του Κωνσταντίνου Σπέρα
Η «εκκεντρικότητα» κάποιων προσώπων και συμβάντων μας
κάνει πολλές φορές να ακυρώνουμε την σημασία που έχουν αυτά όχι μόνο για την
ιστορική εξέλιξη και σημασία μιας εποχής αλλά πιο ειδικά για την μορφή που
παίρνουν οι δομές εξουσίας που υπάρχουν και διαμορφώνονται μέσα στα σπάργανα της. Μια τέτοια ‘εκκεντρικότητα’ ήταν και ο sui generis Εθνικιστής Βασίλης Τσιρώνης.
Ο Βασίλης Τσιρώνης
γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου του 1929 στην Αθήνα από οικογένεια Ελλήνων
προσφύγων από την Μικρά Ασία. Το 1947 με πολύ κόπο, προσωπικό αγώνα και παρά
την θέληση του στρατιωτικού πατέρα του, περνάει στην Ιατρική Σχολή Αθηνών. Το 1958 ενώ τα
σημάδια του εμφυλίου ήταν ακόμη νωπά στην Ελληνική Κοινωνία στέλνεται στον Άη
Στράτη ως γιατρός του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού όπου εκεί προκαλεί την μήνη του
Κατεστημένου με τις αποκαλύψεις που πραγματοποιεί για τις συνθήκες διαβίωσης
των πολιτικών κρατουμένων.
Μια διευκρίνηση σε αυτό το σημείο· το κατεστημένο
της εποχής, για κακή τύχη πολλών σύγχρονων ακροδεξιών, δεν κυνηγούσε μόνο
Κομμουνιστές και αριστερών πεποιθήσεων άτομα ούτε είχε σκοπό να δώσει δικαίωση
στις όντως διαπραγμένες αδικίες και εγκλήματα του Ε.Α.Μ.-ΕΛ.Α.Σ., αλλά αντίθετα
εξυπηρετούσε, με χυδαίο τρόπο, τα ψυχροπολεμικά συμφέροντα των Η.Π.Α. όπως αντίστοιχα
οι ‘’αγνοί αγωνιστές της αριστεράς’’ της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτός ήταν και ο
λόγος που οι ίδιοι που επιτελούσαν αυτές τις διώξεις έπεσαν με λύσσα πάνω στους
αγωνιστές των συλλαλητηρίων της Αθήνας υπέρ του Κυπριακού Αγώνα και αργότερα
διαπόμπευσαν με περισσή αλητεία τους αγωνιστές Εθνικιστές της Εισβολής της
Βουλής το 1964!
Επανερχόμενοι όμως
στον Τσιρώνη μετά από αυτή του την πρωτοβουλία αρχίζει μια περίοδος διώξεων και
φυλακίσεων που θα τον ακολουθούν για πολλά χρόνια και ιδιαίτερα την περίοδο της
Χούντας των Συνταγματαρχών. Λόγω αυτής της άσχημης για αυτόν κατάστασης καταφεύγει μέσω καλοσχεδιασμένης
και πρωτότυπης αεροπειρατείας το 1969 στην Χοτζική Αλβανία και από εκεί μεταφέρεται
με αίτημα του στην Σουηδία, αλλά κλείνεται,
παρά την θέλησή του και άδικα, στις εκεί φυλακές. Εκεί μετονομάζει το πολιτικό
σχηματισμό που είχε δημιουργήσει από το 1962 με το χαρακτηριστικό όνομα «Κόμμα
των Αδεσμεύτων», σε «Ουδετερόφιλο
Ελλαδικό Μέτωπο», με δύο παρακλάδια ένα Πατριωτικό - ‘Αστικό’ το «Ε.Α.Κ.»(Εθνικό
Αστικό Κόμμα) και ένα Εθνικομπολσεβικικό το «Ε.Κ.Ε.»(Ελληνικό Κομμουνιστικό
Κόμμα). Το κόμμα αυτό υποστήριζε μια Τρίτη Θέση στην παγκόσμια πολιτική σκηνή
μακριά τόσο από την Ουάσινγκτον όσο και από την Μόσχα, μια διεθνή πολιτική που
προσπαθούσαν να ακολουθούσαν αρκετές χώρες εκείνη την εποχή (χαρακτηριστικό
παράδειγμα η Αίγυπτος του Νάσσερ).
Με την επιστροφή
του στην Ελλάδα κατά την Μεταπολίτευση δημοσιεύει το ιδεολογικό του Μανιφέστο
με τίτλο «Το Γαλάζιο Βιβλίο του Τσιρώνη», κατά αναλογία του «Κόκκινου Βιβλίου» του Μάο. Μέσα σε αυτό το βιβλίο ορίζει τον Κόσμο ως μια αντιμαχία τριών πόλων: α) των «Μαύρων», όπως
όρισε τις Ιμπεριαλιστικές Δυνάμεις των Η.Π.Α. και της Σοβιετικής Ρωσίας, οι
οποίες πρεσβεύουν την οικονομική εκμετάλλευση, β) των «Κόκκινων», μη
ξεπουλημένων όπως οι Ρώσοι στον Ιμπεριαλισμό, σε αυτή την κατηγορία ανήκει η
Κίνα του Μάο, που έχει σαν αρχή την κοινοκτημοσύνη των αγαθών και τέλος γ) οι
«Λευκοί», οι Πατριώτες που έχουν σκοπό
ούτε άνισα ούτε ίσα αλλά δίκαια να μοιράσουν τα υλικά αγαθά.
Σε αυτό το
παιχνίδι η Κίνα θα μπορούσε κατά τον Τσιρώνη να οδηγήσει τον αγώνα κατά του
«Μαύρου» Ιμπεριαλισμού, αν δεν ήθελε τον συμβιβασμό μαζί του με αποτέλεσμα να
προδίδει τον αγώνα των «Λευκών» Πατριωτών. Εξάλλου υπό συνθήκες η επαναστατική
προοπτική του Μάο με την περίεργη εθνική και κομμουνιστική της προέκταση θα
μπορούσε να αποτελέσει προέκταση και προσανατολισμό του Αγώνα των «Λευκών» στο
Μέλλον.
Παρά ταύτα δεν
χάνει την πεποίθησή του ότι μόνο «οι Εθνικιστές «Λευκοί», ο Λευκός κι όχι ο
Κόκκινος Αγώνας, είναι η αγωνιστική προφυλακή της αντιιμπεριαλιστικής Ελλάδας
και Ανθρωπότητας! Οι Λευκοί είναι το πρώτο Χαράκωμα !»(σελ.32). Ο Τσιρώνης σιγά
σιγά με τις κραυγαλέα αντιθετικές για την εποχή του θέσεις, κέρδισε το μίσος
και την συμπάθεια πολλών τόσο στη αριστερά όσο και στη δεξιά. Μα το
σημαντικότερο λόγω της δράσης των οπαδών του με εμπρηστικές επιθέσεις κατά
διάφορων στόχων και τις επιθέσεις του κατά του διαπλεκόμενου ειδησεογραφικού
συγκροτήματος Λαμπράκη άρχισε να τραβάει τα βλέμματα του Κράτους και των
υπηρεσιών πάνω του ξανά. Έτσι δόθηκε εντολή
για την σύλληψη του την οποία και απέφυγε με την χρήση όπλου το οποίο έστρεψε
κατά των αστυνομικών δυνάμεων και έτσι από τον Δεκέμβρη του 1977 μέχρι το βράδυ
της 11ης Ιουλίου του 1978 έμεινε ταμπουρωμένος στο διαμέρισμά του στο Παλαιό
Φάληρο, το οποίο και ανακήρυξε ανεξάρτητο Κράτος, μάλιστα σε εμπόλεμη κατάσταση
με το υφιστάμενο !!
Στις 11 Ιουλίου
του 1978 ειδικές μονάδες της αστυνομίας τελικά κατάφεραν και εισέβαλλαν στο
διαμέρισμά του και τον δολοφόνησαν, αργότερα διαδόθηκε ότι ... «αυτοκτόνησε». Ενώ
δεν δόθηκαν άλλες εξηγήσεις ή λεπτομέρειες. Το παράδειγμα του
αλλόκοτου αυτού συμβάντος δείχνει πως η «κατάσταση εξαίρεσης», όπου το «αστικό
δίκαιο» αυτοαναιρείται και επεμβαίνει χυδαία και αυθαίρετα στην καθημερινή ζωή
- ζήτημα που πραγματεύτηκε κάποτε ο Σμιτ
και συνέχισε να απασχολεί διανοητές σαν
τον Αγκάμπεν, δεν είναι κάτι που πρέπει να μας αφήνει αδιάφορους ειδικά σε μια
εποχή που το απρόσωπο και αντεθνικό Κράτος παρανομεί και σαν στυγνό τέρας σε
περιορίζει και περιμένει να σε κατασπαράξει. Επίσης μας δείχνει πως μπορεί ο
καθένας μας μέσα στην ζωή του με την ανάλογη θέληση να δημιουργήσει Προσωρινές ή όχι Αυτόνομες Ζώνες αντίστασης ενάντια στην
Εξουσία.