Μέρος Α: Εισαγωγή
Ζούμε και πεθαίνουμε στην Μεταμοντέρνα Μητρόπολη, αυτός
είναι ο χώρος που διαμορφώνεται η Βιοπολιτική Παγκοσμιοποίηση, που υλοποιείται
το Κάτεργο της τεράστιας υποβάθμισης της έννοιας «ζωή» από το
ιστορικό-συμβολικό και παραδοσιακό της φορτίο σε μια ασήμαντη μονάδα ύλης με
ημερομηνία λήξης. Ο πλανήτης ολόκληρος είναι δεμένος πια με τεράστιες ζώνες
μεγαλουπόλεων που συγκεντρώνουν όλο και περισσότερο την συντριπτική πλειοψηφία
του παγκόσμιου πληθυσμού, πνίγοντας με την ακραία ετερογένεια τους κάθε
κυρίαρχη εθνική, θρησκευτική και πολιτισμική παράδοση, επιβάλλοντας ένα
περιβάλλον που ευνοεί από την μια τον ανελέητο φιλελεύθερο ατομικισμό και από
την άλλη την εξαφάνιση της Ταυτότητας του κυρίαρχου εθνικού πολιτισμού κάθε
χώρας.
Μιλάμε για
πόλεις με μάζες φτωχών και ανέργων, αοράτων στην παραγωγή και αχρήστων για το
νέο μεταβιομηχανικό καπιταλιστικό μοντέλο οικονομίας. Μάζες που φτάνουν στο
επίπεδο της σπαταλημένης ζωής,
συγκεντρώνονται δηλαδή στα τεράστια αστικά πεδία χωρίς την πάλαι ποτέ ελπίδα της
βιομηχανικής απασχόλησης που διέκρινε τους παλιούς προλετάριους .
Η διάλυση του ιστορικού κοινωνικού κράτους της Ευρώπης
μετά το 90’, η διάλυση των μεγάλων βιομηχανικών κέντρων και η ιδεολογική
επικράτηση ενός ανελέητου αμερικανισμού, κατέληξε στην ρευστοποίηση των
κοινωνικών παραδόσεων των κυρίαρχων ευρωπαϊκών εθνών, επιβάλλοντας μια νέου
τύπου κοινωνική συνύπαρξη μέσα στο χώρο των μητροπόλεων ανάμεσα σε διαφορετικές
εθνικές πολιτισμικές ομάδες με διαφορετικά στοιχεία κοινοτικής συγκρότησης στην
καθημερινή ζωή τους.
Απέναντι στην διάλυση ιστορικών ταυτοτήτων της
Ευρωπαϊκής εθνικής κοινωνικής ζωής (θεσμός της οικογένειας, Θρησκευτικές δομές,
συνδικάτα, πολιτικά κινήματα με εθνικό-λαϊκές βάσεις , εμπορευματοποίηση των
αθλητικών συλλόγων) η νέα γενιά των μητροπολιτικών πληθυσμών που προέρχονται
εκτός Ευρώπης, Ασιάτες και Αφρικανοί,
διατηρεί ισχυρές μορφές θρησκευτικού, οικογενειακού και εθνικού
κοινοτισμού, κάνοντας αισθητή την αντίθεση δυο φαινομένων που στο κοντινό
μέλλον θα ενεργοποιήσει μεγάλες πολιτικές κρίσεις και εξελίξεις.
Το εγχείρημα της δημιουργίας ενός οργανισμού της Τρίτης
Θέσης, που ριζώνει εκεί που ζει και απειλείται η πλειοψηφία του έθνους, που
αναγνωρίζει ότι ο αγώνας για εθνική ταυτότητα, ανεξαρτησία και κοινωνική
δικαιοσύνη θα κριθεί μέσα στις μητροπόλεις, αυτό το εγχείρημα είναι καθοριστικό
για το πως θα περάσει ο πνευματικός αγώνας μέσα στο σώμα του έθνους, εκεί που
ζουν τα παιδιά του, εκεί που νιώθουν παρατημένοι και αόρατοι στον κυρίαρχο
πολιτικό κόσμο οι Έλληνες, ο δικός μας Λαός.
Πως μπορεί να διατηρηθεί η Εθνική ταυτότητα μέσω ενός
νέου κοινοτισμού στις μεγάλες μητροπόλεις ;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα κρίνει την μοίρα των
Ευρωπαϊκών εθνών, το αν μπορεί να δημιουργηθεί δηλαδή ένα αντί-κράτος
εθνικοσοσιαλιστικό που θα αποτελεί κύτταρο αντίστασης στην ατομική μοναξιά,
κοινοτικής ένταξης στις παραδόσεις και τα ιδανικά της Ιστορίας μας και
εργαστήρι αλληλεγγύης, ενότητας και δεσμού σε κάθε μέτωπο της οικονομικής, κοινωνικής και εθνικής καθημερινότητας. Ένα Αντί-Κράτος που θα δημιουργεί
δίκτυα μετάδοσης γνώσης και αλληλεγγύης, δράσης υποστήριξης του λαού, δομές
λαϊκής υγείας, εθνικής προστασίας από την φτώχεια και πνευματικής δημιουργίας
για την νέα γενιά.
Ο αγώνας για ένα τέτοιο Αντί-Κράτος μόνο θα φέρει ένα
νέο κύμα εθνικού κοινοτισμού που θα γεννήσει τότε τις προϋποθέσεις εμφάνισης
μιας πραγματικής επαναστατικής ελίτ, μετατρέποντας την μεταμοντέρνα μητρόπολη σε χώρο επιβίωσης
και ανάπτυξης μιας νέας Σοσιαλιστικής Ιδέας για το μέλλον του Ελληνισμού
ανάμεσα στα Έθνη της Ευρώπης. Αυτός είναι ο μεγάλος σκοπός μιας σύγχρονης
Εθνικής Αυτονομίας.
ΜέροςΒ: Το Ρίζωμα ενός Εθνικοσοσιαλιστικού
Αντί - Κράτους στην Αθήνα
Οι πρωτεύουσες κάθε Έθνους είναι σημαδεμένες από την
Ιστορία στο να καθορίζουν την τραγωδία αλλά και την ανάσταση των λαών τους. Για
αυτό το λόγο υπήρξαν πάντοτε οι πρώτοι στόχοι κατάκτησης κάθε εχθρού,
εξωτερικού ή και εσωτερικού αλλά και κάθε επαναστατικού κινήματος που
αποσκοπούσε στην εθνική και κοινωνική αναγέννηση του Λαού. Η Αθήνα με την
ιδιαίτερη ιστορική, συμβολική, οικονομική και κοινωνική και πληθυσμιακή σημασία
της είναι το μεγάλο πεδίο που κρίνεται όχι μόνο η λειτουργία της ξενόδουλης
φιλελεύθερης αστικής κρατικής μηχανής αλλά δυστυχώς αποτελεί μέρος, όπως
αναφέρεται και στην εισαγωγή του κειμένου αυτού, της σταδιακής μεταμοντέρνας
παρακμής της Εθνικής ταυτότητας και ταχύτατης μετάδοσης αυτής της παρακμής σε
όλο το σώμα της Ελλαδικής επικράτειας λόγω της υδροκέφαλης πληθυσμιακής
κατανομής που έχει η χώρα με το μισό ελληνικό λαό να ζει μέσα στα όρια του
λεκανοπεδίου.
Η Αθήνα επιπλέον είναι ο μεγαλύτερος χώρος συγκέντρωσης
της ελληνικής εργατικής τάξης, της ελληνικής νεολαίας, των ανέργων και των
κατώτερων μικρομεσαίων τάξεων του λαού. Αποτελεί δηλαδή την ταξική δεξαμενή της
ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Μέσα σε αυτήν στοιβάζονται μόνιμα πια
μεγάλες μάζες ξένων μεταναστών που κυριολεκτικά διαμορφώνουν το εθνικό προφίλ
του κέντρου της πόλεως σε ένα τεράστιο βαθμό.
Στην Αθήνα αυτή του 21ου αιώνα αναπτύσσονται
ραγδαία όλα τα φαινόμενα επικράτησης και κυριαρχίας της μεταμοντέρνας
πολιτιστικής αριστεράς που μέσω της βιομηχανίας των νέων μίντια, την μουσική
βιομηχανία, τη ιδεολογία της διάλυσης κάθε ταυτότητας ως αυτοσκοπό του ατόμου,
διαμορφώνει ένα νέο καταστροφικό αντεθνικό μηδενισμό μέσα στη νέα γενιά, ταΐζοντας
την antifa
στρατιά του κρατικού συστήματος με νέα μέλη και κρατώντας ζωντανή στην εντατική
μια υποτυπώδη πολιτική ύπαρξη της ετοιμοθάνατης από αστικό συστημισμό
αριστεράς.
Αυτή η Αθήνα πρέπει όμως για όλους τους παραπάνω λόγους
να γίνει η «κατάκτηση του Βερολίνου» μας, το έδαφος για την σπορά της ιδέας
ενός Εθνικού Σοσιαλισμού της Tρίτης
Xιλιετίας, το πεδίο
που πρέπει να ριζώσει το Αντί-Κράτος της Εθνικής Αυτονομίας. Δεν αρκεί ούτε να
αναζητήσουσε την λύση για μια τέτοια προσπάθεια στην αντιγραφή ξερά κορυφαίων
παραδειγμάτων από την σύγχρονη εποχή όπως αυτό της Casa Pound από την γειτονική
Ιταλία. Αν και δυστυχώς όσοι την αντέγραψαν το έκαναν για να μεγαλώσουν τις
εκλογικές τους δεξαμενές όταν πνίγονταν στον κοινοβουλευτισμό τους και όχι για
να αφήσουν πίσω δομές στήριξης της νέας γενιάς του ελληνικού λαού.
Δεν αρκεί όμως και η παράδοση σε μια απαισιοδοξία για
το ότι δεν υπάρχει απάντηση στο ποιοι, πως και ποτέ μπορούν να τα καταφέρουν να
μετατρέψουν την Αθήνα σε ένα στρατηγικό χώρο μακροχρόνιας ανάπτυξης ενός
δικτύου λαϊκών και νεολαιίστικων κοινοτήτων εθνικής αντίστασης. Αυτή την στιγμή
προέχει να μεταδοθεί η ιδέα πως σήμερα όσο ποτέ άλλοτε όσο και αν φαίνεται
άτοπο είναι ρεαλιστικό να δημιουργηθούν πρωτοβουλίες που να υπηρετούν το ρίζωμα
της «Εθνικής Αυτονομίας» και της «Τρίτης Θέσης» μέσα στην πρωτεύουσα.
Γιατί είναι πιο ρεαλιστική από ποτέ μια τέτοια ιδέα ;
Γιατί όσο ποτέ άλλοτε το πολιτικό κομματικό σύστημα
βρίσκεται σε απόσταση οργανικής σχέσης με τις τάξεις του ελληνικού λαού και
έχει μετατραπεί από τα μνημόνια και μετά σε ένα καθαρά εκτελεστικό μηχανισμό
εξουσίας του ξένου και εγχώριου κεφαλαίου χωρίς οργανωτική και ιδεολογική ηγεμονία μέσα στο λαό.
Η επιβολή, η αστυνομική τρομοκρατία, η επιστημονική
τρομοκρατία στα χρόνια της πανδημίας, το μηντιακο σύστημα και η πλήρη συναίνεση
όλων των δυνάμεων του αστικού κοινοβουλευτισμού δημιουργούν μια πλασματική εικόνα
που δεν κρύβει την πλήρη αποξένωση τους από την σύγχρονη εθνική και λαϊκή
καθημερινή ζωή σε όλους τους τομείς.
Όσο ποτέ άλλοτε μετά και την διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ η
Αριστερά θεωρείται μέρος του αστικού πολιτικού συστήματος εξουσίας και όχι μόνο
αντιπολίτευσης και η ιστορική μονοπώληση της ιδέας της ανατροπής κ επανάστασης
είναι απλά καρικατούρα και εξαφανισμένη ακόμα και στα εξωκοινοβουλευτικά της
μορφώματα. Η ιδέα του Σοσιαλισμού και της Εθνικής επανάστασης ως απαραίτητη για
την προσέγγιση του σήμερα είναι ορφανή και αναζητά νέες δυνάμεις να την
υπερασπιστούν και να την συνδέσουν με την καθημερινή ζωή του λαού και των νέων.
Όσο ποτέ άλλοτε η κάθε είδους δεξιά και ακροδεξιά ιδιαίτερα του συστήματος έχει εξαντλήσει τα
ένσημα της και δεν αποτελεί καμία αξιόπιστη επιλογή για κανένα κομμάτι της
ελληνικής κοινωνίας.
Όσο ποτέ άλλοτε η ζωή στην Αθήνα έχει γίνει απάνθρωπη από
την πίεση οικονομικά, από την εγκληματικότητα, από την απώλεια κάθε εθνικής
και κοινωνικής βάσης στήριξης στην σύγχρονη λαϊκή οικογένεια. Όσο ποτέ άλλοτε ο
μηδενισμός στα νέα παιδιά παίρνει ένα βίαιο χαρακτήρα που εκφράζεται στις
συμπεριφορές τους, στην ταύτιση τους με την ραπ κ τράπ μουσική που εξυμνεί την
λατρεία του εγκλήματος και της ατομικής αυτοκαταστροφής. Σε αυτή την γενιά όμως
αυτή η βία και η οργή μπορεί να αποτελέσει την βάση για μια άλλη συμπεριφορά
που να χρησιμοποιήσει την μουσική, τους νέους κώδικες επικοινωνίας των νέων και
να μιλήσει για το έθνος, την μνήμη του, την λαϊκή περηφάνια απέναντι στους
πλούσιους και το σύστημα τους.
Αυτή η γενιά μέσα στην Αθήνα αναζητά ταυτότητα,
χώρους έκφρασης και μια βάση να διαχωριστεί και να εκφράσει την δύναμη και τα
όνειρα της. Μπορεί να αποτελέσει το λίκνο μιας αφύπνισης μέσα από την
αντίστροφη του μηδενισμού της σε μια νέα σύγχρονη αυτόνομη αντί-κουλτούρα
σύγκρουσης με το σύστημα και κοινότητας με την οικογένεια, τους φίλους, τους
εκτός συστήματος συμπατριώτες.
Όσο ποτέ άλλοτε οι νέες τεχνολογίες μπορούν να
δημιουργήσουν εύκολα και ποιοτικά νέες εκδόσεις, περιοδικά και γεγονότα
πολιτισμού με μια αισθητική που να συνομιλεί με τον απλό κόσμο αλλά και τους
νέους χωρίς να κρύβει αρχές και πεποιθήσεις. Η Αθήνα μπορεί να γεμίσει με
τέτοιες πρωτοβουλίες κοιτάζοντας πρώτα τις φτωχές γειτονιές, εκεί που είναι
δύσκολα να ζεις όχι μόνο κοινωνικά αλλά και εθνικά.
Όσο ποτέ άλλοτε ο κάποτε υλικός χώρος εξάπλωσης των «αντιεξουσιαστών»
είναι απογοητευμένος διασπασμένος και συρρικνωμένος σε σχέση με το παρελθόν.
Στέκια, χώροι, καταλήψεις σχεδόν φυτοζωούν παντού στην Αθήνα. Η στιγμή του να
μπορούσε με συγκεντρωμένες όλες τις δυνάμεις η «Εθνική Αυτονομία» να επιχειρούσε
την δημιουργία ενός χώρου προπύργιο έκφρασης, αλληλεγγύης και δράσης μέσα στην
Αθήνα μπορεί να μην φαντάζει αδύνατη.
Παρά τον φόβο για την κρατική και antifa καταστολή ένα τέτοιο εγχείρημα
συνδεδεμένο με μια περιοχή λαϊκή θα άνοιγε νέα σελίδα στον αγώνα εξόδου από την
εσωστρέφεια και το ιδεολογικό περιθώριο και θα έβαζε σε πραγματική δοκιμασία
την επικαιρότητα των ιδεών του καθένα σε σχέση με την αληθινή ζωή του λαού, τα
προβλήματα του και τα εμπόδια που τον φοβίζουν να προχωρήσει στην στράτευση σε μια
νέα εθνικό-επαναστατική ιδέα για το μέλλον της χώρας του.
Δεν υπάρχουν Επαναστάσεις χωρίς Επαναστατικά κινήματα
και δεν υπάρχουν επαναστατικά κινήματα χωρίς να βγαίνουν μέσα από το λαό και να
καταλήγουν σε αυτόν. Πέρα και ενάντια στην Δεξιά και την Αριστερά, πέρα και
ενάντια του Φιλελευθερισμού και Μαρξισμού, πέρα και ενάντια των αστικών θεσμών
εκπροσώπησης της λαϊκής ψυχής και ζωής όπως τα κόμματα, τα συνδικάτα και το
συστημικό πνευματικό παράρτημα που ονομάζεται «Εκκλησία». Πέραν αυτών μέσα στην
Αθήνα του σήμερα περιπλανιέται μόνος πλάι σε μάζες αλλοεθνών, αποστραγγισμένος
οικονομικά, εκμηδενισμένος πνευματικά και ταπεινωμένος εθνικά ο κάθε Έλληνας,
κάθε ηλικίας, γενιάς και πολιτικής και ιδεολογικής απόχρωσης. Μέσα του ξέρει
πως όλοι απέτυχαν και μηχανικά προσπαθεί να υπερασπίσει μόνο το εγώ του για να
τα βγάλει πέρα, να επιβιώσει, να μην αρρωστήσει ασυνείδητα από αυτή την ζωή που
του χάρισε τελικά η αστική αμερικανοειδής εγχώρια παρασιτική ελίτ.
Η Αθήνα είναι η δεξαμενή της εθνικής κατάθλιψης του λαού
που την βγάζει με ψέματα, ανήμπορος ακόμα να δει όχι μόνο τις οικονομικές αλλά
και τις εθνικές καταστροφές που με βεβαιότητα θα φέρει το μέλλον. Όμως εκεί
βρίσκεται ακόμα η μεγάλη ελπίδα και η δύναμη του Ελληνισμού. Σε αυτόν που
απέμεινε μόνος με τον μηδενισμό του μπορεί να ριζώσει η Ιδέα, να στηριχθεί και
να στηρίξει το Αντί-Κράτος της Εθνικής Αυτονομίας, σε αυτόν μόνο μπορεί η Ιδέα
να πάρει την μορφή κινήματος και από πνευματική φλόγα να γίνει εθνική και
κοινωνική φωτιά.
Η Αθήνα πρέπει να γίνει δική μας !