Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα FRANCO FREDA. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα FRANCO FREDA. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

«Συνέντευξη με τον Μαύρο Στρατιώτη που αθωώθηκε για την Σφαγή του Μιλάνο» - La Stampa, 10 Μαρτίου 1986

Μετάφραση για την συντακτική ομάδα: Μαυρομετωπίτης

Κύριε Φρέντα, ο ιδανικός κατ΄εσάς πολιτικός είναι ο Χομεϊνί. Έχετε διαβάσει ότι διέταξε τους Ιρανούς στρατιώτες να αφαιρέσουν το αίμα των Ιρακινών αιχμαλώτων, πριν τους σκοτώσουν, και να το αποστείλουν για μεταγγίσεις τραυματιών;

«Η επανάσταση του Χομεϊνί είναι η μόνη αληθινή επανάσταση. Μία ιερή κοινωνία με επικεφαλής κάποιον φωτισμένο από την Αλήθεια όχι από τον Διαφωτισμό. Το Ιράν μου θυμίζει την Μεσαιωνική Ευρώπη και αποτελεί τον «ιερέα» της δικαιοσύνης. Το αίμα που πήραν από τους κρατούμενους; Αυτές είναι οι τραγωδίες όσων αναλαμβάνουν ευθύνες. Είναι προτιμότερο να σώσουμε τους εχθρούς τους λαού ή αυτούς που πεθαίνουν για την κοινότητα; Ο Ρήγκαν από την άλλη είναι η πεμπτούσια του μερκαντιλισμού και της ηγεμονίας των ΗΠΑ, είναι η χείριστη έκφραση μίας αντι-ευρωπαϊκής κοινωνίας!»

Η αλήθεια, την οποία επικαλείστε, πρέπει να λέγεται πάντα; Είναι θεμιτό να λέει κάποιος ψέματα μπροστά σε έναν δικαστή αρνούμενος εγκλήματα;

«Δεν πρέπει να λες ψέματα αλλά πρέπει, αν χρειαστεί, να κρύβεις την αλήθεια. Ο πολιτικός στρατιώτης μάχεται για την αλήθεια και μπορεί να την υπηρετήσει σιωπώντας για αυτή. Ύστερα, ο νομικός κώδικας επιτρέπει στον κατηγορούμενο να λέει ψέματα ή κάνω λάθος;»

Υπάρχει ελπίδα να βρούν έκφραση οι Ιδέες σας;

«Μπορεί να σας φανεί περίεργο αλλά πιστεύω στην Ρωσία. Αν καταφέρει να απελευθερωθεί από τις αποικιοκρατικές τις βλέψεις, αν εκκαθαριστεί από τον μαρξισμό - λενινισμό. Τότε θα μπορέσει να ενοποιήσει την Ευρώπη των εθνοτήτων. Ίσως, όμως, αυτό να είναι μία ουτοπία. Αλλά σίγουρα οι ΗΠΑ είναι το χειρότερο κακό. Όχι, δεν μου αρέσει ο Πάπας Wojtyla, είναι αρχηγός κράτους, όχι πνευματικός ηγέτης».

Στην φυλακή φοβηθήκατε μη σας σκοτώσουν; Πώς την θυμάστε;

«Ένας πολιτικός στρατιώτης δεν μπορεί να έχει κανέναν φόβο γιατί αλλιώς δεν θα σεβόταν τον εαυτό του. Προσπάθησα να επιβιώσω κατανοώντας πως να ζώ στα άκρα. Έτσι προσπάθησα να γιατρέψω την αρρώστια για να μην κυριευτώ από την λάσπη των γεγονότων. Ένα είδος πνευματικής ασπιρίνης».

Γιατί δραπετεύσατε;

«Επειδή ένας στρατιώτης δεν παραδίνεται. Είχα μάθει από μία συγκεκριμένη πηγή ότι είχε ήδη αποφασιστεί ισόβια κάθειρξη για μένα». Η γυναίκα του διακόπτει: «Μας ενημέρωσε ο γραμματέας ενός Χριστιανοδημοκράτη υπουργού». Αλλά ο Φρέντα την σταματάει: «Απλά το ξέραμε. Αν με βοήθησαν στοιχεία του οργανωμένου εγκλήματος; Μου είπαν αργότερα ότι είχαν τον χαρακτήρα μίας μαφιόζικης οργάνωσης, αλλά δεν με ενδιέφερε. Αυτό που ήταν σημαντικό για μένα ήταν ότι παρέμειναν πιστοί. Δεν ζητούσα ποινικό μητρώο αλλά την βοήθεια που παρέχει άτομο σε άτομο, ανιδιοτελώς».

Και αυτοί οι 16 θάνατοι; Εκείνο το μακελειό στην τράπεζα, τα πολλά που ακολούθησαν, το μακελειό με το τρένο των Χριστουγέννων;

«Μία σφαγή δεν είναι καν μέρος μίας αυθεντικής λογικής της τρομοκρατίας. Όταν σκέφτομαι αυτά τα πράγματα, κλείνομαι στον εαυτό μου, δεν θέλω να μιλήσω για αυτά. Νιώθω απογοητευμένος. Η Piazza Fontana μπορεί να θεωρηθεί ατύχημα, όποιος έβαλε τις βόμβες μάλλον δεν επιθυμούσε αυτά τα αποτελέσματα. Και μου φαίνεται ότι το ίδιο υποστήριξε και ο Andreotti. Γιατί λοιπόν να συνεχίσουμε να μιλάμε για την στρατηγική της έντασης;»

Και η ζωή;

«Κανείς δεν την σέβεται όπως εγώ. Είμαι χορτοφάγος για να μην σκοτώνω, εγώ που κατηγορούμαι ότι είμαι κακός που σκοτώνει».

ΠΗΓΗ: https://spazio70.com/societa-e-cultura/facce-da-anni-settanta/freda-la-rivoluzione-di-khomeini-e-lunica-vera-rivoluzione/

Απόσπασμα από μία συνέντευξη του Franco Freda στον Τζιανκάρλο Περτέγκο για την Corriere della Sera.

 

«Σε αυτές τις δημοκρατίες, το κράτος χρησιμοποιείται για την διατήρηση της σταθερότητας, με την μεσολάβηση όλων των κατασταλτικών και καταπιεστικών οργάνων του, της ηγεμονικής σχέσης μίας τάξης, της αστικής τάξης και ιδιαίτερα ενός μέρους αυτής, του τμήματος που συνιστά την πλουτοκρατική ολιγαρχία - με τον Λαό»

«Η ίδια η δικαιοσύνη δεν είναι παρά μία αποκρυστάλλωση στους νομικούς κώδικες των ιδεών που κυριαρχούν μέσα στην αστική κοινωνία, των ιδεών της αλαζονικής τάξης που είναι η αστική τάξη. Οποιαδήποτε λανθασμένη νότα, οποιαδήποτε δυσλειτουργία του συστήματος αποδίδεται από αυτό σε δολιοφθορά που διαπράττουν οι εχθροί του συστήματος, οι σπάνιοι άνθρωποι για τους οποίους η τάξη δεν είναι είδωλο προς λατρεία, για τους οποίους ο νομικός εξαγνισμός αντιπροσωπεύει μόνο μία βαθιά και εξευτελιστική αδικία»

Franco Freda

Μετάφραση: Μαυρομετωπίτης

«Θες να με καταλάβεις; Να με καταλάβεις ή να με "αρπάξεις"; Θέλω πολύ να αποφύγω αυτόν τον ισχυρισμό σου, ότι θες να επιθεωρήσεις την ψυχή μου, να την αποκλείσεις δηλαδή από αυτόν τον τελευταίο χώρο υπολειπόμενης κυριαρχίας που της απομένει. Να σου θυμίσω ότι είμαι ζώο (και μάλιστα χορτοφάγο...) ζώο σε αιχμαλωσία από το 1971 και αρά γκρινιάρικο και προπάντων απρόθυμο να εμπιστευτεί αγνώστους, πολύ περισσότερο δημοσιογράφους ... 

Αλλά εφόσον καταφέρατε να κερδίσετε την καλοσύνη των υπερασπιστών μου, στους οποίους πραγματικά δεν μπορώ να αρνηθώ τίποτα, (γιατί παρότι διαφοροποιούνται ή στέκονται εχθρικά προς τις ιδέες μου με στηρίζουν) πρέπει να συναινέσω στην περιέργεια σας ...

Δεν βάζω καμία ποιοτική διαφορά μεταξύ του πολιτικού μου προσώπου και του αδίκως κατηγορούμενου προσώπου μου: υποδεικνύουν δύο λειτουργίες που εκτελώ, εκ των οποίων η δεύτερη είναι κλάσμα της πρώτης και υποδεέστερη εν σχέση με την πρώτη. Ωστόσο τίποτα από τα δύο δεν μου δημιουργεί "ανησυχίες" όπως λες. 

Ακόμη και η φυλακή, ακόμη και το κλουβί ενός Κακουργιοδικείου σηματοδοτούν τις γραμμές ενός ιδανικού «μετώπου», όπου ένας πολιτικός στρατιώτης στέκεται - στο πιο ανθρωπίνως υπεύθυνο βαθμό και αποκομμένος από φόβους δυσάρεστων γεγονότων - σεβόμενος το καθήκον του: την κλήση του να προστατεύσει όχι την δική του ατομική εικόνα αλλά την εικόνα του κόσμου και της ζωής που αντανακλά η συμπεριφορά του.

Πιστεύω στην αποτελεσματικότητα της ευλογίας και της κατάρας ... Με άλλα λόγια πιστεύω ότι ο άνθρωπος είναι ένα όχημα δυνάμεων που υπερβαίνουν την φυσιοψυχική ατομικότητα και ότι αυτές οι επιρροές (που μπορούν να οριστούν ως «μεταφυσικές» ή «πνευματικές») υποδηλώνουν την ύπαρξη του, είτε έχει επίγνωση αυτών είτε όχι. 

Μάλιστα ο βαθμός ελευθερίας του ανθρώπου προέρχεται από τον βαθμό συνειδητοποίησης με τον οποίον αντανακλά αυτές τις δυνάμεις. Μεταφρασμένες σε ηθικούς όρους, αυτές οι οντότητες διέπουν τις ενέργειες που μπορούν να χαρακτηριστούν ως δυνάμεις του Καλού ή δυνάμεις του Κακού.

Πιστεύω ότι ο Ιμάμ Χομεϊνί ενσαρκώνει, σε αυτό το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, μία φωτεινή δύναμη του Καλού και ότι η ευλογία του που δόθηκε στους Ευρωπαίους, μέσω του πολιτιστικού του έργου, συμβάλει στην καταπολέμηση του Κακού και αποτελεί αναγνώριση της εγκυρότητας των προσανατολισμών μας.

Δεν χτυπήσαμε καμία πόρτα! Ανοίξαμε μόνο την πόρτα που εδώ και χρόνια μας έχει εισάγει στην απόρριψη του σύγχρονου υλισμού και στις πιο διαβολικές του εκδηλώσεις: τον καπιταλισμό και τον μαρξιστικό σοσιαλισμό! Και έχουμε δείξει συμπάθεια και μερικές φορές ενθουσιασμό για τις εμπειρίες και τα πειράματα που διεξάγονται από ορισμένους λαούς - προχτές η Κίνα με την «πολιτιστική επανάσταση», χθές η Λιβύη του Καντάφι (αλήθεια έχετε διαβάσει το μικρό «Πράσινο Βιβλίο» του;) σήμερα ειδικά το Ιράν της Ισλαμικής Επανάστασης. Όλες αυτές οι προσπάθειες που έχουν στόχο να αποτοξινωθούν από τις σοσιαλιστικές και καπιταλιστικές δημοκρατίες.

Δεν κρύβω τον θαυμασμό μου για το κρατικό έργο του Μάο Τσε Τούνγκ και το ενδιαφέρον μου για την βασική κατεύθυνση της κινεζικής πολιτικής, η οποία - κατά την γνώμη μου - συνεχίζει τον μεγαλειώδη στόχο της: να απεγκλωβίσει την Κίνα από την αποικιοκρατική μέγγενη, με την οποία τα συστήματα που προέκυψαν μετά το 1945 καταστέλλουν την νόμιμη ελευθερία των τεσσάρων ηπείρων! Και κάπως έτσι ερμήνευσα την Κινεζική Πολιτιστική Επανάσταση: μία επανάσταση που χρησιμοποιεί τον μαρξισμό μόνο ως τρέχον όχημα έκφρασης.

Η οικεία μορφή του μαοϊσμού δεν πρέπει να ιδωθεί ως υπόθεση του μαρξισμού που αποδέχεται, αλλά ως όραμα ενός κόσμου που προκαλεί: ένα σχεδόν «σπαρτιατικό» όραμα του κόσμου, έναν οργανικό ρυθμό πίστης που συνδέει τον Ηγέτη με ολόκληρη την εθνική κοινότητα και ευνοεί αυτή την ένταση αλληλεγγύης, που με την σειρά της, αντανακλά στο έργο ενός ολόκληρου λαού τα χαρακτηριστικά της εθελοντικής πειθαρχίας και μίας αποπρολεταριοποιημένης ελεύθερης πολιτοφυλακής … 

Στον Κινεζικό Κομμουνισμό βλέπω πάνω απ' όλα τον θρίαμβο της υπεύθυνης διαφοροποίησης των καθηκόντων έναντι του εξισωτικού ατομισμού, την πειθαρχία έναντι της αστικής χαλαρότητας. Βλέπω ακόμη την νίκη των τάξεων του «πολιτικού στρατιώτη» (φτωχού μεν αλλά «ισχυρού») έναντι των εμπορικών και γραφειοκρατικών ολιγαρχιών της Δύσης (συμπεριλαμβανόμενης της ΕΣΣΔ).

Ήμουν της γνώμης ότι τότε ήταν δικαιολογημένο να σκιαγραφηθεί μία αναπαράσταση αυτού του τύπου. Σήμερα, ωστόσο, η Κίνα βαδίζει με γοργούς ρυθμούς στον καταστροφικό δρόμο του συμβιβασμού με τον δυτικό καπιταλισμό. Σχετικά με την Ισλαμική Επανάσταση, ένας φίλος και σύντροφος μου, ο Carlo Terracciano εξέφρασε την άποψη μου, μέσα από ένα γραπτό της «Ομάδος AR» το οποίο εγκρίνω απόλυτα.

Δεν έχω κανένα προσόν για να είμαι «δάσκαλος» - επομένως δεν έχω τους «μαθητές» μου. Είμαι μάλλον ένας μεγαλύτερος «συμμαθητής» που λειτουργεί ως «επανάληψη» και «αναγνώστης» για τους άλλους. Δεν υπάρχει κατήχηση, απογραφή ουσιαστικών κανόνων. 

Μπορούμε όμως να τους ξανά εφεύρουμε αντλώντας από τα καλύτερα κείμενα της ινδοευρωπαϊκής παράδοσης: την Μπαγκαβάντ - Γκίτα, την Ιλιάδα (θα είχε ο Θερσίτης κάποιο αφιέρωμα από την σημερινή δημοσιογραφία;), την Πολιτεία του Πλάτωνα, τις Ιστορίες του Τίτου Λίβιου για παράδειγμα. Αλλά και από την ηθική των άλλων φυλών: σκεφτείτε για παράδειγμα τον Ιάπωνα Bushido, τις παραδόσεις των ερυθρόδερμων».

Ο «Ναζι - μαοϊσμός» και η εφήμερη ουτοπία ενός κοινού αντιαστικού μετώπου

Lotta Di Popolo. (Λαϊκός Αγώνας). Από τον Έβολα στο Μάο: Ένα βιβλίο για τους νεαρούς νεοφασίστες στις δεκαετίες του 1960 και του 1970

του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου

«Ένα περίεργο φαινόμενο που αξίζει να εξεταστεί, είναι η επιρροή που ασκεί ο «μαοϊσμός» σε ορισμένους ευρωπαϊκούς κύκλους, στο βαθμό που δεν πρόκειται μόνο για ομάδες δηλωμένου μαρξιστικού προσανατολισμού. Στην Ιταλία μπορούμε να αναφέρουμε ακόμη και ορισμένα περιβάλλοντα που διεκδικούν μια «λεγεωναρική» εμπειρία και έναν «φασιστικό» προσανατολισμό, ενώ αντιτίθενται στο “Movimento Sociale” καθώς το θεωρούν μη επαναστατικό, αστικό, γραφειοκρατικό, παγιδευμένο από τον ατλαντισμό. Μιλούν επίσης για τον Mao ως παράδειγμα».


για να το παραγγείλετε εδώ ...

Με αυτά τα λόγια, ο φιλόσοφος Julius Evola παρουσιάζει το άρθρο του που δημοσιεύτηκε στην εβδομαδιαία εφημερίδα “Il Borghese” της 18ης Ιουλίου 1968. Ο μεγάλος Ιταλός φιλόσοφος, πλέον είναι ένα πολιτιστικό σημείο αναφοράς για τις νέες γενιές εθνικιστών, προειδοποιεί τους αναγνώστες για παράξενες ιδεολογικές αποπλανήσεις που φαίνεται να είναι αχαλίνωτες σε ορισμένους, επαναστατικής έμπνευσης, κύκλους εντός του νεοφασιστικού χώρου. Πρόκειται για ένα φαινόμενο της εποχής εκείνης  που κίνησε το ενδιαφέρον του συγγραφέα της «Εξέγερσης ενάντια στον σύγχρονο κόσμο», σε σημείο να τον παρακινήσει να εξετάσει  για να εντοπίσει, από παραδοσιακή άποψη, στοιχεία άξια εξέτασης. 

Η απάντηση ωστόσο είναι αρνητική και το άρθρο του «Η Μαοική επιρροή» απορρίπτει χωρίς δισταγμό τις προθέσεις εκείνων των πιο πρωτότυπων συντρόφων που κοιτάζουν με ενδιαφέρον την Κίνα του Μao. Επιπλέον από την πλευρά του αριστοκρατικού εκπροσώπου της Παράδοσης, εκείνου δηλαδή που αρνείται ότι άμεσα ή έμμεσα απορρέει από τη Γαλλική Επανάσταση (για αυτόν η παρακμή του πολιτισμού που έχει ως ακραία συνέπεια τον μπολσεβικισμό), μια τέτοια θέση ήταν κάτι παραπάνω από προβλέψιμη.

Για να δούμε όμως, ποιοι είναι αυτοί οι λεγόμενοι «φαιοκόκκινοι φασίστες», οι ναζι -μαοιστές, που θα είχαν το «θράσος» να συμφιλιώσουν τους αντιτιθέμενους εξτρεμισμούς σε μια ιστορική περίοδο που μαίνεται η πολιτική αντιπαράθεση; Και σε ποια βάση θα σκόπευαν να προτείνουν μια τέτοια συμμαχία; Αρκούν τα κοινά αντικαπιταλιστικά, αντιαστικά, αντισιωνιστικά και αντιαμερικανικά αιτήματα; Για κάποιους προφανώς ναι. Για τι ακριβώς πρόκειται τελικά; Ο «ναζιμαοισμός» λοιπόν, είναι στην πραγματικότητα ένας όρος που επινοήθηκε από τον Τύπο μεταξύ του τέλους της δεκαετίας του 1960 και των αρχών της δεκαετίας του 1970 για να προσδιορίσει μια νέα μαχητική θέση που διαμορφώθηκε σε ένα πλαίσιο, αυτό το πανεπιστημιακό, που χαρακτηρίζεται από μεγάλες ιδεολογικές ζυμώσεις και μια γενική επιθυμία για αλλαγή. Για να εντοπιστεί η γένεση αυτού του φαινομένου, είναι απαραίτητο να δώσω το περιβάλλον της εποχής και να παρατηρηθεί το φοιτητικό κλίμα της διαμαρτυρίας και ειδικότερα η δραστηριότητα ενός ριζοσπαστικού πολιτικού κινήματος που ονομάζεται “Primula Goliardica”, που δραστηριοποιείται στον χώρο της εξωκοινοβουλευτικής δεξιάς ξεκινώντας από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1960.

Αυτή η ομάδα συμμετείχε στις καταλήψεις των πανεπιστημιακών σχολών και τον Μάρτιο του 1968 ήταν παρών δίπλα στους φοιτητές της άκρας αριστεράς στις περιβόητες συγκρούσεις της Valle  Giulia κατά της αστυνομίας. (Εκείνη την εποχή είχε ξεκινήσει η εξέγερση του Φοιτητικού Κινήματος, ο Μάης του 68 και το πανεπιστήμιο της Αρχιτεκτονικής στην Valle Giulia, έμεινε στην ιστορία για την κατάληψη και τα αιματηρά επεισόδια με την αστυνομία). Το κίνημα αυτό λοιπόν συμμετείχε ενεργά και μάλιστα ηγήθηκε στις μεγάλες επιθέσεις εναντίον της αστυνομίας, με πάθος και δύναμη, παρά τα μικρά νούμερα των ακτιβιστών σε σχέση με την αριστερά. Μέρα και νύχτα με έδρα την σχολή της Αρχιτεκτονικής, ξεκινούσαν τα αιματηρά επεισόδια που έφερναν όλο και περισσότερους νέους κοντά, ακόμη και στους  ριζοσπάστες νεοφασίστες που διάλεξαν αυτόν τον δρόμο, άλλωστε δίκαια αφού τα αιτήματα της εποχής ήταν τα ίδια σε όλους τους νέους. Σημαντική και έμεινε χαραγμένη η μέρα που το Κράτος διέταξε επίθεση για εκκένωση της κατάληψης και μάλιστα έσπευσαν σε βοήθεια, μαζί με την αστυνομία, μέλη του τότε εθνικιστικού κόμματος, MSI, ακόμη και ενάντια σε «συναγωνιστές» τους που είχαν διαλέξει τον πραγματικό αγώνα και όχι αυτόν των εκλογών και της συναίνεσης με το καθεστώς.

Ωστόσο το κίνημα ήταν βραχύβιο και το 1969 ένα μεγάλο μέρος του συγχωνεύτηκε στον εκκολαπτόμενο OLP, “Organizzazione Lotta di Popolo” (Οργάνωση του Λαϊκού Αγώνα), μια από τις πιο πρωτότυπες και αμφιλεγόμενες οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής πολιτικής σκηνής εκείνων των χρόνων. Η “Lotta di Popolo” γεννήθηκε επίσημα την 1η Μαΐου 1969 στο “Casadello Studente”, (Σπίτι του Φοιτητή) της Ρώμης. Μεταξύ των ιδρυτών είναι πρώην ακτιβιστές της  PG όπως ο Ugo Gaudenzi και ο Enzo Maria Dantini, αλλά και διάφοροι άλλοι ακτιβιστές που προέρχονταν από διαφορετικές εμπειρίες και  σύντομα φτάνουν στη νέα πολιτική ευθυγράμμιση τόσο από την άκρα αριστερά όσο και από την ακροδεξιά. Το κίνημα δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για τη διεθνή κατάσταση και στο παγκόσμιο γεωπολιτικό σενάριο το σημείο αναφοράς αντιπροσωπεύεται από την Κίνα του Μao. Στο θέμα της αραβο-ισραηλινής σύγκρουσης, οι στρατευμένοι αντιβιστές της OLP υποστηρίζουν τον Αραφάτ (εξ ου και η επιλογή του ακρωνύμιου που σκόπιμα θυμίζει Παλαιστίνη) και προφανώς παίρνουν το μέρος των Βιετκόνγκ στον πόλεμο κατά του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.

Όπως και άλλες πολιτικές πραγματικότητες εκείνων των χρόνων, το κίνημα “Lotta di Popolo” τύπωσε επίσης μια ομώνυμη εφημερίδα βάζοντας τις ιδέες του στο χαρτί. Η εθνική κυριαρχία, η Ευρώπη των λαών, ο αντισοβιετισμός και ο αντιαμερικανισμός, ο αγώνας ενάντια στην αστική οικονομική δύναμη και η οικολογία είναι μερικά από τα θεμελιώδη θέματα, τα οποία δεν είχαν καμία σχέση με τα κλασικά ακροδεξιά σχήματα και κόμματα, τα οποία περιστρεφόταν γύρω από τα ίδια και τα ίδια, αναμασημένες πολιτικές τροφές για ψήφους. Η Ρώμη και η Νάπολη αποδεικνύονται τα κύρια προπύργια του κινήματος, αλλά ένα εχθρικό κλίμα δυσπιστίας πλανάται σχεδόν παντού γύρω από το σχήμα «Ναζί-Μάο» που γίνεται μη βιώσιμο με την πάροδο του χρόνου. Στη Ρώμη στις αρχές της δεκαετίας του 1970, σημειώθηκαν πολλές φορές βίαιες συμπλοκές μεταξύ ακτιβιστών της “Lotta di Popolo” και εκπροσώπων του Φοιτητικού Κινήματος ή άλλων φατριών της εξωκοινοβουλευτικής άκρας αριστεράς. Οι διάφοροι κομμουνιστικοί σχηματισμοί κηρύσσουν ολοκληρωτικό πόλεμο στους φασίστες «χωρίς αν και χωρίς αλλά» και σε ορισμένους κύκλους η ψύχωση των «εισβολέων» και των «μασκοφόρων προβοκατόρων» πυροδοτεί ένα κλίμα έντασης που γίνεται όλο και πιο βαρύ για τα μέλη της “Lotta di Popolo”.

Στην πραγματικότητα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και πριν από τη γέννηση της OLP, επεισόδια που πολλοί είχαν ήδη ερμηνεύσει ως «ξεκάθαρα παραδείγματα διείσδυσης» ή «πρόκλησης» είχαν συμβεί σε αρκετές περιπτώσεις, αρκεί να  σκεφτεί κάποιος για παράδειγμα, την παρουσία πρακτόρων με πολιτικά ρούχα και ακροδεξιών (αλλά του επίσημου κόμματος, που πάντα φλέρταρε με το Καθεστώς και με την αστυνομία) που βρέθηκαν σε αναρχικούς και κομμουνιστικούς κύκλους. Υπό το πρίσμα παρόμοιων γεγονότων, είναι εύκολο να κατανοηθεί μια ορισμένη δυσκολία από την πλευρά των αριστερών αγωνιστών στην αποδοχή τέτοιων «τολμηρών» και δυνητικά επικίνδυνων συμμαχιών. Από την άλλη όμως η καλή πίστη όσων πίστευαν πραγματικά στο «κοινό μέτωπο» δεν πρέπει να αγνοηθεί (κυρίως του εξωκοινοβουλευτικού νεοφασιστικού χώρου), έστω και με κάποια προνοητικότητα από την πλευρά εκείνων που ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 θεωρούσαν τη σύγκρουση των «κόκκινων» και μαύρων» ως μια παγίδα του καθεστώτος, που θα έπαιζε αποκλειστικά στα χέρια των κυρίαρχων πλουτοκρατιών, εδραιώνοντας αυτή την φιλοατλαντική κεντρική εξουσία (στηριζόμενη και από την επίσημη ακροδεξιά) που στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύει τον αυθεντικό εχθρό και των δύο φατριών.

Το 1973 σηματοδοτεί το τέλος της εμπειρίας της “Οργάνωσης του Λαϊκού Αγώνα”. Εξουθενωμένοι από την έντονη και αιματηρή σύγκρουση, από την τεράστια δυσπιστία και την επακόλουθη απομόνωση που έχει επικρατήσει γύρω από το κίνημα, ορισμένοι αγωνιστές επιστρέφουν στους παλαιούς χώρους που ανήκουν ενώ άλλοι δημιούργησαν την “Επιτροπή Αλληλεγγύης για τον Franco Freda”, που εκείνη την περίοδο κατηγορήθηκε για τη σφαγή της Piazza Fontana (μια πολύνεκρη έκρηξη σε μια τράπεζα του Μιλάνο, που κατηγορήθηκαν στην αρχή οι αναρχικοί και μετά οι νεοφασίστες. Φυσικά το Κράτος ήταν από πίσω, ενορχηστρωτής όλων). Ο Franco «Giorgio» Freda ήταν σημείο αναφοράς για τους λεγόμενους «Ναζιμαοϊστές» αφού στην ιταλική ριζοσπαστική ακροδεξιά πρότεινε ρητά μια συμμαχία με τις επαναστατικές ομάδες της άκρας αριστεράς. Τον Αύγουστο του 1969, μιλώντας στο Regensburg, σε μια συνεδρίαση της επιτροπής διαχείρισης του “Ευρωπαϊκού Επαναστατικού Μετώπου”, ο Freda έδωσε μια ομιλία που αργότερα δημοσιεύτηκε σε ένα δοκίμιο από τον δικό του εκδοτικό οίκο (Edizioni Ar) με τίτλο “Η αποσύνθεση του συστήματος”. Πρόκειται για ένα επαναστατικό κείμενο στο νεοφασιστικό πλαίσιο αφού έρχεται σε ρήξη με τη νοσταλγία που συνδέεται με την εικοσαετία - κυβέρνηση Μουσολίνι -  και αμφισβητεί τον κύριο άξονα στον οποίο στηρίζονταν μέχρι τότε τα αιτήματα της ακροδεξιάς: την Ευρώπη. 

«Υπό το πρίσμα μιας παγκόσμιας ιστορικής κατάστασης κατά την οποία, ο λατινοαμερικανός αντάρτης εμμένει στο όραμά μας για τον κόσμο πολύ περισσότερο από ότι ο Ισπανός που υποτάχτηκε στους ιερείς και τις ΗΠΑ. Επομένως ο πολεμιστής λαός του Βόρειου Βιετνάμ, με τον νηφάλιο, σπαρτιατικό, και ηρωικό τρόπο ζωής του, μοιάζει πολύ περισσότερο με τη μορφή της ύπαρξής μας από το ιταλικό ή γαλλικό ή δυτικογερμανικό οργανισμό. Για το οποίο ο Παλαιστίνιος τρομοκράτης είναι πιο κοντά στην σκέψη εκδίκησης μας παρά ο Άγγλος (Ευρωπαίος; αλλά αμφιβάλλω!) Εβραίος ή Ιουδαίος. Υποστηρίξαμε την ευρωπαϊκή ηγεμονία, απευθυνόμενοι σε μια Ευρώπη που μέχρι τώρα είχε αμερικανοποιηθεί ή σοβιετικοποιηθεί, χωρίς να σκεφτόμαστε ότι αυτή η Ευρώπη είχε γίνει υπηρέτρια των ΗΠΑ ή της ΕΣΣΔ, γιατί οι λαοί και τα έθνη της Ευρώπης είχαν απορροφήσει – μετέπειτα αλλά όχι ως αποτέλεσμα της στρατιωτικής ήττας – τις ιδεολογικές εξαγωγές των Η.Π.Α. και ΕΣΣΔ».

Ο Freda ελπίζει στη δημιουργία ενός «Λαϊκού Κράτους» από ορισμένες απόψεις όχι σε αντίθεση με τον ασιατικό κομμουνισμό, αλλά σε ένα πλαίσιο παραδοσιακών αξιών τυπικών της «Εβολιανής δεξιάς» με σαφείς αναφορές στη Πολιτεία του Πλάτωνα. Υπό αυτή την προοπτική όλες οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου θα πρέπει να διαλυθούν, για να δημιουργηθεί χώρος για τη σύσταση μιας «Λαϊκής Πολιτοφυλακής» που θα αποτελείται από εθελοντές. Την καταστροφή του αστικού συστήματος ελπίζει ο Freda μέσω της δημιουργίας ενός κοινού μετώπου: 

«Ωστόσο θέλουμε να απευθυνθούμε σε αυτούς που απορρίπτουν ριζικά το σύστημα, τοποθετώντας τους εαυτούς τους πέρα από την αριστερά του με πεποίθηση ότι ακόμη και με αυτούς μπορεί να επιτευχθεί μια πιστή ενότητα δράσης στον αγώνα ενάντια στην αστική κοινωνία»

Το έργο απέσπασε αμέσως μόνο εξειδικευμένα χειροκροτήματα, ωστόσο, ξεκινώντας από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970, έγινε ουσιαστικό σημείο αναφοράς για πολλούς αγωνιστές που ανήκουν στις νέες γενιές της ιταλικής ακροδεξιάς. Ήταν ο συνεχιστής των “ναζιμαοιστών” του 1968, αλλά τα πράγματα άλλαζαν πλέον στην Ιταλία, με τα χρόνια του μολυβιού και την στρατηγική της έντασης από το Καθεστώς, όπου έντεχνα, χρησιμοποίησε όλα τα «δημοκρατικά» όπλα του για να κυλήσει στο αίμα την Ιταλία με εκατοντάδες νεκρούς, τραυματίες, βόμβες, εκρήξεις και μίσος. Νεαροί εθνικιστές δολοφονήθηκαν από αριστερούς τρομοκράτες με την ανοχή και ατιμωρησία του Κράτους, εκατοντάδες συναγωνιστές συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε πολλά χρόνια φυλακή, ακόμη βρίσκονται στα κελιά κάποιοι, ενώ υπάρχουν δικαστικές εκκρεμότητες που ταλαιπωρούν πολλούς άλλους σε προχωρημένη πλέον ηλικία. Το καθεστώς τελικά νίκησε, απαγορεύοντας κινήματα, ανθρώπους και ζωές. Αλλά δεν μπόρεσε να νικήσει την Πίστη!

Ο Franco Freda μπροστά στην δικαιοσύνη (προμηθευτείτε το αιρετικό βιβλίο του Πλατωνιστή και μαθητή του Evola, του Ιταλού διανοητή και εκδότη Franco Freda από τις εκδόσεις «Λόγχη»)

 

2103611590

info@logxi.com


Μετάφραση αποσπασμάτων
:
Κωνσταντίνος Μποβιάτσος

Στην Ιταλία, αυτό που αποκαλούμε Δημοκρατία και που γεννήθηκε από το θεσμικό δημοψήφισμα της 2ας Ιουνίου 1946 και από μια άτυπη αλλά πολύ σταθερή συμφωνία μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Κομμουνιστών, έφερε πολλές αλλαγές στην πολιτική ζωή των Ιταλών. Ένας από τους πυλώνες της συμφωνίας είναι ο πλήρης αποκλεισμός των νεοφασιστών. Πρώτα οι εκτελέσεις όποιων τόλμησαν να συνεχίσουν την ιδέα του Φασισμού. Ο τρόπος γνωστός με την γνωστή στρατηγική της έντασης και τι δολοφονίες εν ψυχρώ και βομβιστικές ενέργειες από αριστερές και παρακρατικές οργανώσεις με σκοπό να ρίξουν την ευθύνη στις διάφορες νεοφασιστικές οργανώσεις, πλην του MSI που είχε πλέον αστικοποιηθεί.

Έτσι εκατοντάδες συναγωνιστές κατέληξαν ισόβια στην φυλακή, άλλοι αναγκάστηκαν να φύγουν στο εξωτερικό. Την δεκαετία του 1990, έπεσε και η αυλαία για τα τελευταία δυναμικά ριζοσπαστικά κινήματα  τα οποία αποκεφαλίστηκαν από τον τότε αντιρατσιστικό νόμο του υπουργού Μαντσίνο, που ισχύει και μέχρι σήμερα. Πρώτα τον Απρίλιο του 1993 οι skinheads του Movimento Politico, του Boccaci και πάρα πολλοί  ακόμη συναγωνιστές οδηγήθηκαν στην ασφάλεια και το κίνημα τέθηκε εκτός νόμου, με την γνωστή τότε επιχείρηση Ρούνα. Ήμουν στην Ιταλία εκείνα τα χρόνια ως φοιτητής στην Βερόνα και τα γνωρίζω από πρώτο χέρι αφού και εγώ δέχτηκα την φιλική επίσκεψη των υπηρετών του Καθεστώτος που πάντα με ευγενικό τρόπο σου δείχνουν πόσο πολύ αγαπάνε τους ριζοσπάστες εθνικιστές. Ταλαιπωρία, υπερβολικός τσαμπουκάς και ειρωνεία, κατάσχεση υλικού από το σπίτι και άλλα. Η συναναστροφή με «επικίνδυνα άτομα», ήταν ο πρώτος λόγος της έρευνας.

Ακολούθησε η διάλυση του Fronte Nazionale του Franco Freda τον Ιούλιο του 1993 και την καταδίκη του ιδίου και κάποιων άλλων συναγωνιστών. Οι κατηγορίες πολλές και σοβαρές. Μάλιστα οι Δικαστές ανακίνησαν πάλι βομβιστικές υποθέσεις της δεκαετίας του ‘70 και κυρίως την μεγάλη βομβιστική επίθεση στον σταθμό της Bolοgna το 1982, όπου κατηγορήθηκαν εκατοντάδες συναγωνιστές.  Τα παρακάτω αποσπάσματα είναι από την εξέταση στο δικαστήριο του Freda και από το βιβλίο του “Το δένδρο και οι ρίζες”. Αυτό που θα παρατηρήσετε είναι το ύφος, η γλώσσα και η στάση που εύκολα μπορεί κάποιος να φανταστεί του Franco Freda:

Freda: «...είναι απαραίτητο να ξεπεραστεί η διαλεκτική φασισμού/αντιφασισμού γιατί το πρόβλημα των επόμενων δεκαετιών, του 21ου αιώνα, είναι αυτό της εισβολής της εθνικής μας γης από τις μη ευρωπαϊκές μάζες. Δεν έχει γίνει επεξεργασία αυτού του θέματος -επαναλαμβάνω-, αλλά το Εθνικό Μέτωπο έχει συγκεντρώσει τις δυνάμεις του -όπως γνωρίζετε πολύ περιορισμένες- στην εξέταση, στη μελέτη του μεταναστευτικού φαινομένου: στην καθιέρωση ως σχολείο εθνικής εκπαίδευσης που είχε σκοπό να φωτίσουν τους συμπατριώτες τους για τις τρομερές πτυχές που θα έπαιρνε (και θα πάρει) η μεταναστευτική εισβολή τις επόμενες δεκαετίες. Περιορίστηκα να εξετάσω, να μελετήσω το μεταναστευτικό ζήτημα και το συνδεδεμένο δημογραφικό ζήτημα.

Επαναλαμβάνω: οι δογματικές μήτρες του Εθνικού Μετώπου δεν μπορούν να οριστούν ότι εμπίπτουν στην τυπολογία των δημοκρατικών πολιτικών μορφών, αλλά σε αυτήν των αριστοκρατικών πολιτικών μορφών. Κανένα πολιτικό-θεσμικό εγχείρημα, αλλά ένας κυρίαρχος σχεδιασμός -συνολικός, μάλιστα- πολιτικής παιδαγωγικής. Κανένα πολιτικό-θεσμικό εγχείρημα, αλλά ένας κυρίαρχος σχεδιασμός -συνολικός, μάλιστα- πολιτικής παιδαγωγικής. Μέσα από αφίσες, φυλλάδια, συναντήσεις και συνέδριά μου, σκοπεύαμε να διαφωτίσουμε τους συμπατριώτες μας για τον τεράστιο - πράγματι τραγικό - κίνδυνο της εισβολής από τις ξένες μάζες, των μη Ευρωπαίων. Αυτή ήταν η πρόθεση του Εθνικού Μετώπου, αυτό ήταν το σχέδιο που επεξεργασμένο από εμένα, προτάθηκε - και μερικές φορές μάλιστα επιβλήθηκε από την εξουσία που μπορεί να μου δώσουν τα «άσπρα μαλλιά» μου, καθώς και η εμπειρία μου - στα άλλα μέλη του Εθνικού Μετώπου».

«Αντίθετα, παρότρυνα συνεχώς τα μέλη του Εθνικού Μετώπου -το επαναλαμβάνω- να συγκεντρωθούν μέσα τους, να μελετήσουν και να διαφυλάξουν με τη δική τους συμπεριφορά αυτή την αλήθεια στην οποία αναγνώρισαν τον εαυτό τους σχετικά με το φυλετικό ζήτημα: να τη διδάσκουν στους άλλους μέσω της μελέτης  και αναγνώρισης - όχι απλώς «απασχολημένοι» για να μαζεύουν ψήφους

Freda: «... Η πολυπλοκότητα του εβραϊκού ζητήματος, που διαρκεί για πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια, είναι τέτοια που σίγουρα δεν μπορεί να τοποθετηθεί σε ένα πλαίσιο, σε ένα πεδίο και σε ένα τομέα δραστηριότητας συνεδρίων αλλά και μελέτης για τα προβλήματα της μετανάστευσης. Ως αναγνώστης βιβλίων και ως εκδότης, επιβεβαιώνω όσα είχα ήδη πει στον δημοσιογράφο που μου πήρε τότε συνέντευξη. Δηλαδή θεωρώ συκοφαντία να αποδώσω στην εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία το σχέδιο εξόντωσης της εβραϊκής εθνικής κοινότητας στην Ευρώπη.

Εισαγγελέας: «Αλλά εφαρμόστηκε εν μέρει: πέρα από την ύπαρξη, υπήρχαν…»

Freda: «Υπήρχαν φρικτά επεισόδια βίας, όπως συμβαίνει σε όλα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και σε όλα τα «στρατόπεδα εργασίας» του κόσμου όταν διεξάγονται πόλεμοι: αλλά δεν υπήρχε πολιτικό σχέδιο που να τείνει προς τη φυσική εξόντωση».

Εισαγγελέας: «Η άμεση απέλαση αλλοδαπών μη Ευρωπαίων που μετανάστευσαν παράνομα».

Freda: «Με συγχωρείτε κύριε εισαγγελέα, αλλά ξέρετε ότι το θέμα είναι επίκαιρο;»

Εισαγγελέας: «Φυσικά και γνωρίζω!»

Freda: «Δηλαδή δεν έχουμε δείξει προνοητικότητα;»

Εισαγγελέας: «Η επικαιρότητα του θέματος είναι ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της κατηγορίας και καταδεικνύει την επικινδυνότητα του κινήματος σας»

Freda: «Επιδεικνύει διορατικότητα, ικανότητα διαύγειας και πολιτική προνοητικότητα.»

Εισαγγελέας: «Και  πολιτικό κίνδυνο!»

Freda: «Προβλέποντας την κατάσταση των επόμενων δεκαετιών, του 21ου αιώνα, είμαι ριζικά πεπεισμένος ότι η ανάγκη υπεράσπισης ενός δισεκατομμυρίου λευκών ανδρών επιβάλλει την ανάγκη για τη συγκρότηση ενός ευρωπαϊκού χώρου: ευθύς, κινούμενος, δομημένος σύμφωνα – ας το πούμε συμβατικά – με τους πολιτικούς κανόνες ενός αριστοκρατικού ποντικιού! Γι' αυτό μιλάω για αυτοκρατορικό χώρο. Η διατριβή του ευρωπαϊκού αυτοκρατορικού χώρου εκπονήθηκε κατά τη δεκαετία του 1940 από τον Carl Schmitt, έναν Γερμανό νομικό που χαίρει μεγάλης εκτίμησης στην Ιταλία. Ναι, θα αναγκαστούμε να αμυνθούμε. Η Ευρώπη θα ξαναγίνει το «φρούριο Ευρώπη» που υπήρχε το 1500 με τους Τούρκους.»

Μία από τις θεμελιώδεις προτάσεις του Εθνικού Μετώπου είναι ότι κάθε φυλετική μορφή - που η έκφραση «φυλετική μορφή» σημαίνει όλα τα στοιχεία που σχηματίζουν την εικόνα αυτής της μορφής, θρησκεία, νομικοί θεσμοί, συνήθειες κ.λπ. - κάθε φυλή (με την κατεξοχήν εσωτερική έννοια του όρου) πρέπει να σέβεται τον εαυτό της. Στο απόσπασμα της ομιλίας μου στο Χειμερινό Ηλιοστάσιο του '91, ήθελα να πω ότι ο ισλαμιστής φονταμενταλιστής θεματοφύλακας της δικής του φυλετικής μορφής είναι συνεκτικός, είναι άξιος σεβασμού ακριβώς επειδή θέλει να αποφύγει τη "μόλυνση" - με λεπτούς, εσωτερικούς όρους - της ψυχής της φυλής του από μέρος του δυτικού μοντερνισμού. Και του οφείλουμε (υποχρεωτικά) σεβασμό, όπως οφείλουμε (υποχρεωτικά) σεβασμό σε εκείνους τους εκφραστές της λευκής, «δυτικής» αμερικανικής κουλτούρας».

Εισαγγελέας: «Η επικινδυνότητα σας βρίσκεται επίσης στον τρόπο που θέλετε να σταματήσετε και να καταπολεμήσετε τη μετανάστευση.»

Freda: «κ. εισαγγελέα, σκέφτομαι μόνο ότι η παγκοσμιοποιημένη και πολυεθνική κοινωνία θα περάσει από τεράστιες φυλετικές συγκρούσεις. Θέλουμε να αποτρέψουμε τους λαούς μας από ένα μέλλον φυλετικών αναταραχών. Τις επόμενες δεκαετίες, συνεχίζοντας με αυτές τις πολιτικές αδιάκριτης υποδοχής, εκατομμύρια αλλόφυλοι θα χτυπήσουν τις πόρτες της Ευρώπης που θα δεχτεί εισβολή και οι τρομερές συνέπειες των εμφυλίων πολέμων στις χώρες τους, που ήταν γνωστοί πριν από δεκαετίες, θα είναι πολύ λίγες μπροστά σε αυτά που θα μας συμβούν. Εδώ είναι θέμα εισαγωγής, με τη μετανάστευση, στο σώμα ενός έθνους, φυλετικών κύστεων, ξένων σωμάτων, που θα καταλήξουν να εκραγούν μέσα του. Γιατί η δική τους είναι μια μετανάστευση πληθυσμού παγκοσμιοποιητικού τύπου, που δεν λαμβάνει πια υπόψη τον εθνικό χώρο και δεν τον σέβεται. Θα ήταν σαν να μην είχαν όλοι πλέον σπίτι ή γραφείο και η σύγχυση να εξαπλώνονταν και τα αποτελέσματα αυτής της σύγχυσης θα τα δούμε εκεί στα προάστια της Μασσαλίας, της Λυών, του Παρισιού πρώτα και μετά σε όλη την Ευρώπη».

Εισαγγελέας: «Η επαφή είναι θανατηφόρα, λοιπόν;»

Freda«Ναι η επαφή είναι θανατηφόρα»

Εισαγγελέας: «Και πρέπει να αποφευχθεί με οποιονδήποτε τρόπο;»

Freda«Ναι, γι' αυτό -πάντα επιμέναμε- είναι απαραίτητο να προκαλέσουμε, από την πλευρά του λαού μας, μια αυθεντική πολιτιστική επανάσταση που τροποποιεί τη μορφή του. Τα μέσα που διαθέτει το Εθνικό Μέτωπο είναι μέσα μιας πνευματικής τάξης: αφίσες, φυλλάδια, συνέδρια. Οι αποδέκτες αυτού του μηνύματος, αυτών των προτάσεων πρέπει να αποφεύγουν, για παράδειγμα, την πρόσληψη μη ευρωπαϊκού προσωπικού, να αποφεύγουν να παρέχουν τα μέσα στον κινεζικό και κορεατικό υπόκοσμο πηγαίνοντας στα εστιατόριά τους κ.λπ. Ναι, δεν είμαι υπέρ της «κοινωνίας της φιλοξενίας». Νομίζω ότι είμαι από τους αληθινούς υποστηρικτές της πολυφυλετικής κοινωνίας. Η πολυφυλετικότητα γίνεται σεβαστή μόνο με το σεβασμό της δικής σου φυλετικής μορφής, με το σεβασμό της φυλετικής «ομοιογένειας», με το σεβασμό της φυλετικής εξατομίκευσης, η οποία συνδέεται απαραίτητα με τη δική σου επικράτεια, με τη δική σου Γη, με τις δικές σου μορφές ζωής. Πώς μπορεί κανείς να μην αναγνωρίσει τον τρόμο αυτής της μεταναστευτικής πλημμύρας, τις τρομερές συνέπειες μιας τεράστιας εθνικής συνοικίας εννέα δισεκατομμυρίων μαύρων σε σύγκριση με ένα δισεκατομμύριο λευκών ανδρών;».

Τελική δήλωση του Franco Freda:

«Κάθε δέντρο πρέπει να ριζώσει και να αναπτυχθεί –άρα να ζει– στην επικράτειά του. Κάθε άνθρωπος πρέπει να ριζώσει και να αναπτυχθεί –άρα να ζήσει– στη δική του γη. Υπάρχει μια κοινότητα, του πεπρωμένου και του προορισμού, ανάμεσα στο δέντρο και την επικράτειά του, όπως μεταξύ του ανθρώπου και της Γης του. Είναι απαραίτητο αυτή η κοινότητα του πεπρωμένου και του προορισμού να φυλάσσεται και να διατηρηθεί έτσι ώστε η τάξη και η αρμονία που σχεδιάστηκε από την καθολική Πρόνοια να είναι εγγυημένη και σεβαστή... που είναι, ας μην ξεχνάμε, όχι μια άγρια ομοφωνία, αλλά συναυλία και συνεννόηση διαφορετικών ήχων».

Διαβάζοντας τους Franco Freda & Michael Kuhnen καθώς και το «¡Patria o muerte!»


 «Δεν πρέπει κανείς να διαφωνεί για τη φυλή, δεν πρέπει  να κάνει συγκρίσεις παρά μόνο να κοιτά τον εαυτό του στον καθρέπτη. Η φυλή είναι αίμα, είναι νεύρο. Δεν θέτει ερωτήματα. Είναι ένα στοιχείο, όπως ο αέρας, όπως ο ήλιος, δεν είναι απλά ένα θέμα. Φυλετισμός δεν σημαίνει περιφρόνηση για τις άλλες φυλές, αλλά πίστη στη δική σου φυλή, αναγνώριση της συγκεκριμένης μορφής ζωής που σε σημαδεύει, με σεβασμό σε όλους τους δεσμούς, εσωτερικούς και εξωτερικούς, ανώτερους και κατώτερους που το διατάσσουν»

Franco Freda



 γράφει ο Nero Valois

Δεν θα περίμενε ποτέ κανείς σε αυτή την πρωτοφανή ιδεολογική «ξηρασία» που κυριαρχεί, να εκδοθούν στην Ελλάδα μέσα σε δυόμιση μήνες δυο κορυφαία βιβλία και μανιφέστα της Σύγχρονης Ευρωπαϊκής Εθνικοεπαναστατικής (NR) σκέψης και δυο διαδικτυακοί τόμοι μιας εκατό τοις εκατό «Τριτοθεσίτικης» επιθεώρησης. 

Η αναφορά μου είναι στα έργα των Franco Freda, «Η Διάλυση του Συστήματος», εκδόσεις «Λόγχη» & Michael Kuhnen, «Η Δεύτερη Επανάσταση», εκδόσεις «το Αντίδοτο» & η επιθεώρηση των εκδόσεων «Τρίτη Θέση» το γνωστό ««¡Patria o muerte!».  

Δεν θα σταθώ εδώ στην εξαιρετική συμβολή της σ.ο. του «Μαύρου Κρίνου» καθώς και Αυτόνομων συναγωνιστών που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο να επιτευχθεί αυτή η πρωτόγνωρη παραγωγή ιδεών. Το σημαντικότερο είναι να υπάρξει συνέχεια και προσήλωση στην διόρθωση και ανάπτυξη αυτού του εντυπωσιακού ξεκινήματος. Αλλού προσωπικά θεωρώ ότι πρέπει να εστιαστεί το ενδιαφέρον για την  εκδοτική αυτή παραγωγή, στο σημείο που αφορά την πρωτογενή μεταφορά των απόψεων και ιδεών μιας ριζοσπαστικής, «φαιοκόκκινης» γραμμής της «Τρίτης Θέσης»

Εδώ πια δεν μιλάμε για απομονωμένα άρθρα ή μεταφράσεις πρωταγωνιστών του εν λόγω ιδεολογικού ρεύματος, δεν έχουμε να κάνουμε με τις αυθαίρετες ακροδεξιού τύπου αλλοιώσεις, αλλά τα διδάγματα του Εθνικομπολσεβικισμού, Εθνικοσυνδικαλισμού και του «αριστερού» Φασισμού και Εθνικοσοσιαλισμού που προβάλλονται έντονα ειδικά τα τελευταία χρόνια. 

Κυρίως όμως δεν έχουμε να κάνουμε με την αποδοχή της σιγής που η εγχώρια ακροδεξιά πάσης φύσεως επέβαλλε μεταπολεμικά στο ιδεολογικό τοπίο όλων όσων βρίσκονταν εκτός της μαρξιστικής αριστεράς. Το κοινό στοιχείο των εκδόσεων που παρουσιάστηκαν αυτούς τους μήνες είναι η αντί-αστική , αντισυστημική και αντικαπιταλιστική παράδοση ως συστατικό στοιχείο του επαναστατικού εθνικισμού όχι μόνο του 20ου αιώνα αλλά και στις μέρες μας. 

Αυτό που ενώνει τις ιδέες αυτών των εκδόσεων είναι η ισχυρή πεποίθηση πως μέσα στην εθνική επαναστατική διαδικασία οποιασδήποτε εποχής πρέπει να υπάρχει κεντρικός ρόλος στην σοσιαλιστική απελευθέρωση του έθνους αλλά και να επιδιώκεται η δημιουργία ενός κράτους ή ακόμη καλύτερα της δικής μας Πολιτείας που θα υπηρετεί και θα οδηγεί τον Λαό ως μια Κοινότητα στον δρόμο της ολοκληρωτικής του ανύψωσης σε ιστορικό πρωταγωνιστή της εποχής του. 

Τα πρόσωπα των εκδόσεων με ελάχιστες διάφορες περιγράφουν την σημασία του Εθνικού και Λαϊκού Πολιτειακού συστήματος στην πολιτική και κοινωνική αναγέννηση του Έθνους, ορίζοντας με την αντί-υλιστική και βαθιά πνευματική τους προσέγγιση ένα πεδίο που δεν είναι μια τυπική κοινωνική μηχανική εγκατάσταση αλλά ο κόμβος για την ανατροπή της αστικής αντίληψης από κάθε σημείο της εθνικής ζωής των λαϊκών τάξεων. 

Επιπλέον, οι εκδόσεις αυτές ανοίγουν έναν βαθύτερο διάλογο με όσους σήμερα ασφυκτιούν μέσα στην «βαβέλ» των ατελείωτων ιδεολογικών αοριστιών και προβληματισμών που εξαντλούν την πνευματική κρίση και την απομακρύνουν από την δράση στις σημερινές συνθήκες. Τα κείμενα που φιλοξενούν αυτά τα βιβλία όπως και η επιθεώρηση «¡Patria o muerte!» έχουν ένα σταθερό σφυγμό και ένταση γύρω από θέματα της πολιτικής δράσης που παραμένουν επίκαιρα από την ακροδεξιά έως την ακροαριστερά και πέραν αυτών. 

Χαρακτηρίζονται από προσανατολισμούς γύρω από οντότητες και όχι απλές έννοιες,  όπως το Κράτος, η Επανάσταση, το μαζικό κίνημα, η οικονομία , οι τάξεις, ο πόλεμος, η οργάνωση και το λαϊκό κίνημα, η εθνική ανεξαρτησία και άλλες ακόμα. Η σύνθεση έξω και μακριά από κάθε «ιερό» σχήμα και πρόσωπο και παπαδίστικο σχολαστικισμό είναι το πιο εκρηκτικό στοιχείο και των δυο «Ναζί-Μαοϊκών» έργων που γράφτηκαν μάλιστα μέσα στην ίδια δεκαετία σε Ιταλία πρώτα και στην Γερμανία μετέπειτα αλλά και στην ελληνική επιθεώρηση της «Τρίτης Θέσης» όπου ήδη στους πρώτους δυο τόμους της είναι συντριπτική η παρουσίαση αιρετικών ιδεών που δύσκολα χωράνε σε οποιοδήποτε κλασικό ένδυμα «εθνικισμού».

Απέναντι στην αμερικανοθρεμμένη παραδοσιακή ελληνική ακροδεξιά και στην εξαρτημένη από το Κρεμλίνο ακροαριστερά παρουσιάζεται πια με σταθερότητα σε επίπεδο βιβλίων, αρθρογραφίας, μεταφράσεων, αναλύσεων της επικαιρότητας, μια αυθεντική, σύγχρονη, αυτόνομη ελληνική ιδεολογική γραμμή που εμπνέεται χωρίς τυφλώσεις και μονολιθικότητα από τις κορυφαίες πνευματικά και πολιτικά φωνές της Ευρωπαϊκής και όχι μόνον Εθνικής & Σοσιαλιστικής παράδοσης. 

Το στοίχημα είναι να συμβάλλουν αυτές οι ιδεολογικές ζυμώσεις στο ρίζωμα μιας νέας πολιτικής Εθνικής Αυτονομίας επίκαιρης για τις ανάγκες του δικού μας Έθνους. Σε τελική ανάλυση ας γίνουν αφορμή οι ιστορικές πια εκδόσεις αυτών των τελευταίων μηνών στο να πολλαπλασιαστούν οι πρωτοβουλίες για την πνευματική ενίσχυση μιας νέας γενιάς Ελλήνων που έξω από όλα τα πολιτικά μαγαζιά του συστήματος αλλά και κάθε «χώρου» που θα αναμετρηθούν με την διαμόρφωση ενός νέου ρεύματος ιδεών για την Πατρίδα και το Σοσιαλισμό στον 21ο αιώνα. 

Καλή ανάγνωση!

Fronte Nazionale: το ριζοσπαστικό ιδεολογικό δημιούργημα του διανοητή και ακτιβιστή Franco Freda & το «ιερόσυλο» έργο του νεοφασισμού και της Τρίτης Θέσης «η Διάλυση του Συστήματος» (η έκδοση της χρονιάς από την «Λόγχη» σε μετάφραση του Βλάση Βρανά και πρόλογο του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου)

 

2103611590

info@logxi.com

του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου

H παρουσία και η δραστηριότητα του Fronte Nazionale, ήταν πολύ περιορισμένη χρονικά, λίγο περισσότερο από πέντε χρόνια, από το 1990 έως το 1995, όταν αρκετοί αγωνιστές του κλήθηκαν να λογοδοτήσουν για διάφορα δήθεν εγκλήματα συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων που αποδίδονται στον περιβόητο νόμο Mancino για την υποκίνηση του φυλετικού μίσους.

Το Εθνικό Μέτωπο δημιουργήθηκε από τον Freda με την δεδηλωμένη πρόθεση να κινητοποιηθεί ενάντια στα μεταναστευτικά κύματα και στην πραγματικότητα  σχεδόν όλα τα εσωτερικά και εξωτερικά έγγραφα του (αφίσες, φυλλάδια κ.λπ.) αποκάλυψαν αυτή τη μονοθεματική προσέγγιση, αυτό που ο Freda, όρισε ως «τερατούργημα» και «μάστιγα» που είναι η  τρομερή πλημμύρα των μη  Ευρωπαίων ενάντια των  Ευρωπαίων. Το μεγάλο όπλο όμως που έκανε και την διαφορά ήταν  ένα   περιοδικό του κινήματος, το "L'Antibancor" που δημοσιεύτηκε σε πέντε δόσεις μεταξύ 1992 και 1995 και ήταν μια πρωτότυπη και αξιολογότατη συντακτική πρωτοβουλία που αξίζει να σταθούμε.

Αυτό ήταν και ένα διαφημιστικό για την παρουσίαση του περιοδικού αυτού:

«Αγαπητέ αναγνώστη, 

Η απουσία μιας χρηματοπιστωτικής τάξης, και κυρίως μιας νομισματικής δομής, προκαλεί στον ορίζοντα εκλάμψεις οικονομικών καταστροφών πολύ πιο καταστροφικές από αυτές που προκλήθηκαν από το κραχ του 1929. Ενώ επιφανείς και υπερτεχνοκράτες ακαδημαϊκοί των κεντρικών εκδοτικών ινστιτούτων - όλοι “αξιότιμοι άντρες” ... ”ασθμαίνουν”  στην αναζήτηση μιας οριστικής παραμέτρου για τον προσδιορισμό της πραγματικής αξίας των νομισμάτων, τα επινοημένα κόλπα  καταρρέουν  άδοξα, αφού επέτρεψαν  τον πλουτισμό λίγων ατόμων εις βάρος τώρα του έθνους. Επομένως πιστεύουμε ότι είναι σωστό να αντιμετωπίζουμε οικονομικά και νομισματικά προβλήματα από μια εντελώς διαφορετική οπτική γωνία από την κλασική, τόσο ακριβής στην πρόταση οικονομετρικών μοντέλων, λαμπρών μονογραφιών και μνημειακών πραγματειών, αλλά και  ανίκανη να προτείνει στις πολιτικές αρχές τα εργαλεία για να αποτρέψει στο νόμισμα  από - εγγύηση  της εθνικής κυριαρχίας – να γίνεται θηλιά στο λαιμό του λαού.

Υπάρχουν νέες τεχνικές και νέοι τρόποι εξερεύνησης, εάν καταφέρουμε να καταστρέψουμε τα «κλουβιά» στα οποία - με τέλεια κακή πίστη - όσοι επωφελούνται από αυτή τη διαταραχή θα ήθελαν να συνεχίσουν να μας κρατούν κλειστούς. Για να τα διαλύσουν, οικονομολόγοι και οικονομικοί ιστορικοί εργάστηκαν και συνεχίζουν να εργάζονται. Με τη διδασκαλία τους και με τη συμβολή εκείνων που βάζουν την πνευματική ειλικρίνεια πάνω από το δικό τους οικονομικό και κοινωνικό συμφέρον, θα εργαστούμε για να διασφαλίσουμε ότι αυτό το σύστημα, βασισμένο στην τεράστια «σαπουνοφούσκα» του ανύπαρκτου χρήματος, θα επιταχύνει τη δική του κατάρρευση: θα αποκαταστήσει την πραγματική οικονομία - τη μόνη που ταιριάζει στο καλό της εθνικής κοινότητας».

 Fronte Nazionale

Πρώτα από όλα  θα δείτε πόσο μπροστά ήταν σε επίπεδο  το «L'Antibancor», που στην ουσία  ήταν το μοναδικό περιοδικό συγκεκριμένα αφιερωμένο σε χρηματοοικονομικά, νομισματικά  ζητήματα, θέματα  που δεν δημοσιεύτηκαν  ποτέ στον ευρύτερο  «δεξιό» ριζοσπαστισμό (αλλά θα έλεγα  ότι ήταν μια μοναδική περίπτωση στο πανόραμα ολόκληρου του ευρωπαϊκού «δεξιού» ριζοσπαστισμού). Γεννήθηκε ως «ανασκόπηση των οικονομικών  από το Εθνικό Μέτωπο», όπως αναφέρεται στον υπότιτλο των δύο πρώτων τευχών, ξεκινώντας  και  ανέλαβε αυτή την «περιοδική αναθεώρηση των οικονομικών και χρηματοοικονομικών», τονίζοντας περαιτέρω την τεχνική και ακαδημαϊκή χροιά του, με την παρότρυνση του Salvatore Giuseppe Verde, ενός οικονομολόγου που είχε εργαστεί προηγουμένως στις οικονομικές δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ωστόσο, η επικράτηση  στις νέες λειτουργίες του χρήματος και στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, άφησε χώρο για την πολιτική κουλτούρα αναφοράς, όπως αποδεικνύεται από μια στήλη στην οποία υπήρχαν σύντομα οικονομικά κείμενα από «κλασικούς» συγγραφείς της «δεξιάς» από τον Spann και τον Costamagna στον Guénon και τον Spengler, και τέλος στον Friedrich Fried, μαθητή του Sombart. Κείμενα υψηλής επιστημονικής γνώσης και παιδείας. Ο μοναδικός χαρακτήρας αυτής της δημοσιογραφικής πρωτοβουλίας βρίσκει τον θεμελιώδη λόγο της στην έλλειψη προσοχής που είχε αναγνωρίσει ο «δεξιός» ριζοσπαστισμός για την οικονομική διάσταση. Ο εξοστρακισμός προς την οικονομία και την οικονομική σκέψη είχε ήδη διαταχθεί από τον Evola, στον απόηχο του Guénon και του Spengler.

Ο Evola είχε καταγγείλει ότι «ο σύγχρονος καπιταλισμός είναι τόσο ανατροπή όσο και ο μαρξισμός, γιατί η εποχή της αστικής πρωτοκαθεδρίας της οικονομίας περιείχε μια θεμελιωδώς αναρχική και αντιιεραρχική ιδέα, κάτι περισσότερο από μια  ανατροπή της κανονικής τάξης». Με άλλα λόγια ο Evola σχολιάζοντας τον Junger λέει: «δεν ήταν τόσο θέμα προτίμησης ενός οικονομικού συστήματος από το άλλο, επειδή  η οικονομία ως κατηγορία  ανήκει οπωσδήποτε στην αστική σκέψη, όσο  για να αναπτύξει την πεποίθηση ότι η οικονομία ήταν το βασίλειο των αρνητικών αξιών, άρα έπρεπε να υποταχθεί σε εξωοικονομικούς παράγοντες μέσα σε μια πολύ μεγαλύτερη και πληρέστερη τάξη, ώστε να δώσει στην ανθρώπινη ζωή ένα βαθύ νόημα».

Ωστόσο, είναι αμφίβολο εάν ο Evola δεν έκανε το μεγάφωνο θα έλεγα, για μια στάση που χαρακτήριζε εδώ και καιρό αυτήν την πολιτική κουλτούρα, για την οποία αυτή η άρνηση εξέφραζε μια πολύ βαθύτερη κλίση που είχε προηγουμένως διασχίσει όλες τις διάφορες αρθρώσεις της «αντιπλουραλιστικής δεξιάς» του εικοστού αιώνα, σύμφωνα με το ίδιον τον FredaΑκόμα κι αν δεν την συγκρίνουμε με τον επαναστατικό ανταγωνιστή  της, τον μαρξισμό, η  ιστοριογραφική μας υπόθεση είναι ότι αυτή η πολιτική κουλτούρα, είχε αποκαλύψει μια πολύ ωμή οικονομική σκέψη, μερικές φορές κατά προσέγγιση, όπου οι συγγραφείς αναφοράς ήταν πολύ λίγοι (περίπου αυτοί που ανθολόγησε το εν λόγω περιοδικό, με την προσθήκη του Ezra Pound και μερικών άλλων). Το να μιλάς για μια πραγματική «σωστή» οικονομική σκέψη της ριζοσπαστικής «δεξιάς» είναι πολύ δύσκολο. Η εντύπωση μας είναι ότι μερικές από τις πιο πρωτότυπες σελίδες των οικονομικών επιστημών μπορούν να εντοπιστούν, και να οδηγηθούν, στο πλευρό των αντισημιτικών συγγραφέων, ξεκινώντας από τον Sombart. Ο ίδιος ο κορπορατισμός κατήγγειλε μια «σπάνια θεωρητική συνέπεια», που προέρχεται από το γεγονός ότι «οδήγησε περισσότερο σε κριτική του φιλελευθερισμού παρά σε ένα νέο οικονομικό δόγμα».

Αυτή είναι μια γενικά αποδεκτή κρίση από την ιστοριογραφία, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Renzo De Felice είχε γράψει για ένα «παράλογο της προσποίησης του να γίνει ο κορπορατισμός ένα πραγματικό οικονομικό σύστημα που πρέπει να αντιτίθεται τόσο στο καπιταλιστικό (φιλελεύθερο ήταν προτιμότερο να πούμε) όσο και στο κομμουνιστικό». Το ερώτημα μιας σκέψης οικονομικής  που μόλις σκιαγραφήθηκε αφορά  λοιπόν, όλη την κουλτούρα της αντιπλουραλιστικής «δεξιάς», πριν από τον «δεξιό» ριζοσπαστισμό της δεύτερης μεταπολεμικής περιόδου.

Τώρα για να δούμε λίγο το θέμα αυτό αφού είναι σκόπιμο να παρατηρήσουμε την οικονομική σκέψη του «δεξιού ριζοσπαστισμού» και πάντα σύμφωνα με τον Freda:

"μπορεί να συνοψιστεί σχεδόν εξ ολοκλήρου στην πεποίθηση ότι  ως καπιταλισμός, η ιστορική εποχή στην οποία η οικονομία είχε απορροφήσει την πολιτική - με όλες  τις συνέπειες που συνεπαγόταν αυτή η απορρόφηση - διαβρώνοντας τις εξουσίες του έθνους κράτους, έγινε  πια όμηρος ενός ανεμοστρόβιλου και μη ελεγχόμενης πλέον κυκλοφορίας χρήματος και οικονομικών με μια "παγκοσμιοποιημένη" κλίση. Ήταν ζήτημα αποκατάστασης της πρωτοκαθεδρίας και προσανατολισμού στην πολιτική, στο όνομα των δικαιωμάτων της κοινωνίας και του κράτους.

Υπό αυτή την έννοια, ο Sombart, ο Costamagna, ο Pound, οι αντισημίτες όπως ο Feder, ο θεωρητικός της πάλης ενάντια στη «σκλαβιά του συμφέροντος», ερμηνεύτηκαν όλοι σύμφωνα με τους κανόνες ενός παραδοσιακού χαρακτήρα, σαν του Evola, του Spengler και του Guénon, που δεν ήθελε να αντιμετωπίσει  μια οικονομική σκέψη που γιόρταζε τις δόξες του ατομικισμού και του υλισμού. Ήταν θέμα να πάρουμε θέση ενάντια στο «ανύπαρκτο χρήμα», στο όνομα της «πραγματικής οικονομίας - της μόνης που ταιριάζει στο καλό της εθνικής κοινότητα".

Καμία παραχώρηση λοιπόν, στον μαρξιστικό κολεκτιβισμό και τον σοσιαλισμό, όπως συνέβη στο «η διάλυση του συστήματος». Ο «αντιδραστικός μηδενισμός» του Freda της δεκαετίας του 1990 προτίμησε, αν μη τι άλλο, να καταγγείλει την πρωτοκαθεδρία της δημοσιοοικονομικής πολιτικής και της οικονομίας (finanza , economia, οι όροι στα ιταλικά) ως το υψηλότερο σημείο παρακμής που επιτεύχθηκε από τη Δύση. Η ανάκαμψη μιας προοπτικής αξιοποίησης του εθνικού κράτους βρήκε τη αιτιολόγηση της διαπίστωσης ότι η νομισματική κυκλοφορία είχε γίνει ανεξάρτητη από τους ελέγχους και τις πολιτικές εξουσίες του κράτους. Επρόκειτο για: «υποστήριξη της προβολής της ιδέας του κράτους σε επίπεδο ιστορίας, υπεράσπιση της ουσιαστικής αξιοπρέπειας των θεσμών του και στον τομέα της οικονομίας και της δημοσιοοικονομικής (στόχος της οικονομίας είναι να καλύψει τις ανάγκες του  έθνους και αυτός  της δημοσιοοικονομικής για τον εξορθολογισμό της ανταλλαγής αγαθών)».

Με άλλα λόγια, η επιστροφή στην προσδοκία του έθνους - κράτους ήταν η απάντηση σε φαινόμενα που ξέφευγαν  ​​από τον έλεγχο της πολιτικής, όπως η δημοσιονομική και η μετανάστευση. Αν μελετήσουμε το πρόγραμμα του θα δούμε ότι  η θέση του Freda δεν ήταν εντελώς απομονωμένη. Και μάλιστα  αν σκεφτούμε ότι, την ίδια περίοδο  η κουλτούρα της πιο συνειδητοποιημένης  ριζοσπαστικής «Δεξιάς» κατέγραφε μια «πατριωτική αφύπνιση» που χαρακτηριζόταν από την αίσθηση της «εθνοτικής κοινότητας», ακόμη κι αν η δράση του κράτους έπρεπε να θεωρηθεί «εμπόδιο για την ελεύθερη επίγνωση της ταυτότητας του».

Μια ιδιαιτερότητα του προγράμματος του Fronte Nazionale συνίστατο στην υποστήριξη μιας γραμμής διαφορετικού «ρατσισμού» σχεδόν στην πιο αγνή του μορφή: «Ρατσισμός σημαίνει όχι περιφρόνηση για τις άλλες φυλές, αλλά πίστη στην δικιά σου φυλή, αναγνώριση της συγκεκριμένης μορφής ζωής που τη σηματοδοτεί, σεβασμός σε όλους τους δεσμούς, εσωτερικού και εξωτερικού, ανώτερου και κατώτερου που τη διατάσσουν».

Στον χώρο του «δεξιού» ριζοσπαστισμού υπήρχαν επίσης και πιο επιφυλακτικές θέσεις, όπως όταν υποστηρίχθηκε ότι «η διαφοροποίηση διεκδικεί τη σύνθετη φύση της στον κόσμο, θεωρείται πλεονέκτημα που πρέπει να διαφυλαχθεί  και σίγουρα όχι ιμπεριαλιστικό πρόγραμμα επέκτασης ή κυριαρχίας, ούτε θεωρεί επιθυμητό μια εθνική ομάδα ή φυλή ή κράτος κ.λπ., να καλλιεργεί όνειρα εκμετάλλευσης και καταπίεσης εις βάρος οποιουδήποτε, ούτε στοχεύει σε μορφές εσωτερίκευσης του άλλου». Σε κάθε περίπτωση, για τον Freda, ο φυλετισμός ήταν η αναγνώριση ότι «ο άνθρωπος δεν βασίζεται σε ένα τίποτα, αλλά έμφυτες και εγγενείς αλήθειες κυβερνούν την ψυχή του. Είναι ιδιότητες που δεν αποκτώνται στην πορεία της ζωής . Είναι ιδιότητες που λαμβάνονται από ανιόντες και μεταδίδονται στους απογόνους σύμφωνα με τον κανόνα της κληρονομικότητας και του χαρακτήρα».

Δεν είναι καθόλου απαραίτητο να επισημάνουμε ότι  για άλλη μια φορά, η αναφορά του  Freda ήταν ο Evola και για την ακρίβεια, εκείνα τα ρατσιστικά και αντισημιτικά γραπτά  του, περί τα τέλη του 1930, (πάνω  στην επίδραση του μαθήματος του εθνικοσοσιαλιστή ανθρωπολόγου Clauss), που θεωρητικοποιήθηκε ρητά με την  πεποίθηση ότι δεν υπήρχαν φυλετικές ιεραρχίες, καθώς όλες οι φυλές έπρεπε να θεωρούνται «ανώτερες». Και όμως, δεδομένου ότι ο διαφορετικός «ρατσισμός» εξακολουθεί να παραμένει «ρατσισμός», με την έννοια ότι η διαφοροποίηση αποτελούσε το αρχικό στάδιο μιας διαδικασίας που έτεινε να ταξινομήσει τους άνδρες σε φυλές, ήταν προφανές ότι μόνο «οι πνευματικά και ηθικά πιο αγνές ομάδες της λευκής φυλής αναγνώρισαν το καθήκον της τάξης, μέσω της ανισότητας των φυλών, και της διακυβέρνησης, μέσω της διαφοράς των γενεαλογιών, του κινήματος για τη συνολική ενοποίηση του ανθρώπινου γένους».

Σίγουρα η φυλετική θεωρία κατά τον Freda, είχε αλλάξει κάπως από την δεκαετία του ‘30 και τους θεωρητικούς της όπως οι Rosenberg, Gobineau, Chamberlain. Η «Φυλή» ήταν η έλευση της στιγμής του μύθου ως μια διαίσθηση της αυθεντικότητας του όντος που φαινόταν πνιγμένο στο γίγνεσθαι της Ιστορίας: «Η φυλή δεν πρέπει να συζητηθεί, να αντιμετωπιστεί, αν ποτέ να αντικατοπτριστεί. Η φυλή είναι αίμα, είναι νεύρο. Δεν θέτει ερωτήματα. Είναι ένα στοιχείο, όπως ο αέρας, όπως ο ήλιος, όχι ένα θέμα. Ή υπάρχει ή δεν υπάρχει. Ή δεν το έχεις ή το έχεις» … αναφέρει χαρακτηριστικά.

Παρόλο που το κίνημα του Freda δεν κράτησε πολύ, λόγω των νομικών παγίδων από το καθεστώς, άλλωστε αυτή είναι και η αστική δημοκρατία, παρόλο  λοιπόν την σύντομη ιστορία του, άφησε βαθιά χαραγμένο πνεύμα, βασισμένο σε μελέτες, έρευνες και σημαντικά άρθρα που δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να καταρρίψει. Άλλωστε η επιτυχία του σε αυτό το επίπεδο ήταν ότι προσπάθησε να παντρέψει τις δυνατές θεωρίες των διανοούμενων της λεγόμενης ριζοσπαστικής «δεξιάς», με τις απαιτήσεις των καιρών, αφού είχε  ήδη μπει η δεκαετία του 1990 και πολλά είχαν αλλάξει από το 1969 και το επαναστατικό «Η Διάλυση του Συστήματος». Αλλά ο στόχος ήταν πάλι αυτός: Η διάλυση του συστήματος!


Τα άγνωστα θραύσματα της ιστορίας: όταν η «κόκκινη» λύσσα της RAF επανέφερε την «φαιά» κληρονομιά των «Ταγμάτων Εφόδου» - «Baader - Meinhof - Gruppe» - «Οι Κόκκινοι Werewolves* που άργησαν;» ή μια μεταπολεμική αναλαμπή του Γερμανικού «αριστερού εθνικισμού;» (απόσπασμα από το άρθρο «Το αίνιγμα RAF: Avantgarde της Τρομοκρατίας ή ριζικός Γερμανικός εθνικισμός;» που δημοσιεύτηκε στο https://allenaki.wordpress.com/)

Τα μέλη της RAF Astrid Proll και Irene Goergens δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό να μπουν σε γνωστό εθνικοσοσιαλιστικό μπαρ στην περιοχή  Charlottenburg του Βερολίνου το 1970 για να αγοράσουν τα πρώτα όπλα της οργάνωσης. 

Τα άγνωστα θραύσματα της ιστορίας: όταν η «κόκκινη» λύσσα της RAF επανέφερε την «φαιά» κληρονομιά των «Ταγμάτων Εφόδου» - «Baader - Meinhof - Gruppe» - «Οι Κόκκινοι Werewolves* που άργησαν;» ή μια μεταπολεμική αναλαμπή του Γερμανικού «αριστερού εθνικισμού;»

 (απόσπασμα από το άρθρο «Το αίνιγμα RAF: Avantgarde της Τρομοκρατίας ή ριζικός Γερμανικός εθνικισμός;» που δημοσιεύτηκε στο https://allenaki.wordpress.com/)

*σχετική αναφορά για τους Werewolves στον σύνδεσμο εδώ

Μια συγκινητική απόφαση της Ulrike που σήμερα θα την καταδίκαζαν ως «φασιστική πράξη» οι σύγχρονοι antifa, οι τελευταίοι θεωρούν άλλωστε την βρεφοκτονία ως έσχατη μορφή έκτρωσης ... όπως γράφουν στις αφίσες τους ενώ αναπαράγουν πλήρως το αφήγημα του εθνομηδενισμού: αποφάσισε να δεσμευτεί ολοκληρωτικά στην ένοπλη πάλη και αντελήφθη ότι δεν μπορούσε πια να ασχολείται με τα παιδιά της, προσπάθησε να τα εισάγει σε ένα ορφανοτροφείο για παιδιά Παλαιστινίων, με την πρόθεση να τα πάρει από ένα περιβάλλον όλο και πιο αποπνικτικό και να μεγαλώσουν μέσα στο αίσθημα του αγώνα για εθνική απελευθέρωση, του οποίου η αντί - σιωνιστική και αντί - αποικιοκρατική εμπροσθοφυλακή ήταν εκείνη την εποχή η παλαιστινιακή αντίσταση. 

Πρόλογος του Μαύρου Χμερ:

Οι συνεργασίες αντιδημοκρατών και ελευθεριακών μέσα στον κύκλο Προυντόν ή οι κοινές δημόσιες συζητήσεις κομμουνιστών του KPD και εθνικοσοσιαλιστών του NSDAP μπροστά σε ένα ετερόκλητο πλήθος - με δυνατότητα ερωτήσεων και απαντήσεων (...) αν και ο κανόνας της εποχής ήταν οι συμπλοκές όπως μπορείτε να διαβάσετε μια συγκλονιστική περιγραφή εδώ - στην Γερμανία της Βαϊμάρης, ανιχνεύουν για κάποιους τις άγνωστες ιστορικές κορυφές στην γεωγραφία των ιδεών. Η κριτική του καπιταλισμού και το πάθος για την καταστροφή της πλουτοκρατίας ονομάστηκε από τον Γάλλο Φασιστή Robert Brassilach λίγο πριν εκτελεστεί από τους δημοκράτες - λόγω των άρθρων του - ως μια ιδέα που είναι ποίηση, ένας Φασισμός «άνευ συνόρων μεγαλειώδης και κόκκινος». Ετούτη η προφητεία βρήκε σε διαφορετικά σημεία του ορίζοντα την εκπλήρωση της. 

Από τις εφεδρικές στρατιές του Λαϊκού Στρατού της Βόρειας Κορέας - φανατικού εχθρού του Ισραήλ όπως μπορείτε να διαβάσετε εδώ - μέχρι τα υψίπεδα της Βολιβίας του Περού - δείτε εδώ - και της Αργεντινής που συμπαρατάχθηκαν οι σοσιαλιστές με τους εθνικοσοσιαλιστές και πολέμησαν μαζί την αστική ακροδεξιά και τους ανθρώπους της Ουάσιγκτον, από τις ερήμους της Συρίας και τους μασκοφόρους μαχητές του SSNP που πολέμησαν δίπλα στους αριστερούς πατριώτες της άλλης «Μεγάλης Ελλάδος», μέχρι τις κλαγγές των όπλων των εθνικοεπαναστατών ένοπλων υπερασπιστών της Δούμας του ’93 - σχετικός σύνδεσμος εδώ - που στάθηκαν όλοι μαζί απέναντι στους ακροδεξιούς με τα τεθωρακισμένα και τους σιωνιστές ολιγάρχες καθοδηγητές του Γιέλτσιν, από τις μυστικές αποστολές όπλων που οργάνωσαν μέλη της ΕΔΑ και στάλθηκαν γερμανικά λάφυρα στον Στρατηγό Γρίβα για τον αγώνα της Ένωσης στην Κύπρο και την ΕΟΚΑ μέχρι τις λυσσαλέες κοινές μάχες Ιταλών νεοφασιστών - ανάμεσα τους υπήρχαν και Έλληνες μέλη του ΕΣΕΣΙ - και Ιταλών «κινεζόφιλων» στα πανεπιστήμια της Ιταλίας απέναντι στην αστυνομία και την ασφάλεια, αναδύεται μπροστά μας μια «Φαιοκόκκινη» οπτική της ένοπλης αντίστασης απέναντι στον κοινό εχθρό τον αιώνιο τραπεζίτη, τον παντοτινό εκμαυλιστή ψυχών και συνειδήσεων. 


"Η εθνικόφρων Ελλάς πολέμησε και τον Μαύρο και τον Κόκκινο Φασισμό"

[Σλόγκαν της στρατιωτικής κυβέρνησης του ‘67] 

Πολλά τα ιστορικά παραδείγματα λοιπόν και τα παραπάνω είναι μόνο μερικά από αυτά αν και σε πολλούς άγνωστα, όπου οι αντίπαλες «όχθες» όταν αφαίρεσαν τις παρωπίδες, προτάξανε τον κοινό αγώνα απέναντι στον παγκόσμιο δυνάστη και καθάρισαν μέσω της αλλαγής διεύθυνσης του ρεύματος την αστική «κόπρο του Αυγεία». 

Ακόμη και σήμερα που το αίμα και το μίσος χωρίζει ανθρώπους της ίδιας καταγωγής στην αποικία που ονομάζεται Ελλάς, υπάρχουν τα τελευταία χρόνια απαστράπτουσες μελανοπόρφυρες «συνθέσεις αντικρατικής διάθεσης» με παραδείγματα αγώνων για απαιτήσεις σχετικά με την οικολογία, τα κοινωνικά ζητήματα αλλά και τις εθνικές αξίες. Δεν είναι τυχαίο ότι οι κομματικές εφεδρείες του συστήματος (βλέπε ΚΚΕ) είτε υπερασπίστηκαν την ασφάλεια του κτιρίου της βουλής σε κρίσιμες στιγμές είτε σαμποτάρισαν κάθε πιθανότητα συνεννόησης μεταξύ των αντιπάλων που έτυχε να βρεθούν στο ίδιο μετερίζι. 

Επειδή όμως πολλές φορές «απ' αγκάθι βγαίνει ρόδο κι από ρόδο βγαίνει αγκάθι» συμβαίνει κάποιες φορές να «ξύσεις» τον τοίχο του πολιτικού αντιπάλου και να ανακαλύψεις με έκπληξη ότι τελικά πίσω από το «κόκκινο» στο τέλος κάποιες φορές βρίσκεις το «φαιό», και το «φαιοκόκκινο» τελικά είναι ο εφιάλτης του συστήματος όπως αποκαλύπτουν άλλωστε οι εκθέσεις των υπηρεσιών, οι φόβοι των συντακτών του γνωστού «Ιού» αλλά και οι δημοσιεύσεις δεξιών και ακροδεξιών δημοσιογράφων και παραγόντων που μισθώνονται από πρεσβείες ξένα ιδρύματα και φυσικά το κράτος. 

Κάποιοι θα ονομάσουν πρόχειρα την σύμπλευση αυτή είτε σε παγκόσμιο επίπεδο είτε σε ευρωπαϊκό και εθνικό ως «αναρχοφασισμό» - σχετικό άρθρο στον σύνδεσμο εδώ - κάποιοι άλλοι ως «εθνικομπολσεβικισμό» - που στην Γερμανία εμφανίστηκε δυναμικά σε ένα ιδιαίτερο περιβάλλον - ενώ ο πιο σωστός όρος για το άρθρο που ακολουθεί - αν και τα λεκτικά καλούπια πολλές φορές δεν επεξηγούν την ουσιώδη σκέψη - είναι ο «Ναζί - Μαοϊσμός». 

Μαζί με το άρθρο αυτό αναδεικνύεται επίκαιρο όσο ποτέ και αναγκαίο να προμηθευτείτε το αιρετικό βιβλίο του Πλατωνιστή και μαθητή του Evola, του Ιταλού διανοητή και εκδότη Franco Freda από τις εκδόσεις «Λόγχη», το οποίο να σημειωθεί ότι εκδόθηκε με την αμέριστη συνδρομή της συντακτικής μας ομάδας και ήδη έσπευσαν να το προμηθευτούν σε ελάχιστες ημέρες δεκάδες συναγωνιστές και αναγνώστες.

Το έργο αυτό επαναφέρει στην μνήμη πολλών την ιστορική συνεργασία (βραχύβια κάποιες στιγμές δυναμική αλλά και επαναλαμβανόμενη) της ένοπλης «άκρας αριστεράς» με τους ένοπλους εθνικοεπαναστάτες «φασίστες» και την «φράξια» της «Τρίτης Θέσης» στην καρδιά της Ευρώπης. 


2103611590

info@logxi.com

Μια «τάση» που πολλοί ήθελαν και προσπάθησαν να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος απέναντι στην καταναλωτική κοινωνία και την τραπεζική ασυδοσία, ενώ ακόμη περισσότεροι την πολέμησαν για τα δικά τους συμφέροντα. Τελευταίο πολεμικό γεγονός που πολλοί παραβλέπουν για λόγους που όλοι γνωρίζουμε, η μάχη στην Ουκρανία όπου τα πολιτικά εγγόνια του Στεπάν Μπαντέρα οι εθελοντές εθνικιστές πολεμούν στο ίδιο μέτωπο - και έχουν πολλές φορές υπό τον επιχειρησιακό έλεγχο τους λόγω εμπειρίας - με τα τμήματα εθελοντών των πολιτικών εγγόνων του Νέστορ Μαχνό, αφού απέναντι στην εισβολή των ολιγαρχών του Κρεμλίνου και των Τσετσένων οι αιματηρές διαφορές παραμερίστηκαν ... και η υπεράσπιση της Πατρίδας και του Λαού πήρε την κορυφαία θέση στο αξιακό τους επίπεδο. 

Τα παιδιά των «καταραμένων» μελών του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος της Γερμανίας (όπως αυτό διαμορφώθηκε στις συνθήκες που επέβαλλε ο Χίτλερ μετά το 1934) μπορεί να μην κατάφεραν να «αποτοξινωθούν» πλήρως από τον κρατικό «αντιφασισμό» που επέβαλε στα πλαίσια της γενικής υποδούλωσης και αναμόρφωσης η τετρακέφαλη κατοχική αρχή, αλλά στο συλλογικό υποσυνείδητο τους - και μάλιστα σε συνθήκες καπιταλιστικής ανάπτυξης της Δυτικής Γερμανίας - διατήρησαν την φλόγα του αντικρατισμού και κυρίως του έμπρακτου αντισιωνισμού έστω και από μια θολή αριστερή οπτική. 

Η «Κόκκινη Βαλκυρία» της RAF (Rote Armee Fraktion) και φανατική υποστηρίκτρια της εθνικής υπόθεσης της Παλαιστίνης, η Ulrike Meinhof («πολύ σκληρή για τα δόντια των απανταχού σιωνιστών» & «κόκκινη στην πράξη - μαύρη στην καρδιά» όπως έγραψαν στα σχόλια του άρθρου εδώ το οποίο προκάλεσε αντιδράσεις στις τάξεις των αντιφασιστών) τελικά ίσως ήταν πιο κοντά στις δικές μας ιδέες από ότι σε αυτές κάποιων εκ των πολλών εμβληματικών συντρόφων της που τελικά προσκύνησαν και ξεπουλήθηκαν στο σιωνιστικό σύστημα ...

«Όποιος δεν οπλίζεται πεθαίνει, όποιος δεν πεθαίνει θάβεται ζωντανός μέσα στις φυλακές, τα σωφρονιστικά ιδρύματα, μέσα στα θλιβερά τσιμεντένια κελιά»

Δεν είναι άλλωστε τυχαία η διαμάχη της εποχής εκείνης για το αν τελικά τα μέλη της οργάνωσης ήταν αναρχικοί η μαρξιστές. Κάποιοι ευκαιριακοί υποστηρικτές τους παρά την επίδραση που είχαν από τις ιδέες των Σαρτρ, Μαρκούζε, Ράιχ και Φρόυντ και οι κομματικοί ινστρούχτορες που έσπευσαν να εκμεταλλευτούν την φήμη τους και έτρωγαν στην ασφάλεια του σπιτιού τους τα λεφτά του ανατολικογερμανικού κόμματος, ψέλλιζαν χαμηλόφωνα για να μην τους ακούσουν οι κοριοί «μήπως δεν είναι δικοί μας και είναι τελικά φαιοκόκκινοι μελανοχίτωνες;» ζαλισμένοι μπροστά στην λύσσα των ένοπλων μελών για άμεση εκδίκηση και πλήρη εκμηδένιση του αντιπάλου.  Φοβούνταν όμως να δουν το προφανές και την σκληρή αλήθεια. Ότι το μίσος για τον καπιταλισμό και την αμερικανική κατοχή κάλυπτε τελικά πλήρως τον στείρο δογματισμό. 

Και η αποκάλυψη της στείρας δογματικής σκέψης θυμίζει τα προφητικά λόγια του Otto Strasser για τους Μαρξιστές: «Εσείς οι μαρξιστές αναφερόσαστε πάντοτε στις θεωρίες του Μαρξ. Ο Μαρξ όμως δίδασκε, ότι η θεωρία επαληθεύεται μόνο από την πράξη. Εσείς όμως προβάλλετε πάντοτε εξηγήσεις για τις ήττες της εργατικής Διεθνούς. Ο μαρξισμός σας απέτυχε: Για την ήττα στα 1914 έφταιγε η “αποστασία της Σοσιαλδημοκρατίας”, για το 1918, η “προδοτική πολιτική της” και οι αυταπάτες της. Και τώρα έχετε πάλι έτοιμες τις “εξηγήσεις” για το γεγονός, ότι στην παρούσα παγκόσμια κρίση οι μάζες στρέφονται δεξιά κι όχι αριστερά. Μα οι εξηγήσεις σας δεν αλλάζουν το γεγονός της ήττας. Πού λοιπόν στα τελευταία 80 χρόνια επαλήθεψε η πράξη τη θεωρία της κοινωνικής επανάστασης; Το βασικό σας λάθος είναι, ότι αρνιόσαστε την ψυχή και το πνεύμα ή το γελοιοποιείτε, και πάντως δεν το καταλαβαίνετε». 

Σε συνδυασμό με την Βόρεια Τευτονική καταγωγή των μελών της ένοπλης αυτής κίνησης, ένα νέο είδος «τρομοκρατίας» γεννιόταν. Μια μαζική οργάνωση παιδιών που πέρασαν πολλά δεινά σε μικρή ηλικία (τα παιδιά του Χίτλερ τους ονόμασαν) με γονείς που ήταν μέλη του Γερμανικού εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος και στρατιώτες στο μέτωπο, κληρονόμησαν  όμως αναλλοίωτη στην συνείδηση τους και στην καρδιά τους την αλήθεια της αντιδημοκρατικής ιδεολογίας απέναντι στους διάσημους εχθρούς, τους μεταπράτες της ιστορίας τους εμπόρους των εθνών και τους εισβολείς της Γερμανίας. 

Οι σύγχρονοι «Λυκάνθρωποι» που βρήκαν οικονομική και οργανωτική ενίσχυση στις δομές της Ανατολικής Γερμανίας από τους αντισιωνιστικούς κύκλους των στρατιωτικών πρώην εθνικοσοσιαλιστών - δείτε τον σύνδεσμο εδώ - μπορεί να είχαν μια κόκκινη αφετηρία σκέψης αλλά τελικά κατέληξαν να είναι ένα σύμβολο του παγκόσμιου αντισιωνισμού και μια ιστορική πραγμάτωση της «όσμωσης» των «άκρων» όπως χαρακτηρίζουν πολλοί τους εξεγερμένους «τρελούς» και τους ρομαντικούς «πεσιμιστές». 

Μέσα από τις συνθήκες της αμφισβήτησης και της σύγκρουσης με τις γνωστές ιδεοληψίες, σε μια περίοδο που ο Γκεβαρισμός και το Βιετνάμ επανατοποθετούσαν στο πεδίο της σκέψης και της δράσης την ένοπλη πάλη, κάποιοι προσπάθησαν να τους ταυτίσουν με ιστορικές ταμπέλες που στην τελική δεν έλεγαν τίποτα. Οι εχθροί τους αποδείχτηκαν ανίκανοι να καταλάβουν ότι είναι δύσκολο να μην αποδεχτεί ο ένοπλος την ζώσα μνήμη του έθνους όταν αυτή κυλάει στις φλέβες του. 

Φυσική κατάληξη της απογοήτευσης που επέβαλλε στην συνέχεια η «Νέα Αριστερά» ήταν η μετέπειτα στρατολόγηση μελών της οργάνωσης σε εθνικοεπαναστατικές οργανώσεις με κορυφαίο παράδειγμα τον Horst Mahler ο οποίος παρά τις πολλές ενδείξεις - αλλά όχι αποδείξεις - για συνεργασία με την Στάζι κατέληξε να αναδειχθεί σε κορυφαία μορφή - σχετικός σύνδεσμος εδώ - της σύγχρονης γερμανικής εθνικής αντίστασης γεγονός που προκάλεσε την οργή των antifa και του συστήματος. Μια φυσική διαδρομή για αυτούς τους αμετανόητους της Ευρώπης που μπορούν να νιώσουν τον Ανίκητο Ήλιο με τον ίδιο τρόπο είτε στον μουντό καιρό του Βερολίνου και τις φυλακές της Σοσιαλοδημοκρατίας είτε στις πεδιάδες της κοιλάδας Μπεκάα και τα Παλαιστινιακά στρατόπεδα εκπαίδευσης. 

Το παρακάτω άρθρο αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της ένοπλης ιστορίας για τις οποίες δεν τολμάει να μιλήσει κανείς, είτε σε «συνελεύσεις» είτε σε «συγκεντρώσεις», όπως ονομάζουν τον οργανωτικό αυτοπεριορισμό τους οι σύγχρονοι ακροαριστεροί αλλά και οι ακροδεξιοί.  

Για μια «Φαιά» και «Κόκκινη» Πατρίδα αξίζει να ονειρευτούμε και να πράξουμε, άλλωστε για εμάς το σύμβολο του Σοσιαλισμού είναι το Κόκκινο του αίματος που συνταιριάζει με το Μαύρο των Επαναστατικών Δεσμών Μάχης.

 Σχετικό άρθρο στα γερμανικά εδώ και ολόκληρο το άρθρο από την ελληνική πηγή εδώ

 Εισαγωγικό σημείωμα και μετάφραση: Χάϊλ & Τζάβελιν

«Η εν γένει περιγραφή της RAF είναι «ακροαριστερή τρομοκρατική οργάνωση στην Δυτική Γερμανία, με 33 ή 34 φόνους στο ενεργητικό της». Στόχοι της υπήρξαν μέλη του κρατικού απαράτ: της πολιτικής, της οικονομίας, της δημόσιας διοίκησης, αστυνομικοί, τελωνειακοί, τραπεζίτες, εισαγγελείς, πρόεδροι εργοδοτικών ενώσεων, ο Αμερικανός διοικητής του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη και μετέπειτα υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ, Αμερικανοί  στρατιώτες. Ενέργειες: ανατινάξεις, ληστείες τραπεζών (σε μία περίπτωση μόνο λεία 600.000 μάρκα), απαγωγές με ομηρίες και νεκρούς και από τα δύο μέρη, ανατινάξεις καταστημάτων κράτησης και επεισοδιακές αιματηρές απελευθερώσεις εγκλείστων συντρόφων τους, αεροπειρατείες με ομηρίες, διαφυγές στη Μέση Ανατολή και εκπαίδευση σε στρατόπεδα, ομαδικές «αυτοκτονίες» στη φυλακή υψίστης ασφαλείας του Στάμχαϊμ, απαγωγή του μεγαλοβιομηχάνου Σλάϊερ και προέδρου των Γερμανικών Εργοδοτικών Οργανώσεων, βομβιστικές απόπειρες με περισσότερους από 200 τραυματίες, απόπειρα κατά του Αλεξάντερ Χέϊγκ, ο οποίος γλύτωσε χάρις στην τριπλή θωράκιση της λιμουζίνας του, κ.α.»

Η συνολική στρατηγική της RAF ήταν προσανατολισμένη στην αντίθεση προς το κράτος. Και είναι αυτή η στρατηγική που αναπόφευκτα θα οδηγούσε στην μιλιταριστική κλιμάκωση, καθώς δεν πρέπει να ξεχνούμε πως επρόκειτο για μια οργάνωση Τευτόνων. Η τρομοκρατία της RAF ακροβατούσε στο μεταίχμιο μεταξύ κατηγοριών για «ναζί» και «εθνικοεπαναστατικών» νύξεων. Συχνά οι εκπρόσωποι της μυγιάγγιχτης δεξιάς αναφέρονται στην «αριστερή τρομοκρατία», κάνοντας τη διάκριση μεταξύ της αριστερής βίας της Αντίφα και της «πραγματικής» αριστερής τρομοκρατίας. Η συστημική δεξιά θεωρεί απολύτως «φυσικό» το νήμα που συνδέει την τρομοκρατία της RAF με την βία των Αντίφα, που ωστόσο κατά τους επιπόλαιους αναλυτές καταφεύγουν για διάφορους άλλους λόγους σε μια ελάχιστη βία. Η ιδεολογία και τα κίνητρα της RAF δεν έχουν αναλυθεί από τους αστικο-πατριωτικούς κύκλους, διότι μια σοβαρή ανάλυση θα τεκμηρίωνε την μηδενική «ιδεολογική» συνάφειά  της με την Αντίφα. 

Είναι βολικό να παρουσιάζεται η RAF ως μια εκλεκτικιστική και χωρίς ιδεολογία οργάνωση στην καλύτερη, ως ένα συνονθύλευμα ακραίων και ψυχολογικά ανερμάτιστων που «βολόδερναν στην μεταπολεμική Δυτική  Γερμανία εξ αιτίας της χαμένης γενιάς των πατεράδων τους», ως ένα τρομοκρατικό αριστερό κτήνος, στην χειρότερη. Για τους Δεξιούς Συντηρητικούς της Γερμανίας στο φάσμα που αρχίζει από το Afd χωρίς Χίτλερ και καταλήγει στον «ιδεολόγο» του NPD με Χίτλερ, η RAF εξακολουθεί να είναι  φόβητρο. Το πρώτο ακούγεται λογικότερο από το δεύτερο μόνο και μόνο γιατί οι περισσότεροι νομίζουν πως μια αστική δημοκρατία χωρίς Χίτλερ είναι καλύτερη από μία με Χίτλερ. Μια «δημοκρατία με Χίτλερ» είναι βεβαίως εξίσου ανόητη όσο και μία «δημοκρατία με Στάλιν». Το τι ήθελε η ίδια η RAF και ποιοί ήταν οι στόχοι της παρουσιάζεται κατά το μάλλον ή ήττον διαστρεβλωμένο σε ένα κοινό που αντιδρά ως το σκυλάκι του Παβλόφ σε εύπεπτα τσιτάτα. 


Το ιστορικό της RAF στην ηλεκτρονική βίβλο των αστών περιλαμβάνει συνοπτικές  αναφορές στα πεπραγμένα και στη δράση της, χωρίς κανένα ή σχεδόν κανένα ουσιώδες και συγκροτημένο στοιχείο για την πραγματική ιδεολογία της, πλην των βερμπαλισμών του συρμού για «μαοϊσμό, λενινισμό - μαρξισμό, κομμουνισμό και αντιϊμπεριαλισμό». Το τελευταίο ήταν το στοιχείο που την ξεχώριζε. Όσοι αναζητούν την αλήθεια πίσω από ομιχλώδη παραπετάσματα έχουν στη διάθεσή τους εκτενή βιβλιογραφία (εκατοντάδες βιβλία, ταινίες και ντοκιμαντέρ, άπειρα δημοσιεύματα του συρμού αλλά και της ερευνητικής δημοσιογραφίας, ώστε να κατατοπισθούν). Υπάρχουν τα πολύ γνωστά, αναλυτικά και κατατοπιστικά βιβλία των Στέφαν Άουστ και Βίλλυ Βίνκλερ: «Το σύνθετο φαινόμενο Μπάαντερ - Μάϊνχοφ» και «Η ιστορία της RAF» (πηγές hoffmann-und-campe.de/buch-info/der-baader-meinhof-komplex-buch-8324/ και rowohlt.de/taschenbuch/willi-winkler-die-geschichte-der-raf.html

RAF και θεωρίες συνωμοσίας

Ασφαλώς κυκλοφορούν και για την RAF θεωρίες συνωμοσίας του τύπου «Η RAF δεν υπήρξε καν», που υπαινίσσονται πως πίσω από όλους και απ’ όλα κρύβονταν οι δυτικές μυστικές υπηρεσίες, ή η Στάζι. Εκδόθηκαν βιβλία, όπως το μπεστ σέλλερ «Το φάντασμα RAF - Οικονομικοί Τρομοκράτες» (The RAF–Phantom–Wirtschaft–Terroristen) που σκιαγραφεί αδρά την RAF ως ένα «φάντασμα» το οποίο δημιούργησαν νατοϊκοί κύκλοι. Κυκλοφόρησαν απόρρητα έγγραφα της ARD που «βλέπουν» την Στάζι πίσω από την RAF (πηγή amazon.de/Das-RAF-Phantom-Wirtschaft-Terroristen/dp/3426800101)

«Εντελώς» αυτού του είδους οι υποθέσεις και θεωρίες δεν είναι απορριπτέες. Είναι γνωστά λόγου χάριν τα δημοσιεύματα για την «RAF της Ιταλίας» (Κόκκινες Ταξιαρχίες) και την ανάμιξή τους στην δολοφονία του απαχθέντος πρώην Ιταλού πρωθυπουργού Άλντο Μόρο. Αυτά τα δημοσιεύματα που κατά καιρούς επανέρχονται, υπαινίσσονται πως «ίσως» και να μην ήταν αριστεροί τρομοκράτες οι δράστες της απαγωγής και της δολοφονίας του Άλντο Μόρο, αλλά μια νατοϊκή δομή, η διαβόητη Gladio («Προβιά»). Οι «φήμες» σέρνονταν για πολλά χρόνια και πυροδοτήθηκαν πάλι το 2018, όταν στον Ιταλικό τύπο δημοσιεύθηκε μια φωτογραφία από τη σκηνή της απαγωγής του Άλντο Μόρο, στην οποία ένας από τους εικονιζόμενους απαγωγείς αποκαλύφθηκε αργότερα πως ήταν γνωστός πράκτορας των Ιταλικών μυστικών υπηρεσιών με στενές επαφές με την CIA.

Αυτό δεν έγινε ευρέως γνωστό στην Γερμανία, αλλά στην Ιταλία έκανε πάταγο και πυροδότησε άλλη μία, παλαιότερη «θεωρία» βάσει της οποίας μπορεί να αποδειχθεί ότι το υποτιθέμενο «κρυσφήγετο» των «αριστερών τρομοκρατών απαγωγέων» του Άλντο Μόρο δεν είχε ενοικιασθεί από «αριστερούς τρομοκράτες», αλλά από πράκτορες των Ιταλικών μυστικών υπηρεσιών. Σύμφωνα με τα «στοιχεία» που σήμερα θα αποκαλούσαμε πρώϊμα fake news θα μπορούσε αυτό να είναι «αληθές». Η αριστεροδεξιά κυβέρνηση της Ιταλίας (Σαλβίνι - Γκρίλο) το 2018 ουδέποτε επέδειξε το απαιτούμενο πολιτικό σθένος για να διαλευκάνει την υπόθεση, διότι μια έρευνα χωρίς στεγανά και με ανοιχτή κάθε πιθανότητα αποτελέσματος θα μπορούσε και να κατέληγε σε κάποιο πρωτοφανές μεν αλλά απολύτως ρεαλιστικό συμπέρασμα που δεν θα ηχούσε «εξωφρενικό» και παράλογο: «Μια δομή του ΝΑΤΟ σκότωσε έναν Ιταλό Πρωθυπουργό, φορώντας την «Προβιά» της «αριστερής τρομοκρατίας». 

Εκτός του κενού περιεχομένου όρου περί της «αριστερής»  τρομοκρατίας της RAF, που πέραν του ηθικοπλαστικού συνοδευτικού κηρύγματος για τους «ακροαριστερούς» εγκληματίες δεν έχει να πει τίποτα άλλο, υπάρχουν και οι ιδεολογικές απόψεις για την RAF, είτε από αστικούς κύκλους (π.χ. από  το εκδοτικό συγκρότημα Σπρίνγκερ), είτε από αριστερούς αντιγερμανικούς αντεθνικούς κύκλους αλλά και από εκείνους που τότε ήταν οι ίδιοι εκεί (στην RAF) ή σε κάποιον από τους «περίγυρούς» της και σήμερα κινούνται στον χώρο της «εθνικής Δεξιάς» και που τότε έβαζαν θετικό πρόσημο στην βία της (όπως οι: Μάλερ, Όμπερλερχερ, Ραμπέλ, Μποέκελμαν, κ.α.). 

Ουκ ολίγοι αριστεροφιλελεύθεροι συστημικοί γνωστοί πολιτικοί επίσης, θεωρήθηκαν ύποπτοι για κάποιου είδους «ένταξη» στον περίγυρο υποστηρικτών της RAF. Π.χ., ο μετέπειτα Υπουργός Εξωτερικών της τότε ακόμα Ομοσπονδιακής (Δυτικής) Γερμανίας, ο πολύ γνωστός στους Έλληνες από τον ρόλο του στον βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας «Γιόσκα» Φίσερ, αλλά και ο αποτυχών υποψήφιος Καγκελάριος του SPD, Στάϊνμπρυκ, ο οποίος σε νεαρή ηλικία είχε δεχθεί αιφνίδια έρευνα στην οικία του, με την κατηγορία πως ήταν «υποστηρικτής» της RAF. Επίσης, ο συνήγορος της RAF στο δικαστήριο, ο Όττο Σίλυ, που χρίσθηκε αργότερα Υπουργός Εσωτερικών της Ομοσπονδιακής Γερμανίας, είχε κατηγορηθεί για σύμπτωση στόχων με αυτών της RAF. Κατηγορήθηκε επίσης και ο Στροέμπελε, μετέπειτα βουλευτής των Πράσινων και διαχρονικός αριστερός γυρολόγος που κατέληξε στην «Ελιά» της Γερμανίας … (ομοιότητα με την «Ελιά» του Σημίτη θα ήταν φαντασιοπληξία …) 

Η τέλεση από την RAF εγκλημάτων ιδωμένων μέσα από το ηθικοπλαστικό πρίσμα δεν λέει και πολλά. Ή μάλλον, λέει τόσα, όσα λένε και οι παρισινές γκιλοτίνες. Με άλλα λόγια, αν δύο, τρεις μαζευτούν και σκοτώσουν έναν (πολιτικό) αντίπαλο, είναι δολοφόνοι και πρέπει να τους «φάει το μαύρο σκοτάδι» (τα Λευκά Κελιά εν προκειμένω). Εάν όμως χιλιάδες Ροβεσπιέροι στήσουν λαιμητόμους έξω από τη Βαστίλη, τότε είναι Γαλλική Επανάσταση. Και Δημοκρατία. Η κατηγορία περί τέλεσης εγκλημάτων είναι τόσο κενή περιεχομένου στην πολιτική όσο και ο όρος «ακροαριστερή» και αριστεροεθνικιστική τρομοκρατία του IRA ή της ΕΤΑ. Κάθε φόνος είναι έγκλημα άλλωστε. Οι δύο οργανώσεις (IRA και ΕΤΑ) που ξεκάθαρα ανήκαν στο εθνικιστικό φάσμα της «αριστερής τρομοκρατίας» - «παρήγαγαν» στη διάρκεια της δράσης τους κατά των εκάστοτε κατοχικών δυνάμεων των χωρών τους πολύ περισσότερους νεκρούς από όσους «παρήγαγε» σε 30 χρόνια η RAF και μάλιστα με πολύ πιο ωμή βία, διότι ο IRA είτε εκτελούσε με συνοπτικές διαδικασίες τους «προδότες» είτε στις «ανώδυνες» περιπτώσεις «απλώς» τους πυροβολούσε στα γόνατα. 

Για προφανείς λόγους καμία από τις δύο ανωτέρω οργανώσεις ένοπλου αντάρτικου πόλης δεν μπορεί να συγκριθεί με την RAF. Αφ’ ενός ο IRA απολάμβανε μαζική υποστήριξη από τον κοινωνικό περίγυρο, έχοντας «μαγεύσει» όλους σχεδόν τους καθολικούς κατοίκους της Βόρειας Ιρλανδίας, ενώ η ETA σύμφωνα με εκτιμήσεις, είχε την  υποστήριξη ενός (1) στους πέντε (5) Βάσκους, ακόμα και από εκείνους που δεν την υπολήπτονταν και τόσο, αλλά είχε ξεκάθαρα και την υποστήριξη μιας ευρύτατης πλειοψηφίας ανθρώπων που στήριζαν τα κεντρικά της αιτήματα, - αρκεί να μην εμπεριείχαν βία. Κατόρθωναν λοιπόν και ο IRA και η ETA να δηλώνουν για χρόνια άφοβα και ανοιχτά την παρουσία τους στον δρόμο με κουκουλοφόρους μαχητές και να ελέγχουν όχι μόνο μεμονωμένες δημοτικές ενότητες πολλών πόλεων αλλά ολόκληρες περιφέρειες. Αυτό οφειλόταν στο ότι δήμοι ολόκληροι μεγάλων πόλεων και ολόκληρα χωριά ήταν πιστά στον IRA και στην ETA. Η ισχύς του IRA τότε ήταν τόση, που οι δυνάμεις κατοχής δεν μπορούσαν να ελέγξουν ούτε το Μπέλφαστ. Στην κηδεία κάποιου υψηλόβαθμου μαχητή του IRA, την νεκρώσιμη πορεία προς το κοιμητήριο ακολούθησαν δεκάδες χιλιάδες συνοδοιπόροι, εκατοντάδες από τους οποίους ήταν κουκουλοφόροι και οπλισμένοι, ενώ πάνω από τον τάφο ήχησαν ριπές οπλοπολυβόλων με τον βρετανικό στρατό εξαφανισμένο. Οι δυνάμεις κατοχής και οι δυνάμεις ασφαλείας ήταν άφαντες την ημέρα εκείνη, μη ριψοκινδυνεύοντας να εμφανιστούν στο νεκροταφείο και σε εμπλοκή με ανταλλαγή πυρών έχοντας απέναντι εκατοντάδες αποφασισμένους και οπλισμένους με αυτόματα κανείς τους δεν ήθελε να μπει. 

Στην περίπτωση όμως της RAF, κάτι τέτοιο ήταν αδιανόητο, διότι η RAF δεν διέθετε τη μαζική υποστήριξη από τον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο, και βάσει των πλέον διαφορετικών παρουσιάσεων, περιγραφών και απόψεων που υπάρχουν σήμερα για αυτήν, ήταν ο «Μοναχικός Λύκος που άργησε» ή, «η μοναδική ένοπλη εθνικοεπαναστατική ομάδα» της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Η άποψη αυτή διατυπώνεται και τεκμηριώνεται σε πλήθος εκδόσεων και μελετών του φαινομένου RAF που την θεωρούν τον «ριζικό (εγγενή)  Γερμανικό Εθνικισμό»  ή, τον «Τιμωρό - Εκδικητή για την ήττα της Γερμανίας στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο». Ο πολύ γνωστός μελετητής Βόλφγκανγκ Κράουσχααρ βλέπει στην RAF έναν από τα αριστερά τροφοδοτούμενο «Γερμανικό Εθνικισμό» και το στέλεχος του Ριζοσπαστικού Εθνικισμού Γκέτς Άλυ θεωρούσε πως «οι νεαροί μαχητές της RAF ήθελαν να «εκδικηθούν με την Αλήθεια» την γενιά των γονιών τους». [ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Ο Γκέτς Άλυ θεωρούσε τον τότε ηγέτη του γερμανικού φοιτητικού κινήματος, Ρούντι Ντούτσκε,τον «Γκέμπελς του σήμερα» και την φοιτητική του παράταξη, την SDS, μια καθαρά «Εθνικοσοσιαλιστική Φοιτητική Ένωση» (πηγή fischerverlage.de/buch/goetz_aly_unser_kampf/9783596177783)]

Η επιρροή του «γαλλικού Μάη» στην γερμανική πολιτική σκηνή

Ο πολύ γνωστός Γκέτς Άλυ έχει προβεί σε κάποιες μάλλον εξωφρενικές συγκρίσεις στο βιβλίο του «Ο Αγώνας μας» (1968). Λόγου χάριν πως οι θέσεις της φοιτητικής παράταξης SDS του Ρούντι Ντούτσκε αντιστοιχούσαν σε αυτές του 1933 της Εθνικοσοσιαλιστικής Φοιτητικής Ένωσης και επομένως ο Ντούτσκε ήταν ο Γκέμπελς του ’68 και το SDS ήταν με 30ετή χρονοκαθυστέρηση η Εθνικοσοσιαλιστική Φοιτητική Ένωση. Ο Άλυ ήταν τότε μέλος της APO (Εξωκοινοβουλευτική Αντιπολίτευση). Σήμερα, ο πολιτικός γυρολόγος και νεοφιλελεύθερος Άλυ λέει πως οι σύντροφοι του τότε ήταν τουλάχιστον «κρυπτοΝαζί». Αυτό σημαίνει πως και ο ίδιος ήταν στα νιάτα του μέλος ενός «κρυπτοναζί» κινήματος και ατυχώς είναι συνεχώς αναγκασμένος να εξηγεί στους πάντες τι ήταν αυτή η ιστορία με το «NS SDS» και τον Ρούντι Γκέμπελς. Η άποψη αυτή ούτε καινούργια είναι, ούτε πρωτότυπη, αλλά ένα σταθερό κλισέ που διαχέεται από το συγκρότημα Σπρίνγκερ και άλλους. 

Ο Γερμανός αριστερός φιλόσοφος Χάμπερμας τους αποκαλούσε «αριστερούς φασίστες» και ο πολύς Αντόρνο «γόνους ναζί πατεράδων». Το SPD, η DGB και οι Jusos (Νέοι Σοσιαλιστές) μιλούσαν επίσης για «ναζιστικά ρόπαλα» που κραδαίνονταν στις συγκεντρώσεις. Το ακραίο κομμάτι της Εξωκοινοβουλευτικής Αντιπολίτευσης (ΑΡΟ) ανταπαντούσε πως η βία εκπορευόταν απολύτως από το κράτος: ο φόνος του φοιτητή Όνεζοργκ σε διαδήλωση, οι προπηλακισμοί και η βία στις πορείες κατά του Σάχη, η δολοφονική απόπειρα κατά του Ρ. Ντούτσκε που τον άφησε δια βίου ανάπηρο, οι κραυγές του εκδοτικού συγκροτήματος Σπρίνγκερ και οι αφισοκολλήσεις με θέμα «Καταζητείται - δίδεται αμοιβή» σε όσους μπορέσουν να «ξετρυπώσουν τους άπλυτους μαλλιάδες», όταν τα μέλη της «Εξωκοινοβουλευτικής Αντιπολίτευσης» δεν είχαν καν μακριά μαλλιά, καλούσαν προφανώς σε πράξεις αυτοδικίας. 

Η γερμανική κοινή γνώμη ήταν εκτεθειμένη σε συνεχή σοκ και εμπρηστικές φημολογίες πεπεισμένη σχεδόν πως οι «φαιοκόκκινοι μελανοχίτωνες» είχαν κηρύξει ήδη την «Νίκη στον Λαϊκό Αγώνα», με το σύνθημα του Τσέ Γκεβάρα «δύο, τρία, πολλά Βιετνάμ». Η  συνθηματολογία και η επικοινωνιακή προπαγάνδα ηχούσαν τότε στην Γερμανία όπως οι τίτλοι στα πρωτοσέλιδα του συγκροτήματος Σπρίνγκερ και οι ομιλίες του Χριστιανοκοινωνιστή Στράους. Στην ομιλία του αρχηγού των Νέων Σοσιαλιστών (Jusos) κατά του συνεδρίου για το Βιετνάμ που διοργάνωσε το κόμμα του Ρούντι Ντούτσκε (SDS) δεν υπήρχε δεξιό ή συντηρητικό σύνθημα που να μην ακουστεί, ενώ ανέμιζαν τεράστιες Αμερικανικές σημαίες: «κρυπτοφασίστες», «ταραχοποιοί», «μπάχαλοι», «βάνδαλοι», «τρομοκράτες». Οι τραγελαφικοί Νέοι Σοσιαλιστές ήταν υπέρ της «ειρήνης» μεν, υπέρ της ήττας των Βιετκόνγκ δε. (Αποσπάσματα από τον συλλογικό τόμο «Η εξέγερση/επανάσταση σε μια νέα εποχή»).

Η Ουλρίκε Μάϊνχοφ όπως την έβλεπαν οι άλλοι

Η κόρη της Ουλρίκε Μάϊνχοφ, μια νεοφιλελεύθερη και συντηρητική δημοσιογράφος, αρθρογράφησε στην «Die Welt» για την RAF λέγοντας πως «η RAF ήταν μια ομάδα «Εθνοτικά Γερμανών Τευτόνων» και πως υπήρξε ένας «Werwolf που άργησε». Πολλοί είπαν πως «έκλεινε» έτσι τους λογαριασμούς της με την RAF και με την ίδια την μητέρα της, την οποία βαθύτατα περιφρονούσε. Αυτή η κριτική που άσκησε στην RAF το πιο κοντινό πρόσωπο της Ουλρίκε Μάϊνχοφ, εμπεριέχει περισσότερες αλήθειες για την ιδεολογία της RAF από την κριτική που ασκούσαν οι αντισοσιαλιστές πατριώτες του AfD (και σημερινοί υποστηρικτές της Ρωσίας). Ίσως όμως η κόρη της να ανήκει στο φάσμα των οπαδών ή ίσως και να ψηφίζει AfD. Αυτό τουλάχιστον εκμυστηρεύθηκε απέξω - απέξω σε ένα βιβλίο της με τίτλο «Η RAF σας συμπαθεί» … https://www.randomhouse.de/Buch/Die-RAF-hat-euch-lieb/Bettina-Roehl/Heyne/e518346.rhd Η κόρη της Μάϊνχοφ απεκάλεσε την RAF «Werwolf» γιατί ήθελε να «χρωματίσει» και την RAF και την μητέρα της ως «φαιούς φασίστες». 

Οι «Werwolves» ήταν μια επινόηση του Γκέμπελς, μια ομάδα Γερμανών ανταρτών, όταν συνειδητοποίησε ότι επέρχεται το τέλος. Οι δράσεις της ομάδας Werwolf έπεσαν στο κενό, καθώς ήταν πολύ περισσότερο μια θεωρητική σχεδίαση επί χάρτου, χωρίς πρακτικό αντίκρισμα. Κανείς βεβαίως στην RAF δεν είχε σκεφθεί να αποκληθεί «Werwolf» αλλά σε μια οπαδό της νεοφιλελεύθερης δεξιάς και ας είναι και η κόρη της Μάϊνχοφ μπορεί έτσι να φαινόταν, ένας εξωτερικά «Κόκκινος Werwolf» των δεκαετιών 1970 και 1980 – που όμως στο αίμα του κυλούσε «φαιά ιδεολογία». Το αυτό πιστεύει ένα προβεβλημένο άλλοτε στέλεχος του κόμματος του Ρούντι Ντούτσκε, που αλλαξοπίστησε, ο Γκέρντ Κένεν. Στο ενδιαφέρον βιβλίο του «Η κόκκινη δεκαετία» γράφει: «Και αν ακόμα ήταν (η RAF) κανονικά «παιδιά του Χίτλερ» («Hitler’s Children»), τότε μόνο με μια απολύτως γερμανική έννοια. Κηρύττοντας τον ολοκληρωτικό πόλεμο ενάντια σε έναν κόσμο εχθρών, ήθελαν να «επανορθώσουν»  το λάθος και αναγκάστηκαν να επαναλαμβάνονται συνεχώς ώσπου οδηγήθηκαν σε συλλογική αυτοακύρωση («αυτοκτονία»). Το «γερμανικό φθινόπωρο» του 1977 ήταν μια μακρινή ρέπλικα της ομιχλώδους κατάρρευσης του Απριλίου του 1945». Το κεφάλαιο στο οποίο περιέχονται αυτές οι προτάσεις, τιτλοφορήθηκε από τον Κένεν «Ο Ένοπλος Αγώνας ως Γερμανική Απελευθέρωση» («Bewaffneter Kampf als deutsche Selbstbefreiung», πηγή kiwi-verlag.de/buch/das-rote-jahrzehnt/978-3-462-30605-7/).

Η κατηγορία «φαιοκόκκινη» επανεμφανίστηκε στην 50η επέτειο του Μάη του ’68 (2018) – σε πολλά ταυτόχρονα βιβλία. Ο Κράουσχααρ αλλά και ο Άλυ αποκαλούν τους Μάλερ, Ραμπέλ, Μπεκελμαν και άλλα μέλη του κινήματος ’68 ως «φαιοκόκκινους». Στο βιβλίο του «Οι τυφλές κηλίδες του κινήματος του ’68» ο Κράουσχααρ, που στο μεταξύ θεωρείται ο «ειδικός» για θέματα RAF και «Μάη ’68» έλεγε πως στο κίνημα του αριστερού γερμανικού εθνικισμού  διέκρινε τον «Werwolf» και έναν «τευτονικό κοκκινοφαιό αντισημιτισμό». (Πηγές klett-cotta.de/buch/Gesellschaft_/_Politik/Die_blinden_Flecken_der_68er-Bewegung/90542 και «Οι τυφλές κηλίδες της RAF» klett-cotta.de/buch/Geschichte/Die_blinden_Flecken_der_RAF/84706). Κλασικό θεωρείται και ένα βιβλίο του για την «βόμβα» στο κτίριο του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου.

Ποια ήταν η αληθινή Ιδεολογία της RAF;

Δεν ήταν μήπως κομμουνιστική αφού δολοφόνησε το άλλοτε στέλεχος των SS, τον βιομήχανο Σλάϊερ και πρόεδρο της Ένωσης Γερμανών Εργοδοτών; Η σπαζοκεφαλιά λύνεται μέσα από τα κείμενα της ίδιας της RAF, όπου η δολοφονία του πρώην SS Σλάϊερ αιτιολογείται με το επιχείρημα πως στη συνέχεια έγινε προδότης του γερμανικού λαού και συνοδοιπόρος με το μονοπωλιακό αμερικανικό κεφάλαιο. Σε άλλο κείμενο η RAF κατηγορούσε τις δυτικές νικητήριες δυνάμεις που θέλησαν να διαλύσουν την εθνική ταυτότητα των Γερμανών, όπως το προσπάθησαν και στο Βιετνάμ. Ο Σλάϊερ δεν δολοφονήθηκε από την RAF γιατί ήταν «ναζιστής και φασίστας», αλλά διότι η RAF πίστευε πως αυτός ο πρώην Εθνικοσοσιαλιστής (Nationalsozialist - Nazi) και Φασίστας ήταν ένας καιροσκόπος και ένας από τους κύριους εκπροσώπους του μονοπωλιακού κεφαλαίου, ο οποίος αμέσως μετά την ήττα της Γερμανίας συντάχθηκε με τους κατακτητές συμμάχους. Δεν τον στοχοποίησαν ως «ναζιστή» αλλά ως πρώην NS ο οποίος πέρασε στις γραμμές του εχθρού και πρόδωσε το λαό του διότι συνεργάστηκε με τις αντιγερμανικές δυνάμεις κατοχής. 

Το ότι ο πρόεδρος των Γερμανών εργοδοτών ήταν ένας από τους κύριους στόχους της RAF μαζί με τον καγκελάριο, είναι λογικό. Δεν πρέπει κανείς να «απορεί» αφού η ιδεολογία της RAF ήταν αντικρατική στον πυρήνα. Το γεγονός πως ο Σλάϊερ την εποχή της καπιταλιστικής «κοινωνικής» οικονομίας της αγοράς συνεργαζόταν θαυμάσια και με τα Γερμανικά εργατικά συνδικάτα δεν πρέπει να προκαλεί σύγχυση. Η «απορία» αυτή είναι τόσο αφελής όσο το ερώτημα γιατί η RAF ήταν κατά του εκάστοτε καγκελαρίου ή του κάθε υπουργού ή του οποιουδήποτε πολιτικού της CDU και του SPD. Η RAF πάντα παρουσιάζεται ως το «αριστερό τρομοκρατικό κτήνος», χωρίς να έχει προηγηθεί έρευνα για την ιδεολογία της, η οποία ταυτίζεται μονίμως με αυτά που έχει «ακουστά» η τυφλή δεξιά για την Μαύρη Βίβλο του Κομμουνισμού και των Αντίφα. Η RAF όμως πάντα δημοσίευε τα ιδεολογικά της κείμενα στα οποία περιέγραφε ακριβώς ως τι οριζόταν. Ως υπεύθυνους των ενδελεχών βαθιών αναλύσεων όλοι υποπτεύονταν την Ουλρίκε Μάϊνχοφ και έναν Χορστ Μάλερ. Αυτό φυσικά είναι κάτι που δεν μπορούμε να ισχυρισθούμε με βεβαιότητα, γιατί τα κείμενα ήταν ανυπόγραφα και εκ των υστέρων ουδείς παραδεχόταν πως ήταν ο συντάκτης τους.

6 εναντίον 60 εκατομμυρίων; Πόσα ήταν εν τέλει τα μέλη της RAF;

Όλοι οι άσχετοι «εξπέρ» αναλυτές του Φαινομένου RAF ακόμα τσακώνονται μεταξύ τους για την διάγνωση της ιδεολογίας της: ο ένας λέει ο Μαοϊσμός, ο άλλος ο «Ένοπλος Λενινισμός», ο τρίτος υποπτεύεται τον Αναρχισμό, ακόμα καλύτερα ένας τον «Τσεγκεβαρισμό» και κάποιοι διαγιγνώσκουν όλα αυτά μαζί. Πάντα εμφιλοχωρεί και μια μομφή πως η RAF ήταν τουλάχιστον στο «υπόβαθρό της»  ένας «αριστερός εθνικισμός» ή ακόμα και μια «αδρή ανάγκη εκδίκησης για την ήττα του ‘45» ή τουλάχιστον, μια «άρνηση αποδοχής της ήττας». Πολύ συχνά επίσης γίνεται αναφορά στον παραλογισμό της τρομοκρατίας της RAF, σαν «τρέλα» που κάποιος έχει εκφράσει και σε πολεμικούς όρους ως την «μαθηματική φόρμουλα των 6 εναντίον 60 εκατομμυρίων».

«Έξι» δεν ήταν ακριβώς η RAF.

Mειοψηφία ήταν πράγματι, αλλά μια μειοψηφία που άνετα θα την χαρακτήριζες «μίνι οργάνωση» (για τα γερμανικά πληθυσμιακά δεδομένα «μίνι») με πάνω από 600 ενεργά μέλη καταγεγραμμένα από τις γερμανικές αρχές, ενώ στο διάστημα της παρανομίας θα πρέπει να υπήρξαν πολλές εκατοντάδες ένοπλοι μαχητές και ένα πολύ ευρύτερο υποστηρικτικό δίκτυο. Πέραν της RAF υπήρχαν περιφερειακά και άλλες ενεργές αριστερές τρομοκρατικές ομάδες, σημαντικά μικρότερες, όπως η «Κίνηση 2 Ιούνη», οι «Επαναστατικοί Πυρήνες» (Die Revolutionären Zellen) και μια ομάδα γύρω από την Εξωκοινοβουλευτική Αντιπολίτευση (Ντ. Κούντσελμαν), ο οποίος έγινε ευρύτερα γνωστός διότι κυκλοφόρησε η φήμη πως σχεδίαζε χτύπημα κατά του προέδρου του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου στην Γερμανία. Tα «Γράμματα από το Αμάν» του ιδίου θεωρούνται μάλιστα και η «απόδειξη» του αριστερού αντισημιτισμού της RAF. 

Η πρόθεση για το χτύπημα στον πρόεδρο του ΚΙΣ έχει αμφισβητηθεί εντόνως. Δεν θα είχε νόημα από τη σκοπιά του αντισιωνιστή Κούντσελμαν το χτύπημα στον τότε πρόεδρο του ΚΙΣ, Γκαλίνσκι, ο οποίος δεν ήταν σιωνιστής, αλλά τηρούσε μια μάλλον επικριτική στάση απέναντι στο Ισραήλ. Η κόρη του, η Έβελυν είναι σήμερα γνωστή αντισιωνίστρια, στην οποία επιρρίπτονται ανόητες κατηγορίες για «αντισημιτισμό». Ιδεολογικά η Έβελυν Γκαλίνσκι θα συγκρινόταν μάλλον με τον Νόρμαν Φίνκελστάϊν και ανήκει όπως και αυτός εξάλλου, στην αντιϊμπεριαλιστική αριστερά.

Σαλόμ και ναπάλμ

Είναι γεγονός πως το αντισημιτικό κλισέ προσάπτεται αδιακρίτως και βολεύει να αποδίδεται στον Γερμανικό εθνικισμό. Ο αριστερός αντισιωνιστής Κούντσελμαν θεωρούσε την Γερμανία χώρα κατεχόμενη από τις ιμπεριαλιστικές ΗΠΑ και τους σιωνιστές και πίστευε πως ο μιλιταριστικός αντισιωνιστικός αγώνας θα ήταν ο μοναδικός τρόπος «επανάκτησης της γερμανικής ταυτότητας». Οι οπαδοί του εκπαιδεύονταν τότε στρατιωτικά από την Φατάχ ή την PLO. Tον Νοέμβριο του 1969 τοποθετήθηκε βόμβα στο κτίριο της Εβραϊκής Κοινότητας του Βερολίνου, αλλά δεν εξερράγη διότι ο μηχανισμός ανάφλεξης έπαθε εμπλοκή. Η προκήρυξη ανάληψης ευθύνης για την βομβιστική ενέργεια είχε τίτλο «Σαλόμ και Ναπάλμ» και επέρριπτε ευθύνες στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και στο Ισραήλ διότι «η Νύχτα των Κρυστάλλων του Ράϊχ επαναλαμβάνεται σήμερα και κάθε μέρα στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη και στις ισραηλινές φυλακές». Και συνέχιζε: «Από τους Εβραίους που έδιωξε ο Φασισμός προέκυψαν Φασίστες, οι οποίοι σε συνεργασία με το αμερικανικό κεφάλαιο θέλουν να σβήσουν από τον χάρτη τον Παλαιστινιακό λαό» καταλήγοντας πως «η απόπειρα ήταν η εμφάνιση των ανταρτών πόλης στην Γερμανία». Ο Κούντσελμαν  επιχειρηματολογούσε υπέρ ενός μιλιταριστικού αντισιωνισμού με χρήση ένοπλης βίας στην Γερμανία ως μέσο για την «Επανάκτηση της Ταυτότητας». Δεν προέτασσε το επίθετο «γερμανική» όπως ίσως πολλοί θα υπέθεταν, αλλά – την επανάκτηση της «αριστερής ταυτότητας».

Η γερμανική αριστερά και ο σιωνισμός

Η γερμανική αριστερά «μετά την μεγάλη αντιφασιστική νίκη των Συμμάχων» ήταν φιλοσιωνιστική από το τέλος της δεκαετίας του ’40 έως και το μέσον της δεκαετίας του ’60. Τότε επέρχεται σημαντική τομή και ρήξη, με πυροδότη το SDS (το κόμμα του Ρούντι Ντούτσκε) και τον πόλεμο των 6 ημερών του 1967. Σε μια διαδήλωση του SDS ένας διαδηλωτής σκοτώθηκε από πυρά της αστυνομίας. Στον αστικό τύπο τότε ο Ισραηλινός στρατηγός Μοσέ Νταγιάν αποθεωνόταν ως «το άνθος της ερήμου Νεγκέβ» ή ως «ο Ρόμμελ του Ισραήλ». Στο SDS του Ρούντι Ντούτσκε μετά το 1965 επικράτησε επικριτική γραμμή κατά του Ισραήλ και μετά από τον Πόλεμο των 6 ημερών του 1967 όχι μόνο το SDS αλλά και άλλες ομάδες της ριζοσπαστικής εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς κατονόμαζαν το Ισραήλ ως φασιστικό κράτος που χρησιμοποιεί «ναζιστικές μεθόδους και πάντα συνδυαστικά με κριτική κατά των ΗΠΑ.

Η Μάϊνχοφ ανταλλάσσει την γραφομηχανή της με το αυτόματο

Η ιδέα για ένοπλο αντάρτικο πόλης δεν αποδόθηκε απευθείας στην RAF, αλλά σε κάποια ανώνυμη κολλεκτίβα συγγραφέων η οποία έγραψε και δημοσίευσε ένα άρθρο με τον τίτλο «Η βία στις Μητροπόλεις» καλώντας σε δημιουργία αντάρτικου πόλης. Στην σχετική βιβλιογραφία εκφράζονται υποψίες πως πίσω από την ανώνυμη κολεκτίβα κρύβονταν ο Ρούντι Ντούτσκε (SDS), ο Χανς - Μάγκνους Έντσενσμπεργκερ, ο Γκαστόν Σαλβατόρε (SDS) και άλλα στελέχη του κόμματος της ριζοσπαστικής Εξωκοινοβουλευτικής Αντιπολίτευσης (ΑΡΟ). Η RAF δεν έχανε ευκαιρία να λοιδορεί την Γερμανική Αριστερά προσάπτοντάς της «αστική δειλία» και «ακατάσχετη μαρξιστολογία».

Το πέρασμα στο αντάρτικο πόλης γίνεται πραγματικότητα - Ρούντι Ντούτσκε

Ο Ντούτσκε ήταν μια αντιφατική προσωπικότητα, που αργότερα απέρριψε τη βία, αλλά πριν από την RAF σχεδίαζε να ανατινάξει ένα αμερικανικό πλοίο τροφοδοσίας για τα στρατεύματα των ΗΠΑ στο Βιετνάμ στο Αμβούργο. Στον τάφο του νεκρού τρομοκράτη της RAF Χόλγκερ Μάϊνς ο Ντούτσκε φωτογραφήθηκε έχοντας υψωμένη τη γροθιά και κραυγάζοντας «Χόλγκερ ο αγώνας συνεχίζεται». Από τη μία ο Ντούτσκε είχε ειρηνιστική θεώρηση λόγω του χριστιανικού σοσιαλισμού που τον διακατείχε, από την άλλη ήταν ο αναμφισβήτητος «θεωρητικός της βίας». Θαύμαζε τον πρώιμο αντικαπιταλιστή Ιησού και αυτό εξηγεί κάπως τον χαρακτήρα του καθώς το πρότυπό του κινείτο άνετα μεταξύ πασιφισμού και βίας. Ο Ιησούς στο Όρος είναι ειρηνιστής, σε άλλα εδάφια των Ευαγγελίων ρέπει στον μιλιταρισμό, π.χ. εκεί όπου ο Ματθαίος φέρεται να λέει πως δεν ήρθε για να φέρει την «ειρήνη» αλλά για να φέρει «φωτιά και σπαθί» (Feuer und Schwert). Ο «ειρηνιστής» Ντούτσκε εικονίζεται το 1968 σε ένα βίντεο μπροστά από ένα σύνθημα τοίχου που έγραφε: «Ζήτω! Ένα πολυκατάστημα στις φλόγες!» (Το πρότυπό του, ο Ιησούς δεν ήταν εμπρηστής, αλλά είχε εκδιώξει με τη βία τους εμπόρους από τον ναό).

Δρέσδη και Αμβούργο

Για τις επιθέσεις της σε αμερικανικές εγκαταστάσεις η RAF φρόντιζε πάντα να θυμίζει «την Δρέσδη και το Αμβούργο», ενώ στον Ντέϊβιντ Ίρβινγκ η Ουλρίκε Μάϊνχοφ αναφερόταν ήδη από το 1965 και χαρακτήριζε τον βομβαρδισμό της Δρέσδης από τους Συμμάχους ως «Βαρβαρότητα και απανθρωπιά».

Στην Υπηρεσία του Λαού

Το κείμενο της RAF «Στην Υπηρεσία του Λαού»  εκλαϊκευτικά εξηγούσε πως με την δράση της στόχευε να προκαλέσει «λαϊκή επανάσταση» (η παρόλα ανήκει στον Μαοϊσμό). Στο κείμενο που δημοσίευσαν οι Ντούτσκε και Άλλοι το 1968 έγραφαν: «Μόνο όταν η προπαγανδιστική βία των εξουσιαστών τους επιστραφεί ως ανοιχτή βία θα μπορέσει η εσωτερικευμένη βία των μισθοεξαρτώμενων να απελευθερωθεί ως προλεταριακή βία». Εδώ η Μάϊνχοφ θα είχε απόλυτο δίκιο να λοιδορήσει εκ νέου για ακατάσχετη μαρξιστολογία. Άλλο κείμενο: «Οι άνθρωποι στην Ομοσπονδιακή Γερμανία δεν υποστηρίζουν ούτε συμμετέχουν στην καταδίωξη των δυνάμεων ασφαλείας κατά των βομβιστών γιατί δεν έχουν ξεχάσει το Αουσβιτς, την Δρέσδη, και το Αμβούργο». Το Άουσβιτς υπ’ αυτό το πρίσμα ήταν για την RAF ένα έγκλημα του ιμπεριαλισμού που στρεφόταν επίσης και εναντίον του Γερμανικού λαού. Ο αγώνας στην Γερμανία και στο Βιετνάμ κατά του ιμπεριαλισμού έγινε «ένας» αγώνας για την RAF. Ο αγώνας των καταπιεσμένων λαών κατά του ιμπεριαλισμού έπρεπε να διεξάγεται και στην Γερμανία όχι μόνο λόγω του Βιετνάμ, αλλά και λόγω της Γερμανίας. Όμως η RAF δεν θα μπορούσε να φέρει το Βιετνάμ και τους Βιετκόνγκ σε Γερμανικές συνθήκες. Και έτσι, η αποτυχία δεν ήταν προγραμματισμένη να συμβεί το 1998, αλλά ενυπήρχε από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Από την αρχή της εμφάνισης της.

Επίλογος

Η RAF δεν κατόρθωσε να τηρήσει την επιταγή του Καρλ Σμιντ από την «Θεωρία του Αντάρτη»:  Ένας αντάρτης δεν επιζητεί την αναγνώριση από τον αντίπαλο! Μπορεί οι κεφαλές της RAF να θεωρούσαν ως υπέρτατη ιδεολογία της πως η «φιλελευθεροποίηση» ήταν υποταγή στον ιμπεριαλισμό, στον καπιταλισμό και «πόλεμος» κατά του γερμανικού λαού, μπορεί η RAF να δήλωνε σε όλους τους τόνους πως σε «κανέναν μεταμελημένο ποτέ», σε «κανέναν μετανοήσαντα ποτέ» δεν θα «αναγνωρισθεί» μεταμέλεια και γι’ αυτό έκανε πάντα λόγο για «δειλή μαρξιστολογία» σε όλα της τα κείμενα, όμως, ένα σωρό βετεράνοι της RAF άρχισαν ξαφνικά να οδύρονται για τον τρόπο με τον οποίο τους παρουσίαζαν οι εφημερίδες και οι εκπομπές και να ψάχνουν δικαιολογίες για να υπηρετήσουν με «κοινωνική εργασία» για να «εξιλεωθούν», να «ζητήσουν συγνώμη» να «απολογηθούν» κλπ …

Το σύστημα στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας μπόρεσε να χρησιμοποιήσει αυτούς τους «βετεράνους» για να φτιάξει τους δικούς του μύθους, που έλεγαν πως το «Γερμανικό ’68» παρά το «λάθος της RAF» οδήγησε πράγματι σε «φιλελευθεροποίηση». Η φιλελευθεροποίηση ουδέποτε επισυνέβη, καθώς μετά την RAF και εξ αιτίας της δράσης της ψηφίσθηκαν στην Γερμανία κατασταλτικά νομοσχέδια - αράχνες, σε όλα τα επίπεδα. Για το θέμα αυτό η RAF είχε δεχθεί σφοδρή κριτική από την Αριστερά. Οι Μπάαντερ, Μάϊνχοφ και Ένσσλιν στην φυλακή του Στάμχαϊμ εξέδωσαν μία «δήλωση για τα πραγματικά γεγονότα». Σε αυτήν τόνιζαν: «Οι ταξικοί αγώνες στην Γερμανία διεξάγονται μεταξύ του προλεταριάτου και του αμερικανικού ιμπεριαλισμού». Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός έχει «αποικιοποιήσει την Δυτική Γερμανία» και συμπεριφέρεται στον γερμανικό λαό «όπως έναντι του πληθυσμού μιας κατεχόμενης χώρας του 3ου κόσμου». Με πλήρη επίγνωση σημείωναν πως «η αναμόρφωση και η φιλελευθεροποίηση είναι ρατσιστικοί ισχυρισμοί για την ειδική αντιδημοκρατική ψυχοσύνθεση του γερμανικού λαού που σκοπό έχει να εξαφανίσει την ταυτότητα του και να σβήσει την συνείδηση της ιστορικής του ύπαρξης». Υπ αυτήν την έννοια λοιπόν οι πρώην Ναζί χαρακτηρίσθηκαν από την RAF «προδότες». 

Οι βομβιστικές ενέργειες της RAF κατά κατοχικών εγκαταστάσεων των ΗΠΑ περιγράφονταν σε μπροσούρα με τον γενικό τίτλο «Στην Υπηρεσία του Λαού» το 1972 ως η «νέα γενική γραμμή» στον «αγώνα κατά του κύριου εχθρού, που είναι η στρατιωτική παρουσία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στην Δυτική Γερμανία και στο Δυτικό Βερολίνο. Οι κριτικοί έχουν δίκιο όταν θεωρούν πως σε τμήματα του κόμματος της Εξωκοινοβουλευτικής Αντιπολίτευσης (APO) γινόταν «προβολή». Ο Εβραίος αριστερός διανούμενος Έριχ Φρίντ έγραψε ένα πολύ γνωστό ποίημα «Το Ανόϊ είναι το Πάνκοβ. Η Σαϊγκόν είναι η Βόννη και το Δ. Βερολίνο είναι η Ντα Νάνγ ... στο Βιετνάμ χτυπά η καρδιά της Γερμανίας». Ο ίδιος έγραψε το βιβλίο «Ανθρώπινα Δικαιώματα για Φασίστες» (πηγή sezession.de/9129/menschenrechte-fuer-faschisten)

Γερμανικό Κολλέγιο

Και τότε μια δήλωση του Γερμανικού Κολλεγίου (ιδρύθηκε από τον Μάλερ και τον  Όμπερλερχερ) εξαγριώνει τους αστικοπατριώτες  – «Πρέπει να απονεμηθεί χάρη στην RAF, στους τρομοκράτες της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας;» Η τρομοκρατία της «αριστερής» RAF όχι απλώς δικαιολογείται από το Γερμανικό Κολλέγιο αλλά η RAF χαρακτηρίζεται ως η «μοναδική εν όπλοις εθνικοεπαναστατική» ομάδα της ΟΔΓ. Το Γερμανικό Κολλέγιο θεωρούσε την RAF ως την οργάνωση η οποία ήταν η πιο πιθανή και ικανή να χαρίσει στους Γερμανούς την ανεξαρτησία τους. Σύμφωνα με τον Όμπερλερχερ η RAF ήταν μία σοβαρή «εθνική αντίσταση» η οποία ανέλαβε τις «ευθύνες και τις συνέπειες» (RAF: «Για την στρατηγική του αντιϊμπεριαλιστικού αγώνα», 1973). Σε αυτό το χρονικό σημείο είναι απόλυτη η ταύτιση του Μάλερ με την Μάϊνχοφ και ας έχει αποβληθεί ο πρώτος από τις τάξεις της RAF. Ο Αντρέας Μπάαντερ, από την «πρώτη τριάδα» της RAF, αντίθετα με τους Μάλερ, Μάϊνχοφ ή Ένσσλιν δεν προσγειώθηκε εκεί ως πολιτικός διανοούμενος, αλλά αλεξιπτωτιστικά, προερχόμενος από μια απολιτίκ υποκουλτούρα. Προ RAF ήταν ροκάς και το γονικό περιβάλλον ήταν χριστιανοδημοκρατικό. Ο Μπάαντερ λάτρευε τα «Τζάνγκο» γουέστερν. Όπως ο «Τζάνγκο» έτσι και ο Μπάαντερ ήταν μια ελκυστική προσωπικότητα, που επηρέαζε τους γύρω του. Δεν ήταν ακριβώς ο «πιο ευφυής πολιτικά» αλλά ήταν ένας τύπος με επικοινωνιακό χάρισμα, ελκυστικός. Δεν συνέβαλλε στην πολιτική θεωρία της RAF, όμως στο «Στάμχαϊμ» εκφράστηκε μαζί με άλλους φυλακισμένους «εθνικοεπαναστατικά» σε μία κοινή δήλωση. 

Η RAF προσείλκυε επίσης εκπληκτικά πολλές γυναίκες. Η Μάϊνχοφ και η Ένσσλιν είναι μόνο οι πιο γνωστές. Οι περισσότερες ήταν διανοούμενες, όχι «μαχήτριες στην πρώτη γραμμή». Η Γκούντρουν Ένσσλιν είχε δεξιά προέλευση, και εξελίχθηκε σε αριστερή, όπως και ο θεωρητικός του SDS ο Κράλ, ο οποίος προσήλθε ως «ούλτρα αριστερός» (αριστερότερος του Ντούτσκε) στο SDS από την Κίνηση Λούντεντορφ. Η RAF τροφοδότησε μεν το σχήμα με θεωρία – για τον καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό, τη «σιωπηλή μεγάλη πλειοψηφία» για την κατοχή και την «επανάσταση» που θα δημιουργούσε στο προλεταριάτο «ριζοσπαστικές (ακραίες) μειοψηφίες», ίσως δε και να του ανέπτυσσε «προλεταριακή συνείδηση»,  ήθελε την δημιουργία ενός «αντικράτους», απέναντι στο «παράνομο» κράτος, διότι ο τρομοκράτης της RAF μάχεται τους «νόμους», οι οποίοι δεν σημαίνουν κάτι γι ‘αυτόν διότι είναι νόμοι και διαδικασίες ιμπεριαλιστών εγκληματιών και έτσι η βία του «δικαιώνεται».

Η ένωση όλων αυτών σε ένα μείγμα ήταν επόμενο να προκαλέσει απροσδόκητες εκρήξεις. Δεν «έδεσε». Τύποι προερχόμενοι από την αστική τάξη μετατράπηκαν σε αντιαστικό υποκείμενο, ροκάδες, χίπις και νεανικές υποκουλτούρες, διανοούμενοι, φοιτητές, πράκτορες, προβοκάτορες, συστημικοί, άλλοι πολλοί και διάφοροι, δεν θα μπορούσαν ποτέ να φτιάξουν κάποιον ανατρεπτικά ριζοσπαστικό οργανισμό. Η RAF ήταν απομονωμένη. Ούτε καν πλανιόταν στα μυαλά των Γερμανών πως η Γερμανία είναι κατεχόμενη χώρα όπως το ήθελε ή θεωρούσε η RAF. Ρεαλιστικά μιλώντας, μάλλον κανείς δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να ενστερνισθεί τις θέσεις του Γερμανού μαχητή. Διότι εάν θα το έκανε, θα έπρεπε να αποπειραθεί να ανατινάξει τη γερμανική βουλή. Η αποτυχία της έδειξε πως για την Γερμανία αυτό δεν μπορεί να είναι μια υπαρκτή πιθανότητα, ακόμα και αν ορισμένα μέρη της θεωρίας της ήταν σωστά, αλλά χωρίς τις βόμβες, τις απαγωγές και τα κροταλίσματα των οπλοπολυβόλων.