του Μαύρου Χμερ
Αυτή η «αλλαγή πλεύσης» των γόνων της σύγχρονης ακροδεξιάς
δεν είναι ένα φαινόμενο τωρινό αλλά άρχισε να παίρνει έκταση κυρίως μετά την
πτώση της δικτατορίας, όπου η νεολαία άρχισε να «ψάχνεται» σε όλα τα ιδεολογικά
μετερίζια. Άνθρωποι που δεν πείστηκαν από την γνωστή παρένθεση της 21ης
Απριλίου και δεν ανέχθηκαν τις κρατικές δολοφονίες - με εντολή του Καραμανλή - σε συγκρούσεις που ακολούθησαν την άφιξη του, ο οποίος ας μην ξεχνάμε ότι μόλις
έφτασε με το αεροπλάνο του Γάλλου Τέκτονα στην Αθήνα και στο πλευρό του είχε την
γνωστή «Ροζαλία», αμέσως έδωσε περίστροφα και οπλοπολυβόλα στην δημοκρατική αστυνομία ενώ απέσυρε τις ράβδους που είχαν μέχρι τότε στα χέρια
τους οι μπάτσοι από την «χούντα». Η ίδια δολοφονική κρατική τακτική μέσω της άμεσης καταστολής συνεχίστηκε και με το ΠΑΣΟΚ με στόχους όλους όσους αντιδρούσαν στην επιβολή της σάπιας εξουσίας.
Η δεξιά πάντα ήταν ο καλύτερος στρατολόγος της αριστεράς
για την νεολαία που είχε εξεγερθεί απέναντι στην κοινωνική αδικία που ένιωθε
ότι έβλεπε, στα σχολεία στους χώρους εργασίας και τις συνθήκες μιας κοινωνίας στα
μεσαία στάδια της τότε καπιταλιστικής αστικής και δημοκρατικής «ανάπτυξης». Κάποιοι «καταραμένοι»
νεολαίοι λοιπόν πορεύτηκαν στην συνέχεια είτε στο «φωτεινό μονοπάτι» του ελληνικού εθνικοσοσιαλισμού είτε στις τάξεις των αναρχικών διανοητών. Κάποιοι «μαυροκόκκινοι» που βρέθηκαν απέναντι στους εθνικιστές παρά τις επίσημες ιστορικές πηγές κατάφεραν και συνδύασαν
τον έμφυτο πατριωτισμό τους και τον «εθνισμό» τους με μια «αντιεξουσιαστική»
λογική, έναν πρωτόγονο «αντικρατισμό» χωρίς όμως να τονίζουν τις εθνομηδενιστικές
αναφορές, με συνέπεια να κατηγορηθούν ακόμη και από τους συντρόφους τους για
τάσεις «αναρχοφασισμού» όπως έχει αναφερθεί αναλυτικά ο όρος εδώ.
Να σημειώσω για όσους δεν το γνωρίζουν ότι η αναρχική «ιδέα» την εποχή εκείνη δεν είχε ακόμη αλωθεί πλήρως από τον «αριστερισμό» όπως περιγράφεται εδώ, οι «μαυροκόκκινοι» δεν μιλούσαν για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ και των Σαλαφιστών εποίκων, δεν ζητούσαν το κεφάλι του Μουαμάρ Καντάφι μέσω του ΝΑΤΟ όπως έκαναν το 2011 στο indymedia (στην Αθήνα μια παλαιότερη εποχή σε κάποιες πορείες τους είχαν για μικρό διάστημα και σημαίες της … αντισιωνιστικής Λιβύης (!) αφού θεωρούσαν το καθεστώς ως μια ιδιαίτερη έκφραση του Λενινιστικού «αναρχισμού») δεν είχαν τον «χρυσό μόσχο» του αντιφασισμού ως είδωλο στην καθημερινότητα τους, συνήθως δεν έκαιγαν την ίδια σημαία πάνω στην οποία εναπόθεσαν οι μαυροσκούφηδες παππούδες τους (...) τα όπλα μετά την συμφωνία της Βάρκιζας - δεν το έκαναν για την «καύλα» τους για να την σπάσουν στους «φασίστες» όπως λένε ... - δεν εγκωμίαζαν την εμβολιαστική πολιτική του κράτους, δεν υπερασπίζονταν με πάθος την κρατική πολιτική των αμβλώσεων, ενώ δεν βεβήλωναν μέσα στην νύχτα τις τοιχογραφίες των ηρώων του ’21 ...
Τσιρώνης, (βλέπε εδώ) Πρέκας, Μαρίνος κάποιοι «άγιοι» των Εξαρχείων από οικογένειες που οι πρόγονοι τους πολέμησαν σε άλλες εποχές με φανατισμό για την Πατρίδα, και που είχαν το θράσος να πάρουν τον δικό τους δρόμο και να σηκώσουν τις κάνες απέναντι στον ασύδοτο κρατισμό. Αγωνίστηκαν για τις ιδέες τους και την πλήρωσαν αυτή την επιλογή τους με την ανταπόδοση μαζικών πυρών ακόμη και σε δημόσια επικοινωνιακή αρένα, αλλά και υπέστησαν την μετέπειτα διαπόμπευση των πτωμάτων τους από τα δημοκρατικά γουρούνια. Άνθρωποι που σύμφωνα με πολλούς δεν μισούσαν το εθνικό συναίσθημα αλλά το συνδύαζαν με το ταξικό, δεν έλεγαν αυτιστικά «να πεθάνει η ελλάδα να ζήσουμε εμείς» και όσο και αν ανατριχιάζουν κάποιοι σήμερα μέσα από τις γραμμές αυτές, την εποχή εκείνη στα κελιά της «δημιοκρατίας» απέναντι στον ανθρωποφύλακα και τον ανακριτή, απέναντι στους κομματικούς διευθυντές των φυλακών που έκαναν ότι δεν έβλεπαν τις συνθήκες στα κάτεργα - με την πρέζα και τις αυτοκτονίες να είναι καθημερινό φαινόμενο - στάθηκαν στην ίδια πλευρά με κάποιους αμετανόητους νεοφασίστες απέναντι στην τακτική του κράτους.
Ενωμένοι απέναντι σε όλους αυτούς που έθαψαν ζωντανό τον Στρατηγό Ντερτιλή αλλά και άλλους, βρέθηκαν μαζί οι «εθνικοσοσιαλιστές» και οι «αντιεξουσιαστές» σε μια επικίνδυνη στροφή του χρόνου προκαλώντας προσωρινό «βραχυκύκλωμα» στα κρατικά σκυλιά που έβλεπαν απεργίες πείνας, εξεγέρσεις και φωτιές σε κέντρα κράτησης από τα «άκρα» τα οποία συμφέρει το κράτος να συγκρούονται μεταξύ τους για να επιβιώνουν οι πολιτικάντηδες και οι υπηρέτες τους.
Ας μην έχουμε αυταπάτες, άλλες εποχές άλλα ήθη, άλλα «έθιμα» όπου υπήρχε μπέσα και πάθος για την λευτεριά. Ένα φαινόμενο που επαναλήφθηκε σε μικρότερη κλίμακα και πρόσφατα αλλά αυτό είναι μια άλλη άγνωστη ιστορία που σύντομα θα βγει σε βιβλίο …
Γράφει κάποιος:
«Το 1996, ήταν μια ιδιαίτερα κρίσιμη χρονιά για την Κύπρο. Τα γεγονότα
εκείνου του καλοκαιριού παραμένουν μέχρι και σήμερα, στα χρόνια της λήθης,
χαραγμένα ανεξίτηλα στις μνήμες όσων τα ζήσαμε, αφού βιώσαμε στο πετσί μας τον
κίνδυνο μιας ενδεχόμενης επίθεσης του τουρκικού στρατού στην ελεύθερη περιοχή
της Αμμοχώστου. Η πανευρωπαϊκή αντικατοχική πορεία των μοτοσικλετιστών εκείνη
τη χρονιά γράφτηκε για πάντα στην ιστορία, τόσο για τις διαστάσεις της και τα
μηνύματά της όσο και για τη δολοφονία δύο Ελληνοκυπρίων, των Ισαάκ και Σολωμού
από το Παραλίμνι, που συμπεριλήφθηκαν στο πάνθεον των ηρώων μας.
Όλα όσα ζήσαμε εκείνες τις μέρες μάς έφερναν ξανά
αντιμέτωπους με τη σκληρή πραγματικότητα του νησιού, την κατοχή. Εκείνη τη
χρονιά κυκλοφορεί και ο δίσκος του Δημήτρη Μητροπάνου με τίτλο «Στου αιώνα την
παράγκα», σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου. Τα εννέα τραγούδια του δίσκου
υπογράφει ο ποιητής Άλκης Αλκαίος, τα τρία ο Κώστας Λαχάς και από ένα η Λίνα
Νικολακοπούλου και ο Γιώργος Κακουλίδης. Ο «δωρικός» Δημήτρης Μητροπάνος
ζωντανεύει, εκείνη τη χρονιά, με τον λυρισμό της φωνής του, στίχους και
μουσικές μοναδικές.
Από εκείνο το cd, είχε ακουστεί πολύ από τα ραδιόφωνα το τραγούδι
«Πάντα γελαστοί» σε στίχους του Άλκη Αλκαίου. «Όσοι με τον Χάρο γίναν φίλοι, με
τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη», έγραφε ο ποιητής και τραγούδαγε ο Μητροπάνος. Ένα
τραγούδι αφιερωμένο στους δύο Κύπριους ήρωες και ξαδέρφια, Τάσο Ισαάκ και
Σολωμό Σολωμού, οι οποίοι δολοφονήθηκαν ο μεν πρώτος από τους «Γκρίζους Λύκους»
κατά τη διάρκεια της πανευρωπαϊκής αντικατοχικής διαδήλωσης των
μοτοσικλετιστών, ο δε δεύτερος αφού πυροβολήθηκε από το απέναντι τουρκικό
φυλάκιο την ώρα που προσπαθούσε να κατεβάσει την τουρκική σημαία με το τσιγάρο
στο στόμα. Οι δύο δολοφονίες έγιναν στη νεκρή ζώνη στην περιοχή της Δερύνειας,
με διαφορά τριών ημερών μεταξύ τους, και ο συγκεκριμένος δίσκος κυκλοφόρησε
λίγους μόνο μήνες αργότερα. Συγκινητικό είναι, εκ μέρους του ποιητή, το ότι
γράφει κάτω από τον τίτλο: «Ισαάκ και Σολωμού και Μαρίνου Μαρτύρων». Ο
Χριστόφορος Μαρίνος ήταν νεαρός αναρχικός που δολοφονήθηκε στην Αθήνα, τον ίδιο
χρόνο»