Ο Ιουδαϊσμός στον Αρχαίο κόσμο - Ιούλιος Έβολα
“L’ ebraismo nel mondo antico” La Vita Italiana
Ιούλιος 1938 Das Gletscherkreuz
“L’ ebraismo nel mondo antico” La Vita Italiana
Ιούλιος 1938 Das Gletscherkreuz
Το κείμενο παρουσιάστηκε στο counter-currents.com
Μετάφραση στα ελληνικά: Ασφάλιος
για να το κατεβάσετε σε μορφή αρχείου .pdf εδώ
Ένα από τα τακτικής μορφής επιχειρήματα που πιο
συχνά χρησιμοποιείται ενάντια σε εκείνους που αναφέρονται στο Εβραϊκό πρόβλημα
σήμερα, είναι ότι ο αντι-σημιτισμός είναι απλά μια μόδα, μια εισηγμένη
ιδεολογία, μια προσπάθεια να αντιγράψουμε τον Γερμανικό ρατσισμό και τον
Ναζισμό, κάτι το οποίο δεν έχει κάποια πραγματική θέση στη χώρα μας. Έχουμε ήδη
αντιμετωπίσει επιτυχώς επιχειρήματα αυτού του τύπου στο τεύχος μας του περσινού
Ιουνίου, δείχνοντας πως στην Ιταλία το Εβραϊκό πρόβλημα μπορεί και θα έπρεπε να
διατυπωθεί ανεξάρτητα ρατσιστικών ή Ναζιστικών βάσεων, και πως δεν προκύπτει
τεχνηέντως, αλλά περισσότερο, στην πιο υψηλή του διάσταση, σε απευθείας σύνδεση
με την Ρωμαϊκή αυτοκρατορική ιδέα.
Ένα άλλο, επίσης τακτικής μορφής, επιχείρημα
υπάρχει στην αξίωση πως ο αντι- σημιτισμός σήμερα είναι απλώς τα εκκοσμικευμένα
απομεινάρια της θρησκευτικής προκατάληψης. Ο Χριστιανισμός, ισχυρίζονται,
δημιούργησε τον αντι-σημιτισμό. Ο Coudenhove-Kalergi, πάνω σ’ αυτή την βάση,
έχει μάλιστα προσπαθήσει να εξηγήσει την ενστικτώδη αποστροφή που νιώθουν
πολλοί μη-Εβραίοι σχετικά με τους Εβραίους πάνω σε μια θεωρία υποσυνείδητης
κληρονομικότητας. Στη ρίζα αυτού του ενστίκτου, ισχυρίζεται, βρίσκεται το μίσος
που κάποτε έσπειρε ο Χριστιανισμός ενάντια σε εκείνους που οδήγησαν τον Ιησού
στο μαρτύριο και τον θάνατο του, και οι οποίοι ανέκραξαν ότι το αίμα του ας
έπεφτε επάνω τους. Αυτή η οπτική, επίσης, είναι εμβόλιμη και ανακριβής. Η κύρια
κατάρριψή της συμβαίνει με το γεγονός ότι ο αντι-σημιτισμός προϋπήρχε σε έναν
κόσμο στον οποίο ο Χριστιανισμός δεν είχε ακόμα εμφανιστεί. Ο αρχαίος, Άρειος,
κλασσικός Μεσογειακός κόσμος ήταν ήδη κοινωνός καθαρά διατυπωμένων μορφών
αντι-σημιτισμού και ήδη ενστικτωδώς διαισθανόταν την Εβραϊκή απειλή, συχνά με
όρους χαρακτηριστικά παρόμοιους με τους σημερινούς. Το θεωρούμε εξαιρετικά
αναγκαίο να δώσουμε έμφαση στο παραπάνω γεγονός.
Έτσι, παρ’ όλο ότι πολλά
αντι-σημιτικά κείμενα από την κλασσική αρχαιότητα είναι ήδη γενικώς γνωστά στο
ευρύ κοινό, δεν θα πείραζε να τους ξαναρίξουμε μια ματιά, έτσι ώστε να
εξαϋλώσουμε τελειωτικά το επιχείρημα που αναφέρθηκε πιο πάνω. Επιπρόσθετα,
είναι καλά γνωστό ότι ο αντι-σημιτισμός πάνω στην Χριστιανική του βάση έχει, σε
ένα βαθμό, καταστεί μπούμερανκ: κάποτε δημιουργήθηκε από τον Χριστιανισμό
εναντίον των Εβραίων, και τελικά απειλεί να γυρίσει εναντίον της ίδιας της
Χριστιανοσύνης. Οι πλέον ριζοσπαστικές μορφές του σύγχρονου αντι-σημιτισμού
επιτίθενται στο Εβραϊκό στοιχείο μέσα στην ίδια την Χριστιανική παράδοση.
Ωστόσο, επαναλαμβάνουμε, το γεγονός ότι ο αντι-σημιτισμός ήδη υπήρχε στην
αρχαιότητα είναι ένας σημαντικός παράγοντας στο να αποσυνδέεται το εβραϊκό
πρόβλημα από όποιες Χριστιανικές συσχετίσεις. Όταν αναφέρεται κανείς στον κόσμο
της κλασσικής αρχαιότητας, πρέπει να διακρίνει το νόημα του όρου
“αντι-σημιτισμός”. Η στάση στην οποία αυτός ο όρος αναφέρεται, στην κλασσική
αρχαιότητα, δεν ήταν ποτέ εναντίον των Ασσυρίων, των Βαβυλωνίων ή των Αράβων,
για παράδειγμα, όλοι εκ των οποίων είναι Σημιτικοί λαοί. Έτσι, θα ήταν ορθότερο
να μιλάμε για “αντι-Εβραϊσμό”. Κάποιος θα μπορούσε, είναι αλήθεια, να
δικαιολογήσει την χρήση του σύγχρονου όρου “αντι-σημιτισμός” με βάση την
γενικότερη αντίθεση μεταξύ γενικών πολιτισμικών τύπων και κοσμο-άποψης, αυτό
όμως θα μας εξέτρεπε πλήρως, και μακριά από το ζήτημα το οποίο εδώ θέλουμε να
συζητήσουμε συγκεκριμένα.
Πρέπει λοιπόν να καταστεί διαυγές εξ’ αρχής πως όταν
μιλάμε περί “αντι-σημιτισμού” στον αρχαίο κόσμο, αυτό θα πρέπει να κατανοείται
ότι σημαίνει “αντι-Εβραϊσμό”. Κατά την επιστροφή μας στις ρίζες, δεν θα
ακολουθήσουμε τον Monsignor Trzeciak, ο οποίος ανιχνεύει τις απαρχές του
αντι-σημιτισμού στην ίδια την Βίβλο, η οποία -από το Δευτερονόμιο και μετά-
περιέχει πληθώρα κατηγοριών που εξαπολύονται εναντίον του Εβραϊκού λαού, καθώς
επίσης και προφητείες περί της τιμωρίας που θα πρέπει να περιμένει ως συνέπειας
της ενοχής και της φαυλότητάς του. Όσον αφορά την Βίβλο, θα θέλαμε αντίθετα να
επισημάνουμε πως οι Αιγύπτιοι μονάρχες είχαν ήδη υποψίες σχετικά με την απειλή
που συνιστούσε αυτός ο αλλότριος λαός και προσπάθησαν να κάνουν κάτι γι αυτό.
Στο Έξοδος 1:9-10, διαβάζουμε: “Και είπε προς τον λαόν αυτού, ιδού ο λαός των
υιών Ισραήλ είναι πολύ πλήθος και ισχυρότερος ημών. Έλθετε, ας σοφισθώμεν κατ’
αυτών, δια να μη πολλαπλασιασθώσι, και αν συμβή πόλεμος ενωθώσι και ούτοι μετά
των εχθρών ημών και πολεμήσωσιν ημάς και αναχωρήσωσιν εκ του τόπου”. Ήδη από
τότε, οι Εβραίοι θεωρούντο ως εσωτερική απειλή, ως φυλή που αναδεικνύεται
ισχυρή εν μέσω του λαού που την φιλοξενεί και η οποία, επιπρόσθετα, είναι ικανή
να τον προδώσει στους εχθρούς του, όταν η κατάλληλη ευκαιρία φανεί.
Οι συνέπειες
ήταν η λεγόμενη “αιχμαλωσία” στην Αίγυπτο, η πρώτη δηλαδή συγκυρία πρακτικών
αντι-σημιτικών αντιμέτρων στον αρχαίο κόσμο. Ένα άλλο κείμενο πάνω στις
απαρχές του αντι-σημιτισμού βρίσκεται στο Βιβλίο της Εσθήρ: από αυτό το κείμενο
μπορούμε να συνάγουμε πως ήδη κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., οι Εβραίοι είχαν
διασπαρεί σε όλο το πλάτος της Περσικής Αυτοκρατορίας, όπου, ωστόσο, μόνο καλής
φήμης δεν απολάμβαναν. Να τι λέει ο Χαμάν σχετικά με τους Εβραίους της εποχής,
απευθυνόμενος στον Βασιλιά Ξέρξη (Ασουήρος), “Υπάρχει ένα λαός διεσπαρμένος
στην επικράτεια και αναμεμειγμένος μεταξύ των ανθρώπων σε όλες τις επαρχίες του
βασιλείου σου, και οι νόμοι τους βρίσκονται σε αντίθεση με των άλλων λαών, και
ούτε υπακούν στους νόμους του Βασιλέως: έτσι δεν είναι προς το συμφέρον του
Βασιλέως να τους ανέχεται.” (Εσθήρ, 3:8). Είναι ενδιαφέρον να παραθέσουμε το
παραπάνω κείμενο στην Ελληνική μεταφορά του, γιατί εκεί, ο Εβραϊκός χαρακτήρας
σκιαγραφείται εντονότερα. Εδώ, σχετικά με την απόφαση του Αρείου βασιλιά
ενάντια στους Εβραίους, διαβάζουμε: Όταν ρώτησα τους συμβούλους μου πως θα
μπορέσει να επιτευχθεί αυτό, Ο Χαμάν -που εξέχει ανάμεσα μας στην δίκαιη κρίση,
και είναι γνωστός για την σταθερή του προσήνεια και αδιάσειστη εμπιστοσύνη του,
και ο οποίος έχει αναλάβει την δεύτερη θέση στο βασίλειο- μας κατέδειξε ότι
ανάμεσα σε όλα τα έθνη του κόσμου βρίσκεται διεσπαρμένος ένας εχθρικός λαός, ο
οποίος έχει νόμους αντίθετους με αυτούς κάθε άλλου έθνους και συνέχεια
παραβλέπει τις διαταγές των βασιλέων, έτσι ώστε η ενοποίηση του βασιλείου μας
που με τιμή επιθυμούμε δεν μπορεί να έρθει εις πέρας. Κατανοούμε πως αυτός ο
λαός, και μόνον αυτός, τίθεται συνεχώς σε αντίθεση σε όλα τα έθνη, πεισματικά
ακολουθώντας έναν παράξενο τρόπο ζωής και νόμων, και είναι εχθρικός προς την
κυβέρνηση μας, κάνοντας όσο κακό μπορούν έτσι ώστε το βασίλειό μας να μην βρίσκει
σταθερότητα.
Έτσι αποφασίσαμε ότι αυτοί που καταδεικνύονται σε σένα μέσα από τα
γράμματα του Χαμάν, ο οποίος είναι επικεφαλής των όλων θεμάτων και δεύτερος
πατέρας μας, όλοι – σύζυγοι και τέκνα περιλαμβανομένων – ας πεθάνουν από τα
ξίφη των εχθρών τους, χωρίς οίκτο ή εγκράτεια, την 14η ημέρα του 12ου μήνα,
Αντάρ, του παρόντος έτους, έτσι ώστε αυτοί που υπήρξαν εχθρικοί απέναντι μας
και παραμένουν έτσι να κατέβουν την ίδια μέρα στον Άδη με την βία, και να
αφήσουν την κυβέρνησή μας εντελώς ασφαλή και χωρίς προβλήματα από εδώ και στο
εξής. Στο βιβλικό κείμενο, πάντως, το επεισόδιο τελειώνει με νίκη των Εβραίων,
οι οποίοι καταφέρνουν να πάρουν εκδίκηση από τον Χαμάν και να κερδίσουν την
εύνοια του βασιλιά (για την ακρίβεια, αυτό επιτυγχάνεται μέσω των χαρίτων της
Εβραίας Εσθήρ και με το να εκλεγεί ένας Εβραίος ως βασιλικός αξιωματούχος: ένας
πολύ γνωστός mos judaicus (εβραϊκός τρόπος). Σε κάθε περίπτωση, το κείμενο μας
πληροφορεί ότι ήδη στην Περσία του τετάρτου π.Χ. αιώνος, ένα μέτωπο
αντι-σημιτικής αντίστασης είχε διαμορφωθεί, το οποίο είχε ήδη αποκηρύξει τα
ίδια Εβραϊκά γνωρίσματα στα οποία πολέμιοι έχουν επιστήσει την προσοχή μας σε
κατοπινούς καιρούς, φτάνοντας μέχρι την ίδια την εποχή μας. Με αρχή τον τέταρτο
αιώνα π.Χ., οι Εβραίοι επεκτείνονται όλο και περισσότερο μέσα στον αρχαίο
κόσμο, και νομοτελειακά, η αποστροφή εναντίον τους μεγαλώνει, πρώτα στον
Ελληνικό και έπειτα στον Ρωμαϊκό κόσμο. Τώρα, δεν πρέπει να κάνουμε το λάθος να
πιστέψουμε ότι η διασπορά των Εβραίων ξεκίνησε με την δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ
(70 μ.Χ.), και επομένως ότι ήταν αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων.
Ήδη μέχρι
τότε, και για πολύ καιρό, οι Εβραίοι είχαν διασπαρεί σε όλη τον Μεσογειακό
κόσμο με την δικιά τους θέληση, και κυνηγώντας τα δικά τους συμφέροντα. Όταν ο
Πέρσης βασιλιάς Κύρος τους έδωσε την άδεια να επιστρέψουν πίσω στην πατρίδα
τους, για παράδειγμα, οι περισσότεροι Εβραίοι δεν είχαν όρεξη να αφήσουν τις
χώρες που τους φιλοξενούσαν τις οποίες και ονόμαζαν “η αιχμαλωσία”: έκαναν
καλές μπίζνες, είχαν συγκεντρώσει πλούτο και ιδιοκτησία και η ιδέα του
επαναπατρισμού στην ελεεινή τους πατρίδα δεν ήταν και τόσο ελκυστική. Ακριβώς
το ίδιο πράγμα αληθεύει και για τα κεφάλια της Εβραϊκής διεθνούς ανά τον κόσμο,
που μειδιούν μ’ αυτούς που θέλουν να χτίσουν ένα “Σιωνιστικό” κράτος στην
Παλαιστίνη και οι οποίοι περιμένουν απ’ αυτούς να εγκαταλείψουν τις περίλαμπρες
θέσεις εξουσίας που κατέχουν μεταξύ των Αρείων εθνών και να λουφάξουν σ’ αυτό
το μουντό κομμάτι Ασιατικής γης. Σε αυτό το ιστορικό σημείο, ευρισκόμενοι σε
μια κατάσταση εθελοντικής εξορίας στον αρχαίο Μεσογειακό κόσμο, δηλαδή, πριν
την λεγόμενη διασπορά, οι Εβραίοι επέδειξαν τον χαρακτήρα μιας φυλής χωρίς
πατρίδα, παρασιτικής και εχθρικής απέναντι στο σύνολο της υπόλοιπης
ανθρωπότητας, πάντα έτοιμοι να στελεχώσουν τις γραμμές των εχθρών των κρατών τα
οποία τους φιλοξένησαν ή και ακόμη προστάτευσαν, από την στιγμή που αυτοί οι
εχθροί συμβεί να καταστούν δυνατότεροι από τα έθνη που τους φιλοξενούν. Από την
σκοπιά του Ελληνικού πολιτισμού, ο πιο χαρακτηριστικός χαρακτηρισμός περί των
Εβραίων είναι αυτός του Απολλωνίου του Ροδίου (1ος αιώνας π.Χ.), ο οποίος
αποκάλεσε τους Εβραίους “τους πλέον ανοήτους στους βαρβάρους, αφού είναι ο
μόνος λαός που δεν έχει παραδώσει τίποτα χρήσιμο στον πολιτισμό” (Apud Josephus
Flavius, Contra Apionem, II, 148).
Αργότερα, με μια δυσανάγνωστη αλλά βαθιά
ενόραση εκπεφρασμένη στη γλώσσα του μύθου, ο άγιος Ιερώνυμος (ΧΧ, 14) αποκάλεσε
την σπορά του Ισραήλ “Τυφωνική”, κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό. Ο
Τυφών-Σετ, στην Αιγυπτιακή μυθολογία, αντιπροσώπευε τον εχθρό του ηλίου Θεού,
μια δύναμη δαιμονικής αναταραχής, εξ’ ου και οι “υιοί του Σετ” καλούνταν επίσης
“οι υιοί της αδύναμης αναταραχής”: ήδη στον αρχαίο κόσμο το Εβραϊκό στοιχείο
δρούσε ως καταλύτης σκοτεινής και συνεχούς αναταραχής, βραδείας σήψης και
ξαφνικής επαναστατικότητας. Γνωρίζουμε ότι από την εποχή του αυτοκράτορα
Κλαυδίου, αυτή η επαναστατικότητα πήρε απτή και ευθεία μορφή, πολυάριθμες
συγκρούσεις μεταξύ Εβραίων και μη-Εβραίων έχουν καταγραφεί στην Αίγυπτο και
Συρία, με μια χαλαρή σχέση να αρχίζει να διαφαίνεται μεταξύ μιας επαναστατικής
πολιτικής δραστηριότητας και ενός νεφελώδους μεσσιανικού μυστικισμού,
υποδαυλιζόμενη από “προφητικές” προτροπές, με το επαναλαμβανόμενο μοτίβο ενός
Ισραήλ με πεπρωμένο να ηγεμονεύσει επί όλων των εθνών. Υπ’ αυτό το πρίσμα,
είναι επίσης ενδιαφέρον να σημειώσουμε πως τα ηθικά ερείσματα που αρχικώς
συνέβαλλαν στην αντι-σημιτική στάση των Ρωμαίων είναι πολύ παρόμοια με αυτά που
οδήγησαν στην προγραφή της λατρείας του Διονυσίου (cf. Johannes Leipoldt,
Antisemitismus in der alten Welt, Leipzig, 1933, pp. 5, 17): το Εβραϊκό πνεύμα
τους φαινόταν πολύ ύποπτο, και οι Ρωμαίοι κατηγόρησαν τους Εβραίους ακόμη και
για “αθεϊσμό”, αφού η θρησκευτική τους αποκλειστικότητα που εστίαζε στον
μοναδικό θεό τους, μαζί με μια έντονη δραστηριότητα προσηλυτισμού, έμοιαζε
στους Ρωμαίους, και δικαίως, να ήταν στην πράξη ισοδύναμη με την άρνηση των
θρησκειών και θρησκευτικών παραδόσεων όλων των άλλων λαών-για τους οποίους, τελικά,
οι Εβραίοι δεν έκρυβαν την αλαζονική τους περιφρόνηση.
Σ’ αυτό το σημείο, ας
αναφερθούμε στις απόψεις των πλέον γνωστών Ρωμαίων αντισημιτών, όπως ο Κικέρων,
Σενέκας, και ο Τάκιτος. Ο Κικέρων δήλωνε την αναγκαιότητα της καταπολέμησης της
“βαρβαρικής δεισιδαιμονίας των Εβραίων”, δεικνύοντας ότι διαλαλούσαν την
απέχθεια τους για την δόξα της Ρωμαϊκής εξουσίας, και αποδοκίμαζε εκείνους που
διαχωρίζονταν από την Ρώμη, κοιτώντας προς την μακρινή πόλη της Ιερουσαλήμ και
την υποστήριζαν με το χρήμα που αποσπούσαν από τα σεντούκια της ResPublica
(πολιτείας της Ρώμης) (Pro Flaccus, 28, 67). Σύμφωνα με τον Κικέρωνα, οι
Εβραίοι και οι Σύριοι είναι φυλές γεννημένες για δουλεία (De provinciis
consularibus, V, 10). Ο Σενέκας (apud Agost., Civ. Dei, VI, 11) σημείωνε ότι
“τα έθιμα αυτών των πλέον φαύλων ανθρώπων” - “sceleratissimae gentis
consuetudo” - άκμαζαν μέχρι του “σημείου να απλώνονται σε όλες τις χώρες, έτσι
ώστε οι κατακτημένοι να επιβάλλουν τον νόμο τους επί των κατακτητών τους”. Ο
Τάκιτος προχωράει ακόμη περισσότερο, δηλώνοντας πως οι Εβραίοι θεωρούν χυδαία
όλα όσα εμείς θεωρούμε ιερά, ενώ από την άλλη μεριά επιτρέπουν όλα όσα εμείς
απεχθανόμαστε [...] το πρώτο πράγμα που μαθαίνουν είναι να συχαίνονται τους
θεούς, να αποτάσσουν την χώρα τους [Ο Τάκιτος εννοεί την όποια χώρα οι Εβραίοι
κατοικούν κατά καιρούς], και να βλέπουν τους γονείς, τα παιδιά και τους
αδελφούς τους ως ασήμαντους. [...] τα ήθη των Εβραίων είναι πρωτόγονα και
γλοιώδη [absurdus sordidusque]. Όσο η Ανατολή βρίσκονταν υπό την κυριαρχία των
Ασσυρίων, των Μήδων και των Περσών, οι Εβραίοι θεωρούνταν ως οι χειρότεροι των
υπηκόων τους: κι όταν οι Μακεδόνες απέκτησαν την εξουσία, ο βασιλιάς Αντίοχος
επιχείρησε να εξαφανίσει την Εβραϊκή δεισιδαιμονία και να εισαγάγει τον
Ελληνικό πολιτισμό, ο πόλεμος με τους Πάρθους, ωστόσο, τον απέτρεψε από το να
βελτιώσει αυτή την πρωτογονεστέρα των φυλών [taeterrimam gentem]” (Hist., V,
3-8).
Η Εβραϊκή στάση εναντίον της Ρώμης, όπως ξέρουμε, άρχισε επί Νέρωνα και
έληξε με την καταστροφή της Ιεουσαλήμ (70 μ.Χ.). Από το γεγονός ότι ο ναός όχι
μόνο ισοπεδώθηκε αλλά και απαγορεύτηκε να επανοικοδομηθεί, βλεπει κανείς πως οι
Ρωμαίοι έκριναν ορθά, δηλαδή διείδαν την αδιαχώριστη σχέση μεταξύ της
υπονομευτικής ιδιότητας του Ισραήλ και της πίστεώς τους, της Μεσσιανικής
“υπόσχεσης” της οποίας ο Ναός είναι το σύμβολο. Παρ’ όλα αυτά επί των Τραϊανού
και Αδριανού νέα Εβραϊκά επαναστατικά κινήματα εμφανίστηκαν. Η Ποππαία Σαβίνα, η
σύζυγος του Νέρωνα, υπήρξε η μόνη Εβραία Αυτοκράτειρα. Σε μεταγενέστερους
καιρούς, η Ρωμαϊκή ψυχή ήδη έδειχνε τέτοια αποστροφή προς το Εβραϊκό στοιχείο
ώστε ο Τίτος, που είχε πάρει μια Εβραία πριγκήπισσα, την Βερενίκη, ως σύντροφο του, φοβούμενος την κοινή γνώμη, δεν τόλμησε να την νυμφευτεί (Suetonius,
Titus, 7 et seq.). Η πλέον πρόσφατη έρευνα στο πεδίο της ιστορίας και της
θρησκείας έχει αποφανθεί πέραν πάσας αμφιβολίας ότι ένα μεγάλο μέρος των
διωγμών και των μέτρων που πάρθηκαν εναντίον των Χριστιανών, ήταν αποτέλεσμα
του γεγονότος ότι οι Ρωμαίοι δεν μπορούσαν να διαχωρίσουν τον Χριστιανισμό από
τον Ιουδαϊσμό, και στον πρώτο έβλεπαν μια οξεία και τοξική μορφή της απειλής
που ο δεύτερος ήδη αντιπροσώπευε.
Το πραγματικό νόημα της θρησκευτικής
συνιστώσας του προχριστιανικού και του Ρωμαϊκού αντι-σημιτισμού συχνά
παραβλέπεται, αφού ο περισσότερος κόσμος ικανοποιείται με την φόρμουλα ενός
“παγανιστικού πολυθεϊσμού”, που έχει επιβληθεί στο “σύγχρονο μυαλό” από κάποια
κακοήθη κουλτούρα. Στην πραγματικότητα, οι θρησκείες της αρχαιότητας ήταν τα
ανάλογα των εθνικών παραδόσεων ιδωμένες από μια πνευματική οπτική, οι αρχαίοι
“θεοί” ήταν οι ίδιες οι ψυχές των αρχαίων εθνών, η βάση της ηθικής τους
ενότητας, των αρχέγονων νόμων τους και της κοσμο-αντίληψης τους. Έτσι, οι
άνθρωποι στην αρχαιότητα κατηγορούσαν τον Εβραίο λιγότερο ή περισσότερο για την
ίδια συμπεριφορά όπου ο τελευταίος επρόκειτο να επιδείξει στην σύγχρονη εποχή,
αφού η παλιά απέχθεια για τις Άρειες εθνικές θρησκείες και, γενικά, για εκείνες
τις θρησκείες που επέτρεπε να υπάρχουν και προστάτευε η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία
(με ένα πνεύμα βαθιάς κατανόησης), είναι ανάλογη με την καταστροφική
συμπεριφορά που επιδεικνύεται από τον Εβραϊκό-Μασωνικό οικουμενισμό και
διεθνισμό στην σύγχρονη περίοδο, και η οποία στοχεύει κάθε εθνικό πολιτισμό και
παράδοση και κάθε αρχή ιδιαιτερότητας και ιεραρχίας. Ακόμη περισσότερο, ακόμη και
ένας γενικά ουδέτερος ιστορικός όπως ο Μόμμσεν σημειώνει πως “ήδη στην
αρχαιότητα, ο Ιουδαϊσμός ήταν ένα ένζυμο εθνικής αποδόμησης και
κοσμοπολιτισμού”.
Οι πιο αποφασιστικές μορφές αντι-σημιτισμού στον αρχαίο
κόσμο, παρ’ όλα αυτά, φαίνεται να είχαν αναδυθεί κατά την διάρκεια της περιόδου
όπου ο άνθρωπος της αρχαιότητας, και ειδικότερα η τάξη των διανοουμένων, άρχισε
να υιοθετεί, στη βάση του νέου αυτοκρατορικού πολιτισμού, τον οικουμενισμό.
Αυτό δεν αποτελεί αντίφαση. Το γεγονός είναι πως ο οικουμενισμός, ή καλύτερα, ο
διεθνισμός, αποτελεί μόνο μια εξωτερική πλευρά του Ιουδαϊσμού, ο οποίος μισούσε
και αποστρεφόταν όποια μη - Εβραϊκή θρησκεία όχι στο όνομα κάποιου πραγματικά
οικουμενικού δόγματος, αλλά στο όνομα του δικού του θεού: με άλλα λόγια, ενός
συγκεκριμένου εθνικού θεού ο οποίος δεν ανέχεται άλλους θεούς πέρα από τον
ίδιο. Η αντιπαραδοσιακότητα του Ισραήλ είναι ο αντίποδας της δικιάς του
παραδοσιακότητας, όπως στον αρχαίο κόσμο, έτσι και στον σημερινό, ο Εβραίος
παραμένει αδιάφορος και εχθρικός απέναντι στα έθνη-κράτη στα οποία διαβιεί και
κάνει τις μπίζνες του, ενώ ταυτόχρονα παραμένει απόλυτα πιστός στην δική του
φυλή, διατηρώντας την ενότητα της στην διασπορά, σαν ένας λαός μεταξύ των άλλων
εθνών. Εδώ ακριβώς βρίσκεται ένας από τους κύριους λόγους αντι-σημιτισμού στην
αρχαιότητα. Επιμένουμε στο γεγονός πως ο ίδιος αντι-σημιτισμός βασισμένος σε
θρησκευτικούς λόγους στον αρχαίο κόσμο βασίστηκε σε βαθιά αίτια και
ανταποκρίνεται σε μια ακριβή κατανόηση της φύσης των Εβραίων. Εάν ο Εβραίος
κυνηγήθηκε και μισήθηκε επειδή παρέμενε πιστός στην θρησκεία του, αυτό ήταν
επειδή ήταν γνωστό πως ένα κεντρικό στοιχείο αυτής της θρησκείας ήταν η
απέχθεια για κάθε άλλη θρησκεία, μαζί με ένα όνειρο πως έχει μια “αποστολή”,
στην οποία ο λαός του Ισραήλ παίζει τον ρόλο του μόνου “μη-ειδωλολατρικού”
λαού, ο οποίος πρέπει να διατηρήσει τον εαυτό του και τις παραδόσεις του και να
ηγεμονεύσει πάνω σε όλα τα άλλα έθνη.
Ακόμη και οικονομικές ή κοινωνικές
πλευρές δεν ήταν ξένες προς τον αντι-σημιτισμό της αρχαιότητας. Ήδη στον αρχαίο
κόσμο, εμφανίζονται σημάδια εχθρότητας προς τον Εβραίο ως έμπορο, καπιταλιστή
και τοκογλύφο. Μια καταγραφή που χρονολογείται από τον 2ο αιώνα π.Χ. περιέχει
την συμβουλή να “μην δανείζεσαι ποτέ χρήματα από Εβραίους”, ενώ άλλες
επισημαίνουν την ανεντιμότητα των Εβραίων κατά τις συναλλαγές (L. Mitteis –
Ulrich Wilcken, Grundzuge und Chrestomathie der Papyrusurkunde, Leipzig and
Berlin, 1912, 1, 2, n. 56, 57, 60). Μεταξύ άλλων, ένα κείμενο έχει σωθεί μιας
χαρακτηριστικής περίπτωσης, κατά την οποία Εβραίοι απομύζησαν 900% σε κέρδη
κατά μια ανταλλαγή (cf. Michael Rostovtzeff, Gesellschaft und Wirtschaft im
romischen Kaiserreich, Leipzig, 1931, II, p. 322). Επίσης, οι Εβραίοι
ισχυρίζονται πως το Ταλμούδ αποτελεί μια μεταγενέστερη απόδοση κανόνων και
νόμων που ήταν ήδη σε ισχύ από πολύ καιρό, και είναι πασίγνωστο πως το Ταλμούδ
νομιμοποιεί και μέχρι που προτείνει κάθε είδους απάτη και ανεντιμότητα όταν
κάποιος συναλλάσεται με τα γκογίμ, δηλαδή, με μη-Εβραίους, “ειδωλολάτρες”. Και
το γεγονός πως οι Εβραίοι ήδη στον Ρωμαϊκό κόσμο είχαν δημιουργήσει το σύστημα
των κλικών, αντικατοπτρίζεται, για παράδειγμα, στην δέκατη τέταρτη σάτιρα του
Ιουβενάλου, όπου αναγνωρίζεται η επικίνδυνη επιρροή των Εβραίων στην Ρώμη,
μέχρι του σημείου όπου φιλόδοξοι νέοι καριερίστες “δεν διστάζουν να
περιτμηθούν”.
Σε γενικό επίπεδο, έχει σημειωθεί πως ο Εβραϊκός τρόπος
διεξαγωγής σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων και του θείου, σχέσεων που
χαρακτηρίζονται από μερκαντιλιστική μηχανιστικότητα και ανταποδώσεις, ενός do
ut des (δούναι και λαβείν), υποδηλώνουν ένα μερκαντιλιστικό πνεύμα που, τελικά,
θα πρέπει να είναι ένα βασικό γνώρισμα των Εβραίων από την αρχαιότητα, ένα
πνεύμα που, όμως, δεν μπορούσε παρά να εγείρει την περιφρόνηση των Αρείων λαών,
που ήταν συνηθισμένοι σε έναν άλλον τρόπο ηθικής και συμπεριφοράς. Γνωρίζουμε
ότι ήδη στον παλαιό Νόμο, την Τορά, η μεσσιανική ιδέα είναι στενά συνυφασμένη
με τα πλούτη και τις επίγειες κτήσεις, σπέρνοντας τον σπόρο του πνεύματος της
καπιταλιστικής κερδοσκοπίας, και τελικά της οικονομίας ως οργάνου δύναμης στα
σχέδια του Ισραήλ. Έτσι, για θρησκευτικούς λόγους (που είναι όμως στενά
συνδεδεμένοι με τον εθνο-πολιτικό παράγοντα, όπως ήδη έχει καταδειχτεί), για
ηθικούς λόγους και για οικονομικούς λόγους, οι Εβραίοι ήδη στην αρχαιότητα
κίνησαν αισθήματα αντιπάθειας, αποστροφής και εχθρότητας, εντελώς ανεξάρτητα
όποιας Χριστιανικής βάσης. Και οι Εβραίοι το ήξεραν πολύ καλά αυτό: εδώ, είναι
χαρακτηριστικό πως το Ταλμούδ (b. Jeb., 47 a, b) διδάσκει ότι εάν ένας
“παγανιστής” επιθυμεί να γίνει Εβραίος, οι εκπρόσωποι του Ιουδαϊσμού οφείλουν
να του υπενθυμίσουν ότι αυτή η θρησκεία “μισιέται από όλο τον κόσμο”. Αυτό
απαιτείται από του ραββίνους, έτσι ώστε ο νεοφώτιστος να ενημερωθεί εκ των
προτέρων για το βάρος της απόφασής του.
Τελειώνοντας αυτήν την εξαιρετικά μικρή
μας αναφορά λοιπόν, μπορούμε να συμπεράνουμε πως, σήμερα, αυτούς που μας λέγουν
πως ο αντι-σημιτισμός είναι “μια μόδα”, ή ότι κουβαλάμε μέσα μας, χωρίς να το
γνωρίζουμε, τις προκαταλήψεις ενός σκοτεινού μεσαιωνισμού βασισμένου πάνω στον
Χριστιανικό φανατισμό, οφείλουμε να τους ανταμείψουμε με ένα χαμόγελο λύπησης.
Ο αντι-σημιτισμός έχει μια πολύ πιο παλιά “παράδοση”. Η μελέτη και η εξοικείωση
με μαρτυρίες από την αρχαιότητα μπορούν αποτελεσματικά να θέσουν τις βάσεις του
Εβραϊκού προβλήματος με αντικειμενικούς όρους που υπερβαίνουν δογματικές
γραμμές, και να αναγνωρίσουν μια θεμελιακή συνέχεια και ανθεκτικότητα των πηγών
του αντι-σημιτισμού. Και σε μια ομοίως αντικειμενική οδό, μπορεί επίσης κανείς
να καθορίσει τον θετικό αντίποδα του αντι-σημιτισμού, δηλαδή, ενός σετ αξιών οι
οποίες είναι πραγματικά ικανές να αντιπροσωπεύσουν την αντίθεση στο Εβραϊκό
πνεύμα και χαρακτήρα. Δεν θα κουραστούμε να επαναλαμβάνουμε ότι το τελευταίο
είναι πραγματικά το αναγκαίο, ώστε να αποφύγουμε τον κίνδυνο να κατηγορήσουμε
τον εχθρό με ιδέες που, ίσως με άλλη φόρμα, όμως είναι εμποτισμένες με την ίδια
φαυλότητα που θέλουμε να πολεμήσουμε. Και παρ’ όλο του ότι αυτό δείχνει να
είναι η πραγματικότητα σήμερα -και σε τέτοιες περιπτώσεις ο αντι-σημιτισμός
δικαιολογημένα μπορεί να θεωρηθεί μόνο μια “μόδα” και ένα μέσο αντιπαράθεσης-
μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως αυτό δεν συμβαίνει στην δική μας περίπτωση.