Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΑΠΩΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΑΠΩΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Kamikaze: από το το βιβλίο του μακαρίτη Δημήτρη Σούτζου "Εθνικιστικά κείμενα και πατριωτικοί στίχοι μισού αιώνα", "ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ", 1989.

 


Μεταφορά: Κώστας Τάταρης

Γλυκά ας ηχήσει τώρα ακόμα ένα χάϊ- κάϊ.

Κι ελάτε γκέισες τρελά ν' αγκαλιαστούμε.

Είναι η στερνή τούτη νυχτιά του Σαμουράι.

Οι ώρες γρήγορα κυλήσαν κι ας βιαστούμε.

Στο Φούζι- Γιάμα νάτος ο ήλιος πια χαράζει.

Της Ηδονής την πλάνα μέθη πια ας χωριστούμε.

Σε λίγην ώρα ξεκινούν τα καμικάζι...

Φρεσκολουσμένα στης αυγής την ηλιαχτίδα.

Φωνή αδυσώπητη το δρόμο τους προστάζει!

Ο Θάνατος μας είναι η μόνη μας ελπίδα.

"Παντοζάι Ντιπόν" (ψηλά οι Πρόγονοί  μας θωρούνε)

Για το Μικάδο μας Εμπρός ! Για την Πατρίδα !     

Καινούργιοι πρόγονοι σε λίγο θα φανούνε

όταν με τέλος τιμημένο θε να κλείσει

αυτή η ζωή μας κι όταν "Ήρωες" μας πούνε.

Όταν καθένας μας με λύσσα θα χιμήξει

κάτω στις θάλασσες εκεί τις αφρισμένες

με ορμή τ' ατσάλινα τα κάστρα να γκρεμίσει.

Και με τις στάχτες μας , μετά, τις τιμημένες,

αν μεσ΄ τα κύματα τον τάφο μας δε βρούμε.

Γάμους θα κάνουνε Ιερούς, αγνές παρθένες.

Φέρτε κλωνάρια κερασιάς...σάκε να πιούμε

και το στερνό μας ας τ' ακούσουμε χάϊ- κάϊ

τέλειωσε η νύχτα...κι άλλη νύχτα δεν θα ζούμε.     

(Υπέροχο ποίημα από άγνωστο Σαμουράϊ πριν από τη τελευταία πτήση...)

Γεώργιος Σαγιάς: 500 χαϊκού - Ιαπωνική Ποίηση

 

"Θαμμένοι καρποί

της φύσης ετοιμάζουν

επανάσταση".

Ο Γιώργος Σαγιάς είναι παιδαγωγός με μεταπτυχιακό στη θεολογία. Έχει εκδώσει έως τώρα εννέα βιβλία (μεταξύ άλλων και ποίηση, γελοιογραφίες, επιστημονικό πόνημα που αφορά στην 9η Τέχνη, πολιτική διακήρυξη κ.ά.), ενώ έχουν μελοποιηθεί κάποια ποιήματά του (όπως το "Μολών Λαβέ" και το "Γεια σου Γεώργιε Καραϊσκάκη) και είναι επικεφαλής του Κέντρου Μελετών και Προώθησης Εθνικών Ιδεών Φ (Κέντρο Φ).

Το όγδοο βιβλίο του με τίτλο "Ομότροπον" ήταν ποιητική συλλογή σε ρυθμό ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο. Όμως στο πιο πρόσφατο βιβλίο του έκανε ένα ιδιαίτερο ποιητικό τόλμημα: να γράψει ιαπωνική ποίηση και πιο συγκεκριμένα "χαϊκού".

Όπως γράφει και στην Εισαγωγή της συλλογής "500 Χαϊκού", "Τα χαϊκού είναι επιγραμματικά ποιήματα που γράφονται βάσει μιας ποιητικής φόρμας τριών μικρών ομάδων συλλαβών στίχων με ενιαίο συγκεκριμένο νόημα και αναπτύσσονται σε τρεις στίχους ή σε έναν με εσωτερικά κενά. 

Πρωτοδημιουργήθηκαν στην Ιαπωνία πριν από μερικούς αιώνες (τον 14ο μ.Χ. αιώνα ή -κατ' άλλους μελετητές- τον 15ο - 16ο αιώνα), πήραν την τελική τους μορφή τον 17ο αιώνα και με τον ίδιο τρόπο γράφονται έως σήμερα, με επεκτάσεις των σημείων αναφοράς τους τα τελευταία χρόνια".

Ίσως είναι το συντομότερο είδος ποίησης παγκοσμίως, έχουν χαρακτήρα εποχικό, αναφέρονται σε φυσικά στοιχεία και στηρίζονται σε μια φορτισμένη συναισθηματικά λέξη. Εδώ και κάποιες δεκαετίες, εντοπίζονται διαφοροποιήσεις στο περιεχόμενο και στην κλασική θεματολογία τους, στοιχείο που επιτρέπει νοηματικές επεκτάσεις, πάντα όμως βασιζόμενες σε μια λέξη σύμβολο. Οι δημιουργοί τους, επιχειρούν να "ακινητοποιήσουν" την στιγμή, η οποία πρέπει να "αποκρυσταλλωθεί", να ολοκληρωθεί μέσα σε μόνο 17 συλλαβές, οι οποίες χωρίζονται σε 5+7+5 συλλαβές. 

Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η στιγμή που έφυγε, διεσώθη μέσω τού χαϊκού. Έτι περαιτέρω, μέσα σε 17 συλλαβές, περικλείονται δυνητικώς -μεταξύ άλλων- κοσμοθέαση, ιδεολογία, φιλοσοφική θεώρηση και ψυχισμός, τα οποία πρέπει να καταστεί εφικτό να "χωρέσουν" σε ένα χαϊκού. Ας σημειωθεί πως ενώ φαίνονται απλά, η δημιουργία ενός καλού χαϊκού είναι αρκετά απαιτητική διότι πρέπει με απλότητα γραφής να δοθεί συμπυκνωμένο το μήνυμα και συγχρόνως να παρασχεθεί η δυνατότητα νοητικής επεκτάσεως. 

Μάλιστα, ο ποιητής κάνει αναφορά σε κοινό στοιχείο χαϊκού και ελληνικής επιγραμματικής ποίησης, δηλαδή στην εν συντομία και μέσω στίχων αναφορά σε στιγμές, οι οποίες σώζονται (και) χάρη στην ποίηση, λειτουργούν ως κιβωτός στους αιώνες και εδράζονται σε κοσμοθέαση και φιλοσοφία ζωής (π.χ. "Ώ ξειν αγγέλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι" / Σιμωνίδης ο Κείος). 

Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Γιώργος Σαγιάς, "Η επιγραμματική ποίηση μπορεί λοιπόν να θεωρηθεί κοινό σημείο αναφοράς και γέφυρα αλληλοκατανόησης. Αυτή τη γέφυρα, μπορεί ο Έλληνας ποιητής να την βαδίσει ασφαλώς έχοντας μέσα του τον Όμηρο, την Σαπφώ, τον Αλκαίο, μόνιμη υποστήριξη την ελληνική ποιητική ταυτότητα και αυτοσυνειδησία, αστείρευτο εφόδιο την παράδοσή του...". 

Αυτή τη γέφυρα την βάδισε παλαιότερα και ένας από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς της Ιαπωνίας, ο Γιάκουμο Κοϊζούμι (το οποίο είναι το ιαπωνικό όνομα τού Λευκάδιου Πατρίκιου Χερν, ελληνοϊρλανδού, το γένος τής μητρός Κασιμάτη, ο οποίος γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1850 και απεβίωσε στο Τόκιο το 1904).

Η συγκεκριμένη συλλογή, χωρίζεται σε έξι ενότητες: Φύση/Εποχές, Αγάπη/Έρωτας, Ζωή-Θάνατος/Ειρήνη-Πόλεμος, Συναισθήματα, Καταστάσεις, Ιαπωνία. Μια προσεκτική ματιά μπορεί να εντοπίσει βάσεις πάνω στις οποίες εδράζεται η -για πολλά έτη- δημιουργία αυτής της συλλογής χαϊκού από τον δημιουργό τους. 

Ο ηρωικός τρόπος ζωής, η τιμή και η αξιοπρέπεια, η δύναμη της θέλησης, η έννοια της φιλοπατρίας, η κατακραυγή για τον προδότη, ο σεβασμός για τον μόχθο τού λαού, η αγάπη για την φύση, ο σεβασμός στα ζώα, η παράδοση ως ρίζα που οδηγεί σε πρόοδο αλλά κι ο έρωτας, αυτή καθ' αυτή η ζωή, είναι κάποια θεμέλια πάνω στα οποία στηρίζεται η αποτύπωση στιγμών. 

Ας δούμε κάποια από αυτά τα χαϊκού, αφού τονιστεί ότι καθ' ένα από αυτά διαβάζεται ξεχωριστά. Θα μπορούσε μάλιστα να ειπωθεί πως ένα την φορά ίσως είναι αρκετό ή, πως, ξαναδιαβάζοντάς τα, είναι δυνατόν να τύχουν ξεχωριστής νοητικής επεκτάσεως. Ή απλά αυτή να ήταν μια στιγμή, με άλλα λόγια το μεγαλείο τής απλότητας.

Διαβάζουμε κάποια από αυτά:

"Ο σαμουράι

ρίζα μαζί και καρπός

θαμμένος γεννά."

"Παλιός ο τρόπος

κάθε νέου μπουσίντο*

που σπέρνει τιμή."

(*μπουσίντο: χαρακίρι, άγραφος κώδικας τιμής, τρόπος να πεθάνει κάποιος για να μην ατιμαστεί).

"Μεγάλα δέντρα•

χυμούν οι απόγονοι

απ' τα κλαδιά τους."

"Στολή προγόνων

φόρεσα στη γιορτή μου

κι ένιωσα θεριό."

"Μεγάλοι ίσκιοι

στη μάχη συντροφεύουν

τους πολεμιστές."

"Άνθος κερασιάς

βλέπω στο ριζικό σου

τον σαμουράι*."

(*σαμουράι: τίτλος ευγενούς, άφοβου και βίαιου πολεμιστή). 

"Ρητινοφόρο,

όσο πιο πολλές πληγές

τόσο μας κερνάς."

"Η φύση ξέρει

πως σκοτώνεται όποιος

την τραυματίζει."

"Γεμάτος σέβας

κοιτώντας το παρελθόν

βλέπω το μέλλον."

"Παιδί ορφανό

που ζηλεύεις τον αϊτό

να γίνεις αϊτός."

"Πάντα σιωπούνε

οι νεκροί του πολέμου,

όμως φωνάζουν!"

"Λευκή σημαία•

ηρώων γεννήματα

δε σας ταιριάζει."

"Κάλλιο να έχεις

ένα φίδι σύντροφο

παρά προδότη."

"Λείπουν στρατιώτες•

μπόλιασαν βουνοκορφές

ιδρώτα κι αίμα."

"Καθώς θερίζουν

πισωγυρνά προδότης•

θα τον θερίσουν."

"Για σκέψου λοιπόν:

ο δειλός απέθανε

πριν να πεθάνει."

"Τα μηνύματα

της ελπίδας υπάρχουν,

αρκεί να πράξεις".

"Σε κάθε δύση

κάθε που πέφτεις σήκω•

μάθ' απ' τον ήλιο."

"Γλυκοκερασιά!

Πόση βροχή και λάσπη

ως να καρπίσεις."

"Φύτρωσε άνθος

όσες μπόρες και λάσπη

κι αν χρειάστηκαν".

Τα χαϊκού είναι τρόπος που η στιγμή γίνεται αιώνια. Ποίηση με λέξεις σύμβολα "κλειδιά", ενίοτε μεστή μηνυμάτων, είναι γραφή για όσους δεν θέλουν να προσπεράσουν με μια γρήγορη και τυπική ανάγνωση ένα φαινομενικά απλό χαϊκού, αλλά θέλουν να αφεθούν σε κάτι διαφορετικό, διότι, όπως έλεγε ο Επίχαρμος ο Κώος, "νους ορά και νους ακούει". Εάν ο νους του αναγνώστη κάτι βλέπει ή κάτι ακούει, τότε το ποίημα κάτι έχει πει σ' αυτόν.

Σε μια εποχή σήψης και παρακμής, η ποίηση είναι ένα ακόμη βέλος στην φαρέτρα τού σύγχρονου εθνικού και κοινωνικού αγωνιστή. Τρυπώνει σε καταγώγια και σε σαλόνια, σε βιβλιοθήκες φτωχών και πλούσιων και επιτίθεται σε κοιμισμένες συνειδήσεις, αφυπνίζει τους εν υπνώσει τελούντες, σιγοψιθυρίζει στο σούρουπο αλλά και κραυγάζει στο λυκόφως και ρίχνει φάος στα σκοτάδια. Στέλνει μήνυμα βελτιοδοξίας και έγερσης:

"Η τελευταία

πριν τη δύση ηλιαχτίδα

μού 'δωσ' ελπίδα."

"Πολέμα γερά•

κυρίως τους φόβους σου,

αυτούς πολέμα."

118 σελίδες τής ποιητικής συλλογής "500 χαϊκού" του Γιώργου Σαγιά από τις εκδόσεις του περιοδικού Ενδοχώρα σε καλούν να κάνεις την ποίηση ζωή και την ζωή ποίηση.

"Νέα ευωδιά

παλιάς τριανταφυλλιάς•

δες τα μπουμπούκια!"

Να βαδίσουμε τον δύσβατο ανηφορικό δρόμο και να χορέψουμε νικητές κατακτώντας κορυφές. Είναι θέμα χρέους. Είναι θέμα τιμής. Είναι θέμα ύπαρξης!

Σ. Παπαδάς

Onna - musha (女武者) (https://pezetairos.blogspot.com/)


Στην προ-μοντέρνα Ιαπωνία, υπήρχε μια ομάδα πολεμιστών σαμουράι με απίστευτες νοητικές και σωματικές ικανότητες. Οι Onna-musha, ή Onna-bugeisha, ήταν μια εντυπωσιακή ομάδα γυναικών πολεμιστών που ήταν εξίσου ισχυρές και θανατηφόρες με τους άνδρες ομολόγους τους.  

Παρόλα αυτά, οι Onna-musha και οι απίστευτες ιστορίες τους δεν είναι πολύ γνωστές σήμερα. Η λέξη «Onna-bugeisha» μεταφράζεται  σε «γυναίκα πολεμίστρια».  Αυτές οι γυναίκες ήταν εξίσου επιδέξιες στη μάχη με τους άνδρες ομολόγους τους.  

Αυτή η τάξη πολεμιστών δημιουργήθηκε γύρω από την εποχή της αυτοκράτειρας Jingu, μιας θρυλικής Ιαπωνικής αυτοκράτειρας που κυβέρνησε ως αντιβασιλέας μετά το θάνατο του συζύγου της το 200 μ.Χ. 

για περισσότερα στον σύνδεσμο εδώ ...

Captain Harlock, μια ρομαντική εικόνα των Εθνικοεπαναστατών



του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου

‘Ηταν αρχές δεκαετίας του '80 όταν εμφανίστηκε σε κάποια ευρωπαϊκά κανάλια ένα κινούμενο σχέδιο, ο Captain Harlock  του οποίου «το κρανίο είναι μια σημαία που σημαίνει ελευθερία». Ο καπετάνιος Χάρλοκ και το αστροπλοίο του «Αρκάντια», ο εμβληματικός διαστημικός πειρατής που δημιουργήθηκε το 1977 από τον δάσκαλο Matsumoto, απέκτησε και κάποιον ιδιαίτερο συμβολισμό για τον χώρο του ριζοσπαστικού εθνικισμού. Ακριβώς, αυτό που θα γινόταν ο πιο διάσημος και αγαπημένος χαρακτήρας του Ματσουμότο έγινε σύντομα σύμβολο για τουλάχιστον τρεις γενιές των λεγόμενων ριζοσπαστών «δεξιών» ακτιβιστών.

Το πλήρωμα του, αυτό των ελεύθερων ανδρών που αντιμετωπίζονται σαν εγκληματίες στην πατρίδα τους αλλά  και εξακολουθούν να αποφασίζουν να πολεμήσουν για αυτήν  και να της φέρουν τη δικαιοσύνη, ενάντια σε  μια διεφθαρμένη κυβέρνηση που διευθύνεται από γλοιώδεις γραφειοκράτες που έχουν καταστείλει  και ναρκώσει τους ανθρώπους της με τηλεοπτικές εκπομπές, ενώ επιτρέπουν την ξένη εισβολή προκειμένου να διασφαλιστεί η εκλογική επιτυχία.

Και έπειτα ο αγώνας των τελευταίων ελεύθερων λαών ενάντια σε μια κυριαρχία που θέλει να ισοπεδώσει και να υποδουλώσει τον γαλαξία. Είναι όλα τα στοιχεία που θυμίζουν στενά τις καθημερινές μάχες μιας συγκεκριμένης νεολαίας με μια συγκεκριμένη Ιδέα και που έκαναν τις καρδιές να χτυπήσουν δυνατά όλων  εκείνων που για χρόνια είχαν αναγκαστεί να παραμείνουν εγκλωβισμένοι μέσα σε μια εικονογραφία νεράιδων, ξωτικών και μάγων για να ονειρευτούν  έναν κόσμο διαφορετικό από την πολύ σκοτεινή πραγματικότητα. Ακριβώς λοιπόν με τον Harlock, θα  ανανέωναν μια ολόκληρη ποπ φαντασία αποτελούμενη από δράση, ορμή για το μέλλον και μια πρόκληση ενάντια στον σύγχρονο κόσμο.

Η εικόνα του διαστημικού πειρατή είναι τόσο παρούσα στον συμβολισμό του  ριζοσπαστικού εθνικισμού που η αριστερά έχει προσπαθήσει αρκετές φορές να «αντιμετωπίσει με την κόντρα πληροφόρηση», κατηγορώντας τους … αδιάφορους φασίστες,  για παρανόηση και μυστικοποίηση της ιστορίας και των ιδεών ενός χαρακτήρα. Και έτσι είχαμε τις αναγνώσεις ενός «αναρχικού» Harlock που αγωνίζεται μόνο κάτω από την σημαία του και επομένως μόνο για τα προσωπικά του ιδανικά, αλλά που δεν έχει καμία πατρίδα, αλλά τον απέραντο έναστρο ουρανό.

Είναι κρίμα όμως; Για αυτούς που η πατρίδα του Harlock είναι πολύ ξεκάθαρη για εμάς, ότι παρά την αυλάκωση των άπειρων ουρανών ξέρει πάντα από πού προέρχεται και για ποιον να πολεμήσει, τόσο πολύ που αρνείται συχνά να μείνει αλλού, ακόμη και σε γαλαξιακούς παραδείσους , γιατί ξέρει ότι ο απώτερος στόχος του είναι να επιστρέψει στην πατρίδα του και να αγωνιστεί για τη σωτηρία της.

Κρίμα επίσης που για να πολεμήσει για την πατρίδα του επιλέγει την εξορία ακριβώς για να σώσει τη γη του, τον λαό του, την οικογένεια του και τους αγαπημένους του ανεξάρτητα από την κυβέρνηση που την οδηγεί. Κρίμα που γίνεται παράδειγμα για όλους εκείνους που για ευκολία ή κέρδος είχαν σταματήσει να πολεμούν εναντίον του ξένου εισβολέα, ίσως ακόμη και να συνεργαστούν μαζί του και να παραδοθούν στον πολιτισμό του, και που μόλις ακριβώς  αντιμετώπισαν  τον Harlock επέστρεψαν για να πολεμήσουν  ή ακόμα και να πεθάνουν  στη μάχη,  που είχαν εγκαταλείψει.

Στη συνέχεια, υπάρχει η περίφημη "σκηνή του Messerschmitt" που εμφανίζεται στην ταινία μεγάλου μήκους "The Arcadia of my Youth", στην οποία εμφανίζεται ο πρόγονος του Harlock  - ο Phantom Harlock II, Γερμανός πιλότος  με σιδερένιο σταυρό και σβάστικα - στους ουρανούς της εποχής του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Μια σκηνή που προφανώς χτύπησε τη φαντασία πολλών νέων εθνικιστών και που  η αριστερά προσπάθησε να ξαναγράψει με Οργουελιανό τρόπο.

"Ο πρόγονος του Harlock μάχεται με ένα γερμανικό αεροπλάνο μόνο επειδή είναι το μοναδικό  διαθέσιμο μέσο για να πετάξει και κάποιος αφελής φασίστας,  τον αγάπησε χωρίς λόγο" έγραψε η αριστερή φυλλάδα «Manifesto»  πριν από μερικά χρόνια. Χάθηκαν όμως στην… μετάφραση στην οποία ισχυρίστηκαν ότι έγραφε για τον Harlock " Πετάξτε μόνος " και να χρησιμοποιήσετε αυτό το αεροπλάνο γιατί ήταν "το μόνο που είχε βρει". Αυτή η μετάφραση ήταν σαφώς λανθασμένη ακόμη και με την πρώτη ματιά, καθώς στην επόμενη σκηνή ο Harlock θα  διοικούσε  μια μοίρα άλλων NS Messerschmitt.

Το αστείο με αυτό το άρθρο ήταν ότι χρησίμευσε για την κυκλοφορία της «νέας έκδοσης» της ταινίας μεγάλου μήκους, η οποία δυστυχώς μας έδωσε επίσης τη σωστή μετάφραση στην οποία ο Harlock, όταν ρωτήθηκε γιατί πέταξε ένα αεροπλάνο με ναζιστικά σύμβολα, απάντησε ξερά : «Για δικαιοσύνη και ευγνωμοσύνη στο Έθνος μου». Και τότε η φυλλάδα «Manifesto»  και διάφοροι υποστηρικτές της αναρχικής κουλτούρας σίγησαν.

Από την άλλη πλευρά, αρκεί να κοιτάξουμε τα άλλα έργα του Matsumoto για να παρατηρήσουμε ότι η τέχνη των κόμικς των Ιαπώνων, που επέζησαν σχεδόν κατά τύχη της πυρηνικής γενοκτονίας, δεν έχει μια σωστά ευθυγραμμισμένη και «πολιτικά ορθή» άποψη για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά δεν υπάρχουν μόνο αυτά τα στοιχεία που μας έχουν κάνει να αγαπάμε τον διαστημικό πειρατή του Leiji Matsumoto πέρα ​​από όλα τα  όρια. Κατά κάποιο τρόπο ο Harlock είναι το αποκορύφωμα όλων όσων αγαπάμε, καθώς και μια εξαιρετική σύνθεση μεταξύ Ευρώπης και Ιαπωνίας, του πολιτισμού τους και ότι τους έκανε υπέροχους.

Ακόμα κι αν, φυσικά, τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης έδωσαν έμφαση μόνο στο «ειρηνικό» μήνυμα του Matsumoto που κυκλοφόρησε στα τελευταία κόμικς του, όλοι ξεχνάνε πώς ο δημιουργός δήλωσε ότι είχε το bushidō ως πηγή έμπνευσης και διδασκαλίες του Miyamoto Musashi, του πιο διάσημου Σαμουράι στην ιστορία που έζησε μεταξύ του 16ου και του 17ου αιώνα.

Και ότι εάν ο πόλεμος είναι τρομερός επειδή προτιμάται από όλους η αρμονία, είναι καθήκον όλων να αγωνίζονται μέχρι το τέλος, να σηκωθούν από κάθε πτώση, να διδάξουν την πίστη στους νέους και ότι «δεν πρέπει να ντρέπονται να ρίχνουν δάκρυα, αφού το μόνο πράγμα που πρέπει να ντρέπεται κάποιος είναι να παραδοθεί», καθώς όλοι οι χαρακτήρες του δείχνουν ποιος, ονειρεύεται την ειρήνη και πολεμά ακόμη και μέχρι θανάτου όταν είναι απαραίτητο.

Όμως, όπως είπαμε στον Harlock, υπάρχει επίσης πολλή ευρωπαϊκή ψυχή και πνεύμα. Ο Matsumoto έχει πει επανειλημμένα ότι αγαπά τον πολιτισμό της Ευρώπης και επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από αυτόν. Εκτός από την ταινία λατρείας του που τον χαρακτήρισε τόσο πολύ ως αγόρι, η  «Marianne de ma jeunesse»  που από εκεί εμπνεύστηκε το όνομα «Αρκαδία της Νεότητας μου», η οποία έδωσε στους Harlocks την γερμανική πατρίδα του Heiligenstadt και που έδωσε ένα αποτύπωμα σε όλους τους γυναικείους χαρακτήρες του κόμικ, σχεδιασμένο με την ομοιότητα της όμορφης ηθοποιού Marianne Hold, δεν μπορεί κανείς να παραλείψει να παρατηρήσει την επιρροή του Βαγκνερικού πνεύματος  σε ολόκληρο το κοσμικό έπος του διαστημικού πειρατή. Εκτός από το έπος του δακτυλίου του Nibelungs, όπου είναι εμφανείς οι αναφορές στην τετραλογία, βλέπουμε  το μονοκιάλι  του Harlock, με ένα κοράκι στον ώμο του, που συμβουλεύτηκε από μια αιθέρια πνευματική γυναίκα που πετάει στους ουρανούς, εκεί που πραγματοποιεί  το «άγριο κυνήγι» της, δεν μπορεί  παρά να μας θυμίσει τον Πατέρα των Θεών του Άσγκαρντ.

Αλλά  και η επιρροή της κλασικής κουλτούρας είναι επίσης εμφανής, τόσο  στο όνομα του πλοίου του Harlock, το Arcadia, μέχρι την αποστολή να φέρει την Ιερή Φωτιά πίσω στο σπίτι, στις Ρίζες του, να ανοικοδομήσει τον Πολιτισμό όπως συμβαίνει στο φινάλε του Battleship Yamato 2199 (άλλο έργο του Matsumoto). Εκεί βλέπουμε ότι η  ζωντανή μνήμη όλων των μελών του πληρώματος που έπεσαν στη μάχη θα μνημονευτεί με το άναμμα της  φωτιάς, και η σύνδεση με τις τελετές στην Αρχαία Ελλάδα.

Και μετά ο πόλεμος εναντίον των Mazoniane και των Noo ως μάχη ενάντια στα δικά του χαμηλά συναισθηματικά ένστικτα, για να αντέξει σε μια ηρωική ζωή και την θυσία των πολλών «δευτερευόντων» χαρακτήρων της ιστορίας, η διαστημική κηδεία  κάποιου πολεμιστή, η ποιητική φιγούρα του Tochiro Oyama που πολεμά με τους δαίμονες του και θέλει να ξεπεράσει τον εαυτό του πηγαίνοντας πιο πέρα στο άπειρο!

Η σειρά Harlock είναι κυριολεκτικά κορεσμένη με σκηνές, λέξεις, εικόνες, σύμβολα, πράξεις που, ακόμη και αν δεν είναι ορθολογικά κατανοητές, μετακινούν τις καρδιές ορισμένων νέων και αιώνια νέων, συντονίζοντας τις με τις προγονικές συχνότητες του Μύθου, της Παράδοσης και του Ηρωισμού. Λίγους μήνες πριν από την μετάδοση του πρώτου επεισοδίου στην Ιταλία (ήταν από τις πρώτες χώρες στην Ευρώπη που παίχτηκε το 1980), ο τότε κομμουνιστής βουλευτής της Ριζοσπαστικής Αριστεράς ο Silverio Corvisieri, επιτέθηκε εναντίον της εισαγωγής ιαπωνικών κινούμενων σχεδίων, ξεκινώντας από τις σελίδες της Repubblica, ένα ανάθεμα ενάντια στον κίνδυνο των μηνυμάτων σε ιαπωνικά έργα όπως ο «ηρωισμός του πολεμιστή». «Το όργιο της εκμηδενιστικής βίας, η λατρεία της αποστολής του μεγάλου μαχητή, η θρησκεία των ηλεκτρονικών μηχανών, η σπλαχνική απόρριψη των διαφορετικών, γιορτάζεται με μεγάλη θεαματική αποτελεσματικότητα», συνέχιζε να γράφει ο αριστερός βουλευτής ... 

Λίγο αργότερα, κάποιος άλλος ακροδεξιούλης - δεν θα έλειπαν και αυτοί άλλωστε -  χαρακτήρισε τις σκηνές ως επικίνδυνες και αντιδημοκρατικές. Μέχρι τώρα 40 χρόνια αργότερα, ο Captain Harlock μπορεί να κερδίζει μια ακόμη νίκη επί της ατράκτου του Messerschmitt του προγόνου του, έχοντας εκπληρώσει τους εφιάλτες των λογοκριτών του τοπικού Σαλαφισμού.

Ημέρα μνήμης για τον Ιάπωνα Φασιστή Yukio Mishima: αναζητώντας τον Νίτσε

Γύρω στο τέλος του Β’ ΠΠ, ένα ντροπαλό, προικισμένο 19χρονο αγόρι, με μια  φουρτουνιασμένη ψυχή, γεμάτη συγκρούσεις, ανακάλυψε ένα βιβλίο με τον τίτλο “Η γένεση της Τραγωδίας”. Αυτό έμελλε να είναι  για την ζωή του  μια στιγμή απελευθέρωσης και φωτίσματος που ποτέ δε θα ξεχνούσε.

Η Νιτσεϊκή έννοια του Διονυσιακού ως μιας παντεποπτικής, πρωτόγονης δύναμης απ’ την οποία όλοι αναδυόμαστε και στην οποία όλοι τελικά επιστρέφουμε, θα γινόταν μια τεράστια πηγή παρηγοριάς και έμπνευσης για έναν οδυνηρά εσωστρεφή και απομονωμένο νέο. Το όνομα αυτού του νεαρού ήταν Κιμιτάκε Χιραόκα (公威平岡), στην ηλικία, όμως, των 16 ετών, το 1941 πρωτοδημοσίευσε ένα έργο του με το ψευδώνυμο Γιούκιο Μίσιμα (由紀夫三島).

Όσο χειροτέρευε η κατάσταση λόγω του πολέμου, η ιδέα πως όλη η φουρτούνα και η φρενίτιδα στον κόσμο μέσα του και εκτός μπορούσαν να δαμαστούν ώστε να φτιάξουν αιθέριες  Απολλώνιες οπτασίες μιας συγκεκριμένης τέχνης χάρισε στο νου του Μίσιμα μια αίσθηση υπέρβασης που εν τέλη στάθηκε στον πυρήνα της ίδιας της ζωής του αλλά και της δημιουργίας του για πάντα.

“Ο δεσμός του Μίσιμα με τον Νίτσε”, περιγράφει ο πατέρας του μετά τον θάνατό του, “υπήρξε ιδιαίτερα φορτισμένος”. Μια εβδομάδα πριν τον φυσικό, σχεδιασμένο θάνατό του στην ηλικία των 45 το 1970 – την τελική επιστροφή του στην ζωοβόρα πυρά του Διονυσιακού Χάους - ο Μίσιμα σε μια συνέντευξή του μίλησε για την ισόβια επιρροή που άσκησε στην φαντασία του η “Γένεση της Τραγωδίας” και ο “Ζαρατούστρα”. Μετά την τελετουργική του αυτοκτονία, η μητέρα του άφησε ένα βιβλίο του Νίτσε πάνω στον τάφο του για να μπορεί να διαβάζει στην αιωνιότητα.

Ο Μίσιμα δεν έγραφε ή μίλαγε απλά στην γλώσσα του Νίτσε, αλλά υπήρξε, με την πιο καθαρή έννοια της λέξης αυτής, ο “Υπεράνθρωπος”, ένα πρόσωπο συνεχών μεταλλάξεων (“ubergehen”). Ο Μίσιμα ζούσε και ανέπνεε με τον Νίτσε. Με απόλυτα την δύναμη της θέλησης, μετέτρεψε το φιλάσθενο, αδύνατο κορμί του σε μια δική του δημιουργία κάλλους: μυώδη και εύρωστη. Πεπεισμένος πως κατοικούσε σε μια σπηλιά, βημάτισε προς το φως του Ήλιου, απ’ το οποίο λουζόταν καθημερινά ως μέρος των τελετών του. Αρνούμενος να δεχτεί οποιοδήποτε εμπόδιο που στεκόταν στο δρόμο του, έγινε σταρ του σινεμά, φωτογραφική περσόνα, σεναριογράφος και σκηνοθέτης, κοσμοταξιδευτής, στρατηγός του δικού του στρατού. Έγραψε πάνω σε μια τεράστια ποικιλία στυλ, από έργα Καμπούκι μέχρι διηγήματα sci-fi. Σχεδόν όλα δεμένα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με τον Νίτσε.

Όταν ο Μίσιμα αποφάσισε να γυρίσει τον κόσμο για πρώτη φορά, το 1951, διάλεξε ειδικά να ταξιδέψει στην Ελλάδα για να σταθεί πάνω στα ερείπια του θεάτρου του Διονύσου στην Αθήνα. Όταν δέχτηκε να φωτογραφηθεί στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ακόμα συζητιέται το ότι κράταγε ένα σφυρί δίπλα στο κεφάλι του, κάνοντας έτσι την αναφορά του στην πρόταση του Νίτσε περί του φιλοσοφώντας με ένα σφυρί.

Όμως,  ίσως με πιο ενδεικτικό τρόπο, όταν ο Μίσιμα τελικά σχεδίασε το δικό του σπίτι - μια παράταιρη ιταλο-σπανιόλικη δημιουργία μέσα στο σύγχρονο Τόκυο - έστησε στο μέσον του μικρού του κήπου ένα άγαλμα του Απόλλωνα.

Εδώ ήταν που έπαιρνε γύρω στο μεσημέρι το πρωινό του και δεχόταν το φως του Ήλιου. Η Απολλώνια οπτασία βρίσκονταν στο κέντρο του κόσμου της δημιουργίας του Μίσιμα και όλα στη ζωή του γύριζαν γύρω απ’ αυτήν.

Άραγε πώς θα ήταν, εκείνο το ύστατο πρωϊνό όταν αποχαιρετούσε για τελευταία φορά εκείνο το άγαλμα, σημαίνοντας  ένα τέλος για τα οράματα της τέχνης και τα όνειρα περί ομορφιάς.

Κάπου μέσα στην Δίνη του Διονυσιακού, ο Νίτσε και ο Μίσιμα πρέπει ακόμη και τώρα να ανταλλάσσουν σημειώσεις.

Damian Flanagan                                                       

Διαδικτυακή έκδοση της εφημερίδας The Mainichi

Μετάφραση: Ασφάλιος

『忘れてはならない歴史がある』Don't let the history fade away 英霊顕彰プロジェクト

Richard Wagner & Yukio Mishima


Μετάφραση - Απόδοση: Τίσις


ΟΙ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ «ΤΡΙΣΤΑΝΟΣ & ΙΖΟΛΔΗ» ΚΑΙ ΤΟΥ «ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΣ»

Θα επιχειρήσω μια σύγκριση μεταξύ του «Τριστάνος & Ιζόλδη» του Βάγκνερ και του «Πατριωτισμός» του Μισίμα. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να εξηγήσω την πλοκή του «Πατριωτισμού» στους παρευρισκόμενους. Ο Μισίμα μετέφερε το βιβλίο του στην μεγάλη οθόνη με το ίδιο όνομα, πρωταγωνίστησε ο ίδιος και χρησιμοποίησε ως μουσική επένδυση της ταινίας την όπερα του Βάγκνερ «Τριστάνος & Ιζόλδη». Αν και τούτη η παρατήρηση κάθε άλλο παρά πρωτότυπη είναι, αυτή η ίδια η επιλογή του Μισίμα προς το συγκεκριμένο έργο του Βάγκνερ δεν δείχνει ότι υπάρχει κάτι κοινό ή όμοιο μεταξύ των δύο έργων;




Αυτά τα δύο σπουδαία έργα, το «Τριστάνος & Ιζόλδη» και ο «Πατριωτισμός», φέρουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά• ας ξεκινήσω με το προφανές και επιφανειακό στοιχείο: οι πρωταγωνιστές είναι όλοι όμορφοι. Στον «Πατριωτισμό», αυτό το στοιχείο τονίζεται ιδιαιτέρως.

Στην αρχή ακόμα της αφηγήσεως, λέγεται: «Περιττό να πω, ότι αυτοί που παρευρέθηκαν στην γαμήλια τελετή του υπολοχαγού Takeyama και της γυναικός του, ακόμα και αυτοί που κοίταξαν μόνο την φωτογραφία τους, δεν μπορούσαν να μην θαυμάσουν την ομορφιά της νύφης και του γαμπρού». Και καθ’ όλην την αφήγηση του μυθιστορήματος, διαβάζουμε διάφορες λεπτομερείς και εξαίσιες περιγραφές για το πώς και πόσο όμορφοι ήσαν. Η ομορφιά των δύο νεαρών πρωταγωνιστών συνιστά προϋπόθεση και του «Τριστάνος & Ιζόλδη». Η εξήγηση είναι απλή: τόσο ο Μισίμα όσο και ο Βάγκνερ είναι τελειομανείς, και γι’ αυτούς οι πρωταγωνιστές μιας ρομαντικής ιστορίας επιβάλλεται να είναι πανέμορφοι χωρίς κανένα ψεγάδι• αλλιώς η ιστορία δεν έχει νόημα. Είναι τόσο απλό.




Η ΝΥΧΤΑ ΚΑΙ Η ΠΑΡΟΡΜΗΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

Η επόμενη ομοιότητα βρίσκεται στο ότι και τα δύο έργα αφηγούνται ιστορίες της νύχτας, μιας νύχτας που μοιάζει ατελείωτη, μιας νύχτας την οποία δεν αγγίζει ποτέ η αυγή• και ίσως ούτε κάποιο φωτεινό και όμορφο σεληνόφως. Ακόμα και αν κάνει την εμφάνισή του στον ουρανό το φεγγάρι, το φως του θα είναι αμυδρό και ωχρό, μόλις που θα αχνοφαίνεται στο περιρρέον σκότος, προκαλώντας ακόμα μια πιο υποβλητική ατμόσφαιρα.

Το κεντρικό μέρος του «Πατριωτισμού» εξελίσσεται κατά την διάρκεια μιας νύχτας από την αρχή προς το τέλος της. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε ένα λεπτομερώς κατασκευασμένο σκηνικό, ώστε να αποπνέει την ατμόσφαιρα που περιγράφεται στο βιβλίο: «η νύχτα σε τούτη την συνοικία είναι τόσο ήσυχη, που ούτε κάποιος απομακρυσμένος ήχος κίνησης δεν ακούγεται».

Στο «Τριστάνος & Ιζόλδη» η σκηνή της ευδαιμονίας (2η Πράξη), διαδραματίζεται επίσης την νύχτα. Η Ιζόλδη δυσανασχετεί με το φως της μέρας και το περιγράφει με προσφωνήσεις όπως, «Αλίμονο, άκαρδε υπηρέτη!» και φράσεις όπως «ψεύτικος φωτισμός», ενώ ο Τριστάνος αναφέρει «είμαστε η θυσία στην νύχτα», και «εμείς είμαστε αυτοί που λαμβάνουμε τα βαθειά μυστικά της νύχτας», προτάσεις με τις οποίες δηλώνει ότι οι δυό τους ανήκουν στην νύχτα. Έπειτα, οι δυό τους, σε μια κατάσταση εκστάσεως, αρχίζουν να τραγουδούν δυνατά σε ντουέτο «Αλίμονο, η αιώνια νύχτα, η ευχάριστη νύχτα, η νύχτα του υψηλού και ευγενούς έρωτος».




Αλλά τι ακριβώς σημαίνει αυτό το σύμβολο της νύχτας;

Η νύχτα συμβολίζει τον θάνατο. Για να είμαι πιο ακριβής, συμβολίζει την διαδρομή από τον κόσμο των ζωντανών προς την μεταθανάτια ζωή. Η ημέρα δεν σχετίζεται με τον θάνατο, τουλάχιστον όχι με τον όμορφο κόσμο του θανάτου και την μετά θάνατον ζωή που οι πρωταγωνιστές και των δύο ιστοριών αναζητούν διακαώς. Συνεπώς, το κεντρικό μοτίβο του άσβεστου πόθου του θανάτου και της νύχτας αποτελεί την σημαντικότερη και πιο αξιοσημείωτη ομοιότητα των δύο αφηγήσεων.

Και στις δύο ιστορίες, η ενέργεια που οδηγεί στον θάνατο είναι ένα ρεύμα που ρέει σταθερώς και υπογείως. Εκπέμπει το πρόδηλο μήνυμα πως ο θάνατος είναι ο σκοπός και ότι μόνο στον θάνατο μπορούμε να βρούμε την απόλυτη ομορφιά και την ιδανική αγάπη. Επιπλέον, ο θάνατος απεικονίζεται μ’ έναν εξαιρετικά αισθησιακό τρόπο.

Στο βιβλίο του με τίτλο Self - selected Short Stories, ο Μισίμα έκανε τα εξής σχόλια στο υστερόγραφο: «οι σκηνές του έρωτα και του θανάτου, της τέλειας ενώσεως του ερωτισμού και του ενάρετου σκοπού και η αμοιβαία ενισχυτική αλληλεπίδρασή τους όπως περιγράφεται εδώ, μπορώ να πω ότι αποτέλεσαν την πρώτη και την υπέρτατη ευδαιμονία στην οποία προσέβλεπα σε όλη μου την ζωή». Με άλλα λόγια, ο θάνατος είναι η ύψιστη ευδαιμονία και ο απώτατος σκοπός. Αυτό ταιριάζει απόλυτα και με το «Τριστάνος & Ιζόλδη».

Στον «Τριστάνο», ο «θάνατος» και άλλες λέξεις με την ίδια σημασία εμφανίζονται 45 φορές. Η παρόρμηση του θανάτου σ’ αυτό το έργο είναι ένα από τα πιο έντονα στοιχεία του. Στην σκηνή όπου ο Τριστάνος και η Ιζόλδη τραγουδούν δυνατά σε ντουέτο εκστασιασμένοι «Λοιπόν πεθαίνουμε, γινόμαστε Ένα για πάντα και ποτέ δεν θα χωρίσουμε, ποτέ δεν θα ξυπνήσουμε, χωρίς φόβο και χωρίς όνομα, τυλιγμένοι στην αγάπη ανήκουμε ο ένας στον άλλον, μόνο για να ζήσουμε αγαπημένοι..» αποδεικνύεται ότι κατά το ήμισυ είχαν ήδη αναχωρήσει για τον άλλο κόσμο.

Το ίδιο συμβαίνει και στον «Πατριωτισμό». Αναμένοντας τον σύζυγό της, που δεν έχει επιστρέψει εδώ και 2 μέρες μετά το Γεγονός στις 26/2 (1), η νιόπαντρη Reiko είχε ήδη ένα προαίσθημα θανάτου και βρίσκεται σε μια ψυχική κατάσταση έκστασης. Ως εκ τούτου, αφού τελικώς ο σύζυγός της επιστρέφει και ακούει την απόφασή του να πεθάνει, λέει απλώς: «Σε παρακαλώ, άσε με να φύγω μαζί σου». Μετά από αυτό, «μεγάλη χαρά τυλίγει τις καρδιές τους, και χαμόγελα ανατέλλουν στα πρόσωπά τους». Ο σύζυγος αρχίζει να ξυρίζεται στο μπάνιο, πράξη που υπονοεί ότι «αντικρίζοντας τον επικείμενο θάνατο, είναι πλέον γεμάτος από ευχάριστη προσμονή».

Και έπειτα, «συνδέοντας τα φωτεινά, χαρούμενα και υγιή πρόσωπα με τον θάνατο, μπορούμε να πούμε ότι ενυπάρχει σ’ αυτά μια κομψότητα». Καθισμένη μπροστά στον σύζυγo της o οποίος εκτελεί την τελετή αυτοκτονίας (seppuku), η σύζυγος ντύνεται και στολίζεται προσεκτικά, «μια πράξη γι’ αυτόν τον κόσμο, που δεν θα έχει νόημα σε λίγο». Στην πραγματικότητα, κατά το ήμισυ έχει ήδη αναχωρήσει για τον άλλο κόσμο• όπως και η Ιζόλδη.

Το εμφανές κοινό στοιχείο εδώ είναι ο πόθος του θανάτου, μια ισχυρή και έντονη παρόρμηση. Μπορεί να μοιάζει αρχικά με σκοτεινή απερισκεψία, αλλά οι πρωταγωνιστές που κατέχονται από αυτήν είναι γεμάτοι από υπέρτατη ευδαιμονία, από αδάμαστη ευτυχία. Επιπλέον, αποτελεί κάθαρση, η οποία απομακρύνει κάθε φαυλότητα και ασχήμια και οδηγεί στην εξύψωση της απολύτου αγνότητος και αυθεντικότητος. Ο θάνατος και ο ερωτισμός έχουν ενωθεί αδιαχώριστα σε μια ενότητα, σε μια μοναδική ύπαρξη. Με άλλα λόγια, ο θάνατος σηματοδοτεί το αποκορύφωμα του ερωτισμού και την ολοκλήρωση της ευτυχίας.

Απόσπασμα από την ομιλία του Emi Mann Kawaguchi στο 42ο Yukoki-ki (ετήσια εκδήλωση αφιερωμένη στην μνήμη του Yukio Mishima)


Σχόλια:


1. Το Γεγονός στις 26/2: το διάσημο ανεπιτυχές πραξικόπημα που συνέβη στο Τόκυο στις 26 Φεβρουαρίου το 1936, από μια ομάδα πατριωτών κατωτέρων αξιωματικών που είχαν δυσανασχετήσει με το διεφθαρμένο πλουτοκρατικό καπιταλιστικό σύστημα και αποφάσισαν να το ρίξουν για να δημιουργήσουν μια νέα Ιαπωνία κατά το εθνικοσοσιαλιστικό πρότυπο. Ο Μισίμα εξέφρασε την συμπάθεια του προς τους πρωταγωνιστές του γεγονότος και πιθανώς να είχε απογοητευθεί βαθιά από τον Αυτοκράτορα και την άρνηση του να τους ακούσει και την απόφαση του να πατάξει τους αποστάτες στρατιώτες, οι οποίοι ήταν μόνο ενάντιοι των διεφθαρμένων πλουτοκρατών, αλλά σταθερά πιστοί στον ίδιο τον Αυτοκράτορα. Λέγεται ότι το γεγονός αυτό ενέπνευσε τον Μισίμα να γράψει το "Πατριωτισμός". 


Yukio Mishima, Yojuro Yasuda και Φασισμός (μέρος τρίτο και τελευταίο)







8. Οι ιστορικές αντιλήψεις του Yasuda και του Mishima


Οι Tsuneari Fukuda[5] και Kanji Nishio[6] έγραψαν ένα δοκίμιο για τον Yojuro Yasuda, στο οποίο εκθειάζουν τον τρόπο, με τον οποίον βοήθησε τους αναγνώστες της Περιόδου Showa, οι οποίοι ήταν εξοικειωμένοι με την Δυτική λογοτεχνία, να κατανοήσουν και να εκτιμήσουν τους Ιάπωνες κλασικούς. Ενώ ο ίδιος ο Yasuda ήταν βαθιά ενημερωμένος για τους Ιάπωνες κλασικούς ήδη από την παιδική του ηλικία, έλαβε και Δυτική μόρφωση και συνδύασε την εμπειρία του αυτήν με τον Ιαπωνικό πολιτισμό, για να σχηματίσει μία συγκεκριμένη σύνθεση.

Επιπροσθέτως, υπάρχει ένα ενδιαφέρον ανέκδοτο για τον Yasuda. Μολονότι συνήθως φορούσε δυτικά ρούχα πριν τον Πόλεμο, υιοθέτησε το κιμονό μετά τον Πόλεμο και διατήρησε αυτήν την ενδυμασία μέχρι τον θάνατό του. Αυτό δείχνει να ανταποκρίνεται στην πεποίθησή του, ότι ενώ οι Ιάπωνες έπρεπε να έχουν μάθει το Δυτικό Πνεύμα πρό του Πολέμου, μετά τον Πόλεμο όφειλαν να δώσουν προτεραιότητα στην υπεράσπιση του Ιαπωνικού πολιτισμού.

Η λογοτεχνία του Yasuda αντανακλά ακριβώς της ιστορία της Ιαπωνίας. Απεικόνιζε τον πολιτισμό της Ιαπωνίας πριν την Manyoshu[7] Περίοδο ως ένα ευθύ μονοπάτι και ισχυριζόταν σθεναρά ότι αυτός είναι ο ορθός τρόπος αντιμετωπίσεως της ιαπωνικής ιστορίας. Υπεστήριζε, επιπλέον,την προσαρμογή όχι μόνον του ευθέος μονοπατιού αλλά και των παρακαμπτηρίων αυτού, όπως πίστευε και ότι η Ιστορία του Ιαπωνικού έθνους δεν μπορεί να σταθεί, εάν τα παρακαμπτήρια μονοπάτια απλώς απορρίπτονταν χωρίς δεύτερη σκέψη. Τόσο το ευθύ μονοπάτι όσο και τα παρακαμπτήρια μονοπάτια ανήκουν στην εθνική ιστορική εμπειρία. Η στάση του Yasuda μπορεί να ιδωθεί ως μία συγκεκριμένη μορφή «εθνικής συνθέσεως».

Παρομοίως, ο Mishima ήταν γνώστης της ιστορίας και επιβεβαίωνε την Ιαπωνία ως μία «χώρα ιστορίας και παραδόσεως». Πράγματι, ενώ το έργο του «Το ολάνθιστο δάσος», πρώιμο έργο εκδοθέν το 1941, αντιμετώπιζε την ιστορία και την καταγωγή ως παράγοντες, τα μεταγενέστερα έργα επιδεικνύουν μικρότερη αντίληψη της ιστορίας. Η ιστορική άποψη του Mishima κατά κύριο λόγο επεκτείνεται στις σύγχρονες περιόδους. Όπως εκδηλώνεται στο έργο του «Η θάλασσα της γονιμότητος», η ερμηνεία του της ιστορίας αποτελεί συχνά απλώς την γέφυρα μίας γενεάς ή αρχίζει από το τέλος του σογκούν Tokugawa, που συνδέεται ριζικά με την σύγχρονη Ιαπωνία.


Από την άλλη πλευρά, ο Mishima ασκούσε κριτική στον μαρξιστικό ιστορικό υλισμό, ο οποίος είχε διαπεράσει το μεταπολεμικό ιαπωνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Ο ιστορικός υλισμός βασίζεται στον ντετερμινισμό, όπως ακριβώς και ο φιλελευθερισμός, και εξαναγκάζει τους ανθρώπους σε ένα προκαθορισμένο ιστορικό πλαίσιο. Ο Φασισμός αντιτίθεται σε αυτόν, υπό την έννοια ότι θεωρεί την ιστορία ως το αποτέλεσμα της ανθρώπινης ελευθέρας βουλήσεως, με την οποίαν ο Mishima συμφωνεί. Ο Mishima ασκεί κριτική στον ιστορικό υλισμό, επειδή πιστεύει ότι η ιστορία οφείλει να είναι όχι μία υλική αναφορά, αλλά ένα ζήτημα του «εθνικού πνεύματος».



για την συνέχεια στον σύνδεσμο εδώ ...


Yukio Mishima, Yojuro Yasuda και Φασισμός (μέρος δεύτερο)


6. Η λογοτεχνία δράσεως του Mishima

Ας προσπαθήσουμε να αναζητήσουμε τις ομοιότητες μεταξύ της λογοτεχνίας του Mishima και του Φασισμού υπό ένα λογοτεχνικό πρίσμα. Εάν χρησιμοποιήσουμε μία λέξη, για να περιγράψουμε την λογοτεχνία του Mishima, αυτή είναι λογοτεχνία της δράσεως. Τα ύστερα έργα του δείχνουν μία ιδιαιτέρως ισχυρή τάση δράσεως. Ακόμα και στα πρώιμα έργα του, οι πρωταγωνιστές είναι υπέρ της δράσεως. Υπό μία συνολική έννοια, η λογοτεχνία του Mishima είναι περισσότερο ακτιβιστική παρά διανοουμενίστικη. Αυτό είναι όμοιο με τον Φασισμό, ο οποίος εξίσου αποδίδει σπουδαιότητα στην δράση.








Ο Giovanni Gentile, ο Ιταλός φασίστας φιλόσοφος, υιοθέτησε μία Φιλοσοφία της Δράσεως. Σύμφωνα με τις θεωρίες του, η ανθρωπότητα επιτυγχάνει αυτό-συνειδητότητα και αυτό-πραγμάτωση πρωτίστως μέσω της δράσεως. Ένεκα τούτου ο Φασισμός αποκαλείται, επίσης, πολιτική της δράσεως.

Ο Μουσολίνι συχνά συγκρίνεται με τον Λένιν. Οι πολιτικές τους θεωρίες και η κομματική οργάνωσή τους είναι υποθετικά όμοιες, ο δε Μουσολίνι έβγαινε με μια γυναίκα, η οποία είχε εργασθεί ως γραμματέας του Λένιν και εξήγησε στον Μουσολίνι τον Μαρξισμό, μέσω του οποίου ασκήθηκε εμμέσως η επιρροή του Λένιν στον Μουσολίνι. Και ο Μουσολίνι και ο Λένιν θεωρούσαν ότι οι οργανώσεις των λίγων έπρεπε να καθοδηγούν τις μάζες. Διαφοροποιούνταν, όμως, μεταξύ τους θεμελιωδώς στην φύση αυτών των ελίτ. Για τον Λένιν, ήταν οι διανοούμενοι. Για τον Μουσολίνι, ήταν οι άνθρωποι της δράσεως.

Ο Μουσολίνι και ο Mishima μοιράζονται μία ηρωική αντίληψη του ανθρώπου. Οι πρωταγωνιστές των λογοτεχνικών έργων του Mishima είναι δραστήριοι ήρωες με ισχυρό χαρακτήρα. Αυτό αποτελεί, επίσης, ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του Φασισμού. Περαιτέρω, ενώ ο Μαρξισμός και ο Φιλελευθερισμός αποδίδουν μεγάλη σπουδαιότητα στις υλικές συνθήκες και ισχυρίζονται ότι οι άνθρωποι ελέγχονται από την οικονομία και από το περιβάλλον, αυτή η θεώρηση απορρίπτεται εντελώς από τον Φασισμό, ο οποίος αποδίδει μεγάλη σημασία στην ανθρώπινη βούληση, με την οποίαν μπορούμε να ελέγξουμε το περιβάλλον μας. Τούτο, επίσης, σημαίνει ότι οι άνθρωποι αποφασίζουμε οι ίδιοι για την μοίρα μας.

Ο Mishima και ο Μουσολίνι μοιράζονται, επίσης, μία μεγάλη εκτίμηση για την παράδοση και την εξ αίματος συγγένεια. Όπως ο Μαρξισμός, ο Φασισμός αρνείται ότι ο άνθρωπος απλώς υπάρχει στο παρόν. Κουβαλάμε το παρελθόν μέσα μας, Οι άνθρωποι είναι προϊόντα της ιστορίας. Ό,τι κληρονομούμε από το παρελθόν, το μεταβιβάζουμε στο μέλλον. Αυτή είναι, επίσης, η άποψη του Mishima. Οι άνθρωποι είναι αποτέλεσμα της συσσωρεύσεως του παρελθόντος και θα συνεχίσουν στο μέλλον, έστω και ασυνείδητα. Η Παράδοση ενσωματώνεται κατά φυσικό τρόπο στην εξ αίματος συγγένεια. Για αυτόν τον λόγο οι συντηρητικοί και οι εθνικιστές νοιάζονται για την Παράδοση. Η Ιαπωνική Ρομαντική Σχολή, η ομάδα λογοτεχνών και διανοουμένων, η οποία επηρέασε άμεσα τον Mishima, επίσης ενδιαφερόταν για την αιματολογική γραμμή όπως και για την Παράδοση.

Οι έννοιες της Παραδόσεως και της καταγωγής είναι εξίσου πολύ σημαντικές για τα μεμονωμένα άτομα μίας κοινότητος. Οι παραδόσεις αποτελούν το θεμέλιο μίας κοινότητος, χωρίς την οποίαν θα ήμασταν μοναχικά και απομονωμένα όντα. Συνεπώς, συνεχίζουμε την δική μας ταυτότητα εντός της κοινότητός μας και υπό αυτήν την έννοια οι παραδόσεις και η καταγωγή συνιστούν την πηγή της ατομικής ταυτότητος. Ο Mishima είχε ξεκάθαρα το θέμα αυτό στον νού του όταν έγραφε το βιβλίο «Σε υπεράσπιση του Πολιτισμού». Οι άνθρωποι υπάρχουν και λειτουργούν σε μία κοινωνία και οφείλουμε την ταυτότητά μας στην ύπαρξη των παραδόσεων.

Στην σύγχρονη περίοδο της παγκοσμίου τυποποιήσεως, οι παραδόσεις τείνουν να απορρίπτονται ως κάτι αρνητικό. Διαφορετικά έθνη, έθιμα και παραδόσεις αντιμετωπίζονται ως εμπόδια για την παγκοσμιοποίηση και βαθμιαία εξαφανίζονται. Αυτό, όμως, οδηγεί στην καταστροφή της ατομικότητος. Οι παραδόσεις και οι πολιτισμοί είναι οι πηγές της ταυτότητός μας. Ούτως η υπεράσπιση του πολιτισμού σημαίνει εξίσου την υπεράσπιση της ανθρώπινης ατομικότητος.

Όσο δε για την σχέση της παραδόσεως και της βελτιώσεως, η «Παράδοση» έχει και καλή και κακή σημασία. Η τήρηση των παραδόσεων δεν πρέπει να σημαίνει την μηχανική προσκόλληση σε παλαιές συνήθειες, διότι τούτο δεσμεύει και αναστέλλει την ενέργεια και την δημιουργικότητα ενός έθνους. Πρέπει πάντοτε να γνωρίζουμε τις ενυπάρχουσες παραδόσεις στο συνεχές από το παρελθόν, να αγωνιζόμασθε να αναμορφώσουμε το παρόν και να δημιουργήσουμε τα θεμέλια για το μέλλον.


7. Η πηγή της δημιουργικότητος

Στις αρχές του 20ου αιώνος ο Φουτουρισμός στην Ιταλία ήταν ένα πρωτοπόρο πολιτιστικό κίνημα, το οποίο καλούσε σε καταστροφή των φιλελεύθερων κλασικών. Ο Φουτουρισμός διαπέρασε την λογοτεχνία, την ζωγραφική, την αρχιτεκτονική, την μαγειρική και όλα τα υπόλοιπα πεδία και έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στον σχηματισμό του Φασισμού. Πράγματι, αυτοί που συνέβαλαν στην θεμελίωση του ιταλικού Φασισμού υπήρξαν πρώην μέλη του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, πρώην στρατιωτικοί και μέλη του Φουτουριστικού πνευματικού κινήματος.

Στην Ιαπωνία ο Yojuro Yasuda είχε μία παρόμοια άποψη για την Παράδοση. Πίστευε ότι η συντήρηση έπρεπε να οδηγήσει στην αναμόρφωση, διότι εάν ενδιαφερόμασθε μόνον για την διατήρηση του παρελθόντος, οι παραδόσεις θα κολλήσουν στην πλήξη και την μονοτονία και προοδευτικά θα εξαφανισθούν.

Η ιδέα ότι η συντήρηση πρέπει να οδηγεί στην αναμόρφωση μπορεί να θεωρηθεί ως η αντίληψη του Φασισμού για την επανάσταση. Ο Mishima αξιολογούσε την Παράδοση τόσο στην σκέψη όσο και στην δράση. Ήταν, ωστόσο, άνθρωπος της σύγχρονης εποχής και την ζούσε. Είχε επιτύχει σε μεγάλο βαθμό να απορροφήσει την κουλτούρα και την λογοτεχνία της Δύσεως και να τις ενσωματώσει στο ιαπωνικό πλαίσιο. Το έργο του Mishima «Σύγχρονα έργα θεάτρου Noh» είναι εμβληματικό αυτής της μίξεως ιαπωνικών και δυτικών παραδόσεων.

Η λογοτεχνία του Mishima συνέθετε ολόκληρη την εμπειρία του Ιαπωνικού έθνους, την οποίαν Giovanni Gentile αποκαλούσε «εθνική σύνθεση». Διά του συλλογισμού οτι τα στοιχεία της Δυτικής κουλτούρας, τα οποία η Ιαπωνία απορρόφησε από την στιγμή που άνοιξε τις πύλες της και ακολούθησε το μονοπάτι του εκσυγχρονισμού, αποτελούν εξίσου μέρος της εμπειρίας του Ιαπωνικού έθνους, ο Mishima έπραξε τα περισσότερα από οποιονδήποτε άλλον, για να «εξιαπωνίσει» αυτά τα ξένα στοιχεία.

Ο Φασισμός ήταν, επίσης, αρχικά μία απόπειρα για «εθνική σύνθεση». Ο Μουσσολίνι ξεκίνησε από την Αριστερά και εγκαθίδρυσε έναν νεόν τρόπον σκέψεως βασισμένο στην σύνθεση των εμπειριών ολόκληρου του Ιταλικού έθνους. Μία τέτοια «εθνική σύνθεση» προκύπτει από την ορθή κατανόηση της Ιστορίας.



Yukio Mishima, Yojuro Yasuda και Φασισμός.


του Romano Vulpitta


Πηγή: www.counter-currents.com


Ο Romano Vulpitta (γεννηθείς το 1939) είναι Ιταλός πρώην διπλωμάτης και μελετητής της Ιαπωνικής λογοτεχνίας. Γεννήθηκε στην Ρώμη και απεφοίτησε από την Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου ενός Ρώμης. Εισήχθη στο Υπουργείο Εξωτερικών ενός Ιταλίας το 1964. Υπήρξε καθηγητής Σύγχρονης Ιαπωνικής Λογοτεχνίας στην Νάπολη από το 1972 έως το 1975. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Ιαπωνία και έγινε καθηγητής στο Kyoto Sangyo Πανεπιστήμιο με ειδίκευση ενός Ευρωπαϊκές Επιχειρηματικές Σπουδές και ενός Ιαπωνο-Ευρωπαϊκές Συγκριτικές Πολιτισμικές Σπουδές. Είναι συγγραφέας των έργων «Οι συνθήκες του Αήττητου: Yojuro Yasuda και Σκέψεις για τον κόσμο» και «Μουσολίνι: Η ιστορία ενός Ιταλού». Έχει συνταξιοδοτηθεί και διαμένει στην Ιαπωνία. Το κείμενο που ακολουθεί εκφωνήθηκε ως διάλεξη τον Οκτώβριο του 2012.






ΜΕΡΟΣ Α’


1. Η εκτίμηση για τον Mishima μεταξύ των Ιταλών Εθνικιστών


Το τρέχον έτος σηματοδοτεί την ενενηκοστή επέτειο της «Πορείας προς την Ρώμη» του Μουσολίνι. Το μεγάλο όνειρο που αγκάλιασε ο ιταλικός λαός – το όνειρο ενός ολόκληρου έθνους – το αγκάλιασε και ο Yukio Mishima, παρά τις διαφορές στην μορφή και την έκφραση.

Θα ήθελα να εκφράσω τις σκέψεις μου για το θέμα αυτό. Ο Mishima είναι δημοφιλής στους Ιταλούς Εθνικιστές. Πώς έγινε ο Mishima ήρωας για τους Εθνικιστές; Η Ιταλία αποτελεί την πρώτη ξένη χώρα, όπου τα λογοτεχνικά έργα του Mishima μεταφράζονται και εκδίδονται. Καινούργιες ή αναθεωρημένες εκδόσεις εξακολουθούν να κυκλοφορούν ακόμη μέχρι και σήμερα. Ομιλίες, διαλέξεις και ταινίες για τον Mishima και τα έργα του, όπερες βασισμένες στα έργα του, όπως και πλήθος άλλων εκδηλώσεων μνήμης πραγματοποιούνται συνεχώς στην Ιταλία.


Η ταινία «Πατριωτισμός» προβλήθηκε τον Νοέμβριο του 2009 και ήμουν εκεί, για να δώσω μία διάλεξη με θέμα «ο Yukio Mishima και ο Ιαπωνικός Ρομαντισμός». Τον Μάρτιο του 2012 ένας άλλος συγγραφέας προγραμμάτισε μία παράσταση του έργου του Mishima «Φωνές των Ηρωικών Ψυχών» στην Ρώμη.


Μεταξύ των Ιταλών ΝεοΦασιστών, ειδικά των νεαρών, ο Mishima απολαμβάνει μίας μεγάλης δημοτικότητος. Τον προσεγγίζουν ως διανοητή και ως ηθοποιό , παρά ως λογοτέχνη. Τον λατρεύουν ως ήρωα, ο οποίος πέθανε για τις αξίες του παραδοσιακού πολιτισμού της Ιαπωνίας και τον θεωρούν ως μία ενσάρκωση της Ιαπωνίας, του έθνους των Σαμουράι και των Καμικάζι.


Το γεγονός ότι ο Mishima κατέστη μία ιδανική προσωπικότητα στα μάτια πολλών Ιταλών νεοφασιστών οφείλεται στο ότι διακρίνουν στον Mishima το δικό του αξιακό σύστημα. Στις επόμενες παραγράφους θα πραγματευθώ την σχέση μεταξύ Mishima και φασισμού και τα σημεία συμπτώσεως μεταξύ του φασισμού και των ιδεωδών, τα οποία αποτελούν μέρος της λογοτεχνίας του Mishima.


2. Η γνώμη του Mishima για τον Φασισμό


Οι Ιταλοί Φασίστες λατρεύουν την Ιαπωνία πρίν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν πολλοί Ιταλοί, οι οποίοι έχουν μία θετική άποψη για την Ιαπωνία ως έναν παλαιό σύμμαχο στον Πόλεμο.


Παρά το γεγονός ότι η ιταλική κυβέρνηση με επικεφαλής τον Pietro Badoglio παρεδόθη στις συμμαχικές δυνάμεις τον Σεπτέμβριο του 1943, υπήρχαν ακόμα πολλοί Ιταλοί, οι οποίοι ήθελαν να συνεχίσουν τον αγώνα στο πλευρό του Άξονος. Αφότου ο Μουσολίνι διεσώθη από την Χιτλερική Γερμανία και έγινε ο επικεφαλής της Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας (R.S.I.), αυτοί που συμμετείχαν στην Δημοκρατία συμπαθούσαν και εκτιμούσαν την Ιαπωνία, όπως σήμερα τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους.


Υπάρχει μία ισχυρή τάση τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ιαπωνία να θεωρείται ο Mishima ως ο εμβληματικός Ιάπωνας φασίστας. Η πρώτη φορά που σχετίσθηκε γραπτό του Mishima με τον Φασισμό ήταν όταν «Η Εμπροσθοφυλακή», το επίσημο περιοδικό του Ιαπωνικού Κομμουνιστικού Κόμματος, χαρακτήρισε το έργο του Mishima «Το όμορφο αστέρι» ως φασιστικό. «Το όμορφο αστέρι» περιέγραφε την ιστορία μερικών διανοουμένων, οι οποίοι πέφτουν πίσω στην πρωτόγονη και άγρια κατάσταση της ανθρωπότητος τιθέμενοι σε ακραίες συνθήκες πείνας στα όρια του θανάτου. Οι κριτικοί ισχυρίσθηκαν ότι η αντι-διανοουμενίστικη θέση του έργου και η σκληρότητά του ήσαν ενδεικτικά του Φασισμού ή του Ναζισμού.


Η συζήτηση πάνω στον φασίστα Mishima συνεχίσθηκε για ένα έτος περίπου και έκτοτε η ιδέα του φασίστα Mishima παρέμεινε και στην Ιαπωνία και στο εξωτερικό. Η φερόμενη βάση του επιχειρήματος αυτού είναι ο πατριωτισμός του, ο φιλομοναρχισμός του, ο μιλιταρισμός, ο αντικομμουνισμός και η αμφισβήτηση της Δημοκρατίας, η οποία ήταν ορατή, ακόμα και στα λογοτεχνικά έργα του, σύμφωνα με τους κριτικούς του.


Ποια είναι, λοιπόν, πραγματικά η σχέση μεταξύ Mishima και Φασισμού; Στα σχολικά του χρόνια ο Mishima είχε σε μεγάλη εκτίμηση τον Μουσολίνι, πράγμα εμφανές στα ημερολόγιά του του 1940, όπου τον αναφέρει συχνά. Έπειτα το 1968 υπήρξε το «Ο φίλος μου ο Χίτλερ», το οποίο αποκαλύπτει εξίσου το ενδιαφέρον του Mishima για τον Χίτλερ. Τα γεγονότα αυτά, ωστόσο, δεν επαρκούν, για να αποκληθεί ο Mishima φασίστας.



Ο ίδιος θεωρώ ότι σημαντικότερο το γεγονός ότι ο λογοτέχνης Mishima λάτρευε τον Gabriele D’Annunzio, ο οποίος ως ποιητής συνέβαλε τα μέγιστα στον σχηματισμό της φασιστικής σκέψεως και αξιών. Το γεγονός ότι ο Mishima βρίσκει τόσες αντηχήσεις με τον D’Annunzio υποδηλώνει ότι, τουλάχιστον εμμέσως, ο Mishima ενδιαφερόταν για τις αξίες του Φασισμού και ότι είχε επηρεασθεί από αυτές.


για να διαβάσετε ολόκλητο το άρθρο στον σύνδεσμο εδώ ...