γράφει ο ΜυρμιδώνΈνα
σύντομο βιογραφικό
Ο Carl Schmitt αποτέλεσε
και αποτελεί μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες του εθνικοσοσιαλισμού,
καθώς επηρέασε με την νομική και πολιτική του σκέψη όχι μόνο το ίδιο το
εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα, αλλά και τα υπόλοιπα ιδεολογικά ρεύματα του
μαρξισμού και του φιλελευθερισμού. Γεννημένος στο Πλέτενμπεργκ της Βεστφαλίας από
οικογένεια καθολικών το διάστημα 1915-1921 σπούδασε νομικά και έπειτα
ακολούθησε την διδακτορική του διατριβή ως καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Griefswald. Σύντομα εντάχθηκε στο NSDAP το 1933, όντας ήδη
πλέον καθηγητής, και το Νοέμβριο του ίδιου έτους χρίστηκε Πρόεδρος της «Ένωσης
Νομικών Εθνικοσοσιαλιστών» με απώτερο σκοπό του να στεφθεί «Νομικός του Γ’
Ράιχ». Οι επαφές που διατήρησε για ένα διάστημα με κύκλους Εβραίων και
μαρξιστών εμπόδισαν την προαναφερθείσα προοπτική, αλλά παρά ταύτα, ο ίδιος
εξακολούθησε την πίστη του στο εθνικοσοσιαλιστικό ιδεώδες και το νομικό του
έργο ακόμη και μετά τον πόλεμο. Αν και δεν παραπέμφθηκε στην δίκη της
Νυρεμβέργης, κρατήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης από τις κατοχικές δυνάμεις
και το 1946 επέστρεψε στην γενέτειρα του, όπου συνέχισε το έργο του και την
πίστη του στις αρχές του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος μέχρι και τον θάνατο του.
Ernst Junger και Carl Schmitt
Η
Πολιτική του Θεωρία
Διόλου τυχαία ο Carl Schmitt έμεινε
γνωστός, μεταξύ άλλων, ως ο «Thomas Hobbes του 20ου Αιώνα»,
καθώς ο Άγγλος πολιτικός θεωρητικός τον επηρέασε πάρα πολύ στην όλη θεωρία του,
την τελευταία του οποίου μάλιστα προσπάθησε να εμπλουτίσει. Ως εθνικιστές
πολλά απ’ όσα εκφράζει ο Hobbes
στο
έργο του «Λεβιάθαν», κυρίως εις ότι αφορά την πλήρη εναντίωση του προς τον
ιδεαλισμό, την ιδέα του ρομαντισμού, του θείου και την ολοκληρωτική-οργανική
μορφή κοινωνίας είναι ενάντια με την δική μας ιδεολογία, καθώς οι έννοιες αυτές
είναι πλήρως συμβατές με τον εθνικοσοσιαλισμό, αλλά εκεί όπου εστιάζει ο Carl Schmitt και
εν συνεχεία εμπνέεται στο έργο του, είναι το ζήτημα της κυριαρχίας του κράτους,
διότι ουσιαστικά ο Schmitt
θέλει
να τεκμηριώσει, βάσει και του «Λεβιάθαν», την εξαιρετική σημασία και επιρροή
της κυριαρχίας για την επίτευξη της ομαλότητας σε μία κοινωνία. Αρχικά, πρέπει
να εξηγηθεί ο όρος της σμιτιανής θεωρίας που είναι το «Πολιτικό», έτσι ώστε να
γίνει, εν συνεχεία, κατανοητό το νόημα της θεωρίας του στο κράτος. Το
«Πολιτικό» στον Schmitt
ορίζεται
ως η διάκριση μεταξύ «Φίλου & Εχθρού», κάτι το οποίο εύκολα μπορεί κάποιος
να κατανοήσει ότι είναι απολύτως υπαρκτό εις ότι αφορά την αλληλεπίδραση μεταξύ
κρατών.
Το «Πολιτικό» ως εκ τούτου, η διάκριση μεταξύ του «Φίλου & Εχθρού»
πρέπει να είναι η βάση της κρατικής κυριαρχίας, το κράτος είναι αυτό, το οποίο
πρέπει να ορίζει ποιος είναι σύμμαχος και το ποιος το εχθρεύεται, προκειμένου
να μπορέσει να επιβιώσει το σύνολο της κοινωνίας. Το «Πολιτικό» μάλιστα είναι
τόσο σημαντικό, που προηγείται του «Κρατικού», δηλαδή υπάρχει πριν καν την
ίδρυση του κράτους στην σμιτιανή θεωρία, άρα σε ένα βαθμό το κράτος υπάρχει ως
εργαλείο ή μέσο προκειμένου να εξασφαλίσει την διάκριση αυτή. Ο «Φίλος &
Εχθρός» όμως δεν είναι ζήτημα ιδιωτικής φύσεως, γι’ αυτό άλλωστε και η θέσπιση
του κράτους προκύπτει από αυτήν, αλλά είναι ζήτημα δημόσιο, ο «Εχθρός» είναι
μία άλλη αντιμαχόμενη δημόσια ολότητα, η οποία νομοτελειακά, αργά ή γρήγορα θα
έρθει σε σύγκρουση με μία άλλη κοινότητα/εθνότητα που δεν είναι βέβαια τίποτα
άλλο παρά ένα άλλο κράτος. Γι’ αυτό και το κράτος δεν έχει κανέναν άλλο σκοπό,
παρά να προετοιμάσει τους πολίτες του γι’ αυτή την σύγκρουση και να πείσει τον
λαό να ταυτιστεί με το «Πολιτικό» του κράτους, ακόμη και με ολοκληρωτικές μεθόδους,
διότι εάν ο απλός πολίτης δεν συσπειρωθεί με την βούληση του κράτους και
εφαρμόσει το «Πολιτικό» σε ατομικό επίπεδο, τότε χάνεται η ενότητα εντός του λαού
και κατ’ επέκταση το Έθνος, όντας διαιρεμένο και αποδιοργανωμένο, είναι, εν
ολίγοις, έρμαιο και βορά των εχθρών του.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα όσα ήδη
εκτέθηκαν, είναι κρίσιμο τώρα να γίνει αντιληπτή η έννοια της «κυριαρχίας» στον
Schmitt
ειδικά σε σχέση με την «Κατάσταση Εξαίρεσης». Για τον Γερμανό νομικό, κυρίαρχος
δεν είναι άλλος παρά εκείνος που θα αποφασίσει την εξαίρεση, αυτός, ο οποίος θα
επιβάλλει την δικτατορία, διότι έτσι φαίνεται ποιος παράγοντας έχει τον πλήρη
έλεγχο και της ομαλής κατάστασης, αλλά και της εξαιρετικής. Για τον Schmitt, όμως, η θεωρία του προχωρά και
εμβαθύνεται ακόμη περισσότερο, καθώς όχι μόνο κάνει διακρίσεις μεταξύ των 2,
κατά την γνώμη του, ειδών δικτατορίας, ήτοι της «Δικτατορίας των Επιτρόπων» και
της «Δικτατορίας του Κυρίαρχου», αλλά καταλήγει στο εξής φαινομενικά παράδοξο,
αλλά εξίσου εύλογο συμπέρασμα, ότι δηλαδή «η εξαίρεση φτιάχνει τον κανόνα».
Επειδή, όπως συμφωνούν όλοι, πραγματεύεται ο Schmitt, ήδη από τα ρωμαϊκά χρόνια σε
περιόδους κρίσεων παραδίδεται η εξουσία σε έναν κυρίαρχο, ο οποίος καταλύει το
πολίτευμα για να επιλύσει την κατάσταση εξαιρετικής σημασίας, καταστατική αρχή
που υπάρχει μέχρι και στις ημέρες μας στα συντάγματα με υπάρχουσα σχετική
ρύθμιση όλων των κρατών σχεδόν, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, και επειδή με
αυτόν τον τρόπο η έκτακτη κατάσταση επιλύεται, διότι είναι η πλέον
αποτελεσματική μορφή διακυβέρνησης, γιατί, αναρωτιέται ο Schmitt, αυτή η εξαίρεση να μην δημιουργήσει
τον κανόνα; Άρα, έτσι τεκμηριώνεται η συνέχισή της προκειμένου να αποφευχθεί η
κρίση σε μία περίοδο ομαλότητας, με άλλα λόγια μία νέα εξαίρεση, η οποία είναι
η ανωμαλία σε μία περίοδο μία κανονικότητας, η οποία όμως προήλθε, με την σειρά
της, από μία εξαίρεση.
Ίσως φαίνεται αλλόκοτο, αλλά το παράδοξο αυτό έχει
νόημα, αν και φυσικά στις ημέρες της απόλυτης κυριαρχίας του φιλελευθερισμού, ο
επιφορτισμένος με την απόλυτη κυριαρχία θεωρείται ως το απόλυτο κακό, αλλά και
γι’ αυτό, το ζήτημα, δηλαδή, του φιλελευθερισμού, έρχεται να ασκήσει δριμεία
κριτική και πάλι ο Schmitt
στην συνέχεια του σπουδαίου έργου του. Χρήζει αναφοράς όμως το ότι στο έργο
του, ο εχθρός δεν είναι μόνο ζήτημα εξωτερικό, αλλά και εσωτερικό, δίνοντας
έτσι έναυσμα και για την τότε Γερμανία, αλλά και τις σημερινές εποχές, να
εξαλειφθεί το στοιχείο στο εσωτερικό των κρατών, το οποίο τα διαιρεί και τα
καταστρέφει, όπως είναι οι κομμουνιστές ή οι αναρχικοί κλπ, οι οποίοι καθιστούν
την ενότητα δύσκολη και το έθνος ευάλωτο σε απειλές εξωτερικές. Τέλος, πάνω
στην πολιτική του θεωρία σημασία για τον Σμιτ έχει η πλήρης εναντίωση με τον
φιλελευθερισμό και το διεθνές δίκαιο, έννοιες επικίνδυνες για ένα Έθνος,
έννοιες, μαζί με το ζήτημα του εσωτερικού εχθρού για τις οποίες παρηγορούσε τον
Hobbes, διότι
στο έργο του δεν έδωσε την απαραίτητη προσοχή, ακόμη και αν το ζήτημα του
Διεθνούς Δικαίου δεν ήταν την περίοδο του τελευταίου υπαρκτό σε τέτοιο βαθμό,
όσο μετέπειτα.
Η
κριτική του στον φιλελευθερισμό και στο Διεθνές Δίκαιο
Ο Schmitt θεωρεί ότι ο φιλελευθερισμός είναι
καταστροφικός, γιατί στερεί την δυναμική της διάκρισης του «Πολιτικού», ανάγει
τον ατομικισμό σε τέτοιο βαθμό που πλέον ο Εχθρός δεν είναι ζήτημα δημόσιας φύσεως,
αλλά ιδιωτικής και συνεπώς ο καθείς τον αντιλαμβάνεται όπως θέλει, αδιαφορώντας
ως εκ τούτου για τις συνέπειες στο σύνολο. Συγκεκριμένα, ο Εχθρός μπορεί να
είναι «Ωφέλιμος» ή «Επιβλαβής», «Όμορφος» ή «Άσχημος», «Ηθικός» ή «Ανήθικος» σε
ατομικό επίπεδο, ανάλογα με τον κάθε πολίτη, δηλαδή. Στην φιλελεύθερη ιδεολογία
ο ιδιώτης δεν χρειάζεται να ταυτιστεί με την βούληση του κυρίαρχου και να
αντιμετωπίσει τον «Εχθρό», το πρόβλημα, συνεπώς, του φιλελευθερισμού είναι ότι
όχι απλά, όπως αναφέρθηκε, νομιμοποιεί και ανάγει την διάκριση σε ατομικό
επίπεδο, αλλά και ότι προωθεί την συναλλαγή, την φιλία και γενικότερα την
βοήθεια και στήριξη στον «Εχθρό», βάζοντας, ως εκ τούτου, το σύνολο, το Έθνος
δηλαδή, σε κίνδυνο. Οι αρνητικές όψεις ενός εχθρού, ένας «Εχθρός» δηλαδή, ο
οποίος είναι επί παραδείγματι «Άσχημος», «Επιβλαβής» ή «Ανήθικος», είναι
χρήσιμες, διότι καθιστούν πολύ πιο εύκολα αντιληπτή σε προσωπικό και ιδιωτικό
επίπεδο την σημασία της διάκρισης αυτής σε δημόσιο επίπεδο, ήτοι χρησιμεύουν
εργαλειακά οι προαναφερθείσες διακρίσεις. Ο φιλελευθερισμός, από την άλλη,
καταστρέφει αυτή την διάκριση, καθώς την μεταφέρει στο ατομικό επίπεδο ή όπως
λέει ο ίδιος ο Schmitt
εύστοχα
και χαρακτηριστικά: «Το Πολιτικό υποτάσσεται
στο Οικονομικό, μέσω του Ηθικού».
Η κριτική της σμιτιανής θεωρίας στον
φιλελευθερισμό δεν σταματάει όμως εκεί και ειδικά εις ότι έχει να κάνει με την
φιλελεύθερη εκδοχή της δημοκρατίας. Πέραν από την εμπορευματοποίηση ή τον
εξωραϊσμό του «Εχθρού», η δημοκρατία, ειδικά με την φιλελεύθερη μορφή της στην
σμιτιανή θεωρία, είναι απολύτως αναποτελεσματική και υποκριτική στην
αντιμετώπιση του Εχθρού και κατά συνέπεια στην επιβίωση του Έθνους. Ο Schmitt πραγματεύεται
ότι η δημοκρατία πρέπει να βασίζεται συνεχώς στην συναίνεση του λαού, ειδάλλως
εκλείπει η «δημοκρατικότητα» της. Αν το σκεφτεί κανείς αυτό θα καταλάβει την
σημασία και την αποτυχία ή υποκρισία του «φιλελεύθερου» ειδικά συστήματος
δημοκρατίας. Οι αποφάσεις, οι οποίες λαμβάνονται, συνεχίζει ο Schmitt, άνευ της συναίνεσης του κόσμου, από
τους «αντιπροσώπους του» δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία μορφή «δικτατορίας»,
καθώς υπάρχει η έλλειψη της συναίνεσης του λαού, κατά την νομοθέτηση.
Μία
αντίληψη, η οποία βρυχάται εντόνως από διάφορες ύαινες αμόρφωτων όχλων, αλλά
που κρύβει μία υπάρχουσα αλήθεια, την οποία ελάχιστοι μπόρεσαν να τεκμηριώσουν
με τον λόγο τους και με επιχειρήματα. Από την άλλη, το Διεθνές Δίκαιο για τον Schmitt δεν είναι τίποτα παραπάνω παρά ένας τρόπος χαλιναγώγησης του λαού και έκθεσης του στον Εχθρό, διότι βασίζει όλη του
θεωρία στο ότι ο Εχθρός δεν θα κάνει κάτι εις βάρος μίας άλλης ενότητας, εφόσον
υπάρχουν γενικά παραδεκτοί κανόνες. Επιπροσθέτως, επιδιώκει κάτι, το οποίο δεν
θα γίνει ποτέ μα ποτέ αποδεκτό, ούτε είναι λογικό, ήτοι να αφοπλιστεί πλήρως,
εκ των πραγμάτων, ένα έθνος σκεπτόμενο ότι κατά αυτόν τον τρόπο δεν θα δεχθεί
επίθεση από άλλον. Ο Carl
Schmitt
υπαινίχθηκε χαρακτηριστικά στα κείμενα του ότι αυτό το σόφισμα του «Διεθνούς
Δικαίου» όχι μόνο δεν πρόκειται να εφαρμοστεί ποτέ, αλλά και δεν εφαρμόστηκε
ποτέ και αυτό διότι όποιο κράτος το έπραξε είτε χάθηκε, επειδή κάποιο άλλο του
επιτέθηκε και δεν μπόρεσε, άρα, να διαδώσει αυτό τον ανεδαφικό κανόνα, είτε
επειδή κανένας δεν θα ήταν ούτως ή άλλως τόσο ανόητος για να το πράξει και να
χαθεί, με άλλα λόγια και να υπήρχε κάποιος που έκανε το σφάλμα να εφαρμόσει
αυτό του δόγμα του «αφοπλισμού» στο Διεθνές Δίκαιο δεν έζησε, ούτε θα ζήσει
ποτέ για να το διδάξει και στους άλλους.
Ως
επίλογο...
Όλο αυτό ήταν μία σύντομη
ανασκόπηση του σπουδαίου έργου του Carl Schmitt, ένα πρόσωπο, δυστυχώς, ελάχιστα ή καθόλου γνωστό,
παρ’ όλο που η πολιτική του σκέψη εξέθεσε σημαντικά τον φιλελευθερισμό,
αναγκάζοντας ακόμη και κύματα μαρξιστών να τον επικαλεστούν για να εναντιωθούν
σε αυτόν. Το έργο του Γερμανού νομικού είναι πολύ ευανάγνωστο και κατανοήσιμο,
καθώς αναλύει πράγματα και σκέψεις απολύτως λογικές, εύστοχες και καθημερινές,
την παράνοια ολόκληρου του συστήματος του φιλελευθερισμού. Είναι ειλικρινά
αξιοσημείωτο, το ότι με αρκετά απλά λόγια, χάρη στην ολοκληρωμένη συνοχή της
σκέψης του, ο Schmitt
παρουσιάζει
μία πλήρη αποδόμηση της φιλελεύθερης σκέψης, του δημοκρατικού συστήματος και
μάλιστα, προς επίρρωση των συλλογισμών του, εκθέτει μία σειρά από ιστορικά
γεγονότα και απόψεις πολλών πολιτικών θεωρητικών, πράγμα, το οποίο επαληθεύει
την οξύτητα της σκέψης του και το εύρος των γνώσεων του.
Τα βιβλία του επίσης
είναι πολύ μικρά σε μέγεθος και δεν κουράζουν καθόλου τον κοινό αναγνώστη,
φροντίζει μάλιστα να παρουσιάζει την θεωρία του και την σκέψη του από νωρίς τα
κείμενα του, έτσι ώστε να καθηλώσει τον αναγνώστη και να του εξηγήσει, έπειτα,
με παραδείγματα και εύκολες σκέψεις το πως ακριβώς βασίζεται η θεωρία του.
Άτομα του δικού μας χώρου θα έπρεπε να τον διαβάσουν για να έρθουν σε επαφή με
μία ναι μεν λιγότερο ιδεαλιστική προσέγγιση της εθνικοσοσιαλιστικής ιδέας, αλλά
αρκετά πιο πρακτική και ως εκ τούτου χρήσιμη για την πλήρη αποδόμηση του
φιλελεύθερου και σε μικρότερο βαθμό του μαρξιστικού δόγματος.
Ενδεικτικά προτείνω τα
εξής βιβλία: «Η Έννοια του Πολιτικού»,
«Πολιτική Θεολογία», «Ο Λεβιάθαν στην Πολιτειολογία του Τόμας Χομπς». Για
όσους θέλουν μία ακόμη πιο ειδική ενασχόληση με το έργο του, θα μπορούσαν
επίσης να διαβάσουν το βιβλίο του «Dictatorship», το οποίο κυκλοφορεί
μόνο στα Αγγλικά, την «Θεωρία του
Αντάρτη» και το «Σχετικά με τα 3 Είδη
της Νομικής Σκέψης», ειδικά τα 3 πρώτα μπορείτε να τα βρείτε σε πολύ καλές
τιμές.