Εις μνήμην των Benito Mussolini (29.07.1883 - 28.04.1945) και Nicolla Bombacci (24.10.1879 - 28.04.1945): Το λαμπρό τέλος της Φασιστικής Αριστεράς
ή η αρχή της σύγχρονης «Τρίτης Θέσης»; - εισαγωγή στα 18 σημεία της Βερόνα - άρθρο
που έχει δημοσιευτεί στον πρώτο τόμο, Μάρτιος 2022, της ελληνικής επιθεώρησης
της Τρίτης Θέσης «¡Patria o muerte!» την οποία μπορείτε να κατεβάσετε σε .pdf εδώ …
Η ιστορική φόρτιση της
έννοιας «Φασισμός» στην Ελλάδα λόγω του Ελληνο - Ιταλικού πολέμου, της Γερμανό
- Ιταλικής στρατιωτικής κατοχής και της ταύτισης που απέδωσε στην έννοια αυτή η
μετεμφυλιακή αριστερά με κάθε διακυβέρνηση της εθνικόφρονης αστικής δεξιάς καθώς
και με το Στρατιωτικό καθεστώς των Απριλιανών, είναι ήδη τόσο ριζωμένη στο
νεοελληνικό ιδεολογικό υποσυνείδητο που θεωρείται πια και η μόνη αντικειμενική
ερμηνεία του τεράστιου αυτού επαναστατικού φαινομένου. Το υπογραμμίζουμε αυτό
γιατί είναι κάτι που δεν αποτελεί πολιτική μεμψιμοιρία αλλά επιστημονικό
γεγονός που αποδεικνύεται από την εκκωφαντική σιωπή στην εγχώρια εκδοτική
παραγωγή των σημαντικότερων ιστορικών ερευνών του Φασιστικού φαινομένου.
Ο λόγος αυτής της
ιδεολογικής δολοφονίας των σημαντικότερων διεθνώς επιστημονικών μελετών
οφείλεται στο ότι αυτές από την δεκαετία του ‘50 ως και σήμερα κυριαρχούνται πια όχι από την Μαρξιστική
ιστοριογραφία πάνω στο Φασισμό αλλά από το ισχυρό Ιταλικό ρεύμα των Ιστορικών
της σχολής του Renzo de Felice με μαθητές του τους Emilio Gentile, Giuseppe Parlato, Giovanni Sabbatucci. Δίπλα στην σχολή του De Felice προστέθηκε η τεράστια εργασία του Zeev Sternhell που με αφετηρία του τις Γαλλικές ρίζες του
Φασισμού ενίσχυσε την βασική θεωρία της Ιταλικής σχολής πως ο Φασισμός αποτελεί
ένα επαναστατικό σοσιαλιστικό φαινόμενο που ενοποιήθηκε με τον ριζοσπαστικό
εθνικισμό σε μια σύνθεση ξεκάθαρα αντικαπιταλιστική, αντί-μοντέρνα αλλά και
σύγχρονη παράλληλα με την μορφή μιας εξέγερσης απέναντι στον μαρξισμό ως τέκνο
του αστικού ορθολογισμού και της κοσμοπολίτικης αντεθνικής διανόησης.
Τα έργα αυτών των
σπουδαίων ιστορικών και πολιτικών επιστημόνων είναι εξαφανισμένα εδώ και δεκαετίες από την επιστημονική και ιδεολογική φυσικά παραγωγή στην Ελλάδα,
γιατί κλονίζουν συθέμελα το μαρξιστικό θεώρημα του αντιφασιστικού μίσους που
χαρακτηρίζει τον Φασισμό ως πολιτικό εργαλείο των κυρίαρχων αστικών τάξεων σε
περιόδους κρίσεων και λαϊκής αναταραχής. Όμως είναι σημαντικό να πούμε πως εμείς μιλάμε για
την ιστορία, τις ιδέες, τους θεωρητικούς και αγωνιστές που αποπειράθηκαν με
διαφορετικά κινήματα μια επαναστατική σύνθεση του Έθνους με το σοσιαλιστικό
όραμα και δεν αναφερόμαστε στις παρακρατικές ομάδες της ελληνικής αστικής
εξουσίας που από το 1945 έως και το Μνημόνιο παρουσιάζονταν ως «φασίστες,
εθνικοσοσιαλιστές και εθνικιστές» με σκοπό να τονώνουν την αντικομμουνιστική
σταυροφορία ή το ψεύτικο δίπολο Δεξιά και Αριστερά που θρέφει το σύστημα. Όλοι αυτοί με τον δικό
τους τρόπο έπαιξαν το χαρτί του αντιφασισμού που ήθελε η ξεπουλημένη Αριστερά να πουλάει στην προς αναζήτηση πολιτικοποιημένη νεολαία της χώρας. Την ψεύτικη
εικόνα ενός μιντιακού, και κατευθυνόμενου «Φασισμού» που έφτασε να έχει ως
ταβάνι του την κοινοβουλευτική απογείωση και ως συνέπεια την τραγική
χρησιμοποίηση του και τελικά διάλυση του από το αστικό σύστημα.
Το βασικό
χαρακτηριστικό αυτού του φαινομένου από την μετεμφυλιακή περίοδο ως και σήμερα
ήταν η απόλυτη έχθρα του με τις σοσιαλιστικές επαναστατικές ρίζες του
Ευρωπαϊκού Φασισμού & Εθνικού Σοσιαλισμού και η υιοθέτηση όλων των
αντιφασιστικών δογμάτων του Δυτικού Αμερικανοκρατούμενου κόσμου που κρύβονταν πίσω
από τον ψυχροπολεμικό αντικομμουνισμό με όλων των ειδών τις «ριζοσπαστικές»
μάσκες. Όλοι αυτοί οι ρόλοι είναι το θέατρο που
παίζεται ακόμα στην Ελλάδα γύρω από την έννοια Φασιστικό κίνημα. Με αυτή την
εισαγωγή δεν φιλοδοξούμε φυσικά να αναλύσουμε πλήρως αυτή την γιγαντιαία
στρέβλωση. Τονίζουμε όμως αυτή την σκέψη για να πούμε πως το να μιλήσεις για
την έννοια «Φασιστική Αριστερά» πρώτα πρέπει να ξέρεις πως μιλάς σε μια χώρα
που δεν έχει δει ποτέ της Φασιστικό κίνημα ούτε πνευματικά της επιτρέπεται να
μάθει πως υπήρξε σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Το πως επηρέασε την
πολιτική ιστορία του 20ου αιώνα έως και τον δικό μας αιώνα μέσα από
την μεταβίβαση των βασικών του στοιχείων σε μια σειρά από εθνικά και λαϊκά
κινήματα απελευθέρωσης από τον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό χωρίς να
βασίζονται στον μαρξισμό.
Είμαστε υποχρεωμένοι
απέναντι στην Αλήθεια της Ιδέας και της ιστορίας να παλέψουμε ιδεολογικά με
αυτή την εχθρική κατάσταση πνευμάτων και να δώσουμε χώρο στα γεγονότα και τις
ιδέες των ίδιων των πρωταγωνιστών της ιστορικής δράσης να αποδείξουν τι πραγματικά
ήταν αυτή η τεράστια ιδέα και ακόμα ανυπολόγιστη σε δυναμική σύνθεση μεταξύ
Εθνικισμού και Σοσιαλισμού και πως παραμένει με άλλες μορφές και σήμερα μια καθοριστική
εναλλακτική πρόταση για την επιβίωση εθνών και λαών αλλά και των πολιτισμών
μας.
Το «Μανιφέστο της
Βερόνα» έχει μια τεράστια σημασία για το Ιταλικό Φασιστικό κίνημα γιατί
θεωρείται ως το σημείο επιστροφής στις Σοσιαλιστικές ρίζες του Φασισμού κυρίως έτσι
όπως είδαν το φως αρχικά στην «Χάρτα Εργασίας» το 1927 που έβγαζε την Ιταλία
από την εργατικό μεσαίωνα και γεννούσε τον Κορπορατισμό ως υπέρβαση του
φιλελευθερισμού και του σοβιετικού κρατικισμού. Όχι τυχαία στην καρδιά
του Μανιφέστου της Βερόνα βρίσκεται η κοινωνικοποίηση των
μέσων παραγωγής που με τα λόγια του ίδιου του Μουσολίνι τον Οκτώβρη του 1944
σήμαινε «την εφικτή πραγματοποίηση του σοσιαλισμού». Οι αγώνες όλων των μαχητών
του Κορπορατισμού, του φασιστικού επαναστατικού συνδικαλισμού, του
εξεγερσιακού φασισμού, που από τα μέσα του ‘20 πάλευαν μέσα στο νέο Φασιστικό
κράτος και την κοινωνία για την επικράτηση της σοσιαλιστικής αριστερής ψυχής
του Σαν Σεπόλκρο, βρήκαν δικαίωση τραγικά σύντομη στην ζωή της Ιταλικής
Κοινωνικής Πολιτείας.
Κάτω από τον ίσκιο του
μεγάλου προλετάριου κόκκινου φασίστα Μπομπάτσι αλλά και ηρώων όπως του μάρτυρα
του Φασιστικού εργατικού Τορίνο Τζιουζέπε Σολάρο έπεσαν οι σπόροι της εθνικής
και σοσιαλιστικής αυτάρκειας στην οικονομία και στους θεσμούς θέτοντας την
Εργασία ως το μοναδικό υποκείμενο της εφήμερης Φασιστικής Πολιτείας. Εδώ πια έχουμε ένα
προχώρημα που ξεπερνά τις πρώτες ακόμα ανεπεξέργαστες αρχές του κορπορατισμού
που μιλούσαν για ταξική συνοχή εργασίας και κεφαλαίου στην υπηρεσία του
Φασιστικού Κράτους και της Εθνικής Κοινότητας. Με το «Μανιφέστο της Βερόνα» και
την γενικευμένη πολιτική κοινωνικοποίησης και εργατικής αυτοδιαχείρισης που
ενεργοποίησε στο βιομηχανικό βορρά η Ιταλική Κοινωνική Πολιτεία η κυριαρχία του
κορπορατισμού δόθηκε πλήρως στις δυνάμεις της εργατικής τάξης υπό την στήριξη
του Φασιστικού Κρατικού και Κομματικού μηχανισμού. Για τον λόγο αυτό όλοι οι
ιστορικοί της Ιταλικής Κοινωνικής Πολιτείας μιλάνε για νίκη της Φασιστικής
Αριστεράς και για την εμφάνιση ενός «κόκκινου» Φασισμού που έμεινε ανολοκλήρωτος
λόγω της ήττας του 1945 και της Αμερικανικής μακράς δημοκρατικής κατοχής της
Ιταλίας μέσα από την συνεργασία Χριστιανοδημοκρατών - Κομμουνιστών σε όλη την
διάρκεια του ψυχρού πολέμου.
Είναι ένα μεγάλο
εγχείρημα να εισέλθουμε στις ρίζες της Φασιστικής Αριστεράς εδώ και στις
αντιθέσεις επίσης που ξέσπασαν γύρω από αυτήν κατά την διάρκεια της Φασιστικής
επανάστασης με έκφραση την ιδεολογική κριτική
που έγινε από τον Έβολα και άλλους σημαντικούς θεωρητικούς της ιδέας του
Κράτους έναντι των Συντεχνιών. Λανθασμένα η
αντιπαράθεση αυτή αντί να οδηγήσει σε μια επιτάχυνση των αιτημάτων της
σοσιαλιστικής διαδικασίας όπως πρότεινε η πλευρά των Μποτάι και Σπίριτο
κατέληξε στο να χαρακτηρίζεται ως Ιταλικός μπολσεβικισμός διαιρώντας την
ενότητα της επαναστατικής αριστοκρατίας και καθυστερώντας δραματικά την
αναγκαία ολοκλήρωση της σοσιαλιστικής απελευθέρωσης του Ιταλικού λαού.
Έτσι δεν μπήκαν στην
διεργασία της Φασιστικής επανάστασης οι μεγάλες μάζες του εργαζομένου λαού,
έλλειψε η βαθύτερη στράτευση μέσα στην κοινωνία, κάτι που φάνηκε στο τέλος του
πολέμου απέναντι στην επιτυχημένη τακτική του διαίρει και βασίλευε που επέβαλαν
οι Αγγλοαμερικάνοι με την εισβολή τους στην Ιταλία. Όμως ενώ μέσα στο εξαρχής
συστημικό MSI οι παλιοί αριστεροί φασιστές γρήγορα διαφοροποιήθηκαν
και αποχώρησαν, μετέπειτα δεν έγινε εφικτό να δυναμώσουν οργανωτικά οι ιδέες
της επαναστατικής φασιστικής παράδοσης αφού η Ιταλία μπήκε σε μια περίοδο χάους
με τον σχεδιασμό όλων των διεθνών μυστικών υπηρεσιών, που εργαλειοποίησαν την
ένοπλη σύρραξη μεταξύ των δυο άκρων αριστεράς και δεξιάς αλλά και μεταξύ αυτών
και του αστικού κράτους του ιστορικού συμβιβασμού.
Μέχρι και την εμφάνιση
της Terza Posizione όλη η ορμή των νεαρών ριζοσπαστών
εθνικιστών είχε πέσει στην παγίδα του αριστερισμού γύρω από το αυθόρμητο, την
μειοψηφική βία, την αντεκδίκηση και την θεωρητικοποίηση της ιδέας της
πρωτοπορίας που ανίκανη να κινητοποιήσει τις λαϊκές μάζες θεωρεί ότι μόνη της
ενσαρκώνει την επανάσταση απέναντι στο αστικό σύστημα. Η κατάληξη γνωστή σε
όλους. Καταστολή, φυλακές, νεκροί, μετανιωμένοι και αμετανόητοι ηττημένοι. Η
επικέντρωση στα ιδανικά του επαναστατικού αριστερού φασισμού ως δύναμη
ανεξαρτησίας του εργαζομένου λαού και συγκρότησης ενός Εθνικού Κράτους της
Εργασίας πέρασε με ένα φοβερό τρόπο στις ιδέες του μεγάλου Περόν, στο
σοσιαλιστικό όραμα του Καντάφι, στον Παναραβικό σοσιαλισμό του Νάσσερ και
μετέπειτα στην μεγάλης Μπααθική Αραβική Επανάσταση. Όχι τυχαία όλοι οι
ηγέτες αυτών των γιγαντιαίων κινημάτων στα νιάτα τους υπήρξαν θαυμαστές του
Ιταλικού Φασισμού και του Μουσολίνι. Ακόμα και η
επαναστατημένη Κούβα των Φιντέλ Κάστρο και Τσε Γκουεβάρα εμπνέεται από τον
λαϊκό θρησκευτικό σοσιαλισμό της Ισπανικής Φάλαγγας δίνοντας ελπίδα σε
εκατομμύρια φτωχούς της Λατινικής Αμερικής να αγωνιστούν για Πατρίδα, Ελευθερία
και Δικαιοσύνη με σκοπό τον σοσιαλισμό.
Από αυτή την σκοπιά, θα
υπογραμμίζαμε πως η σπορά που έριξε το πείραμα που θεμελιώθηκε με αίμα πάνω στο
«Μανιφέστο της Βερόνα» καρποφόρησε με την μορφή της «Τρίτης Θέσης» στα
μαζικότερα και μαχητικότερα λαϊκά κινήματα του κόσμου ενώ στην Ιταλία
εξαφανίστηκε κάτω από την σαγήνη της αντικομμουνιστικής και αντιφασιστικής σύγκρουσης
που έστησαν Αμερικανοί, Εγγλέζοι, Ισραηλινοί και Σοβιετικοί πράκτορες
φοβούμενοι όχι την συγκυβέρνηση Κομμουνιστών και Χριστιανοδημοκρατών, που οι
ίδιοι είχαν προωθήσει άλλωστε, αλλά την πιθανότητα στην καρδιά της Ευρώπης να
γεννηθεί ένας κόκκινος Περονισμός αλλά Ιταλικά με φασιστικές ρίζες.
Κοιτάζοντας κανείς
σήμερα το πως κράτησε θέσεις ο λεγόμενος Ιταλικός Ροσσομπρουνισμός
δημιουργώντας μια νέα πολιτική αντί-κουλτούρα, πως γεννήθηκε και στερεώθηκε το
φαινόμενο της Κάζα Πάουντ, διακρίνει εύκολα τις μορφές και τα όνειρα όλων των
μελανοχιτώνων με την κατακόκκινη καρδιά, ίδια καρδιά με των αδελφών τους
Ισπανών υπό τον Πρίμο Ντε Ριβερα και τον θρυλικό Λεντέσμα Ράμος. Οι ιδέες τους
επιβιώνουν σε όσους ανά την Ευρώπη με μικρές δυνάμεις πολιτικά, μεταπολιτικά
και κοινωνικά επιμένουν στην Τρίτη Θέση ως ανάπτυξη και ανώτερη έκφραση των
βασικών στοιχείων της Φασιστικής Αριστεράς.
Η αλήθεια για το ποιος,
πότε και πως πραγματικά πολέμησε τον καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό προς όφελος
του λαού και του έθνους δεν έχει αποκατασταθεί ακόμα. Την ιστορία του
σοσιαλισμού κατάφεραν να την λεηλατήσουν και να την μονοπωλήσουν οι μαρξιστικοί
και μεταμοντέρνα αριστεροί ιδεολογικοί μηχανισμοί της παγκοσμιοποίησης. Όπως
έκαναν με τους πατέρες του αναρχισμού Προυντόν, Κροπότκιν και Μπακούνιν που
έσβησαν κάθε ίχνος εθνικισμού από την ζωή και τα έργα τους, όπως έκαναν με
όλους τους μεγάλους αντί-ιμπεριαλιστές του περασμένου αιώνα. Ότι απείλησε τον
παλιό κόσμο και τους εξουσιαστές του, οφείλεται στην σύνθεση εθνικισμού και
σοσιαλισμού, για αυτό θέλησαν να το εξαφανίσουν από προσώπου γης κάτω από τις
ζητωκραυγές για ένα «Κομμουνισμό» που δήθεν γέννησε όλες τις μεγάλες αντιπαραθέσεις.
Αυτοί οι μαέστροι του ψέματος θέλησαν να καλύψουν το γεγονός πως η ΕΣΣΔ δεν
έκανε ποτέ κανένα αντισυστημικό πόλεμο, δεν ανέτρεψε ποτέ καμία αστική τάξη
ξένης χώρας, δεν στήριξε ποτέ κανέναν να ανατρέψει την αστική τάξη της χώρας
του, δεν τόλμησε ποτέ να απελευθερώσει την Ευρώπη ενάντια στην Αμερικανική
μπότα, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια ιμπεριαλιστική εκδοχή της Αμερικής με
κολλεκτιβιστικό προσωπείο.
Προερχόμαστε από τους
αιρετικούς, τους αποστάτες, όσους λάτρεψαν την Πατρίδα, τον Λαό και τον
Σοσιαλισμό ολοκληρωτικά, εκείνους που πραγματικά έδωσαν ελπίδα σε εκατομμύρια
ανθρώπους για ένα κόσμο της Ιεραρχίας και της Εργασίας ενάντια στον χρυσό και
τον υλισμό. Δεν ήξεραν τα
πρωτοπαλίκαρα του θλιβερού Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος όταν, με την
ευλογία που τους πρόσφερε η αστερόεσσα, έσερναν τα πτώματα του Μουσολίνι και
του Μπομπάτσι στους δρόμους του Μιλάνου πως δεν τελείωσαν το όραμα που ένωσε
μαζί στη ζωή και το θάνατο αυτούς τους δυο μάρτυρες του Φασιστικού Σοσιαλισμού.
Δεν εξαφάνισαν τον Ιδρυτή
και τον Πιστό του που ως φωνή συνείδησης μέχρι το τέλος ήταν εκεί να του
θυμίζει το Σαν Σεπόλκρο, την Φασιστική Προλεταριακή Ιταλία, να θυμίζει αυτό που
έμεινε ανολοκλήρωτο όχι μόνο για χάρη του Ιταλικού λαού αλλά και για όλους τους
λαούς της Ευρώπης μας. Στις τεράστιες πλατεία του Μπουένος Άιρες και της Αβάνας, στο Κάιρο, την Τρίπολη, την Δαμασκό, την Βαγδάτη το πνεύμα της Βερόνα ήταν εκεί και ξανά θα
είναι εκεί όταν οι λαοί αγωνιστούν για ελευθερία και δικαιοσύνη ενάντια σε όλες
τις ελίτ, τα λόμπι και τις μαφίες του παγκόσμιου
καπιταλισμού.
Εκδόσεις «Τρίτη Θέση»