Armin Mohler: Η Συντηρητική Επανάσταση στη Γερμανία 1918 - 1932 (βιβλιοκριτική)

 


Διαβάστε εδώ ...

γράφει ο Α.Π.

To 1949, ο 29χρονος φοιτητής φιλοσοφίας Άρμιν Μόλερ παρέδιδε τη διδακτορική του εργασία με τίτλο Η Συντηρητική Επανάσταση στη Γερμανία 1918-1932 (Die Konservative Revolution in Deutschland 1918-1932) στον καθηγητή του στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας, Καρλ Γιάσπερς. Σε αντίθεση με τον Χάιντεγκερ, τον Γιούνγκερ, τον Σπένγκλερ, τον Ζάλομον και τον Σμιτ, που είχαν παραμείνει στη Γερμανία μετά το 1933 και είτε είχαν συνεργαστεί ανοιχτά με το χιτλερικό καθεστώς είτε είχαν διαλέξει το δρόμο της λεγόμενης "εσωτερικής μετανάστευσης" (δηλαδή τη φυγή από τη δημόσια ζωή και την αποφυγή οποιωνδήποτε πολιτικών δηλώσεων κατά τη διάρκεια του ναζισμού), ο Καρλ Γιάσπερς είχε εκφράσει ρητά την αντίθεσή του στον Χίτλερ και είχε μεταναστεύσει από τη Γερμανία στην Ελβετία το 1933. Τώρα, το 1949, ο Γιάσπερς, ένας Γερμανός που είχε πάει στην Ελβετία διαφωνώντας με το καθεστώς που είχε επικρατήσει στη χώρα του, θα αποφάσιζε αν θα κάνει δεκτή τη διατριβή του μαθητή του, Άρμιν Μόλερ, ενός Ελβετού που το 1942 είχε λιποτακτήσει από τον ελβετικό στρατό και είχε περάσει κρυφά τα γερμανικά σύνορα με σκοπό να καταταγεί στα χιτλερικά SS.

Ο Γιάσπερς έκανε δεκτή τη διατριβή του Μόλερ και τού έδωσε το διδακτορικό, γιατί, όπως είπε "μια τέτοια μαζική αποναζιστικοποίηση τόσο πολλών διανοητών θα είχε περισσότερες θετικές συνέπειες παρά αρνητικές". Πράγματι, η κύρια προσπάθεια του Μόλερ σε αυτό του το έργο -αναμφίβολα το κορυφαίο ΄του- είναι να αποστασιοποιήσει όσο περισσότερο γίνεται τους θεωρητικούς της γερμανικής Συντηρητικής Επανάστασης του Μεσοπολέμου από την πρακτική του ναζισμού, να τους αποκαθάρει, για να τους παραδώσει -έτσι καθαρούς πλέον- ως μεγάλη κληρονομιά σε αυτό που ο ίδιος θα ήθελε σε όλη του τη ζωή να δει να αναδύεται: σε μια γερμανική "Νέα Δεξιά".

Γράφοντας το 1836 στη "Ρομαντική Σχολή" ο Χάινριχ Χάινε λέει ότι η ιστορία των ιδεών είναι ένα μεγάλο νεκροταφείο, όπου κάθε νέος διανοητής πηγαίνει και αποτίει φόρο στους νεκρούς της δικής του ιδεολογικής παράδοσης, τους πνευματικούς του προγόνους, που τους ξεχωρίζει από όλους τους υπόλοιπους. Ο Μόλερ, λοιπόν, με το βιβλίο αυτό, πηγαίνει στο μεγάλο νεκροταφείο των ιδεών και ξεδιαλέγει από εκεί τις "θυελλώδεις ιδιοφυίες" της γερμανικής Συντηρητικής Επανάστασης ως άμεσους προγόνους μιας νέας ευρωπαϊκής δεξιάς, απαλλαγμένης από τις αμαρτίες του ναζισμού, για την ίδρυση της οποίας ο Μόλερ θα πάλευε ως το τέλος του βίου του. Ο Γιάσπερς, πάλι, ως αντιφασίστας αλλά και προσωπικός φίλος πολλών από τους διανοητές της Συντηρητικής Επανάστασης, ευλόγησε το βιβλίο του μαθητή του θεωρώντας ότι η "αποναζιστικοποίηση" αυτών των στοχαστών από τον Μόλερ δεν θα είχε σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στην πολιτική ζωή και τον εκδημοκρατισμό της Γερμανίας.

Το βιβλίο του Μόλερ ανήκει σε μια ολιγάριθμη ομάδα βιβλίων της πρώιμης μεταπολεμικής περιόδου στο γερμανικό κόσμο, γραμμένων από στοχαστές του ευρύτερου εθνοκεντρικού και συντηρητικού χώρου που τώρα, μετά την εμπειρία του ναζισμού, προσπαθούσαν να περισώσουν τα στοιχεία της ιδεολογίας τους υπό τις νέες συνθήκες και ταυτόχρονα να αποστασιοποιήσουν τις ιδέες αυτές από τον ναζισμό. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν επίσης έργα όπως το "Νόμος της Γης" (1950) του Καρλ Σμιτ, η "Επιστολή για τον Ουμανισμό" (1947) και οι Διαλέξεις στο Πανεπιστήμιο της Βρέμης (1949) του Μάρτιν Χάιντεγκερ, το "Ερωτηματολόγιο" (1948) του Ερνστ φον Ζάλομον, η "Γερμανική Καταστροφή" (1946) του Φρίντριχ Μάινεκε, ή ο Πρόλογος (1949) του "Γερμανικός Κλασικισμός και Ρομαντισμός" του Φριτς Στριχ. Όλα αυτά είναι έργα συντηρητικών ή εθνικιστών-εθνοκεντρικών διανοητών που, άλλος λίγο άλλος πολύ, όλοι είχαν προετοιμάσει το έδαφος πριν το 1933 για την ιδεολογική αποδοχή του ναζισμού από μεγάλα κομμάτια της γερμανικής διανόησης, και τώρα προσπαθούσαν να διασώσουν τα θετικά στοιχεία των ιδεών τους στον μεταναζιστικό κόσμο: ο Σμιτ τις νομικές του θέσεις, ο Χάιντεγκερ την οντολογία του, ο Ζάλομον τον ενθουσιώδη νεανικό εθνικισμό του, ο Μάινεκε τον ευρωπαϊσμό των Γερμανών κλασικών, ο Στριχ την κληρονομιά του γερμανικού ρομαντισμού. Ο Μόλερ, με τη σειρά του, που αργότερα θα δήλωνε ότι αυτό που τον έκανε να καταταγεί στα SS ήταν η μελέτη του Σπένγκλερ και του Γιούνγκερ, θα γράψει το 1949 τη "Συντηρητική Επανάσταση" με σκοπό να διατηρήσει ζωντανή την υστεροφημία του Σπένγκλερ και του Γιούνγκερ (και όχι μόνο) σε έναν κόσμο όπου τα SS είχαν ηττηθεί.

Τι ήταν όμως η Συντηρητική Επανάσταση; Οι περισσότεροι από τους διανοητές της δεν χρησιμοποιούσαν αυτό τον όρο - ένας από αυτούς, ο Χανς Φράιερ έκανε λόγο για "επανάσταση από τα δεξιά", ένας άλλος, ο Μόλερ φαν ντεν Μπρουκ μιλούσε για "νέο συντηρητισμό" - και είναι ο Μόλερ αυτός που εισήγαγε τον όρο και τον έκανε γενικά αποδεκτό στη βιβλιογραφία ως σήμερα (άλλη μια απόδειξη της μεγάλης επιδραστικότητας του βιβλίου του). Δεν ήταν ένα ενιαίο κίνημα ή ομάδα. Ήταν μάλλον ένα σύνολο διανοητών στη Γερμανία και την Αυστρία του Μεσοπολέμου οι οποίοι είχαν κοινό τόπο την εναντίωση στην αστική νεωτερικότητα, τον κοινοβουλευτισμό, το φιλελευθερισμό, τη μαζοποίηση (Vermassung), αλλά και στον παλιό χριστιανικό συντηρητισμό του 19ου αιώνα - αυτό το τελευταίο είναι που τους διαφοροποιεί από όλους τους αντιπροσώπους του κλασικού συντηρητισμού και τους εντάσσει στο ρεύμα της Συντηρητικής Επανάστασης. Τέτοιοι διανοητές είναι ο Ερνστ Γιούνγκερ, ο Όσβαλντ Σπένγκλερ, ο Καρλ Σμιτ, ο Μάρτιν Χάιντεγκερ, ο Βέρνερ Ζόμπαρτ, ο νεαρός Τόμας Μαν (μόνο κατά την εποχή που συνέγραψε τα Betrachtungen eines Unpolitischen), ο Άρτουρ Μόλερ φαν ντεν Μπρουκ, ο Ερνστ φον Ζάλομον, ο Ερνστ Νήκιτς, ο Χανς Φράιερ, ο Ότμαρ Σπαν, ο Μαξ Κόμερελ, ο Φρίντριχ Χίλσερ, ο Έντγκαρ Γιούλιους Γιουνγκ, ο Γκότφριντ Μπεν, ο Στέφαν Γκεόργκε, ενώ από μη Γερμανούς μπορούν ίσως να προστεθούν οι Ιούλιος Έβολα και Ιωάννης Συκουτρής.

Όλοι αυτοί επηρεάστηκαν βαθύτατα από το γενικό κλίμα εθνικιστικής έξαρσης που κυριάρχησε στη Γερμανία με την έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου το 1914. Γράφτηκαν τότε μπροσούρες που έθεταν τις "ιδέες του 1914" (εθνικός κολεκτιβισμός, ιεραρχία, συντροφικότητα του μετώπου) ως παράδειγμα ενάντια στις "ιδέες του 1789" (ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη), Ο Βέρνερ Ζόμπαρτ δημοσίευσε το περίφημο φυλλάδιο "Helden und Haendler" (Ήρωες και Έμποροι) όπου υποστήριζε ότι η Γερμανία λόγω της παράδοσής της είναι έθνος ηρώων ενώ η Αγγλία έθνος εμπόρων. Φυσικά, το πνεύμα αυτής της λογοτεχνίας δεν ήταν ακόμα επαναστατικό, καθώς εξυμνούσε άκριτα όλες τις αντιδραστικές παθογένειες της αυτοκρατορικής Γερμανίας, ήταν ένα είδος κιτς πολεμικού σωβινισμού που το αναγνωρίζει και ο ίδιος ο Μόλερ καθώς δεν ανάγει την αρχή της Συντηρητικής Επανάστασης στο 1914 αλλά στο 1918. Παρ' όλα αυτά, το κλίμα του 1914 έγινε αιτία να ριζοσπαστικοποιηθούν πολλοί νεαροί Γερμανοί διανοούμενοι, οι οποίοι όμως μόνο μετά την ήττα του 1918 έκαναν το βήμα παραπέρα: απέρριψαν τον παλιό "καϊζερικό" συντηρητισμό και άρχισαν να ψάχνουν για μια νέα ιδέα, που δεν θα είναι πλέον σωσίβιο της αστικής παρακμής αλλά νεκροθάφτης της. Εκεί βρίσκεται το ιστορικό σημείο κατά το οποίο οι διανοητές αυτοί γίνονται εκφραστές της Συντηρητικής Επανάστασης.

Αλλά όπως κάθε γερμανική επανάσταση πριν από αυτή, όπως δηλαδή η Θύελλα και Ορμή, ο Ρομαντισμός και ο Νατουραλισμός, έτσι και αυτή, λόγω των καθυστερημένων πολιτικών συνθηκών στη Γερμανία, παρέμεινε μια "επανάσταση στο χώρο του πνεύματος", χωρίς το πρακτικό της αντίστοιχο - ο Μόλερ αρνείται κατηγορηματικά ότι ο χιτλερισμός είναι το πρακτικό αντίστοιχο της Συντηρητικής Επανάστασης - και δεν έδωσε κάποιο μαζικό πολιτικό κίνημα, ίσως εν μέρει και λόγω του εκπεφρασμένου αντιλαϊκού ελιτισμού ορισμένων (αλλά σίγουρα όχι όλων) από τους στοχαστές της. Στο θεμελιώδες υλικό ζήτημα της εποχής, τον έλεγχο δηλαδή των μέσων παραγωγής, άλλοι από τους "Συντηρητικούς Επαναστάτες" αποδείχτηκαν καθαροί αντιδραστικοί ακροδεξιοί υπερασπιστές της μεγάλης ιδιωτικής ιδιοκτησίας, όπως ο Σμιτ ή ο Σπαν, άλλοι όπως ο Γιούνγκερ αρέσκονταν να γράφουν ολόκληρα βιβλία για τον Εργάτη αλλά δεν πήραν σαφή θέση σε αυτό το ζήτημα, ενώ άλλοι όπως ο Νήκιτς ήταν πολύ ριζοσπάστες, πρεσβεύοντας έναν σοσιαλισμό που ήταν αναμφίβολα πολύ επαναστατικός. Στο άλλο μεγάλο υλικό ζήτημα, αυτό της απελευθέρωσης των καταπιεζόμενων εθνών από την αποικιοκρατία, άλλοι ήταν αντιδραστικοί κοινωνικοδαρβινιστές και εχθροί των μικρών λαών, άλλοι καταδίκαζαν υποκριτικά μόνο τον αγγλικό ιμπεριαλισμό αλλά διψούσαν για γερμανική αποικιακή επέκταση, ενώ άλλοι όπως ο Φρίντριχ Χίλσερ ήταν πραγματικοί αντιιμπεριαλιστές και καλούσαν για μια ειλικρινή -και όχι γεωπολιτικά οπορτουνιστική α λα Χίτλερ- σύμπραξη των Γερμανών εθνικιστών με τα καταπιεζόμενα έθνη των αποικιών και τα κινήματά τους. Αυτές οι διαφορές και οι ποικιλίες σε τόσο βασικά ζητήματα δείχνουν ότι η Συντηρητική Επανάσταση ήταν ένα ετερόκλητο ρεύμα, κάτι που την απέτρεπε από το να δημιουργήσει κάποιου είδους κίνημα στην πράξη.

Στη συνέχεια της ζωής του, ο Μόλερ προσπάθησε να παίξει το ρόλο του γεφυροποιού μεταξύ των δύο μεγαλύτερων ευρωπαϊκών κινημάτων της λεγόμενης Νέας Δεξιάς: της γαλλικής Nouvelle Droite και της γερμανικής Neue Rechte. Μετέφρασε ο ίδιος τη "Συντηρητική Επανάσταση" στα γαλλικά για να κάνει τους διανοητές της γνωστούς στο γαλλικό κοινό, ενώ ταυτόχρονα συνέγραψε για το γερμανικό κοινό τα έργα "Η Γαλλική Δεξιά" (1958) και "Η Πέμπτη Δημοκρατία" (1963). Με αυτό τον τρόπο προσπάθησε να κάνει τις γερμανικές συντηρητικές ιδέες γνωστές στους Γάλλους, και τις γαλλικές συντηρητικές ιδέες γνωστές στους Γερμανούς. Αυτό ήταν ένα έργο που κάποτε, πάνω από έναν αιώνα πριν τον Μόλερ, είχε επιτελέσει ο Χάινριχ Χάινε, όταν στη δεκαετία του 1830 έγραφε τη "Ρομαντική Σχολή" στα γαλλικά για να εξοικειώσει τους Γάλλους αναγνώστες με τον γερμανικό ρομαντισμό και τη "Λουτετία" στα γερμανικά για να εξοικειώσει τους Γερμανούς αναγνώστες με το γαλλικό φιλελευθερισμό. Το 1967 ο Μόλερ βραβεύεται με το Βραβείο Αντενάουερ του Ιδρύματος Deutschland του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, κάτι που σήμαινε ότι η συστημική γερμανική δεξιά αναγνώριζε τις προσπάθειές του να φτιάξει μια "αποναζιστικοποιημένη" γερμανική δεξιά παράδοση. Τις επόμενες δύο δεκαετίες ο Μόλερ ήρθε σε επαφή με το συστημικό δεξιό κόμμα των Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας και υπήρξε για ένα διάστημα λογογράφος του ηγέτη του κόμματος, Φραντς Γιόζεφ Στράους.

Ο Άρμιν Μόλερ πέθανε το 2003. Το βιβλίο του επανεκδόθηκε άλλες έξι φορές και αποτελεί μέχρι σήμερα το αρτιότερο έργο που γράφτηκε ποτέ για τη Συντηρητική Επανάσταση, κάτι που αναγνωρίζουν ακαδημαϊκοί όλων των αποχρώσεων και οι πιο ορκισμένοι ιδεολογικοί του αντίπαλοι. Στο τέλος της ζωής του δήλωσε ότι δεν έπαψε ποτέ να είναι οπαδός του ιταλικού και ισπανικού φασισμού, όχι όμως του γερμανικού ναζισμού. Επίσης παραδέχτηκε ότι η σύνδεση της Συντηρητικής Επανάστασης με τον ναζισμό είναι πολύ μεγαλύτερη και ότι στο βιβλίο του αποσιώπησε συνειδητά πολλά κοινά τους στοιχεία με σκοπό να περισώσει τη Συντηρητική Επανάσταση στον μεταπολεμικό κόσμο και να την κάνει πυξίδα μιας νέας δεξιάς ιδεολογίας. Παρ' όλα αυτά, το βιβλίο δεν χάνει την αξία του, είναι επιστημονικά άρτιο και προσφέρει στον αναγνώστη τον καλύτερο τρόπο εξοικείωσης με τη σκέψη μερικών από τους μεγαλύτερους Γερμανούς διανοητές του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για να επικοινωνήσετε άμεσα με την συντακτική ομάδα μας καθώς και για συνεργασία στην αρθρογραφία, νέες κυκλοφορίες βιβλίων και περιοδικών, ενημέρωση σχετικά με νέα ιστολόγια, απορίες, διαφωνίες, μουσικά νέα ή labels, ομιλίες και εκδηλώσεις, προτάσεις στην ηλεκτρονική μας διεύθυνση: blackmilitiagr@gmail.com

Η συντακτική ομάδα δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή.

Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.

Ο κάθε αναγνώστης μπορεί να εντοπίζει τη θεματική περιοχή που τον ενδιαφέρει από το πλαίσιο δεξιά του ιστολογίου που αναγράφονται στο μενού αρχειοθέτησης ιστολογίου.

Οι διαχειριστές δεν πρόκειται να απαντήσουν σε υβριστικά ή προβοκατόρικα σχόλια ή σε ερωτήσεις που οι απαντήσεις δόθηκαν ή θα δοθούν σε άρθρα της.

Απαντήσεις θα υπάρξουν μόνο αν κριθεί απαραίτητο αναλόγως την περίπτωση και σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας στην ενότητα «Μια υπενθύμιση προς τους αναγνώστες» που θα πρέπει να διαβαστεί ΠΡΩΤΑ πριν υπάρξει επικοινωνία.

Τα σχόλια που θα είναι άσχετα με την κύρια ανάρτηση θα διαγράφονται πλην εξαιρέσεων.

Σχόλια που θα προσπαθούν να δώσουν πληροφορίες σε ιδεολογικούς εχθρούς και στο ανθελληνικό κράτος θα διαγράφονται επίσης.

Σχόλια που θα είναι σε ευγενικά πλαίσια ακόμη και αυτά με αυστηρή κριτική προς την συντακτική ομάδα ή άλλες αυτόνομες και ανένταχτες ομάδες και πολιτικές κινήσεις θα εγκρίνονται αν αυτά συνεισφέρουν στην ενδυνάμωση της κινηματικής δυναμικής.

Τα σχόλια σας να είναι MONO σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή.

Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια ΔΕΝ δημοσιεύονται.

Επειδή ΔΕΝ υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται.

Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish). Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.

Το σχόλιο σας θα δημοσιευθεί, μετά από έγκριση των διαχειριστών. Υβριστικά, ειρωνικά, συκοφαντικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή ΔΕΝ θα δημοσιεύονται.

Οι αναρτήσεις δεν είναι απαραίτητο να εκπροσωπούν το σύνολο της συντακτικής ομάδας.

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των άρθρων με μόνη προϋπόθεση να υπάρχει αναφορά στην πηγή.