Για την είσοδο των πρωτοελληνικών ομάδων έχουν υποστηριχθεί
διάφορες θεωρίες τόσο για την διαδρομή που ακολούθησαν, όσο και για την
χρονολογία εισόδου τους. Ο J. P. Mallory στο βιβλίο του In Search of the
Indoeuropeans – Language, Archaeology and Myth αναφέρει την πεποίθηση κάποιων
επιστημόνων που συσχετίζουν την εμφάνιση των μυκηναϊκών βασιλείων με την
προηγούμενη εισβολή κάποιου πληθυσμού από τον Βορρά, οποίος μετακινήθηκε
νοτιότερα και ο οποίος έφερε το έθιμο της ταφής σε τύμβους, την χρήση του
άρματος, ξιφών και της ολόσωμης ασπίδος, καθώς και την ταφή θυσιασμένων αλόγων
στους τύμβους. Τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ταφικής συνηθείας μας είναι
γνωστά και από ευρήματα στην Αλβανία (Pazhok, Vodhine) και στην Β. Ελλάδα (Σέρβια) και Δ. Ελλάδα (Λευκάδα).
Η
άποψη αυτή υποστηρίχθηκε από τον N. Hammond, ο οποίος στο τρίτομο έργο του
«Ιστορία της Μακεδονίας» γράφει πως οι πρόγονοι των ηγεμόνων των Μυκηνών,
πρέπει να έζησαν κατά την ύστερη νεολιθική περίοδο στο Ποροντίν της Πελαγονίας
και πως τα πρωτοελληνικά φύλα πρέπει να ακολούθησαν δύο διαδρομές για την
κάθοδό τους. Η μία ομάδα εξαπλώθηκε δια θαλάσσης από τα παράλια της σημερινής
Αλβανίας και διαμέσου του Ιονίου στην Κεντρική και Νότια Ελλάδα, ενώ η άλλη
κινήθηκε ακολουθώντας χερσαίους δρόμους, από την αλβανική ενδοχώρα προς νότον.
Ο J.P. Mallory αναφέρει επίσης ότι πιο αποδεκτή είναι η άποψη που προτείνει ως
χρονολογία ελεύσεως των Πρωτοελλήνων την περίοδο γύρω από το 2200 π.Χ., οπότε
συντελείται η μετάβαση από την Πρωτοελλαδική ΙΙ (2650-2200 π.Χ.) στην Πρωτοελλαδική
ΙΙΙ (2300-2100 π.Χ. ή 2200/2150-2050/2000 π.Χ.).
Στοιχεία που υποδεικνύουν την
εισβολή ενός νέου λαού, είναι η καταστροφή και εγκατάλειψη θέσεων, η εμφάνιση
ενός νέου τύπου οικίας, η λεγόμενη αψιδωτή οικία (μακρόστενο και ορθογώνιο
κτίσμα με την μία πλευρά να είναι καμπύλη), οι διάτρητοι πολεμικοί πελέκεις, τα
πήλινα αγκυρόμορφα αντικείμενα, και ένας νέος τύπος αγγείων. Κάποιοι
υποστηρίζουν πως οι εισβολείς προέρχονταν από την ΒΔ Ανατολία, όπου υπάρχουν
αντίστοιχα κεραμικά ευρήματα, ενώ κάποιοι άλλοι την προέλευση από βορειότερη
περιοχή των Βαλκανίων, όπου χαρακτηριστικά δείγματα αψιδωτών κτιρίων υπάρχουν
στον πολιτισμό Εζερό και στον πολιτισμό Μπάντεν. Αψιδωτά κτίρια, πήλινες
«άγκυρες» και πελέκεις έχουν βρεθεί στην Ν. Βουλγαρία, Θράκη και ΒΔ Μικρά Ασία
(Τροία), ΒΑ Αιγαίο (Πολιόχνη), Μακεδονία, Α. Θεσσαλία, Α. Στερεά και ΒΑ
Πελοπόννησο στην Λέρνα.
Τα ίχνη καταστροφής στον οικισμό της Λέρνης στην
Αργολίδα που χρονολογούνται γύρω στο 2100 π.Χ., αποδίδονται στους Δαναούς οι
οποίοι θεωρούνται και η πρώτη ελληνόφωνη ομάδα που καταφθάνει στον ελλαδικό
χώρο. Το όνομα των Δαναών ετυμολογείται από την ινδοευρωπαϊκή ρίζα danu:
«υγρασία, δροσιά, ποταμός, σταγόνα» (π.χ. Don, Dnjestr, Dnjepr, Ταναός,
Ηριδανός, Απιδανός, Δούναβης), και πράγματι ο Δαναός και οι κόρες του
σχετίζονται μυθολογικά με την Αργολίδα και την λίμνη της Λέρνης, δίπλα στην
οποία βρισκόταν ο προαναφερθείς οικισμός. Σύμφωνα με την μυθολογία κατέστησαν
το Άργος «εύυδρον», ενώ στην λίμνη έθαψαν οι Δαναïδες τα κεφάλια των μνηστήρων
και εξαδέλφων τους, των γιων του Αιγύπτου. Μαζί με το κύμα των Δαναών πρέπει να
κατέφθασε και ένα τμήμα Αβάντων, το όνομα των οποίων επίσης σχετίζεται με το
υγρό στοιχείο και προέρχεται από την ρίζα ab- «νερό, ποτάμι». Εγκατεστάθησαν σε
περιοχές της Ευβοίας, του Άργους και της Φωκίδος.
για να διαβάσετε ολόκληρο
το άρθρο στον σύνδεσμο εδώ