Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΓΕΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΓΕΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Εθνικισμός σημαίνει, ανάληψη ευθύνης! (https://anaktisi-mag.gr/)

 



του Άγγελου Δημητρίου

Ποιος μας επιβάλλει να είμαστε «χαρούμενοι»; Γιατί όχι, βλοσυροί και θυμωμένοι; Γιατί να κολυμπάμε συνεχώς μέσα στην μακαριότητα, που προέρχεται από την απόλαυση της κατανάλωσης; Μιας απόλαυσης που τελικά αντιστρατεύεται αυτή την ίδια την αληθινή χαρά;

Η «ευτυχιοκρατία» είναι τελικά πολύ βολική για την κάθε εξουσία. 

Η κουλτούρα της «θετικής σκέψης» πορεύεται μαζί με τον εθισμό στην κατανάλωση, μιας πρόσκαιρης έκκρισης ευχαρίστησης που επιζητά διαρκή ανανέωση, βασισμένη στην λειτουργία και την λογική της καπιταλιστικής μηχανικής.

Είναι εύκολο να ιδιωτεύει κανείς και δύσκολο να αναλάβει την ευθύνη: της μοίρας του, του έθνους, του κόσμου, να σταθεί υπεύθυνα απέναντι στην Ιστορία και να σηκώσει το βάρος που του αναλογεί. Αυτή η κάλπικη ευδαιμονία είναι η βασιλική οδός για τον ατομισμό, αντιστρατεύεται την κοινότητα, προάγει έναν ιλαρό εγωισμό.

Προς τι να είμαστε «χαρούμενοι», όταν όλος ο κόσμος γκρεμίζεται κάτω από τα πόδια μας; Δεν υπάρχει άλλος λόγος, από το ότι έχουμε εξασφαλίσει την ατομική μας βολή, έχουμε αγκιστρωθεί μέσα στο πετσί μας, σε μια διαδικασία ολέθριας αυτοπροστασίας.

Γι’ αυτό η εθνικιστική τάση είναι πάντοτε μειοψηφικής λογικής. Καθίσταται μαρτυρικό να σηκώνει κανείς τον δικό του προσωπικό σταυρό, προς χάριν του συνόλου, ενάντια στην διαχρονία του κακού, είναι μαρτυρικό να θέσουμε εαυτούς στην λογική ενός Λορέντζου Μαβίλη, ενός Παύλου Μελά. 

Ποιος έχει την δύναμη να καλέσει σε πόλεμο, τον καιρό της ειρήνης;

Άρα ο εθνικιστής είναι ένας αυτόκλητος σωτήρας; Όχι ακριβώς. 

Το καίριο έγκειται στην στάση υπευθυνότητας, στην επώδυνη εγκόλπωση μιας ανώτερης συνειδητοποίησης. Έχουμε κληθεί στην ζωή, για κάτι περισσότερο από την ικανοποίηση των ταπεινών αναγκών μας. Ας θυμηθούμε την λύπη του φιλοσόφου - βασιλέα του Πλάτωνα, ακριβώς γιατί επιλέγει το όλον έναντι του μέρους, δια της θυσιαστικής του έλλογης τοποθέτησης.

Ας βαδίσουμε με καρτερία την τεθλιμμένη οδό της αυτοπραγμάτωσης, γιατί αυτοί είναι οι δικοί μας καιροί!

πηγή


Για περισσότερα εδώ ...

Η αιχμή της Ελευθερίας



γράφει ο Άγγελος Δημητρίου

«[…]οι πατέρες θα συνηθίσουν να θεωρούν τα παιδιά τους ίσα και όμοιά τους και να φοβούνται τους γιους τους, το ίδιο πάλι οι γιοι τους πατέρες, και ούτε θα σέβονται ούτε θα φοβούνται τους γονείς τους, για να είναι βέβαια ελεύθεροι· οι μέτοικοι θα εξισωθούν με τους πολίτες, οι πολίτες με τους μετοίκους και οι ξένοι επίσης[…] ο δάσκαλος φοβάται και περιποιείται τους μαθητές του, οι μαθητές καμιά σημασία δεν δίνουν στους δασκάλους και στους παιδαγωγούς τους· και γενικά οι νέοι αγαπούν να εξομοιώνονται με τους γεροντότερους και να συνερίζονται μ’ αυτούς στα λόγια και στα έργα, οι γέροντες πάλι κατεβαίνουν έως το επίπεδο των νέων, μιμούνται τους τρόπους τους και κάνουν τον ευτράπελο και τον χαριτωμένο, για να μη θεωρούνται τάχα φορτικοί και δεσποτικοί.[…] βλέπεις τους δούλους τούς αγορασμένους και τις δούλες ν’ απολαβαίνουν όχι μικρότερη ελευθερία από κείνους που τους αγόρασαν. 

Ελησμόνησα ακόμα να πω πόση ισονομία και ελευθερία επικρατεί στις μεταξύ ανδρών και γυναικών σχέσεις.[…] Και τα ζώα ακόμα που βρίσκονται στην υπηρεσία των ανθρώπων, απολαβαίνουν εδώ μεγαλύτερη ελευθερία από παντού αλλού· γιατί πραγματικά, τα’ άλογα και τα γαϊδούρια, συνηθισμένα να πηγαίνουν ελεύθερα και με όλη τους τη μεγαλοπρέπεια στους δρόμους, πέφτουν απάνω σ’ όσους τύχει να συναντήσουν, άμα δεν παραμερίσουν αυτοί· και τέλος πάντων όλα χαίρονται απόλυτη ελευθερία. […] Η ψυχή των πολιτών γίνεται τόσον ευπαθής, ώστε και στην ελάχιστη υποψία καταναγκασμού που θα ‘θελε να τους επιβάλει κανείς αγανακτούν και εξεγείρονται. Στο τέλος ξέρεις βέβαια ότι καταντούν να μη λογαριάζουν καθόλου και τους νόμους, είτε τους γραπτούς είτε τους άγραφτους, για να μην έχουν κανέναν απολύτως κύριο.»

Στο Όγδοο βιβλίο της Πολιτείας, ο Πλάτων μας δίνει με αυτόν το περιγραφικό τρόπο την εικόνα μιας κοινωνίας που έχει αφεθεί να κατευθύνεται από την ελευθεριότητα και την ασυδοσία. Η ευθύνη αποδίδεται στον τρόπο λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος και η κατάληξη μιας τέτοιας κοινωνίας είναι η επιβολή σ’ αυτήν μιας τυραννίας.

Δεν είναι όμως ήδη μια τυραννία, η παράδοση των ανθρώπων στα ένστικτα, στις ταπεινές επιθυμίες; Η διόγκωση του ατομικού θελήματος και η τάση του να επικαλύψει και να κατεξουσιάσει τις άλλες ατομικότητες δεν είναι μια υποδούλωση; Ο άνθρωπος κατέχεται από ισχυρές εσωτερικές δυνάμεις, πολλές φορές σκοτεινές και πάντως ανεξιχνίαστες ακόμα και για την σύγχρονη νευροεπιστήμη. Η έλλογη διαχείριση αυτών των ενστίκτων, η περιστολή τους, είναι ένα συνεχές διακύβευμα. Ο κίνδυνος να διολισθήσουμε στην βαρβαρότητα είναι πάντα υπαρκτός. Μήπως όλες οι θρησκείες δεν εφαρμόζουν κάποια ασκητική μέθοδο προκειμένου να ξεπεραστεί η φυλακή της φυσικής μας αναγκαιότητας; Να μια διαφορά ανάμεσα στην ελευθερία και την ελευθεριότητα.

Είναι σαφές βέβαια, ότι ο Πλάτων εισάγει στην Πολιτεία τον ολοκληρωτισμό, υπό την έννοια μιας καθ’ ολοκληρίαν επόπτευσης της ζωής του ατόμου συνολικά. Γιατί η προσωπική ηθική και συμπεριφορά τον ενδιαφέρει πάρα πολύ. Μην ξεχνάμε ότι διαμέσου της δίκαιης πολιτείας η κοινωνία οδηγείται στην θέα του αγαθού.

Τούτες οι εικόνες που μας ζωντανεύει ο Πλάτων, είναι πολύ γνώριμες από την σημερινή κοινωνική πραγματικότητα. Ο υποκειμενισμός και ο σχετικισμός, καθώς και οι ακραίες συνέπειες τις ατομικής ελευθερίας, από ατομικές πρακτικές ανάγονται σε θεσμούς, έρχονται για να ορίσουν την ζωή μας και να μας εξουσιάσουν, δίνουν μια γενική κατεύθυνση, προσδιορίζουν την συλλογική ηθική, αποκτούν πολιτική και κοινωνική αναφορά. Σε άλλο σημείο της Πολιτείας, ο φιλόσοφος θα παρομοιάσει μια τέτοια κοινωνία με έναν μεθυσμένο.

Σήμερα, το τέλος αυτής της παραφοράς μοιάζει πολύ κοντινό. Και αυτό που θα την διαδεχθεί, πολύ επικίνδυνο. 

Ελευθερία: Μια Κινηματική Πρόκληση



του Άγγελου Δημητρίου

Δεν είναι μόνο η υπαρκτική ελευθερία που πρέπει να μας απασχολεί, ή η ελευθερία σε μεταφυσικό και φιλοσοφικό επίπεδο. Στην κοινωνικοπολιτική δραστηριότητα το στοίχημα για την ελευθερία είναι εξίσου σημαντικό και ορισμένες φορές αγγίζει παραμέτρους της ίδιας μας της επιβίωσης. Από τον σύγχρονο κόσμο και τα ιδεολογικά του ρεύματα έχουμε να πάρουμε κάποια πράγματα αναφορικά με ακολουθητέες μεθόδους δράσης. Πολύ περισσότερο, καθώς οι παραστάσεις γίνονται όλο και πιο περιοριστικές, αν όχι ασφυκτικές.

Αν στρέφουμε συχνά το βλέμμα στην λειτουργία των προνεωτερικών κοινωνιών, δεν είναι για την ανάκληση φαντασμάτων, δεν είναι για να εξιδανικεύσουμε ή να δώσουμε υπόσταση στο παρελθόν, το οποίο έτσι κι αλλιώς είχε τα μειονεκτήματα και τις παθογένειές του και έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Δεν είναι για να προβάλλουμε στο παρόν ένα πλαστό κοσμοείδωλο.

Είναι διότι η συνισταμένη των κοινωνιών αυτών, μέσα από τις διαφοροποιήσεις, τις αντιλήψεις, τις συμπεριφορές και τα στερεότυπα πάνω στα οποία αναπτύχθηκαν, εναρμονίζεται στην ουσία της με την φυσική και φυσιολογική ροπή του ανθρώπου. Η ουσία τους δηλαδή ανταποκρινόταν σε ένα οντολογικό και ανθρωπολογικό υπόβαθρο υγιές.

Γνωρίζουμε ότι η τομή του μοντερνισμού στην Ιστορία, αποκρυστάλλωσε την ατομικότητα, έφερε την αυτονόμησή της και οδήγησε- στην ύστερη φάση- στην ισχυροποίησή της, μέχρι του σημείου να χτιστεί μια αυταπάτη παντοδυναμίας της.

Σήμερα, καθώς πολλοί συμφωνούν στο πέρασμα της ανθρωπότητας, και κυρίως της Δύσης, σε μια μετανεωτερική φάση, το άτομο σταδιακά καλείται να έρθει αντιμέτωπο με τα αδιέξοδα που γέννησαν οι επιλογές του, με την οντολογική μοναξιά του.

Είναι γνωστό ότι ο νεωτερικός άνθρωπος στάθηκε έντονα στο θέμα της εκζήτησης ατομικής ελευθερίας. Το αίτημα αυτό προσδιόρισε τον χαρακτήρα των θεσμών, την σύσταση και λειτουργία των συλλογικοτήτων, και πέρα από την πολιτική, πέρασε στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Έγινε ένα καινούριο αυτονόητο. Η μετανεωτερικότητα φτάνοντας τα ίδια τα δεδομένα της μοντέρνας πραγματικότητας στα ακραία τους όρια, επέφερε έναν κατακερματισμό στο άτομο και από την άλλη συνέτεινε στην ανάδυση των κάθε είδους κοινωνικών μειονοτήτων και υποομάδων, που και σήμερα βλέπουμε να επιδιώκουν την θωράκισή τους με την κάρπωση όλο και περισσότερων δικαιωμάτων. Αυτές στάθηκαν οι οριακές εκφράσεις του ζητήματος της ελευθερίας στον σύγχρονο κόσμο.

Ο σύγχρονος ριζοσπαστικός εθνικισμός, με βάση τα παραπάνω,  έχει να επιβιώσει και να εκφραστεί σε αυτό το περιβάλλον. Αυτή είναι η εποχή του. Μια εποχή που δεν την επέλεξε και δεν την μορφοποίησε ο ίδιος. Έτσι το καλύτερο που μπορεί να γίνει χωρίς να κλείνονται τα μάτια στην πραγματικότητα, είναι να αντληθούν τα στοιχεία του παρόντος που μπορούν να αποδειχθούν ωφέλιμα. Σίγουρα ο εθνικισμός δεν μπορεί να απεμπολήσει το οργανικό του δεδομένο που είναι η πρόταξη της συλλογικότητας, της κοινότητας. Δεν μπορεί να χάσει την κοινωνική του αναφορά.

Ταυτόχρονα όμως, με γνώμονα τις δικές του καταβολές και την κληρονομία του, μπορεί να επεξεργαστεί το ζήτημα της ελευθερίας διεκδικώντας ζωτικό χώρο εντός της κατεστημένης συνθήκης. Όχι της εθνικής ελευθερίας μόνο. Αλλά της ελευθερίας που κατανέμεται στην μεταμοντέρνα πραγματικότητα, κομματιασμένη μέσα στις κοινωνίες, διαμοιρασμένη στις κάθε είδους κοινωνικές ομαδοποιήσεις. Έχει δηλαδή να κοπιάσει για την ανάσχεση της ετερονομίας, του ετεροκαθορισμού, που πλήττει τον πυρήνα της υπόστασής του. Μια διπλή προοπτική είναι αφενός μεν να διατηρήσει το φορτίο των ιδεών και των ιδανικών του, να διατηρήσει την εσωτερική του συνοχή και τις ορίζουσες γραμμές της υπόστασής του, και αφετέρου σε εξωτερικό επίπεδο να εκμεταλλευτεί την περιρρέουσα πολυδιάσπαση προκειμένου να αντλήσει νέες δυνάμεις και δυνατότητες.

Με δυο λόγια, να πολεμήσει τον μοντέρνο κόσμο, με τα ίδια του τα όπλα.

Η σημερινή ανάπτυξη των εθνικιστών και των κινημάτων τους σε άξονες διαφορετικούς από εκείνους του παρελθόντος, ίσως αποτελεί ένα ενθαρρυντικό δείγμα ωριμότητας και της ισχύος εκείνης που έχει να κάνει με την προσαρμογή στις εκάστοτε συνθήκες.

Ο σκεπτικισμός  απέναντι στον αρχηγισμό και στις αυτόκλητες αυθεντίες, η περιστολή των αντιδράσεων του θυμικού και η επένδυση σε στοιχεία εκλογικευμένα, η αποδυνάμωση της άτεγκτης ιεραρχίας και η απόδοση οριζόντιων μορφών συνεργασίας, ο παραγκωνισμός των κλασσικών τρόπων άσκησης πολιτικής, συνιστούν βήματα ελπιδοφόρα μέσα στο ζοφερό περιβάλλον, αποδεικνύουν μια τάση ανανέωσης όσων  οι παλαιότεροι θεωρούσαν δεδομένα.


Οι εθνικιστές οφείλουν να αποδείξουν ότι αντέχουν την ελευθερία, ανθίστανται στην χειραγώγηση και είναι ικανοί  να θέτουν δημιουργικούς στόχους με το να αφουγκράζονται το παρόν. Έχουν την ευκαιρία να μεταμορφώσουν την δυσκολία σε πλεονέκτημα.

«Στην εθνική ενότητα είμαστε προδότες»


του Άγγελου Δημητρίου

Γνωστό το σύνθημα. Και η προέλευση του. Πέρα όμως από τον νεοχίπικο  αεθνικό κοσμοπολιτισμό θα είχε ενδιαφέρον μια διαφορετική ερμηνεία. Συνήθως ακούγεται από τους πολιτικούς η επίκληση στην αναγκαιότητα διατήρησης της  «εθνικής ενότητας σε περιόδους κρίσεων». Όμως, όλος ο νεοελληνικός παραλογισμός υποδηλώνει μια κρίση. Πιο σωστά, υποδηλώνει την παρακμή. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, γιατί ένας εθνικιστής να συγκαταβεί και να ταυτιστεί με τα προϊόντα και τους αιτίους της παρακμής; Με ποιον να συστρατευτεί; Και για ποιον σκοπό; Το χάσμα δεν γεφυρώνεται με συναισθηματισμούς και συνθηματολογίες…

Σίγουρα, σε μια κοινωνία η διαίρεση δεν είναι ευκταία. Ωστόσο, η επισήμανση των εχθρών, παραμερίζοντας  γλυκερές κοινοτοπίες περί ενότητας, δείχνει τουλάχιστον την θέληση να ξεχωρίσει το υγιές από το σκάρτο, να αποδοθούν ευθύνες και να υπάρξει τιμωρία, επισημαίνει το αδιέξοδο, καλεί μια ολόκληρη κοινωνία σε επώδυνη αυτογνωσία.

Το κάλεσμα σε «εθνική ομοψυχία» υποκρύπτει ακόμα μια φορά την προσπάθεια της ταύτισης του κράτους με την εθνική ψυχή και την θέληση του λαού, την επισκίαση αυτής της θέλησης από την αυθεντία του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Την εξιδανίκευση του κουτσουρεμένου και παραπληγικού έθνους- κράτους. Τούτο το χωλό μόρφωμα όμως δεν είναι η πατρίδα μας. Δεν συγγενεύει καν με τους οραματισμούς του μεγάλου μας διαχρονικού γένους και του πολιτισμού του. Αντίθετα, τα αντιπαλεύει, τα συκοφαντεί και οικειοποιείται το όνομά τους εξευτελίζοντάς τα.

Καμιά εθνική ενότητα δεν μπορεί να υπάρξει με τους πολεμίους του έθνους, με τις κρατικές αρχές και τους έμμισθους αξιωματούχους της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, καμιά εθνική ενότητα με όσους εφαρμόζουν τους αφύσικους νόμους και υπηρετούν τους ανήθικους θεσμούς της. Καμιά εθνική ενότητα με την εξηλιθιωμένη μάζα, με τον «μέσο ψηφοφόρο» και τον «μέσο πολίτη» με τον φοβισμένο και βολεμένο «νοικοκυραίο», με την απολιτική νεολαία και την νεολαία που «παίζει επανάσταση» έως ότου αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο και ευθυγραμμιστεί. Καμιά ενότητα με τον κάθε είδους δούλο του αστικού καθεστώτος. Και ο κατάλογος θα μπορούσε να είναι μακρύς.

Με λίγα λόγια, οι εθνικιστές δεν μοιράζονται την ίδια πατρίδα με τους εκφραστές της κατάπτωσης στις πολλαπλές τους αποχρώσεις. Δεν ανήκουν οργανικά στην νεοελληνική κοινωνία. Η ίδια αυτή κοινωνία τους απέβαλλε από το ζοφερό της πανηγύρι, από το μεθυσμένο αυτοκτονικό γλεντοκόπημα της.


Όπως δεν είναι και σωτήρες της. Στην ενότητα τους είμαστε προδότες. Στον αχό του πολέμου που ακούγεται, δηλώνουμε λιποτάκτες.

Οι χρυσές μας διαψεύσεις - Η ιστορία ενός κινήματος που δεν γεννήθηκε ποτέ



του Άγγελου Δημητρίου

Οι ριζοσπάστες εθνικιστές στην Ελλάδα σύρονταν πάντα από την κυριαρχούσα Δεξιά παράταξη στο περιθώριο.  Το περιθώριο αυτό σιγά σιγά έγινε η κατοικία τους, την οποία μισούσαν και αγαπούσαν ταυτόχρονα. Συχνά ενώ είχαν την δυνατότητα να απεμπλακούν από αυτό, επέλεγαν την προστατευτική κρυψώνα που τους παρείχε. Φαίνεται ότι η πολιτική περιθωριοποίηση προσδίδει σε έναν πολιτικό χώρο τον χαρακτήρα μιας μόνιμα αποδυναμωμένης φωνής που αδυνατεί να παρέμβει και να συγκινήσει τις μάζες, ακόμα κι αν οι θέσεις του συζητούνται καθημερινά στις παρέες και αποτελούν προσωπικούς προβληματισμούς πολλών. Τον καθηλώνει στην θέση του γραφικού διαμαρτυρόμενου. Το περιθώριο κατέστη ταυτοτικό στοιχείο των Ελλήνων εθνικιστών. Ας το παραδεχτούμε ψύχραιμα και ειλικρινά. Το πολιτικό περιθώριο αποτελεί μια μέγγενη που προκαλεί άλγος και μαζί γοητεία. Η έξοδος από αυτήν είναι αβέβαιη.

Η αστική δημοκρατία χρειάζεται να προβάλλει μια ελεγχόμενη «πολυφωνία» και οι εθνικιστές άθελά τους συνεισέφεραν σε αυτή τη μεθόδευση, λαμβάνοντας τον ρόλο μιας ασήμαντης μειοψηφίας, «επικίνδυνης και ακραίας», την οποία όμως όλοι «οι υπόλοιποι φυσιολογικοί πολίτες ανέχονταν» χάριν του «πλουραλισμού» και της «ελευθερίας». Ο ρόλος του φόβητρου ωστόσο, είχε και ένα καταρχήν θετικό επακόλουθο. Χιλιάδες νέοι άνθρωποι, η πιο αγνή μερίδα της νεολαίας, σ’ αυτούς που άνθισε ανεπιτήδευτα μέσα τους η αγάπη για την πατρίδα και το επαναστατικό πνεύμα,  μετά την πρώτη τους εφηβεία, επέλεγαν να ριζοσπαστικοποιηθούν κατά τις δεκαετίες της μεταπολίτευσης και να στρατευθούν στον εθνικισμό. Το αφήγημα με το οποίο τρέφονταν, απευθυνόταν ακριβώς στα εφηβικά αντανακλαστικά τους: αυτοί ήταν οι «εκλεκτοί» που νομοτελειακά κάποια μέρα θα άλλαζαν τον κόσμο. Αυτοί ήταν οι «διαφορετικοί», μέσα σε ένα κόσμο νεκροζώντανων. 

Η ρητορική αυτή παρότι αγαπήθηκε και μέχρι και σήμερα αναπαράγεται, διατήρησε στους νέους αυτούς την οσμή του περιθωρίου, διαιώνισε έναν εσωστρεφή εθνικισμό και δυστυχώς, από την φύση της, οδηγούσε στο να απογοητεύονται οι νεαροί ιδεολόγοι, αργά ή γρήγορα. Βέβαια, δεν υπάρχει τίποτα κακό στον να αισθάνεται και να δηλώνει κανείς «διαφορετικός». Αυτό που αποτελεί πρόβλημα είναι όταν τέτοιου είδους διακηρύξεις και πεποιθήσεις λειτουργούν περιοριστικά, πολλές φορές σεχταριστικά, όταν αποκόπτουν τον πολιτικό οργανισμό από την πραγματικότητα. Όταν αναπτύσσονται όχι προκειμένου να ενδυναμώσουν τις συνειδήσεις, αλλά για να συντηρήσουν μια ελεγχόμενη, μικρή, χειραγωγήσιμη  ομάδα ανθρώπων των οποίων η κριτική ικανότητα διαρκώς αμβλύνεται σκόπιμα.

Επιπλέον κάθε φορά που συγκυριακά ο χώρος των εθνικιστών αποκτούσε μεγαλύτερη δυναμική και είχε την ικανότητα να εκφραστεί πλατύτερα, οι ασθένειες του περιθωρίου αποτελούσαν ανασταλτικό παράγοντα. Όπως συμβαίνει στους ανθρώπους με ψυχικές ασθένειες, ο αληθινός χαρακτήρας με τα παθολογικά στοιχεία είχαν για καιρό συμβιώσει και ήταν πια δυσδιάκριτα. Ποια είναι πια τα στοιχεία ενός υγιούς κινήματος και τι αποτελεί ασθένεια;

Σήμερα, βλέπουμε ότι ένας κύκλος κλείνει όσον αφορά τα πολιτικά πράγματα στην Ελλάδα. Παρά όμως τις καινοφανείς μεταβολές, οι εθνικιστές σαν συγκροτημένο - συνειδητοποιημένο πολιτικό σώμα στέκονται μετέωροι και όπως είναι φυσικό, βρέθηκαν απροετοίμαστοι. Καλύπτονται οι δυνάμεις τους από τα φαινόμενα που τόσα χρόνια συντηρούσαν την αδράνεια, την περιθωριοποίηση, την ομφαλοσκόπηση.

Το εθνικιστικό κίνημα δεν απέτυχε γιατί τέτοιο κίνημα, εδώ στην Ελλάδα, δεν υπήρξε ποτέ. Μόνο κάποια ευγενή ξεσπάσματα γνωρίσαμε στην καλύτερη περίπτωση, και κυρίως κατά κανόνα, μόνο έναν πολιτικό χώρο υβριδικό, σπαρασσόμενο, έναν χώρο που (αυτό) υπονομεύτηκε και έδωσε αφορμές για να γίνει πεδίο εκμετάλλευσης των αγαθών προθέσεων των μελών του. Όχι, το μέλλον για μας δεν είναι ευοίωνο. Αλλά αυτό αποτελεί μια πρόκληση και πρέπει να μας πεισμώνει.

Δημοσιεύτηκε στον "Ελεύθερο Κόσμο" αρ. φύλλου 536

Αυτοεξόριστοι από τον μοντέρνο κόσμο




του Άγγελου Δημητρίου

Ο μοντέρνος άνθρωπος δεν δημιουργεί, πιθηκίζει. Δεν διακινδυνεύει, δειλιάζει. Δεν θυσιάζεται, εξασφαλίζεται. Βρισκόμαστε σήμερα αντιμέτωποι με έναν ολοκληρωμένο τύπο ανθρώπου, με μια συνολική θεώρηση της ζωής. Και έχουμε να προτείνουμε μια νέα, την δική μας. Αυτή θα πρέπει να είναι η σκέψη κάθε φορά που αντικρίζουμε ένα ζήτημα μικροπολιτικής, κάθε φορά που η καθημερινή ζωή τοποθετεί μπροστά μας μια έκφραση του μοντέρνου τρόπου ζωής.

Όπως ο μοντερνισμός μας κατακλύζει και τείνει να μας συμπαρασύρει, με τον ίδιο τρόπο καθολική και σθεναρή πρέπει να είναι η άρνησή του από μέρους μας. Γιατί κανείς δεν μπορεί να δουλεύει σε δύο αφέντες. Εχθρός λοιπόν δεν είναι ο «πολιτικός αντίπαλος», αλλά κάθε πτυχή αυτής της τάξης πραγμάτων που δρα διαλυτικά και αφομοιωτικά. Μετέχουμε αναγκαστικά αυτού του κόσμου και γινόμαστε κι εμείς οι ίδιοι χωρίς την θέλησή μας φορείς της παρακμής στον έναν ή τον άλλον βαθμό. Γι’ αυτό και είναι επιτακτικό να ξεριζώνουμε όπου εντοπίζουμε το πνεύμα αυτό που μας θέλει δέσμιους.

Με τον ίδιο τρόπο, η αντίληψή μας για την πολιτική πρέπει να πλατύνει, αγκαλιάζοντας ολόκληρη την ζωή μας, λαμβάνοντας την πολυεπίπεδη χροιά της ολοκληρωμένης κοσμοθεωρίας που θα συνοδεύει την σκέψη και την δράση, κάθε μας βήμα στο ενάντιο περιβάλλον. Έτσι θα τεθούν οι βάσεις για μια αντανακλαστική αντίδραση, μια νοοτροπία με τον χαρακτήρα της εθνικής λαϊκής αντιεξουσίας.

Κάθε επιλογή έχει και το τίμημα της, και όπως γίνεται φανερό, το να είναι κανείς εθνικιστής στην δεύτερη χιλιετία δεν είναι μια ανέξοδη απόφαση. Γίνεται αμέσως το μαύρο πρόβατο, ο μιαρός και ο στιγματισμένος, ο φορέας της ιδέας του απόλυτου κακού. Για να αντεπεξέλθουμε των δυσχερειών είναι σημαντικό οι δικές μας κοινότητες να έχουν επάρκεια, δρώντας αντισταθμιστικά.

Σε ένα μεταπολιτικό πλαίσιο με πολυσχιδή παρουσία. Ο μονήρης είναι ευάλωτος, η συντροφικότητα ωστόσο ενέχει δύναμη. Η ηθελημένη αυτο-αποβολή από το πνεύμα των καιρών δεν είναι αναχωρητισμός και απραξία. Είναι θέση και λόγος, είναι αντίπραξη και αντίδραση. Είναι μια στάση ζωής που κρύβει ελπίδα και οραματίζεται το μέλλον με υγιείς όρους. 

Ο Κόσμος Των Ερειπίων (σχόλιο πάνω στους «Προσανατολισμούς» του Ιουλίου Έβολα)




του Άγγελου Δημητρίου

Αρκετή κριτική θα μπορούσε να κάνει κάποιος στην σκέψη του Έβολα, πολλές διαφωνίες να εντοπίσει. Σε έναν άνθρωπο που στοχαζόταν πολιτικά, αλλά που δεν ήθελε να εννοήσει τον εαυτό του ως «πολιτικό στοχαστή». Ας δούμε όμως από πιο κοντά ένα έργο του που γράφτηκε για να μιλήσει στην σκέψη και την πολιτική δράση των νεολαίων της εποχή του, άρα ένα κείμενο καθεαυτό «πολιτικό».

Ο Έβολα, σκοπεύοντας να περιγράψει τον μεταπολεμικό κόσμο, ξεκινά με την επισήμανση ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για αισιοδοξία, μια τέτοια κρίση θα ήταν παραισθητική. Χρειάζεται ανδρεία - ας το σκεφτούμε - για να αποκλείσει κάποιος τέτοια αισθήματα, χρειάζεται να εργαστεί επάνω σε ένα σκληρό ρεαλισμό και πόσο μάλλον όταν ο σκοπός είναι, όχι μόνο να διατηρήσει τις αντοχές του, αλλά και να εξέλθει και δυνατότερος, νικητής. Χρειάζεται μια ευθύτητα εμπρός στο αδυσώπητο κοίταγμα του κόσμου και του εαυτού. Πολύ περισσότερο όταν προάγεται ως πρότυπο ζωής η υλική ευδαιμονία και η λογική της διαρκούς προόδου και εξέλιξης. Η πολιτική δράση, ωστόσο, ακολουθεί ένα δικό της ανορθολογικό πεπρωμένο που δίνεται με την φράση «εμείς δεν μπορούμε να πράξουμε διαφορετικά, αυτός είναι ο δρόμος μας, αυτή είναι η ύπαρξή μας».

Ο Έβολα είναι σαφής: «βρισκόμαστε στο τέλος ενός κύκλου», «στο μέσον ενός κόσμου ερειπίων». Μπορούμε αλήθεια να συλλάβουμε σε όλο το βάθος και την έκταση τους το νόημα αυτών των φράσεων; Τι σημαίνει ότι ζούμε ανάμεσα στα ερείπια; Τι σημαίνει για την συγκρότηση του εαυτού μας, για τις σχέσεις και την επικοινωνία των ανθρώπων, για την συμπεριφορά, τις συνήθειες και τις ατομικές εκδηλώσεις; Τι σημαίνει για τους θεσμούς και τον τρόπο άσκησης πολιτικής, για την αντίληψη της τέχνης και του Θεού, για την κοινωνική έκφραση;

Και η παραμικρή εξωτερική και εσωτερική κίνηση, ατομική και κοινωνική, είναι ταυτισμένη και επηρεάζεται από αυτό το μολυσμένο και μολυσματικό περιβάλλον που παραπαίει και αργοπεθαίνει. Ακόμα και όσοι λαμβάνουν αποστάσεις από το πνεύμα αυτού του κόσμου, ακόμα και εμείς οι ίδιοι, μετέχουν της παρακμής, βιώνουν την αλλοτρίωση, την γεύονται και συχνά την εκφράζουν ή την εγκολπώνονται.

Η αιτία της πτώσης ορίζεται από το ότι «ο Δυτικός άνθρωπος διέρρηξε τους δεσμούς με την παράδοση». Το ερώτημα τίθεται από τον συγγραφέα: άραγε υπάρχουν ακόμα άνθρωποι όρθιοι ανάμεσα σ’ αυτά τα ερείπια; Και τι πρέπει αυτοί να πράξουν; 


Η Σιωπηλή Επανάσταση (σχόλιο πάνω στους «Προσανατολισμούς» του Ιουλίου Έβολα)



του  Άγγελου Δημητρίου

Αναφορικά με την διαδικασία της αναμόρφωσης, ο Έβολα έχει να προτείνει κάποιες «αντι-πολιτικές» λύσεις. Και σήμερα αυτές είναι περισσότερο χρήσιμες καθώς η πολιτική έχει απαξιωθεί και οι θεσμικές επιλογές για μια αλλαγή έχουν αποδειχθεί αλυσιτελείς.

Απέναντι στην ενεργό πολιτική, την πρακτική πολιτική, την πολιτική που λαμβάνει τα χαρακτηριστικά του μαζισμού, αντιπαραθέτει την «σιωπηλή επανάσταση»: αναγνωρίζοντας τα σημερινά πολιτικά προβλήματα ως εσωτερικά, στο επίπεδο της ηθικής και των ιδεών, εκείνο που θα πρέπει να γίνει πρώτο είναι μια στροφή προς τα έσω, μια μάχη εσωτερική σε κάθε άνθρωπο συνειδητοποιημένο. Απέναντι στον πολιτικό αγώνα όπως γίνεται σήμερα, προτείνεται μια μύχια ανασυγκρότηση, την στόχευση προς μια ποιοτική κατεύθυνση, που θα γίνεται με τρόπο θετικό, και θα διαπερνάει ολόκληρη την ζωή δίνοντας το παράδειγμα.

Είναι μια εξυγίανση και αφύπνιση, η οποία αφού στερεωθεί στο άτομο θα διαχυθεί δημιουργώντας τις προϋποθέσεις της αλλαγής. Ο Έβολα μιλάει για μια «ολοκληρωτική ενασχόληση που πρέπει να αναφαίνεται όχι μόνο στον πολιτικό αγώνα αλλά και σε κάθε έκφραση της ύπαρξης: στα εργοστάσια, στα εργαστήρια, στα πανεπιστήμια, στους δρόμους, στην ίδια την προσωπική ζωή των συναισθημάτων». Το πνεύμα επίσης πρέπει να είναι αδιάλλακτο σε αυτή την πορεία, ασυμβίβαστο, προσηλωμένο, ασκητικό, αντι -αστικό, αντίθετο στον υλισμό της Δεξιάς και της Αριστεράς, στον μοντέρνο μαζάνθρωπο.

Με τον τρόπο αυτό θα δημιουργηθεί μια νέα ελίτ, γύρω από τις αρχές της ιεραρχίας και της οργανικότητας. Μια ελίτ συνεστημένη γύρω από μια Ιδέα, η οποία θα αποτελεί την καινούργια πατρίδα. Είναι σαφείς οι μεταπολιτικές προεκτάσεις των απόψεων του Έβολα και κατά τούτο μοιάζουν πολύ σημερινές. Όπως είναι σαφές ότι παρόμοιες απόψεις εκφράζει λόγω της αποστροφής του προς την μάζα και του ελιτισμού του. Όπως και να ‘χει, όσα αναπτύσσει στο βιβλίο δεν περιορίζονται στον σύντομο σχολιασμό αυτών εδώ των σημειωμάτων.


Είναι όμως ακριβώς «προσανατολισμοί» στον αντίποδα της εφήμερης πολιτικής δραστηριοποίησης που συναντάμε σήμερα και στην πτωμαΐνη που αυτή αναδίδει. Μας δίνει έναν οδοδείκτη για να μεταμορφώσουμε τον κόσμο, μεταμορφώνοντας πρώτα τον εαυτό μας. 



Εθνικολαϊκή ανυποταγή μπροστά στην δυνατότητα μιας ολικής ρήξης



του Άγγελου Δημητρίου

Είναι λανθασμένο το ότι η Επανάσταση αποτελεί μια μαζική διαδικασία. Κι αν έτσι εκδηλώνεται κατά την έκβασή της, στις απαρχές, ωστόσο, είναι κάτι το εντελώς προσωπικό. Αυτό αποδείχτηκε και από τα επαναστατικά κινήματα του προηγουμένου αιώνα, αλλά και από κάθε ανατρεπτική προσπάθεια, ακόμα κι αν αυτή κατέληξε σε αποτυχία. Η γέννησή της κάθε άλλο παρά μαζικά χαρακτηριστικά ενείχε.

Το ότι πρόκειται για μια λαϊκή εκδήλωση, αφήνει περιθώρια για παρανοήσεις, ανάλογα με την εννοιολόγηση του όρου «λαός». Η συγκρότηση των συνειδητοποιημένων προσώπων, των ταγμένων σε έναν σκοπό καθ’ όλα προσδιορισμένο, και η πειθαρχημένη δράση, δεν περιέχει τα στοιχεία της μαζικότητας. Το αντίθετο μάλιστα. Η συλλογική αφύπνιση είναι κάτι διαφορετικό από την αποχαλιναγώγηση των μαζικών ορμέφυτων. Εξάλλου, στην έννοια του λαού δεν μπορούν να συγκαταλέγονται οι φίλαυτοι ιδιωτεύοντες, οι καιροσκόποι ωφελιμιστές. 

Όσο πιο συσταλτικά προσδιορίζεται η έννοια του λαού, τόσο πιο ξεκάθαρο γίνεται το πώς αναπτύσσεται ένα πραγματικά λαϊκό κίνημα. Ένα επαναστατικό αίτημα, πρώτα πρώτα, οφείλει να απευθύνεται σε μια συμπαγή σε νοοτροπία ομάδα, σε ένα υποσύνολο που μπορεί να οδηγήσει στην διαμόρφωση ενός κοινωνικού συνόλου προς υγιείς επιλογές, ενός λαού με συλλογικό όραμα. Κατά την έννοια αυτή, η επαναστατική διαδικασία λαμβάνει διαστάσεις εκλεκτικές και περιοριστικές. Είναι μειοψηφική και ελιτιστική.

Ποιος ο ρεαλιστικός λόγος όμως, για να ανακαλούμε σήμερα την έννοια της Επανάστασης; Μα, διότι το πρόκριμα είναι εσωτερικό, είναι μια εσωτερική μεταμόρφωση των ατόμων, μια ριζική εσωτερική αλλαγή, η οποία αν ελλείπει απαλείφεται και το αποτέλεσμα. Είναι αυτή η βασική προϋπόθεση κάθε επαναστατικής πρότασης, κάθε αιτήματος δηλαδή για την ολιστική αναδιαμόρφωση της παρούσας Τάξης: η εσωτερική αντίκρουση των κατεστημένων αρχών, θεσμών, της νοοτροπίας. Είναι η αντιπαραβολής μιας «λογικής» προς μια άλλη, η θέαση του κόσμου και των πραγμάτων μέσα από μια συγκρουσιακή οπτική, ο τρόπος του να σκέφτεται και να δρα κανείς, έξω από τα πλαίσια που τίθενται από τα πριν και από τα πάνω και καθορίζουν την ζωή του, περιορίζουν και στενεύουν τις επιλογές του.

Πρώτο λοιπόν βήμα η σύγκρουση, η ανυποταγή, ο σκεπτικισμός, η αντίδραση. Ενόσω υπάρχει «διάλογος» δεν είναι δυνατόν να αποκρυσταλλωθεί επαναστατική προοπτική. Με το να συνδιαλέγεται κανείς, καταλήγει στο να συνδιαλλάσσεται. Επομένως στο να αφομοιώνεται, να αλλοτριώνεται, να χάνει τα καθαρά του στοιχεία, τις προϋποθέσεις της μεταβολής και της ανατροπής. Να χάνει το πλεονέκτημα της αυθυπαρξίας και της ανεξαρτησίας. 

Η αυτοδύναμη δράση είναι ένα πλεονέκτημα που αφορά όχι τόσο τα πραγματιστικά δεδομένα, αλλά την εσωτερική οπτική από την οποία ξεκινά η δράση. Έτσι εκείνο το οποίο οφείλουν οι Εθνικιστές, είναι η αποστασιοποίηση από τα δεδομένα που καθορίζουν την κοινωνική και πολιτική ζωή. Είναι η ουσιαστική αποκόλληση από κάθε κατεστημένη δομή, από την «λογική» του συνόλου, και έπειτα η εισαγωγή στην πολιτική της δικής τους ματιάς. Η άγρυπνη αντίθεση σε καθετί που ξεπροβάλλει μέσα από την υπάρχουσα πολιτική μηχανική και τις διεργασίες που εδραιώνουν το παρόν καθεστώς. Όσο κανείς αναλώνεται στο να «αλλάξει» το καθεστώς ή να επιδράσει σε αυτό με το να γίνεται μέρος του, τόσο οι συνεχόμενες προσπάθειες θα αποτυγχάνουν και τα πάντα θα πρέπει να ξεκινήσουν πάλι εκ του μηδενός.

Ο συναγελασμός και ο διάλογος με σχέσεις ομοταξίας, με την πολιτική τάξη, δεν βελτιώνει την τελευταία, αλλά παραμορφώνει τους Εθνικιστές. Και πάνω από όλες τις πολιτικές επιλογές βρίσκεται η εσωτερική τοποθέτηση, η οποία πρέπει να παραμένει αμετακίνητα συγκρουσιακή, πέραν της υποταγής δια της δήθεν εξωστρέφειας. Τώρα που οι πολιτικοί είναι απαξιωμένοι στα μάτια του λαού, τώρα είναι η ευκαιρία, για την καλλιέργεια της γενιάς των ανυπότακτων. Ανθρώπων που θα θέσουν εκ νέου τους δικούς τους όρους για να οικοδομηθεί εκ θεμελίων μια διαφορετική Τάξη!

Βιβλιοπαρουσίαση: Αντιμοντερνισμός - του Άγγελου Δημητρίου


του Άγγελου Δημητρίου: Η προσέγγιση της σύγχρονης πραγματικότητας μέσα από την επαναστατική οπτική των Παραδοσιακών Αρχών. Μια συλλογή δοκιμίων για την μαχητική υπεράσπιση του κόσμου της Ταυτότητας

για περισσότερα εδώ

Βιβλιοπαρουσίαση: Η ποιητική του ανορθολογισμού



Παράξενο αλήθεια, στην εποχή της θεοκρατίας του ορθολογισμού, όταν πια αυτός αποτελεί όχι μόνον μία φιλοσοφική επιλογή, αλλά το ευαγγέλιο του σύγχρονου ανθρώπου, ένας περίεργος νεαρός να συγγράφει την ποιητική του ανορθολογισμού…

Πόσο άκαιρος αλήθεια, στον καιρό μας που τον μετρήσαμε με όλων των ειδών τα ρολόγια και τα ημερολόγια, και τον βρήκαμε να κείτεται στο τέλος της ιστορίας! Πόσο άτοπος πραγματικά, στον τόπο που αναζητεί τεχνοκράτες για να τον σουλουπώσουν και αγορές πρόθυμες να τον αφήσουν να εκδοθεί στην πιάτσα τους!

Κι αν αυτουνού του την βάρεσε να την δει ποιητής και φιλόσοφος, την ώρα που μιλούν οι οικονομολόγοι, εμάς πόσο θα πρέπει να μας νοιάζει η μυρωδιά των γιασεμιών ή η “ξέπνοη μελαγχολία του φθινοπώρου”, την ώρα που μας εξηγούν την θεωρία των παιγνίων ή την σύγχρονη κοινωνική μηχανική της ανάπτυξης;

Μιάς και μου ζητήθηκε να προλογίσω αυτή την συλλογή, και ειλικρινής όπως θα ήθελα να είμαι, θα σας πρότεινα να μην χάσετε τον χρόνο σας να την διαβάσετε. Πρώτον διότι ως γνωστόν ο χρόνος είναι χρήμα και τούτη την εποχή δεν έχουμε ούτε χρόνο ούτε χρήμα για χάσιμο. Δεύτερον διότι η ανορθολογικότητα της ποίησης δημιουργεί παρενέργειες, επί το πλείστον αντιπαραγωγικές. Έχασα κι εγώ τρείς ώρες να την διαβάσω, άκουσα για μέρη και ανθρώπους που με ανατρίχιασαν. Ιστορίες, μυρωδιές και νοσταλγίες που με βούρκωσαν. Κι όλα τούτα δίχως ένα χειροπιαστό και μετρίσιμο τέλος πάντων κέρδος…

Και δεν μου έφταναν αυτά… Έκοψα το απόγευμα ένα ρόδι για να φάω και το είδα να στάζει αίμα. Ξάπλωσα το βράδυ να κοιμηθώ και τα μαλλιά της κοπελιάς μου μύριζαν καλοκαιρινή αμμουδιά. Έφυγα τρεχάτος και καθυστερημένος το πρωί για την δουλειά και τα γέλια των παιδιών από το διπλανό σχολείο, άρχισαν να χορεύουν ανάμεσα στα μαραμένα φθινοπωρινά φύλλα της κερασιάς, που παρατήρησα πως έχουμε στον κήπο. Έσβησα την μηχανή που βούιζε, για να δώ πως χορεύουν τα παιδικά γέλια ανάμεσα στα μαραμένα φύλλα της κερασιάς… Η ανορθολογικότητα της ποίησης δημιουργεί παρενέργειες, επί το πλείστον αντιπαραγωγικές… 

για την συνέχεια στον σύνδεσμο εδώ ...

Ποίηση: Σκιές με σάρκες (Στην ιερή μνήμη των Λυκανθρώπων του 1945) του Άγγελου Δημητρίου



«Όλη μαύρη μυρμηγκιάζει
μαύρη η εντάφια συντροφιά,
σαν το ρούχο όπου σκεπάζει
τα κρεβάτια τα στερνά»

Διονύσιος Σολωμός


«Γιατί μεγάλωσαν τα νύχια μου;

Γιατί το τζάκι δεν καπνίζει, παρά μόνο το μεσονύχτι;

Ποιος μου υπαγορεύει αυτόν τον Ιερό Ψαλμό;

Μου φαίνεται σα να ‘ρχεται από πολύ  μακριά,

από τους τόπους που φυτρώνουν μόνο πάγοι:

Είμαι το σπέρμα του κοκκινομάτη τράγου!

Δεν έχω μητρική αγκαλιά!

Μάνα μου είναι ο ερειπιώνας του Βερολίνου!

Η ξοδεμένη αναπνοή του σπιλωμένου κοριτσιού,

σήμαντρο είναι στο εφηβικό μου στήθος!

Όνειρο μέσα στ’ όνειρο είδε κανείς ποτέ του;

Σκιές με σάρκες που βαστούν στ’ ανεμικά τους χέρια όπλα;

Δεν θέλω μάρμαρο στον τάφο μου!

Παρά μονάχα έναν ξύλινο σταυρό!

Όταν θα τον σαπίσει η βροχή, η παγωμένη ξαστεριά,

ο φθόνος του χειμώνα,

η μνήμη μου θα φέγγει μόνο μέσα στις καρδιές σας!

Τι κι αν δεν πρόλαβα ποτέ μου, γυναίκα ν’ αγκαλιάσω;

Άκου πώς με καταριούνται οι ουρανοί!

Κάθε αστραπή είναι κι ένα ράπισμα,

στην ροδαλή γυμνή μου πλάτη!

Έχω μια τρίχρωμη σημαία στο σεντούκι μου,

που την φυλάω μαζί με των παππούδων μου τα άγια οστά!

Η μάστιγα της αλήθειας είναι ο βαμπιρισμός!

Το Άγιο Δισκοπότηρο, να ξέρεις, το έχω εγώ!»


Σκιές με σάρκες 

(Στην ιερή μνήμη των Λυκανθρώπων του 1945) 

του Άγγελου Δημητρίου


Ποίηση: Οι Άγιοι των Φτωχών (του Α.Β.Δ.)

                                                                          
Οι Άγιοι των Φτωχών (του Α.Β.Δ.)


Μια λιτανεία περνάει στον ουρανό

Μέσα στη νύχτα που κρατάει χιλιάδες χρόνια

Είναι οι Άγιοι Των Φτωχών

Μπροστά - μπροστά η Santa Evita

Και ο πατήρ Φραγκίσκος της Ασίζης

Και παραπίσω τα αδέλφια της αγάπης

Ο Otto κι ο Gregor Strasser

Και τελευταίοι οι ανάργυροι  γιατροί

Ο Commandante Ernesto και ο Louis - Ferdinand Céline

Κρατούν κόκκινα κεριά και ένα άστρο έχουν

Στο μέτωπο γραμμένο

Σκύβουν επάνω απ’ το δισάκι των άκληρων

Και των πεινασμένων

Με ένα δάκρυ κουβαλούν πάνω σε φέρετρα την αισιοδοξία

Είναι οι Άγιοι Των Φτωχών

Που λιτανεύουν μια Φαιοκόκκινη

Ελπίδα