του Wolverine
Ο «δικός μας Νοέμβρης» μας θυμίζει τους «Επίστρατους» που πέταξαν με τις ξιφολόγχες τους Αγγλογάλλους στην θάλασσα. Καμιά σχέση με γαρύφαλλα σε μνημεία «δημοκρατών» και φιέστες αντιφασιστών. Επειδή όμως η μέρα αυτή σημαίνει τα γεγονότα που έλαβαν μέρος πριν πενήντα χρόνια ας τα δούμε λίγο από μια άλλη οπτική που αποφεύγουν πολλοί λόγω του πολιτικού τους συναισθηματισμού.
Και «φασίστες» τους είπαν και «βασανιστές», και SA και SS (sic) και ότι άλλο θες. Ήταν όμως οι Απριλιανοί πραγματικά «δικοί μας» ή απλά η πιο «ακραία» πτέρυγα της «εθνικόφρονης» δεξιάς;
Φανατικοί αντικομμουνιστές άνευ όμως σοβαρής πολιτικής παιδείας, παρασημοφορημένοι στα πεδία των μαχών χωρίς όμως να διαθέτουν ένα πολιτικό σχέδιο για την εγκαθίδρυση μιας νέας πολιτείας. Από την αρχή ζήλεψαν τους τίτλους τα πόστα και τα πολιτικά κουστούμια και πέταξαν στην άκρη την στολή τους, κάνοντας το πρώτο μοιραίο λάθος. Και με τον βασιλιά και ενάντια στον βασιλιά, και με τον Καραμανλή που τον θεωρούσαν σημαντικό στο να τους λέει την γνώμη του … και ενάντια σε αυτόν. Και με το μυστρί ο Παττακός αλλά και με την κατσάδα στους ποδοσφαιριστές για να είναι πιο «ήρεμοι στο παιχνίδι». Και με τον λαό ο Παπαδόπουλος και με τους κεφαλαιοκράτες και την διαμονή του στις βίλες τους όταν ήθελε.
Και δώσε στον λαό ψωμί αλλά ποτέ ένα όραμα. Και δώσε στον αριστερό ξύλο κάνοντας αυτόν και τα παιδιά του τους πιο φανατικούς εχθρούς. Δικτατορία για τους πολλούς επανάσταση για κάποιους. Και με τον Χριστό και με τον Ελληνισμό το καθεστώς. Χωρίς να θίγεται στο ελάχιστο η ύπουλη εκκλησιαστική εξουσία και οι χρυσοκάνθαροι της, χωρίς αλλαγή στον γεωπολιτικό σχεδιασμό για να μην μας μαλώσουν οι ΗΠΑ ή η Αγγλία. Αστείοι λόγω των επιχειρημάτων τους απέναντι στους Τούρκους και άσχημα προετοιμασμένοι για τους εσωτερικούς εχθρούς. Έτοιμοι να παραδώσουν αύριο το πρωί την εξουσία αν χρειαζόταν αρκεί η «Ελλάς να ορθοποδήσει». Πως όμως και με ποιους στο τιμόνι κανείς δεν γνώριζε για επτά ολόκληρα χρόνια.
Και ευτυχώς να λέμε που δεν άκουσαν τον μακαρίτη Ζουρνατζή που ήθελε και είχε την φαεινή ιδέα … εκείνη την νύχτα να ρίξουν στον περιφραγμένο χώρο του Πολυτεχνείου δακρυγόνα από ελικόπτερο! Αν τον είχαν ακούσει θα είχαμε να λέμε σήμερα για μια ντουζίνα «ήρωες» χώρια αυτούς που τιμούν σήμερα στην «κεφάλα» του Σβορώνου. Ηττοπαθείς στην πολιτική αρένα οι «χουντικοί» όμως λαοφιλείς σε πανηγύρια και επιδείξεις. Εύκολοι στον χειρισμό τους από τον ξένο παράγοντα και ανίκανοι να προβλέψουν το πολιτικό μέλλον γεγονός που το πλήρωσαν με την πολύχρονη φυλάκιση τους στα κάτεργα της μεταπολίτευσης.
Ψυχοπονιάρηδες με τους πολιτικούς τους αντιπάλους, σκληροί με τα παιδιά των «ελασιτών»
που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα κάποιες φορές ή απλά πλήρωναν τα εγκλήματα των
γονιών τους. Καχύποπτοι απέναντι στους ριζοσπάστες εθνικιστές και κυρίως
απέναντι σε αυτούς που δεν τους έλεγε και πολλά η ελληνική πραγματικότητα αλλά τους
«τραβούσε» το μεγαλείο της ευρωπαϊκής ιδέας. Τέκτονες κάποιοι από αυτούς επειδή
έτσι νόμιζαν ότι θα κερδίσουν την εύνοια των στοών και φιλικοί απέναντι στους Ισραηλινούς
Σιωνιστές και το ΚΙΣ αφού ουδέποτε αμφισβήτησαν την πολιτική του Ισραήλ. Με αυτούς
είχαν να κάνουν την ημέρα του Πολυτεχνείου οι ακροαριστεροί και οι «αναρχικοί»,
όλοι αυτοί που έβλεπαν το «για ένα πουκάμισο αδειανό» να γίνεται πράξη στην
καθημερινότητα τους.
«Είσαι κομμουνιστής;» ρώτησε ο δυσώδης ασφαλίτης τον Γεώργιο Βεντούρη σε ένα διάλλειμα του νεοφασιστικού συνεδρίου. Τόπος η Ρώμη και χρόνος λίγο πριν ανατραπεί το καθεστώς του Παπαδόπουλου. Μάταια προσπαθούσε ο νεολαίος επιστήμονας και «αριστερός εθνικοσοσιαλιστής» να αναλύσει το σκεπτικό του απέναντι στον άνθρωπο της κυβέρνησης της Ελλάδος η οποία απειλούσε με διώξεις και αποκλεισμούς τους Έλληνες «μισίνι» αν συνέχιζαν να αμφισβητούν τα έργα και τις ημέρες της «επανάστασης».
Χρήσιμο αρχείο το βιβλίο για το ΕΣΕΣΙ «Που πήγαν εκείνα τα παιδιά» αν θέλει κάποιος να γνωρίσει μια άγνωστη και σκοτεινή πτυχή της «επάρατης επταετίας». Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι η «χούντα» σύμφωνα με το σλόγκαν της πολεμούσε τον «μαύρο και κόκκινο φασισμό» και θα έκανε το οτιδήποτε για να πείσει για τις αντιφασιστικές προθέσεις της τους φίλους και κυρίως τους εχθρούς της.
Τι ήταν όμως τελικά η «χούντα» είναι το ερώτημα που επανέρχεται. Για όσους μπορούν να αφαιρέσουν τις νοητικές παρωπίδες δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια μερίδα του στρατού (μικρότερη από ότι νομίζουν οι περισσότεροι) η οποία με τις ευλογίες της CIA πρόλαβε το πραξικόπημα των Στρατηγών που είχαν με την σειρά τους την ευλογία του Πενταγώνου. Επιβλήθηκαν επειδή ο πολιτικός κόσμος φοβήθηκε 200 αξιωματικούς και 2000 στρατιώτες.
Σε μια εποχή και περιοχή κρίσιμη για τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ όπου οι Αμερικανοσιωνιστές χρειάζονταν μια χώρα στήριγμα και ως μετόπισθεν κυρίως για το Ισραήλ, μια περιοχή όπου οι βάσεις θα εξυπηρετούσαν τα σχέδια των ιμπεριαλιστών απέναντι στις άμεσες προκλήσεις της Μέσης Ανατολής. Παρά την αρχική δυσπιστία των Αμερικανών απέναντι στην ομάδα μερικών φανατικών αντικομμουνιστών αξιωματικών (βενιζελικών τάσεων στην πλειοψηφία τους) γρήγορα οι καπιταλιστές ξαναβρήκαν την ηρεμία τους αφού δεν είχαν τίποτα να χάσουν από τον Παπαδόπουλο και το γραφικό καθεστώς του.
Οι βάσεις θα συνέχιζαν να υπάρχουν, το κεφάλαιο θα συνέχιζε σε μια εποχή ανάπτυξης και εδραίωσης του φιλελευθερισμού να έχει τα υπερκέρδη του, ο προσανατολισμός της χώρας δεν θα κινδύνευαν να αλλάξει και όλα καλά και όλα ωραία για όλους. Το στρατιωτικό καθεστώς λόγω της έμφυτης πειθαρχίας δεν είχε παρά να οργανώσει τον καθησυχασμό του λαϊκού στοιχείου στέλνοντας στην Μακρόνησο και την Γυάρο τους «ενοχλητικούς» με την ευγενική χορηγία της ΕΣΑ, και δίνοντας μεροκάματα και δάνεια δηλαδή άρτο και θεάματα αλλά και έργα στους πολλούς μέχρι να τελειώσει η «παρένθεση».
Έτσι ονόμασαν οι ίδιοι οι Απριλιανοί το καθεστώς τους προαναγγέλλοντας άλλωστε την μελλοντική επαναφορά της εξουσίας στον σάπιο πολιτικό κόσμο που είχαν βάλει στον «γύψο» τελικά για λίγο. Όμως υπολόγιζαν χωρίς τον ύπουλο Καραμανλισμό, με τον οποίο διατηρούσαν επικοινωνία και του έστελναν την σύνταξη στο Παρίσι για να μην παραπονιέται ο «εθνάρχης». Ανιχνεύοντας κάποιος τον βηματισμό της επταετίας σε πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο αντιλαμβάνεται γρήγορα ότι οι «χουντικοί» ουδέποτε ήθελαν να κάνουν την Επανάσταση πράξη και να «σπάσουν αυγά». Προωθώντας σε θέσεις ευθύνης κυρίως στην επαρχία τα πλέον ακατάλληλα πρόσωπα σταδιακά έθρεψαν το θεριό του παλιού πολιτικού κόσμου που για καιρό ήταν στην αδράνεια λόγω της αναγκαστικής αργίας.
Η απουσία ιδεολογικών αρχών, η μη στρατικοποίηση της νεολαίας, η έλλειψη του επαναστατικού λόγου και οι εκφορές εκείνης της αισθητικής που προκαλούσε το γέλιο στους πολλούς σύντομα αποδείχτηκαν παγίδες για τους ίδιους τους κυβερνώντες. Το πολυτεχνείο που αποδείχτηκε η χρυσοφόρα δεξαμενή για τα πρόσωπα της μεταπολίτευσης, ουσιαστικά είναι έργο και γέννημα της ίδιας της δικτατορίας. Αγνοώντας οι «χουντικοί» την επέλαση της «νέας αριστεράς» που ήταν συμπλήρωμα του κατευθυνόμενου ειρηνιστικού κινήματος σε ένα χρονικό σημείο που μύριζαν έντονα οι ναπάλμ του Βιετνάμ, οι διεργασίες των παλαιών αστικών κομμάτων που ενίσχυαν τους ανθρώπους τους στα κρίσιμα πόστα και προωθούσαν τα δικά τους σχέδια, ο θάνατος του Γκεβάρα που έγινε σύμβολο της επανάστασης μιας γενιάς που δεν έβρισκε απαντήσεις στους γέροντες του Κρεμλίνου είναι μόνο μερικά από τα «εμπυρεύματα» που προώθησαν τις εκρηκτικές κινητοποιήσεις των φοιτητών.
Παρά την πίεση της αστυνομίας και την ύπαρξη χιλιάδων πληροφοριοδοτών, τον σημαντικό αλλά ποτέ πλήρη έλεγχο του στρατού, την δίωξη των αριστερών και την ανοχή απέναντι στους δεξιούς που αντιδρούσαν η «χούντα» αποδείχτηκε πολύ γρήγορα ένας γίγαντας με πήλινα πόδια. Μερικές εκατοντάδες φοιτητές άοπλοι και με διαφωνίες μεταξύ τους έφεραν μέσα σε ελάχιστες ημέρες σε δύσκολη θέση τον Παπαδόπουλο, ο οποίος αγνοούσε τις διακυμάνσεις στο μυαλό των νέων και έσπευδε να φιλελευθεροποιήσει το καθεστώς προωθώντας τον Τέκτονα και φιλότουρκο Μαρκεζίνη κλείνοντας το μάτι στους παλαιούς πολιτικούς, προσδοκώντας να περάσει γρήγορα στην επόμενη φάση, αυτή της πλήρης επαναφοράς των αστικών κομμάτων και την τοποθέτηση του στρατού σε απλό παρατηρητή των ραγδαίων εξελίξεων παραγνωρίζοντας ότι κάποιοι δεν θα ήθελαν να μοιράσουν την εξουσία.
Οι φωτιές οι διαμαρτυρίες των φοιτητών οι συγκρούσεις με την αστυνομία και οι νεκροί του Νοέμβρη, υπήρξαν οι φυσιολογικές αντιδράσεις και εντάσεις μέσα σε ένα καθεστώς που είχε να επιδείξει υψηλό ΑΕΠ αλλά χαμηλό ηθικό, απουσία οράματος και πρότασης απέναντι σε αυτούς που τότε ζητούσαν απαντήσεις σε όλα και ήθελαν κάτι το διαφορετικό όπως τα περιγράφει γλαφυρά ο επίσημος προπαγανδιστής της «χούντας» εδώ.
(αυτό το άρθρο δεν θα το βρείτε πουθενά αλλού το κρύβουν όλοι και κυρίως οι θαυμαστές της δικτατορίας).
Η ανικανότητα του επίσημου μηχανισμού να κατευνάσει τα πνεύματα έφερε νομοτελειακά την αντίδραση της πιο «ακραίας» πτέρυγας του καθεστώτος που έβλεπε τον Παπαδόπουλο να σπεύδει να ζητήσει άφεση αμαρτιών από τους πολιτικάντηδες και στο θέμα της Κύπρου να διατηρεί για χρόνια μια μειοδοτική πολιτική και συνεχιζόμενη «λυκοφιλία» με τον Μακάριο, ενώ οι ίδιοι είχαν ως μόνη πολιτική πρόταση την λύση του Κυπριακού μέσα από την εκμηδένιση της Μακαριακής παράταξης, χωρίς όμως να υπολογίζουν την διαφθορά των προσώπων της στρατιωτικής ηγεσίας και τις υπόγειες διασυνδέσεις του ρασοφόρου με τα κρυφά κέντρα της εξουσίας.
Σάρκα από την σάρκα της άκρας δεξιάς η Απριλιανή κυβέρνηση η οποία ευλογήθηκε και ενισχύθηκε από τον Αμερικανικό παράγοντα, έπαιξε τον ρόλο της στις γεωπολιτικές εξελίξεις και έφυγε από την εξουσία το ίδιο γρήγορα όπως και ήρθε. Οι φωνές για «ελευθερία και δημοκρατία» που ακούστηκαν εκείνο τον Νοέμβρη δεν ήταν παρά ο αντίλαλος στις άναρθρες κραυγές της «χούντας» η οποία νόμιζε ότι φτιάχνοντας δρόμους και άλλα έργα θα απαντούσε στις απαιτήσεις των καιρών και στην υπονόμευση των νεομαρξιστών.