Kamikaze: από το το βιβλίο του μακαρίτη Δημήτρη Σούτζου "Εθνικιστικά κείμενα και πατριωτικοί στίχοι μισού αιώνα", "ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ", 1989.
Γλυκά ας ηχήσει τώρα ακόμα ένα χάϊ- κάϊ.
Κι ελάτε γκέισες τρελά ν' αγκαλιαστούμε.
Είναι η στερνή τούτη νυχτιά του Σαμουράι.
Οι ώρες γρήγορα κυλήσαν κι ας βιαστούμε.
Στο Φούζι- Γιάμα νάτος ο ήλιος πια χαράζει.
Της Ηδονής την πλάνα μέθη πια ας χωριστούμε.
Σε λίγην ώρα ξεκινούν τα καμικάζι...
Φρεσκολουσμένα στης αυγής την ηλιαχτίδα.
Φωνή αδυσώπητη το δρόμο τους προστάζει!
Ο Θάνατος μας είναι η μόνη μας ελπίδα.
"Παντοζάι Ντιπόν" (ψηλά οι Πρόγονοί μας θωρούνε)
Για το Μικάδο μας Εμπρός ! Για την Πατρίδα !
Καινούργιοι πρόγονοι σε λίγο θα φανούνε
όταν με τέλος τιμημένο θε να κλείσει
αυτή η ζωή μας κι όταν "Ήρωες" μας πούνε.
Όταν καθένας μας με λύσσα θα χιμήξει
κάτω στις θάλασσες εκεί τις αφρισμένες
με ορμή τ' ατσάλινα τα κάστρα να γκρεμίσει.
Και με τις στάχτες μας , μετά, τις τιμημένες,
αν μεσ΄ τα κύματα τον τάφο μας δε βρούμε.
Γάμους θα κάνουνε Ιερούς, αγνές παρθένες.
Φέρτε κλωνάρια κερασιάς...σάκε να πιούμε
και το στερνό μας ας τ' ακούσουμε χάϊ- κάϊ
τέλειωσε η νύχτα...κι άλλη νύχτα δεν θα ζούμε.
(Υπέροχο ποίημα από άγνωστο Σαμουράϊ πριν από τη τελευταία πτήση...)
Γεώργιος Σαγιάς: 500 χαϊκού - Ιαπωνική Ποίηση
"Θαμμένοι καρποί
της φύσης ετοιμάζουν
επανάσταση".
Ο Γιώργος Σαγιάς είναι παιδαγωγός με μεταπτυχιακό στη
θεολογία. Έχει εκδώσει έως τώρα εννέα βιβλία (μεταξύ άλλων και ποίηση,
γελοιογραφίες, επιστημονικό πόνημα που αφορά στην 9η Τέχνη, πολιτική διακήρυξη
κ.ά.), ενώ έχουν μελοποιηθεί κάποια ποιήματά του (όπως το "Μολών
Λαβέ" και το "Γεια σου Γεώργιε Καραϊσκάκη) και είναι επικεφαλής του Κέντρου Μελετών και Προώθησης Εθνικών Ιδεών Φ (Κέντρο Φ).
Το όγδοο βιβλίο του με τίτλο "Ομότροπον" ήταν
ποιητική συλλογή σε ρυθμό ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο. Όμως στο πιο πρόσφατο
βιβλίο του έκανε ένα ιδιαίτερο ποιητικό τόλμημα: να γράψει ιαπωνική ποίηση και
πιο συγκεκριμένα "χαϊκού".
Όπως γράφει και στην Εισαγωγή της συλλογής "500 Χαϊκού", "Τα χαϊκού είναι επιγραμματικά ποιήματα που γράφονται βάσει μιας ποιητικής φόρμας τριών μικρών ομάδων συλλαβών στίχων με ενιαίο συγκεκριμένο νόημα και αναπτύσσονται σε τρεις στίχους ή σε έναν με εσωτερικά κενά.
Πρωτοδημιουργήθηκαν στην Ιαπωνία πριν από μερικούς αιώνες (τον 14ο μ.Χ.
αιώνα ή -κατ' άλλους μελετητές- τον 15ο - 16ο αιώνα), πήραν την τελική τους
μορφή τον 17ο αιώνα και με τον ίδιο τρόπο γράφονται έως σήμερα, με επεκτάσεις
των σημείων αναφοράς τους τα τελευταία χρόνια".
Ίσως είναι το συντομότερο είδος ποίησης παγκοσμίως, έχουν χαρακτήρα εποχικό, αναφέρονται σε φυσικά στοιχεία και στηρίζονται σε μια φορτισμένη συναισθηματικά λέξη. Εδώ και κάποιες δεκαετίες, εντοπίζονται διαφοροποιήσεις στο περιεχόμενο και στην κλασική θεματολογία τους, στοιχείο που επιτρέπει νοηματικές επεκτάσεις, πάντα όμως βασιζόμενες σε μια λέξη σύμβολο. Οι δημιουργοί τους, επιχειρούν να "ακινητοποιήσουν" την στιγμή, η οποία πρέπει να "αποκρυσταλλωθεί", να ολοκληρωθεί μέσα σε μόνο 17 συλλαβές, οι οποίες χωρίζονται σε 5+7+5 συλλαβές.
Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η στιγμή που έφυγε, διεσώθη μέσω τού χαϊκού. Έτι περαιτέρω, μέσα σε 17 συλλαβές, περικλείονται δυνητικώς -μεταξύ άλλων- κοσμοθέαση, ιδεολογία, φιλοσοφική θεώρηση και ψυχισμός, τα οποία πρέπει να καταστεί εφικτό να "χωρέσουν" σε ένα χαϊκού. Ας σημειωθεί πως ενώ φαίνονται απλά, η δημιουργία ενός καλού χαϊκού είναι αρκετά απαιτητική διότι πρέπει με απλότητα γραφής να δοθεί συμπυκνωμένο το μήνυμα και συγχρόνως να παρασχεθεί η δυνατότητα νοητικής επεκτάσεως.
Μάλιστα, ο ποιητής κάνει αναφορά σε κοινό στοιχείο χαϊκού και ελληνικής επιγραμματικής ποίησης, δηλαδή στην εν συντομία και μέσω στίχων αναφορά σε στιγμές, οι οποίες σώζονται (και) χάρη στην ποίηση, λειτουργούν ως κιβωτός στους αιώνες και εδράζονται σε κοσμοθέαση και φιλοσοφία ζωής (π.χ. "Ώ ξειν αγγέλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι" / Σιμωνίδης ο Κείος).
Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Γιώργος Σαγιάς, "Η επιγραμματική ποίηση μπορεί λοιπόν να θεωρηθεί κοινό σημείο αναφοράς και γέφυρα αλληλοκατανόησης. Αυτή τη γέφυρα, μπορεί ο Έλληνας ποιητής να την βαδίσει ασφαλώς έχοντας μέσα του τον Όμηρο, την Σαπφώ, τον Αλκαίο, μόνιμη υποστήριξη την ελληνική ποιητική ταυτότητα και αυτοσυνειδησία, αστείρευτο εφόδιο την παράδοσή του...".
Αυτή τη γέφυρα την βάδισε παλαιότερα και ένας από τους
πιο σημαντικούς συγγραφείς της Ιαπωνίας, ο Γιάκουμο Κοϊζούμι (το οποίο είναι το
ιαπωνικό όνομα τού Λευκάδιου Πατρίκιου Χερν, ελληνοϊρλανδού, το γένος τής
μητρός Κασιμάτη, ο οποίος γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1850 και απεβίωσε στο Τόκιο
το 1904).
Η συγκεκριμένη συλλογή, χωρίζεται σε έξι ενότητες: Φύση/Εποχές, Αγάπη/Έρωτας, Ζωή-Θάνατος/Ειρήνη-Πόλεμος, Συναισθήματα, Καταστάσεις, Ιαπωνία. Μια προσεκτική ματιά μπορεί να εντοπίσει βάσεις πάνω στις οποίες εδράζεται η -για πολλά έτη- δημιουργία αυτής της συλλογής χαϊκού από τον δημιουργό τους.
Ο ηρωικός τρόπος ζωής, η τιμή και η αξιοπρέπεια, η δύναμη της θέλησης, η έννοια της φιλοπατρίας, η κατακραυγή για τον προδότη, ο σεβασμός για τον μόχθο τού λαού, η αγάπη για την φύση, ο σεβασμός στα ζώα, η παράδοση ως ρίζα που οδηγεί σε πρόοδο αλλά κι ο έρωτας, αυτή καθ' αυτή η ζωή, είναι κάποια θεμέλια πάνω στα οποία στηρίζεται η αποτύπωση στιγμών.
Ας δούμε κάποια από αυτά
τα χαϊκού, αφού τονιστεί ότι καθ' ένα από αυτά διαβάζεται ξεχωριστά. Θα
μπορούσε μάλιστα να ειπωθεί πως ένα την φορά ίσως είναι αρκετό ή, πως,
ξαναδιαβάζοντάς τα, είναι δυνατόν να τύχουν ξεχωριστής νοητικής επεκτάσεως. Ή
απλά αυτή να ήταν μια στιγμή, με άλλα λόγια το μεγαλείο τής απλότητας.
Διαβάζουμε κάποια από αυτά:
"Ο σαμουράι
ρίζα μαζί και καρπός
θαμμένος γεννά."
"Παλιός ο τρόπος
κάθε νέου μπουσίντο*
που σπέρνει τιμή."
(*μπουσίντο: χαρακίρι, άγραφος κώδικας τιμής, τρόπος να πεθάνει κάποιος για να μην ατιμαστεί).
"Μεγάλα δέντρα•
χυμούν οι απόγονοι
απ' τα κλαδιά τους."
"Στολή προγόνων
φόρεσα στη γιορτή μου
κι ένιωσα θεριό."
"Μεγάλοι ίσκιοι
στη μάχη συντροφεύουν
τους πολεμιστές."
"Άνθος κερασιάς
βλέπω στο ριζικό σου
τον σαμουράι*."
(*σαμουράι: τίτλος ευγενούς, άφοβου και βίαιου πολεμιστή).
"Ρητινοφόρο,
όσο πιο πολλές πληγές
τόσο μας κερνάς."
"Η φύση ξέρει
πως σκοτώνεται όποιος
την τραυματίζει."
"Γεμάτος σέβας
κοιτώντας το παρελθόν
βλέπω το μέλλον."
"Παιδί ορφανό
που ζηλεύεις τον αϊτό
να γίνεις αϊτός."
"Πάντα σιωπούνε
οι νεκροί του πολέμου,
όμως φωνάζουν!"
"Λευκή σημαία•
ηρώων γεννήματα
δε σας ταιριάζει."
"Κάλλιο να έχεις
ένα φίδι σύντροφο
παρά προδότη."
"Λείπουν στρατιώτες•
μπόλιασαν βουνοκορφές
ιδρώτα κι αίμα."
"Καθώς θερίζουν
πισωγυρνά προδότης•
θα τον θερίσουν."
"Για σκέψου λοιπόν:
ο δειλός απέθανε
πριν να πεθάνει."
"Τα μηνύματα
της ελπίδας υπάρχουν,
αρκεί να πράξεις".
"Σε κάθε δύση
κάθε που πέφτεις σήκω•
μάθ' απ' τον ήλιο."
"Γλυκοκερασιά!
Πόση βροχή και λάσπη
ως να καρπίσεις."
"Φύτρωσε άνθος
όσες μπόρες και λάσπη
κι αν χρειάστηκαν".
Τα χαϊκού είναι τρόπος που η στιγμή γίνεται αιώνια. Ποίηση με
λέξεις σύμβολα "κλειδιά", ενίοτε μεστή μηνυμάτων, είναι γραφή για
όσους δεν θέλουν να προσπεράσουν με μια γρήγορη και τυπική ανάγνωση ένα
φαινομενικά απλό χαϊκού, αλλά θέλουν να αφεθούν σε κάτι διαφορετικό, διότι,
όπως έλεγε ο Επίχαρμος ο Κώος, "νους ορά και νους ακούει". Εάν ο νους
του αναγνώστη κάτι βλέπει ή κάτι ακούει, τότε το ποίημα κάτι έχει πει σ' αυτόν.
Σε μια εποχή σήψης και παρακμής, η ποίηση είναι ένα ακόμη
βέλος στην φαρέτρα τού σύγχρονου εθνικού και κοινωνικού αγωνιστή. Τρυπώνει σε
καταγώγια και σε σαλόνια, σε βιβλιοθήκες φτωχών και πλούσιων και επιτίθεται σε
κοιμισμένες συνειδήσεις, αφυπνίζει τους εν υπνώσει τελούντες, σιγοψιθυρίζει στο
σούρουπο αλλά και κραυγάζει στο λυκόφως και ρίχνει φάος στα σκοτάδια. Στέλνει
μήνυμα βελτιοδοξίας και έγερσης:
"Η τελευταία
πριν τη δύση ηλιαχτίδα
μού 'δωσ' ελπίδα."
"Πολέμα γερά•
κυρίως τους φόβους σου,
αυτούς πολέμα."
118 σελίδες τής ποιητικής συλλογής "500 χαϊκού"
του Γιώργου Σαγιά από τις εκδόσεις του περιοδικού Ενδοχώρα σε καλούν να κάνεις
την ποίηση ζωή και την ζωή ποίηση.
"Νέα ευωδιά
παλιάς τριανταφυλλιάς•
δες τα μπουμπούκια!"
Να βαδίσουμε τον δύσβατο ανηφορικό δρόμο και να χορέψουμε νικητές κατακτώντας κορυφές. Είναι θέμα χρέους. Είναι θέμα τιμής. Είναι θέμα ύπαρξης!
Σ. Παπαδάς
Onna - musha (女武者) (https://pezetairos.blogspot.com/)
Στην προ-μοντέρνα Ιαπωνία, υπήρχε μια ομάδα πολεμιστών σαμουράι με απίστευτες νοητικές και σωματικές ικανότητες. Οι Onna-musha, ή Onna-bugeisha, ήταν μια εντυπωσιακή ομάδα γυναικών πολεμιστών που ήταν εξίσου ισχυρές και θανατηφόρες με τους άνδρες ομολόγους τους.
Captain Harlock, μια ρομαντική εικόνα των Εθνικοεπαναστατών
του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου
‘Ηταν αρχές δεκαετίας του '80 όταν εμφανίστηκε σε κάποια ευρωπαϊκά κανάλια ένα κινούμενο σχέδιο, ο Captain Harlock του οποίου «το κρανίο είναι μια σημαία που σημαίνει ελευθερία». Ο καπετάνιος Χάρλοκ και το αστροπλοίο του «Αρκάντια», ο εμβληματικός διαστημικός πειρατής που δημιουργήθηκε το 1977 από τον δάσκαλο Matsumoto, απέκτησε και κάποιον ιδιαίτερο συμβολισμό για τον χώρο του ριζοσπαστικού εθνικισμού. Ακριβώς, αυτό που θα γινόταν ο πιο διάσημος και αγαπημένος χαρακτήρας του Ματσουμότο έγινε σύντομα σύμβολο για τουλάχιστον τρεις γενιές των λεγόμενων ριζοσπαστών «δεξιών» ακτιβιστών.
Το πλήρωμα του, αυτό των ελεύθερων
ανδρών που αντιμετωπίζονται σαν εγκληματίες στην πατρίδα τους αλλά και εξακολουθούν να αποφασίζουν να πολεμήσουν
για αυτήν και να της φέρουν τη
δικαιοσύνη, ενάντια σε μια διεφθαρμένη κυβέρνηση
που διευθύνεται από γλοιώδεις γραφειοκράτες που έχουν καταστείλει και ναρκώσει τους ανθρώπους της με
τηλεοπτικές εκπομπές, ενώ επιτρέπουν την ξένη εισβολή προκειμένου να
διασφαλιστεί η εκλογική επιτυχία.
Και έπειτα ο αγώνας των τελευταίων
ελεύθερων λαών ενάντια σε μια κυριαρχία που θέλει να ισοπεδώσει και να
υποδουλώσει τον γαλαξία. Είναι όλα τα
στοιχεία που θυμίζουν στενά τις καθημερινές μάχες μιας συγκεκριμένης νεολαίας
με μια συγκεκριμένη Ιδέα και που έκαναν
τις καρδιές να χτυπήσουν δυνατά όλων εκείνων που για χρόνια είχαν αναγκαστεί να
παραμείνουν εγκλωβισμένοι μέσα σε μια εικονογραφία νεράιδων, ξωτικών και μάγων
για να ονειρευτούν έναν κόσμο
διαφορετικό από την πολύ σκοτεινή πραγματικότητα. Ακριβώς λοιπόν με τον
Harlock, θα ανανέωναν μια ολόκληρη ποπ
φαντασία αποτελούμενη από δράση, ορμή για το μέλλον και μια πρόκληση ενάντια
στον σύγχρονο κόσμο.
Η εικόνα του διαστημικού πειρατή είναι
τόσο παρούσα στον συμβολισμό του ριζοσπαστικού
εθνικισμού που η αριστερά έχει
προσπαθήσει αρκετές φορές να «αντιμετωπίσει με την κόντρα πληροφόρηση»,
κατηγορώντας τους … αδιάφορους φασίστες, για παρανόηση και μυστικοποίηση της ιστορίας
και των ιδεών ενός χαρακτήρα. Και έτσι είχαμε τις αναγνώσεις ενός «αναρχικού»
Harlock που αγωνίζεται μόνο κάτω από την σημαία του και επομένως μόνο για τα
προσωπικά του ιδανικά, αλλά που δεν έχει καμία πατρίδα, αλλά τον απέραντο
έναστρο ουρανό.
Είναι κρίμα όμως; Για αυτούς που η
πατρίδα του Harlock είναι πολύ ξεκάθαρη για εμάς, ότι παρά την αυλάκωση των
άπειρων ουρανών ξέρει πάντα από πού προέρχεται και για ποιον να πολεμήσει, τόσο
πολύ που αρνείται συχνά να μείνει αλλού, ακόμη και σε γαλαξιακούς παραδείσους ,
γιατί ξέρει ότι ο απώτερος στόχος του είναι να επιστρέψει στην πατρίδα του και
να αγωνιστεί για τη σωτηρία της.
Κρίμα επίσης που για να πολεμήσει για την πατρίδα του
επιλέγει την εξορία ακριβώς για να σώσει τη γη του, τον λαό του, την οικογένεια
του και τους αγαπημένους του ανεξάρτητα από την κυβέρνηση που την οδηγεί.
Κρίμα που γίνεται παράδειγμα για όλους
εκείνους που για ευκολία ή κέρδος είχαν σταματήσει να πολεμούν εναντίον του
ξένου εισβολέα, ίσως ακόμη και να συνεργαστούν μαζί του και να παραδοθούν στον
πολιτισμό του, και που μόλις ακριβώς
αντιμετώπισαν τον Harlock
επέστρεψαν για να πολεμήσουν ή ακόμα και
να πεθάνουν στη μάχη, που είχαν εγκαταλείψει.
Στη συνέχεια, υπάρχει η περίφημη
"σκηνή του Messerschmitt" που εμφανίζεται στην ταινία μεγάλου μήκους
"The Arcadia of my Youth", στην οποία εμφανίζεται ο πρόγονος του
Harlock - ο Phantom Harlock II, Γερμανός πιλότος με σιδερένιο σταυρό και σβάστικα - στους ουρανούς της εποχής του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Μια σκηνή που
προφανώς χτύπησε τη φαντασία πολλών νέων εθνικιστών και που η αριστερά προσπάθησε να ξαναγράψει με
Οργουελιανό τρόπο.
"Ο πρόγονος του Harlock μάχεται με
ένα γερμανικό αεροπλάνο μόνο επειδή είναι το μοναδικό διαθέσιμο μέσο για να πετάξει και κάποιος
αφελής φασίστας, τον αγάπησε χωρίς
λόγο" έγραψε η αριστερή φυλλάδα «Manifesto» πριν από μερικά χρόνια. Χάθηκαν όμως στην… μετάφραση
στην οποία ισχυρίστηκαν ότι έγραφε για τον Harlock " Πετάξτε μόνος " και
να χρησιμοποιήσετε αυτό το αεροπλάνο γιατί ήταν "το μόνο που είχε βρει". Αυτή
η μετάφραση ήταν σαφώς λανθασμένη ακόμη και με την πρώτη ματιά, καθώς στην
επόμενη σκηνή ο Harlock
θα διοικούσε μια μοίρα άλλων NS Messerschmitt.
Το αστείο με αυτό το άρθρο ήταν ότι
χρησίμευσε για την κυκλοφορία της «νέας έκδοσης» της ταινίας μεγάλου μήκους, η οποία
δυστυχώς μας έδωσε επίσης τη σωστή μετάφραση στην οποία ο Harlock, όταν
ρωτήθηκε γιατί πέταξε ένα αεροπλάνο με ναζιστικά σύμβολα, απάντησε ξερά : «Για
δικαιοσύνη και ευγνωμοσύνη στο Έθνος μου». Και
τότε η φυλλάδα «Manifesto» και διάφοροι υποστηρικτές της αναρχικής κουλτούρας
σίγησαν.
Από την άλλη πλευρά, αρκεί να
κοιτάξουμε τα άλλα έργα του Matsumoto για να παρατηρήσουμε ότι η τέχνη των
κόμικς των Ιαπώνων, που επέζησαν σχεδόν κατά τύχη της πυρηνικής γενοκτονίας,
δεν έχει μια σωστά ευθυγραμμισμένη και «πολιτικά ορθή» άποψη για τον Δεύτερο
Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά
δεν υπάρχουν μόνο αυτά τα στοιχεία που μας έχουν κάνει να αγαπάμε τον
διαστημικό πειρατή του Leiji Matsumoto πέρα από
όλα τα όρια.
Κατά κάποιο τρόπο ο Harlock είναι το
αποκορύφωμα όλων όσων αγαπάμε, καθώς και μια εξαιρετική σύνθεση μεταξύ Ευρώπης
και Ιαπωνίας, του πολιτισμού τους και ότι τους έκανε υπέροχους.
Ακόμα κι αν, φυσικά, τα κυρίαρχα μέσα
ενημέρωσης έδωσαν έμφαση μόνο στο «ειρηνικό» μήνυμα του Matsumoto που κυκλοφόρησε
στα τελευταία κόμικς του, όλοι ξεχνάνε πώς ο δημιουργός δήλωσε ότι είχε το bushidō
ως πηγή έμπνευσης και διδασκαλίες του Miyamoto Musashi, του πιο διάσημου Σαμουράι
στην ιστορία που έζησε μεταξύ του 16ου και του 17ου αιώνα.
Και ότι εάν ο πόλεμος είναι τρομερός επειδή
προτιμάται από όλους η αρμονία, είναι καθήκον όλων να αγωνίζονται μέχρι το
τέλος, να σηκωθούν από κάθε πτώση, να διδάξουν την πίστη στους νέους και ότι «δεν
πρέπει να ντρέπονται να ρίχνουν δάκρυα, αφού το μόνο πράγμα που πρέπει να
ντρέπεται κάποιος είναι να παραδοθεί», καθώς όλοι οι χαρακτήρες του δείχνουν
ποιος, ονειρεύεται την ειρήνη και πολεμά ακόμη και μέχρι θανάτου όταν είναι
απαραίτητο.
Όμως, όπως είπαμε στον Harlock,
υπάρχει επίσης πολλή ευρωπαϊκή ψυχή και πνεύμα. Ο
Matsumoto έχει πει επανειλημμένα ότι αγαπά τον πολιτισμό της Ευρώπης και
επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από αυτόν. Εκτός
από την ταινία λατρείας του που τον χαρακτήρισε τόσο πολύ ως αγόρι, η «Marianne de ma jeunesse» που από εκεί εμπνεύστηκε το όνομα «Αρκαδία της Νεότητας μου», η οποία έδωσε
στους Harlocks την γερμανική πατρίδα του Heiligenstadt και που έδωσε ένα
αποτύπωμα σε όλους τους γυναικείους χαρακτήρες του κόμικ, σχεδιασμένο με την
ομοιότητα της όμορφης ηθοποιού Marianne Hold, δεν μπορεί κανείς να παραλείψει
να παρατηρήσει την επιρροή του Βαγκνερικού πνεύματος σε ολόκληρο το κοσμικό έπος του διαστημικού
πειρατή. Εκτός
από το έπος του δακτυλίου του Nibelungs, όπου είναι εμφανείς οι αναφορές στην
τετραλογία, βλέπουμε το μονοκιάλι του Harlock, με ένα κοράκι στον ώμο του, που
συμβουλεύτηκε από μια αιθέρια πνευματική γυναίκα που πετάει στους ουρανούς,
εκεί που πραγματοποιεί το «άγριο κυνήγι» της, δεν μπορεί παρά να μας θυμίσει τον Πατέρα των Θεών του
Άσγκαρντ.
Αλλά και η επιρροή της κλασικής κουλτούρας είναι
επίσης εμφανής, τόσο στο όνομα του
πλοίου του Harlock, το Arcadia, μέχρι την αποστολή να φέρει την Ιερή Φωτιά πίσω
στο σπίτι, στις Ρίζες του, να ανοικοδομήσει τον Πολιτισμό όπως συμβαίνει στο φινάλε
του Battleship Yamato 2199 (άλλο έργο του Matsumoto). Εκεί βλέπουμε ότι η ζωντανή μνήμη όλων των μελών του πληρώματος
που έπεσαν στη μάχη θα μνημονευτεί με το άναμμα της φωτιάς, και η σύνδεση με τις τελετές στην
Αρχαία Ελλάδα.
Και μετά ο πόλεμος εναντίον των
Mazoniane και των Noo ως μάχη ενάντια στα δικά του χαμηλά συναισθηματικά
ένστικτα, για να αντέξει σε μια ηρωική ζωή και την θυσία των πολλών
«δευτερευόντων» χαρακτήρων της ιστορίας, η διαστημική κηδεία κάποιου πολεμιστή, η ποιητική φιγούρα του
Tochiro Oyama που πολεμά με τους δαίμονες του και θέλει να ξεπεράσει τον εαυτό
του πηγαίνοντας πιο πέρα στο άπειρο!
Η σειρά Harlock είναι κυριολεκτικά κορεσμένη με σκηνές, λέξεις, εικόνες, σύμβολα, πράξεις που, ακόμη και αν δεν είναι ορθολογικά κατανοητές, μετακινούν τις καρδιές ορισμένων νέων και αιώνια νέων, συντονίζοντας τις με τις προγονικές συχνότητες του Μύθου, της Παράδοσης και του Ηρωισμού. Λίγους μήνες πριν από την μετάδοση του πρώτου επεισοδίου στην Ιταλία (ήταν από τις πρώτες χώρες στην Ευρώπη που παίχτηκε το 1980), ο τότε κομμουνιστής βουλευτής της Ριζοσπαστικής Αριστεράς ο Silverio Corvisieri, επιτέθηκε εναντίον της εισαγωγής ιαπωνικών κινούμενων σχεδίων, ξεκινώντας από τις σελίδες της Repubblica, ένα ανάθεμα ενάντια στον κίνδυνο των μηνυμάτων σε ιαπωνικά έργα όπως ο «ηρωισμός του πολεμιστή». «Το όργιο της εκμηδενιστικής βίας, η λατρεία της αποστολής του μεγάλου μαχητή, η θρησκεία των ηλεκτρονικών μηχανών, η σπλαχνική απόρριψη των διαφορετικών, γιορτάζεται με μεγάλη θεαματική αποτελεσματικότητα», συνέχιζε να γράφει ο αριστερός βουλευτής ...
Λίγο αργότερα, κάποιος άλλος ακροδεξιούλης - δεν θα έλειπαν και αυτοί άλλωστε - χαρακτήρισε τις σκηνές ως επικίνδυνες και
αντιδημοκρατικές. Μέχρι
τώρα 40 χρόνια αργότερα, ο Captain
Harlock μπορεί
να κερδίζει μια ακόμη νίκη επί της ατράκτου του Messerschmitt
του προγόνου του, έχοντας εκπληρώσει τους εφιάλτες των λογοκριτών του τοπικού
Σαλαφισμού.
Ημέρα μνήμης για τον Ιάπωνα Φασιστή Yukio Mishima: αναζητώντας τον Νίτσε
Γύρω στο τέλος του Β’ ΠΠ, ένα ντροπαλό, προικισμένο
19χρονο αγόρι, με μια φουρτουνιασμένη
ψυχή, γεμάτη συγκρούσεις, ανακάλυψε ένα βιβλίο με τον τίτλο “Η γένεση της
Τραγωδίας”. Αυτό έμελλε να είναι για την
ζωή του μια στιγμή απελευθέρωσης και
φωτίσματος που ποτέ δε θα ξεχνούσε.
Η Νιτσεϊκή έννοια του Διονυσιακού ως μιας
παντεποπτικής, πρωτόγονης δύναμης απ’ την οποία όλοι αναδυόμαστε και στην οποία
όλοι τελικά επιστρέφουμε, θα γινόταν μια τεράστια πηγή παρηγοριάς και έμπνευσης
για έναν οδυνηρά εσωστρεφή και απομονωμένο νέο. Το όνομα αυτού του νεαρού ήταν
Κιμιτάκε Χιραόκα (公威平岡), στην ηλικία,
όμως, των 16 ετών, το 1941 πρωτοδημοσίευσε ένα έργο του με το ψευδώνυμο Γιούκιο
Μίσιμα (由紀夫三島).
Όσο χειροτέρευε η κατάσταση λόγω του πολέμου, η ιδέα
πως όλη η φουρτούνα και η φρενίτιδα στον κόσμο μέσα του και εκτός μπορούσαν να
δαμαστούν ώστε να φτιάξουν αιθέριες Απολλώνιες οπτασίες μιας συγκεκριμένης τέχνης
χάρισε στο νου του Μίσιμα μια αίσθηση υπέρβασης που εν τέλη στάθηκε στον πυρήνα
της ίδιας της ζωής του αλλά και της δημιουργίας του για πάντα.
“Ο δεσμός του Μίσιμα με τον Νίτσε”, περιγράφει ο
πατέρας του μετά τον θάνατό του, “υπήρξε ιδιαίτερα φορτισμένος”. Μια εβδομάδα
πριν τον φυσικό, σχεδιασμένο θάνατό του στην ηλικία των 45 το 1970 – την τελική
επιστροφή του στην ζωοβόρα πυρά του Διονυσιακού Χάους - ο Μίσιμα σε μια
συνέντευξή του μίλησε για την ισόβια επιρροή που άσκησε στην φαντασία του η
“Γένεση της Τραγωδίας” και ο “Ζαρατούστρα”. Μετά την τελετουργική του
αυτοκτονία, η μητέρα του άφησε ένα βιβλίο του Νίτσε πάνω στον τάφο του για να
μπορεί να διαβάζει στην αιωνιότητα.
Ο Μίσιμα δεν έγραφε ή μίλαγε απλά στην γλώσσα του
Νίτσε, αλλά υπήρξε, με την πιο καθαρή έννοια της λέξης αυτής, ο “Υπεράνθρωπος”,
ένα πρόσωπο συνεχών μεταλλάξεων (“ubergehen”). Ο Μίσιμα ζούσε και ανέπνεε με
τον Νίτσε. Με απόλυτα την δύναμη της θέλησης, μετέτρεψε το φιλάσθενο, αδύνατο
κορμί του σε μια δική του δημιουργία κάλλους: μυώδη και εύρωστη. Πεπεισμένος
πως κατοικούσε σε μια σπηλιά, βημάτισε προς το φως του Ήλιου, απ’ το οποίο
λουζόταν καθημερινά ως μέρος των τελετών του. Αρνούμενος να δεχτεί οποιοδήποτε
εμπόδιο που στεκόταν στο δρόμο του, έγινε σταρ του σινεμά, φωτογραφική περσόνα,
σεναριογράφος και σκηνοθέτης, κοσμοταξιδευτής, στρατηγός του δικού του στρατού.
Έγραψε πάνω σε μια τεράστια ποικιλία στυλ, από έργα Καμπούκι μέχρι διηγήματα
sci-fi. Σχεδόν όλα δεμένα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με τον Νίτσε.
Όταν ο Μίσιμα αποφάσισε να γυρίσει τον κόσμο για πρώτη
φορά, το 1951, διάλεξε ειδικά να ταξιδέψει στην Ελλάδα για να σταθεί πάνω στα
ερείπια του θεάτρου του Διονύσου στην Αθήνα. Όταν δέχτηκε να φωτογραφηθεί στις
αρχές της δεκαετίας του 1960 ακόμα συζητιέται το ότι κράταγε ένα σφυρί δίπλα
στο κεφάλι του, κάνοντας έτσι την αναφορά του στην πρόταση του Νίτσε περί του φιλοσοφώντας
με ένα σφυρί.
Όμως, ίσως με
πιο ενδεικτικό τρόπο, όταν ο Μίσιμα τελικά σχεδίασε το δικό του σπίτι - μια
παράταιρη ιταλο-σπανιόλικη δημιουργία μέσα στο σύγχρονο Τόκυο - έστησε στο
μέσον του μικρού του κήπου ένα άγαλμα του Απόλλωνα.
Εδώ ήταν που έπαιρνε γύρω στο μεσημέρι το πρωινό του
και δεχόταν το φως του Ήλιου. Η Απολλώνια οπτασία βρίσκονταν στο κέντρο του
κόσμου της δημιουργίας του Μίσιμα και όλα στη ζωή του γύριζαν γύρω απ’ αυτήν.
Άραγε πώς θα ήταν, εκείνο το ύστατο πρωϊνό όταν
αποχαιρετούσε για τελευταία φορά εκείνο το άγαλμα, σημαίνοντας ένα τέλος για τα οράματα της τέχνης και τα
όνειρα περί ομορφιάς.
Κάπου μέσα στην Δίνη του Διονυσιακού, ο Νίτσε και ο Μίσιμα πρέπει ακόμη και τώρα να ανταλλάσσουν σημειώσεις.
Damian Flanagan
Διαδικτυακή έκδοση της εφημερίδας The Mainichi
Μετάφραση: Ασφάλιος
Richard Wagner & Yukio Mishima
Yukio Mishima, Yojuro Yasuda και Φασισμός (μέρος τρίτο και τελευταίο)
Yukio Mishima, Yojuro Yasuda και Φασισμός (μέρος δεύτερο)
Yukio Mishima, Yojuro Yasuda και Φασισμός.
του Romano Vulpitta