Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΡΑΣΣΕΡΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΡΑΣΣΕΡΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Λόγχη»: Otto και Gregor Strasser - Στα αριστερά του Χίτλερ

του Αριστείδη Σίδερη

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός δεν ονειρεύεται αποικίες αλλά την ενίσχυση της Πατρώας Γης αφού άλλωστε η «χωματοφαγία» αδυνατίζει το κέντρο

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός βλέπει τον κόσμο ως έναν μπαξέ με διαφορετικά λουλούδια που όλα πρέπει να ανθίσουν αφού ο Ήλιος δεν κάνει διακρίσεις

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός πέρα από τα τύμπανα των παρελάσεων και τις άναρθρες κραυγές του πλήθους αφουγκράζεται τον αντίλαλο από τα σφυριά της εργατιάς που καλούν στον αγώνα για το μεροκάματο

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός γελάει ειρωνικά μπροστά στις ιστορικές αναλύσεις των «ορθοδόξων» και των «καθαρολόγων» που χρησιμοποιούν την Ιδέα ως μάσκα προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός θεωρεί εχθρό θανάσιμο την αστυνομία τον στρατό την εφορία την εκκλησιαστική εξουσία αφού δεν πιστεύει σε καμιά «εθνική ενότητα» που είναι το ψωμοτύρι του συστήματος από την εποχή του Κωλέττη και του Μαυροκορδάτου

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός νοιάζεται για την καθημερινή λαϊκή πάλη τα συμφέροντα του λαού και όχι της πλουτοκρατίας που χρηματοδοτεί τα κόμματα της ακροδεξιάς προς όφελος του Διεθνούς Σιωνισμού

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός είναι αυτός που πολεμήθηκε από την μπουρζουαζία και τα τσιράκια της αφού τόλμησε να πει αλήθειες να απορρίψει τα ψέματα και να επαναφέρει τον επαναστατικό λόγο σε έναν «χώρο» προδομένο και διασπασμένο

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός απορρίπτει τον φετιχισμό και την στείρα προσωπολατρία αφού η Ιδέα είναι ιερή και τα πρόσωπα που την υπηρετούν απλά τα μέσα

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός ανιχνεύει τους πολιτικούς μας αντιπάλους κατατάσσοντας τους σύμφωνα με τον βαθμό επικινδυνότητας χωρίς όμως να ξεχνά ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η αστική δημοκρατία που γεννήθηκε στις στάχτες της Κύπρου

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός δεν νιώθει την ανάγκη να «σώσει» τον κόσμο αφού ο σύγχρονος κόσμος είναι η μεγαλύτερη τιμωρία

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός θεωρεί τον Θεό νεκρό και ξαναβάζει στο βάθρο της πίστης την φύση και την εσωτερική μας δύναμη να φιλοσοφούμε με το σφυρί

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός δεν θέλει να μόνο τα Λάβαρα Ψηλά αλλά και τον Ερωτισμό αφού χωρίς αυτόν τα πάντα καταλήγουν άχρωμα και ανούσια

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός απορρίπτει τις θεωρίες συνωμοσίας το παραλήρημα των «παραγόντων» την λογοδιάρροια των πολιτικάντηδων και δίνει τον λόγο στην νεολαία που είναι ο μόνος κριτής και δικαστής

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός ονειρεύεται την στιγμή που θα περάσει από εθνικό λαϊκό δικαστήριο τους μειοδότες και νάρκισσους του «χώρου» που ποδηγετούνται από την δεξιά και τους κομματικούς σωλήνες του παρακράτους

Ο δικός μας Εθνικοσοσιαλισμός προδόθηκε μια νύχτα του Ιούνη του 1934 προκαλώντας ανακοπή στην επανάσταση αλλά επέζησε στις καρδιές αυτών που δεν ξεχνούν ότι το χρώμα του Σοσιαλισμού είναι Κόκκινο!

Για όλους αυτούς τους λόγους και περισσότερους οφείλουμε μια νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών από την ανάποδη στην αστική τάξη την ακροδεξιά και την σάπια κρατική αρχή που μαστιγώνει τις ζωές και τις συνειδήσεις

Τα άγνωστα θραύσματα της ιστορίας: Πώς είδαν οι Κομμουνιστές την «Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών»;

Εισαγωγικό σημείωμα: Α.Π.

Παρακάτω μεταφράζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά και παρουσιάζεται ένα σύντομο άρθρο που εμφανίζεται στο τεύχος Ιουλίου 1934 του "The Communist", το οποίο ήταν το θεωρητικό περιοδικό του Κομμουνιστικού Κόμματος ΗΠΑ εκείνη την εποχή. 

Το ίδιο το άρθρο εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην "International Press Correspondence", κάτι που καθιστά πολύ πιθανό να ήταν ο συγγραφέας μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας (KPD). 

Η μετάφραση είναι κατά καιρούς πρόχειρη, αλλά δεδομένου του πόσο θεμελιώδους σημασίας ήταν η Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών - η λεγόμενη «υπόθεση Ερνστ Ρεμ» - για την εγκαθίδρυση του Χιτλερισμού ως τέτοιου, είναι ένα ενδιαφέρον ιστορικό τεκμήριο.

Συμμερίζομαι την άποψη πολλών ιστορικών ότι η 30η Ιουνίου 1934 ήταν το σημείο στο οποίο η κυβέρνηση του NSDAP του Χίτλερ πήρε τη μορφή της δικτατορίας σε συμμαχία με το γερμανικό μονοπωλιακό κεφάλαιο, και ότι πριν από την εκκαθάριση του Ρεμ και των S.A., τίποτα για το μέλλον του Χίτλερ και της εξουσίας του δεν ήταν σίγουρο. 

Μάλιστα, έμοιαζε προορισμένος να καταλήξει όπως κατέληξαν οι φον Πάπεν και οι Μπρύνινγκ πριν από αυτόν. Η καταστολή εναντίον του KPD και των συνδικάτων σίγουρα είχε κάνει τον Χίτλερ συμπαθή στο μεγάλο κεφάλαιο, δεν υπάρχει αμφιβολία γι' αυτό, αλλά μόνο στις 29 -30 Ιουνίου 1934, η άρχουσα τάξη συμφιλιώθηκε πλήρως με τον Χίτλερ, μόνο τότε αυτή αποφάσισε ότι τον προτιμά από όλα τα άλλα δεξιόστροφα κόμματα.

Το αδύναμο σημείο του άρθρου είναι ότι αυτό προβλέπει πως σύντομα, μετά τη Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών, το γερμανικό μονοπωλιακό κεφάλαιο θα ξεφορτωνόταν και τον Χίτλερ. 

Η ιστορία έδειξε πως κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν συνέβη, αλλά αντίθετα οι μεγάλοι καπιταλιστές και γαιοκτήμονες της Γερμανίας στάθηκαν στο πλευρό του Χιτλερισμού ως το τέλος του πολέμου και αρνήθηκαν να τον ανατρέψουν ακόμα και τον Ιούλιο του 1944, ακόμα δηλαδή κι όταν ο πόλεμος είχε εμφανώς χαθεί και ορισμένοι αξιωματικοί όπως οι Ρόμελ, Μπεκ και Στάουφενμπεργκ έκαναν απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Χίτλερ, ακόμα κι εκεί ο γερμανικός καπιταλισμός αρνήθηκε να τους παράσχει κάποια βοήθεια και πήγε με τον Χίτλερ ως το τέλος. 

Κατά τη μελέτη του σύγχρονου Γερμανού ιστορικού Kurt Gossweiler, το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι οι Γερμανοί καπιταλιστές φοβόντουσαν περισσότερο μια λαϊκή επανάσταση παρά την ήττα σε έναν πόλεμο: άλλωστε ο ηττημένος του πολέμου μπορεί να ξανασταθεί στα πόδια του με τη βοήθεια ενός Σχεδίου Μάρσαλ και να ξαναχτίσει τις επιχειρήσεις του με τη βοήθεια των νικητών Αμερικανών, ενώ ο ηττημένος μιας επανάστασης θα έχει την τύχη που είχαν οι καπιταλιστές και οι γαιοκτήμονες στη Ρωσία του 1917. 

Ο Χίτλερ είχε δείξει στους κεφαλαιοκράτες και τους Γιούνκερ ότι εξακολουθούσε να αποτελεί την καλύτερη εγγύηση για την αποτροπή μιας επανάστασης, καθώς, σε αντίθεση με άλλες δικτατορίες του Μεσοπολέμου, το δικό του σύστημα είχε την ιδιαιτερότητα να "μιλάει με τις μάζες" και να τις παίρνει με το μέρος του μέσω της προπαγάνδας, απομακρύνοντας τες από τη σκέψη μιας επανάστασης, και όχι μόνο να τις χτυπά με το βούρδουλα της αστυνομίας όπως έκαναν οι διάφοροι Μεταξάδες και Φράνκο.

Με αυτή την τελευταία διαπίστωση σχετίζεται και η παρατήρηση ενός άλλου αδύναμου σημείου του άρθρου: η πίστη του συγγραφέα ότι το (παράνομο) Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας σύντομα θα έπαιρνε με το μέρος του τις - απηυδισμένες από τη συνεχιζόμενη οικονομική στενωπό - μικροαστικές μάζες, τους αγρότες και τους εργάτες, που θα ανέτρεπαν τον Χίτλερ (αν δεν τον είχε ανατρέψει πρώτα το κεφάλαιο, όπως προβλέπεται αλλού μέσα στο άρθρο). 

Κάτι τέτοιο επίσης δεν συνέβη, γιατί μετά τη Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών και την καταστολή των αντικαπιταλιστικών φωνών μέσα στην κοινωνία από τον Χίτλερ, ο γερμανικός μονοπωλιακός καπιταλισμός έβαλε μπρος τις μηχανές, πέτυχε τη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας και κατόρθωσε να επιτύχει έναν ορισμένο βαθμό οικονομικής ανάπτυξης η οποία χάρισε μια - επίπλαστη φυσικά και προσωρινή, που αμέσως εξανεμίστηκε με την αρχή του πολέμου - ευημερία στους μικροαστούς, αγρότες και εργάτες, και έτσι το καθεστώς σταθεροποιήθηκε και μπόρεσε να ξεπεράσει τους όποιους τριγμούς είχε προκαλέσει η κρίση της 30ης Ιουνίου 1934.

Σε γενικές γραμμές, το άρθρο αναγνωρίζει ότι στα S.A. οργανώνονταν πλατιές μάζες με αντικαπιταλιστικά φρονήματα που είχαν εξαπατηθεί από τον Χίτλερ, και ότι η 30η Ιουνίου ήταν η κατάπνιξη της "Δεύτερης Επανάστασης", όσων δηλαδή ήθελαν να συνεχιστεί η εθνικοσοσιαλιστική επανάσταση του 1933 προς μια πιο σοσιαλοεπαναστατική κατεύθυνση. 

Η εφημερίδα του NSDAP, Voelkischer Beobachter, άλλωστε, είχε προειδοποιήσει από τον Ιούλιο του 1933 ότι "όσοι μιλούν για συνέχιση της επανάστασης ή για δεύτερη επανάσταση είναι εχθροί του εθνικοσοσιαλισμού" (δηλαδή, στην πραγματικότητα, εχθροί του συμβιβασμού Χίτλερ - μονοπωλίων - γαιοκτημόνων - στρατιωτικής ηγεσίας, που ήδη λάμβανε χώρα). 

Αναγνωρίζει επίσης ότι ο Χίτλερ εκείνη τη Νύχτα έδρασε για λογαριασμό του Κρουπ, όπως πιστοποιεί αργότερα ο βιογράφος του Κρουπ, William Manchester (βιβλίο "The Arms of Krupp 1587-1968"), που πήρε συνέντευξη από τον Κρουπ μεταπολεμικά όπου ο τελευταίος του είπε ότι πράγματι ο τελευταίος άνθρωπος τον οποίο είδε ο Χίτλερ πριν πάρει την απόφαση για την εξάλειψη των S.A. ήταν ο μεγιστάνας του χάλυβα. 

Αλλά δυστυχώς το άρθρο παραμένει κοντόφθαλμο όταν παραβλέπει τα αποθέματα ισχύος της Χιτλερικής δικτατορίας, η οποία μπόρεσε να βγει ισχυρότερη από αυτή την κρίση, αντί να αποδυναμωθεί. Δεν νομίζω ότι αυτό το άρθρο αποτυπώνει όλη την ουσία της υπόθεσης. 

Για την καλύτερη περιγραφή της Νύχτας των Μεγάλων Μαχαιριών, μια πολύ εκτενής γερμανόγλωσση μελέτη είναι το βιβλίο του Kurt Gossweiler, Die Roehm Affaere (Η Υπόθεση Ρεμ) το οποίο όμως κυκλοφορεί μόνο στα γερμανικά.

Η Αιματοβαμμένη Τριακοστή Ιουνίου

Στις 30 Ιουνίου ο Χίτλερ πραγμάτωσε τη «Λαϊκή Κοινότητα» του. Προκάλεσε την εκτέλεση των στενότερων συντρόφων και βετεράνων του. Στις 30 Ιουνίου εξαπέλυσε έναν μικρό εμφύλιο πόλεμο με τον πιο βάναυσο, κτηνώδη και προδοτικό τρόπο ενάντια στις δικές του μαζικές οργανώσεις. Έδωσε επίσης ένα παράδειγμα εθνικοσοσιαλιστικής «συντροφικότητας» αφήνοντας ελεύθερο ένα τμήμα του κόμματος του να συντρίψει και να σφάξει το άλλο. Έφερε την εθνικοσοσιαλιστική αρχή της «πίστης για πίστη» στο λογικό της τέλος στο πνεύμα του πραγματικού «πατριωτισμού της πρώτης γραμμής» προκαλώντας τη δολοφονία των Rohm, Heines, Ernst και των άλλων ηγετών των Φαιοχιτώνων (S.A.). από τους δικούς του μελανοχίτωνες Ειδικούς Φρουρούς (S.S.). 

Αυτή τη μέρα υλοποιήθηκε επίσης η «αρχή του Ηγέτη». Οι υφιστάμενοι ηγέτες ήθελαν να ανατρέψουν τον «Ηγέτη» τους και ο «Ηγέτης» λοιδορούσε και κατακρεουργούσε ακόμη και τα πτώματα των παλιών συντρόφων και αγωνιστών του, των ίδιων ανδρών που είχαν προταθεί ως λαμπρό παράδειγμα στη νεολαία ως βετεράνοι μαχητές και νιτσεϊκοί «υπεράνθρωποι». 

Στις 30 Ιουνίου ο Χίτλερ απέδειξε την πραγματική ουσία των εθνικοσοσιαλιστικών φυλετικών θεωριών. Πράγματι, μόνο μεταξύ των «υπερανθρώπων», μόνο μεταξύ των εκπροσώπων της υψηλότερης «νορδικής-άριας φυλής» θα μπορούσαν να έχουν συμβεί τέτοιες σκηνές Σοδόμων και Γομόρρων, τέτοια όργια, τέτοια λαιμαργία, τέτοια διαστροφή, τέτοια ληστεία και τέτοια υπεξαίρεση του κοινού κεφαλαίου. 

Στις 30 Ιουνίου ο Χίτλερ επέδειξε επίσης στο έπακρο την εθνικοσοσιαλιστική ιδέα της «τιμής». Χρησιμοποίησε προβοκάτσιες, ψέματα και απάτες εναντίον των δικών του συντρόφων και φίλων και τους παρέδωσε στα εκτελεστικά αποσπάσματα για να τους σφάξουν σαν σκυλιά. Η «Λαϊκή Κοινότητα», η τιμή, η πίστη, η συντροφικότητα, ο πατριωτισμός της πρώτης γραμμής, ο ηρωισμός, οι υπεράνθρωποι, η καθαρότητα της δημόσιας ζωής, το οικογενειακό αίσθημα όλα αυτά τα ιδανικά του φασισμού αποκαλύφθηκαν με τα αληθινά τους χρώματα. 

Και μετά από ένα όργιο προδοσίας, κακίας, ψεύδους, κτηνωδίας και διεστραμμένου σαδισμού παρουσιάστηκε ως ο «Σωτήρας του Έθνους», λαμβάνοντας δηλώσεις πίστης, υποκλίσεις από τους επισκόπους, επαίνους από τους στρατηγούς, συγχαρητήρια από τους ηγέτες της βιομηχανίας, και όρκους υπακοής και υποταγής από εκείνους τους ηγέτες των S.A. που δεν είχε εκτελέσει.

Μόνο μια τάξη καταδικασμένη σε θάνατο, μόνο μια κοινωνική τάξη καταδικασμένη σε καταστροφή μπορεί να έχει τέτοιους εκπροσώπους, τέτοιους «ήρωες», τέτοιους ηγέτες. Εκφυλισμένοι και σάπιοι όπως ο γερμανικός μονοπωλιακός καπιταλισμός, εκφυλισμένοι και σάπιοι όπως η φασιστική δικτατορία, βυθίζονται στο αίμα και τη λάσπη όπως η άρχουσα τάξη της Γερμανίας αυτοί είναι οι αντιπροσωπευτικοί παράγοντες αυτού του «συστήματος». 

Η 30η Ιουνίου αποκάλυψε το βάθος της κρίσης από την οποία υποφέρει η φασιστική δικτατορία και η 30η Ιουνίου είναι η αρχή του τέλους για τη φασιστική δικτατορία στην εθνικοσοσιαλιστική της μορφή. Οι οικονομικές, κοινωνικές, εσωτερικές και εξωτερικές πολιτικές δυσκολίες έφθασαν στο προσκήνιο στις 30 Ιουνίου, αλλά ταυτόχρονα η 30η Ιουνίου αντιπροσωπεύει μια απεγνωσμένη προσπάθεια εκ μέρους του γερμανικού μονοπωλιακού καπιταλισμού να σώσει τη φασιστική του δικτατορία και να τη μεταρρυθμίσει σε ανοιχτή τρομοκρατική δικτατορία σε νέα βάση.

Το κράτος αποτελείται από αποσπάσματα ενόπλων με τέτοια χαρακτηριστικά όπως οι τρόφιμοι των φυλακών, μας δίδαξε ο Ένγκελς. Στις 30 Ιουνίου το Κράτος του Τρίτου Ράιχ του Χίτλερ εμφανίστηκε στη σκηνή με όλη του τη γυμνή βαρβαρότητα. Ο στρατός, η αστυνομία και τα επιλεγμένα σώματα των S.S. εξαπολύθηκαν κατά των S.A. Οι ηγέτες των S.A. εκτελέστηκαν, άλλοι ρίχτηκαν στη φυλακή, το αρχηγείο των S.A. καταλήφθηκε, τα μέλη των S.A. στάλθηκαν «σε διακοπές», τους απαγορεύτηκε να φορούν τις στολές τους και - αν και ακούγεται σαν ένα αιματηρό και γκροτέσκο αστείο - απαγορεύεται να φορούν τους «δείκτες τιμής» τους μέχρι νεοτέρας. 

Τα S.A. πρέπει να καθαριστούν και δεκάδες χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες «παλαιοί και νέοι μαχητές για τον εθνικοσοσιαλισμό» πρέπει να πεταχτούν έξω. Η βασική δύναμη του Τρίτου Ράιχ του Χίτλερ συκοφαντείται τώρα με λάσπη, αλλά έτσι η αντίφαση εντός του Τρίτου Ράιχ, της φασιστικής δικτατορίας όχι μόνο δεν λύθηκε, αλλά αναπαρήχθη σε μια ανώτερη σκηνή. Η αντίφαση ήταν ότι ο γερμανικός μονοπωλιακός καπιταλισμός είχε σφυρηλατήσει για τον εαυτό του ένα όπλο για την ανέγερση της φασιστικής δικτατορίας, με τη μορφή του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, που μέσω αυτού του κόμματος ο γερμανικός μονοπωλιακός καπιταλισμός απευθύνθηκε στις πλατιές μάζες της μικροαστικής τάξης, τους αγρότες, τα πληβεία και τα λούμπεν προλεταριακά στοιχεία για να στήσει τη δική της τρομοκρατική δικτατορία ενάντια στο προλεταριάτο. 

Η αντίφαση ήταν ότι ο φασισμός στη Γερμανία πέτυχε όσο σε καμία άλλη χώρα να δημιουργήσει για τον εαυτό του μια ευρεία μικροαστική, αγροτική, πληβειακή, λούμπεν προλεταριακή βάση για να πραγματοποιήσει, όταν βρεθεί στην εξουσία, την ανοιχτή τρομοκρατική δικτατορία των πιο αντιδραστικών, πιο σοβινιστικών και πιο ιμπεριαλιστικών στοιχείων του γερμανικού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Τα μικροαστικά στοιχεία στις αγροτικές περιοχές και στις πόλεις, και ιδιαίτερα τα πιο ενεργά στοιχεία στα στρατεύματα των S.A. και στις φασιστικές οργανώσεις εργοστασίων, θα εξελιχθούν τώρα σε μια αντιφασιστική δύναμη, χάρη στη δυσαρέσκεια και την αγανάκτηση τους μια δύναμη στην οποία εμείς, οι κομμουνιστές, μπορούμε να απευθυνθούμε και να την πάρουμε με το μέρος μας.

Μόλις ανέβηκε στην εξουσία, η κυβέρνηση του Χίτλερ εφάρμοσε τη δικτατορία του μονοπωλιακού καπιταλισμού, και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, αναπόφευκτα ήρθε σε σύγκρουση με τη δική της μαζική βάση. Αυτό ήταν ακόμη πιο αναπόφευκτο γιατί η φασιστική δικτατορία δεν πέτυχε και δεν μπορούσε να καταφέρει να διεισδύσει στον πυρήνα της γερμανικής εργατικής τάξης. Η περήφανη και ηρωική μας γερμανική εργατική τάξη, με επικεφαλής το Κομμουνιστικό της Κόμμα, στάθηκε σαν βράχος από γρανίτη ανάμεσα στις καταιγίδες της φασιστικής δικτατορίας. 

Όλες οι επιθέσεις του φασισμού έσπασαν τα μούτρα τους χωρίς αποτέλεσμα εναντίον αυτού του βράχου από γρανίτη. Και επειδή η φασιστική διακυβέρνηση ενέτεινε ακόμη περισσότερο την κρίση του γερμανικού καπιταλισμού, επιδείνωσε όχι μόνο την κατάσταση του προλεταριάτου, αλλά και όλων των άλλων τμημάτων των εργαζομένων μαζών, γιατί: βυθίζοντας τη χώρα σε κοινωνική, εσωτερική και εξωτερική πολιτική ατροφία, χάνει επίσης σταθερά την αγροτική και μικροαστική μαζική βάση του. 

Ο αρχικός ενθουσιασμός αυτών των τμημάτων γρήγορα μετατράπηκε σε στάση κριτικής αναμονής και αυτό με τη σειρά του εξελίσσεται τώρα σε πικρή αγανάκτηση. Η κρίση που κορυφώθηκε στις 30 Ιουνίου ήταν μόνο το αναπόσπαστο μέρος της προόδου της επαναστατικής εργατικής τάξης που ήταν πια έτοιμη να αρχίσει να τραβά στο πλευρό της τις αγανακτισμένες μάζες της μικροαστικής τάξης και τις αγροτικές μάζες στις αγροτικές περιοχές. Τα S.A. ήταν ένας πραιτοριανός στρατός του μεγάλου κεφαλαίου. 

Μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, εκατοντάδες χιλιάδες νεοσύλλεκτοι εντάχθηκαν σε αυτά τα στρατεύματα, τα οποία σύντομα αριθμούσαν από 2.500.000 έως 3.000.000 άνδρες. Στον εμφύλιό της πόλεμο ενάντια στο προλεταριάτο και στις προετοιμασίες του για ιμπεριαλιστικό πόλεμο, η αστική τάξη αναγκάστηκε να απευθυνθεί στις ευρύτερες δυνατές μάζες. Μαζί με αυτά τα εκατομμύρια, όμως, πήγαν και η απογοήτευση, η δυσαρέσκεια, η αγανάκτηση και η εξέγερση των μικροαστικών μαζών, των πληβείων και ακόμη και ορισμένων καθυστερημένων στοιχείων του προλεταριάτου στις τάξεις των S.A.. 

Ο Rohm, ο Ernst, ο Heines και οι άλλοι ηγέτες των S.A. ονειρεύονταν την ανατροπή του Χίτλερ και την ανέγερση ενός κράτους υπό τα S.A. Προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν τη δυσαρέσκεια των μαζών -σε παραμορφωμένη μορφή- για τους δικούς τους σκοπούς. Φυσικά δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι στην περίοδο του μονοπωλιακού καπιταλισμού τα μικροαστικά, πληβεία και λούμπεν προλεταριακά στοιχεία βρίσκονται ανάμεσα στις σιδερένιες μυλόπετρες της σύγχρονης κοινωνίας, μεταξύ της αστικής τάξης και του προλεταριάτου, και είναι επομένως εντελώς ανίκανοι να παίξουν έναν ανεξάρτητο ρόλο.

Η μονοπωλιακή αστική τάξη συνέτριψε την εξέγερση των μικροαστικών τμημάτων στο βαθμό που εκφράζονταν μέσα από τα S.A. Συνέτριψε την εξέγερση με αίμα και σίδερο με τη βοήθεια του στρατού, της αστυνομίας και των S.S., και μπόρεσε να το κάνει επειδή το προλεταριάτο δεν είχε ακόμη καταφέρει με τη μαζική πάλη του να κερδίσει την ηγεσία αυτών των τμημάτων. Σε αυτή την επιχείρηση ο Χίτλερ, ο Γκέρινγκ και ο Γκέμπελς ήταν μόνο οι λακέδες του γερμανικού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Ήταν ο μανδύας που έκρυβε τα γυμνά αιματηρά και αντεπαναστατικά χαρακτηριστικά του γερμανικού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και των μεγάλων γαιοκτημόνων Γιούνκερ. 

Ο Χίτλερ βρισκόταν στο Neudeck και έλαβε ταπεινά τις εντολές του Όλντενμπουργκ, φον Γιανουσχάου και των Γιούνκερ της Ανατολικής Ελβίας. Από το Neudeck πήγε να συναντήσει τον Κρουπ στο Έσσεν και έλαβε από αυτόν εξίσου ταπεινά τις παραγγελίες της βαριάς βιομηχανίας και του Εθνικού Επιμελητηρίου της Γερμανικής Βιομηχανίας. Από το Neudeck και το Essen πήγε στο Μόναχο. Οι παραγγελίες που ελήφθησαν στο Neudeck και στο Essen εκτελέστηκαν αμέσως στο Βερολίνο και το Μόναχο. Η 30η Ιουνίου στη Γερμανία σημαίνει ότι η φασιστική δικτατορία του μονοπωλιακού καπιταλισμού έχει απωθήσει οπωσδήποτε τη μικροαστική μαζική βάση της, ή μάλλον τα απομεινάρια αυτής της μαζικής βάσης, επειδή δεν ήταν πλέον δυνατό να τη διατηρήσει. 

Η βιομηχανία μεγάλης κλίμακας, οι Γιούνκερ, οι στρατηγοί, οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι κ.λπ., άφησαν αυτή τη βρώμικη δουλειά στον Χίτλερ, τον Γκέμπελς, τον Γκέρινγκ και τον Χίμλερ. Ο μονοπωλιακός καπιταλισμός και οι Γιούνκερ είναι αρκετά κυνικοί ώστε να «επιτρέψουν» στους λακέδες τους να πραγματοποιήσουν αυτό το βρώμικο και αιματηρό έργο σαν να πραγματοποιήθηκε τόσο ενάντια σε μια «δεύτερη επανάσταση» και ενάντια στην «αντίδραση» ταυτόχρονα. Επέτρεψαν στον Γκέμπελς και στον Γκέρινγκ να οργανώσουν μια νέα προβοκάτσια ανάλογη της πυρκαγιάς του Ράιχσταγκ, να μιλήσουν για μια συνωμοσία μεταξύ του Ρεμ και του στρατηγού φον Σλάιχερ και να κάνουν μυστηριώδεις υπαινιγμούς για «συνωμοσία με μια ξένη δύναμη». 

Ως ιπποτικοί κύριοι επέτρεψαν στους δολοφόνους να σφάξουν και τον φον Σλάιχερ και τη γυναίκα του και να θέσουν τον φον Πάπεν υπό αστυνομική επιτήρηση. Όλα αυτά ανήκουν στην απάτη Χίτλερ - Γκέμπελς, όπως και η αποκάλυψη όλης της σαπίλας της φασιστικής ηγεσίας από τον ίδιο τον Χίτλερ. Στο μέλλον οι μεγαλοβιομήχανοι, οι Γιούνκερ και οι στρατηγοί και ανώτατοι αξιωματούχοι πιθανότατα θα επιτρέψουν στον Χίτλερ να συνεχίσει τη βρώμικη και αιματηρή δουλειά του για μερικές εβδομάδες ή μήνες ακόμη, να διαλύσει τα S.A., να ξεκινήσει ξανά την καπιταλιστική επίθεση με ανανεωμένη ενέργεια, να βάλει τη χρεοκοπία του Κράτους με όλες τις συνέπειές της- στους ώμους του εθνικοσοσιαλισμού και ίσως ακόμη και να επωμιστεί τον πληθωρισμό. Αλλά τότε θα ξεφορτωθούν τον Χίτλερ, τον Γκέμπελς και τον Γκέρινγκ και θα παρουσιαστούν ως «Σωτήρες του Έθνους».

Υπό αυτή την έννοια, η 30η Ιουνίου αντιπροσωπεύει μια προσπάθεια εκ μέρους της μονοπωλιακής αστικής τάξης και των Γιούνκερ να αναδιοργανώσουν τη φασιστική τους δικτατορία σε μια νέα αν και στενότερη βάση, αυτό είναι το σχέδιο του γερμανικού μονοπωλιακού καπιταλισμού. Με τη βοήθεια του στρατηγού φον Μπλόμπεργκ, ο Χίτλερ, ο Γκέρινγκ, ο Γκέμπελς και ο Χίμλερ θα εξαπολύσουν ένα νέο κύμα τρόμου ενάντια στις εργαζόμενες μάζες, γιατί γνωρίζουν καλά ότι η μόνη δύναμη που μπορεί να νικήσει αυτό το σχέδιο αναδιοργάνωσης της φασιστικής δικτατορίας είναι η ανεξάρτητη ταξική δράση του προλεταριάτου, που σήμερα έχει πιο ευνοϊκές συνθήκες από ποτέ για να πάρει μαζί του τις μάζες της εργατικής μικροαστικής τάξης ως συμμάχους στον αντιφασιστικό αγώνα της. 

Παρά το νέο αυτό κύμα τρόμου, το γερμανικό προλεταριάτο, υπό την ηγεσία του ηρωικού Κομμουνιστικού Κόμματος, θα αναπτύξει τη μαζική του δράση και τον αντιφασιστικό αγώνα του και θα συντρίψει το σχέδιο της γερμανικής φασιστικής αστικής τάξης. Το γερμανικό προλεταριάτο βρίσκεται αντιμέτωπο με έναν μεγάλο και σοβαρό κίνδυνο σε αυτόν τον αγώνα. Η σοσιαλδημοκρατία αισθάνεται ότι η ευκαιρία της έρχεται ξανά. Η Deutsche Freiheit (σοσιαλδημοκρατική εφημερίδα) ανακοινώνει ήδη ότι μια στρατιωτική δικτατορία θα αντιπροσώπευε ένα προοδευτικό βήμα σε σύγκριση με τη Χιτλερική δικτατορία. 

Στο θεωρητικό όργανο της Κεντρικής Επιτροπής του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στην Πράγα, Zeitschrift fuer Sozialismus, ο Victor Schiff υπερασπίζεται ανοιχτά τον ρεφορμισμό και την πολιτική συνασπισμού. Γράφει: «Υποτίθεται ότι ήμασταν πολύ ασυνεπείς μαρξιστές; Μήπως δεν ήμασταν πολύ μαρξιστές; Μήπως δεν ασχολούμασταν υπερβολικά μόνο με τους εργάτες της βιομηχανίας αποκλείοντας άλλα τμήματα του πληθυσμού, και η παραδοχή της ταξικής πάλης, μια ιδέα που μπορεί να απευθύνεται μόνο στο προλεταριάτο των πόλεων, δεν μας κάνει περισσότερο κακό παρά καλό;» 

Και συνεχίζει: «Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να απομακρύνουμε πιθανούς συμμάχους στον αγώνα μας, συμμάχους που ίσως είναι αυτοί που μας προετοιμάζουν το δρόμο και που αυτή τη στιγμή έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα δράσης από εμάς. Θα ήταν λάθος να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες αυτή τη στιγμή». Αυτό είναι το πρόγραμμα της νέας πολιτικής συνασπισμού, δηλαδή το πρόγραμμα του λακέ των στρατηγών της Ράιχσβερ, των S.S. και των Επισκόπων. Και αυτή η χρεωκοπημένη Κεντρική Επιτροπή της Πράγας, οι άνδρες που ψήφισαν υπέρ του Χίντενμπουργκ, οι άνδρες που γονάτισαν μπροστά στον Χίτλερ και τον φον Πάπεν, τολμούν τώρα να υπαινιχθούν ότι η λάσπη και το αίμα, η ντροπή και η διαφθορά που επικρατούν σήμερα στη Γερμανία. είναι συγκρίσιμες με τον μπολσεβικισμό και μάλιστα ότι αποτελούν "το άλλο του άκρο" (!).

Για άλλη μια φορά αυτοί οι χρεωκοπημένοι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες προσφέρουν τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης στη γερμανική εργατική τάξη ως το ιδανικό τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης που πρόσφερε τη βάση για την ανάπτυξη του φασισμού. Για να αποτρέψουμε τη νέα ταξική τους προδοσία, πρέπει να σφυρηλατήσουμε την ενότητα δράσης του μαχόμενου προλεταριάτου για την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας, ανεξάρτητα από τη μορφή με την οποία αυτή μπορεί να εμφανιστεί, και να κρατήσουμε αυτόν τον στόχο μπροστά μας σε όλους τους αντιφασιστικούς αγώνες μας, σε όλες τις απεργίες, στην προετοιμασία της πολιτικής. 

Στη διεξαγωγή αντιφασιστικών μαζικών δράσεων και αγώνα για να πάρουμε με το μέρος μας τα εξαπατημένα και προδομένα μέλη των S.A., των εθνικοσοσιαλιστών προλετάριων, των σοσιαλδημοκρατών, των χριστιανών και των συνδικαλιστών εργαζομένων. Η 30η Ιουνίου στη Γερμανία ανοίγει ένα νέο στάδιο του αγώνα για τον σοσιαλισμό, για τη σοσιαλιστική εξουσία, για μια σοσιαλιστική Γερμανία!

Ο Γκρέγκορ Στράσσερ και το NSDAP. Μια αποτίμηση των ετών 1927-1932

γράφει ο Α.Π.

Το πρόγραμμα του NSDAP ήταν πολύ προσεκτικό στη διατύπωση «σοσιαλιστικών» αιτημάτων. Εξάλλου, οι συντάκτες του - ο Άντον Ντρέξλερ, ο Γκότφριντ Φέντερ και ο Αδόλφος Χίτλερ - δεν μπορούσαν να αποφύγουν να συμπεριλάβουν ορισμένα σημεία στα οποία οι εργαζόμενοι θα έπρεπε να βλέπουν αιτήματα που τους ήταν γνωστά ως «εργατικά αιτήματα». 

Το σημείο 7 («Απαιτούμε από το κράτος να αναλάβει να διασφαλίζει πρωτίστως την ικανότητα εργασίας και διαβίωσης των πολιτών») θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παράφραση του αιτήματος για το δικαίωμα στην εργασία. Ωστόσο, το σημείο 11 έπρεπε να ακούγεται ιδιαίτερα «σοσιαλιστικό» καθώς απαιτούσε: «Κατάργηση των εισοδημάτων που δεν προέρχονται από την εργασία» ακουγόταν ακριβώς όπως η αρχή των εργατικών κομμάτων: «Ο μη εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω». Ωστόσο, αμέσως ακολουθεί η δεύτερη πρόταση του σημείου 11: «Σπάσιμο της δουλείας του τόκου», και αυτή ήταν μια θολή απαίτηση, ήταν μια απαίτηση με την οποία ένας εργαζόμενος δεν μπορούσε να συνδέσει καμία πραγματική ιδέα, αλλά ακόμη περισσότερο οι ανεξάρτητοι τεχνίτες, οι καταστηματάρχες, οι ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων, οι αγρότες κ.λπ. 

Το σημείο 12 απευθυνόταν κυρίως στους εργαζόμενους: «Απαιτούμε την πλήρη κατάσχεση όλων των κερδών που συσσωρεύτηκαν μέσω κερδοσκοπίας κατά τη διάρκεια του πολέμου», καθώς και τα ακόλουθα σημεία: «Απαιτούμε την εθνικοποίηση όλων των (προηγουμένως) ήδη κοινωνικοποιημένων (τραστ) εταιρειών» (σημείο 13), «Απαιτούμε την αναδιανομή των κερδών των μεγάλων εταιριών» (σημείο 14) «Απαιτούμε γενναιόδωρη διεύρυνση των συνταξιοδοτικών παροχών» (σημείο 15). 

Το σημείο 17 («Απαιτούμε μια αγροτική μεταρρύθμιση προσαρμοσμένη στις εθνικές μας ανάγκες, δημιουργία νόμου για την ελεύθερη απαλλοτρίωση της γης για φιλανθρωπικούς σκοπούς») ήταν δανεισμένο επίσης από τα προγράμματα των εργατικών κομμάτων και απευθυνόταν κυρίως στους εργάτες γης και τους φτωχούς αγρότες. Ωστόσο, γρήγορα έγινε σαφές ότι τα επιχειρήματα του Χίτλερ και αυτά τα σημεία του προγράμματος δεν ήταν αρκετά και ότι - ειδικά στις βιομηχανικές περιοχές και τα "κόκκινα οχυρά" - έπρεπε να καταφύγει κανείς σε ισχυρότερα μέσα και συνθήματα αν ήθελε να κερδίσει την υποστήριξη των εργατών. Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο ότι στην περιοχή του Ρουρ συγκεκριμένα, η ναζιστική κοινωνική δημαγωγία στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1920 ξεπέρασε κατά πολύ αυτό που ήταν συνηθισμένο στο Μόναχο. 

Ξεχώρισαν ιδιαίτερα οι Γκρέγκορ Στράσσερ και Γιόζεφ Γκέμπελς. Ο Στράσσερ πήρε τις πιο ριζοσπαστικές θέσεις. Για παράδειγμα, τον Ιούλιο του 1927 σε ένα άρθρο «Στόχοι και τρόποι» ανέφερε τα εξής: «Είμαστε σοσιαλιστές, είμαστε εχθροί, θανάσιμοι εχθροί του σημερινού καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος με την εκμετάλλευση των οικονομικά αδύναμων, με τις άδικες αμοιβές του, με την ανήθικη αποτίμηση των ανθρώπων με βάση τον πλούτο και το χρήμα αντί για την ευθύνη και την απόδοση, και είμαστε αποφασισμένοι να καταστρέψουμε αυτό το σύστημα με κάθε κόστος!»

Τέτοιες διακηρύξεις ήταν αρκετές για να εγείρουν αμφιβολίες μεταξύ διαφόρων επιχειρηματιών σχετικά με την αξιοπιστία και τη χρησιμότητα των Ναζί, αλλά όχι για να εντυπωσιάσουν τους ταξικά συνειδητοποιημένους κομμουνιστές και σοσιαλδημοκράτες εργάτες. Το κρίσιμο ερώτημα, το οποίο οι ηγέτες των Ναζί απέφευγαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά δεν μπόρεσαν να αποφύγουν μακροπρόθεσμα, ήταν η πρακτική θέση του NSDAP στην ταξική πάλη μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, η συμπεριφορά του απέναντι στα συνδικάτα, τις συλλογικές διαπραγματευτικές διαφορές, και κατά τη διάρκεια απεργιών. Ενώ το NSDAP είχε παραμείνει σχετικά αδρανές σε αυτά τα ζητήματα πριν το 1929, με την έναρξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης κατέστη απαραίτητο να ενταθεί η «μάχη για η ψυχή του γερμανικού λαού» και να δημιουργηθούν εθνικοσοσιαλιστικοί συνδικαλιστικοί φορείς. 

Αυτό ήταν επίσης προς το συμφέρον των επιχειρηματιών, οι οποίοι θα μπορούσαν να περιμένουν από ένα ναζιστικό πυρήνα μέσα στα εργοστάσια να παράσχει ένα «εθνικό» αντίβαρο ενάντια στα σοσιαλδημοκρατικά και τα κομμουνιστικά συνδικάτα, έναν πυρήνα ο οποίος θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για απεργοσπαστικές δραστηριότητες εάν ήταν απαραίτητο. Το 1929, υπό την πίεση διάφορων ηγετών του NSDAP προερχόμενων από τις βιομηχανικά ανεπτυγμένες περιοχές της Γερμανίας, μια ειδική συνεδρίαση της κομματικής διάσκεψης της Νυρεμβέργης του NSDAP αποφάσισε να προχωρήσει στην επέκταση της οργάνωσης των κομματικών συνδικάτων.

Μετά το εκλογικό πισωγύρισμα του NSDAP στις εκλογές του Νοεμβρίου 1932 (από 37% έπεσε στο 33% και δεν μπόρεσε να σχηματίσει κυβέρνηση, έστω συνεργασίας), ο Γκρέγκορ Στράσσερ εξέφρασε την άποψη ότι το κόμμα θα πρέπει να μετακινηθεί από την αντιπολίτευση στην κυβέρνηση χωρίς να επιμείνει στην ανάληψη της θέσης του καγκελαρίου ως κατηγορηματική προϋπόθεση. Το εξήγησε αυτό στον Χίτλερ με ξεκάθαρους όρους. 

Ο Χίτλερ το ερμήνευσε αυτό ως πρόκληση για την εξουσία του και αντέδρασε πολύ αρνητικά. Σύμφωνα με τον Γκέμπελς, ο Χίτλερ ήθελε να αφαιρέσει από τον Στράσσερ κάθε εξουσία, αλλά αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο. Όντας οργανωτικός διευθυντής του Ράιχ, ο Στράσσερ έχαιρε μεγάλου σεβασμού στη βάση του κόμματος. Εθεωρείτο επίσης από τους Γερμανούς βιομηχάνους ως ένας από τους λίγους εθνικοσοσιαλιστές με τους οποίους θα μπορούσε κανείς να συνεργαστεί.

Την παραμονή της πρώτης συνεδρίασης του Ράιχσταγκ, ο Χίτλερ έδωσε εντολή στους βουλευτές του NSDAP να υιοθετήσουν σκληρή γραμμή, υποστηρίζοντας ότι «ποτέ ένα μεγάλο κίνημα δεν νίκησε ακολουθώντας το δρόμο του συμβιβασμού». Ο Στράσσερ, από την πλευρά του, κάλεσε τους κρατικούς επιθεωρητές του NSDAP και υποστήριξε ότι ο Χίτλερ δεν ακολουθούσε μια «σαφή γραμμή» από τον Αύγουστο του 1932, εκτός από το ότι «ήθελε να γίνει καγκελάριος με κάθε κόστος». Δεδομένου ότι δεν υπήρχε καμία ρεαλιστική πιθανότητα να συμβεί αυτό εκείνη τη στιγμή (Νοέμβριος 1932), ο Χίτλερ διακινδύνευε την αποσύνθεση και την παρακμή του κινήματος. 

Υπήρχαν δύο τρόποι για να επιτευχθεί η άνοδος του κόμματος στην εξουσία, υποστήριξε ο Στράσσερ. Η νόμιμη – οπότε ο Χίτλερ θα έπρεπε να είχε αποδεχθεί τη θέση του αντικαγκελάριου και να προσπαθήσει να τη χρησιμοποιήσει ως πολιτικό μοχλό. Και η παράνομη – η οποία θα συνεπαγόταν την προσπάθεια βίαιης κατάληψης της εξουσίας μέσω των SS και των SA. Θα ακολουθούσε τον Φύρερ του σε οποιοδήποτε μονοπάτι, είπε ο Στράσσερ, αλλά δεν ήταν πλέον διατεθειμένος να περιμένει επ' αόριστον.

Αφού έλαβε τις πληροφορίες αυτής της συνάντησης, ο Χίτλερ συναντήθηκε με τους κρατικούς επιθεωρητές στη σουίτα του ξενοδοχείου του για να αντικρούσει τα επιχειρήματα που προέβαλε ο Στράσσερ. Το να γίνει αντικαγκελάριος, είπε, θα οδηγούσε γρήγορα σε θεμελιώδεις διαφορές με τον Πάπεν, ο οποίος θα είχε απορρίψει οποιαδήποτε πρωτοβουλία από την πλευρά του (του Χίτλερ) και έτσι θα έδειχνε ότι ο Χίτλερ ήταν ανίκανος να κυβερνήσει. «Αρνούμαι να ακολουθήσω αυτόν τον δρόμο και εξακολουθώ να περιμένω μέχρι να μου προσφερθεί η καγκελαρία», δήλωσε ο Χίτλερ. «Η μέρα θα έρθει, και πιθανώς νωρίτερα από ό, τι νομίζουμε». 

Ακόμη λιγότερο ελπιδοφόρος ήταν ο παράνομος δρόμος προς την εξουσία, τόνισε, δεδομένου ότι ο Χίντενμπουργκ και ο Πάπεν δεν θα δίσταζαν να εκδώσουν διατάγματα που θα επέτρεπαν στον στρατό να πυροβολήσει κατά των συγκεντρώσεων των εθνικοσοσιαλιστών. Συγκεντρώνοντας όλες τις δυνάμεις πειθούς και μελοδράματος, ο Χίτλερ κατάφερε να εξασφαλίσει την πίστη των κρατικών επιθεωρητών. Πίσω από τα παρασκήνια, μια άλλη συνωμοσία εξυφαινόταν. Έχοντας επίγνωση της θέσης του Στράσσερ, ο στρατηγός Σλάιχερ, πρώην υπουργός Άμυνας υπό τον Πάπεν και νυν καγκελάριος του Ράιχ, προσπάθησε για λίγο να συσπειρώσει τις μετριοπαθείς δυνάμεις στο NSDAP υπό τον Στράσσερ για σχηματισμό κυβέρνησης. Σύστησε τον Στράσσερ στον Χίντενμπουργκ και ο τελευταίος είπε ότι ήταν δεκτικός στην ιδέα. Αλλά ο Στράσσερ απέτυχε να κερδίσει την υποστήριξη των συναγωνιστών του. Το σχέδιο του Σλάιχερ απέτυχε.

Ο Χίτλερ έμαθε για τη μυστική συνάντηση του Στράσσερ με τον Χίντενμπουργκ και είδε τους φόβους του για συνωμοσία να επιβεβαιώνονται. Βρίσκοντας εαυτόν σε πολύ δύσκολη θέση, ο Στράσσερ παραιτήθηκε από όλες τις θέσεις του κόμματός του, εγκατέλειψε την έδρα του στο Ράιχσταγκ και υποσχέθηκε να μείνει μακριά από τον πολιτικό ακτιβισμό για δύο χρόνια. Ήταν εντελώς απομονωμένος. Στις 30 Ιουνίου 1934 («η νύχτα των μεγάλων μαχαιριών») για την ακρίβεια, ο Χίτλερ θα σκότωνε τον Στράσσερ.

Τα χρόνια από το 1927 ως το 1932 ο Στράσσερ εκπροσωπούσε την πιο ριζοσπαστική πτέρυγα εντός της κορυφής του NSDAP (ενώ ο αδερφός του Όττο, ο Στένες και άλλοι εκπροσωπούσαν μάλλον την πιο ριζοσπαστική πτέρυγα της βάσης). Έπαιξε σημαντικό ρόλο στη δημιουργία των εθνικοσοσιαλιστικών συνδικάτων (NSBO) που πολλές φορές απήργησαν από κοινού με τους κομμουνιστές (ειδικά το 1931-32), αλλά ήρθε σε ρήξη με τον Χίτλερ μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1932, γιατί θεωρούσε ότι οι Γερμανοί βιομήχανοι δεν θα δέχονταν ποτέ να δώσουν στον Χίτλερ τη θέση του καγκελαρίου, και πρότεινε είτε το συμβιβασμό με τη θέση του αντικαγκελάριου είτε τον παράνομο αγώνα. (Στον υπολογισμό του αυτόν ο Στράσσερ έπεσε έξω, καθώς τον Ιανουάριο του 1933 οι Γερμανοί βιομήχανοι τελικά δέχτηκαν να δώσουν στον Χίτλερ την καγκελαρία).

Σήμερα, σύμφωνα με την εκτίμηση του τμήματος των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών στο κρατίδιο της Θουριγγίας, οι «εθνικο-επαναστατικές» πολιτικές θεωρίες του Γκρέγκορ Στράσσερ και του μικρότερου αδελφού του Όττο, όπως και οι ιδέες του Ερνστ Ρεμ, ασκούν σημαντική επιρροή στις ιδέες αρκετών σύγχρονων εθνικοσοσιαλιστών. Υπήρχε για πολύ καιρό ένα ισχυρό στρασσερικό ρεύμα εντός του NPD, του οποίου η φαινομενική κοινωνική κριτική και η σοσιαλιστική ρητορική, με πρότυπο τους αδελφούς Στράσσερ, αντηχούν ιδιαίτερα στην ανατολική Γερμανία, όπου οι συνέπειες της παλινόρθωσης του καπιταλισμού μετά το 1990 (μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, ανεργία, παραγκωνισμός των ανατολικών εργατών στην αγορά εργασίας) κάνουν τους πολίτες των ανατολικών κρατιδίων πιο ευεπίφορους σε αντικαπιταλιστικές και συνάμα εθνικιστικές ιδέες από ότι στη δυτική Γερμανία.

Gregor Strasser: Εργασία και Ψωμί («Μαύρες Λεγεώνες»)


Gregor Strasser: Εργασία και Ψωμί

Το παρακάτω ιστορικό άρθρο δημοσιεύτηκε την 19η Νοεμβρίου 2021 στο ιστολόγιο «Μαύρες Λεγεώνες» το οποίο μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Ο Γκρέγκορ Στράσσερ ο οποίος προσχώρησε στο NSDAP το φθινόπωρο του 1922 ήταν ένα από τα πιο ταλαντούχα και σημαντικά στελέχη του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Θεωρούμενος δεύτερος μόνο μετά τον Χίτλερ είχε κατορθώσει την εξής σειρά επιτευγμάτων: 

έγινε ηγέτης των SA της Κάτω Βαυαρίας  τον Μάρτιο του 1923, Gauleiter  της Κάτω Βαυαρίας τον Μάρτιο του 1925, Reichspropagandaleitung (υπεύθυνος προπαγάνδας) τον Σεπτέμβριο του 1926, Reichsorganisationsleiter (υπεύθυνος οργάνωσης) τον Ιανουάριο του 1928, έγινε μέλος του Βαυαρικού Landtag τον Απρίλιο του 1924 και εξελέγη στο Ράιχσταγκ ως εκπρόσωπος της Βόρειας Βεστφαλίας τον Δεκέμβριο του 1924 (έδρα την οποία κράτησε μέχρι την παραίτηση του). 

Ήταν ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του NSDAP στα οικονομικά ζητήματα συνεργαζόμενος στενά με τον Otto Wagener, ο οποίος ήταν πρόεδρος του τμήματος Οικονομικής Πολιτικής του NSDAP και με τον Walter Funk, μέλος του οικονομικού συμβουλίου του Κόμματος. 

Σε αυτά τα πλαίσια δόθηκε η ακόλουθη ομιλία του στις 10 Μαΐου 1932 η οποία αναδημοσιεύθηκε και διανεμήθηκε από το Κόμμα σε μορφή φυλλαδίου αποτελώντας την βάση για το «Οικονομικό Πρόγραμμα Εκτάκτου Ανάγκης» που ήταν η δήλωση των οικονομικών αρχών του NSDAP εν΄όψει των εκλογών του Ιουλίου του 1932. 

Η ομιλία «Εργασία και Ψωμί» θεωρείται ίσως η πιο σημαντική εργασία του Γκρέγκορ Στράσσερ αφού σε αυτήν εκθέτει ξεκάθαρα το όραμα ενός εθνικοσοσιαλιστικού αντικαπιταλισμού υποστηρίζοντας την αυτάρκεια, ένα πρόγραμμα πλήρους απασχόλησης των εργαζομένων και την υψηλή παρέμβαση του κράτους στην οικονομία. 

Η ομιλία έχαιρε μεγάλης αναγνώρισης εκείνη την εποχή προκαλώντας το ενδιαφέρον των ηγετών των συνδικαλιστικών οργανώσεων και εγκωμιάστηκε δημόσια από τον Καγκελάριο Bruning.

Εξαντλήθηκε και επανακυκλοφορεί:

Θα το βρείτε από τις εκδόσεις «Λόγχη»

www.logxi.com

2103611590

info@logxi.com

Βιβλιοπαρουσίαση στον σύνδεσμο εδώ ...

ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΨΩΜΙ

Τα έκτακτα διατάγματα είναι το μόνο όπλο του παρόντος συστήματος!

Την τελευταία φορά που μίλησα εδώ τον Οκτώβριο του 1930 ξεκαθάρισα τους λογαριασμούς μας με το Σύστημα και βασισμένος στην εκλογική μας νίκη τον Σεπτέμβρη του 1930 ανακοίνωσα τις βασικές αρχές εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος. Από τότε τίποτα δεν έχει αλλάξει, τίποτα απολύτως! Το μόνο καινούργιο μας βίωμα είναι το νέο όπλο του συστήματος που λέγεται έκτακτο διάταγμα. 

Κατά τα άλλα δεν έχει προκύψει καμία νέα και κυρίως καμία λυτρωτική ιδέα στις πολιτικές εξελίξεις. Την αιτία για όλο αυτό την βρίσκω στο ότι οι κυβερνώντες της Γερμανίας περιορίστηκαν στο να επικεντρώσουν όλη την πολιτική τους προσπάθεια στην καταστολή και τον αποκλεισμό από την εξουσία των εθνικών και κοινωνικών δυνάμεων που ενυπάρχουν στον εθνικοσοσιαλισμό όπως και στο γεγονός ότι η κυβέρνηση αναγνωρίζει μόνο έναν αγώνα: τον αγώνα εναντίον μας και όχι τον αγώνα για τα συμφέροντα του γερμανικού λαού.

Όλες οι ενέργειες της κυβέρνησης κατά την τελευταία προεκλογική εκστρατεία, όλη η προπαγάνδα και όλα τα μέσα που διατίθενται για να επηρεάσουν τον λαό αφιερώθηκαν στο να μας συκοφαντούν. Δεν έγινε καμία αναφορά στις ενδιάμεσες επιτυχίες της κυβέρνησης.

Η πρόσφατη δήλωση του Καγκελαρίου του Ράιχ ότι η ανάληψη της εξουσίας από τους εθνικοσοσιαλιστές θα συνεπαγόταν αυτόματα χάος, πληθωρισμό και εμφύλιο πόλεμο από πολιτικής σκοπιάς είναι επικίνδυνη αφού δεν υπάρχει κανείς που να αμφιβάλλει ότι η λύση του μεγάλου γερμανικού προβλήματος δεν θα επέλθει χωρίς την συγκατάθεση μας και την βοήθεια μας.

Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ.

Παρά την άνευ προηγουμένου αντίσταση όλων των ανθρώπων που εμπλέκονται στο σύστημα Bruning και όλων των ανδρών της κυβέρνησης οι τελευταίες εκλογές επέφεραν την αδιάκοπη και ακαταμάχητη άνοδο του κινήματος. Νομίζω είναι καιρός οι Γερμανοί αξιωματούχοι να βγάλουν τα κομματικά γυαλιά και να ρίξουν μια προσεκτική ματιά στους λόγους της ανόδου μας.

Όταν κάποιοι ισχυρίζονται πεισματικά πως η άνοδος των εθνικοσοσιαλιστών οφείλεται στην εκτεταμένη δυσαρέσκεια του γερμανικού λαού τότε πρέπει να τους ρωτήσω από που προέρχονται όλοι αυτοί οι δυσαρεστημένοι άνθρωποι και γιατί είναι δυσαρεστημένοι; Προφανώς φταίνε τα κυβερνητικά κόμματα και η κυβέρνηση που υποστηρίζεται από αυτά.

Αλλά αυτό δεν αποτελεί επαρκή εξήγηση. Δεν αρκεί καν να πω ότι ο λόγος της ανόδου του κινήματος μας είναι το πρόσφατα αφυπνισμένο εθνικό συναίσθημα που έχοντας καταπνιγεί ανόητα και εξωφρενικά τόσα χρόνια αναπτύσσεται όλο και πιο έντονα τώρα. Εδώ εμπλέκονται πολλά περισσότερα.

Η άνοδος του εθνικοσοσιαλιστικού κινήματος είναι η διαμαρτυρία ενός λαού ενάντια σε ένα κράτος που του αρνείται το δικαίωμα στην εργασία και την αποκατάσταση της φυσικής του διαβίωσης. Είναι η διαμαρτυρία ενάντια σε ένα κράτος που επιτρέπει και επιβάλει ένα οικονομικό σύστημα που παραποιεί τη φυσική παραγωγικότητα, καίει το σιτάρι, πετάει τον καφέ στην θάλασσα, συσσωρεύει ανόητα βασικά προϊόντα και όλα αυτά μόνο για να ανέβουν οι τιμές και τα κέρδη του χρηματιστηρίου.

Κύριοι κομμουνιστές πάντοτε μου άρεσε η συζήτηση και κανείς δεν μπορεί να μου χρεώσει ότι αποφεύγω την καυστική πολιτική διαφωνία. Ωστόσο τώρα που θα μιλήσω για τα επείγοντα προβλήματα της Γερμανίας και ειδικά για την ανάγκη δημιουργίας θέσεων εργασίας έχω το δικαίωμα να απαιτήσω τον σεβασμό σας.

Πρέπει να ισχυριζόμαστε σταθερά και να θυμόμαστε ακράδαντα (η ικανότητα να πράττουμε έτσι είναι εδραιωμένη στον εσωτερικό πυρήνα της σκέψης του γερμανικού λαού) ότι ο καλός Θεός επιτρέπει μια ποικιλία καλλιεργήσιμων ειδών σε όλο τον κόσμο προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της ανθρωπότητας. Εάν η σημερινή παγκόσμια οικονομία δεν μπορεί να διανείμει δίκαια τον πλούτο της φύσης τότε αυτό το σύστημα είναι λάθος και πρέπει να αλλάξει για να ζήσουν οι άνθρωποι!

Ο γερμανικός λαός διαμαρτύρεται ενάντια σε μία οικονομική τάξη που σκέφτεται μόνο με όρους χρήματος, κέρδους και μερισμάτων και που έχει ξεχάσει να σκέφτεται την εργασία και τα επιτεύγματα.

Η μεγάλη αντικαπιταλιστική λαχτάρα (όπως αρέσκομαι να την αποκαλώ) που έχει κυριεύσει τον λαό μας, που έχει ήδη πείσει ίσως το 95% του λαού συνειδητά ή ασυνείδητα, δεν είναι μια απόρριψη της ιδιοκτησίας γενικότερα, ακόμη και αυτής που έχει αποκτηθεί ηθικά με κόπο και θυσία. Δεν έχει πάνω από όλα καμία σχέση με τις παράλογες, αντι-παραγωγικές και καταστροφικές τάσεις της Κομιντέρν. 

Είναι η διαμαρτυρία των εργαζομένων εναντίον ενός εκφυλισμένου συστήματος οικονομικής σκέψης. Απαιτεί από το κράτος να διακόψει τις σχέσεις του με τους «δαίμονες» του χρυσού, της παγκόσμιας οικονομίας και του υλισμού. Απαιτεί από το κράτος να πάψει να σκέφτεται αποκλειστικά με στατιστικούς όρους της Reichsbank και απαιτεί να βρεθεί ένας τρόπος ο οποίος θα εξασφαλίζει μία τιμητική απόδοση για την έντιμη εργασία.

Η μεγάλη αντικαπιταλιστική λαχτάρα αποδεικνύει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μία μεγάλη, μία θαυμάσια καμπή: το γκρέμισμα του φιλελευθερισμού και την άνοδο ενός νέου είδους οικονομικής σκέψης και μίας νέας αντίληψης γύρω από το κράτος.

ΤΟ ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ.

Έχω δηλώσει ότι η ανεργία και η ανάγκη παροχής εργασίας είναι τα πιο επείγοντα προβλήματα και θέλω δράττοντας την ευκαιρία να παρουσιάσω στον γερμανικό λαό τα σχέδια και τις ιδέες που αναπτύξαμε εμείς οι εθνικοσοσιαλιστές σχετικά με τα ζητήματα αυτά τους προηγούμενους μήνες. Λέμε εδώ και χρόνια πως τα ακόλουθα προβλήματα είναι επίμαχα για την Γερμανία: η βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των αγροτών, η αναγκαιότητα της εσωτερικής επανεγκατάστασης, η μείωση της μετανάστευσης προς την πόλη, η ανάκαμψη του εμπορίου και του νομισματικού συστήματος, η αύξηση της εσωτερικής παραγωγής η οποία συμβαδίζει με την κλειστή οικονομία, η εξασφάλιση επαρκούς προμήθειας τροφίμων, η οργάνωση της εθνικής εργασίας, η δημιουργία εσωτερικής αγοράς με την συνεργασία της βιομηχανίας, η αναθεώρηση του κτηματολογικού νόμου και ίσως το πιο σημαντικά από όλα, αυτό που αποκαλώ «καθήκον στην εργασία» και «καθήκον παροχής τροφίμων» δηλαδή η υποχρέωση του Γερμανού να αφιερώσει όλη του την προσπάθεια για την κάλυψη των αναγκών του έθνους. Απαιτούμε την βαθμολόγηση και την αποτίμηση του ατόμου σύμφωνα με την έκταση των επιτευγμάτων του. Το αν εργάζεται ως μυστικοσύμβουλος ή ανειδίκευτος εργάτης δεν έχει καμία σημασία.

Για να επιστρέψουμε στην παροχή εργασίας και στο πραγματικό πρόγραμμα πλήρους απασχόλησης πρέπει να ξεκαθαρίσουμε στο μυαλό μας κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις σημερινές αντιλήψεις: Υπάρχουν στον κόσμο δύο αιώνιες αρχές από τις οποίες πηγάζουν όλα όσα χρειαζόμαστε, ότι έχουμε και ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε - οι φυσικοί πόροι και η εργασία. Με άλλα λόγια όλες οι δηλώσεις ότι «το κεφάλαιο δημιουργεί εργασία» είναι ψευδείς.

Η ΕΡΓΑΣΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ!

Δύο πράγματα είναι απαραίτητα για να μπορέσει να προσεγγίσει κανείς επαρκώς το ζήτημα της παροχής εργασίας. Πρώτον το άρθρο 163 του συντάγματος της Βαϊμάρης πρέπει να αλλάξει. Νομίζω ότι δείχνει τη συνειδητή δειλία της συντακτικής συνέλευσης η φράση «κάθε Γερμανός πρέπει να έχει δικαίωμα στην εργασία». Η φράση αυτή εκφράζει την αδυναμία και την απροθυμία αυτών των ανθρώπων να κατευθύνουν το κράτος και την οικονομία σύμφωνα με τις οργανικές αρχές και να δώσουν δουλειά σε όποιον ειλικρινά επιθυμεί να εργαστεί. Το άρθρο 163 πρέπει να αλλάξει έτσι ώστε να λέει «κάθε Γερμανός πρέπει να έχει δικαίωμα στην εργασία εφόσον είναι ειλικρινά πρόθυμος να εργαστεί». 

Το άρθρο 163 του συντάγματος το οποίο ρυθμίζει το δικαίωμα στην εργασία πρέπει να συμπληρωθεί με το αίτημα που διατύπωσα νωρίτερα: την αξιοποίηση της εργασίας για το συλλογικό όφελος. Από την εργασία προέρχονται τα απαραίτητα είδη διαβίωσης: τροφή, στέγη, ρούχα, φως και ζεστασιά. Η εργασία και όχι το κεφάλαιο είναι ο πλούτος ενός λαού. Τα πάντα πηγάζουν από την εργασία!

Επομένως όταν το κράτος βρίσκεται αντιμέτωπο με το πρόβλημα της παροχής εργασίας δεν πρέπει ποτέ να αναρωτιέται «υπάρχουν χρήματα;». Η μόνη ερώτηση η οποία πρέπει να θέσει είναι «πως πρέπει να διατεθούν τα χρήματα». Χρήματα υπάρχουν πάντα για την παροχή απασχόλησης το μόνο πρόβλημα θα είναι η επέκταση της πίστωσης η οποία είναι απολύτως δικαιολογημένη για την παραγωγικότητα της οικονομίας. Αυτό που λέμε είναι τόσο βάσιμο όσο και ο πληθωρισμός σας και τόσο ασφαλές όσο και οι ρωσικές πιστώσεις σας μάλιστα ασφαλέστερο από τα χρήματα που χρησιμοποιήσατε για τη σταθεροποίηση των γερμανικών τραπεζών. Στο ζήτημα της παροχής εργασίας το ερώτημα δεν μπορεί παρά να είναι: από που να ξεκινήσουμε; Πρέπει να βρεθεί το σημείο εκκίνησης. Επ' αυτού πρέπει να ειπωθούν τα εξής. 

Για την ικανοποίηση της πιο σημαντικής από τις ανθρώπινες ανάγκες, της ανάγκης για τροφή, η Γερμανία εξακολουθεί να εξαρτάται από ξένες χώρες. Αλλά σε τελευταία ανάλυση ένας λαός που εξαρτάται από ξένες χώρες δεν είναι ποτέ σε θέση να λύσει τα διεθνή του προβλήματα και να αποκτήσει την ελευθερία του. Με άλλα λόγια: πρέπει να καταστήσουμε εφικτή την παραγωγή σε γερμανικό έδαφος για την επιβίωση ολόκληρου του λαού. Θα έπρεπε να το είχαμε κάνει ήδη προτού φτάσουμε στα σημερινά επίπεδα ανεργίας. Θα έπρεπε να το είχαμε κάνει ως απάντηση στην Συνθήκη των Βερσαλλιών η οποία περιόρισε τον ζωτικό μας χώρο και συνεπώς κατέστησε αυτομάτως αναγκαία την αναδιοργάνωση της γεωργικής παραγωγής. 

Επιπλέον χρειαζόμαστε στην Γερμανία μια μεγάλης κλίμακας στεγαστική και πληθυσμιακή πολιτική, δηλαδή την εκκένωση των μεγάλων πόλεων. Οι πόλεις συρρικνώνονται ήδη, γεγονός που αποδεικνύει ότι η εγγενής δύναμη των ανθρώπων, το ασυνείδητο συναίσθημα αρχίζει να ακολουθεί τον σωστό, φυσικό, οργανικό δρόμο. Δεν χρειάζεται να διερευνήσω περαιτέρω αυτό το ζήτημα και τις προεκτάσεις του. Σε τελευταία ανάλυση το στεγαστικό πρόβλημα είναι το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα και είναι αδύνατον για ένα άτομο το οποίο ζει σε μία φρικτή, κρύα, σκοτεινή τρύπα ενός διαμερίσματος μεγάλης πόλης να έχει κάποια ενσυναίσθηση των πολιτικών αναγκών του λαού. Πρέπει να βοηθήσουμε να βελτιωθεί η ζωή αυτών των ανθρώπων χτίζοντας οικιστικές αναπτύξεις που θα αποτελούν ιδιωτικές οικίες.

Η κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να κινηθούν τα ελεύθερα επαγγέλματα στην Γερμανία φαίνεται ξεκάθαρα. Μας την προδιαγράφει η ίδια μας η οικονομία και οι ανάγκες του λαού μας: αύξηση της παραγωγής τροφίμων και επίτευξη κατασκευαστικών έργων τα οποία θα οδηγήσουν σε μια εξαιρετική τόνωση της αγοράς εργασίας αυξάνοντας έτσι την αγοραστική δύναμη. Για την οικοδόμηση των οικιστικών αναπτύξεων θα επαναπροσληφθούν άνεργοι οι οποίοι θα πληρωθούν με μισθό. Αλλά για να το πετύχουμε αυτό πρέπει καταρχήν να απορρίψουμε έναν κανόνα που διέπει συχνά τις συναλλαγές του Οικονομικού Συμβουλίου. Εννοώ το σύνθημα περί «εσφαλμένης κατεύθυνσης κεφαλαίων». Υπάρχουν ακόμη άνθρωποι εντελώς μολυσμένοι με την φιλελεύθερη σκέψη που διακηρύττουν: εάν δημιουργήσουμε περισσότερες θέσεις εργασίας μέσω διευρυμένης πίστωσης ή διευρύνοντας την προσφορά χρήματος σε έναν τομέα της γερμανικής οικονομίας τότε τα χρήματα αυτά θα λείψουν από έναν άλλο τομέα.

Για τον σύγχρονο άνθρωπο αυτή η άποψη είναι αδιανόητη αφού η εργασία δημιουργεί νέα εργασία βρισκόμενη σε μια συνεπή και συνεχή εξέλιξη.  Οποιοσδήποτε απασχολούμενος αποτελεί μία ακόμη οικονομική μονάδα επομένως δεν μπορεί να υπάρξει «λανθασμένο κεφάλαιο». Θα σας πω πως πιστεύω ότι μπορεί να επιτευχθεί η χρηματοδότηση. Χρειαζόμαστε την εξοικονόμηση πόρων από την ελάφρυνση της ανεργίας, τα πρόσθετα φορολογικά έσοδα που θα προκύψουν από την επαναφορά της οικονομίας σε λειτουργία, κάποια πληρωμή από τον ίδιο τον δικαιούχο και τα υπόλοιπα θα τα αποκτήσουμε με μία παραγωγική δημιουργία κεφαλαίων.

Υπάρχει αρκετή γη στην Γερμανία. Οκτώ και ένα δεύτερο εκατομμύρια στρέμματα μπορούν να διατεθούν προς αποξήρανση. Τα δύο εκατομμύρια στρέμματα βαλτότοπων και το ένα εκατομμύριο που κάποτε καλλιεργούνταν αλλά τώρα βρίσκεται σε αγρανάπαυση - όλα αυτά καθιστούν δυνατή σε στρογγυλούς αριθμούς την απασχόληση ενός εκατομμυρίου ανέργων για πέντε χρόνια με κανονικούς μισθούς αν εφαρμοστεί υποχρεωτική εργατική υπηρεσία. Πραγματικά εκπλήσσομαι όταν άνθρωποι της ηλικίας μου που υπερασπίζονταν επί τέσσερα χρόνια με κίνδυνο την ζωή τους τα γερμανικά σύνορα αντιστέκονται στην ιδέα ένας εικοσάχρονος Γερμανός να εργαστεί υποχρεωτικά για τον λαό του για έναν χρόνο.

Οι κύριοι της αριστεράς αντιτίθενται στην υποχρεωτική εργασία όχι επειδή ως κομμουνιστές αντιτίθενται στην βία αυτή καθαυτή αλλά επειδή γνωρίζουν πολύ καλά πως η αξία της εργατικής υπηρεσίας δεν έγκειται μόνο στις υλικές επιτυχίες αλλά κυρίως στην εκπαίδευση γύρω από μία νέα γερμανική ιδέα περί κράτους. Αυτή η νέα εκπαίδευση γύρω από την έννοια του κράτους θα καταστρέψει την κοσμοθεωρία των κομμουνιστών!

Μεταξύ των τρόπων βελτίωσης του εδάφους είναι επίσης η μέθοδος της λίπανσης. Είναι αδιανόητο επειδή ο αγρότης δεν έχει αγοραστική δύναμη το λίπασμα να μένει στο εργοστάσιο και να μην ωφελεί το έδαφος, παρόλο που, αν είχαμε σωστή πολιτική τιμών η λίπανση θα ήταν αυτομάτως κερδοφόρα και ως εκ τούτου προσιτή στον Γερμανό αγρότη ανά πάσα στιγμή. Έχω ξαναπεί και λέω άλλη μία φορά: τα έργα που θα εκτελεστούν θα εκτελούνται με σταθερούς μισθούς. Θα επανέλθω εν κατακλείδι στα θέματα της χρηματοδότησης

Η βελτίωση του εδάφους σε μικρές και μεσαίες ιδιοκτησίες θα πρέπει κατά την γνώμη μας να πραγματοποιηθεί από εδαφοβελτιωτικούς συνεταιρισμούς υπό την εποπτεία του κράτους.

H ανάγκη για εξοπλισμό, στέγαση και ρουχισμό που θα δημιουργηθεί από αυτά τα έργα θα απασχολήσει περισσότερα τμήματα του εργατικού δυναμικού στη βιοτεχνία, τη βιομηχανία, το εμπόριο και τις μεταφορές. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι ουσιαστικά είναι απλώς θέμα εκκίνησης του κινητήρα. Η εργασία δημιουργεί περισσότερη εργασία. Δεν χρειάζεται μεγάλη κρατική παρέμβαση εδώ αλλά οι πρώτες μεγάλες προμήθειες πρέπει να προέρχονται από το κράτος γιατί κανένας ιδιώτης επιχειρηματίας δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει ένα τέτοιο πρόβλημα σήμερα. Από την στιγμή που οι μεγάλες προμήθειες δρομολογηθούν τότε είμαι σίγουρος ότι μέσα σε δύο χρόνια θα έχουμε κανονική εξέλιξη. Αυτό είναι το αιώνιο όφελος της εργασίας που είναι η βάση της ζωής και των πάντων.

Τα έργα βελτίωσης του εδάφους και της δημιουργίας καλλιεργήσιμης χερσαίας γης θα δημιουργήσουν ευκαιρίες επανεγκατάστασης για 100.000 άτομα ετησίως. Εδώ κάνω διάκριση μεταξύ των οικιστικών κατασκευών κοντά στην πόλη για τους κατοίκους της πόλης και τους οικισμούς στην ύπαιθρο, ένα πρόβλημα που έχει εν μέρει αντιμετωπιστεί στα ανατολικά. Εάν επανεγκατασταθούν 100.000 άνθρωποι ετησίως (οφείλω να ομολογήσω ότι ο αριθμός αυτός είναι κάπως ψηλός αλλά μπορεί να επιτευχθεί) μετά από από πέντε χρόνια θα έχουμε μισό εκατομμύριο νέους εποίκους στα ανατολικά και ως εκ τούτου τεράστιες γεωγραφικές και στρατιωτικές δυνατότητες που δεν μπορούμε να συζητήσουμε σήμερα.

Έρχομαι τώρα σε ένα θέμα για το οποίο οι κύριοι της αριστεράς με έχουν συχνά κατηγορήσει. Με κατηγορούν για το γεγονός ότι στην διακήρυξη του δικαιώματος στην εργασία και της υποχρέωσης στην εργασία (την οποία θεωρούμε απαραίτητη για να προσεγγίσουμε αυτά τα προβλήματα με ελπίδες επιτυχίας) υπάρχει περιορισμός της ατομικής ελευθερίας. Σε τελική ανάλυση έχουμε ήδη παραγράφους στο σύνταγμα της Βαϊμάρης που λένε ότι σε περιόδους έκτακτης ανάγκης ο πολίτης μπορεί να υποχρεωθεί να καταβάλει συγκεκριμένες προσπάθειες. Αν νομίζετε ότι μπορείτε να λύσετε το πρόβλημα χωρίς βία, αν θέλετε δηλαδή να λιμοκτονήσετε για χάρη της ελευθερίας, προχωρήστε! Γιατί η πείνα θα είναι αναπόφευκτη αν συνεχιστεί το σημερινό σύστημα και η παρούσα οικονομική σκέψη.

Ένα κράτος το οποίο παραχωρεί στον λαό του το δικαίωμα στην εργασία πρέπει να ορίζει την υποχρέωση να εργάζεσαι τόσο για χάρη του ατόμου όσο και για χάρη του έθνους. Ένα τέτοιο κράτος πρέπει φυσικά να λάβει τις πιο εκτεταμένες προφυλάξεις ώστε τα αγαθά που παράγονται από τους συμμετέχοντες στην υπηρεσία εργασίας να μην πέσουν στα χέρια ιδιωτών κερδοσκόπων. Με άλλα λόγια το γερμανικό κράτος θα πρέπει να καθιερώσει ολοκληρωμένο έλεγχο της αγοράς τροφίμων προκειμένου να αποτραπούν τα δικαιολογημένα παράπονα όσων στρατολογούνται στην υπηρεσία εργασίας.

Εάν συνεχιστούν οι σημερινές καταστροφικές τάσεις δεν νομίζω ότι τέτοιοι έλεγχοι θα είναι αποτελεσματικοί χωρίς το μονοπώλιο στα σιτηρά. Διότι μεταξύ των αγροτικών κύκλων έχω ακούσει επανειλημμένα το εξής: τα αποθέματα τροφίμων είναι ήδη πολύ μικρά τους τελευταίους μήνες της συγκομιδής επειδή η αγροτική έκτακτη ανάγκη μειώνει όλο και περισσότερο τις εκτάσεις καλλιέργειας.

Είμαι επίσης πεπεισμένος ότι ο έλεγχος της αγοράς τροφίμων προσφέρει την μόνη δυνατότητα επίλυσης του προβλήματος των μισθών στη Γερμανία. Τις τελευταίες εβδομάδες ευρισκόμενος στην Κρατική Βιβλιοθήκη της Κάτω Βαυαρίας ψάχνοντας παλιές εφημερίδες από τα μέσα του περασμένου αιώνα, διάβασα ομιλίες ανδρών όπως οι πολιτικοί von Hasenbradl και άλλοι που όταν άρθηκαν οι φόροι της Βαυαρικής Αστυνομίας (που μέχρι τότε λειτουργούσαν ως έλεγχοι στα τρόφιμα) προέβλεψαν πληθωρισμό και καταστροφή της οικονομίας. Θα μπορούσα να πω ότι αυτές οι μελέτες με έμαθαν να αξιολογώ τον συχνά γελοιοποιημένο «Βαυαρικό Πόλεμο της μπύρας». 

Στην Βαυαρία μία ποσότητα μπύρας αντιπροσώπευε μια πολύ συγκεκριμένη ποσότητα εργασίας και μια πολύ συγκεκριμένη ποσότητα περιουσίας. Η άνοδος της τιμής κατά μία δεκάρα θα σήμαινε την αύξηση της τιμής για όλα τα αγαθά γενικά. Βλέπω τις τεράστιες δυσκολίες των σημερινών διαπραγματεύσεων για τους μισθούς ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι το κράτος δεν μπορεί να προσεγγίσει το μισθολογικό πρόβλημα κάτω από ένα τέτοιο πρότυπο. Η ανάγκη προστασίας των τροφίμων από την κερδοσκοπία μέσω της αύξησης της παραγωγής ως αποτέλεσμα της αναδιοργάνωσης πρέπει και θα μας δώσει την ευκαιρία να λύσουμε τα παρακάτω ζητήματα: έλεγχος της αγοράς τροφίμων και πέραν αυτού του μισθολογικού προβλήματος γενικότερα.

Είναι σαφές ότι η γεωργία πρέπει να καταστεί κερδοφόρα αν θέλουμε να κάνουμε την αρχή στη βελτίωση του εδάφους. Αλλά εξίσου απαραίτητη είναι η απαίτηση οι εισαγωγές να περιοριστούν προτού η βελτίωση του εδάφους μπορέσει να βοηθήσει τον Γερμανό αγρότη να παράγει περισσότερα.

Ο περιορισμός των εισαγωγών ή ο καθορισμός ποσοστώσεων - κάναμε τέτοιες προτάσεις και σας δώσαμε την ευκαιρία να εκφράσετε την γνώμη σας επ΄αυτών - είναι απαραίτητα για να μπορέσουμε να προσφύγουμε με επιτυχία στην πρωτοβουλία του αγρότη και να καταστήσουμε την γεωργία κερδοφόρα. Το να καταστεί η γεωργία κερδοφόρα επιτυγχάνεται κατά την γνώμη μας με την στήριξη των τιμών - εδώ και πάλι προτείνω για συζήτηση το ζήτημα του πλήρους μονοπωλίου - και κυρίως με τη μείωση του επιτοκίου, ειδικά για τα πρώτα δάνεια όπου θα είναι πραγματικά αποτελεσματικά.

Είμαστε επίσης πεπεισμένοι ότι είναι απαραίτητο να τεθεί ολόκληρο το σύστημα γεωργικών πιστώσεων σε νέα βάση. Πέρα από αυτό (και το λέω ως πολιτικός, όχι ως ειδικός) δεν βλέπω την ανάγκη δημιουργίας μιας εκτεταμένης οργάνωσης για την γερμανική αγροτιά. Εκείνη την στιγμή που το κράτος θα αναλάβει ως εγγυητής της βιωσιμότητας της γερμανικής γεωργίας - και θα κάθε κράτος θα πρέπει να πράττει έτσι αν δεν θέλει καταρρεύσει- εκείνη τη στιγμή όλες οι σημερινές οργανώσεις αντιπολίτευσης που προέκυψαν δικαιολογημένα απλά θα χάσουν κάθε αιτία ύπαρξης τους.

ΠΩΣ ΘΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΘΕΙ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ.

Τώρα στρέφομαι στο ζήτημα της χρηματοδότησης της εργασίας. Όταν το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα απαιτεί την εκτέλεση μεγάλων έργων ως θεραπεία για την ανεργία, οι εκπρόσωποι του παρόντος πολιτικού συστήματος διατυπώνουν πάντα την ίδια αντίρρηση: μας λείπουν τα μέσα. Αυτό είναι εντελώς ψευδές. Αν κάποιος είναι φτωχός πρέπει να εργαστεί περισσότερο προκειμένου να εξασφαλίσει την ευημερία του. Όσο φτωχότερος είναι ένας λαός τόσο περισσότερο πρέπει να εργάζεται γιατί η αύξηση της ευημερίας μπορεί να προέλθει μόνο από δύο εξωτερικές πηγές: την εργασία και τους φυσικούς πόρους.

Η χρηματοδότηση ενός, μεγάλης κλίμακας, προγράμματος παροχής απασχόλησης είναι απολύτως εφικτή. Δίνω ως παραδείγματα την βελτίωση του εδάφους και την κατασκευή οικιστικών αναπτύξεων. Και τα δύο παρέχουν εκτεταμένες ευκαιρίες απασχόλησης. Είναι απαραίτητο η χρηματοδότηση να πραγματοποιηθεί από μία τράπεζα που θα έχει συσταθεί αποκλειστικά για αυτόν τον σκοπό ως μια κρατική εταιρεία οικοδομών και δανειοδοτήσεων. Στο παρελθόν είτε γελούσατε, είτε διαμαρτυρόσασταν «εταιρεία οικοδομών και δανείων» λέγατε περιπαικτικά. Σήμερα δεν διαμαρτύρεστε γιατί η τράπεζα «αποδοχής και εγγυήσεων» που επιβλήθηκε λόγω της έκτακτης ανάγκης είναι κάτι πολύ παρόμοιο.

Οι εργαζόμενοι που θα εργάζονται με το πρόγραμμα πλήρους απασχόλησης θα λαμβάνουν πλήρεις αποδοχές εν αντιθέσει με αυτούς που θα εργάζονται στην υπηρεσία εργασίας. Πρέπει τώρα να συντομεύω γιατί ο χρόνος τελειώνει: αν σε εδαφοβελτιωτικά έργα, οικιστικές αναπτύξεις και άλλα παρόμοια μετατρέψουμε τις δαπάνες για υλικά όσο το δυνατόν περισσότερο σε μισθούς τότε το κόστος θα κατανεμηθεί κατά μέσο όρο με τον ακόλουθο τρόπο. Το γραφείο ασφάλισης ανέργων του Ράιχ θέτει στην διάθεση της νέας τράπεζας (της οικονομικής και δανειοδοτικής εταιρείας) τις εισφορές που μέχρι τότε είχαν καταβληθεί για την αποζημίωση ανεργίας. Έτσι η τράπεζα λαμβάνει το 30% του συνολικού ποσού που απαιτείται για τους μισθούς. Αν ξεκινήσει η συγκεκριμένη διαδικασία η ανεργία θα σταματήσει. 

Οι άνθρωποι οι οποίοι θα εργασθούν κάτω από την νεοδημιουργηθείσα διαδικασία θα αποσυρθούν από το επίδομα ανεργίας και θα συμπεριληφθούν εδώ εν όλω ή εν μέρει. Τότε δεν θα χρειάζεται η παράταση του επιδόματος ανεργίας. Εάν το ένα εκατομμύριο εργάζεται τότε το 6,5% των όσων λαμβάνουν επίδομα ανεργίας σταματάει να βαραίνει τα ταμεία. Αυτό το ποσό αντιπροσωπεύει το 5% των χρημάτων που απαιτείται για την χρηματοδότηση. Μετά εφόσον υπάρχει εργασία υπάρχουν και χρήματα προς φορολόγηση. Όταν το συνολικό εισόδημα του εργατικού δυναμικού αυξάνεται και μειώνεται τα φορολογικά έσοδα αυξάνονται και μειώνονται παράλληλα. Υπάρχει λοιπόν εδώ μια στενή σχέση που δεν επιδέχεται αμφισβήτησης.

Προσθέτοντας τα έσοδα από τους φόρους των ανθρώπων της μεσαίας τάξης, τεχνίτες κλπ (αν και υπολογίσαμε ότι στην πραγματικότητα αυτά τα ποσά και οι αποδόσεις μπορούν να φτάσουν σε ψηλότερο επίπεδο όπως 22-23%) έχουμε άλλο ένα 15% για χρηματοδότηση. Προσθέτοντας την συνεισφορά των γεωργών έχουμε άλλο ένα 25%. Σε περίπτωση βελτίωσης του εδάφους η προσφορά του αγρότη θα είναι μεγαλύτερη. Προκειμένου να επιτευχθεί ο εξαγροτισμός μπορούν να επανεγκατασταθούν όσοι έχουν μικρές αποταμιεύσεις οι οποίες δύναται να χρησιμοποιηθούν για αυτό το σκοπό είτε μπορεί να δοθεί σε μελλοντικούς εποίκους η δυνατότητα να αποταμιεύσουν μέσω παρακράτησης από τους μισθούς τους αρκετά ώστε να αγοράσουν ένα μερίδιο 25% δημιουργώντας μια μικροϊδιοκτησία.

Το υπόλοιπο 25% θα καλυφθεί από την οικοδομική και δανειοδοτική εταιρεία (σ.σ εννοεί την κρατική τράπεζα στην οποία αναφέρθηκε παραπάνω «είναι απαραίτητο η χρηματοδότηση να πραγματοποιηθεί από μία τράπεζα που θα έχει συσταθεί αποκλειστικά για αυτόν τον σκοπό ως μια κρατική εταιρεία οικοδομών και δανειοδοτήσεων») η οποία θα εκδώσει πιστώσεις. Με την έκδοση πιστώσεων θα καλυφθεί το μη διαθέσιμο από φορολογικά έσοδα μέρος των χρημάτων. Τώρα θα εξετάσω το πρόβλημα - το οποίο δεν χρειάζεται να εξηγήσω λεπτομερέστατα - της παραγωγικής δημιουργίας πιστώσεων. Η παραγωγική δημιουργία πιστώσεων είναι δυνατή μόνο από ένα έντιμο κράτος το οποίο βρίσκεται σε θέση να σταματήσει την κατάλληλη στιγμή αποτρέποντας δυσάρεστες εξελίξεις.

Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι για όλα αυτά τα νέα εργασιακά σχέδια μια αντίληψη πρέπει να απορριφθεί εντελώς: ο καπιταλιστικός υπολογισμός του κέρδους. Δεν θα ρωτάμε πόσος τόκος δύναται να παραχθεί από μία εργασία προκειμένου να γεμίσουν τα ταμεία του τοκογλύφου. Θα εξετάζουμε μόνο κατά πόσο η χρηματοδότηση τέτοιων έργων επηρεάζει την ευημερία ολόκληρου του έθνους και τι μπορούν να προσφέρουν τέτοια έργα στις πολιτιστικές, οικονομικές και πολιτικές ανάγκες του λαού. Δηλαδή θα πράττουμε σύμφωνα με αυτό που σε εμένα αρέσει να αποκαλώ εθνικοσοσιαλιστικό υπολογισμό του κέρδους.

Το πιο σημαντικό όμως είναι η μείωση των τόκων. Αν δεν απαλλαγούμε από τους τόκους - μειώνοντας τους σε ένα υποφερτό επίπεδο - και τους προδοτικούς ελιγμούς των τραπεζών δεν θα υπάρξει καμία ανάκαμψη στη Γερμανία και όλες οι δυνατότητες που απαρίθμησα παραπάνω θα παραμείνουν δίχως νόημα. Μιλούν για τόκο 5% αλλά κοιτάζοντας πιο προσεκτικά κανείς βρίσκει 2% πρόσθετη χρέωση, άλλα 2% παροχή πίστωσης και στην συνέχεια άλλο 1% ως πρόνοια έναντι υπερανάληψης. Δηλαδή στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τόκος κάτω από 10%. Αυτή είναι μια αφόρητη κατάσταση για έναν λαό που πρέπει να ανασυγκροτήσει την οικονομία του μέσω της εργασίας και των δημοσίων έργων. Οι τόκοι δημιουργούν κεφάλαιο μόνο σε κερδοφόρες οικονομίες. Όταν οι τόκοι καταβάλλονται από το πραγματικό κεφάλαιο τότε το κεφάλαιο καταστρέφεται.

Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι όταν στην Γερμανία αντιμετωπίζουμε την αναγκαιότητα να οργανώσουμε την εσωτερική οικονομία δεν μπορούμε παρά να αναδιοργανώσουμε και την κοινωνική μας ζωή. Η αναδιοργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας είναι προτιμότερη από την πείνα και την παρούσα κατάσταση. Όλο αυτό έχει ως συνέπεια το να βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία νέα εποχή από την οποία δεν μπορούμε να δραπετεύσουμε.

Ο καγκελάριος Bruning έχει σίγουρα προσεγγίσει αυτά τα προβλήματα με καλή θέληση, δεν το αμφισβητήσαμε ποτέ, αλλά μου φαίνεται ότι είναι αδύνατον να λυθούν όσο σπαταλάει τις δυνάμεις του ασχολούμενος με τα ετερογενή κόμματα που απαρτίζουν την κυβέρνηση. Θεωρώ αδύνατον να επιτευχθεί μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση από ένα πλήθος κόμματων πολλώ δε μάλλον να λυθούν τόσο σημαντικά προβλήματα. Για τον λόγο αυτό η «επανάσταση των ψηφοφόρων», όπως αποκαλείται συχνά αυτό το οποίο βιώνουμε σήμερα, έχει δίκιο.  Μικρά κόμματα των οποίων τα αιτήματα είναι αντιστρόφως ανάλογα του μεγέθους τους και τα οποία λόγω της εσωτερικής τους αδυναμίας υπόκεινται σε κάθε είδους διεφθαρμένες επιρροές πρέπει να εξαφανιστούν και δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό.

Σε μεγάλο βαθμό ο γερμανικός λαός έχει πειστεί από τον Αδόλφο Χίτλερ και το κίνημα του. Έχουμε κερδίσει για τους εαυτούς μας το δικαίωμα να κυβερνήσουμε χτίζοντας αυτό το κίνημα από το μηδέν εναντίον όλων σας. Μόνο ο Κύριος μπορεί να μας δώσει την εκπλήρωση και η Ιστορία την κρίση της.

Νέα κυκλοφορία βιβλίου: Otto και Gregor Strasser - Στα αριστερά του Χίτλερ (www.logxi.com)

 


Συνήθως η ιστορική μνήμη συγκρατεί μόνο το κυρίαρχο αφήγημα μιας εποχής και παραγκωνίζει ή διαστρέφει τις άλλες πτυχές που διαμόρφωσαν το ιστορικό γίγνεσθαι.

Στην περίπτωση της Αριστερής έκφρασης του εθνικοσοσιαλισμού συνέβη το ίδιο. Έμεινε μόνο η μνήμη μιας «εσωκομματικής αντιπαλότητας» και παραμερίστηκε κάθε άλλη πλευρά που θα μπορούσε κάτι να συνεισφέρει στην πολιτική επιστήμη.

Το παρόν βιβλίο φέρνει στο φως μια ξεχασμένη ή διαστρεβλωμένη ιδεολογική μορφή που δεν έχει μόνο ιστορικό ενδιαφέρον αλλά αποτελεί μια πρόταση με προεκτάσεις που αγγίζουν το σήμερα και μας υπενθυμίζουν προτεραιότητες που έχουν τεθεί σκόπιμα στο περιθώριο από το καθεστώς.

Μέσα από την ιστορική διαδρομή που ακολουθεί ο αναγνώστης, μέσα από πρόσωπα και γεγονότα μιας άλλης εποχής, αναβιώνει ένα συγκαιρινός μας ιδεολογικός παλμός τον οποίον έχουμε ανάγκη σαν κοινωνικό σύνολο.

Και τότε επανατίθεται το ερώτημα: ποιος ήταν στ’ αλήθεια ο εθνικοσοσιαλισμός και ποια η προοπτική του σήμερα;

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Λόγχη»: Otto και Gregor Strasser - Στα αριστερά του Χίτλερ


Για το ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο εδώ ...

Συλλογικό έργο

Εκδότης: «Λόγχη»

Νοέμβριος 2023

Σελίδες: 344

Πρόλογος: Σταύρος Λιμποβίσης

Επιμέλεια: Άγγελος Δημητρίου 

Τηλεφωνικές παραγγελίες στο 2103611590


info@logxi.com

Αν και έχουν γραφτεί πολλά βιβλία για την γέννηση και την πορεία του NSDAP, υπήρχε ένα κενό το οποιο έρχεται να καλύψει αυτή η έκδοση.

Περιεχόμενα:

Όττο Στράσσερ (1897 – 1974): Παρακμή και Αυτοκρατορία

Μνήμη Όττο Στράσσερ (10.09.1897 – 27.08.1974): Μια βιβλιοκριτική για την ελληνική έκδοση «Όττο Στράσσερ, Η ζωή και η εποχή ενός Γερμανού Σοσιαλιστή»

Τα άγνωστα θραύσματα της ιστορίας: απόσπασμα από την ανακοίνωση αποχώρησης του Όττο Στράσσερ και των υποστηρικτών του από το NSDAP και η ίδρυση του «Μαύρου Μετώπου» (4/7/1930)

Στο πνεύμα των SA: Προς έναν Επαναστατικό Εθνικό Σοσιαλισμό!

Όττο Στράσσερ «Νέα Ευρώπη» Μέρος πρώτο – Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία (του Kerry Bolton)

Ο Στράσσερ όπως τον γνώρισα (του Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ)

Η Γερμανία Αύριο, Όττο Στράσσερ, 1940

Το μανιφέστο του «Μαύρου Μετώπου»

Ο Όττο Στράσσερ για τους Φασίστες.

Η εξέγερση των Ταγμάτων Εφόδου (Sturmabteilung – S.A.) του Βερολίνου και η εσωκομματική διαπάλη στο NSDAP: Κοινωνικό υπόβαθρο και πολιτικές σημαντικές.

Η ιδεολογική διαδρομή του Όττο Στράσσερ

Τα «Τάγματα Εφόδου» και η «Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών»: τολμώντας να θυμηθούμε την 30η Ιουνίου 1934 και την εσωκομματική τραγωδία των Εθνικοσοσιαλιστών!

Σκέψεις του Όττο Στράσσερ

Σκέψεις για θέματα του Μέλλοντος. Άρθρο του Gregor Strasser

Οι 14 θέσεις της γερμανικής επανάστασης

H άνοδος του Εθνικοσοσιαλισμού

Ο Otto Strasser για τους Μαρξιστές

Η Μητρότητα και η Πολεμική Αρετή αποτελούν κλειδιά για τον Εθνικό Σοσιαλισμό

«Για τη φύση του καπιταλισμού»

«Το καπιταλιστικό σκλαβοπάζαρο»

Η άγνωστη πρόταση του Αδόλφου Χίτλερ στον Γκρέγκορ Στράσσερ να αναλάβει το Υπουργείο Οικονομικών

Ο Μαρξισμός ως φιλελευθερισμός

Ο Στρασσερισμός για την ατομική ιδιοκτησία (Μέρος Α)

Ο Στρασσερισμός για την ατομική ιδιοκτησία (Μέρος Β)

To Οικονομικό Πρόγραμμα του NSDAP

Ο Γκρέγκορ Στράσσερ για τον Εθνικοσοσιαλισμό

Οι Σοσιαλιστές εγκαταλείπουν το NSDAP

Το πρόγραμμα των αδελφών Στράσσερ

Επίλογος: η επικαιρική αναγκαιότητα του Σοσιαλισμού