Σικάγο 1836 : Οι αγώνες , το 8άωρο και η πρώτη Εργατική Πρωτομαγιά.
Τα εργατικά συνδικάτα της ΗΠΑ και του Καναδά , το 1886 , σε μια εποχή που η καθορισμένη ημερήσια διάρκεια εργασίας ήτανε οι 12 έως 14 ώρες την ημέρα , αποφασίζουν μονομερώς ότι από 1η Μάη 1886 και έπειτα οι εργάτες θα δουλεύουν 8άωρο. Καλούν σε γενική απεργία για την 1η Μάη, μέρα στην οποία περίπου μισό εκατομμύριο εργάτες βγαίνουν στο δρόμο , σε πολλές πόλεις και κωμοπόλεις της Αμερικής και διεκδικούν το δικαίωμά τους σε μια πιο ανθρώπινη ζωή.
Η μεγαλύτερη συγκέντρωση έγινε στο Σικάγο, μια πόλη που τότε αποτελούσε το μεγαλύτερο βιομηχανικό κέντρο των ΗΠΑ. Οι 1350 εθνοφρουροί με πλήρη οπλισμό περίμεναν να δράσουν. «Στην πόλη μας υπάρχουν δύο επικίνδυνοι κακοποιοί , δύο ακαμάτηδες δειλοί που πάνε να δημιουργήσουν φασαρίες. Ο ένας λέγεται Parsons , ο άλλος Spies...» «Θυμηθείτε τα ονόματα τους σήμερα. Παρακολουθήστε τους. Θεωρήστε τους προσωπικά υπεύθυνους για όποια φασαρία δημιουργηθεί. Τιμωρήστε τους παραδειγματικά αν σημειωθούν ταραχές!» έγραφε εκείνη τη μέρα η εφημερίδα Mail.
Όμως η διαδήλωση ήταν παρότι μαζική ήταν απόλυτα ειρηνική. Οι απεργίες και μαζικές διαδηλώσεις συνεχίζονται και τις επόμενες μέρες. Στις 3 Μάη 1886, στο Σικάγο η αστυνομία παίρνει εντολή να πυροβολήσει εν ψυχρώ , τραυματίζει δεκάδες εργάτες ενώ δολοφονεί τέσσερις. Οι εργάτες του Σικάγο καλούν σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην πλατεία Haymarket.
H προκήρυξη που μοίραζαν οι οργανωτές καλώντας στην πλατεία Haymarket :
Η συγκέντρωση ξεκινά και είναι μαζική και ειρηνική , απέναντί της η αστυνομία παρατάσσεται εξοπλισμένη ακόμα και με οπλοπολυβόλα. Η αστυνομία διατάζει να διαλυθεί αμέσως η συγκέντρωση. O κόσμος άρχισε να τρέχει. Εκείνη τη στιγμή προβοκάτορας της αστυνομίας δίνει την αφορμή για την επίθεση με έκρηξη βόμβας, από την οποία τραυματίζονται αστυνομικοί και η αστυνομία ανοίγει πυρ. Δεκάδες τραυματίες , νεκροί εργάτες αλλά και αστυνομικοί από πυρά συναδέλφων τους που πυροβολούσαν παντού μέσα στο πλήθος.
Την επόμενη μέρα οι εφημερίδες έγραφαν : ''... ο όχλος έμοιαζε να έχει χάσει τα λογικά του, διψούσε για αίμα. Μένοντας σταθερά στη θέση , έριξε καταιγισμούς πυρών στους αστυνομικούς». "Αίμα τώρα!" , "Κρεμάστε τους πρώτα και ύστερα δικάστε τους". Οι διαδηλώσεις και απεργίες συνεχίζονται ολοένα και πιο μαζικές. 185.000 εργάτες ξεκινούν να δουλεύουν 8άωρο και τουλάχιστον 200.000 άλλοι μειώνουν τις ώρες εργασίας τους σε 9 ή 10 ώρες. Η πλουτοκρατία των ΗΠΑ αρχίζει τις συλλήψεις. Συλλαμβάνονται οκτώ από τους οργανωτές τις συγκέντρωσης, κατηγορούμενοι για την έκρηξη της βόμβας και για δολοφονία αστυνομικών, με τα οποία καμιά σχέση δεν είχαν.
Ήταν οι August Spies, Adolph Fischer, George Engel, Louis Lingg, Michael Schwab, Samuel Fielden , Albert Parsons και Oscar Neebe. Από αυτούς οι πέντε πρώτοι ήταν Γερμανοί μετανάστες. Οι Parsons , Spies , Fischer και Engel καταδικάζονται σε θάνατο και απαγχονίζονται στις 11 Νοέμβρη 1887, ο Lingg βρίσκεται νεκρός στο κελί του και οι υπόλοιποι καταδικάζονται σε πολλά χρόνια καταναγκαστικά έργα.
Τέσσερα χρόνια μετά, η Αμερικάνικη Ομοσπονδία Εργασίας , προκηρύσσει γενική απεργία την 1η Μάη 1990, και η Δεύτερη Εργατική Διεθνής καλεί σε γενική απεργία σε όλες τις χώρες του κόσμου την ίδια μέρα, με κύριο αίτημα την καθιέρωση του 8αώρου. Μέσα από μαζικούς εργατικούς αγώνες το 8άωρο , ξεκινώντας από τις ΗΠΑ το 1886, καταφέρνει να κατακτηθεί από τους εργάτες σε μια σειρά από χώρες.
Οι πρώτες συγκεντρώσεις της Ελληνικής εργατικής πρωτομαγιάς.
Η πρώτη Πρωτομαγιά στην Ελλάδα γιορτάστηκε το 1893 , με πρωτοβουλία του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου του Σταύρου Καλλέργη , που ιδρύθηκε από τον τελευταίο στις 20 Ιούλη του 1890 και εξέδιδε την εφημερίδα Σοσιαλιστής. Ο «Σοσιαλιστής» του δευτέρου 15ήμερου του Μάη 1893 κάνει λόγο για πάνω από 2 χιλιάδες συγκεντρωμένους. Γράφει συγκεκριμένα :
«Εις τας δύο Μαΐου ώρα 5 μ.μ. παρά το αρχαίον Στάδιον , τα μέλη του "Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου" και μέγα πλήθος εκ των πασχουσών εργατικών τάξεων των ευρισκομένων υπό τον ζυγόν του μισθού, ακολουθούντες τον διεθνή των πασχουσών τάξεων αγώνα, συνηθροίσθησαν προς διαμαρτύρησιν εναντίον του σημερινού αθλίου συστήματος, όπου δυστυχούν οι πολλοί κοπιωδώς εργαζόμενοι και ευτυχούν οι ολίγοι οκνηροί, πλούσιοι , μη εργαζόμενοι και απολαμβάνοντες τον ιδρώτα των πολλών εργαζομένων... συνήλθον πλέον των 2 χιλιάδων ατόμων...»
Η επόμενη συγκέντρωση γίνεται το 1894 Στη συγκέντρωση μίλησε ο Πλάτων Δρακούλης πάνω στο ιστορικό της Εργατικής Πρωτομαγιάς. Στη συνέχεια το λόγο πήρε ο Στ. Καλλέργης , του οποίου η ομιλία ήταν σε πολεμικό τόνο και γεμάτη «μίσος κατά της πλουτοκρατίας» και , τέλος , το λόγο έλαβαν ο φοιτητής νομικής Ευάγγελος Μαρκαντωνάτος και ο Δ. Γραμματικός.
Ο Πλάτων Δρακούλης
Στο τέλος η συγκέντρωση κατέληξε στο παρακάτω ψήφισμα:
« Συνελθόντες σήμερον την 1η Μαΐου του 1894 έτους, ημέραν Κυριακήν και ώραν 5 μ.μ. πάντες οι διεθνείς Σοσιαλισταί και εν γένει πάντες οι υπό μισθόν ευρισκόμενοι και πάσχοντες εργάται Αθηνών - Πειραιώς, αποφασίζομεν και ψηφίζομεν τα εξής:
α) Την Κυριακήν να κλείωνται τα καταστήματα καθ' όλην την ημέραν και οι εργάται ν' αναπαύωνται.
β) Οι εργάται να εργάζωνται επί 8 ώρας την ημέραν και ν' απαγορευθή η εργασία εις τους ανηλίκους.
γ) Να απονέμηται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανίκανους προς συντήρησιν εαυτών και της οικογενείας των.
δ) Να καταργηθώσιν αι θανατικαί εκτελέσεις.
ε) Ανατίθεται εις τους διευθυντάς των σοσιαλιστικών εφημερίδων η επίδοσις του παρόντος ψηφίσματος εις την κυβέρνησιν, επί τη βάσει του οποίου παρακαλείται αύτη να συντάξη νομοσχέδιο και υποβάλη τούτο εις την Βουλήν προς ψήφισιν κατά την αμέσως συγκληθησομένην αυτής σύνοδον.
Αθήναι, 1η Μαΐου 1894».
Η Θεσσαλονίκη του 1936 , το 8άωρο και η κοινωνική ασφάλιση στην Ελλάδα.
Στις 14 Μάρτη 1936 ορκίζεται η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Δερμετζή , με αντιπρόεδρο τον Ιωάννη Μεταξά , που είχε διοριστεί ως υπουργός στρατιωτικών από τις 9 Μαρτίου , από τον βασιλιά Γεώργιο Β’. Ένα μήνα αργότερα ο Δερμετζής πεθαίνει και ο Μεταξάς λαμβάνει ψήφο εμπιστοσύνης στη βουλή και διορίζεται από το βασιλιά ως πρωθυπουργός. Επρόκειτο για μια περίοδο γεμάτη εργατικούς αγώνες με εκατοντάδες συλλήψεις και πολλές δολοφονίες εργατών. Μέσα στα αιτήματα , ήταν μεταξύ άλλων οι αυξήσεις των μισθών , η κατοχύρωση της κοινωνικής ασφάλισης (το ΙΚΑ είχε ήδη ιδρυθεί με νόμο 6.298 «περί κοινωνικών ασφαλίσεων» του 1934 αλλά η ασφάλιση δεν είχε κατοχυρωθεί) και η θεσμοθέτηση της 8ωρης εργασίας.
29 Απρίλη 1936. Δώδεκα χιλιάδες καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης - εκ των οποίων περίπου το 70% γυναίκες - αυτή τη μέρα δεν πιάνουν δουλειά , αλλά κατεβαίνουν σε απεργία , ύστερα από απόφαση του συνδικαλιστικού τους φορέα, της Πανελλήνιας Καπνεργατικής Ομοσπονδίας. Πολύ γρήγορα, η απεργία επεκτείνεται και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Την Πέμπτη 30 Απρίλη στην απεργία κατεβαίνουν τα Σωματεία καπνεργατών στην Καβάλα και στη Δράμα. Υπό την πίεση αυτών των γεγονότων, στις 30 Απρίλη, η Βουλή δίνει με ψήφισμά της απόλυτη ελευθερία δράσης στο Μεταξά. Την Πρωτομαγιά ακολουθεί στη Θεσσαλονίκη μεγάλη απεργιακή συγκέντρωση.
Τμήμα από τη μεγάλη απεργιακή συγκέντρωση της Θεσσαλονίκη.
Το Σάββατο 2 Μάη στην απεργία θα προστεθούν τα Σωματεία Αγρινίου, Κομοτηνής, Σάμου, Σιδηροκάστρου, Προσοτσάνης , Νιγρίτας , Ξάνθης, Λαγκαδά , Σιάτιστας , Καρδίτσας , Πειραιά κ.ά. Την Τρίτη 5 Μάη - 7η μέρα της απεργίας , κατεβαίνουν σε συμπαράσταση στη Θεσσαλονίκη οι κλωστοϋφαντουργοί , οι χαρτεργάτες , οι τσαγκαράδες και οι λαστιχάδες. Στις 6 Μάη το μεσημέρι μέλη ακροδεξιών οργανώσεων τους οποίους χρησιμοποιεί το κράτος πυροβολούν και τραυματίζουν τον καπνεργάτη Κώστα Σαμιώτη 20 χρονών.
Την επομένη, 7 Μάη, το Ενωτικό Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης καλεί την εργατική τάξη σε επιφυλακή για 24ωρη απεργία συμπαράστασης. Εν τω μεταξύ , η εργατική τάξη της Ελλάδας συμπαραστέκεται στους απεργούς. Οι πιο μαζικές ομοσπονδίες του Ηλεκτρισμού , Δέρματος , Οικοδόμων, Επισιτισμού , Ιματισμού , Κουρέων , Αρτεργατών , Φυματικών , το Ενωτικό Εργατικό Κέντρο Αθήνας, με τηλεγραφήματά τους προς τη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας τονίζουν ότι αν δε λυθούν τα δίκαια αιτήματα των Καπνεργατών , των τσαγκαράδων και υφαντουργών και σε περίπτωση που εφαρμοστούν τα τρομοκρατικά μέτρα που εξαγγέλθηκαν , η εργατιά όλης της χώρας θα κατέβει σε πανελλαδική απεργία.
Αυτή τη μέρα φτάνει στη Θεσσαλονίκη, επιστρέφοντας από το Βελιγράδι , ο πρωθυπουργός της χώρας και μετέπειτα δικτάτορας Ι. Μεταξάς, ο οποίος σε κοινή σύσκεψη που είχε με τον Γενικό Διευθυντή και τον Σωματάρχη του Γ΄ Σώματος Στρατού δίνει το «πράσινο φως» για την καταστολή της απεργίας.
Στις 8 Μάη , λίγο πριν το μεσημέρι , εφτά χιλιάδες απεργοί της Θεσσαλονίκης κατευθύνθηκαν προς τη γενική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος , για να απαιτήσουν την άμεση επίλυση των αιτημάτων τους. Δυνάμεις έφιππης και πεζής χωροφυλακής προσπάθησαν να τους σταματήσουν, χωρίς όμως να το πετύχουν. Τότε άρχισαν να πυροβολούν κατά του άοπλου πλήθους , που ύστερα από το πρώτο σοκ ανασύνταξε τις δυνάμεις του κι άρχισε να στήνει οδοφράγματα. Την ίδια ώρα , άλλη διαδήλωση από τρεις χιλιάδες περίπου εργάτες, που κατευθυνόταν επίσης προς το διοικητήριο , δέχτηκε κι αυτή επίθεση από τους χωροφύλακες. Οι εργάτες κατάφεραν να σπάσουν τις ζώνες των χωροφυλάκων και να ενωθούν με τους συναδέλφους τους στα οδοφράγματα.
Στη φωτογραφία οι εργάτες της Θεσσαλονίκης που στήνουν οδοφράγματα.
Μέσα σε λίγη ώρα τα νέα είχαν φτάσει σε κάθε σημείο της πόλης κι ο κόσμος κατέβαινε από τις συνοικίες προς το κέντρο για να βοηθήσει τους αγωνιζόμενους εργάτες. Οι αρχές τρομοκρατήθηκαν. Ο Διοικητής της φρουράς Θεσσαλονίκης έδωσε διαταγή στο στρατό να χτυπήσει τους διαδηλωτές αλλά οι φαντάροι δεν υπάκουσαν. Τρεισήμισι ώρες κράτησαν οι οδομαχίες και τελικά οι διαδηλωτές υποχώρησαν. Πολλοί εργάτες είχαν τραυματιστεί αλλά η αγανάκτηση το λαού ήταν στο κατακόρυφο. Το βράδυ , πολλά σωματεία της Θεσσαλονίκης (αυτοκινητιστές , λιμενεργάτες , οικοδόμοι , τροχιοδρομικοί κ.ά.) κήρυξαν απεργία. Μαζί με τους εργάτες κατέβηκαν σε απεργία διαμαρτυρίας και οι επαγγελματίες, οι βιοτέχνες και οι φοιτητές.
Οι χωροφύλακες από νωρίς το πρωί άρχισαν τις επιθέσεις εναντίον εργατικών συγκεντρώσεων. Η πρώτη σοβαρή σύγκρουση έγινε μεταξύ χωροφυλακής και απεργών αυτοκινητιστών στην οδό Εγνατίας. Οι χωροφύλακες χτύπησαν στον ψαχνό και σε λίγο έπεσε ο πρώτος νεκρός απεργός : ήταν ο αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης. Το πλακόστρωτο και οι γύρω δρόμοι βάφονται με αίμα. Παντού ακούγονται αγκομαχητά των πληγωμένων και οι κατάρες του πλήθους ενάντια στους φονιάδες.
Σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής οι νεκροί ήταν περίπου 30. Κάποια από τα ονόματα που έγιναν γνωστά είναι τα :
Αναστασία Καρανικόλα , καπνεργάτρια , 23 χρόνων ,
Ιντο Σρέντορ , 22 χρόνων ,
Δημήτρης Αγλαμίδης , 25 χρόνων ,
Σαλβατόρ Ματαράσο , 20 χρόνων ,
Σταύρος Διαμαντόπουλος , 23 χρόνων,
Μανόλης Ζαχαρίου , 26 χρόνων ,
Ευάγγελος Χολής , 32 χρόνων , καπνεργάτης
Oι καμπάνες των εκκλησιών σε όλες τις συνοικίες κτυπάν συναγερμό , ο λαός ξεχύνεται στους δρόμους και κατηφορίζει προς το Κέντρο.
Οι μαζικές δολοφονίες διαδηλωτών αντί να κάμψουν τη λαϊκή αντίσταση , τη θεριεύουν προκαλώντας νέα κύματα οργής και αγανάκτησης. Όλη η πόλη έχει ξεσηκωθεί ενώ οι στρατιώτες παραβαίνουν τις διαταγές , αρνούνται να σηκώσουν όπλο κατά του λαού και συγκρούονται με τους χωροφύλακες.
Η φωτογραφία είναι από τη λαϊκή διαδήλωση διαμαρτυρίας στη Θεσσαλονίκη για την άγρια δολοφονία των εργατών
Το μεσημέρι ο διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού διατάσσει τους χωροφύλακες να κλειστούν στα αστυνομικά τμήματα , δίνει εντολή σε αξιωματικούς του στρατού να αναλάβουν τη Διοίκηση των αστυνομικών τμημάτων, και βγάζει ανακοίνωση που απαγορεύει κάθε συγκέντρωση ακόμα και λίγων ατόμων σε κλειστό ή ανοιχτό χώρο , ενώ κλείνει και τα μαγαζιά της Θεσσαλονίκης. Το γεγονός αυτό οξύνει ακόμη περισσότερο τα πνεύματα. Στις 5 μ.μ. πραγματοποιείται νέα λαϊκή συγκέντρωση στη διασταύρωση των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου. Οι συγκεντρωμένοι εκδίδουν ψήφισμα που ζητά μεταξύ άλλων παραίτηση της κυβέρνησης Μεταξά και την αγανάκτηση και αποτροπιασμό του για τις μαζικές δολοφονίες εργατών.
Στη φωτογραφία η μητέρα του Τάσου Τούση , βρίσκει το γιό της δολοφονημένο μέσα στο δρόμο και τον θρηνεί. Είναι η φωτογραφία που ενέπνευσε το Γιάννη Ρίτσο να γράψει τον «Επιτάφιο». Η κυβέρνηση Μεταξά κατάσχει τα αντίτυπα και τα καίει στις στήλες του Ολυμπίου Διός.
Το βράδυ της 9ης Μάη του 1936 ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς δίνει διαταγή ένα σύνταγμα στρατού από τη Λάρισα να μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη και μοίρα του στόλου να καταπλεύσει στο λιμάνι της πόλης προς αντιμετώπιση των εργατών που βρίσκονταν σε απεργία. Εκδίδει επίσης διάταγμα επιστράτευσης των τροχιοδρομικών και σιδηροδρομικών.
Τα γεγονότα αυτά ξεσηκώνουν το λαό σε όλη την Ελλάδα.
Μαζικό κύμα απεργιών εκδηλώνεται παντού. Μέσα σε αυτό το κλίμα και με κύριο σκοπό να σταματήσει τις εργατικές κινητοποιήσεις ο Μεταξάς προχωρά στην Δικτατορία της 4ης Αυγούστου και αναγκάζεται να υποχωρήσει σε κάποια από τα εργατικά αιτήματα. Εγκαινιάζει το ΙΚΑ που είχε ιδρυθεί από το 1934, αφού όμως προχωρά σε υποχρεωτικό δανεισμό όλων των αποθεματικών του στο κράτος και αποδέχεται τη θεσμοθέτηση της κοινωνικής ασφάλισης, βάζοντας όμως τις εισφορές σε εργοδοσία και εργαζόμενους , αντί για εργοδοσία και κράτος όπως ήτανε το λαϊκό αίτημα. Κάτω από την πίεση των μαζικών γενικών απεργιών η αστική τάξη υποχωρεί και εφαρμόζεται για πρώτη φορά το οκτάωρο στην Ελλάδα.
Ο τρόπος που οι εργάτες της Ελλάδας κέρδισαν το οκτάωρο, και οι κινήσεις καταστολής της κυβέρνησης των ΗΠΑ και της κυβέρνησης Μεταξά , μοιάζουν σε πολλά σημεία, με τη διαφορά ότι στην Ελλάδα οι δολοφονημένοι εργάτες και το αίμα που χύθηκε ήταν πολύ περισσότερο, και ότι χρειάστηκε να περάσουν 50 ολόκληρα χρόνια από τη νίκη των εργατών του Σικάγο για να γίνει η ίδια νίκη και στην Ελλάδα.
Η κομμουνιστική αριστερά για λόγους εύκολης προπαγάνδας , αποκάλεσε και αποκαλεί κάθε κυβέρνηση που έχει επιβάλλει ιδιαίτερα βίαιη καταστολή ενάντια στο εργατικό κίνημα ως φασιστική , συμπεριλαμβάνοντας μέσα όλες τις ακροδεξιές χούντες του πλανήτη. Η νεοταξική αριστερά μαζί με τα αστικά κόμματα από την άλλη πλευρά αποκαλούν ως φασιστικό κάθε καθεστώς διαφορετικό από αυτό της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων και κομμουνιστικών καθεστώτων, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουν γενικεύσει την έννοια αποκαλώντας ως φασιστική γενικά κάθε άποψη που είναι ενάντια στην ιμπεριαλιστική νέα τάξη πραγμάτων.
Η πραγματικότητα όμως δείχνει ότι το ιστορικό κοινωνικό κα πολιτικό περιεχόμενο της γέννησης και ανάπτυξης του φασισμού καμιά σχέση δεν είχε με την κυβέρνηση Μεταξά. Η κυβέρνηση Μεταξά δεν ήταν φασιστική , αλλά ήταν απλά μια Αγγλόδουλη αστική βασιλική και άκρως αντιλαϊκή και αντεργατική δικτατορία.
Κάποια από τα πολλά στοιχεία που το δείχνουν ξεκάθαρα αυτό είναι :
- Ο φασισμός σε κάθε χώρα που εμφανίστηκε , ξεκίνησε με κοινωνικά ρεύματα που συγκροτήθηκαν πατώντας στην εργατική τάξη, τους ανέργους αλλά και μικροέμπορους που έχαναν τη δουλειά τους από τον καπιταλισμό. Η κυβέρνηση Μεταξά ξεκίνησε με διορισμό από την αστική βουλή και το βασιλιά Γεώργιο Β’ και δεν είχε καμιά αφετηρία ή σχέση με τέτοια κοινωνικά στρώματα.
- Τα φασιστικά ρεύματα πριν πάρουν την εξουσία , συμμετείχαν στις εργατικές απεργίες και έβαζαν αιτήματα για γη σε άκληρους αγρότες και μέτρα για το χτύπημα της ανεργίας. Η άνοδός τους στην εξουσία πάτησε στην απόχτηση της αποδοχής τους από μεγάλη έως συντριπτική κοινωνική πλειοψηφία και λαϊκή αποδοχή. Αντίθετα η κυβέρνηση Μεταξά δολοφονούσε διαρκώς και έστελνε σε φυλακές εξορίες και βασανιστήρια απεργούς εργάτες και ήταν μισητή σε όλη την εργατική τάξη και την μεγάλη πλειοψηφία του λαού την οποία χτυπούσε με βίαιη καταστολή για να εμποδίσει την διεκδίκηση από αυτούς των εργασιακών δικαιωμάτων τους και της μείωσης του τεράστιου βαθμού εκμετάλλευσής τους από την πλουτοκρατία.
- Τα φασιστικά ρεύματα εκτός από τις κοινωνικές αναφορές είχαν ως βάση τους τον εθνικισμό, αντίθετα η κυβέρνηση Μεταξά είχε την υποτέλεια στους Άγγλους. Στα ημερολόγια του γράφει ότι τα συμφέροντα της χώρας είναι στο πλευρό των θαλασσίων δυνάμεων (Αγγλία , Γαλλία) και σημειώνει ότι : ‘’όποιος Έλληνας είναι εθνικοσοσιαλιστής η Φασίστας είναι προδότης’’. Μάλιστα άσκησε διώξεις και έβγαλε εκτός νόμου φασιστικές και εθνικοσοσιαλιστικές οργανώσεις της Ελλάδας, ενώ στο Β’ παγκόσμιο πόλεμο πήρε το μέρος της Αγγλίας ενάντια στους Ιταλούς.
- Τα φασιστικά ρεύματα είχαν έντονη αντίθεση στο Σιωνισμό. Αντίθετα ο Μεταξάς ήταν υπήρξε σεβάσμιος της τεκτονικής στοάς «Ησίοδος» ενώ ο Γεώργιος Β’ που τον ανέδειξε ήταν τέκτονας 33oυ βαθμού στη στοά Wallwood.
- Τα φασιστικά ρεύματα βασίζονταν στον πλήρη έλεγχο , σχεδιασμό και συντονισμό ιδιωτικής και δημόσιας παραγωγικής διαδικασίας από το κράτος. Αντίθετα επί κυβέρνησης Μεταξά η οικονομία συνέχισε να λειτουργεί με όρους πλήρους ελεύθερης αγοράς , ενώ το κράτος είχε αναλάβει απλά τον τομέα της καταστολής (φυσικής και ιδεολογικής).
Οι όποιες «χαιρετούρες» καρικατούρα του Ιταλικού φασισμού, δεν είναι βέβαια αυτό που μπορεί να ταυτίσει το καθεστώς Μεταξά με τα φασιστικά καθεστώτα , εφόσον η πολιτική που εφάρμοσε και όλα τα στοιχεία του ήταν τελείως διαφορετικά και ξένα με τα καθεστώτα αυτά. Ούτε βέβαια η ΕΟΝ, η οποία δεν ήταν παρά η σχεδόν υποχρεωτική ενσωμάτωση χιλιάδων μαθητών μέσω των σχολείων τους , σε στρατιωτικούς σχηματισμούς και διαδικασίες μέσα στις οποίες μάθαιναν μεταξύ άλλων την τυφλή πίστη στον αγγλόδουλο βασιλέα , στον διάδοχο , στον κυβερνήτη και στον Γενικό Επιθεωρητή. Η ΕΟΝ δεν είχε καμιά σχέση με τον τρόπο που οργανώθηκαν και λειτούργησαν οι φασιστικές νεολαίες στο εξωτερικό ούτε με το ιδεολογικό τους περιεχόμενο.
Για περισσότερα σχετικά με το θέμα της ουσιώδης διαφοράς της αγγλόδουλης βασιλοχουντικής αστικής αντιλαϊκής δικτατορίας του Μεταξά με το ιστορικό , κοινωνικό πολιτικό και ιδεολογικό περιεχόμενο του φασισμού, μπορείτε να διαβάσετε στους παρακάτω συνδέσμους :
http://faiokokkinometwpo.blogspot.com/2007/10/blog-post_28.html
http://faiokokkinometwpo.blogspot.com/2007/09/4.html
Η διάλυση και χειραγώγηση του εργατικού κινήματος και η κατάργηση του οκταώρου, της ασφάλισης και των εργασιακών δικαιωμάτων.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 80 , μέχρι και σήμερα, η συνεχής επέλαση του νεοφιλελευθερισμού και η διαμόρφωση της «νέας τάξης πραγμάτων» οδήγησαν σε σχεδόν πλήρη πλέον κατάργηση όλων των εργατικών κεκτημένων. Σήμερα η μεγάλη πλειοψηφία της νεολαίας δουλεύει ανασφάλιστη , με ελάχιστους να έχουν ελπίδες να συμπληρώσουν έστω και στα 70 τους χρόνια τα απαραίτητα ένσημα για μια σύνταξη πείνας. Ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας ενός ατόμου έχει αυξηθεί κατά εκατοντάδες φορές από ότι ήταν το 1886 λόγω της ανάπτυξης της τεχνολογίας , το οκτάωρο διαλύθηκε , όπως και κάθε έννοια του ωραρίου και έχει αρχίσει να προωθείται η ιδέα της εργασίας ακόμα και τις Κυριακές.
Σε ετήσια βάση το μέσο κέρδος των επιχειρήσεων πολλαπλασιάζεται συνεχώς , και αντί να υπάρχει αντίστοιχη αύξηση στους μισθούς, αντίθετα η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων μειώνεται συνεχώς , με τεράστια ποσοστά εργαζομένων να ζουν πλέον στις ανεπτυγμένες χώρες κάτω από το όριο της φτώχειας. Εκτός από τη μείωση της αγοραστικής αξίας των μισθών , το κόστος ζωής επίσης ανεβαίνει συνέχεια, με τη συνεχή εμπορευματοποίηση στους τομείς της υγείας , της παιδείας , των μεταφορών και την συνεχή κατάργηση κοινωνικών πολιτικών.
Για να οδηγηθούμε σε αυτή την κατάσταση , με μοναδικό σκοπό να έχει η πλουτοκρατία μυθικά υπερκέρδη σε βάρος των εργαζομένων , απαραίτητη ήταν η ενσωμάτωση και διάλυση του εργατικού κινήματος. Αυτή τη δουλειά ανέλαβε να εκτελέσει η νεοταξική αριστερά. Οι συνδικαλιστές εργατοπατέρες , που οι περισσότεροι από αυτούς δεν έχουν δουλέψει ούτε μια εργάσιμη μέρα όλα τα τελευταία χρόνια και που απολαμβάνουν πλήρεις και τεράστιους μισθούς είτε από μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες είτε από αστικά κόμματα όπου είναι στελέχη, είτε από το Ελληνικό δημόσιο, πήγαιναν και υπέγραφαν κάθε χρόνο συλλογικές συμβάσεις πολύ κάτω του πραγματικού πληθωρισμού , ενώ συναίνεσαν σε όλες τις αντιλαϊκές πολιτικές.
Παράδειγμα η πρόσφατη συλλογική σύμβαση εργασίας που υπέγραψε η ΓΣΕΕ για τα επόμενα χρόνια , που εμφανίζεται να είναι ελάχιστα πάνω ενός εικονικού πληθωρισμού της τάξης του 4.4% , ενώ τιμές βασικών ειδών διατροφής έχουν αυξηθεί μέχρι και 50% τον τελευταίο χρόνο. Στο ίδιο μήκος κύματος ήτανε και όλες οι προηγούμενες συλλογικές συμβάσεις. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας , ξεκίνησαν και θεσμοθετήθηκαν κάποτε ως εργατικό αίτημα , μέσα από αγώνες , με το σκεπτικό να μπορούν οι εργάτες να αναγκάζουν τους καπιταλιστές να δεσμεύονται σε συγκεκριμένες αυξήσεις μισθών , διασφαλίζοντας έτσι τα εργασιακά δικαιώματα. Αυτό που συμβαίνει σήμερα , είναι ακριβώς το αντίθετο.
Οι καπιταλιστές , χρησιμοποιούν τις συλλογικές συμβάσεις , για να αναγκάζουν τους εργάτες να υπογράφουν συγκεκριμένες μειώσεις μισθών για τα επόμενα χρόνια και έτσι να είναι σίγουροι ότι δε θα έχουν κανένα πλέον δικαίωμα να βγουν να διεκδικήσουν κάτι παραπάνω, εφόσον έχουν υπογράψει τη μείωση. Εκ μέρους «των εργατών», τις συλλογικές συμβάσεις υπογράφουν οι επαγγελματίες «συνδικαλιστές» , άνθρωποι που πληρώνονται από το αστικό σύστημα για να προωθούν τις θέσεις της εργοδοσίας εμφανίζοντάς τες ως θέσεις εργαζομένων. Υπάρχουν εκατοντάδες παραδείγματα με το ρόλο της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ και διάφορων καπελωμένων συνδικάτων όσον αφορά την καταψήφιση και παρεμπόδιση απεργιών, τον απεργοσπαστικό ρόλο, την συνεχή παραχώρηση εργατικών δικαιωμάτων στο μεγάλο κεφάλαιο.
Την παρεμπόδιση κάθε δράσης και κινητοποίησης του εργατικού κινήματος και την μετατροπή του σε ακροατήριο στους εργατοπατέρες, ανέλαβε να διεκπεραιώσει και πέτυχε σε μεγάλο βαθμό η Νεοταξική αριστερά. Εμπόδισαν με όποιο τρόπο μπορούσαν κάθε είδους εργατική κινητοποίηση και μορφή αγώνα, με την αιτιολογία ότι διαφωνούσαν μαζί τους οι εργατοπατέρες κυρίως των ΔΑΚΕ και ΠΑΣΚΕ (μεγαλοστελέχη ΠΑΣΟΚ και ΝΔ). Εφόσον υπήρχαν κάποιοι που διαφωνούσαν, η κινητοποίηση έπρεπε λέει να μη γίνει , διότι «διασπούσε την ενότητα των εργαζομένων». Στην πραγματικότητα διασπούσε αυτό που θα διασπούσε θα ήταν την ενότητα των εργαζομένων με τα ελάχιστα άτομα που έχουν ως επάγγελμα την καταστολή , την χειραγώγηση , το σαμποτάζ ενάντια στο εργατικό κίνημα και την νομιμοποίηση όλων των αντιλαϊκών πολιτικών.
Παράλληλα η νεοταξική αριστερά απέρριψε μαζί με τους φίλους της των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ κάθε εργατική διεκδίκηση με οποιοδήποτε αντίκρισμα, στο όνομα του «να μην θιγεί η ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας» εννοώντας στην ουσία να μη θιγούν τα κέρδη ντόπιων και ξένων πλουτοκρατών από τη μείωση του βαθμού εκμετάλλευσης της Ελληνικής εργατικής τάξης.
Μέσα από αυτές τις καταστάσεις, τα συνδικάτα απαξιώθηκαν πλήρως και μειώθηκε εντυπωσιακά ο αριθμός των συνδικαλιζόμενων εργαζομένων. Εκτός από την αιτία της απαξίωσης, άλλες αιτίες για το φαινόμενο αυτό είναι η θεσμοθέτηση της μερικής απασχόλησης, της αδήλωτης και ανασφάλιστης εργασίας και της εργασίας εκατοντάδων χιλιάδων παράνομων μεταναστών, που προφανώς δε συνδικαλίζονται.
Πέρα από τις ξεπουλημένες αντιεργατικές ηγεσίες των συνδικάτων , βασικό χαρτί στα χέρια των καπιταλιστών για τη μείωση των μισθών και την ανασφάλιστη εργασία ήταν η χρήση των παράνομων μεταναστών. Δέχονταν να εργάζονται για ελάχιστα χρήματα και φυσικά ανασφάλιστοι καθότι παράνομοι, ρίχνοντας έτσι τον μισθό σε κάθε επάγγελμα που έκαναν κατά πολύ και βοηθώντας να γεννηθεί η λεγόμενη «γενιά των 700 Ευρώ».
Οι μετανάστες επίσης χρησιμοποιήθηκαν από το κεφάλαιο για την παρεμπόδιση γενικών απεργιών σε πολλούς κλάδους. Το όπλο της γενικής απεργίας σε κάποιο κλάδο ήταν να σταματήσει την παραγωγή και να αναγκάσει τους εργοδότες να υποχωρήσουν σε κάποια αιτήματα των εργαζομένων. Σήμερα σε προσπάθειες γενικής απεργίας, οι καπιταλιστές επιστρατεύουν μετανάστες που είναι πρόθυμοι να συνεχίσουν την παραγωγική διαδικασία ως εφεδρείες.
Και ενώ κάθε εργασιακό δικαίωμα πλέον τείνει να διαλυθεί, η νεοταξική αριστερά αντί να πιέσει πάνω σε αυτά τα ζητήματα , βάζει ως κεντρικό πρόβλημα την αντιμετώπιση του «ρατσισμού» εννοώντας ως ρατσισμό κάθε άποψη που αντιτίθεται στη χρήση των μεταναστών από το κεφάλαιο για τη διάλυση των εργασιακών δικαιωμάτων και τη διάλυση των κοινωνικών ιστών και άρα των κοινωνικών αντιστάσεων. Παράλληλα βάζει ως βασικό αίτημα τα «σύνορα ανοιχτά» «για όλους τους εργάτες». Η πραγματικότητα λέει ότι δε θα χρειάζονταν «σύνορα ανοιχτά» αλλά θα αρκούσε μια απλή αύξηση του αριθμού των μεταναστών στην Ελλάδα κατά 50% για να κατεβάσει τους μισθούς από τα 700 στα 500 Ευρώ και να έχουμε πλέον εργάτες που δουλεύουν σε πλήρη απασχόληση (Έλληνες και μετανάστες) να πεθαίνουν από υποσιτισμό , μετατρέποντας τη χώρα σε ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης εργασίας μέχρι θανάτου και σε μαζικά φαινόμενα εγκληματικότητας με μοναδικό σκοπό την απόκτηση τροφής και την επιβίωση.
Στον αντίποδα της νεοταξικής αριστεράς βρίσκεται το δίδυμο αδερφάκι της , η νεοταξική ακροδεξιά. Ευτυχώς, για τους εργαζόμενους , απουσιάζει σχεδόν πλήρως από τα συνδικάτα και το συνδικαλιστικό κίνημα και έτσι δε συμβάλλει στο σαμποτάζ εκ των έσω, κάτι που θα έκανε την κατάσταση ακόμα χειρότερη από ότι είναι τώρα. Αυτό που κάνει όμως είναι ότι προσπαθεί με κάθε τρόπο να συμβάλλει στο σαμποτάζ και την καταστολή του εργατικού κινήματος από έξω.
Με την παρουσία του σε συλλόγους εμπόρων, το ΛΑΟΣ ζήτησε την απαγόρευση των εργατικών διαδηλώσεων σε ώρες που είναι ανοιχτά τα μαγαζιά , με τον ισχυρισμό ότι δήθεν μειώνεται η πελατεία τους λόγω των κινητοποιήσεων. Οι ίδιοι μπορεί να ισχυρίζονται ότι δεν ανήκουν στην ακροδεξιά , όμως στο πρόγραμμά τους παρατηρούμε το χτύπημα του εργατικού κινήματος , κάτι που είναι χαρακτηριστικό κάθε ακροδεξιού πολιτικού φορέα στην ιστορία. Μιλάνε ουσιαστικά για διάλυση του εργατικού συνδικαλισμού και αντικατάστασή του με τη «σωματειακή βουλή» όπου «θα εκπροσωπούνται όλες οι παραγωγικές και κοινωνικές τάξεις» (π.χ. μεγαλοβιομήχανοι , τραπεζίτες , μεγαλέμποροι αντιπρόσωποι ή μέτοχοι πολυεθνικών που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας, εργαζόμενοι κλπ).
Η λειτουργία αυτού του οργάνου θα γίνεται όπως γράφει το πρόγραμμα του ΛΑ.Ο.Σ. «με τρόπο που θα εμποδίζει την εκδήλωση των προβλημάτων του συνδικαλιστικού κινήματος» (μήπως στα προβλήματα συγκαταλέγει και τις εργατικές απεργίες και κινητοποιήσεις;) και θα είναι σε πλήρη συνεργασία με το καπιταλιστικό αστικό κράτος αφού «οι αποφάσεις της θα υποβάλλονται στην κυβέρνηση προκειμένου να γίνουν νόμοι του Κράτους» όπως γράφει ξανά το πρόγραμμα του ΛΑΟΣ.
Εργατική Πρωτομαγιά 2008. Συμμετέχουμε στην Απεργία.
Γνωρίζουμε καλά ότι εργατική πολιτική είναι αυτή που στέκεται στο πλευρό των εργαζομένων , από τα ναυπηγεία της Ελευσίνας και του Σκαραμαγκά μέχρι τους εργάτες της Καισαριανής , τις φτωχογειτονιές της Αθήνας , τις βιομηχανικές ζώνες όλης της Ελλάδας , το λιμάνι της Θεσσαλονίκης και όπου χτυπά η καρδιά της εργατικής τάξης. Γνωρίζουμε λοιπόν ότι αυτοί που είχαν τη δυνατότητα και τον κόσμο αλλά ποτέ όλα αυτά τα χρόνια δεν έχουν επισκεφτεί κανένα εργατικό χώρο , και σήμερα βγάζουν διακηρύξεις υποστήριξης δήθεν της εργατικής τάξης , απλά μας κοροϊδεύουν.
Οι Αυτόνομες Ομάδες του Μαύρου Κρίνου , συμμετέχουν και στηρίζουν την απεργία της Εργατικής Πρωτομαγιάς όπως και όλους τους εργατικούς ταξικούς αγώνες.
Για την Πρωτομαγιά του 2008 στηρίζουμε τα αιτήματα του ταξικού εργατικού κινήματος και διεκδικούμε :
- Πλήρη και σταθερή εργασία για όλους, με μείωση των ωρών εργασίας και αύξηση των αποδοχών στα 1400 Ευρώ κατώτατο μισθό , όσο δηλαδή είναι οι βασικές ανάγκες ενός ατόμου στη σύγχρονη κοινωνία.
- Σύνταξη στο 80% του βασικού μισθού ανεξαρτήτως ηλικίας στα 30 χρόνια εργασίας, ή στα 55 για τις γυναίκες και 60 για τους άνδρες , 55 επίσης για τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα.
- Δημόσια υποχρεωτική ασφάλιση για όλους και άμεση επιστροφή των κλεμμένων χρημάτων στα ασφαλιστικά ταμεία. Κανένας εργαζόμενος ανασφάλιστος.
- Πλήρη απαγόρευση κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας στους τομείς της παιδείας της υγείας και της πρόνοιας και δημόσιες δωρεάν υπηρεσίες για όλους σε αυτούς τους τομείς.
- Σταμάτημα της πολιτικής ιδιωτικοποιήσεων στους εθνικής και κοινωνικής σημασίας τομείς των Τηλεπικοινωνιών, της Ενέργειας και των Μεταφορών.
- Επίδομα ανεργίας στα 80% του βασικού μισθού και προσμέτρηση του χρόνου ανεργίας στα συντάξιμα χρόνια. Η εργασία είναι αυτονόητη ανάγκη στον άνθρωπο για να ζήσει , και άρα ένα πολιτικό και οικονομικό σύστημα που το ίδιο τον εμποδίζει να εργαστεί ( αφού του στερεί την πρόσβαση στα μέσα παραγωγής που τα κατέχει μια μικρή μειοψηφία ) οφείλει τουλάχιστον να του παρέχει τα βασικά για να επιβιώσει.
Παράλληλα στηρίζουμε κάθε άλλο δίκαιο εργατικό αίτημα. Δεν περιμένουμε την επανάσταση για να διεκδικήσουμε την ικανοποίηση βασικών εργατικών και λαϊκών αναγκών , παράλληλα όμως δεν έχουμε καμιά αυταπάτη ότι το σύστημα είναι δυνατόν να μας παραχωρήσει τίποτα από τα παραπάνω χωρίς μακροχρόνιους πραγματικούς εργατικούς ταξικούς αγώνες , αγώνες που για να αναπτυχθούν χρειάζεται να αλλάξουν ριζικά πολλά πράγματα στο εργατικό κίνημα στην Ελλάδα.
Πρέπει η διεκδίκηση και πάλη των εργατικών αιτημάτων να γίνει υπόθεση των ίδιων των εργαζομένων και όχι να ανατίθεται σε εκπροσώπους και γραφειοκρατίες ή στον εργοδοτικό συνδικαλισμό. Πρέπει οι εργαζόμενοι να διεκδικούν αυτά που πραγματικά τους αναλογούν σε ότι παράγουν έξω από τις λογικές του δήθεν «ρεαλισμού» της «κατάστασης της οικονομίας» που δεν είναι τίποτε άλλο από τον «ρεαλισμό» του να μη θιγούν τα τεράστια υπερκέρδη των πολυεθνικών.
Και πρέπει οι εργαζόμενοι να καταλάβουν ότι οι όποιες εργατικές κατακτήσεις επιτευχθούν, δεν πρόκειται ποτέ να κατοχυρωθούν ουσιαστικά αν δεν ανατραπεί το σύστημα της καπιταλιστικής νεοταξικής βαρβαρότητας και της εκμετάλλευσης της εργασίας των πολλών από τους λίγους.