γράφει ο Ευρύμαχος
Η ώρα ήταν γύρω στις 10 το βράδυ. Πάνω στο βουνό μέσα
στην απόλυτη ησυχία επισκεύαζα πρόχειρα τον φράκτη του στρατοπέδου με τον
υπολοχαγό που τύγχανε ΑΥΔΜ εκείνης της μέρας. Ένα μεγάλο μέρος του, γύρω στα 30
μέτρα είχε πέσει μονοκόμματα. Καθώς τυλίγαμε και κόβαμε το σύρμα παγιδεύσεως
που χρησιμοποιήσαμε για να μπαλώσουμε την περίφραξη, εκείνος έκανε εικασίες
σχετικά με το τι θα μπορούσε να έχει συμβεί. Πιο πριν οι σκοποί είχαν ακούσει
φωνές μέσα στην ερημιά τις οποίες και ο Υπολοχαγός ερμήνευσε ως αντιπερισπασμό
με σκοπό την καταστροφή του φράχτη. Εμένα όλο αυτό μου φαινόταν σαν σενάριο
επιστημονικής φαντασίας. Πολύ θα ήθελα να βρεθώ σε μια ασυνήθιστη κατάσταση με
τον εχθρό κατά τη διάρκεια της θητείας μου, όμως κάτι τέτοιο μάλλον δεν
συνέβαινε εκείνη τη στιγμή.
Είχε φτάσει η ώρα της αναφοράς που θα έπαιρνε
εννοείται εκείνος, ο οποίος βρισκόταν όμως ακόμα γύρω στο μισό χιλιόμετρο
μακριά μαζί μου, να επεξεργάζεται στο μυαλό του διάφορες εκδοχές τραυματίζοντας
άτσαλα τα χέρια του στα συρματοπλέγματα. Το γεγονός μάλλον είχε προσδώσει λίγο
νόημα στην βαρετή του υπηρεσία. Ο εν λόγω Υπολοχαγός ανήκε σε μια νεαρή φουρνιά
εξαιρετικών αξιωματικών και υπαξιωματικών με τους οποίους είχαμε την τρομερή
τύχη να συνυπάρξουμε στο ίδιο στρατόπεδο. Ήταν πατέρας ενός παιδιού και
περίμενε το δεύτερο. Λίγο πριν, ενώ συζητούσαμε μου είχε υπερτονίσει την αξία
της οικογένειας και της πατρότητας έναντι της καριέρας αφήνοντας υπόνοιες για γηραιότερα
στελέχη που είχαν δώσει βαρύτητα στο δεύτερο.
Μετά από λίγο άρχισαν να ακούγονται τα συνθήματα των
λόχων που κατευθύνονταν τροχάδην προς την βραδινή αναφορά. Δεν είχα βρεθεί ποτέ
μακριά από τις φωνές, τα ποδοβολητά και γενικότερα αυτή τη γιορτή της σύναξης
των λόχων όμως είχα την τύχη τότε, λίγο πριν φύγω από το νησί. Ακούγοντας ανακατεμένα τα συνθήματα να πασχίζουν να
ξεπεράσουν το ένα το άλλο σε ένταση, ανατρίχιασα και σκέφτηκα το πως αν ήμουν
εχθρός δεν θα επιχειρούσα το οτιδήποτε εναντίον της συγκεκριμένης μονάδας. Ήμασταν: ''σίδερα
και ατσάλι, δεν υπάρχουν άλλοι''. Τουλάχιστον έτσι νομίζαμε, ή έτσι θέλαμε να δείχνουμε
και αυτό διότι μας έλειπε το πιο βασικό συστατικό.
Εκείνο δεν ήταν η εκπαίδευση. Παρ'όλο που η ουσιαστική
της πλευρά είχε αντικατασταθεί από ψυχολογικά και σωματικά καψόνια. Αυτό μας
άρεσε. Είχαμε ακούσει ιστορίες για αυτά και θέλαμε να τα ζήσουμε. Ούτε η
οργάνωση. Θυμάμαι πόσο αγανακτισμένος ήμουν την μέρα που μετά από 7 χιλιόμετρα
τρέξιμο και σκληρή γυμναστική το πρωινό που μας προσέφεραν για να μας κρατήσει
τις επόμενες έξι ώρες εκπαίδευσης ήταν μόνο κορν φλέηκς χωρίς γάλα, τα οποία
φάγαμε σαν τσιπς. Το ενδεικτικό αυτό παράδειγμα έλλειψης μέριμνας με είχε
νευριάσει μόνο για όσο κράτησε, μιας και θεωρούσα πως η βασικότερη και ίσως
μόνη υποχρέωση που είχαν απέναντί μας ήταν η επαρκής σίτιση. Το αισθάνθηκα σαν
υποτίμηση. Όμως το ξέχασα. Ούτως ή άλλως, δεν είχαμε χρόνο να σκεφτούμε και να
επεξεργαστούμε το τι συνέβαινε, πέρα από τα 15 λεπτά που μας δίνονταν το βράδυ
τα οποία αφιερώναμε μιλώντας στο τηλέφωνο με φίλους, γονείς και κοπέλες, εφόσον
προλαβαίναμε.
Ποιο ήταν λοιπόν αυτό το βασικό συστατικό που έλειπε; Το
κατάλληλο πνεύμα. Κανείς εκεί δεν μπήκε ποτέ στη διαδικασία να μας εξηγήσει τι
είχε συμβεί με τους Τούρκους. Γιατί και πως κατείχαν αυτό το κομμάτι της νήσου.
Ποιοι αντιστάθηκαν και ποιοι όχι. Ποιοι έπαιξαν βρώμικα και προδοτικά
παιχνίδια. Δεν υπήρχε κανένας αξιωματικός με την ''σπίθα'' για έναν εθνικιστικό
λόγο. Οι περισσότεροι συνάδελφοι μου, ως χαρακτηριστικά παραδείγματα της γενιάς
στην οποία ανήκουν, δεν γνώριζαν το παραμικρό. Αγαπούσαν την πατρίδα, το αίμα
τους μιλούσε μέσα τους. Οι Πόντιοι φορούσαν υπερήφανα διακριτικά του Πόντου, οι
Κρητικοί αντίστοιχα τα δικά τους. Οι Βόρειοι ξελαρυγγιάζονταν στα συνθήματα που
αφορούσαν τη Μακεδονία. Όλο αυτό όμως ήταν κενό. Είχε περισσότερο έναν οπαδικό
χαρακτήρα. ''Είμαστε εμείς και απέναντι οι άλλοι''.
Ποιοι ήμασταν όμως εμείς
και ποιοι οι άλλοι ακριβώς δεν γνώριζε κανείς τους. Όλα αυτά τα παιδιά ήταν
πραγματικά ότι ποιοτικότερο θα μπορούσες να βρεις στην Ελληνική νεολαία. Διάλεξαν
το δύσκολο σε μια εποχή που όλοι διαλέγουν το εύκολο. Πολλοί δεν αξιοποίησαν
τις διασυνδέσεις που είχαν μόνο και μόνο για να υπηρετήσουν στη συγκεκριμένη
μονάδα. Με μεγάλη μου χαρά, διαπίστωσα πως η συντριπτική πλειοψηφία προερχόταν
από κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Ήταν παιδιά που δούλευαν ως ξυλουργοί,
οικοδόμοι, μανάβηδες, πωλητές στη λαϊκή αγορά και αγρότες από την επαρχία.
Παιδιά άλλης στόφας. Όσοι ζούσαν εκτός των πόλεων μπορώ να πω ότι ήταν
περισσότερο εύστροφοι και έλυναν ευκολότερα τα προβλήματα. Εξακριβώθηκε για
πολλοστή φορά πως η καρδιά του έθνους χτυπάει ακριβώς εκεί. Στους ανθρώπους του
μεροκάματου και του μόχθου. Σε αυτούς που η ζωή δεν έφερε τίποτα έτοιμο.
Παρασυρμένοι
όμως από το κλίμα της εποχής ενώ η ορμή που τους κατεύθυνε εκεί ήταν αγνή, επέστρεφαν
στο κυρίως σύγχρονο ναρκισσιστικό ρεύμα με άνεση, ποστάροντας -ως παλιοί
πλέον- κάθε μέρα φωτογραφίες στα
κοινωνικά δίκτυα. Ήταν όλοι τους πατριώτες και όχι εθνικιστές. Το dna τους, το
χώμα που είχε λερώσει τη στολή τους κάτι σήμαινε για εκείνους αλλά δεν είχαν
κάποιον να προσδιορίσει ακριβώς τι είναι αυτό. Η ορμή της νιότης δεν είχε γερή
σύσταση για να ξεχειλίσει στο σωστό καζάνι. Ήταν αντρίλα για την αντρίλα χωρίς
ιδεολογική και πνευματική υπόσταση. Εννοείται πως υπήρχαν και εκείνοι που
βρίσκονταν εκεί μόνο για τη γυμναστική και την πρόκληση, σαν να πήγαιναν σε
κάποιο παιχνίδι τύπου 'Survivor'' με μηδενικό αίσθημα φιλοπατρίας και μόνο
στόχο τον κομπασμό και την επίδειξη στο αντίθετο φύλο.
Σε ότι αφορά τα στελέχη, τα στερεότυπα για τους
ειδικοδυναμίτες καταρρίφθηκαν εντελώς. Δεν επρόκειτο για άξεστους, αμόρφωτους,
ρηχούς ανθρώπους. Ήταν όλοι τους πραγματικά έξυπνοι με την σωστή δόση τρέλας
και πολύ καλοί στο αντικείμενό τους. Όμως αποτελούσαν και αυτοί απλά
μεταπολιτευτικά προϊόντα. Μπορεί να ήταν έτη φωτός ανώτεροι από τον μέσο
δημόσιο υπάλληλο λόγω κατάρτισης και σωματικής διάπλασης, όμως παρέμεναν δημόσιοι
υπάλληλοι. Δυστυχώς είναι και εκείνοι όργανα της αντικατάστασης πληθυσμών που
συντελείται στη χώρα. Κανείς τους δεν θα τολμούσε να παρακούσει διαταγές ακόμα
και αν ήταν προδοτικές για το έθνος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού, η
παρακάτω στιχομυθία που είχα με έναν ΕΠΟΠ Λοχία.
Ήμουν σε υπηρεσία στο γραφείο
του ΑΥΔΜ. Ήταν αργά το βράδυ και η τηλεόραση έπαιζε χαμηλόφωνα χωρίς να της
δίνουμε σημασία. Θυμάμαι διάβαζα τα απομνημονεύματα του Albert Speer,
τα οποία είχα ντύσει πρόχειρα με κόλλες Α4 για να αποφεύγω ερωτήσεις σχετικά με
το περιεχόμενο του βιβλίου. Σε κάποια φάση στις ειδήσεις έγινε λόγος για
υποχρεωτικό εμβολιασμό και ο Λοχίας έδειξε την δυσαρέσκεια του. Πήρα το θάρρος
και είπα: ''Αν κάποιος θα μπορούσε να κάνει κάτι για να εμποδίσει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, αυτός είναι ο στρατός''. Εκείνος γύρισε και μου απάντησε με ένταση
:''Τι λες ρε μ ... τι δουλειά έχει ο στρατός με αυτά;'' εγώ αποκρίθηκα :''Δεν
έχει αλλά μήπως πρέπει να αποκτήσει;'' Είχα ήδη βάλει τον σελιδοδείκτη στο
βιβλίο έτοιμος να σηκωθώ για έρπυση -σαν τιμωρία- γύρω από το κτίριο. O Λοχίας όμως απλώς βγήκε από το
δωμάτιο και μουρμούριζε μεταξύ σοβαρού και αστείου για υποκίνηση ανταρσίας και
όλα τα συναφή. Μέσα του, ήξερε.
Οι περισσότεροι εκ των στελεχών ήταν Αμερικανόφιλοι και
υπερήφανα γρανάζια της ιερής συμμαχίας του ΝΑΤΟ. Κάποιοι φορούσαν μπλουζάκια
από κοινές ασκήσεις με τον Αμερικανικό Στρατό και γενικά το στυλ από τον
ατομικό τους εξοπλισμό μέχρι την πολιτική ορθότητα που ξεχείλιζε από τα ακριβά
τους άρβυλα, υποδήλωναν την πλήρη Αμερικανοποίηση του στρατεύματος. Είναι
βέβαιο πως το καρκίνωμα του φραγκολεβαντινισμού ταλάνιζε πάντα τις ένοπλες
δυνάμεις. Από την εποχή των Βαλκανικών είχαμε τους Γαλλόφιλους και τους
Αγγλόφιλους αξιωματικούς και τις αντίστοιχες παροχές οπλισμού και εκπαιδεύσεως
που μας έδεναν με φιλίες οι οποίες όμως μπορούσαν να σπάσουν εν μια νυκτί με τα
γνωστά αποτελέσματα. Το ίδιο και κατά τον πόλεμο του 46 - 49 όπου και ξεκίνησε
η πλήρης υποδούλωση του στρατεύματος στον ξένο παράγοντα. ''Δεν πρόκειται για
κάτι καινούργιο'' όπως είπε και ο πατέρας μου όταν του το ανέφερα στην πρώτη
μου άδεια, γεμάτος αγανάκτηση. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε πως στελέχη και
στρατιώτες αντίστοιχα έπασχαν από τα ίδια σύνδρομα της μεταμοντέρνας εποχής. Η
φυλή μας παράγει ανθρώπους που μπορούν δυνητικά να αγγίξουν την τελειότητα και
να κάνουν μεγάλα πράγματα. Εκεί μέσα όμως ήταν όλοι θύματα της κατεύθυνσης που
τους δίνει ο κόσμος στον οποίο δυστυχώς ζούμε.
Παρ'όλα αυτά, είχα την τιμή να
γνωρίσω δυο πολύ αξιόλογους συναγωνιστές με τους οποίους μπορούσα να συζητήσω βαθύτερα ιδεολογικά όταν δινόταν η ευκαιρία. Ο
ένας από αυτούς θέλησε να παραθέσει την δική του εμπειρία παρακάτω:
''Η δικιά μου εμπειρία ήταν αποκλειστικά μια αδιάλειπτα
περιφρονητική και τιμωρητική διάθεση εκ μέρους των στελεχών που ήταν υπεύθυνοι
για εμάς ως υποψήφιοι. Ελάχιστο ενδιαφέρον έδειχναν για την εξύψωση και
διατήρηση του ηθικού μας, πιο πολύ έψαχναν να διασκεδάσουν βαριεστημένα με τον
φόβο και το άγχος που μας δημιουργούσαν, ενώ ταυτόχρονα μας άφηναν χωρίς την
παραμικρή πνευματική καθοδήγηση. Η Μοίρα διαθέτει, όπως πολλές μονάδες, μουσείο
που εμπεριέχει ψήγματα της ιστορίας της. Όταν ο νέος καταφθάνει σε μια τέτοια
μονάδα, το πρώτο μέρος που πρέπει να πηγαίνει είναι το μουσείο, πριν και από το
φαγητό ακόμα. Εμείς ως σειρά δεν πήγαμε ποτέ. Έξω από αυτό το κτήριο, στον χώρο
των προσκλητηρίων, είναι τοποθετημένο ένα μεταλλικό κατασκεύασμα που μοιάζει με
άροτρο ίσως. Ποτέ δεν αναφέρθηκε κάτι για την προέλευση του. Σε μια αναφορά
λοιπόν μετά από αρκετό καιρό εντός του στρατοπέδου, ο ΒΑΥΔΜ εκείνης της μέρας
μας είπε ότι αυτό το αντικείμενο ήταν το σύστημα πάνω στο οποίο κούμπωναν οι
τροχοί του καταρριφθέντος NORATLAS που μετέφερε τους καταδρομείς κατά την
επιχείρηση Νίκη. Και εμείς δεν είχαμε ιδέα για τίποτα, μόνο σκοπιά και
καψόνι''.
Προσωπικά δεν είχα ποτέ ονειρώξεις με τον στρατό. Αυτά
είναι ακροδεξιά κατάλοιπα που δυστυχώς διατηρούν οι περισσότεροι στις τάξεις
μας. Οτιδήποτε υπάρχει για να εξυπηρετεί το παρόν κράτος είναι εχθρός του
Έθνους. Ο Ε.Σ. είναι απλώς ένα εκτελεστικό όργανο της άρχουσας τάξης και
μάλιστα ούτε καν της εγχώριας. Αυτό που με οδήγησε στους καταδρομείς ήταν η
ρομαντικότητα της συνέχισης της
οικογενειακής παράδοσης από μέρους μου, αλλά και το ότι τους θεωρώ τον πιο
άναρχο τύπο στρατιώτη. Αν κάποιοι κάποτε παράκουσαν εντολές, πήγαν κόντρα στους
κανόνες, κινήθηκαν ιδεαλιστικά, αυτοί ήταν οι καταδρομείς παντός τύπου σε
διαφορετικές χρονικές περιόδους. Από τα παλικάρια του John Singleton Mosby
μέχρι τον Μπικάκη και την Α' ΜΚ. Μια φορά που εκτελούσα υπηρεσία οργάνου,
προέτρεψα τον Λόχο να κινηθεί άτακτα προς τα μαγειρεία μιλώντας για την ουσία
αυτού του πνεύματος και τη φύση των καταδρομέων γενικά, μάλλον όμως εντελώς
μάταια σε κλειστά αυτιά με πεινασμένα στομάχια. Επίσης θεωρώ ψυχαγωγικά οξύμωρο
το να με εκπαιδεύει στα όπλα και τις τακτικές το ίδιο το νεοελληνικό κράτος που μισώ με όλη μου την
ψυχή.
Κατά την υποστολή ή έπαρση της σημαίας αισθανόμουν σαν ένας κομπάρσος
μέσα σε ένα χιλιοπαιγμένο μεταπολιτευτικό έργο, γεμάτο ανούσιες τυμπανοκρουσίες
και κατευθυνόμενα πατριωτικά αισθήματα που υποχωρούν ή αναφλέγονται ανάλογα με
τα συμφέροντα του καθεστώτος. Αν κάτι με ανατρίχιασε, δεν ήταν ο Εθνικός Ύμνος
που τραγουδούσαμε κάθε πρωί αλλά ο βηματισμός των συναδέλφων μου. Η τρομερή
αίσθηση της ομάδας και ο απλός τρόπος ζωής. Τρως όσο χρειάζεσαι ιδρωμένος με
τίμια βρώμικα χέρια, ασκείσαι συνεχώς. Επιμένεις, δεν τα παρατάς. Τηρείς μια
ρουτίνα βασισμένη στην ουσία των πραγμάτων. Βρίσκεσαι μέσα στη φύση. Απολαμβάνεις
το πραγματικό φως του φεγγαριού στις βραδινές εφόδους. Συνειδητοποίησα πως όλοι
ήμασταν κυριευμένοι από ένα πνεύμα όμοιο με τον ''Σοσιαλισμό του Μετώπου'' του
Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι στολές ισοπέδωναν τις κοινωνικές τάξεις και τα
χρήματα δεν είχαν καμία αξία. Αντί για την αδελφότητα των χαρακωμάτων είχε
αναπτυχθεί εκείνη των καψονιών. Ο εναγκαλισμός μέσα στο κρύο νερό ήταν η
καλύτερη μέθοδος για την εξασφάλιση λίγης ζέστης αλλά κυρίως μας έφερνε κοντά
μεταφορικά με τρόπο που δεν είχαμε βιώσει ξανά.
Όλοι δουλεύαμε για την ομάδα, ιδρώναμε
και επωμιζόμασταν τα λάθη συλλογικά. Το μπέργκινγκ όποιου δεν άντεχε άλλο στην
πορεία, γινόταν αυτόματα δικό σου. Ο φυσικός εγωισμός, έβρισκε εκτόνωση στην
προσφορά προς το σύνολο. Η επιδειξιομανία μας αφορούσε μόνο τη βοήθεια και την
κατανόηση. Κουβαλούσα πάντα περισσότερο νερό παρακαλώντας να χρειαστεί να το
προσφέρω σε κάποιον που του είχε τελειώσει. Η Μοίρα ήταν ολοκληρωτικά ταγμένη
σε έναν σκοπό και διακατεχόταν από μια υγιή αλαζονεία περί ανωτερότητας σε
σχέση με της άλλες, η οποία δεν έβλαπτε κανέναν, μόνο την ανύψωνε
ενδυναμώνοντας τους εσωτερικούς δεσμούς της. Ο συνάδελφος σου δεν ήταν τίποτα
λιγότερο από τον υπέρ-επαρκή αντικατοπτρισμό του ίδιου σου του εαυτού, των
γενεών που προηγήθηκαν και των αγέννητων τέκνων μιας Φυλής που χάνεται μέσα σε
έναν υγρό λάκκο σκαμμένο από την ίδια. Σκεφτόμουν πόσο ωφέλιμη θα ήταν η εκμετάλλευση
όλων αυτών των υγιών ροπών των νέων Ελλήνων από ένα πραγματικά Εθνικό Κράτος. Η
ανάγκη επιμόρφωσης και ιδεολογικής κατάρτισης στο στράτευμα είναι τεράστια.
Κάτι
τέτοιο βεβαίως δεν θα ξεκινήσει από τα ανώτερα κλιμάκια διότι σκεπτόμενοι
ριζοσπάστες εθνικιστές με αντιεξουσιαστικές ροπές είναι το τελευταίο πράγμα που
θα ήθελε το σύστημα. Ένας καταδρομέας καλός αθλητής, ντόμπρος, πεισματάρης,
δυνατός χωρίς όμως θεωρητικό - πνευματικό υπόβαθρο από πίσω, είναι ένας ακόμα
ελεγχόμενος στρατιώτης των δογμάτων της μόνο επιφανειακά αντιδραστικής
ακροδεξιάς και του συμβατικού φιλελέ πατριωτισμού. Το ότι θα βγει δυνατότερος
με εμπειρίες και πρακτικές γνώσεις του προσδίδει ένα προβάδισμα το οποίο όμως
στην κοινωνική του ζωή καταλήγει να έχει καθαρά ατομικό χαρακτήρα. Η
ομαδικότητα και η συντροφικότητα που έχει αναπτύξει χάνονται όταν αυτός
απολύεται διότι ρίχνεται να επιβιώσει σε έναν κόσμο που κυριαρχούν οι
λυκοφιλίες, ο ατομικισμός, η ικανοποίηση των κατώτερων μας ενστίκτων και η
υλιστική κοσμοθέαση.
Όσοι δικοί μας
βρεθούν σε παρόμοιες καταστάσεις να μην διστάσουν να ρίξουν άδεια για να
πιάσουν γεμάτα σε μια συζήτηση. Ο Εθνικοσοσιαλιστής κρύβεται σε τέτοια
περιβάλλοντα διότι είναι διωκόμενος και του χρειάζεται ένα σήμα από έναν άλλον
αδερφό για να αναθαρρήσει και να δραστηριοποιηθεί έστω συνάπτοντας μια νέα
φιλία με ένα άτομο της ίδιας ιδεολογίας. Οι δυο συναγωνιστές που προανέφερα,
ήρθαν σε εμένα και με ρώτησαν για να
εξακριβώσουν την ιδεολογική μου ταυτότητα όταν έκανα επίτηδες αναφορά στον
σοσιαλισμό μια φορά στα εστιατόρια. Διαφορετικά δεν θα τους είχα γνωρίσει και
δεν θα μπορούσαμε στο μέλλον να αποτελέσουμε ένα μικρό έστω κύτταρο αντίστασης
μέσα στον βάλτο.
Η συμβουλή μου προς τους νεότερους αναγνώστες είναι να
καταταγούν στις Ειδικές Δυνάμεις. Τα θετικά που θα αποκομίσουν είναι πολύ
περισσότερα από τα αρνητικά. Δεν τους αξίζει να κάθονται βαριεστημένοι σε
μονάδες του πεζικού τρώγοντας από ντιλίβερι. Να θυμούνται όμως πάντα πως δεν
εκπαιδεύονται για το κράτος αλλά για την Φυλή. Δεν γίνονται στρατιώτες, αλλά
οπλίτες. Όντας η αιχμή του δόρατος δεν θα αποτελέσουν τους καλύτερους δούλους
του καθεστώτος αλλά τους μεγαλύτερους κριτές και δήμιούς του. Οι μεγάλες μάχες
δεν θα δοθούν στα χαρακώματα αλλά στις πόλεις. Να γαλουχούνται πάντα στα
δύσκολα γιατί μόνο ο Θεός ξέρει πόσο δύσκολα είναι αυτά που θα έρθουν.