο της εγκαθίδρυσης μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας - μεσαιωνικό όραμα που μας οδηγεί πίσω στον Μεσαίωνα - πιστεύουμε ότι κάνουμε το πιο χρήσιμο έργο που μπορεί να γίνει σήμερα υπέρ της Ευρωπαϊκής ειρήνης, για την υπόθεση της κοινωνικής επανάστασης, για την ανασύσταση της εργατικής Διεθνούς στις νέες βάσεις της συστηματικής αποστροφής, που επιδιώκεται με κάθε μέσο, ​​σε κάθε πόλεμο που δεν είναι πόλεμος καταπιεσμένων εναντίον καταπιεστών, εκμεταλλευόμενων εναντίον εκμεταλλευτών.

Εργάτες,

Τα γεγονότα πιέζουν. Η Ιταλία, μαζί με τις δυνάμεις που αγωνίζονται για την ελευθερία και την ανεξαρτησία των λαών, θα έκανε την έκβαση του πολέμου πιο γρήγορη και αποφασιστική, μετριάζοντας τις τεράστιες καταστροφές. Η ένοπλη ουδετερότητα δεν γλιτώνει από τις σοβαρές συνέπειες που φέρνει ο πόλεμος στη χώρα μας και ταυτόχρονα δεν μας προστατεύει από τον κίνδυνο του πολέμου: δίνει μάλλον στην κυβέρνηση, με την κινητοποίηση του στρατού, τη δυνατότητα να μας ακινητοποιήσει αύριο με όποιον πόλεμο θα ήθελε να κηρύξει, ακόμη και ενάντια στις αρχές του πολιτισμού και των δικών μας συμφερόντων, και επιπλέον - που θα ήταν ακόμα χειρότερο - το μέσο να μας καλύψει με ντροπή, με έναν βδελυρό εκβιασμό κάνοντας τη μη παρέμβασή μας να μοιάζει με τιμή. Η επιβολή του πολέμου ενάντια στο αυστρο-γερμανικό μπλοκ σήμερα είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποτρέψει την Ιταλία από το να επιστρέψει ασυναίσθητη στην ζωή της αύριο.

Εμείς οι επαναστάτες δεν έχουμε κανένα συμφέρον να διατηρήσουμε, δεν έχουμε λόγο να εξαπατήσουμε τον λαό. Ας μιλήσουμε επίσης για ουδετερότητα για τα κόμματα που πρέπει να διαφυλάξουν τιμές, μισθούς, πολιτικά αξιώματα, τυφλούς ή ενδιαφερόμενους υποστηρικτές μιας μεγάλης εθνικής δειλίας και μιας μεγάλης ιστορικής ύβρεως, συμμάχους με τη δυναστική και κληρικαλιστική πολιτική και συνεργούς των σφαγέων και των λεηλατών. Εμείς οι επαναστάτες θέλουμε να ξαναρχίσει η παράδοση των μεγάλων πνευμάτων και των μεγάλων καρδιών που άκουσαν τις φωνές του ανθρώπινου μέλλοντος και προέβλεπαν το πεπρωμένο των λαών. Το να μην συνεργάζεσαι για να κερδίσεις τους καλύτερους σημαίνει να βοηθάς τους χειρότερους. Οι επαναστάτες δεν πρέπει να έχουν αμφιβολίες για την επιλογή. 

Ο σκοπός μας είναι αυτός του Amilcare Cipriani, του Kropotkine, του James Guillaume, του Vaillant, αυτός της Ευρωπαϊκής επανάστασης ενάντια στη βαρβαρότητα, τον αυταρχισμό, τον μιλιταρισμό, τη Γερμανική φεουδαρχία και την καθολική απάτη της Αυστρίας. Ο καθένας εκπληρώνει το καθήκον του μέχρι το τέλος και με κάθε τρόπο. Όλες οι ζωντανές δυνάμεις του κόσμου, όλοι όσοι επιθυμούν στην εργαζόμενη ανθρωπότητα ένα καλύτερο μέλλον και αγωνίζονται για τον θρίαμβο της εργατικής υπόθεσης και της κοινωνικής επανάστασης, για την αδελφότητα των λαών και το τέλος όλων των πολέμων, πρέπει να βγουν στο πεδίο  αποφασιστικά. Πρέπει να αναγκάσουμε την κυβέρνηση να σταματήσει να μας ατιμάζει ή να κρύβεται και από τώρα να διαχωρίσουμε τις ευθύνες και να προετοιμαστούμε για δράση.

Μιλάνο, 5 Οκτωβρίου 1914

link: «Αναρχοφασισμός»: Μια επισκόπηση της «Δεξιάς Αναρχικής» Σκέψης

Βιβλιοπαρουσίαση: «Κοινοβουλευτισμός ή Φασισμός» του Ludwig Bernhard από τις εκδόσεις «το Αντίδοτο» - μαζί με μια επιστολή του μεταφραστή προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο που τον ωθεί στην Φασιστική λύση.


ekdoseis.antidoto@gmail.com

Εισαγωγή του εκδότη Γιώργου Δημητρούλια

Το μικρό αυτό βιβλίο έχει μεγάλη σπουδαιότητα για ποικίλους λόγους. Αρχικά είναι μια κριτική του Ιταλικού Φασισμού από έναν καθηγητή όπως ο Ludwig Bernhard, ο οποίος διάκειται θετικά υπέρ των αυταρχικών λύσεων και όπως θα διαβάσουμε στο βιογραφικό του υποστηρίζει την Εθνικοσοσιαλιστική πρόταση στην Γερμανία. 

Παρόλα αυτά κάνει μια βαθιά ανάλυση στον ώριμο πλέον Φασισμό, όπως αυτός αναπτύσσεται από τον Μπενίτο Μουσσολίνι που θαυμάζει και υποστηρίζει ότι τα επιτεύγματα που έχει ο Φασισμός την εποχή αυτή οφείλονται στην προσωπικότητα του και με την έλλειψη του είναι μοιραίο να καταρρεύσει.

Η επιστολή του μεταφραστή και δικηγόρου Δημήτρη Βασιλείου δείχνει αφενός την προσωπολατρία που είναι και ο σοβαρότερος παράγοντας που επηρεάζει την Ελληνική πολιτική διαχρονικά, ακόμα και σήμερα. Αφετέρου η διαστρέβλωση της Ελληνικής ιστορίας από αληθινά γεγονότα του παρελθόντος που συνειδητά αποκρύπτονται

Έτσι αυτοί που θεωρούνται δημοκράτες πολιτικοί, όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Νικόλαος Πλαστήρας, ήταν θαυμαστές του Μουσσολίνι και του Χίτλερ, ο Ιωάννης Μεταξάς έγινε πρωθυπουργός μετά τον θάνατο του Κ. Δεμερτζή που ήταν μέχρι τότε πρωθυπουργός παίρνοντας ψήφο εμπιστοσύνης μέσα στην Βουλή και από τους Βασιλικούς και από τους Βενιζελικούς βουλευτές, αλλά κατηγορείται ως δικτάτωρ.

Πρόσθεσα ένα συνοπτικό αλλά εξαιρετικό και απόλυτα τεκμηριωμένο κείμενο που αλίευσα στο διαδίκτυο με τίτλο: «Οι φασίστες Ελευθέριος Βενιζέλος και Νικόλαος Πλαστήρας και οι δικτατορίες τους», ένα βιογραφικό σημείωμα του Ludwig Bernhard που έγραψε ο  Steven McClellan υποψήφιος διδάκτωρ Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο και αυτή τη στιγμή γράφει τη διατριβή του, μια ιστορία της ανόδου και της πτώσης, και στη συνέχεια της αναγέννησης της Verein für Sozialpolitik (Σύνδεσμος Κοινωνικής Πολιτικής) μεταξύ 1872 και 1955 και ακολουθεί το κείμενο από το βιβλιαράκι με την επιστολή του μεταφραστή, η οποία ωθεί τον Ελευθέριο Βενιζέλο σε μια απολυταρχική λύση, έναν τύπο Ελληνικού Φασισμού, πριν το κείμενο του Μπέρνχαρντ.







Εις μνήμην των Benito Mussolini και Nicolla Bombacci: Το λαμπρό τέλος της Φασιστικής Αριστεράς ή η αρχή της σύγχρονης «Τρίτης Θέσης»; - εισαγωγή στα 18 σημεία της Βερόνα - άρθρο που έχει δημοσιευτεί στον πρώτο τόμο, Μάρτιος 2022, της ελληνικής επιθεώρησης της Τρίτης Θέσης «¡Patria o muerte!» την οποία μπορείτε να κατεβάσετε σε .pdf

Εις μνήμην των Benito Mussolini (29.07.1883 - 28.04.1945) και Nicolla Bombacci (24.10.1879 - 28.04.1945): Το λαμπρό τέλος της Φασιστικής Αριστεράς ή η αρχή της σύγχρονης «Τρίτης Θέσης»; - εισαγωγή στα 18 σημεία της Βερόνα - άρθρο που έχει δημοσιευτεί στον πρώτο τόμο, Μάρτιος 2022, της ελληνικής επιθεώρησης της Τρίτης Θέσης «¡Patria o muerte!» την οποία μπορείτε να κατεβάσετε σε .pdf εδώ

Η ιστορική φόρτιση της έννοιας «Φασισμός» στην Ελλάδα λόγω του Ελληνο - Ιταλικού πολέμου, της Γερμανό - Ιταλικής στρατιωτικής κατοχής και της ταύτισης που απέδωσε στην έννοια αυτή η μετεμφυλιακή αριστερά με κάθε διακυβέρνηση της εθνικόφρονης αστικής δεξιάς καθώς και με το Στρατιωτικό καθεστώς των Απριλιανών, είναι ήδη τόσο ριζωμένη στο νεοελληνικό ιδεολογικό υποσυνείδητο που θεωρείται πια και η μόνη αντικειμενική ερμηνεία του τεράστιου αυτού επαναστατικού φαινομένου. Το υπογραμμίζουμε αυτό γιατί είναι κάτι που δεν αποτελεί πολιτική μεμψιμοιρία αλλά επιστημονικό γεγονός που αποδεικνύεται από την εκκωφαντική σιωπή στην εγχώρια εκδοτική παραγωγή των σημαντικότερων ιστορικών ερευνών του Φασιστικού φαινομένου.

Ο λόγος αυτής της ιδεολογικής δολοφονίας των σημαντικότερων διεθνώς επιστημονικών μελετών οφείλεται στο ότι αυτές από την δεκαετία του ‘50  ως και σήμερα κυριαρχούνται πια όχι από την Μαρξιστική ιστοριογραφία πάνω στο Φασισμό αλλά από το ισχυρό Ιταλικό ρεύμα των Ιστορικών της σχολής του Renzo de Felice με μαθητές του τους Emilio Gentile, Giuseppe Parlato, Giovanni Sabbatucci. Δίπλα στην σχολή του De Felice προστέθηκε η τεράστια εργασία του Zeev Sternhell που με αφετηρία του τις Γαλλικές ρίζες του Φασισμού ενίσχυσε την βασική θεωρία της Ιταλικής σχολής πως ο Φασισμός αποτελεί ένα επαναστατικό σοσιαλιστικό φαινόμενο που ενοποιήθηκε με τον ριζοσπαστικό εθνικισμό σε μια σύνθεση ξεκάθαρα αντικαπιταλιστική, αντί-μοντέρνα αλλά και σύγχρονη παράλληλα με την μορφή μιας εξέγερσης απέναντι στον μαρξισμό ως τέκνο του αστικού ορθολογισμού και της κοσμοπολίτικης αντεθνικής διανόησης.

Τα έργα αυτών των σπουδαίων ιστορικών και πολιτικών επιστημόνων είναι εξαφανισμένα εδώ και δεκαετίες από την επιστημονική και ιδεολογική φυσικά παραγωγή στην Ελλάδα, γιατί κλονίζουν συθέμελα το μαρξιστικό θεώρημα του αντιφασιστικού μίσους που χαρακτηρίζει τον Φασισμό ως πολιτικό εργαλείο των κυρίαρχων αστικών τάξεων σε περιόδους κρίσεων και λαϊκής αναταραχής. Όμως είναι σημαντικό να πούμε πως εμείς μιλάμε για την ιστορία, τις ιδέες, τους θεωρητικούς και αγωνιστές που αποπειράθηκαν με διαφορετικά κινήματα μια επαναστατική σύνθεση του Έθνους με το σοσιαλιστικό όραμα και δεν αναφερόμαστε στις παρακρατικές ομάδες της ελληνικής αστικής εξουσίας που από το 1945 έως και το Μνημόνιο παρουσιάζονταν ως «φασίστες, εθνικοσοσιαλιστές και εθνικιστές» με σκοπό να τονώνουν την αντικομμουνιστική σταυροφορία ή το ψεύτικο δίπολο Δεξιά και Αριστερά που θρέφει το σύστημα. Όλοι αυτοί με τον δικό τους τρόπο έπαιξαν το χαρτί του αντιφασισμού που ήθελε η ξεπουλημένη Αριστερά να πουλάει στην προς αναζήτηση πολιτικοποιημένη νεολαία της χώρας. Την ψεύτικη εικόνα ενός μιντιακού, και κατευθυνόμενου «Φασισμού» που έφτασε να έχει ως ταβάνι του την κοινοβουλευτική απογείωση και ως συνέπεια την τραγική χρησιμοποίηση του και τελικά διάλυση του από το αστικό σύστημα.

Το βασικό χαρακτηριστικό αυτού του φαινομένου από την μετεμφυλιακή περίοδο ως και σήμερα ήταν η απόλυτη έχθρα του με τις σοσιαλιστικές επαναστατικές ρίζες του Ευρωπαϊκού Φασισμού & Εθνικού Σοσιαλισμού και η υιοθέτηση όλων των αντιφασιστικών δογμάτων του Δυτικού Αμερικανοκρατούμενου κόσμου που κρύβονταν πίσω από τον ψυχροπολεμικό αντικομμουνισμό με όλων των ειδών τις «ριζοσπαστικές» μάσκες. Όλοι αυτοί οι ρόλοι είναι το θέατρο που παίζεται ακόμα στην Ελλάδα γύρω από την έννοια Φασιστικό κίνημα. Με αυτή την εισαγωγή δεν φιλοδοξούμε φυσικά να αναλύσουμε πλήρως αυτή την γιγαντιαία στρέβλωση. Τονίζουμε όμως αυτή την σκέψη για να πούμε πως το να μιλήσεις για την έννοια «Φασιστική Αριστερά» πρώτα πρέπει να ξέρεις πως μιλάς σε μια χώρα που δεν έχει δει ποτέ της Φασιστικό κίνημα ούτε πνευματικά της επιτρέπεται να μάθει πως υπήρξε σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Το πως επηρέασε την πολιτική ιστορία του 20ου αιώνα έως και τον δικό μας αιώνα μέσα από την μεταβίβαση των βασικών του στοιχείων σε μια σειρά από εθνικά και λαϊκά κινήματα απελευθέρωσης από τον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό χωρίς να βασίζονται στον μαρξισμό.

Είμαστε υποχρεωμένοι απέναντι στην Αλήθεια της Ιδέας και της ιστορίας να παλέψουμε ιδεολογικά με αυτή την εχθρική κατάσταση πνευμάτων και να δώσουμε χώρο στα γεγονότα και τις ιδέες των ίδιων των πρωταγωνιστών της ιστορικής δράσης να αποδείξουν τι πραγματικά ήταν αυτή η τεράστια ιδέα και ακόμα ανυπολόγιστη σε δυναμική σύνθεση μεταξύ Εθνικισμού και Σοσιαλισμού και πως παραμένει με άλλες μορφές και σήμερα μια καθοριστική εναλλακτική πρόταση για την επιβίωση εθνών και λαών αλλά και των πολιτισμών μας.

Το «Μανιφέστο της Βερόνα» έχει μια τεράστια σημασία για το Ιταλικό Φασιστικό κίνημα γιατί θεωρείται ως το σημείο επιστροφής στις Σοσιαλιστικές ρίζες του Φασισμού κυρίως έτσι όπως είδαν το φως αρχικά στην «Χάρτα Εργασίας» το 1927 που έβγαζε την Ιταλία από την εργατικό μεσαίωνα και γεννούσε τον Κορπορατισμό ως υπέρβαση του φιλελευθερισμού και του σοβιετικού κρατικισμού. Όχι τυχαία στην καρδιά του Μανιφέστου της Βερόνα βρίσκεται η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής που με τα λόγια του ίδιου του Μουσολίνι τον Οκτώβρη του 1944 σήμαινε «την εφικτή πραγματοποίηση του σοσιαλισμού». Οι αγώνες όλων των μαχητών του Κορπορατισμού, του φασιστικού επαναστατικού συνδικαλισμού, του εξεγερσιακού φασισμού, που από τα μέσα του ‘20 πάλευαν μέσα στο νέο Φασιστικό κράτος και την κοινωνία για την επικράτηση της σοσιαλιστικής αριστερής ψυχής του Σαν Σεπόλκρο, βρήκαν δικαίωση τραγικά σύντομη στην ζωή της Ιταλικής Κοινωνικής Πολιτείας.

Κάτω από τον ίσκιο του μεγάλου προλετάριου κόκκινου φασίστα Μπομπάτσι αλλά και ηρώων όπως του μάρτυρα του Φασιστικού εργατικού Τορίνο Τζιουζέπε Σολάρο έπεσαν οι σπόροι της εθνικής και σοσιαλιστικής αυτάρκειας στην οικονομία και στους θεσμούς θέτοντας την Εργασία ως το μοναδικό υποκείμενο της εφήμερης Φασιστικής Πολιτείας. Εδώ πια έχουμε ένα προχώρημα που ξεπερνά τις πρώτες ακόμα ανεπεξέργαστες αρχές του κορπορατισμού που μιλούσαν για ταξική συνοχή εργασίας και κεφαλαίου στην υπηρεσία του Φασιστικού Κράτους και της Εθνικής Κοινότητας. Με το «Μανιφέστο της Βερόνα» και την γενικευμένη πολιτική κοινωνικοποίησης και εργατικής αυτοδιαχείρισης που ενεργοποίησε στο βιομηχανικό βορρά η Ιταλική Κοινωνική Πολιτεία η κυριαρχία του κορπορατισμού δόθηκε πλήρως στις δυνάμεις της εργατικής τάξης υπό την στήριξη του Φασιστικού Κρατικού και Κομματικού μηχανισμού. Για τον λόγο αυτό όλοι οι ιστορικοί της Ιταλικής Κοινωνικής Πολιτείας μιλάνε για νίκη της Φασιστικής Αριστεράς και για την εμφάνιση ενός «κόκκινου» Φασισμού που έμεινε ανολοκλήρωτος λόγω της ήττας του 1945 και της Αμερικανικής μακράς δημοκρατικής κατοχής της Ιταλίας μέσα από την συνεργασία Χριστιανοδημοκρατών - Κομμουνιστών σε όλη την διάρκεια του ψυχρού πολέμου.

Είναι ένα μεγάλο εγχείρημα να εισέλθουμε στις ρίζες της Φασιστικής Αριστεράς εδώ και στις αντιθέσεις επίσης που ξέσπασαν γύρω από αυτήν κατά την διάρκεια της Φασιστικής επανάστασης με έκφραση την ιδεολογική κριτική που έγινε από τον Έβολα και άλλους σημαντικούς θεωρητικούς της ιδέας του Κράτους έναντι των Συντεχνιών. Λανθασμένα η αντιπαράθεση αυτή αντί να οδηγήσει σε μια επιτάχυνση των αιτημάτων της σοσιαλιστικής διαδικασίας όπως πρότεινε η πλευρά των Μποτάι και Σπίριτο κατέληξε στο να χαρακτηρίζεται ως Ιταλικός μπολσεβικισμός διαιρώντας την ενότητα της επαναστατικής αριστοκρατίας και καθυστερώντας δραματικά την αναγκαία ολοκλήρωση της σοσιαλιστικής απελευθέρωσης του Ιταλικού λαού.

Έτσι δεν μπήκαν στην διεργασία της Φασιστικής επανάστασης οι μεγάλες μάζες του εργαζομένου λαού, έλλειψε η βαθύτερη στράτευση μέσα στην κοινωνία, κάτι που φάνηκε στο τέλος του πολέμου απέναντι στην επιτυχημένη τακτική του διαίρει και βασίλευε που επέβαλαν οι Αγγλοαμερικάνοι με την εισβολή τους στην Ιταλία. Όμως ενώ μέσα στο εξαρχής συστημικό MSI οι παλιοί αριστεροί φασιστές γρήγορα διαφοροποιήθηκαν και αποχώρησαν, μετέπειτα δεν έγινε εφικτό να δυναμώσουν οργανωτικά οι ιδέες της επαναστατικής φασιστικής παράδοσης αφού η Ιταλία μπήκε σε μια περίοδο χάους με τον σχεδιασμό όλων των διεθνών μυστικών υπηρεσιών, που εργαλειοποίησαν την ένοπλη σύρραξη μεταξύ των δυο άκρων αριστεράς και δεξιάς αλλά και μεταξύ αυτών και του αστικού κράτους του ιστορικού συμβιβασμού.

Μέχρι και την εμφάνιση της Terza Posizione όλη η ορμή των νεαρών ριζοσπαστών εθνικιστών είχε πέσει στην παγίδα του αριστερισμού γύρω από το αυθόρμητο, την μειοψηφική βία, την αντεκδίκηση και την θεωρητικοποίηση της ιδέας της πρωτοπορίας που ανίκανη να κινητοποιήσει τις λαϊκές μάζες θεωρεί ότι μόνη της ενσαρκώνει την επανάσταση απέναντι στο αστικό σύστημα. Η κατάληξη γνωστή σε όλους. Καταστολή, φυλακές, νεκροί, μετανιωμένοι και αμετανόητοι ηττημένοι. Η επικέντρωση στα ιδανικά του επαναστατικού αριστερού φασισμού ως δύναμη ανεξαρτησίας του εργαζομένου λαού και συγκρότησης ενός Εθνικού Κράτους της Εργασίας πέρασε με ένα φοβερό τρόπο στις ιδέες του μεγάλου Περόν, στο σοσιαλιστικό όραμα του Καντάφι, στον Παναραβικό σοσιαλισμό του Νάσσερ και μετέπειτα στην μεγάλης Μπααθική Αραβική Επανάσταση. Όχι τυχαία όλοι οι ηγέτες αυτών των γιγαντιαίων κινημάτων στα νιάτα τους υπήρξαν θαυμαστές του Ιταλικού Φασισμού και του Μουσολίνι. Ακόμα και η επαναστατημένη Κούβα των Φιντέλ Κάστρο και Τσε Γκουεβάρα εμπνέεται από τον λαϊκό θρησκευτικό σοσιαλισμό της Ισπανικής Φάλαγγας δίνοντας ελπίδα σε εκατομμύρια φτωχούς της Λατινικής Αμερικής να αγωνιστούν για Πατρίδα, Ελευθερία και Δικαιοσύνη με σκοπό τον σοσιαλισμό.

Από αυτή την σκοπιά, θα υπογραμμίζαμε πως η σπορά που έριξε το πείραμα που θεμελιώθηκε με αίμα πάνω στο «Μανιφέστο της Βερόνα» καρποφόρησε με την μορφή της «Τρίτης Θέσης» στα μαζικότερα και μαχητικότερα λαϊκά κινήματα του κόσμου ενώ στην Ιταλία εξαφανίστηκε κάτω από την σαγήνη της αντικομμουνιστικής και αντιφασιστικής σύγκρουσης που έστησαν Αμερικανοί, Εγγλέζοι, Ισραηλινοί και Σοβιετικοί πράκτορες φοβούμενοι όχι την συγκυβέρνηση Κομμουνιστών και Χριστιανοδημοκρατών, που οι ίδιοι είχαν προωθήσει άλλωστε, αλλά την πιθανότητα στην καρδιά της Ευρώπης να γεννηθεί ένας κόκκινος Περονισμός αλλά Ιταλικά με φασιστικές ρίζες.

Κοιτάζοντας κανείς σήμερα το πως κράτησε θέσεις ο λεγόμενος Ιταλικός Ροσσομπρουνισμός δημιουργώντας μια νέα πολιτική αντί-κουλτούρα, πως γεννήθηκε και στερεώθηκε το φαινόμενο της Κάζα Πάουντ, διακρίνει εύκολα τις μορφές και τα όνειρα όλων των μελανοχιτώνων με την κατακόκκινη καρδιά, ίδια καρδιά με των αδελφών τους Ισπανών υπό τον Πρίμο Ντε Ριβερα και τον θρυλικό Λεντέσμα Ράμος. Οι ιδέες τους επιβιώνουν σε όσους ανά την Ευρώπη με μικρές δυνάμεις πολιτικά, μεταπολιτικά και κοινωνικά επιμένουν στην Τρίτη Θέση ως ανάπτυξη και ανώτερη έκφραση των βασικών στοιχείων της Φασιστικής Αριστεράς.

Η αλήθεια για το ποιος, πότε και πως πραγματικά πολέμησε τον καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό προς όφελος του λαού και του έθνους δεν έχει αποκατασταθεί ακόμα. Την ιστορία του σοσιαλισμού κατάφεραν να την λεηλατήσουν και να την μονοπωλήσουν οι μαρξιστικοί και μεταμοντέρνα αριστεροί ιδεολογικοί μηχανισμοί της παγκοσμιοποίησης. Όπως έκαναν με τους πατέρες του αναρχισμού Προυντόν, Κροπότκιν και Μπακούνιν που έσβησαν κάθε ίχνος εθνικισμού από την ζωή και τα έργα τους, όπως έκαναν με όλους τους μεγάλους αντί-ιμπεριαλιστές του περασμένου αιώνα. Ότι απείλησε τον παλιό κόσμο και τους εξουσιαστές του, οφείλεται στην σύνθεση εθνικισμού και σοσιαλισμού, για αυτό θέλησαν να το εξαφανίσουν από προσώπου γης κάτω από τις ζητωκραυγές για ένα «Κομμουνισμό» που δήθεν γέννησε όλες τις μεγάλες αντιπαραθέσεις. Αυτοί οι μαέστροι του ψέματος θέλησαν να καλύψουν το γεγονός πως η ΕΣΣΔ δεν έκανε ποτέ κανένα αντισυστημικό πόλεμο, δεν ανέτρεψε ποτέ καμία αστική τάξη ξένης χώρας, δεν στήριξε ποτέ κανέναν να ανατρέψει την αστική τάξη της χώρας του, δεν τόλμησε ποτέ να απελευθερώσει την Ευρώπη ενάντια στην Αμερικανική μπότα, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια ιμπεριαλιστική εκδοχή της Αμερικής με κολλεκτιβιστικό προσωπείο.

Προερχόμαστε από τους αιρετικούς, τους αποστάτες, όσους λάτρεψαν την Πατρίδα, τον Λαό και τον Σοσιαλισμό ολοκληρωτικά, εκείνους που πραγματικά έδωσαν ελπίδα σε εκατομμύρια ανθρώπους για ένα κόσμο της Ιεραρχίας και της Εργασίας ενάντια στον χρυσό και τον υλισμό. Δεν ήξεραν τα πρωτοπαλίκαρα του θλιβερού Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος όταν, με την ευλογία που τους πρόσφερε η αστερόεσσα, έσερναν τα πτώματα του Μουσολίνι και του Μπομπάτσι στους δρόμους του Μιλάνου πως δεν τελείωσαν το όραμα που ένωσε μαζί στη ζωή και το θάνατο αυτούς τους δυο μάρτυρες του Φασιστικού Σοσιαλισμού.

Δεν εξαφάνισαν τον Ιδρυτή και τον Πιστό του που ως φωνή συνείδησης μέχρι το τέλος ήταν εκεί να του θυμίζει το Σαν Σεπόλκρο, την Φασιστική Προλεταριακή Ιταλία, να θυμίζει αυτό που έμεινε ανολοκλήρωτο όχι μόνο για χάρη του Ιταλικού λαού αλλά και για όλους τους λαούς της Ευρώπης μας. Στις τεράστιες πλατεία του Μπουένος Άιρες και της Αβάνας, στο Κάιρο, την Τρίπολη, την Δαμασκό, την Βαγδάτη το πνεύμα της Βερόνα ήταν εκεί και ξανά θα είναι εκεί όταν οι λαοί αγωνιστούν για ελευθερία και δικαιοσύνη ενάντια σε όλες τις ελίτ, τα λόμπι και τις μαφίες του παγκόσμιου καπιταλισμού.

Εκδόσεις «Τρίτη Θέση»