Κάλεσμα συνείδησης από τις Λύκαινες: ο λόγος στις Ελληνίδες Συντρόφισσες που υπερασπίζονται την Ιδέα για τον Εθνικοσοσιαλισμό και την Πατρίδα



γράφουν οι συντρόφισσες Ίρμα και Εκάτη

Ο θεσμός της  μητριαρχίας  γνωστός ήδη από την προϊστορική περίοδο έως και το 2500 π.χ. περίπου, είναι η λατρεία της Mητέρας - Θεάς. Ένας κοινωνιολογικός, πολιτικός και θρησκευτικός όρος, μια μορφή κοινωνικής οργάνωσης στην οποία κυρίαρχο ρόλο κατέχει η γυναίκα η οποία αποτελεί αρχηγό του γένους και τα δικαιώματα της μεταβιβάζονται στα θηλυκά μέλη της οικογένειας. Διότι η γυναίκα ήταν υπεύθυνη για την διαπαιδαγώγηση των τέκνων της και την ανατροφή τους. Άλλωστε η μητέρα των παιδιών είναι ένας σίγουρος γονεϊκός ρόλος, ενώ αντίστοιχα ο πατέρας σε πολλές περιπτώσεις όχι. Στην θρησκευτική του διάσταση, συνδέεται με την λατρεία γυναικείων θεοτήτων της μητρότητας και της γονιμότητας. Βλέπουμε λοιπόν την ιδιαίτερη θέση που κατείχε η γυναίκα ήδη από την προϊστορία. Δε πρέπει να λησμονούμε τις περιπτώσεις της ιστορίας, οι οποίες δεν είναι λίγες, κατά τις οποίες οι γυναίκες φάνηκαν αντάξιες με τους άντρες. Όπως οι γενναίες Σπαρτιάτισσες που μεγάλωναν γενιές πολεμιστών -  ηρώων και με τιμή, τους έστελναν στην μάχη. Αλλά και οι Μανιάτισσες στην μάχη της Βέργας που κατάσφαξαν με δρεπάνια τον στρατό των εισβολέων του Ιμπραήμ ,όπως και πολλά άλλα παραδείγματα. Θα μπορούσαμε να περιοριστούμε σε μια στείρα ιστορική ανάλυση του θέματος, όμως προφανώς και δεν θα το κάνουμε. Το κυρίαρχο ερώτημα που υποβόσκει είναι το εξής:

Ποια θα πρέπει να είναι η θέση της γυναίκας στην φυλετική κοινότητα αλλά και σε ένα μελλοντικό Εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς; Αυτό είναι και το βασικό ερώτημα κάθε παραγράφου της Ιστορίας, δηλαδή τι θα γίνει αν βρεθεί ο Κόσμος σε ανάλογες καταστάσεις όπως στο παρελθόν. Τα ερωτήματα σχετικά με τον Εθνικοσοσιαλισμό ,ειδικά, είναι επείγοντα μιας και όλοι μπορούμε να δούμε ότι οι καταστάσεις έχουν αρχίσει να θυμίζουν σε κάποιους 1932. Η οικονομική κρίση καλά κρατεί και τα κινήματα αντίστασης έχουν αρχίσει και ορθώνονται σε όλη την Ευρώπη. Το καπιταλιστικό τέρας ευτυχώς για άλλη μία φορά νιώθει φοβερά σίγουρο για τον εαυτό του. Επιστρέφοντας στο θέμα μας να πω ότι θα ειπωθούν πράγματα που θα κάνουν τις φεμινίστριες να θυμώσουν, όχι γιατί ότι θα πω θα είναι εναντίον των γυναικών με οποιονδήποτε τρόπο, αλλά γιατί θα είναι υπέρ των γυναικών σε μορφή που οι φεμινίστριες δεν θα μπορούσαν ποτέ ούτε να ψελλίσουν. Ιστορικά πρώτα και ιδεολογικά έπειτα θα προσπαθήσουμε να αφουγκραστούμε τον παλμό του παρελθόντος και τον απόηχο του στο μέλλον. Σε περιόδους επικράτησης των Φασιστών και των Εθνικοσοσιαλιστών οι γυναίκες απόλαυσαν μητρικές άδειες και προνόμια που οι "σουφραζέτες" δεν θα μπορούσαν καν να ονειρευτούν. Ενώ οι "σουφραζέτες" λοιπόν στην υπόλοιπη Ευρώπη κήρυτταν την άρνηση της φύσης για τις γυναίκες και μέσα σε όλο το αντί-φυσικό τους παραλήρημα είχαν και αίτημα για δικαίωμα ψήφου, οι γυναίκες για παράδειγμα στην Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία, στην R.S.I. ακόμη και στην εθνικοεπαναστατική Λιβύη που το καθεστώς επηρέαστηκε από τις εθνικές ιδέες είχαν πάρει την μοίρα τους στα χέρια τους έχοντας γυναίκες για ηγέτιδες τους. 


Παρά την αντιναζιστική υστερία και τις απέλπιδες προσπάθειες να θαφτούν τα γεγονότα σώζονται οι αποδείξεις για όλα αυτά και πολλά άλλα στις ομιλίες της Gertrud Scholtz - Klink, στον βίο της Hanna Reitsch - η οποία άρχισε να πετάει με αεροπλάνα το 1932 και έγινε η μόνη γυναίκα που της απονεμήθηκε ο Σιδηρούν Σταυρός και άλλα παράσημα - η Eleonore Baur που άνηκε στα SA. Όλως "τυχαίως" και οι τρεις αυτές γυναίκες παραμείναν φανατικές Εθνικοσοσιαλίστριες μέχρι και τον θάνατο τους, χρόνια αργότερα. Και φυσικά εκείνη η ανώνυμη πολιτικά ακτιβίστρια που έραψε με τα χέρια της την πρώτη σημαία με την Σβάστικα το καλοκαίρι του 1920. Στο σήμερα λοιπόν. 


Υπάρχουν πολλές αξιόλογες Εθνικοσοσιαλίστριες εκεί έξω έτοιμες να στηρίξουν το Κίνημα και να μεγαλώσουν την επόμενη γενιά που θα υπερασπιστεί την φυλή μας έχοντας ως γνώμονα τις 14 λέξεις του David Lane:

"Πρέπει να διασφαλίσουμε την επιβίωση της φυλής μας 
και ένα μέλλον για τα λευκά παιδιά"

Και όμως για ποικίλους λόγους όσες τολμηρές και θαρραλέες πλησιάζουν το κίνημα κάποιες απομακρύνονται απογοητευμένες και αποκαρδιωμένες. Ο Εθνικοσοσιαλισμός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την φυλή. Η κάθε φυλή είτε ανθρώπων είτε ζώων έχει δύο φύλα. Το αρσενικό και το θηλυκό.Ο ολοκληρωμένος άντρας αποτελείται από πολλές διαστάσεις και για να είναι πλήρως ολοκληρωμένος πρέπει να ενωθεί με την γυναίκα η οποία έχει άλλες διαστάσεις. Οι οποίες είναι αλληλένδετες άντρας δε μπορεί να γίνει πατέρας χωρίς την μητέρα και η μητέρα δε μπορεί να είναι μητέρα χωρίς τον πατέρα. Ο Εθνικοσοσιαλισμός ουδέποτε παγίδευσε την γυναίκα σε στείρες ρητορικές αλλά την θέλει έτοιμη και μάχιμη και για τον μεγάλο και για τον μικρό πόλεμο για να θυμηθούμε και τον Julius Evola. Το είδαμε στις τελευταίες ώρες της Ευρώπης το ’45 και το βλέπουμε και σήμερα στις Λέαινες του Assad



Ο Εθνικοσοσιαλιστής έχει μια μεγαλειώδη διαφορά από τον ακροδεξιό ηθικιστή. Δε φοβάται τη γυναίκα και δεν την ανταγωνίζεται.  Αντίθετα την σέβεται και την αγαπάει ,χωρίς να είναι επικριτικός. Καταλαβαίνει πως η γυναίκα είναι διαφορετική. Όχι ανώτερη ή κατώτερη. Το 1937 οι στείροι ηθικολόγοι είχανε ειδική «σύσταση» να μην τοποθετούνται περαιτέρω στον δημόσιο λόγο και τα κορίτσια υμνούνταν που τύγχανε να είναι και μητέρες, στην πατρίδα του Περόν πήραν την θέση που τους άξιζε και σήμερα στα όρη που έπεσε ο θρυλικός Διγενής πρωτοστατούν όχι απλά στην χειραφέτηση αλλά και στην υπεράσπιση του έθνους. Τότε οι γυναίκες δεν είχαν το cosmopolitan και το sex and the city και άλλες σειρές που μυρίζουν kosher να τις μαθαίνουν να είναι “τέλειες” … αγαπώντας παράλληλα τον εαυτό τους. Οποία ειρωνεία! Το επίκεντρο τους δεν ήταν το πρόσκαιρο sex και ένα ζευγάρι Manolo Blahnik. Τότε τα κορίτσια μάθαιναν να είναι ερωτικά, υγιή, γυμνασμένα και το άλλο μισό της Φυλής. Δεν κυριαρχούσε η θεωρητική κατήχηση όμως αλλά ζωντανά παραδείγματα όπως η Savitri Devi, η Leni Riefenstahl, η Eva Braun αλλά και χιλιάδες άλλες ανώνυμες συντρόφισσες που εργάζονταν στα εργαστήρια, στις αποθήκες πυρομαχικών, που κρατούσαν ψηλά το ηθικό ενός ολόκληρου λαού. Θέλοντας να είμαστε αντικειμενικές, θέλουμε να διαπιστώσουμε πως και η γυναίκα έχει γίνει σήμερα καριερίστρια, εγωκεντρική και υλίστρια. Αλλά όλο αυτό είναι ένας ρόλος και ένα τείχος προστασίας από τα συναισθήματα της που έφτιαξε ο σιωνισμός και τα ΜΜΕ. Το τείχος είναι έτοιμο να γκρεμιστεί όταν βρεθεί ένας άντρας να την στηρίξει αντί για ένα ανδρείκελο. Δεκτό το γεγονός το ότι η γυναίκα έγινε ή μάλλον αναγκάστηκε να γίνει φεμινίστρια. Αλλά για να είμαστε ξανά αντικειμενικοί  πρέπει να πούμε πως για αυτήν την απόκλιση, τεράστιο μερίδιο ευθύνης έχουν οι άντρες. 

Ω ναι σύντροφοι! Όταν αντί να μας προστατέψετε σιωπάτε, δεν έχετε την εικόνα που φωνάζει ότι είστε ενάντια στην παγκόσμια εξουσία τους, έχετε ήδη απομακρυνθεί από την Ιδέα. Και δεν θέλουμε προγονολατρεία  ή φετιχισμό ούτε στείρο μιμητισμό. Οι πρόμαχοι της ιδέας που έπεσαν στο καθήκον είναι πρόσωπα που καλούμαστε σήμερα εμείς να συνεχίσουμε το έργο τους σε ένα δύσβατο μονοπάτι για να αλλάξουμε αυτόν τον κόσμο αφού πρώτα αλλάξουμε τον εαυτό μας. Οι ήρωες μας είχαν αισθητική, κομψότητα και διατηρούσαν τον τύπο που κρατάει την ουσία δεν έδιναν βάση στο εφήμερο αλλά στο αιώνιο. Σύντροφοι όταν έχετε πέσει στην παγίδα με τα αναβολικά, όταν κοιτάτε την «μόδα» στα μπλουζάκια που σας προωθεί ο κάθε κομματάρχης, όταν δείχνετε υπακοή σε κηφήνες της εξουσίας, αγνοείτε τις Λύκαινες και υποτιμάτε την νοημοσύνη μας, ενώ τέλος μας απωθείτε.Και ως άντρες και ως σύντροφοι. Και χωρίς το άλλο μισό της φυλής δεν μπορείτε να συνεχίζετε την Φυλή μας και την Ιδέα. Πρέπει να κατανοήσετε πως η γυναίκα και ακόμη περισσότερο η Εθνικοσοσιαλίστρια αναζητάει την ασφάλεια μέσα στην κοινότητα και θέτει το εγώ της για το κοινό καλό. Αυτή είναι η πεμπτουσία του Αγώνα. Όλοι εσείς λατρεμένοι μας σύντροφοι πρέπει να στηρίζετε και να τιμάτε τις γυναίκες του «χώρου», να είστε υπερήφανοι και όχι να τις θεωρείτε εύκολη λεία για τις επιδιώξεις σας. Γιατί ποια είναι πιο άξια για σύντροφος σας από την ομοϊδεάτισσα σας που θα μεγαλώσει με αξία τους γόνους σας και θα είναι στο πλευρό σας σε κάθε δυσκολία, σε κάθε άγχος και αλύγιστη φρουρός της οικογένειας σας; Πολλοί θα πούνε ότι ο άντρας είναι φρουρός. Σαφώς και είναι. Αλλά η γυναίκα πρέπει να είναι ικανή να δώσει μάχη δίπλα στον άντρα της. Και αν τυχόν αυτός πέσει εκείνος, εκείνη πρέπει να συνεχίσει να μάχεται και να προστατεύει και εκείνον και την οικογένεια της.  Γιατί, στην τελική, οι δύο τους είναι οι τελευταίοι υπερασπιστές της Γής των Αρίων.


Ένας χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του ελληνόφωνου "πατριωτισμού"


Θρασύβουλος Τσακαλώτος (1897 - 1989) ένας από τους υπερασπιστές του ελληνόφωνου «πατριωτισμού»: Από ιδρύσεως του κρατιδίου οι κορυφαίοι «επιτελάρχες» ακολουθούν τυφλά τις εντολές της πολιτικής ηγεσίας και φορούν αγγλικές στολές, τους μεταφέρουν με αμερικανικά οχήματα στα μέτωπα, και τα πλήθη των Ελλήνων στρατιωτών στα πεδία των μαχών προσαρμόζουν τα γαλλικά κράνη ενώ συντηρούν τα γερμανικά όπλα, πιστοί στην υπηρεσία των Σιωνιστών και των Δημοκρατών με ελάχιστες εξαιρέσεις στον κανόνα. Ο εικονιζόμενος συμμετείχε σε σειρά πολέμων όπως και στην κατάληψη του Ρίμινι, συνένοχος όπως και οι υπόλοιποι για την καταστροφή του μαυσωλείου του Πλήθωνος Γεμιστού γεγονός που εξόργισε τον ποιητή Ezra Pound. Συμμετείχε στην κυβέρνηση του Στρατηγού Τσολάκογλου ενώ στην συνέχεια υπήρξε κρυφός συνεργάτης της αγγλόφιλης κυβέρνησης στο Κάιρο την ίδια περίοδο. Φανατικός αντιφασίστας αλλά και φανατικός αντικομμουνιστής, πιστός φίλος της δεξιάς και των ΗΠΑ, ο άνθρωπος που στήριξε το ΠΑΣΟΚ το '84 και έδωσε το χέρι στον Μάρκο Βαφειάδη σε μια εποχή που οι κάθε είδους αριστεροί μιλούσαν για νέο γύρο αιματοχυσίας. Θείος του νέου τσάρου της οικονομίας με τον τελευταίο να έχει σπουδάσει εν Λόνδρας. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δεξιές οικογένειες έστειλαν ως γενίτσαρους στην αριστερά τα παιδιά και τα εγγόνια τους, ενώ από την άκρα αριστερά αναδείχτηκαν οι πιο φανατικοί Εθνικοσοσιαλιστές μέχρι και σήμερα ... 


“Θέση υπέρ του «ναι» παίρνουν 65 ανώτεροι και ανώτατοι απόστρατοι στρατιωτικοί ανάμεσα στους οποίους οι επίτιμοι αρχηγοί ΓΕΕΘΑ Ι. Βερυβάκης, Δ. Σκαρβέλης, Δ. Γράψας, οι επίτιμοι αρχηγοί ΓΕΝ Ε. Λαγάρας και Ηρ. Δρίκος και οι επίτιμοι αρχηγοί ΓΕΑ και ΑΤΑ Βασίλειος Κλόκοζας, Κωνσταντίνος Χίου, Βασίλειος Κατσιαντώνης, και Ιωάννης Πατσαντάρας”


Οι διαφορές της ελληνικής πραγματικότητας με την εποχή της συφιλιδικής δημοκρατίας της Βαϊμάρης.


του Γεωργίου Γιαννακόπουλου

Με αφορμή σχετικά πρόσφατες προσπάθειες συσχέτισης - ταυτοποίησης των τωρινών Ελληνικών  κοινωνικοπολιτικών δεδομένων με τα Γερμανικά  αντίστοιχα της περιόδου 1920 - 1932 το παρόν κείμενο θα προσπαθήσει με συνοπτικό τρόπο να επισημάνει τις διαφορές οικονομικής δυναμικής των δύο σχηματισμών, προκειμένου να δειχθεί η αναπόφευκτη διαφορετικότητα  της έκφρασης του παρελθόντος Γερμανικού εθνικισμού με αυτόν που έχει ήδη αρχίσει να αρθρώνεται στη χώρα μας και όχι μόνο.


Μιλώντας για τη Γερμανία του Α΄Π.Π. θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας αφενός το στάδιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης της περιόδου και αφετέρου το επίπεδο ανάπτυξης του κυρίαρχου κλάδου της οικονομίας, ήτοι του βιομηχανικού κεφαλαίου. Ο γερμανικός καπιταλισμός, τουλάχιστον, μέχρι και τη λήξη του Β΄Π.Π. βρισκόταν σε στάδιο πρώιμης - μέσης ανάπτυξης της ιμπεριαλιστικής του φάσης. Πρόκειται δηλαδή για τη φάση ανάπτυξης εκείνη κατά την οποία ο "ζωτικός χώρος" του αποδεικνύεται μικρός σε σχέση με τις παραγωγικές δυνάμεις που μπορεί να κινητοποιήσει. Το άνοιγμα νέων αγορών αποτελεί ιστορική αναγκαιότητα προκειμένου να ικανοποιηθούν οι εγγενείς ανάγκες ανάπτυξής του, αφού και στην ίδια τη φύση κάθε τι που δεν αναπτύσσεται μοιραία οδηγείται στο θάνατο. Πρώτες ύλες, φθηνό εργατικό δυναμικό σε δεύτερη φάση αλλά και πεδίο διοχέτευσης της πλεονάζουσας παραγωγής συνθέτουν το τρίπτυχο πάνω στο οποίο αρθρωνόταν η επιδίωξη κάθε ανεπτυγμένου Ευρωπαϊκού καπιταλιστικού κράτους αλλά και των ΗΠΑ. Στη κατεύθυνση αυτή και προκειμένου να εξυπηρετήσουν τη συγκεκριμένη κοινωνική τους ροπή - ανάγκη (κοινωνική ΚΑΙ ΟΧΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ γιατί ο καπιταλισμός αποτελεί μια συνολική κοινωνική διαδικασία η οποία χαρακτηρίζεται από τη διαρκή υπαγωγή των διαφορετικών κοινωνικών μορφών στη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου το οποίο οργανώνεται ως άρχουσα τάξη) τα εθνικά κράτη προσπαθούν να διευθετήσουν το προνομιακό χώρο οικονομικής τους διείσδυσης, αρχικά με πολιτικά μέσα, και όταν αυτό δειχθεί ατελέσφορο προχωρούν σε επίπεδο στρατιωτικής σύγκρουσης, η οποία θα πρέπει να ειδωθεί και ως "συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα". 


Προπαγανδιστική αφίσα του 1928: 
οι Εθνικοσοσιαλιστές εργάτες τσακίζουν το διεθνές κεφάλαιο

Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η περίπτωση της Γερμανίας των αρχών του 20ου αι. με την εξής ιδιαιτερότητα: το βιομηχανικό της κεφάλαιο είχε προπολεμικά, ήδη, εδραιώσει την ηγεμονική του θέση ειδικά στη παραγωγή προϊόντων τεχνολογίας αιχμής (χημικά, φαρμακευτικά, ηλεκτρικά). Ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτη έκφραση αυτής της υπεροχής η οποία επιζητούσε την υλοποίησή της στο ξαναμοίρασμα των αγορών απέναντι στο αγγλογαλλικό κεφάλαιο. Ο γερμανικός προπολεμικός Εθνικισμός θα πρέπει να ερμηνευτεί κάτω από αυτό το πρίσμα, ως  προσπάθεια ιδεολογικής νομιμοποίησης των επιδιώξεων του βιομηχανικού κεφαλαίου, χωρίς όμως να παραβλέπονται και πραγματικά εθνικές σημαντικές (π.χ. μειονοτικά προβλήματα, ένωση με την Αυστρία, εθνική αντιπαλότητα με Γάλλους μετά το πόλεμο του 1870 κ.α), πρωτεύουσες για τη λαϊκή ψυχή, δευτερεύουσες όμως για το βιομηχανικό κεφάλαιο. Η ήττα της Γερμανίας πέραν της ακύρωσης των επιδιώξεων του παραγωγικού της κεφαλαίου, της προϊούσας οικονομικής εξαθλίωσης και της πολιτικής αστάθειας λόγω του άκαιρου περάσματος στη δημοκρατία της Βαϊμάρης, συνοδεύτηκε και από μια βαθιά ιδεολογική μεταβολή: ο γερμανικός λαός ταπεινώθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε να ωθηθεί να προβάλλει ως κυρίαρχο στοιχείο του συλλογικού του ασυνείδητου την εθνική του ταυτότητα  στη μορφή του πιο άκαμπτου εθνικισμού. Σχηματοποιήθηκε στη λαϊκή ψυχή το δίπολο "εμείς - ξένοι" με τέτοια ένταση ώστε το έθνος να προβάλλει, έστω και έμμεσα, ως έννοια πλήρως ομογενοποιημένη ακόμα και σε κόμματα με δεδηλωμένη διεθνιστική αντίληψη (χαρακτηριστικές οι διαφωνίες όχι μόνο μεταξύ Σοσιαλδημοκρατών - Lenin αλλά και  Σπαρτακιστών - Lenin).


Η φυσική ροπή  προς τον Εθνικισμό πέραν του προαναφερθέντος υπόβαθρου, ενισχυόταν διαρκώς και από τον ιδιαίτερο τρόπο ανάπτυξης της μεταπολεμικής οικονομίας: ενώ το εθνικό παραγωγικό κεφάλαιο έμπαινε σε τροχιά παρατεταμένης ύφεσης  με το κράτος να  αδυνατεί να χρηματοδοτήσει τη παραπέρα ανάπτυξή του καθώς δε μπορούσε να προσφέρει ούτε καν στοιχειώδεις συνθήκες διαβίωσης στα λαϊκά στρώματα, ισχυροποιήθηκε με απίστευτη ένταση το μεταπρατικό κεφάλαιο. Εβραίοι, κατά το πλείστον, κεφαλαιούχοι κατόρθωσαν να  εκμεταλλευτούν τη οικονομική συγκυρία αποκτώντας  πλήρη σχεδόν έλεγχο της διακίνησης αγαθών επεκτείνοντας τις δραστηριότητες τους  και στο χώρο της νόμιμης (τραπεζικό κεφάλαιο) αλλά και της παράνομης τοκογλυφίας. Η εικόνα της μεταπολεμικής Γερμανίας  ήταν τέτοια που και ο πιο ακραίος διεθνιστής θα απέρριπτε: απόλεμοι αλλοεθνείς, από αιώνων πανταχού εθνικά στιγματισμένοι, απόντες από την άμεση παραγωγική διαδικασία, θησαύριζαν σε βάρος των σακατεμένων πολεμιστών των χαρακωμάτων, απολαμβάνοντας τα προνόμια της λαθραίας ένταξης τους σε μια κοινότητα δομημένη στο αίμα του γερμανικού λαού! Τι πιο φυσικό από την ένταξη του "Εβραίου τοκογλύφου" στην αντίθετη πλευρά του δίπολου της λαϊκής ιδεολογίας; Τι πιο φυσικό από τη σύγκλιση του Εθνικισμού με το Σοσιαλισμό αφού ο εσωτερικός εχθρός έλεγχε παράλληλα το εμπορικό και τοκογλυφικό κεφάλαιο;  


Only 300 men, each of whom knows all the others, govern the fate of Europe. They select their successors from their entourage. These German Jews have the means in their hands of putting an end to the form of any State which they find 'unreasonable' 

Walter Rathenau, Wienar Press, December 24, 1912 

Ο γερμανικός εθνικισμός αρθρωνόταν επί υλικών βάσεων αποτελώντας προϊόν βαθιών κοινωνικών διεργασιών. Οι συγκεκριμένες διεργασίες ήταν αυτές που έδωσαν τη δυνατότητα στην ενυπάρχουσα "φυσική ροπή" να εκφραστεί αμεσολάβητα σε πολιτικό ιδεολογικό επίπεδο. Η ανάδυση του  μεταπολεμικού γερμανικού εθνικισμού δεν έχει να κάνει σε τίποτα με τις επιδιώξεις της αστικής τάξης ούτε και  αποτελούσε "καταφύγιο" των πεινασμένων. Εξέφρασε στη συγκεκριμένη συγκυρία την αναγκαιότητα να αποτυπωθεί η λαϊκή ψυχή στη μορφή μιας ιδεολογίας μαζών με σαφή σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά. Οι «Φαιοχίτωνες» πάλευαν πριν από όλα για την τιμή και την αξιοπρέπεια του λαού τους, θεωρώντας την οικονομική ευημερία παρεπόμενο του αγώνα τους. Με άλλα λόγια αντιλαμβάνονταν την εθνική ανάταση - νίκη  ως προϋπόθεση μετάβασης στο σοσιαλισμό.


Η περίπτωση της χώρας μας έχει ελάχιστα κοινά σημεία με τη γερμανική εμπειρία. Αφενός βρισκόμαστε σε μια διαφορετική φάση καπιταλιστικής ανάπτυξης η οποία χαρακτηρίζεται από τη συγχώνευση του βιομηχανικού - μεταπρατικού - εφοπλιστικού και τραπεζικού κεφαλαίου στη μορφή του "χρηματιστικού" και αφετέρου η εσωτερική δυναμική του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού συναρτάται άμεσα με εξωτερικές επιδράσεις λόγω της ένταξης μας στην αλυσίδα του ευρωπαϊκού "υπεριμπεριαλισμού". Η οικονομική ύφεση δεν αποτελεί προϊόν βίαιης αναστολής επέκτασης του ελληνικού κεφαλαίου, όπως στη περίπτωση της Γερμανίας, αλλά στρεβλής ανάπτυξης του. Η ανάπτυξη των τελευταίων 40 ετών βασίστηκε πάνω στη προσφορά δανεικού χρήματος η οποία μπορεί μεν να τόνωσε τη ζήτηση αλλά σε καμιά περίπτωση δε στράφηκε στη διεύρυνση της εσωτερικής παραγωγής. O λόγος της αρνητικής εξέλιξης πολύ απλός και ασύμβατος με οποιαδήποτε μορφή συνωμοσιολογίας: Το κεφάλαιο είναι τυφλό, πηγαίνει πάντα εκεί που υπάρχει κέρδος! Η Ελλάδα χώρα μέσης βιομηχανικής ανάπτυξης μέχρι τη δεκαετία 1970 - 80 , ειδικά μετά την ένταξή της στο άρμα του Ευρωπαϊκού υπεριμπεριαλισμού, κλήθηκε να προσαρμοστεί βίαια στη νέα πραγματικότητα έχοντας να αντιμετωπίσει παραγωγικά κεφάλαια πολλαπλάσιας οργανικής σύνθεσης. Το ελληνικό κεφάλαιο μη μπορώντας εξ αντικειμένου να συναγωνιστεί επί ίσοις όροις τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά αλλά και εκείνα των τρίτων χωρών των οποίων οι δασμού ελαφρύνθηκαν, μοιραία περιορίστηκε σε ρόλο μεταπράτη. Από τη στιγμή που το ελληνικό κεφάλαιο σε κάθε τομέα της παραγωγής (πλην τουρισμού) δεν θα μπορούσε να πετύχει κερδοφορία, είτε στρεφόμενο σε μεθόδους εντάσεως κεφαλαίου είτε στρεφόμενο σε μεθόδους εντάσεως εργασίας, μοιραία στράφηκε στον τριτογενή τομέα ο οποίος βασιζόταν στο μεγαλύτερο μέρος του στην εσωτερική ζήτηση. 


Η τάση αυτή αναπαραγόμενη εσαεί μέσω κοινοτικών προγραμμάτων και κρατικού δανεισμού συντηρούσε μέχρι το 2010 την ελληνική οικονομία. Όσο οι δανειστές θεωρούσαν τη χώρα αξιόχρεη, το συγκεκριμένο οικονομικό μοντέλο αναπαραγόταν επανακαθορίζοντας ταυτόχρονα και το κοινωνικό μετασχηματισμό. Όσο το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο μας  δάνειζε προκειμένου να ξεπερνάει τη δικιά του "κρίση υπερσυσσώρευσης" διοχετεύοντας το παραγωγικό του πλεόνασμα και αποσπώντας ταυτόχρονα τόκους, τόσο διογκωνόταν η παρασιτική μεσαία τάξη, τόσο ανέβαινε το εσωτερικό κόστος παραγωγής, τόσο απονομιμοποιείτο κοινωνικά η χειρωνακτική εργασία κτλ. Προκειμένου να  αντιμετωπίσει το ευρωπαϊκό, κύρια, χρηματιστικό κεφάλαιο την αναπόφευκτη ύφεση στη μορφή της "κρίσης υποκατανάλωσης" υιοθέτησε ως κύρια στρατηγική του το δανεισμό με σκοπό τη διοχέτευση των πλεονασμάτων του. Η Ελλάδα όπως και οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες προσέλαβαν σταδιακά τη μορφή "αποικιών χρέους" εξυπηρετώντας κατά αυτόν το τρόπο τις επιδιώξεις των κεφαλαιοκρατών. Η προ πενταετίας ταυτόχρονη (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία) εκδήλωση της  κρίσης χρέους, έθεσε και τα περιοριστικά όρια δράσης του χρηματιστικού κεφαλαίου εντός Ευρώπης. Στερούμενες το αξιόχρεο έπαυαν να χρησιμεύουν ως καταναλωτές, αναγκάζοντας το να στραφεί σε νέες αγορές (Κίνα, Ινδοκίνα, Αφρική κ.α.) αφήνοντας πίσω του συντρίμμια. Τα υπερχρεωμένα κράτη προκειμένου να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις εξαναγκάστηκαν να προχωρήσουν τόσο σε άμεσες περικοπές  κοινωνικών παροχών όσο και σε κάτι κατά πολύ σημαντικότερο: στη συμπίεση του κόστους αναπαραγωγής, συντήρησης και απαξίας της εργατικής δύναμης. Η οικονομική αποδόμηση του ευρωπαϊκού οικονομικού μοντέλου, όπως μεταπολεμικά γνωρίσαμε πλήρης, με επακόλουθό της τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού. Η αναγκαιότητα μιας νέας κοινωνικής ισορροπίας περνάει μέσα από βίαιες κοινωνικές μεταβολές οι οποίες και θα επανακαθορίσουν τις νέες παραγωγικές δομές. Ειδικά στη χώρα μας η λουμπενοποίηση μεγάλης μερίδας της μικροαστικής τάξης προσδίδει νέα  χαρακτηριστικά στο κοινωνικό σχηματισμό. 



Λόγω της χαμηλής δυνατότητας περαιτέρω συμπίεσης του κόστους παραγωγής η οποία και αποτυπώνεται στη πολύ χαμηλή οριακή αποδοτικότητα του κεφαλαίου οι μεν παραγωγικές ιδιωτικές επενδύσεις παραμένουν "όνειρο θερινής νυκτός" ενώ το κράτος αδυνατεί να τις αντικαταστήσει με ανάλογες δημόσιου χαρακτήρα. Αποτέλεσμα των ανωτέρω θα είναι μια εντεινόμενη απαξία του ήδη επενδεδυμένου κεφαλαίου τόσο σε πάγια όσο και σε εργατικό δυναμικό. Πρόκειται επομένως για μια νέα μορφή οικονομικής ύφεσης η οποία χαρακτηρίζεται από τη βίαιη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων όχι λόγω της υπερεπάρκειάς  τους, αλλά λόγω της εγγενούς αδυναμίας του συγκεκριμένου οικονομικού μοντέλου να επανεκκινήσει τη παραγωγική διαδικασία. Η αντανάκλαση της ύφεσης σε κοινωνικό επίπεδο είδαμε ότι χαρακτηρίζετε από τη ραγδαία λουμπενοποίηση τμημάτων της μικροαστικής τάξης. Κάθε κοινωνική μεταβολή συνοδεύεται από ανάλογη ιδεολογική αντίστιξη. Η εξαθλίωση γέννησε ήδη τις πρώτες μορφές ιδεολογικής έκφρασης που εν πολλοίς σχηματοποιήθηκαν, έστω και περιστασιακά, στην απόρριψη του "πολιτικού". Το αστικό κράτος κατόρθωνε μέχρι τώρα, μέσω των πολιτικών κομμάτων - διαμεσολαβητών του, να αποσπά τη λαϊκή συναίνεση στη βάση εφαρμογής μιας ιδιαίτερης εκδοχής του Κεϋνσιανού μοντέλου. Η αδυναμία του να αναπαράγει την αστική κυριαρχία σε αυτή τη λειτουργική μορφή, εκφράζεται κύρια με τη χρήση ιδεολογικής καταστολής που στόχο έχει να απονομιμοποιήσει ηθικά κάθε διαφαινόμενο εθνικό προσανατολισμό, εντάσσοντας τον στο πλαίσιο του μεταπολεμικά "δαιμονοποιημένου" Φασισμού. 

Η παρασιτική ελληνική  αστική τάξη επειδή ακριβώς είναι ανίκανη να λειτουργήσει επιτευγματικά - όπως η αντίστοιχη γερμανική των αρχών του 20ου αι. - αρκείται στο ρόλο του "ατζέντη - χωροφύλακα" του δανειστών, αποποιούμενη των εθνικών της χαρακτηριστικών. Ο ρόλος της πλέον κάθε άλλο παρά ηγεμονικός είναι, αφού η ικανότητά της να οργανώσει τη ταξική της κυριαρχία βασίζεται σε μορφές "αρνητικής" έγκλισης με στόχο να αποσπάσει τη συναίνεση, αποκλειστικά και μόνο, διά της ενστάλαξης φόβου. Η ανυπαρξία αστικού ηγεμονικού λόγου πέραν της ανατροφοδότησης της κρίσης εκπροσώπησης, απονομιμοποίησε το δίπολο "εθνικό - αντεθνικό" επί του οποίου άρθρωνε καθόλη τη μεταπολεμική περίοδο τη κυριαρχία της. Η αδυναμία στοίχισης του εθνικού με το ευρωπαϊκό προφανής, προφανεστέρα δε η απαξία των εξαθλιωμένων στη τοκογλυφική Ευρώπη που θεωρούν υπεύθυνη των δεινών τους. Η στροφή τους προς τη κατεύθυνση της "φυσικής ροπής" έχει ήδη αρχίσει να συντελείται, κάτι που γεμίζει τρόμο τους Ευρωπαίους εκπροσώπους του Σιωνισμού. Το ζήτημα είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που θα προσλάβει, αν δηλαδή θα κινηθεί σε τροχιά αντίστοιχη με αυτή του Γερμανικού Εθνικισμού ή θα εξαντληθεί στα πλαίσια μιας στείρας ακροδεξιάς κατεύθυνσης, τύπου Χρυσής Αυγής. Πιθανότερη θεωρώ τη δεύτερη εκδοχή  λόγω:

1. Της ιδιαίτερης συνάρθρωσης των ιδεολογικών σημαντικών οι οποίες καθόρισαν τη μορφή της μεταπολεμικής Ελληνικής λαϊκής ιδεολογίας.

2. Του παρασιτικού χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού ο οποίος και επικαθόρισε την αντίστοιχη κοινωνική στάση των κυριαρχούμενων.

3. Την κατασυκοφάντηση του Εθνικοσοσιαλισμού τόσο ως θεωρητικό σύστημα, όσο και ως ιδεολογία μαζών.

4. Την στάση όλων των αριστερών κομμάτων - υποτιθέμενων σοσιαλιστικών φορέων, τα οποία με τη πολιτική τους πρακτική νομιμοποίησαν ιδεολογικά το αστικό κράτος αποδεχόμενα τη δυνατότητα εσωτερικής του κάθαρσης και επαναλειτουργίας, αντί της Εθνικοσοσιαλιστικής πρότασης περί άμεσης καταστροφής του.

5. Της ανυπαρξίας Ελληνικού «Μαύρου Μετώπου», το οποίο θα αποτελούσε "θέσει" επιλογή για κάθε σοσιαλιστή ριζοσπάστη, για κάθε τίμιο Έλληνα.

Ελπίζω να διαψευστώ.


Τα «Τάγματα Εφόδου» και η «Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών»: τολμώντας να θυμηθούμε την 30η Ιουνίου 1934 και την εσωκομματική τραγωδία των Εθνικοσοσιαλιστών !



Εισαγωγικό σημείωμα της συντακτικής ομάδας: το ιστορικό άρθρο που ακολουθεί - ενός εκλεκτού συναγωνιστή τον οποίο και ευχαριστούμε θερμά για την τιμή - δεν έχει ως στόχο να προκαλέσει τα γνωστά «εμφυλιοπολεμικά» πάθη ανάμεσα στους συντρόφους μας Εθνικοσοσιαλιστές, κρίθηκε όμως απαραίτητο να δημοσιευθεί μετά από διαβούλευση των μελών της συντακτικής ομάδας αφού:

1ον τα ψέμματα του συστήματος και της σιωνιστικής εξουσίας, η υποκρισία του «χώρου» που βρίσκει γόνιμο έδαφος στον σεκταρισμό, η γνωστή ακροδεξιά παρακμή μαζί με την φετιχιστική παράνοια έχουν κατακλύσει τόσο το διαδίκτυο όσο και τον έντυπο τύπο τα τελευταία χρόνια με αποτέλεσμα να κυριαρχεί ο αποπροσανατολισμός σε ιστορικά γεγονότα όπως η 30η Ιουνίου 1934

2ον η σημερινή εκτενής αναφορά είναι μια ιστορική προσέγγιση για το επαναστατικό ρεύμα της «αριστερής» έκφρασης του Εθνικοσοσιαλισμού, την «μαύρη» επέτειο της «νύχτας των μεγάλων μαχαιριών» και κυρίως ένας «καταπέλτης» ενάντια σε αυτούς που προσπαθούν να παρασύρουν και άλλους στα δόλια ψέμματα τους καθώς και στην ιστορική άγνοια αλλά και μια πρώτη απάντηση στις προβοκατόρικες "αναλύσεις" που έχουν δει το φως της δημοσιότητας τα τελευταία τρία χρόνια κυρίως στο διαδίκτυο

3ον το ενδιαφέρον των Ελλήνων συναγωνιστών για τις ιστορικές εξελίξεις στα εσωτερικά του NSDAP αλλά και στην ευρύτερη πολιτική παράδοση της ιδέας όχι μόνο δεν έχει μειωθεί σήμερα αλλά αυξάνεται συνεχώς όλα αυτά τα χρόνια, ενώ όλο και περισσότεροι αναγνωρίζουν την συνεισφορά και την ιστορική αναγκαιότητα της πολιτικής σκέψης του λεγόμενου «αριστερού Εθνικοσοσιαλισμού» που αποτελεί σαφέστατα τον μεγαλύτερο εχθρό της ντόπιας «ακροδεξιάς» και του κρατικοδίαιτου «αντιφασισμού»

Κάνουμε επίσης γνωστό ότι θα ακολουθήσει στο άμεσο μέλλον ένα ακόμη άκρως αποκαλυπτικό και ιστορικό άρθρο όπου θα αποδεικνύεται  με ντοκουμέντα η αλήθεια απέναντι στα λεγόμενα συντρόφων που έχουν παραπλανηθεί όλα αυτά τα χρόνια, καθώς και στα ψεύδη διαφόρων κονδυλοφόρων πιστών υπαλλήλων της κοινοβουλευτικής ακροδεξιάς που γεμίζουν το διαδίκτυο με την παραπληροφόρηση των Σιωνιστών και του συστήματος. Με την 2η δημοσίευση θα ολοκληρωθεί το «πάζλ» της ιστορικής αυτής περιόδου ενώ θα σημάνει και το επικοινωνιακό «Βατερλό» όλων αυτών των «εμπόρων της ιδέας» που επένδυσαν τα τελευταία χρόνια στον αποπροσανατολισμό και την συκοφαντία για την προσωπική και επαγγελματική τους επιβίωση.



Τα «Τάγματα Εφόδου» και η «Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών»: τολμώντας να θυμηθούμε την 30η Ιουνίου 1934 και την εσωκομματική τραγωδία των Εθνικοσοσιαλιστών!

του Φαιοχίτωνος

Την 30η Ιουνίου 1934 ριπές από όπλα γράφουν το οδυνηρό τέλος των εσωκομματικών διενέξεων του Nationalsozialistische Deutsche Arbeiterpartei. Δεκάδες μέλη της ιστορικής του ηγεσίας θυσιάζονται κατά εντολή του Hitler και με ευθύνη των Göring, Himmler και Heydrich στο βωμό των κεφαλαιοκρατών βιομηχάνων (Τhyssen, Voegler, Krupp, Kirdorf)  και των Πρώσων στρατοκρατών. Τίποτα πια δε θα είναι το ίδιο στο Κόμμα, καμιά εσωτερική του λειτουργία δε θα θυμίζει τις προηγούμενες μορφές κομματικής συντροφικότητας που εκφράζονταν μέσα από διαδικασίες αληθινά αξιοκρατικές. Η συντροφικότητα "γέννημα" των κοινών αγώνων, όταν η κομματική επιβίωση απαιτούσε άφθονο αίμα στις καθημερινές συγκρούσεις είτε με τις κρατικές δυνάμεις καταστολής είτε με τους πολιτικούς αντιπάλους. Άνθρωποι βγαλμένοι μέσα από τη φρίκη των χαρακωμάτων του Α΄ Π.Π., μέσα από την οικονομική εξαθλίωση που γέννησε αυτός και ανατροφοδότησε το κραχ του ΄29, μέσα από την άδικη εθνική ταπείνωση που δέχθηκε ο λαός από τη νικήτρια Σιωνιστική συμμαχία, δολοφονήθηκαν όχι από εχθρούς αλλά από τους ίδιους τους τους συντρόφους! 


Σκοπός του κειμένου δεν αποτελεί η αναπαραγωγή της συγκρουσιακής ιδεολογικής διαφορετικότητας - η μεταφορά της άλλωστε στη σημερινή ελληνική συγκυρία θα ήταν και άκαιρη αλλά και επιζήμια για τον Ελληνικό Εθνικοσοσιαλισμό - αλλά η προσπάθεια συμβολής στην αποφυγή παρόμοιων στρατηγικών σφαλμάτων. Σ΄ αυτή τη κατεύθυνση θεωρώ αναγκαία μια συνοπτική παρουσίαση των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δεδομένων που οδήγησαν στη δημιουργία του NSDAP, τούς "μεταβλητούς" εσωτερικούς όρους που καθόρισαν τη δομολειτουργικότητα του και τέλος την πολιτική διαντίδραση αφότου θεμελίωσε τη θέση του ως "κόμμα εξουσίας".


1)Η περίοδος 1875-1914 χαρακτηρίζεται από τη ταχύτατη ανάπτυξη του καπιταλισμού στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Οι μεγάλες δυνάμεις στη προσπάθειά τους να υποστηρίξουν το συνεχώς ανερχόμενο βιομηχανικό τους κεφάλαιο αποικίζουν νέα εδάφη προκειμένου να προμηθεύονται πρώτες ύλες αλλά και να προωθούν τα προϊόντα τους. Η Γερμανία έχοντας μείνει πίσω στη διαδικασία αποικισμού εγκαινιάζει το 1897 την Weltpolitik προσπαθώντας να αμφισβητήσει τη Βρετανική πρωτοκαθεδρία. Η Ευρώπη κατακερματίζεται  από εθνικές αντιθέσεις οι οποίες υποκρύπτουν τη πραγματική που δεν είναι άλλη από τη σύγκρουση των επιμέρους εθνικών βιομηχανικών κεφαλαίων. Οι φιλελεύθερες αστικές κυβερνήσεις σέρνουν τους Ευρωπαϊκούς λαούς σε μια άνευ προηγμένου αλληλοσφαγή επικαλούμενες τα "εθνικά δίκαια", καπηλευόμενες κατ΄αυτό τον τρόπο τον έμφυτο εθνικισμό τους. Στη κούρσα των εξοπλισμών, απαραίτητο στοιχείο της διαφαινόμενης στρατιωτικής σύγκρουσης, η Γερμανία αποκτά το σαφές προβάδισμα το οποίο συμβάδιζε με έναν αντίστοιχο δυναμισμό της οικονομίας της αφού εδραιώνεται ως ηγέτιδα δύναμη όχι μόνο στους παραδοσιακούς βιομηχανικούς κλάδους αλλά και στους νέους της χημικής και ηλεκτρικής βιομηχανίας.

2)Η ίδια περίοδος χαρακτηρίζεται από τη δημιουργία νέων πολιτικών κομμάτων, κατά κύριο λόγω "εργατικών", προϊόν της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Τα νέα πολιτικά κόμματα αναλαμβάνουν το μέχρι τότε ρόλο που είχε επωμιστεί η θρησκεία: της ιδεολογικής διαμεσολάβησης μεταξύ κυρίαρχων και κυριαρχούμενων.

3)Το τέλος κάθε πολέμου επικυρώνεται πάντα από συμφωνίες μεταξύ των αντιμαχομένων. Η συνθήκη των Βερσαλλιών υπογράφτηκε μονομερώς, υλοποιώντας με τους όρους της - για πρώτη φορά στη παγκόσμια ιστορία - status "νίκης χωρίς ειρήνη". Οι όροι της συνθήκης ήταν τόσο επαχθείς ώστε ο γερμανικός λαός την εξέλαβε ως Diktat αρνούμενος στο σύνολο του να την αποδεχθεί, τουλάχιστον σε επίπεδο κοινού φαντασιακού.

4)Η ολοένα και αυξανόμενη οικονομική ύφεση πέραν της «λουμπενοποίησης» του μεγαλύτερου τμήματος του λαού επιδρά καθοριστικά και σε επίπεδο πολιτικής εκπροσώπησης. Η λαϊκή δυσαρέσκεια για την αποδοχή της συνθήκης ενισχύεται ,με αποτέλεσμα τα πολιτικά κόμματα του συνταγματικού  τόξου να απονομιμοποιούνται όλο και περισσότερο. Το κοινωνικό αδιέξοδο συμπυκνώνεται θαυμάσια στον όρο "πολιτιστική απελπισία". 


Μέσα σ΄αυτό το πλαίσιο ιδρύεται το 1920 το Γ.Ε.Κ. πρόδρομος του NSDAP. Άμεσα, λόγω πραγματικών αναγκών, δημιουργείται και το σώμα περιφρούρησης Rollkommando το οποίο και θα μετεξελιχθεί στα S.A (Sturmabteilung). H δομή του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος ακολουθεί τη τυπολογία «κόμμα στρατιωτικού τύπου» που θα πρέπει σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο Robert Michels να αποδοθεί στην επιτακτική ανάγκη των εργατικών κομμάτων της περιόδου να δημιουργήσουν δομές ικανές να αντιμετωπίσουν σε θέση μάχης την άγρια κρατική καταστολή. Αν στο παραπάνω στοιχείο συνυπολογίσουμε και τη πολυεπίπεδη κοινωνική διαφοροποίηση των πολεμιστών που γυρνώντας από τα χαρακώματα υποχρεώνονται να προσαρμοστούν σε μια κοινωνική κανονικότητα που πέραν της οικονομικής εξαθλίωσης  τους διαφοροποιεί και ψυχικά (κατά τον Emile Durkheim η διάρρηξη της ηθικής πυκνότητας) από τον άμαχο πληθυσμό, γίνονται αντιληπτοί οι παράγοντες διαμόρφωσης της αρχικής φυσιογνωμίας του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Το Γ.Ε.Κ. αναπτύσσεται στη μορφή (κατά Lefebvre) του κόμματος "αντικοινωνίας - αντικράτους" και κρατά αυτή τη μορφή τουλάχιστον μέχρι το πρώτο διάστημα της επανίδρυσης του NSDAP.


H αύξηση της επιρροής του, ιδιαίτερα με τη επαναστατική ενέργεια ενάντια στον Walther Rathenau και τις μαζικές διαδηλώσεις κατά του "περιοριστικού νόμου" που επέβαλλαν οι μαριονέτες της κυβέρνησης της Βαϊμάρης οφείλεται αφ ενός στην ευνοϊκή κοινωνική συγκυρία αλλά κυρίως στη συμπαγή δομή του που του επέτρεπε να εκμεταλλεύεται σε απόλυτο βαθμό τις διαθέσιμες δυνάμεις του. Επιπλέον, το "πρόγραμμα των 25 σημείων" του κόμματος αποτελούσε έξοχο σχεδίασμα ιδεολογικής πλατφόρμας καθώς επικαλείτο αποτελεσματικά τα δύο κυρίαρχα ιδεολογικά στοιχεία που διαπερνούσαν το γερμανικό κοινωνικό σχηματισμό: τόσο τον εθνικισμό όσο και το σοσιαλισμό. Η προσπάθεια κατανομής ποσοστώσεως (βαρύτητας) ανάμεσα στα δύο αυτά στοιχεία κάθε άλλο παρά ορθή είναι: το να προσπαθείς να ξεχωρίσεις το εθνικό από το σοσιαλιστικό σημαίνει να διαχωρίζεις τη βάση από το εποικοδόμημα.Ο Εθνικοσοσιαλιστικός αγώνας υπήρξε αγώνας κύρια εθνικοαπελευθερωτικός από το Σιωνιστικό ζυγό, προκειμένου κατ΄αυτό το τρόπο να διασφαλιστούν οι όροι του περάσματος σε μια νέα σοσιαλιστική μορφή κοινωνικής οργάνωσης. Η αποτελεσματικότητα της Εθνικοσοσιαλιστικής έγκλισης έγκειται ακριβώς στη δυνατότητά της να εγκαλεί κοινωνικά υποκείμενα διαφορετικής ταξικής προέλευσης, μορφωτικού υπόβαθρου και κοινωνικής συνείδησης. 


Ο πολυσυλλεκτικός του χαρακτήρας και η αύξηση της πολιτικής του επιρροής θα πρέπει να αποδοθεί στη παραπάνω πραγματικότητα και όχι ασφαλώς στις ρητορικές, οργανωτικές ή πολιτικές ικανότητες μεμονωμένων ατόμων. Η διαδρομή του κόμματος, στα βασικά της στοιχεία, θα ήταν η ίδια ανεξάρτητα της ικανότητας της ηγεσίας της. Η ιδεολογία ήταν αυτή που διαμόρφωσε τους όρους της νίκης, η ηγεσία του κόμματος διαχειρίστηκε απλά - σε πολλά σημεία με επιτυχία, σε άλλα όχι - τις δυνατότητες που αυτή του έδινε. Η πολυσυλλεκτικότητα όμως του κόμματος δε θα μπορούσε παρά και να εκφράζεται και στις πολιτικές και ιδεολογικές εκφορές. Από την ίδρυση του NSDAP το 1920 μέχρι τουλάχιστον και το 1931 η κοινή εθνικιστική κατεύθυνση δεν παρουσίαζε αποκλίσεις προσδιορισμού. Το πρόβλημα εντοπιζόταν κυρίως στη διαμόρφωση του στοιχείου του σοσιαλισμού, δηλαδή του προσδιορισμού της επιθυμητής μορφής κοινωνικής οργάνωσης, του τρόπου και του χρόνου εμπέδωσής του. Το δίκαιο και αναγκαίο κτύπημα στο μεταπρατικό και τραπεζικό Εβραϊκό κεφάλαιο όφειλε να αποτελεί αρχικό στόχο αλλά σίγουρα δεν εξασφάλιζε τη μετάβαση σε μια πραγματικά σοσιαλιστική κοινωνία. Ο Ernst Röhm ήδη από το 1921 επιδιώκει τη μετεξέλιξη των S.A. σε Λαϊκό στρατό ενώ οι θέσεις των αδερφών Strasser κινούνται, έστω και από διαφορετική σκοπιά, σε τροχιά παράλληλη με αυτή του Σοβιετικού συνδικάτου των μεταλλωρύχων. Οι "Εθνικοσοσιαλιστικές Επιστολές" προτάσσουν μορφές κοινωνικής οργάνωσης κατά πολύ ριζοσπαστικότερες εκείνων που υιοθέτησαν οι μπολσεβίκικες κυβερνήσεις, οι οποίες εδράζονταν όχι σε έναν στείρο οικονομικό ντετερμινισμό αλλά σε μια Χεγκελιανή θεώρηση στη βάση της "Γερμανικής ψυχής".


Οι θέσεις των αδερφών Strasser διαδίδονται ταχύτατα στους κόλπους του κόμματος και ιδιαίτερα στη Βόρεια Γερμανία όπου και κυριαρχούν. Διάδοση η οποία οφείλεται αφ ενός στη ταξική προέλευση του Εθνικοσοσιαλιστικού ακροατηρίου της περιοχής ευθύνης του και αφ ετέρου στις προηγούμενες πολιτικές τους επιρροές (να υπογραμμίσουμε ότι η Β. Γερμανία υπήρξε προπύργιο του Κ.Κ.Γ. καθώς και ότι την ίδια περίοδο ανθούν λογικές σύμπλευσης Γερμανίας - ΕΣΣΔ από κορυφαίους διανοητές όπως οι F.Niekisch, E.Junger κ.α.). Ο επιτευγματικός όμως λόγος των Strasser, πέραν της αποτελεσματικότητας - η οποία σαφώς και ενισχυόταν από τη αυστηρή στάση ζωής των, προϊόν του καθολικού περιβάλλοντος - στο περιορισμένο μέχρι το 1926 κομματικό ακροατήριο, έπρεπε να δοκιμαστεί στις πλατιές μάζες, προς τι οποίες είχε πλέον στραφεί το NSDAP μετά την επανίδρυσή του. Κομβικό σημείο της πορείας του κόμματος αποτελεί η απόφαση της ηγετικής του ομάδας μετά την αποφυλάκισή της, να ακολουθήσει την "στρατηγική της νομιμότητας" αποκηρύσσοντας ανοικτά τις προηγούμενες θέσεις της περί βίαιης κατάληψης της εξουσίας. Ο Hitler αποφασίζει να αλλάξει ταυτόχρονα και την οργανωτική δομή του κόμματος (βλ. Korps der politischen Leiter-Parteimitglieder) αλλά και να προχωρήσει στο διαχωρισμό κόμματος και «Ταγμάτων Εφόδου». O  Röhm  διαφωνεί ανοικτά μαζί του και αποχωρεί για την χώρα της Βολιβίας, ενώ ο Strasser και η ισχυρή ομάδα των υποστηρικτών του υπαναχωρούν στη κομματική διάσκεψη του Bamburg (1926).



Παρά τις προσπάθειες των αδελφών Strasser να αντιταχθούν στη κομματική μετάλλαξη, η γραφειοκρατικοποίηση του υλοποιείτο ταχύτατα. Η εσωκομματική αντιπολίτευση δεν μπορούσε να έχει καμία τύχη από τη στιγμή που το NSDAP μεταβαλλόταν από την αρχική μορφή ενός κόμματος "στρατιωτικού τύπου των ομοίων" σε ένα παραμόρφωμα "στρατιωτικοποιημένου μαζικού κόμματος". Η εξουσία, ειδικά μετά τις εκλογές του 1930, φαινόταν στόχος εφικτός και οι φιλοδοξίες της γραφειοκρατικής κάστας που είχε σχηματιστεί γύρω από τον Hitler ήταν πολύ μεγάλες για να αφήσουν την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη. Η εντεινόμενη ύφεση και οι συσσωρευμένες πολιτικές αντιφάσεις μιας χώρας που είχε περάσει από τη μοναρχία στη δημοκρατία απροετοίμαστη, ηττημένη και διηρημένη, προσέφεραν ιδανικό πεδίο ανάπτυξης στο NSDAP, που απεκδυόμενο το πρώιμο ριζοσπαστισμό του κατέβαλε κάθε προσπάθεια προκειμένου να ισχυροποιήσει τους δεσμούς του με τα μικροαστικά στρώματα αλλά και την αστική τάξη. Το ταξικό μίσος απέναντι στην Εβραϊκή πλουτοκρατία μεταβάλλεται σε έναν στείρο ρατσισμό - βούτυρο στο ψωμί των εβραίων εκδοτών του εξωτερικού - προκειμένου να δικαιολογηθεί η σύμπλευση με τους Γερμανούς κεφαλαιοκράτες οι οποίοι στηρίζουν πλέον οικονομικά το κόμμα, ενώ τα προνόμια της Πρωσικής αριστοκρατίας σταματούν να αμφισβητούνται (αναδιανομή γης που προβάλλει ως προτεραιότητα η «Στρασσερική» έκφραση). 

Η ασφυκτιούσα γερμανική βιομηχανία βλέπει στις εξαγγελίες του Hitler τον "από μηχανής" σύμμαχο της που θα τη βγάλει από το οικονομικό της αδιέξοδο, ενώ και οι Πρώσοι στρατοκράτες στοιχίζονται με τις επεκτατικές του βλέψεις οι οποίες ναι μεν ισχυροποιούν την αυτάρκεια αλλά αποδυναμώνουν την επαναστατική ζύμωση στα λαϊκά στρώματα. Η προοπτική των νέων αγορών που θα κατακτηθούν με πόλεμο κινητοποιούν στο πλευρό του σύσσωμη την αστική τάξη με σκοπό για τους μεν Krupp΄s και λοιπούς το κέρδος, ενώ για τους Πρώσους στρατιωτικούς την ευκαιρία να ισχυροποιηθούν κοινωνικά μέσω των ενδεχόμενων επιτυχιών τους. Η πολιτική  του NSDAP αναδομείται πλέον πάνω  σε νέες κοινωνικές συμμαχίες οι οποίες επιβάλλουν αναπόφευκτα αλλαγές  σε επίπεδο πολιτικού προγράμματος , ιδεολογικών θέσεων αλλά και οργανωτικών δομών. Ο Hitler αποθεώνεται εν ζωή ταυτοποιούμενος πλέον όχι μόνο με το κόμμα αλλά και με την Ιδέα ξεχνώντας φυσικά ότι ο αρχηγός στις κάθετες δομές οργάνωσης είναι ένα από τα μέσα και όχι η πεμπτουσία της ιδέας. Κολακευμένος από το περιβάλλον του αποκόπτεται σιγά σιγά τόσο από τη κομματική του βάση όσο και από τους παλιούς συναγωνιστές του, στους οποίους οφείλει έως ένα σημείο τη πολιτική του ανέλιξη. Θεωρώντας ότι θα μπορέσει να επιβληθεί στους Πρώσους στρατοκράτες, στηρίζεται πάνω τους υποτιμώντας το λαϊκό παράγοντα, με τις γνωστές συνέπειες. 


Σε ένα τέτοιο κόμμα δεν υπήρχε προφανώς θέση για τον ριζοσπαστικό Εθνικοσοσιαλισμό, κάτι που o Gregor Strasser διαβλέποντας εγκαίρως αποσύρθηκε. Ο Otto Strasser, χαρακτηριστικό πρόσωπο του A΄ Π.Π., δεν συμμερίστηκε την ιδιώτευση του αδελφού του - ο οποίος σε καμία περίπτωση δε θα προχωρούσε στη διάσπαση του κόμματος, γιατί απλούστατα το θεωρούσε μέρος του εαυτού του - επιχειρώντας τη διάσπαση μέσω της δημιουργίας του «Μαύρου Μετώπου». Η πορεία της κίνησης είναι ιστορικά γνωστή, ενώ τυπολογικά να επισημάνουμε ότι το «Μαύρο Μέτωπο» υπάγεται στη κατά Gramsi κατηγορία των "διαπαιδαγωγικών υποκομμάτων" και κάτω από αυτό το πρίσμα θα πρέπει να αξιολογηθεί η πολιτική του διαδρομή. Ο Röhm μετά την επάνοδο του από τη Βολιβία τον Ιανουάριο του 1931 - κατόπιν προσκλήσεως του Hitler και παρά τη λυσσώδη αντίδραση των Himler και Göring ενώ  ρόλο στην ανάκληση του πιθανώς να έπαιξε και ο ξυλοδαρμός της προσωπικής φρουράς του Goebbels από μέλη των S.A. στο Βερολίνο στην άγνωστη σε πολλούς υπόθεση της «εξέγερσης του Stennes» με τον τελευταίο να ιδρύει αμέσως μετά το NSKD - αναλαμβάνει την καθοδήγηση των S.A., τα οποία πλέον διαθέτουν περίπου 1.000.000 μέλη. Προχωράει άμεσα στην αναδιοργάνωση τους, ξαναδίνοντας τους το μαχητικό πνεύμα των προηγούμενων εποχών που είχε αρχίσει ήδη να ατονεί. Η δράση των S.A. και ιδιαίτερα η εμπλοκή τους σε προστασίες απεργιών (α΄τρίμηνο 1932 σε βιομηχανικές μονάδες κυρίως του Ρούρ και του Αμβούργου) θορυβεί το αστικό κράτος και την μπουρζουαζία, αφού δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν επιτυχώς ούτε από τις συμμορίες προστασίας των εργοδοτών ούτε ακόμα και από τις δυνάμεις κρατικής καταστολής. Ο Bruning ζητεί εντέλει τη διάλυση τόσο των S.A. όσο και των S.S., η οποία αίρεται δύο μήνες αργότερα από τον Franz von Papen. 

Ο Röhm  δείχνει ξεκάθαρα και προς πάσα κατεύθυνση ότι διαπνέεται ακόμα από τις αρχές του ριζοσπαστικού Εθνικοσοσιαλισμού  ενώ η επανεμπλοκή του στο κόμμα τον καθιστά δυνάμει αντίπαλο της γραφειοκρατικής κλίκας που περιέβαλλε τον Hitler και τον επηρέαζε βαθύτατα. H άνοδος του NSDAP στην εξουσία σηματοδοτεί και την ολοκληρωτική μετάλλαξη του σε κάθε επίπεδο. Ο κανόνας του Gaetano Μosca για την «αναπόφευκτη ανάπτυξη μιας σιδερένιας ολιγαρχίας» επαληθεύεται και στη περίπτωση αυτή. Ο χώρος για τον επαναστάτη  Röhm  και τα αλύγιστα S.A. στενεύει απελπιστικά. Οι κεφαλαιοκράτες και η Πρωσική αριστοκρατία νοιώθουν, πολύ σωστά, ότι απειλούνται και θέτουν ως όρο για τη συνέχιση της υποστήριξής τους την απομάκρυνση του και την παράλληλη απενεργοποίηση των S.A. O Ηitler προσπαθώντας να ισορροπήσει πολιτικά, καλεί τον Röhm ζητώντας του μια "μετριοπαθέστερη" στάση, ενώ παράλληλα εντάσσει 24.000 υποστηρικτές του στη Βοηθητική Αστυνομία, προκειμένου να αποσπάσει τη συναίνεση τους. Παρά ταύτα ο  Röhm δείχνει ανυποχώρητος, εμμένοντας στις θέσεις  περί "Λαϊκού Στρατού", οι οποίες προαναγγέλλουν την επικείμενη σύγκρουση του με το πλέγμα εξουσίας. Από τις αρχές του 1934 η Gestapo πλαστογραφεί στοιχεία που τον ενοχοποιούν ως χρηματιζόμενο πράκτορα των Γάλλων έναντι αμοιβής 12.000.000 φράγκων ενώ οι εσωκομματικοί αντίπαλοι του αντιγράφουν τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων των σοσιαλοδημοκρατών για τον «έκφυλο» βίο του προσπαθώντας να στρέψουν τα μέλη του κόμματος στην λογική της κλειδαρότρυπας και όχι στην αναγκαιότητα για την θωράκιση της επανάστασης. Ο Röhm παρότι αντιλαμβάνεται τον υπόγειο πόλεμο της κλίκας του Himmler - που το 1945 σπεύδει να εγκαταλείψει τον αρχηγό του - ως γνήσιος επαναστάτης προτρέπει ευθαρσώς για την «δεύτερη επανάσταση» (αντίστοιχες αντιλήψεις με αυτές του Leon Trotski) που θα έχει σοσιαλιστικό χαρακτήρα, ολοκληρώνοντας την εθνικοαπελευθερωτική νίκη. Η ρήξη είναι πια δεδομένη και το μόνο που απομένει είναι ο χρόνος υλοποίησής της. 


Τα γεγονότα της 30ης Ιουνίου 1934 είναι γνωστά και δε χρειάζεται να επανιστορηθούν. Αυτό που χρήζει ερμηνείας είναι η κυρίαρχη αντίληψη περί Νέμεσις για τον Adolf Hitler: Τιμωρός του δεν υπήρξε σε καμία περίπτωση ο Κόκκινος Στρατός και ο Stalin! Τιμωροί του υπήρξαν οι πρόσκαιροι κατά επίφαση  σύμμαχοι του δηλαδή οι Krupp΄s και τα Πρωσικά κοπρόσκυλα που όταν χανόταν ο πόλεμος έτρεχαν τρομαγμένοι να βρουν προστασία στην αγκαλιά του Σιωνιστοκρατούμενου συμμαχικού μπλόκ ενώ μετά την λήξη του πολέμου συμμάχησαν και με τον διάβολο! Τιμωρός του υπήρξε η σωματική του αδυναμία (λόγω της αρνητικής στρατιωτικής κατάστασης στο διπλό μέτωπο καθώς και της εμπιστοσύνης του στις συνταγές του δόλιου Dr Morell) που δεν του επέτρεψε να διεκδικήσει έναν ένδοξο θάνατο στα πεδία των μαχών πολεμώντας δίπλα στα λιονταράκια της κομματικής νεολαίας της Hitlerjugend που υπερασπίσθηκαν μέχρις εσχάτων το Βερολίνο. Τιμωρός του υπήρξε η κατασυκοφάντηση της ιδεολογίας από τους νικητές ...

Να είστε σίγουροι ότι ο Gregor Strassser και o Ernst Röhm καθώς και οι υπόλοιποι Εθνικοσοσιαλιστές πρόμαχοι που δολοφονήθηκαν άνανδρα τον Ιούνιο του 1934 - από την αστική τάξη αλλά και την εσωκομματική διχόνοια που τύφλωσε την ηγεσία του κόμματος - «συγχώρεσαν» τους εκτελεστές τους. Πόνεσαν μαζί τους βλέποντας την Δρέσδη και το Αμβούργο να καίγονται από τις εμπρηστικές και εκρηκτικές βόμβες των Δημοκρατών. Έκλαψαν από συγκίνηση εμπρός στον ηρωισμό των υπερασπιστών του Βερολίνου, γιατί δικαιώθηκαν, έστω και μετά θάνατο, οι πολιτικοί τους αγώνες! Οι υπερασπιστές του Βερολίνου, σε αντίθεση με τα τελευταία ραδιοφωνικά μηνύματα του Goebbels, απέδειξαν ότι τους άξιζε ο Εθνικοσοσιαλισμός, απέδειξαν ότι η σπορά της Εθνικοσοσιαλιστικής ιδεολογίας έπιασε τόπο και ανθεί! 

Τιμή μας να υπηρετούμε τις ιδέες τους, χρέος μας να δικαιώσουμε τους αγώνες τους! 

Αυτόνομη παρέμβαση ενάντια στην αστική δημοκρατία !