Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα NICOLA BOMBACCI. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα NICOLA BOMBACCI. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Εις μνήμην των Benito Mussolini και Nicolla Bombacci: Το λαμπρό τέλος της Φασιστικής Αριστεράς ή η αρχή της σύγχρονης «Τρίτης Θέσης»; - εισαγωγή στα 18 σημεία της Βερόνα - άρθρο που έχει δημοσιευτεί στον πρώτο τόμο, Μάρτιος 2022, της ελληνικής επιθεώρησης της Τρίτης Θέσης «¡Patria o muerte!» την οποία μπορείτε να κατεβάσετε σε .pdf

Εις μνήμην των Benito Mussolini (29.07.1883 - 28.04.1945) και Nicolla Bombacci (24.10.1879 - 28.04.1945): Το λαμπρό τέλος της Φασιστικής Αριστεράς ή η αρχή της σύγχρονης «Τρίτης Θέσης»; - εισαγωγή στα 18 σημεία της Βερόνα - άρθρο που έχει δημοσιευτεί στον πρώτο τόμο, Μάρτιος 2022, της ελληνικής επιθεώρησης της Τρίτης Θέσης «¡Patria o muerte!» την οποία μπορείτε να κατεβάσετε σε .pdf εδώ

Η ιστορική φόρτιση της έννοιας «Φασισμός» στην Ελλάδα λόγω του Ελληνο - Ιταλικού πολέμου, της Γερμανό - Ιταλικής στρατιωτικής κατοχής και της ταύτισης που απέδωσε στην έννοια αυτή η μετεμφυλιακή αριστερά με κάθε διακυβέρνηση της εθνικόφρονης αστικής δεξιάς καθώς και με το Στρατιωτικό καθεστώς των Απριλιανών, είναι ήδη τόσο ριζωμένη στο νεοελληνικό ιδεολογικό υποσυνείδητο που θεωρείται πια και η μόνη αντικειμενική ερμηνεία του τεράστιου αυτού επαναστατικού φαινομένου. Το υπογραμμίζουμε αυτό γιατί είναι κάτι που δεν αποτελεί πολιτική μεμψιμοιρία αλλά επιστημονικό γεγονός που αποδεικνύεται από την εκκωφαντική σιωπή στην εγχώρια εκδοτική παραγωγή των σημαντικότερων ιστορικών ερευνών του Φασιστικού φαινομένου.

Ο λόγος αυτής της ιδεολογικής δολοφονίας των σημαντικότερων διεθνώς επιστημονικών μελετών οφείλεται στο ότι αυτές από την δεκαετία του ‘50  ως και σήμερα κυριαρχούνται πια όχι από την Μαρξιστική ιστοριογραφία πάνω στο Φασισμό αλλά από το ισχυρό Ιταλικό ρεύμα των Ιστορικών της σχολής του Renzo de Felice με μαθητές του τους Emilio Gentile, Giuseppe Parlato, Giovanni Sabbatucci. Δίπλα στην σχολή του De Felice προστέθηκε η τεράστια εργασία του Zeev Sternhell που με αφετηρία του τις Γαλλικές ρίζες του Φασισμού ενίσχυσε την βασική θεωρία της Ιταλικής σχολής πως ο Φασισμός αποτελεί ένα επαναστατικό σοσιαλιστικό φαινόμενο που ενοποιήθηκε με τον ριζοσπαστικό εθνικισμό σε μια σύνθεση ξεκάθαρα αντικαπιταλιστική, αντί-μοντέρνα αλλά και σύγχρονη παράλληλα με την μορφή μιας εξέγερσης απέναντι στον μαρξισμό ως τέκνο του αστικού ορθολογισμού και της κοσμοπολίτικης αντεθνικής διανόησης.

Τα έργα αυτών των σπουδαίων ιστορικών και πολιτικών επιστημόνων είναι εξαφανισμένα εδώ και δεκαετίες από την επιστημονική και ιδεολογική φυσικά παραγωγή στην Ελλάδα, γιατί κλονίζουν συθέμελα το μαρξιστικό θεώρημα του αντιφασιστικού μίσους που χαρακτηρίζει τον Φασισμό ως πολιτικό εργαλείο των κυρίαρχων αστικών τάξεων σε περιόδους κρίσεων και λαϊκής αναταραχής. Όμως είναι σημαντικό να πούμε πως εμείς μιλάμε για την ιστορία, τις ιδέες, τους θεωρητικούς και αγωνιστές που αποπειράθηκαν με διαφορετικά κινήματα μια επαναστατική σύνθεση του Έθνους με το σοσιαλιστικό όραμα και δεν αναφερόμαστε στις παρακρατικές ομάδες της ελληνικής αστικής εξουσίας που από το 1945 έως και το Μνημόνιο παρουσιάζονταν ως «φασίστες, εθνικοσοσιαλιστές και εθνικιστές» με σκοπό να τονώνουν την αντικομμουνιστική σταυροφορία ή το ψεύτικο δίπολο Δεξιά και Αριστερά που θρέφει το σύστημα. Όλοι αυτοί με τον δικό τους τρόπο έπαιξαν το χαρτί του αντιφασισμού που ήθελε η ξεπουλημένη Αριστερά να πουλάει στην προς αναζήτηση πολιτικοποιημένη νεολαία της χώρας. Την ψεύτικη εικόνα ενός μιντιακού, και κατευθυνόμενου «Φασισμού» που έφτασε να έχει ως ταβάνι του την κοινοβουλευτική απογείωση και ως συνέπεια την τραγική χρησιμοποίηση του και τελικά διάλυση του από το αστικό σύστημα.

Το βασικό χαρακτηριστικό αυτού του φαινομένου από την μετεμφυλιακή περίοδο ως και σήμερα ήταν η απόλυτη έχθρα του με τις σοσιαλιστικές επαναστατικές ρίζες του Ευρωπαϊκού Φασισμού & Εθνικού Σοσιαλισμού και η υιοθέτηση όλων των αντιφασιστικών δογμάτων του Δυτικού Αμερικανοκρατούμενου κόσμου που κρύβονταν πίσω από τον ψυχροπολεμικό αντικομμουνισμό με όλων των ειδών τις «ριζοσπαστικές» μάσκες. Όλοι αυτοί οι ρόλοι είναι το θέατρο που παίζεται ακόμα στην Ελλάδα γύρω από την έννοια Φασιστικό κίνημα. Με αυτή την εισαγωγή δεν φιλοδοξούμε φυσικά να αναλύσουμε πλήρως αυτή την γιγαντιαία στρέβλωση. Τονίζουμε όμως αυτή την σκέψη για να πούμε πως το να μιλήσεις για την έννοια «Φασιστική Αριστερά» πρώτα πρέπει να ξέρεις πως μιλάς σε μια χώρα που δεν έχει δει ποτέ της Φασιστικό κίνημα ούτε πνευματικά της επιτρέπεται να μάθει πως υπήρξε σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Το πως επηρέασε την πολιτική ιστορία του 20ου αιώνα έως και τον δικό μας αιώνα μέσα από την μεταβίβαση των βασικών του στοιχείων σε μια σειρά από εθνικά και λαϊκά κινήματα απελευθέρωσης από τον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό χωρίς να βασίζονται στον μαρξισμό.

Είμαστε υποχρεωμένοι απέναντι στην Αλήθεια της Ιδέας και της ιστορίας να παλέψουμε ιδεολογικά με αυτή την εχθρική κατάσταση πνευμάτων και να δώσουμε χώρο στα γεγονότα και τις ιδέες των ίδιων των πρωταγωνιστών της ιστορικής δράσης να αποδείξουν τι πραγματικά ήταν αυτή η τεράστια ιδέα και ακόμα ανυπολόγιστη σε δυναμική σύνθεση μεταξύ Εθνικισμού και Σοσιαλισμού και πως παραμένει με άλλες μορφές και σήμερα μια καθοριστική εναλλακτική πρόταση για την επιβίωση εθνών και λαών αλλά και των πολιτισμών μας.

Το «Μανιφέστο της Βερόνα» έχει μια τεράστια σημασία για το Ιταλικό Φασιστικό κίνημα γιατί θεωρείται ως το σημείο επιστροφής στις Σοσιαλιστικές ρίζες του Φασισμού κυρίως έτσι όπως είδαν το φως αρχικά στην «Χάρτα Εργασίας» το 1927 που έβγαζε την Ιταλία από την εργατικό μεσαίωνα και γεννούσε τον Κορπορατισμό ως υπέρβαση του φιλελευθερισμού και του σοβιετικού κρατικισμού. Όχι τυχαία στην καρδιά του Μανιφέστου της Βερόνα βρίσκεται η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής που με τα λόγια του ίδιου του Μουσολίνι τον Οκτώβρη του 1944 σήμαινε «την εφικτή πραγματοποίηση του σοσιαλισμού». Οι αγώνες όλων των μαχητών του Κορπορατισμού, του φασιστικού επαναστατικού συνδικαλισμού, του εξεγερσιακού φασισμού, που από τα μέσα του ‘20 πάλευαν μέσα στο νέο Φασιστικό κράτος και την κοινωνία για την επικράτηση της σοσιαλιστικής αριστερής ψυχής του Σαν Σεπόλκρο, βρήκαν δικαίωση τραγικά σύντομη στην ζωή της Ιταλικής Κοινωνικής Πολιτείας.

Κάτω από τον ίσκιο του μεγάλου προλετάριου κόκκινου φασίστα Μπομπάτσι αλλά και ηρώων όπως του μάρτυρα του Φασιστικού εργατικού Τορίνο Τζιουζέπε Σολάρο έπεσαν οι σπόροι της εθνικής και σοσιαλιστικής αυτάρκειας στην οικονομία και στους θεσμούς θέτοντας την Εργασία ως το μοναδικό υποκείμενο της εφήμερης Φασιστικής Πολιτείας. Εδώ πια έχουμε ένα προχώρημα που ξεπερνά τις πρώτες ακόμα ανεπεξέργαστες αρχές του κορπορατισμού που μιλούσαν για ταξική συνοχή εργασίας και κεφαλαίου στην υπηρεσία του Φασιστικού Κράτους και της Εθνικής Κοινότητας. Με το «Μανιφέστο της Βερόνα» και την γενικευμένη πολιτική κοινωνικοποίησης και εργατικής αυτοδιαχείρισης που ενεργοποίησε στο βιομηχανικό βορρά η Ιταλική Κοινωνική Πολιτεία η κυριαρχία του κορπορατισμού δόθηκε πλήρως στις δυνάμεις της εργατικής τάξης υπό την στήριξη του Φασιστικού Κρατικού και Κομματικού μηχανισμού. Για τον λόγο αυτό όλοι οι ιστορικοί της Ιταλικής Κοινωνικής Πολιτείας μιλάνε για νίκη της Φασιστικής Αριστεράς και για την εμφάνιση ενός «κόκκινου» Φασισμού που έμεινε ανολοκλήρωτος λόγω της ήττας του 1945 και της Αμερικανικής μακράς δημοκρατικής κατοχής της Ιταλίας μέσα από την συνεργασία Χριστιανοδημοκρατών - Κομμουνιστών σε όλη την διάρκεια του ψυχρού πολέμου.

Είναι ένα μεγάλο εγχείρημα να εισέλθουμε στις ρίζες της Φασιστικής Αριστεράς εδώ και στις αντιθέσεις επίσης που ξέσπασαν γύρω από αυτήν κατά την διάρκεια της Φασιστικής επανάστασης με έκφραση την ιδεολογική κριτική που έγινε από τον Έβολα και άλλους σημαντικούς θεωρητικούς της ιδέας του Κράτους έναντι των Συντεχνιών. Λανθασμένα η αντιπαράθεση αυτή αντί να οδηγήσει σε μια επιτάχυνση των αιτημάτων της σοσιαλιστικής διαδικασίας όπως πρότεινε η πλευρά των Μποτάι και Σπίριτο κατέληξε στο να χαρακτηρίζεται ως Ιταλικός μπολσεβικισμός διαιρώντας την ενότητα της επαναστατικής αριστοκρατίας και καθυστερώντας δραματικά την αναγκαία ολοκλήρωση της σοσιαλιστικής απελευθέρωσης του Ιταλικού λαού.

Έτσι δεν μπήκαν στην διεργασία της Φασιστικής επανάστασης οι μεγάλες μάζες του εργαζομένου λαού, έλλειψε η βαθύτερη στράτευση μέσα στην κοινωνία, κάτι που φάνηκε στο τέλος του πολέμου απέναντι στην επιτυχημένη τακτική του διαίρει και βασίλευε που επέβαλαν οι Αγγλοαμερικάνοι με την εισβολή τους στην Ιταλία. Όμως ενώ μέσα στο εξαρχής συστημικό MSI οι παλιοί αριστεροί φασιστές γρήγορα διαφοροποιήθηκαν και αποχώρησαν, μετέπειτα δεν έγινε εφικτό να δυναμώσουν οργανωτικά οι ιδέες της επαναστατικής φασιστικής παράδοσης αφού η Ιταλία μπήκε σε μια περίοδο χάους με τον σχεδιασμό όλων των διεθνών μυστικών υπηρεσιών, που εργαλειοποίησαν την ένοπλη σύρραξη μεταξύ των δυο άκρων αριστεράς και δεξιάς αλλά και μεταξύ αυτών και του αστικού κράτους του ιστορικού συμβιβασμού.

Μέχρι και την εμφάνιση της Terza Posizione όλη η ορμή των νεαρών ριζοσπαστών εθνικιστών είχε πέσει στην παγίδα του αριστερισμού γύρω από το αυθόρμητο, την μειοψηφική βία, την αντεκδίκηση και την θεωρητικοποίηση της ιδέας της πρωτοπορίας που ανίκανη να κινητοποιήσει τις λαϊκές μάζες θεωρεί ότι μόνη της ενσαρκώνει την επανάσταση απέναντι στο αστικό σύστημα. Η κατάληξη γνωστή σε όλους. Καταστολή, φυλακές, νεκροί, μετανιωμένοι και αμετανόητοι ηττημένοι. Η επικέντρωση στα ιδανικά του επαναστατικού αριστερού φασισμού ως δύναμη ανεξαρτησίας του εργαζομένου λαού και συγκρότησης ενός Εθνικού Κράτους της Εργασίας πέρασε με ένα φοβερό τρόπο στις ιδέες του μεγάλου Περόν, στο σοσιαλιστικό όραμα του Καντάφι, στον Παναραβικό σοσιαλισμό του Νάσσερ και μετέπειτα στην μεγάλης Μπααθική Αραβική Επανάσταση. Όχι τυχαία όλοι οι ηγέτες αυτών των γιγαντιαίων κινημάτων στα νιάτα τους υπήρξαν θαυμαστές του Ιταλικού Φασισμού και του Μουσολίνι. Ακόμα και η επαναστατημένη Κούβα των Φιντέλ Κάστρο και Τσε Γκουεβάρα εμπνέεται από τον λαϊκό θρησκευτικό σοσιαλισμό της Ισπανικής Φάλαγγας δίνοντας ελπίδα σε εκατομμύρια φτωχούς της Λατινικής Αμερικής να αγωνιστούν για Πατρίδα, Ελευθερία και Δικαιοσύνη με σκοπό τον σοσιαλισμό.

Από αυτή την σκοπιά, θα υπογραμμίζαμε πως η σπορά που έριξε το πείραμα που θεμελιώθηκε με αίμα πάνω στο «Μανιφέστο της Βερόνα» καρποφόρησε με την μορφή της «Τρίτης Θέσης» στα μαζικότερα και μαχητικότερα λαϊκά κινήματα του κόσμου ενώ στην Ιταλία εξαφανίστηκε κάτω από την σαγήνη της αντικομμουνιστικής και αντιφασιστικής σύγκρουσης που έστησαν Αμερικανοί, Εγγλέζοι, Ισραηλινοί και Σοβιετικοί πράκτορες φοβούμενοι όχι την συγκυβέρνηση Κομμουνιστών και Χριστιανοδημοκρατών, που οι ίδιοι είχαν προωθήσει άλλωστε, αλλά την πιθανότητα στην καρδιά της Ευρώπης να γεννηθεί ένας κόκκινος Περονισμός αλλά Ιταλικά με φασιστικές ρίζες.

Κοιτάζοντας κανείς σήμερα το πως κράτησε θέσεις ο λεγόμενος Ιταλικός Ροσσομπρουνισμός δημιουργώντας μια νέα πολιτική αντί-κουλτούρα, πως γεννήθηκε και στερεώθηκε το φαινόμενο της Κάζα Πάουντ, διακρίνει εύκολα τις μορφές και τα όνειρα όλων των μελανοχιτώνων με την κατακόκκινη καρδιά, ίδια καρδιά με των αδελφών τους Ισπανών υπό τον Πρίμο Ντε Ριβερα και τον θρυλικό Λεντέσμα Ράμος. Οι ιδέες τους επιβιώνουν σε όσους ανά την Ευρώπη με μικρές δυνάμεις πολιτικά, μεταπολιτικά και κοινωνικά επιμένουν στην Τρίτη Θέση ως ανάπτυξη και ανώτερη έκφραση των βασικών στοιχείων της Φασιστικής Αριστεράς.

Η αλήθεια για το ποιος, πότε και πως πραγματικά πολέμησε τον καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό προς όφελος του λαού και του έθνους δεν έχει αποκατασταθεί ακόμα. Την ιστορία του σοσιαλισμού κατάφεραν να την λεηλατήσουν και να την μονοπωλήσουν οι μαρξιστικοί και μεταμοντέρνα αριστεροί ιδεολογικοί μηχανισμοί της παγκοσμιοποίησης. Όπως έκαναν με τους πατέρες του αναρχισμού Προυντόν, Κροπότκιν και Μπακούνιν που έσβησαν κάθε ίχνος εθνικισμού από την ζωή και τα έργα τους, όπως έκαναν με όλους τους μεγάλους αντί-ιμπεριαλιστές του περασμένου αιώνα. Ότι απείλησε τον παλιό κόσμο και τους εξουσιαστές του, οφείλεται στην σύνθεση εθνικισμού και σοσιαλισμού, για αυτό θέλησαν να το εξαφανίσουν από προσώπου γης κάτω από τις ζητωκραυγές για ένα «Κομμουνισμό» που δήθεν γέννησε όλες τις μεγάλες αντιπαραθέσεις. Αυτοί οι μαέστροι του ψέματος θέλησαν να καλύψουν το γεγονός πως η ΕΣΣΔ δεν έκανε ποτέ κανένα αντισυστημικό πόλεμο, δεν ανέτρεψε ποτέ καμία αστική τάξη ξένης χώρας, δεν στήριξε ποτέ κανέναν να ανατρέψει την αστική τάξη της χώρας του, δεν τόλμησε ποτέ να απελευθερώσει την Ευρώπη ενάντια στην Αμερικανική μπότα, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια ιμπεριαλιστική εκδοχή της Αμερικής με κολλεκτιβιστικό προσωπείο.

Προερχόμαστε από τους αιρετικούς, τους αποστάτες, όσους λάτρεψαν την Πατρίδα, τον Λαό και τον Σοσιαλισμό ολοκληρωτικά, εκείνους που πραγματικά έδωσαν ελπίδα σε εκατομμύρια ανθρώπους για ένα κόσμο της Ιεραρχίας και της Εργασίας ενάντια στον χρυσό και τον υλισμό. Δεν ήξεραν τα πρωτοπαλίκαρα του θλιβερού Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος όταν, με την ευλογία που τους πρόσφερε η αστερόεσσα, έσερναν τα πτώματα του Μουσολίνι και του Μπομπάτσι στους δρόμους του Μιλάνου πως δεν τελείωσαν το όραμα που ένωσε μαζί στη ζωή και το θάνατο αυτούς τους δυο μάρτυρες του Φασιστικού Σοσιαλισμού.

Δεν εξαφάνισαν τον Ιδρυτή και τον Πιστό του που ως φωνή συνείδησης μέχρι το τέλος ήταν εκεί να του θυμίζει το Σαν Σεπόλκρο, την Φασιστική Προλεταριακή Ιταλία, να θυμίζει αυτό που έμεινε ανολοκλήρωτο όχι μόνο για χάρη του Ιταλικού λαού αλλά και για όλους τους λαούς της Ευρώπης μας. Στις τεράστιες πλατεία του Μπουένος Άιρες και της Αβάνας, στο Κάιρο, την Τρίπολη, την Δαμασκό, την Βαγδάτη το πνεύμα της Βερόνα ήταν εκεί και ξανά θα είναι εκεί όταν οι λαοί αγωνιστούν για ελευθερία και δικαιοσύνη ενάντια σε όλες τις ελίτ, τα λόμπι και τις μαφίες του παγκόσμιου καπιταλισμού.

Εκδόσεις «Τρίτη Θέση»

Όταν ο Φασισμός ανήκε στην αριστερά.

 


Το παραδοσιακό αριστερό - δεξιό μοντέλο του πολιτικού τόξου παρουσιάζει τον Φασισμό και τον Μαρξισμό ως διαμετρικά αντίθετες ιδεολογίες. Ο Μαρξισμός θεωρείται ως μια ιδεολογία της άκρας αριστεράς ενώ ο Φασισμός υποθετικά αντιπροσωπεύει μια προοπτική που είναι περίπου όσο πιο άκρα στη δεξιά μπορεί κανείς να πάει.

Ένα άρθρο που πρόσφατα μεταφράστηκε στα αγγλικά από την πορτογαλική Finis Mundis Press, του Eric Norling «Επαναστατικός Φασισμός» κάνει πολλά στο να αποκαλύψει την οπτική του Φασισμού όπως τον θεωρούσε αυτόν ο Μουσολίνι και οι Κοόρτες του και θέτει το θέμα της ιδεολογίας της άκρας δεξιάς υπό αμφισβήτηση.

(Σ.Σ. Ο Δημήτριος Βεζανής στη μελέτη του «Η Κρίσις του Δημοκρατισμού» περιγράφει το Φασισμό ως «κυρίως μια πνευματική κίνησις, μία επανάστασις ψυχών κατά της υφισταμένης τάξεως των πραγμάτων … {…} … ο Φασισμός δεν προτιμά την δουλείαν από την ελευθερίαν. Αλλά βλέπων τον άμεσον, τον μέγα κίνδυνον όστις απειλεί όχι μόνον το παρόν αλλά και το μέλλον της φυλής θέλει να τη σώση πάσει δυνάμει, έστω και με θυσίαν των μεγαλυτέρων ανθρωπίνων αγαθών. Η διαφορά λοιπόν μεταξύ Αντιδημοκρατών και Δημοκρατών δεν είναι ότι οι πρώτοι τάσσονται υπέρ της δουλείας και οι δεύτεροι υπέρ της ελευθερίας. Αλλ’ ότι οι πρώτοι βλέπουν το ν κίνδυνον ενώ οι δεύτεροι δεν θέλουν να ιδούν αυτόν»)

Το έργο αυτό αρχικά εκδόθηκε το 2001 και ο συγγραφές Norling, είναι ένας ιστορικός και δικηγόρος Σουηδός που τώρα ζει μόνιμα στην Ισπανία. Ο Norling παρατηρεί ότι καθόλη τη διάρκεια της νεανικής ζωής του από τα παιδικά χρόνια μέχρι τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, ο Μουσολίνι ήταν όπως κάθε τυπικός αριστερός, όπως π.χ. ο Eugen V. Debs. Ήταν αυτός που αργότερα θα γινόταν γνωστός ως το «Μωρό με τις κόκκινες πάνες» (το οποίο σημαίνει ότι ήταν παιδί επαναστατών σοσιαλιστών γονιών). Σαν νεαρός ο ίδιος ο Μουσολίνι ήταν Μαρξιστής, φανατικά ενάντια στον κλήρο, πήγε στην Ελβετία για να αποφύγει την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία και είχε συλληφθεί και φυλακισθεί επειδή προέτρεπε σε απεργίες.

Τελικά έγινε αρχηγός στο Σοσιαλιστικό κόμμα της Ιταλίας και φυλακίσθηκε ξανά το 1911 για τις αντιπολεμικές ενέργειές του που σχετίζονταν με την Ιταλική εισβολή στη Λιβύη. Ο Μουσολίνι ήταν τόσο ελπιδοφόρος σαν σοσιαλιστής σε εκείνο το σημείο της καριέρας του που κέρδισε τον έπαινο του Λένιν, ο οποίος τον θεωρούσε τον φυσικό ηγέτη ενός μελλοντικού Ιταλικού σοσιαλιστικού κράτους.

Όταν ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος ξεκίνησε το 1914, ο Μουσολίνι αρχικά υποστήριζε την αντιπολεμική θέση του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, αλλά τους επόμενους μήνες άλλαξε σε μια θέση υπέρ του πολέμου, θέση που του «πρόσφερε» την διαγραφή του από το κόμμα. Μετά κατατάχτηκε στον Ιταλικό στρατό και πληγώθηκε στη μάχη. Οι λόγοι για την αλλαγή στάσης του Μουσολίνι υπέρ του πολέμου είναι απαραίτητοι για την κατανόηση της πραγματικής προέλευσης και φύσης του Φασισμού και της θέσης του μέσα στο πλέγμα της πολιτικής και θεωρητικής ιστορίας του 20ου αιώνα.

Ο Μουσολίνι έφτασε να βλέπει τον πόλεμο σαν μια αντί ιμπεριαλιστική πάλη ενάντια σε συντηρητικές δυνάμεις όπως οι Αψβούργοι, οι Οθωμανοί Τούρκοι και η Γερμανία των Hohenzollern που επιτίθονταν σε αυτά τα καθεστώτα σαν αντεπαναστάτες εχθρούς που είχαν καταπιέσει τον σοσιαλισμό. Ο Μουσολίνι επίσης προφητικά πίστευε ότι η συμμετοχή της Ρωσίας στον πόλεμο θα ξυπνούσε αυτό το έθνος στον βαθμό που να είναι ανοιχτό σε μια σοσιαλιστική επανάσταση (που είναι ακριβώς ότι έγινε). Με άλλα λόγια, ο Μουσολίνι θεώρησε τον πόλεμο σαν μια ευκαιρία για να αναπτυχθούν αριστεροί επαναστατικοί αγώνες στην Ιταλία και αλλού.

Όταν το Ιταλικό Φασιστικό κίνημα ιδρύθηκε το 1919, τα περισσότερα από τα ηγετικά στελέχη και τους θεωρητικούς του ήταν, όπως και ο ίδιος ο Μουσολίνι πρώην Μαρξιστές και γενικότερα ριζοσπάστες αριστεροί όπως οι ακόλουθοι του επαναστάτη συνδικαλιστή George Sorel. Τα επίσημα προγράμματα που έβγαλαν οι Φασίστες, μεταφράσεις των οποίων περιλαμβάνονται στο βιβλίο του Norling, αντανακλούν μια μίξη δημοκρατικών και σοσιαλιστικών ιδεών που θα ήταν κοινή σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή ομάδα της εποχής. Εάν πράγματι τα στοιχεία είναι συντριπτικά ότι ο Φασισμός έχει τις ρίζες του στην άκρα αριστερά τότε από πού πήρε ο Φασισμός τη φήμη του ως ιδεολογία προερχόμενη από τη δεξιά;

Η απάντηση φαίνεται να είναι ένας συνδυασμός τριών βασικών παραγόντων. Η Μαρξιστική προπαγάνδα η οποία δυστυχώς βρήκε τον δρόμο της στην mainstream ιστοριογραφία, η αναθεώρηση των ίδιων των αριστερών επαναστατικών αρχών από τους ηγέτες του Φασισμού και η αναπόφευκτη συμβιβασμοί και οι υποχωρήσεις που έγιναν από τον Φασισμό προκειμένου να πετύχει τον στόχο του να ελέγχει πραγματικά το κράτος. 

Σχετικά με τα πρώτα αυτά ο David Ramsey Steele περιέγραψε την κλασσική μαρξιστική θεώρηση του Φασισμού σε ένα σημαντικό άρθρο σχετικά με την ιστορία του Φασισμού. Το 1930 η έννοια του «Φασισμού» στον αγγλόφωνο κόσμο είχε μετασχηματιστεί από μια εξωτική, ίσως σικ, ιταλική αριστοκρατία σε ένα σύμβολο του κακού για κάθε χρήση. Κάτω από την επιρροή αριστερών συγγραφέων επιβλήθηκε μια θεώρηση του Φασισμού που παρέμεινε κυρίαρχη ανάμεσα στους διανοούμενους μέχρι σήμερα. Και πάει έτσι:

«Ο Φασισμός είναι καπιταλισμός χωρίς τη μάσκα. Είναι ένα εργαλείο του μεγάλου κεφαλαίου, ο οποίος κυβερνά μέσω της δημοκρατίας μέχρι να νιώσει ότι απειλείται θανάσιμα, μετά «απελευθερώνει» τον Φασισμό. Ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ πήραν την εξουσία από το μεγάλο κεφάλαιο επειδή το μεγάλο κεφάλαιο προκλήθηκε από την επαναστατική εργατική τάξη. Φυσικά πρέπει να εξηγήσουμε, μετά, πως ο Φασισμός μπορεί να είναι ένα μαζικό κίνημα και ένα κίνημα που ούτε οδηγείται ούτε οργανώνεται από το μεγάλο κεφάλαιο. Η εξήγηση είναι ότι ο Φασισμός το κάνει αυτό με έξυπνη χρήση τελετουργικών και συμβόλων. Ο Φασισμός σαν ιδεολογική κατήχηση είναι κενός σοβαρού περιεχομένου ή εναλλακτικά το περιεχόμενό του είναι ασυνάρτητος. Η επιρροή του Φασισμού είναι θέμα συναισθημάτων περισσότερο παρά ιδεών. Βασίζεται σε τραγούδισμα ύμνων, κούνημα σημαιών και άλλα μικροπράγματα που δεν είναι τίποτε άλλο παρά παράλογα μέσα που χρησιμοποιούνται από τους Φασίστες ηγέτες που έχουν πληρωθεί από το μεγάλο κεφάλαιο για να ποδηγετούν τις μάζες»

Αυτή η αντίληψη συνεχίζει να είναι η κυρίαρχη αριστερή ανάλυση του Φασισμού και χρειάζεται αρκετή προσπάθεια για να εξηγηθεί γιατί για παράδειγμα Αμερικανικά πολιτικά κινήματα ή φιγούρες που δεν έχουν απολύτως τίποτα κοινό με τον ιστορικό Φασισμό όπως για παράδειγμα το Tea Party ή οι Νεοσυντηρητικοί (ασυνάρτητοι σχολιαστές) του Fox News ή των συντηρητικών ραδιοφωνικών σχολιαστών, συνεχίζουν να είναι αποδέκτες της «φασιστικής» ταμπέλας από ακτιβιστές φιλελευθέρους και αριστερούς.

Η πραγματικότητα της προέλευσης του Φασισμού είναι εντελώς διαφορετική. Οι δημιουργοί του ήταν μια ομάδα αριστερών διανοητών και πολιτικών αντρών των οποίων κοινό σημείο αναφοράς ήταν η κοινή συνειδητοποίηση ότι ο Μαρξισμός ήταν μια αποτυχημένη ιδεολογία. 

Όπως παρατηρεί ο Στιλ:

«Ο Φασισμός ξεκίνησε ως μια αναθεώρηση του Μαρξισμού από Μαρξιστές, μια αναθεώρηση που αναπτύχθηκε σε διαδοχικά στάδια, ώστε τελικά αυτοί οι Μαρξιστές σταδιακά σταμάτησαν να σκέφτονται τους εαυτούς τους σαν Μαρξιστές και τελικά σταμάτησαν να σκέφτονται τους εαυτούς τους ως Σοσιαλιστές. Ποτέ δεν σταμάτησαν να σκέφτονται τους εαυτούς τους σαν Αντιφιλελεύθερους επαναστάτες»

Η κρίση του Μαρξισμού συνέβη στη δεκαετία του 1890. Οι Μαρξιστές διανοούμενοι μπορούσαν να ισχυριστούν ότι μιλούν εκ μέρους μαζικών σοσιαλιστικών κινημάτων σε όλη την ηπειρωτική Ευρώπη, και όμως έχει γίνει ξεκάθαρο εκείνα τα χρόνια ότι ο Μαρξισμός είχε επιβιώσει σε έναν κόσμο για τον οποίο ο Μαρξ πίστευε ότι δεν ήταν δυνατό να υπάρξει. Οι εργάτες γίνονταν πλουσιότεροι, η εργατική τάξη είχε χωριστεί σε τομείς με διαφορετικά ενδιαφέροντα, η τεχνολογική πρόοδος επιταχυνόταν αντί να έρχεται αντιμέτωπη με ένα οδόφραγμα, το «ποσοστό του κέρδους» δεν έπεφτε, ο αριθμός των πλούσιων επενδυτών («μεγιστάνες του κεφαλαίου») δεν έπεφτε αλλά αυξανόταν, η βιομηχανική συγκέντρωση δεν μεγάλωνε, και σε όλες τις χώρες οι εργάτες έβαζαν την χώρα πάνω από τις τάξεις τους.

Οι πρώιμοι Φασίστες ήταν πρώην Μαρξιστές που είχαν φτάσει σε σημείο να αμφισβητούν την επαναστατική δυνατότητα του ταξικού αγώνα, αλλά είχαν επανειλημμένως φτάσει στο σημείο να θεωρούν τον Επαναστατικό Εθνικισμό ως δείχνοντα αξιοσημείωτες πιθανότητες. 

Όπως ο Μουσολίνι είχε σημειώσει σε έναν λόγο στις 5 Δεκεμβρίου του 1914:

«Το Έθνος δεν εξαφανίστηκε. Συνηθίζαμε να πιστεύουμε ότι ήταν κενό περιεχομένου. Αντίθετα βλέπουμε το Έθνος να υψώνεται σαν μια συνταρακτική πραγματικότητα μπροστά μας … ! Η Τάξη δεν μπορεί να καταστρέψει το Έθνος. Η Τάξη αποκαλύπτει εαυτόν ως μια συλλογή ενδιαφερόντων - αλλά το έθνος είναι μια ιστορία συναισθημάτων, παραδόσεων, γλώσσας, κουλτούρας και φυλής. Η Τάξη μπορεί να γίνει ένα βασικό κομμάτι του Έθνους, αλλά το ένα δεν μπορεί να εξαλείψει το άλλο. Ο Ταξικός Αγώνας είναι ένας άσκοπος δρόμος, με αποτελέσματα και συνέπειες οπουδήποτε κάποιος βρίσκει ανθρώπους που δεν έχουν αναδείξει αυτούς στα σωστά γλωσσικά και φυλετικά πρότυπα -όπου το εθνικό πρόβλημα δεν έχει λυθεί οριστικά. Σε τέτοιες περιπτώσεις το Ταξικό κίνημα βρίσκεται να συντροφεύετε από ένα δυσοίωνο ιστορικό κλίμα»

Ο Φασισμός υποδόρια εγκατέλειψε τον ταξικό αγώνα για μια επαναστατική εθνικιστική έκβαση που εξέφραζε την ταξική συνεργασία κάτω από την ηγεσία ενός ισχυρού κράτους που ήταν ικανό να ενώσει το έθνος και να επιταχύνει την βιομηχανική πρόοδο. Πράγματι, ο Στιλ έκανε μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση σχετικά με τις ομοιότητες ανάμεσα στην Ιταλία και τα Μαρξιστικά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του 3ου κόσμου το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα:

Η λογική που υπογράμμιζε την αλλαγή της θέσης τους ήταν ότι δυστυχώς θα γινόταν επανάσταση όχι της εργατικής τάξης είτε στα ανεπτυγμένα κράτη είτε σε λιγότερα ανεπτυγμένα κράτη όπως η Ιταλία. Η Ιταλία ήταν μόνη της και το πρόβλημα της ήταν το χαμηλό βιομηχανικό της ισοζύγιο. Η Ιταλία ήταν ένα έθνος εκμεταλλευόμενων προλεταρίων ενώ οι πλουσιότερες χώρες ήταν κορεσμένα έθνη μπουρζουάδων. Το Έθνος ήταν ο μύθος που θα ένωνε τις παραγωγικές τάξεις πίσω από έναν αγώνα για να μεγεθύνουν τις εξαγωγές. Αυτές οι ιδέες επικάλυψαν την προπαγάνδα του 3ου Κόσμου τις δεκαετίες ’50 ’60 στις οποίες εμπνευσμένες ελίτ σε οικονομικά χαμηλές χώρες εκπροσωπούσαν λιγότερο τις δικές τους αλλά με σχολαστικό ανθρωπιστικό ρόλο σαν «προοδευτικές» γιατί αυτό θα επιτάχυνε την ανάπτυξη του 3ου Κόσμου. Από τον Nkrumah μέχρι τον Κάστρο οι δικτάτορες του 3ου Κόσμου θα ακολουθούσαν τα βήματα του Μουσολίνι. Ο Φασισμός ήταν μια πλήρης «πρόβα κουστουμιού» για τον μεταπολεμικό 3ο Κόσμο.

Κατά τη διάρκεια των 23ων χρόνων στην εξουσία το καθεστώς του Μουσολίνι σίγουρα έκανε αξιοσημείωτους συμβιβασμούς με τα παραδοσιακά συντηρητικά συμφέροντα όπως την μοναρχία, το μεγάλο κεφάλαιο και την καθολική εκκλησία. Αυτοί οι πραγματιστικοί συμβιβασμοί γεννημένοι από την πολιτική ανάγκη είναι ανάμεσα στα στοιχεία που τυπικά αναφέρουν οι αριστεροί σαν δείγματα της δεξιάς φύσης του Φασισμού. Όμως υπάρχουν αρκετά στοιχεία ότι ο Μουσολίνι βασικά παρέμεινε ένας Σοσιαλιστής καθόλη τη διάρκεια της πολιτικής ζωής του. Έως το 1935, δεκατρία χρόνια αφού ο Μουσολίνι πήρε την εξουσία με την πορεία προς τη Ρώμη , το 75% της ιταλικής βιομηχανίας είχε ήδη ή κατευθείαν εθνικοποιηθεί ή βρεθεί κάτω από αυστηρό κρατικό έλεγχο. Πράγματι ήταν κυρίως προς το τέλος τόσο της ζωής του όσο και της ζωής του καθεστώτος του που η οικονομική πολιτική του Μουσολίνι ήταν κατά τον κύριο λόγο αριστερή. Αφού έχασε για λίγο την εξουσία, για μερικούς μήνες κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 1943 ο Μουσολίνι επέστρεψε στην ηγεσία του Ιταλικού κράτους με γερμανική βοήθεια και έστησε αυτό που ονομάστηκε «Ιταλική Σοσιαλιστική Δημοκρατία» (Σ.Σ. Repubblica Sociale Italiana). 

Το καθεστώς επίμονα εθνικοποίησε όλες τις εταιρίες που απασχολούσαν περισσότερους από 100 εργάτες, αναδιένειμε τα σπίτια που προηγουμένως ανήκαν στους εργοδότες, προχώρησε σε αναδασμό της γης και είδε έναν αριθμό προεξεχόντων Μαρξιστών να ενώνονται με την κυβέρνηση του Μουσολίνι, ανάμεσα στους οποίους και ο Nicola Bombacci, ο ιδρυτής του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και προσωπικός φίλος του Λένιν. Αυτά τα γεγονότα περιγράφονται με αξιοσημείωτες λεπτομέρειες στο έργο του Norling.

Φαίνεται ότι η ιστορική πικρή αντιδικία ανάμεσα στους  Μαρξιστές και τους Φασίστες είναι λιγότερο μια αντιδικία μεταξύ δεξιάς και αριστεράς και περισσότερο μια διαμάχη μεταξύ πρότερων παιδιών της αριστεράς. Αυτό δεν θα έπρεπε να δημιουργήσει κάποια ιδιαίτερη έκπληξη δεδομένης της συνήθειας των ριζοσπαστικών αριστερών γκρουπών για αιματηρές σεχταριστικές έριδες. Πράγματι θα μπορούσε να γίνει φανερό με επιχειρήματα ότι ο αριστερός «αντιφασισμός» έχει τις ρίζες του στη ζήλια ενός πιο πετυχημένου συγγενή περισσότερο παρά σε κάτι άλλο. Όπως επισήμανε ο Στιλ:

«Ο Μουσολίνι πίστευε ότι ο Φασισμός είναι ένα διεθνές κίνημα. Περίμενε ότι και η παρηκμασμένη μπουρζουάζικη δημοκρατία και ο δογματικός Μαρξισμός - Λενινισμός παντού θα υποχωρούσαν μπροστά στον Φασισμό, ότι ο 20ος αιώνας θα ήταν ένας αιώνας του Φασισμού. Όπως και οι αριστεροί ανταγωνιστές του υποτίμησε την αντοχή τόσο της δημοκρατίας όσο και του φιλελευθερισμού της ελεύθερης αγοράς. Αλλά στην ουσία η πρόβλεψη του Μουσολίνι εκπληρώθηκε: Το μεγαλύτερο κομμάτι του ανθρωπίνου πληθυσμού κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα κυβερνήθηκαν από κυβερνήσεις που επί του πρακτέου ήταν πιο κοντά στον Φασισμό απ' ότι ήταν είτε στον φιλελευθερισμό είτε στον μαρξισμό - λενινισμό. Ο 20ος αιώνας ήταν πράγματι ο Φασιστικός αιώνας»

Μετάφραση από antistasi.info

Nicola Bombacci: Κόκκινος και Μαύρος




Μετάφραση: Κωνσταντίνος Μποβιάτσος

Δημοσιεύτηκε στο www.ordinefuturo.it

Η ιστορία του Φασισμού στην Ιταλία, ήταν πλούσια από δυνατές προσωπικότητες και μάλιστα «έξω από τα πλαίσια», όπως λέγεται. Μια από αυτές αναμφισβήτητα ήταν ο Nicola Bombacci. Η καταγωγή του ήταν από την Emiglia Romagna, ήταν από καθολική και σοσιαλιστική οικογένεια όπως ο φίλος του Μπενίτο Μουσολίνι. Σκληρός Λενινιστής και ιδρυτής του Κομμουνιστικού κόμματος της Ιταλίας και μετά έγινε Μουσολινικός κατά την διάρκεια της Δημοκρατίας του Σαλό. Επαναστάτης μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Νικολίνο - έτσι τον φωνάζανε φιλικά - είναι μια από τις ιστορικές και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της Ιταλίας του 20ου αιώνα. Από μερικούς χαρακτηρίστηκε προδότης των Κομμουνιστικών αξιών, από άλλους έγινε Φασίστας διότι τον συνέφερε, από λίγους για εκείνο που στην πραγματικότητα ήταν: ένας άνθρωπος ελεύθερος, πρωτοποριακός, τίμιος και χωρίς προκαταλήψεις.

Δημιουργός της «προλεταριακής επανάστασης», ο Νικολό, στήριζε φανατικά την ιδέα των εργατών για μια επανάσταση εθνική και σοσιαλιστική, που αποτέλεσε και έναν από τους μεγαλύτερους  ξεσηκωτές των μαζών στην Ιταλία του 20ου αιώνα, όπως ο φίλος του και ανταγωνιστής Μουσολίνι. Το αποτέλεσμα των ικανοτήτων του ήταν ότι κατάφερε να διπλασιάσει τα μέλη του Σοσιαλιστικού κόμματος της Ιταλίας, από το οποίο θα φύγει το 1921, αφού αντιπροσώπευε την πιο σκληροπυρηνική φράξια του κόμματος, ιδρύοντας έτσι το Κομμουνιστικό κόμμα μαζί με άλλες ιστορικές προσωπικότητες της Ιταλίας όπως οι Antonio Gramsci, Umberto Terracini, Amedeo Bordiga.

Λίγους μήνες μετά, πάντα το 1921, στις 9 Νοεμβρίου, ο Μουσολίνι ιδρύει το Εθνικό Φασιστικό Κόμμα, μια εξέλιξη των Fasci di Combattimento , που είχαν ιδρυθεί το 1919. Σύμφωνα με μερικούς ειδικούς μελετητές, όλο αυτό ήταν ένα είδος στρατηγικής από τον Mussolini και τον Bombacci για να επιτεθούν δυνατά στην πλουτοκρατία και από «δεξιά» και από «αριστερά», κάτι σαν τανάλια ενάντια στους αφέντες καπιταλιστές. Μια ρομαντική θεωρία αλλά ποτέ βασισμένη σε συγκεκριμένα στοιχεία.

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στα ιστορικά δεδομένα. Η άνοδος του Φασισμού στην Ιταλία είχε να κάνει με προηγούμενα σκληρά και αιματηρά επεισόδια μεταξύ Φασιστών και Κομμουνιστών. Επεισόδια που ο Nicolino Bombacci προσπάθησε να εμποδίσει ή τουλάχιστον να προσπαθήσει να δώσει μια ηρεμία ιδεολογική μεταξύ των δυο πλευρών. Δεν τα κατάφερε όμως και η δράση του περιορίστηκε σε προσωρινές λύσεις. Περνώντας ο καιρός ο Nicolino άρχισε να μιλά για μια ιδεολογική ταυτοποίηση μεταξύ Μπολσεβίκων και Φασιστών βασιζόμενος ότι και οι δυο ιδεολογίες είχαν την ίδια μητέρα, τον Σοσιαλισμό που ο κοινός εχθρός ήταν ο Καπιταλισμός.

Αυτές οι πρωτοποριακές και αποφασιστικά ακραίες ομιλίες είχαν σαν αποτέλεσμα να αποβληθεί από το Κομμουνιστικό κόμμα , χαρακτηριζόμενος ως αιρετικός που δεν σήκωνε συχώρεση , ένας σούπερ προδότης που η ιστορία πρέπει να σβήσει με οποιοδήποτε κόστος, ένας άνθρωπος που γελοιοποίησε τον διεθνή Κομμουνισμό και κυρίως το ιταλικό του κομμάτι. Κατά την περίοδο αυτών των ιδεολογικών μεταλλάξεων του, είχε και κάποια άλλα προβλήματα οικογενειακά. Ο υιός του ο Βλαδίμηρος - όνομα αφιερωμένο στον Λένιν - έμεινε ανάπηρος λόγω ενός ατυχήματος που είχε στο σπίτι του. Οι θεραπείες κόστιζαν ακριβά, που δυστυχώς ο «σύντροφος με το μελανό πουκάμισο» δεν έχει να πληρώσει. Εδώ μπαίνει στην σκηνή και ο Μουσολίνι. Ακριβώς ο Ντούτσε αποφασίζει να αναλάβει τις θεραπείες του νεαρού, δίνοντας και δουλειά στο ίδιο τον Nicolino για να ζήσει αξιοπρεπώς. Η αναγνώριση αυτών των ενεργειών από μέρους του ήταν πολύ μεγάλη, αλλά δεν ήταν αυτό που τον έφερε στον Φασιστικό χώρο. Θα ήταν σαν να εξαγόραζε αυτά που πίστευε και δεν ήταν η συμπεριφορά ενός πραγματικού επαναστάτη αυτή.

Η αποφασιστική καμπή ήταν όταν δημιουργήθηκε η Repubblica Sociale Italiana, (Κοινωνική Ιταλική Δημοκρατία), ένα πείραμα που εκτόξευσε τον Επαναστατικό Φασισμό με όλες τις κοινωνικές του πλευρές , ακόμη και σε μια περίοδο τρομερά δύσκολη όπως κατά την διάρκεια της απόβασης των Συμμάχων στην Ιταλία. Μπόρεσε και πάντρεψε τα δεδομένα της εθνικής άμυνας με αυτά της κοινωνικοποίησης, μιας λογικής ανάπτυξης του κορπορατισμού (Συντεχνιασμός) και αυτό χάρη και στους ανθρώπους του SolaroPavolini και του Bombacci που συνέβαλε με το «Μανιφέστο της Βερόνα». Ο Bombacci δεν ήταν ο τύπος που πήγαινε εύκολα με τους νικητές, αντιθέτως προτιμούσε να είναι με αυτά που πίστευε και στην συγκεκριμένη περίπτωση ονομαζόταν «Fascismo repubblicano», μένοντας δίπλα στον παλαιό φίλο/ανταγωνιστή, Μουσολίνι.

Ήταν ικανός να πραγματοποιήσει μια διαδρομή πραγματικά μοναδική. Από τον Κομμουνισμό στον Φασισμό, με το μότο «Ζήτω ο Σοσιαλισμός», ήταν ένας άνθρωπος απαλλαγμένος από πνευματικά κλουβιά και προκαταλήψεις, σε έναν πολιτικό δρόμο που ξεκινούσε μαζί με τον Μουσολίνι, όταν ήταν νέοι, μετά θα χωριστούν κατά την διάρκεια της ανόδου του Φασισμού και τελικά θα ξαναενωθούν κατά την 19μηνη διάρκεια της Repubblica Sociale Italiana. Έμεινε στο πλευρό του Ντούτσε, και στην τελευταία πράξη του, σε μια από τις πιο ωμές, σκληρές και αποτρόπαιες σελίδες της Ιταλικής ιστορίας: την εκτέλεση του Μουσολίνι και των οπαδών του. Το σώμα του κρεμάστηκε ανάποδα, στην πλατεία Λορέτο του Μιλάνο, στις 29 Απριλίου 1945, μαζί με αυτά των Mussollini, Claretta Petacci, Pavolini και Starace. Aυτό είναι και η μαρτυρία μιας επιλογής ζωής έξω από τα «πολιτικά ορθά» πλαίσια, που ο ίδιος έσερνε μαζί του παρά τις εξελίξεις που έφτασαν στις πιο ακραίες μορφές επιπτώσεων. Η ζωή του αντιπροσωπεύει και μια σιωπηρή κατηγορία από μεριά ενός πραγματικού Εθνικοεπαναστάτη. Απογοητευμένου από τον Κομμουνισμό, ενάντια σε όλους τους διανοούμενους της αριστεράς που μπροστά στην πτώση του Σοβιετικού συστήματος, ανακάλεσαν πολλά.


Επομένως ο Nicola Bombacci, αντιπροσωπεύει, όπως και άλλες προσωπικότητες, ένα σημαντικό κεφάλαιο στον Ιταλικό Φασισμό, μια προσωπικότητα που έδωσε ψυχή, καρδιά και σώμα στην πιο μεγάλη ιδέα της σημερινής εποχής, στο όνομα της Εθνικής και Κοινωνικής αναγέννησης. Και μάλιστα σε μια εποχή, σε μια χώρα όπως η Ιταλία που ήταν γεμάτη από πολιτικά λαμόγια και δειλούς ιδεολόγους καθώς και υπηρέτες του συστήματος που περνούσαν πάντα στο άρμα του νικητή, ο Nicola Bombacci αποτελεί παράδειγμα ήθους, αλτρουισμού και πίστης, μένοντας σε μια ιδεολογία ακριβώς στο τέλος της, την πιο επικίνδυνη και τραγική στιγμή δηλαδή, με κόστος την ίδια του την ζωή . Φτάνει αυτό για να τον τιμούμε και να τον θυμόμαστε!

Nicola Bombacci: Ο "Κόκκινος Πάπας"




του Αχιλλέα 

Πριν λίγους μήνες, σε μια συνέντευξη που είχε παραχωρήσει σε μέλη της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ., ο Σταμάτης είχε αναφέρει κάτι που κέντρισε το ενδιαφέρον όσων μελετάμε τον πολιτικό Ρομαντισμό. Συγκεκριμένα, είχε πει ότι όπως η «σχολή της Φρανκφούρτης» αρχικά και ο «γαλλικός αποδομισμός» στην συνέχεια αλλοίωσαν την σοσιαλιστική ουσία του μαρξισμού μετατρέποντάς τον σε ουρά του φιλελευθερισμού κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, έτσι και η Νέα Δεξιά σήμερα αποψιλώνει τον εθνικισμό από τις κοινωνιστικές και ρομαντικές καταβολές του τραβώντας τον καθημερινά όλο και περισσότερο εντός των πλαισίων του φιλελεύθερου αστισμού. 

Νιώθοντας τον κίνδυνο αυτής της προοπτικής, σκέφτηκα λοιπόν να ανατρέξω στην ιστορία των ιδεών, καθώς και κάποιων εκ των παλαιών μορφών του εθνικιστικού χώρου, προκειμένου να αναδείξω την αλήθεια γύρω από την έννοια του εθνικισμού, την οποία η συστημική «πνευματική ελίτ» διατηρεί συνεχώς στην ασάφεια, για ευνόητους λόγους. Ασφαλώς, στόχος τέτοιων άρθρων είναι να προβάλουν την ιστορική αλήθεια και να κάνουν τους πάσης φύσεως δεξιούς, παλιούς και νέους, να αντιληφθούν ότι πολλοί μπορεί να δελεαστούν από διάφορα κίνητρα προκειμένου να αποσπάσουν τον εθνικισμό από τις ρομαντικές καταβολές του για να τον εκφυλίσουν στις φόρμες της καπιταλιστικής Νέας Δεξιάς. Εμείς, όμως, στην Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ. δεν θα τους κάνουμε αυτή την χάρη.

Το πρώτο πρόσωπο στο οποίο θα σταθώ στα πλαίσια αυτής της αναδρομής είναι ο Nicola Bombacci. Ο Μπομπάτσι αποτελεί μια ιδιόμορφη περίπτωση Ιταλού κομμουνιστή, ο οποίος στρατεύτηκε τελικά με τους ριζοσπάστες εθνικιστές του Μουσολίνι. Πολυσχιδής και ιδιόμορφος στοχαστής, εξέφρασε την ρομαντική πολλαπλότητα σε όλες της τις εκφάνσεις. Ας δούμε αναλυτικά την περίπτωση του.

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο στον σύνδεσμο εδώ

Nicola Bombacci: από την Μόσχα στο Salò.


Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα γαλλικά από τις εκδόσεις «Spartacus». Προβλήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 στην ιστοσελίδα American Front και πρόσφατα στο αμερικανικό ιστολόγιο «openrevolt».








Μετάφραση – επεξεργασία κειμένου: M.N.F.

Nicola Bombacci: από την Μόσχα στο Salò.


“με τη γενειάδα του Bombacci
θα υφάνουμε κουρέλια
να καθαρίσουμε τα παπούτσια
του Benito Mussolini”



Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, οι Mελανοχίτωνες της Ιταλίας τραγουδούσαν αυτό το ρεφρέν. 25 χρόνια μετά στις 28 Απρίλη του 1945 ο πρώην αναπληρωτής γραμματέας του Κομμουνιστικού κόμματος της Ιταλίας, πρώην φίλος του Lenin και σημαντικό στέλεχος της Comintern, ο Nicola Bombacci, που συνόδευε τον Mussolini κατά τη φυγή του, κείτονταν νεκρός στο Dongo από τις σφαίρες κομμουνιστών παρτιζάνων, μαζί με άλλους υψηλόβαθμους Φασίστες.

Καθώς έπεφτε, οι τελευταίες λέξεις που βροντοφώναξε ήταν «Ζήτω ο Σοσιαλισμός». Κάπως έτσι τελείωσε η ζωή του Bombacci, μια ζωή που κάθε άλλο εκτός από συμβατική μπορεί να χαρακτηριστεί.

Ο Nicola Bombacci γεννήθηκε στα περίχωρα του Forli το 1879 από οικογένεια χωρικών. Δάσκαλος στο επάγγελμα, γνώρισε - την περίοδο που εξασκούσε το επάγγελμα του - τον τότε καθηγητή και σοσιαλιστή Benito Mussolini. Σύντομα θα γίνει μέλος του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, επηρεασμένος από τον αντιμιλιταριστικό και αντικληρικό λόγο του. Το 1909 παρατάει την έδρα του δασκάλου για να γίνει ένας επαγγελματίας επαναστάτης.

Τον ίδιο καιρό αρχίζει να γίνεται όλο και πιο σημαντικός στην «αριστερή» πτέρυγα του Ιταλικού σοσιαλιστικού κόμματος (Partito Socialista Italiano), στην οποία ανήκε και ο Mussolini. Όντας ειρηνιστής, ο Bombacci φυλακίστηκε για μια περίοδο κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Αργότερα, με τον Gramsci και τον Bordiga, βοήθησε στην οργάνωση της εξτρεμιστικής πτέρυγας του Iταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, την φράξια που ήταν η πιο ευνοϊκή απέναντι στη Ρώσικη Επανάσταση. Υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (Partito Comunista Italiano: ήταν μια απόσχιση από το Ιταλικό Σοσιαλιστικό κόμμα, μιας και εξέφραζε πιο «ακραίες» θέσεις) και οι ιταλικές εφημερίδες της εποχής τον χαρακτήριζαν ως «τον κλασσικό τύπο του Μπολσεβίκου συνωμότη».

Σύντομα εκλέχθηκε αναπληρωτής γενικός γραμματέας του κόμματος. Αρχίζει να δουλεύει για την Comintern και πηγαίνει στην Σοβιετική Ένωση όπου γίνεται φίλος του Litvinov, Zinoviev και του Lenin. Παρόλα αυτά, έρχεται σε ρήξη με την υπόλοιπη ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος, επειδή δεν αποκηρύσσει τον Mussolini. Βλέποντας με θετικό μάτι την εκστρατεία του Αnnunzio στο Fiume και όντας υποστηρικτής των θεωριών πάνω στη σύγκλιση των φασιστικών και κομμουνιστικών επαναστάσεων, προσπάθησε να πείσει τις κυβερνήσεις της Φασιστικής Ιταλίας και της Σοβιετικής Ένωσης να συμμετάσχουν σε μια συμμαχία.

Λόγω αυτής της αντισυμβατικής σκοπιάς του – που υποστήριζαν και ορισμένοι σοβιετικοί ηγέτες – σιγά σιγά περιθωριοποιήθηκε με αποτέλεσμα το 1927 να διαγραφεί από την λίστα μελών του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος.

Η αποπομπή του αυτή, είχε σαν αποτέλεσμα τη απόσυρση του από το πολιτικό παρασκήνιο και το ξεκίνημα του σαν παραγωγός εκπαιδευτικών ταινιών. Ο Bombacci, όμως, διατήρησε τους δεσμούς του με την Σοβιετική Πρεσβεία μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ‘30 όπως και με εκπροσώπους της «αριστερής πτέρυγας» του Φασιστικού Καθεστώτος, ενεργώντας κατά κάποιο τρόπο ως διπλωμάτης ανάμεσα στις δύο πλευρές.

Από το 1936, ο Bombacci επανεμφανίστηκε, εκδίδοντας, μαζί με άλλους στρατευμένους οπαδούς της άκρας αριστεράς, το έντυπο «Η Αλήθεια» (λέγεται ότι ακόμα και ο Bordiga ήταν μέλος της συντακτικής ομάδος), μια εφημερίδα που υποστήριζε την θέση μιας προλεταριακής Ιταλίας που θα μαχόταν ενάντια στον καπιταλισμό των ξένων Δυνάμεων. Μέσω αυτής της εφημερίδας ασκούσε κριτική απέναντι στο τότε καθεστώς, αλλά μπορούσε να διαβάσει κανείς για την αναγκαιότητα της ύπαρξης ενός άξονα συμμαχίας ανάμεσα στην Ρώμη, το Βερολίνο και την Μόσχα ή την διαφορά Μπολσεβικισμού και Σοβιετισμού.

Ο Bombacci κινητοποιήθηκε επίσημα στο πλευρό του Φασισμού το 1943, μετά την καθαίρεση του Μουσολίνι και την επιστροφή του στη σκηνή με τη βοήθεια των Γερμανών. Πολύ γρήγορα, έγινε ένας από τους πιο ακραίους και απόκρυφους ιδεολόγους του κινήματος, συγγραφέας των νόμων της εθνικοποίησης και της διακήρυξης της Βερόνα.

Ως το δεξί χέρι του Duce, ακολούθησε τον Mussolini στην απόδραση του πέρα από τις γραμμές του προελαύνοντα στρατού των Συμμάχων. Μια απόδραση στην οποία και οι 2 έμελλε να σκοτωθούν ...


σχετικοί σύνδεσμοι:



Η δέσμη των ράβδων (μέρος τρίτο) Francis Parker Yockey: ο αινιγματικός οραματιστής του μεταπολεμικού Φασισμού.

Η δέσμη των ράβδων (μέρος δεύτερο) Nicola Bombacci: ο «κόκκινος παπάς» του Φασισμού.

Η δέσμη των ράβδων (μέρος πρώτο) Berto Ricci: o «αιρετικός» διανοητής του Φασισμού.

Σχετικά με την «αριστερή» έκφραση του Εθνικοσοσιαλισμού.

Sir Oswald Ernald Mosley: Ένας πραγματικός επαναστάτης !

Oswald Mosley: «Σύντροφοι στον αγώνα» (ομιλία του ηγέτη των Βρετανών Φασιστών τον Ιούνιο του 1938)

Η δέσμη των ράβδων (μέρος δεύτερο) Nicola Bombacci: ο «κόκκινος παπάς» του Φασισμού.

Στην αρχή του βίου του Ερυθροφρουρός και στενός φίλος του Lenin ...


Στο τέλος του βίου του Μελανοχίτωνας και πιστός σύντροφος του Mussolini ...



Μετάφραση – επεξεργασία κειμένου: Αλάστωρ.

Μέρος πρώτο.

Ένα σύντομο βιογραφικού του «αριστερού Φασίστα» Nicolla Bombacci.

Ο Nicola Bombacci (24 Οκτωβρίου 1879 – 28 Απριλίου 1945) γεννήθηκε στην Civitella της Romagna.




Υπήρξε σοσιαλομαρξιστής και πρωτοκλασσάτο στέλεχος του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνος. Έμπιστος φίλος του Λένιν, και το 1921 ένας από τους ιδρυτές του κομμουνιστικού κόμματος Ιταλίας το γνωστό PCI. Ο Bombacci εκείνη την εποχή υπήρξε επιστήθιος φίλος του Mussolini την εποχή που ο τελευταίος δήλωνε αναρχοκομμουνιστής. Την δεκαετία του ’30 αρχίζει σταδιακά να «φλερτάρει» με την Φασιστική ιδεολογία, κάτι που διαφαίνεται και στα κείμενα που έγραφε στο περιοδικού του «La Verita» (Η αλήθεια). Ο Bombacci βοήθησε τον Mussolini στην νομιμοποίηση της «Ιταλικής Σοσιαλιστικής Πολιτείας» (Repubblica Sociale Italiana) παρουσιάζοντας τις σοσιαλιστικές ρίζες του Φασισμού όταν ο Duce ασκούσε τα καθήκοντα του στο νεοσύστατο πολιτικό σχηματισμό της βορείου Ιταλίας.




Αφίσα Ιταλικής οργάνωσης:

"Nicola Bombacci Επαναστάτης Σοσιαλιστής Εθνικιστής"
"Επαναπροσδιορίζοντας τις ιδεολογικές μας ρίζες"

Υπήρξε ο εμπνευστής της νέας οικονομικής θεωρίας που ανέπτυξε τον Νοέμβριο του 1943 στην Βερόνα στο πρώτο συνέδριο του Ιταλικού Ρεπουμπλικανικού Φασιστικού ΚόμματοςΠέθανε στις 28 Απριλίου του 1945 στην περιοχή Dongo του Como όπου συνελλήφθη μαζί με τον Mussolini από Ιταλούς κομμουνιστές αντάρτες. Μετά την εκτέλεση του, τον κρέμασαν σε δημόσια θέα στην πλατεία Loreto μαζί με τον Mussolini την Clara Petazzi το κομμένο κεφάλι του Alessandro Pavolini και άλλων.

Μέρος δεύτερο.

Στις 29 Απρίλη του 1945 οι κομμουνιστές αντάρτες συνέλαβαν τα ηγετικά στελέχη του Ιταλικού Φασιστικού Κινήματος. Μεταξύ των οποίων ήταν και μια από τις μεγαλύτερες μορφές του Ιταλικού κομμουνισμού ! O Nicola Bombacci, ο ιστορικός ιδρυτής του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (PCI) και προσωπικός φίλος του Λένιν όπου αγωνίστηκε πιστά δίπλα του κατά την διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης στην Σοβιετική Ένωση. Και όμως ο αγωνιστής με το παρατσούκλι «Papa Rosso» (κόκκινος παπάς) κατέληξε σε έναν άνευ όρων φανατικό υποστηρικτή του Μουσολίνι που του συμπαραστάθηκε όσο κανείς άλλος στους τελευταίους δραματικούς μήνες της διακυβέρνησης του. Η ζωή του σκιαγραφεί μια ιστορία που αποτελεί εξαίρεση ή μήπως επιβεβαιώνει την παραδοσιακή πολιτική συνέχεια και φυσιολογική εξέλιξη ενός πρώιμου "Φασιστικού Σοσιαλισμού" ;

Η πρόσφατη δημοσίευση της βιογραφίας του στην Ιταλία ξανάνοιξε τον μαχητικό διάλογο για τις ιδεολογικές προεκτάσεις του Φασισμού που εμπνεύστηκε ο Μουσολίνι. Γεννήθηκε σε μια λαϊκή καθολική οικογένεια της Romagna στις 24 Οκτωβρίου 1879, κοντά στο Predappio όπου λίγα χρόνια μετά επρόκειτο να γεννηθεί αυτός που εμπνεύστηκε τον Φασισμό και όλα αυτά σε ένα νομό της Ιταλίας που η επαναστατικότητα των εργατικών σωματείων ήταν φημισμένη. Σύντομα έγινε μέλος της νεολαίας του Σοσιαλιστικού κόμματος και λαμβάνει το δίπλωμα του εκπαιδευτικού (οι ομοιότητες με τον Duce είναι παραπάνω από εμφανείς) για να αφιερωθεί κατόπιν με ψυχή και σώμα στην σοσιαλιστική επανάσταση.

Λόγω των ξεχωριστών ικανοτήτων του σε οργανωτικά ζητήματα και την τάση εργασιομανίας που επιδείκνυε έγινε υπεύθυνος των εντύπων και των άλλων σοσιαλιστικών μέσων ενημέρωσης και σταδιακά άρχισε να εξασφαλίζει την πλήρη στήριξη των εργατικών σωματείων. Στον ίδιο ιδεολογικό χώρο γνώρισε και τον Mussolini που δεν πρέπει να ξεχνάμε πως εκείνη την εποχή τον θεωρούσαν πολύ σημαντική προσωπικότητα για τον Σοσιαλιστικό χώρο πολύ πριν εξελιχθεί σε Εθνικοεπαναστάτη. Ο Bombacci άρχισε να δυσανασχετεί με την υποτονική πολιτική των σοσιαλοδημοκρατών. Με αποτέλεσμα να ιδρύσει μαζί με τον Antonio Gramsci το κομμουνιστικό κόμμα Ιταλίας και στις αρχές της δεκαετίας του ’20 ταξιδεύει στην Ρωσία όπου παίρνει μέρος στην επανάσταση των Μπολσεβίκων.

Εκείνη την εποχή ανέπτυξε στενή φιλία με τον Λένιν και σε μια συνεδρίαση στο Κρεμλίνο είπε για τον Μουσολίνι:

«Σύντροφοι υπάρχει μόνος ένας αληθινός σοσιαλιστής στην Ιταλία που είναι ικανός να καθοδηγήσει τον λαό στην επανάσταση, ο Μουσολίνι»

Λίγα χρόνια μετά ο Duce ξεκινάει την επανάσταση του Φασισμού ! Ως αρχηγός του νεοσύστατου κομμουνιστικού κόμματος πείθει μερίδα των εργατών που τον ακολουθούν ονομάζοντας τον λόγω της εμφάνισης του «κόκκινο παπά». Φάνταζε την εποχή εκείνη ως ο νούμερα ένα κίνδυνος για την αστική τάξη της τότε εποχής.




Εξελέγη πρώτος βουλευτής του PCI την εποχή που οι φασιστικές ομάδες άρχιζαν να οργανώνουν την δράση τους ενάντια στα πολυάριθμα κομμουνιστικά σωματεία. Η αποστολή του Bombacci είναι να σταματήσει τις διαρροές υποστηρικτών από την κομμουνιστική πολιτοφυλακή στις νεοσύστατες φασιστικές ομάδες αλλά αποτυγχάνει παταγωδώς ! Όταν πια ο Μουσολίνι κατέκτησε την διοίκηση της χώρας η ιδεολογική του στάση δεν κλονίστηκε. Παρέμεινε αντικονφορμιστής και υπερασπιστής της άποψης πως η Ιταλία πρέπει να επαναπροσεγγίσει πολιτικά την θεωρία της συμμαχίας με την Ρωσία. Όμως το ανήσυχο πνεύμα του δεν σταμάτησε να παράγει νέους πολιτικοκοινωνικούς ορίζοντες και αυτό τον οδήγησε στην δημιουργία του λεγόμενου «Τρίτου Δρόμου».

Ανέπτυξε την θεωρία που συνενώνει την πατριωτική φύση του Φασισμού με την επαναστατική προοπτική του Σοσιαλισμού. Όπως ήταν αναμενόμενο αυτό του στοίχισε την διαγραφή του από το PCI το 1927, και τον πλήρη πολιτικό εξοστρακισμό από τους πρώην συντρόφους του. Πάραυτα δεν σταμάτησε να έχει επαφές με υψηλά κλιμάκια Ρώσων πολιτικών. Μετά την διαγραφή του άρχισε να εκδηλώνει την συμπάθεια του στην Φασιστική ιδέα. Όμως δεν δέχεται τα πολιτικά αξιώματα που του προσφέρει η Φασιστική κυβέρνηση ενώ δεν ξεχνά την σοσιαλιστική καταγωγή του και φυσικά τον προσωπικό του σκοπό.



Αφίσα της Φασιστικής κατάληψης Casa Pound: "Nicola Bombacci ένας αριστερός Φασίστας"
Το 1936 γράφει στο περιοδικο του «La Verita» και «εξομολογείται» γιατί φλερτάρει με την Φασιστική Ιδέα!: «Έχει δημιουργηθεί μια μεγάλη κοινωνική επανάσταση. Μουσολίνι και Λένιν, Σοβιέτ και Ομοσπονδιακή Φασιστική Πολιτεία, Ρώμη και Μόσχα ! Πολλά μπορούμε να αναθεωρήσουμε στον ιδεολογικό μας ιστό μα δεν θα συγχωρεθούν οι εκμεταλλευτές του λαού. Χθες όπως και σήμερα σμίγουν τα ίδια πολιτικά ιδεώδη που καταλήγουν στην τελική νίκη του εργάτη».



Ίσως να είναι και περίεργο για έναν πρώην αρχηγό και ιδρυτή κομμουνιστικού κόμματος να έχει αποδεχτεί την Φασιστική επανάσταση όμως δεν σταμάτησε ποτέ να εχθρεύεται το όποιο κατεστημένο. Παρόλο την προσωπική φιλία του με τον ηγέτη του Φασισμού ο Bombacci διάλεξε να παραμείνει αυτόνομος και δεν γράφτηκε ποτέ μέλος στο Φασιστικό κόμμα. Τα χρόνια περνάνε και όταν ο Μουσολίνι συλλαμβάνετε τον Ιούλιο του 1943 και απελευθερώνεται ένα μήνα μετά από τους Γερμανούς το Φασιστικό κόμμα βρίσκεται στα όρια της διάλυσης. Το επιτελείο και οι διοικητές του κινήματος καταποντίζονται και από πλειοψηφία υπάρχουν απλά ως πρόσωπα στην νεοσύστατη κυβέρνηση του Badoglio. Η Ιταλία χωρίζετε στα δυο και η συμμαχία εναντίον του άξονα αναπτύσσεται προς τον βορρά.
Ο Μουσολίνι συσπειρώνει τα στελέχη της απολύτου εμπιστοσύνης του ένα «μείγμα» παλαιών camerati και ενθουσιασμένων νέων που ακόμα πίστευαν στην Φασιστική επανάσταση και ανακοινώνει επίσημα την ίδρυση της Ιταλικής Σοσιαλιστικής Πολιτείας. Το φασιστικό κίνημα ήθελε να αναπτύξει την λαϊκή του επαναστατικότητα που είναι και η αληθινή του φύση κάτι που δεν άφησε ασυγκίνητο τον Bombacci. Από την στιγμή που ανακοίνωσε την ίδρυση της νέας πολιτικής αρχής ο Μουσολίνι, ο Bombacci του πρόσφερε κάθε δυνατή συμπαράσταση. Σε αυτή την απόφαση έπαιξε σημαντικό ρόλο η ιστορική ευκαιρία να ολοκληρώσει το όνειρο του. Για το δίκαιο κράτος των εργατών που τόσο αυτός όσο και ο Μουσολίνι είχαν αγωνιστεί να δημιουργήσουν στις αρχές του 20ου αιώνα.

Όπως ο Bombacci έτσι και άλλοι διανοούμενοι του αριστερού χώρου προσχωρούν στην νέα κυβέρνηση. Ο Carlo Silvestri (βουλευτής του Σοσιαλιστικού κόμματος και μεταπολεμικά) ο Edmondo Cione (σοσιαλιστής φιλόσοφος που του ανατέθηκε να δημιουργήσει την ιδεολογία και τις βάσεις ενός νέου λαικού σοσιαλιστικού κομματικού φορέα σε ξεχωριστό πολιτικό πλαίσιο από το κυβερνητικό φασιστικό κόμμα) και πολλοί άλλοι! Ο Μουσολίνι παρόλο που ανησυχούσε για την στρατιωτική πίεση που επικρατούσε στα νότια της χώρας ήταν πιο πεπεισμένος από ποτέ για την υλοποίηση της Φασιστικής επανάστασης που είχε εδώ και δεκαετίες οραματιστεί. Έχοντας εξοστρακίσει κάθε πρόσωπο που είχε δισταγμούς από τον μηχανισμό δράσης του κινήματος αναθέτει στα πιο ακραία επαναστατικά στελέχη την διοίκηση του και αυτόματα αρχίζει την κατασκευή της εθνικολαϊκής πολιτείας.

Αυτό μεταφράστηκε σε μια σειρά από μεταρρυθμίσεις και νόμους εμπνευσμένους ξεκάθαρα από την σοσιαλιστική κουλτούρα όπως η πρώτη δημιουργία συνδικάτων αναγνωρισμένα από την πολιτεία ιδιωτικές βιομηχανίες και συνεταιρισμοί με εργατική συνδιοίκηση δίκαιη ανακατανομή του πλούτου για να καταλήξει στην δημιουργία φορέα εξολοκλήρου αφιερωμένο στην ανάληψη αναβάθμιση των εθνικών έργων σε στρατηγικά και όχι μόνο σημεία. Το ιδεολογικό περιεχόμενο του επαναστατικού εγχειρήματος του Μουσολίνι συνοψίστηκε στο διάσημο πλέον κείμενο - 18 Punti – (18 σημεία) και παρουσιάστηκε στο πρώτο και μοναδικό συνέδριο του νέου Φασιστικού κινήματος στην Βερόνα. Ένα κείμενο που επιμελήθηκε εξολοκλήρου από τον Μουσολίνι και τον Bombacci με σκοπό να στηθούν οι ιδεολογικές βάσεις της νέας πραγματικότητας της Εθνικολαϊκής Πολιτείας. Στην εξωτερική πολιτική ο Bombacci προτρέπει τον Μουσολίνι να υπογράψει ειρήνη με την Ρωσία και να συνεχίσει με αμείωτη δράση τον πόλεμο ενάντια στην αγγλοσαξονική πλουτοκρατία.

Με αυτόν τον τρόπο θα προσέλκυε με το μέρος του τους γεωπολιτικούς διανοούμενους της «εθνικοαριστερής» τάσης της δεκαετίας του ’20 με κύριο στόχο την ενιαία δράση Βερολίνου Ρώμης και Μόσχας ! Ο Μουσολίνι παρόλο τις αντιλήψεις κάποιων δεν σταμάτησε ποτέ να κλονίζει την κοινή γνώμη με την δράση του και τις επαναστατικές προσωπικότητες που συνεργαζόταν όπως ο Bombacci. Ένας αληθινός ιδεαλιστής χωρίς παρωπίδες και αλλεργικός απέναντι σε κάθε καπιταλιστική τάση. Ο Nicola Bombacci παρόλο που υπήρξε άμεσος συνεργάτης του Ιταλού ηγέτη ουδέποτε δέχθηκε κάποιο αξίωμα ή κάποιο χρηματικό ποσό ως μισθό. Ουσιαστικά υπήρξε ο έμπιστος άνθρωπος του Μουσολίνι στην προσπάθεια του να οικοδομήσει με ισχυρά ιδεολογικά θεμέλια τις βάσεις του Εθνικοεπαναστατικού Εργατικού Κόμματος.

Ο Bombacci ταξιδεύει στις βιομηχανίες της Βορείου Ιταλίας εξηγώντας στους εργαζόμενους την κοινωνική επανάσταση των τάξεων της νεοσύστατης Εθνικοεπαναστατικής κυβέρνησης και φυσικά το ιδεολογικό «γιατί» της πολιτικής του στροφής. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση της παρτιζάνικης ομάδας GAP η οποία και σχεδίαζε την δολοφονία του. Όμως ότι και να είχαν σχεδιάσει ο πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του. 
Ο Μουσολίνι δέχθηκε να παραδώσει την κυβέρνηση - μετά από παρότρυνση των Silvestri και Bombacci - στους σοσιαλοδημοκράτες παρά στους δεξιούς και βασιλόφρονες του νότου! Όμως οι διαπραγματεύσεις έπεσαν στο κενό λόγω των εξελίξεων.
Τον Απρίλιο του ’45 η παράδοση των γερμανικών στρατευμάτων που βρίσκονται σε Ιταλικό έδαφος σημαίνει το τέλος. Ο Nicola Bombacci πάντα πιστός και αφοπλιστικά νηφάλιος συνοδεύει τον Μουσολίνι στο τελευταίο δραματικό ταξίδι προς τον θάνατο.

Η μαρτυρία του Vittorio Mussolini γιού του Duce για την τελευταία συνάντηση με τον πατέρα του συνοδευόμενος από τον Bombacci είναι η επιβεβαίωση του ευαίσθητου μεγαλείου αυτής της προσωπικότητας:

«Έχω σκεφτεί πολλές φορές την μοίρα αυτού του ξεχωριστού ανθρώπου, που μοιάζει με έναν αληθινό απόστολο του προλεταριάτου.

Κάποτε εχθρός του Φασισμού και τώρα δίπλα στον πατέρα μου χωρίς συγκεκριμένα οφέλη πέρα από το ιδεολογικό όραμα της επανάστασης, πιστός και στους 2 αρχηγούς που αποδέχθηκε έως το θάνατο του.
Η νηφαλιότητα του θα ακολουθεί την σκέψη μου για πάντα»


Λίγες ημέρες μετά ο Bombacci αποχαιρετά τον Μουσολίνι για να φυλακιστεί προσωρινά από τους παρτιζάνους. Το πρωινό της 28ης Απριλίου 1945 στάλθηκε να αντικρύσει το εκτελεστικό απόσπασμα. Δίπλα του ο Barran ένας γενναίος ανάπηρος βετεράνος, ο Pavolini ποιητής και γενικός γραμματέας του Εθνικοεπαναστατικού κόμματος και ο διανοούμενος Valerio Zerbino.


Μπροστά από το εκτελεστικό απόσπασμα φωνάζουν «Viva Italia»!

Το παράδοξο στην απολυτότητα του και την αυθεντικότητα του Bombacci ολοκληρώνεται όταν πέφτοντας από τις σφαίρες των παρτιζάνων φώναξε δυνατά: «Ζήτω ο Σοσιαλισμός»!



Nicola Bombacci Presente !