Οι πολιτικές εκλογές, δεν έδωσαν κάποια λύση στο πολιτικό
αδιέξοδο. Η Κυβέρνηση De Gasperi, συνέχισε να κυβερνά μέχρι τις 16 Ιουλίου 1953
και μετά άλλαξε πάλι αύξοντα αριθμό.[1] Στις 28 Ιουλίου 1953 ο Πρωθυπουργός
ζήτησε από το Κοινοβούλιο ψήφο εμπιστοσύνης, η απροθυμία όμως ήταν γενική και
το MSI αρνήθηκε να στηρίξει μια ακόμα κυβέρνηση De Gasperi [2].Έτσι στις 17
Αυγούστου 1953 δόθηκε η ευκαιρία σε ένα
άλλο Χριστιανοδημοκράτη να δοκιμάσει τη
τύχη του. Τον Pella [3] Βραχύβια όπως και οι προηγούμενες, η κυβέρνηση Pella
δεν άντεξε ούτε 6 μήνες [4] .
Τον Ιανουάριο λίγες ημέρες πριν από τη παραίτηση της
Κυβέρνησης πραγματοποιήθηκε στο Viareggio το IV Συνέδριο του MSI στη διάρκεια
του οποίου εξελέγη Εθνικός Γραμματέας ο Arturo Michelini. (στη θέση του De Marsanich). Σε αντίθεση με τους προηγούμενους, ο καινούριος Γραμματέας δεν διέθετε ένα
Φασιστικό παρελθόν και το 1943 είχε κρατήσει διακριτικές αποστάσεις από τη
Δημοκρατία του Σαλό παραμένοντας στη Ρώμη
μέχρι το τέλος. Η εκλογή του υπήρξε ο θρίαμβος των μετριοπαθών
συντηρητικών δυνάμεων. Η αλλαγή αυτή δεν έγινε δίχως αντιδράσεις διαμαρτυρίες
και αντιπαραθέσεις. Από κοινού Rauti, Nicosia και Erra, που αντιπροσώπευαν
τους νέους έδωσαν μάχη για να επαναφέρουν το κίνημα στις προηγούμενες
αδιάλλακτες θέσεις, αξίωσαν τη κριτική αναθεώρηση του Φασισμού κάτω από το φως
των των Εβολιανών διδαχών και προσεγγίσεων ειδικά των "Orientamenti"
που από το 1950 διαδίδονταν μέσα από τις σελίδες του "Imperium"[8].
Η οξεία κριτική συνεχίστηκε και μετά το συνέδριο, η ηγεσία κατηγορήθηκε ότι
είχε χάσει κάθε επαναστατική προοπτική, ότι ο Michelini οι φιλοαστοί και οι
πρόθυμοι χρηματοδότες του Κινήματος βιάζονταν να γίνουν συνδιαχειριστές και
συμμέτοχοι της εξουσίας με αντάλλαγμα την υποταγή του κινήματος. Απέναντι στη
νέα ηγεσία η με επικεφαλής τους Pino Rauti, Clemente Graziani και Sergio
Baldassini, η Εβολιανή ομάδα "τα παιδιά του ήλιου"[9] όπως οι συντηρητικοί
τα αποκαλούσαν με σκωπτική διάθεση, συσπειρώθηκε στο σχήμα του Ordine
Nuovo[10], κρατώντας για την ώρα στάση αναμονής χωρίς να αποκλείουν το
ενδεχόμενο της διάσπασης.[11]
Στις 10 Φεβρουαρίου 1954 ορκίστηκε η Κυβέρνηση του
Χριστιανοδημοκράτη Mario Scelba[12]. Το πρόβλημα των Ιταλογιουγκοσλαβικών
διαφορών ήταν πρώτο στην επικαιρότητα και η Κυβέρνηση έπρεπε να επικυρώσει ουσιαστικά
προειλημμένες αποφάσεις στέλνοντας τους εκπροσώπους της στο Λονδίνο. Την
δύσκολη αυτή στιγμή το Κίνημα έδειξε αποφασισμένο να συνταχθεί πίσω από τη
Κυβέρνηση αναθεωρώντας προηγούμενες δεσμευτικές αποφάσεις του. Ο Βουλευτής
Domenico Leccisi αρνήθηκε κατηγορηματικά να συμπράξει σε αυτό που θεωρούσε
εθνική μειοδοσία.[13] Η Γραμματεία προσπάθησε να τον συνετίσει απειλώντας τον
με διαγραφή[14] Ο Βουλευτής δεν
υποχώρησε. Έτσι από τις 7 Μαΐου 1954 ο Βουλευτής Domenico Leccisi έπαψε να
ανήκει στη δύναμη του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος και πέρασε στη λεγόμενη
μικτή ομάδα του Κοινοβουλίου[15] Στις 5 Οκτωβρίου 1954 υπογράφηκε τελικά στο
Λονδίνο το Memorandum d’intesa [16] που έλυνε οριστικά το πρόβλημα της
Τεργέστης. Στις 26 Οκτωβρίου οι Ιταλοί στρατιώτες μπήκαν στη Τεργέστη και
παρέλαβαν από τους συμμάχους τη λεγομένη ζώνη Α [17]
Τον Δεκέμβριο για μια ακόμη φορά ανακινήθηκε το θέμα της τύχης του λειψάνου του Μουσολίνι,
αυτή την φορά από το παλιό συνεργάτη και εξ αγχιστείας συγγενή του Mussolini,
Vanni Teodorani[22]. Σε μια προσπάθεια να πιέσει την Κυβέρνηση μπήκε επικεφαλής
μιας εκστρατείας συλλογής υπογραφών διεκδικώντας το αυτονόητο. Πρωτοβουλία
περισσότερο συμβολική παρά με πρακτική αξία. Η Κυβέρνηση Scelba παρέμεινε στην εξουσία μέχρι τις 6 Ιουλίου 1955[23]
.Την διαδέχτηκε η 1η Κυβέρνηση Antonio Segni [24] τρικομματική όπως
και η προηγούμενη. Το V Συνέδριο του MSI, πραγματοποιήθηκε στο
Μιλάνο[25]. Ο Michelini επανεκλέχθηκε
στην Γραμματεία του Κινήματος με λιγότερο ενθουσιασμό αλλά αυτή τη φορά
με την υποστήριξη του Almirante. Η πολιτική Michelini εξακολούθησε να προσκαλεί
δυσαρέσκεια πράγμα που οδήγησε σε δυσάρεστες καταστάσεις. Ο Pino Rauti, και οι γύρω από αυτόν αποχώρησαν
τελικά από το MSI.[26]
Η Κυβέρνηση του Mario Scelba παρέμεινε στην εξουσία μέχρι 6 Ιουλίου 1955 στη συνέχεια ανέλαβε η 1η Κυβέρνηση
του Antonio Segni . O Segni ήταν
ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Χριστιανοδημοκρατίας. Πανεπιστημιακός Καθηγητής ,
είχε καλύψει διάφορες υπουργικές θέσεις σε όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις αρχή
κάνοντας από τη 3η Κυβέρνηση Bonomi τον Δεκέμβριο του 1944.[27] Η κυβέρνησή του
ήταν μια τρικομματική κυβέρνηση με τη
συνεργασία Χριστιανοδημοκρατών Σοσιαλδημοκρατών και Φιλελεύθερων. Επί κυβερνήσεώς του υπογράφηκαν στις 25
Μαρτίου 1957 τα σύμφωνα της Ρώμης που έβαζαν τις βάσεις της Ευρωπαϊκής
Οικονομικής Κοινότητας[28] της οποίας η
Ιταλία ήταν συνιδρυτής.
Με δεδομένα τα προβλήματα που δημιουργούσαν οι κυβερνήσεις
συνεργασίας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Giovanni Gronchi αυτή τη φορά στράφηκε
προς τη λύση μιας μονοκομματικής
(Προεδρικής) Κυβέρνησης Χριστιανοδημοκρατών που ανεξάρτητα από τις απόψεις των
κομμάτων και των κοινοβουλευτικών ομάδων και
με τους λιγότερους δυνατόν κλυδωνισμούς θα οδηγούσε τη χώρα στις προγραμματισμένες πολιτικές εκλογές του 1958. Στις 15 Μαρτίου ο Χριστιανοδημοκράτης Adone Zoli έλαβε την προεδρική εντολή
σχηματισμού της καινούριας Κυβέρνησης. Στις 19 Μαΐου 1957 η κυβέρνηση Segni παραιτήθηκε ύστερα από μια περίοδο
διακυβέρνησης σχεδόν δύο χρόνων και
πέρασε στην ιστορία σαν μια από τις 10 μακροβιότερες κυβερνήσεις της Ιταλικής
Δημοκρατίας μέχρι και σήμερα [29].