γράφει ο Α.Π.
Στις 26 Φεβρουαρίου 2014, με τη Συρία να καίγεται στη φωτιά του εμφυλίου, ένα κομβόι οχημάτων γεμάτο από τζιχαντιστές του Μετώπου αλ-Νούσρα, του παραρτήματος της Αλ Κάιντα στη Συρία, εξοπλισμένοι με όπλα που τους παρείχε η Δύση μέσω Τουρκίας, περνούσαν από την αλ-Οτέιμπα για να πάνε στη Γούτα, ανατολικά της Δαμασκού. Ξαφνικά, δέκα αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί μηχανισμοί, τοποθετημένοι προσεκτικά στις δύο άκρες του δρόμου, εκρήγνυνται συντονισμένα ο ένας μετά τον άλλο σε διάστημα ενός λεπτού, και το κομβόι των τζιχαντιστών αποδεκατίζεται.
Στη συνέχεια, καλά κρυμμένοι μαχητές της Χεζμπολάχ εμφανίζονται και αποτελειώνουν με χειροβομβίδες ό,τι είχε επιζήσει από τις εκρήξεις. Οι τζιχαντιστές είχαν χάσει μέσα σε λιγότερο από πέντε λεπτά 170 μαχητές και όλο τους τον οπλισμό και τα οχήματα, σε μια επιχείρηση που πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι ανέκοψε την προέλαση των τζιχαντιστών και έγειρε την πλάστιγγα του πολέμου στο κυβερνείο της Δαμασκού υπέρ της συριακής κυβέρνησης.
Τον Αύγουστο του 2013 δύο εκρήξεις στη Βηρυτό είχαν προκαλέσει απώλειες στη Χεζμπολάχ, και ήταν προφανές ότι για αυτές ευθύνονταν τζιχαντιστές της αλ-Νούσρα που κατείχαν περιοχές της Συρίας κοντά στα σύνορα με τον Λίβανο. Τον επόμενο Μάρτιο, μια μονάδα ειδικών δυνάμεων της Χεζμπολάχ επέδραμε στην περιοχή από την οποία είχαν σταλεί οι βόμβες, ένα προπύργιο της αλ-Νούσρα στη Συρία, και χωρίς να χάσει ούτε έναν άνδρα εξουδετέρωσε τους υπεύθυνους των επιθέσεων. Ο αξιωματικός του αμερικανικού FBI, Αλί Σουφάν, θα έγραφε αργότερα, στο βιβλίο του "Anatomy of Terror" ότι αυτές οι επιχειρήσεις ειδικών δυνάμεων της λιβανέζικης σιιτικής οργάνωσης δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από την αμερικανική επιχείρηση δολοφονίας του Μπιν Λάντεν στο Πακιστάν, και οι κομάντος της Χεζμπολάχ δεν ήταν λιγότερο καλά εκπαιδευμένοι από τους Αμερικανούς SEALs.
Ήταν Αύγουστος του 1983, και στο στρατόπεδο εκπαίδευσης της Χεζμπολάχ στην κοιλάδα Μπεκάα του ανατολικού Λιβάνου, οι νεοσύλλεκτοι που είχαν μόλις τελειώσει την εκπαίδευση τους έκαναν μια ιδιότυπη τελετή αποφοίτησης. Ο εκπαιδευτής και οι μαθητές του σχεδίασαν να δοκιμάσουν τις ικανότητές τους στα εκρηκτικά οργανώνοντας μια εικονική ενέδρα. Ξεχώρισαν ένα φορτηγό που έμπαινε στο στρατόπεδο και το περικύκλωσαν κρυφά, ανατινάζοντας μια βόμβα για να ρίξουν ένα δέντρο μπροστά από το όχημα, και πυροβολώντας με τα όπλα τους καθώς επιτέθηκαν. Δύο Σύροι που επέβαιναν στο φορτηγό κρύφτηκαν τρομαγμένοι κάτω από το σασί. Όμως ο συνοδηγός, ένας Λιβανέζος με αρρενωπή εμφάνιση που ακόμα δεν είχε κλείσει τα εικοσιπέντε του χρόνια, βγήκε ήρεμα από το όχημα και κοίταξε τη σκηνή. Οι μαχητές τον αναγνώρισαν αμέσως ως Μουσταφά Μπαντρεντίν, μια θρυλική φιγούρα στην Μπεκάα, από την εποχή που ανήκε στην επίλεκτη "Δύναμη 17" των κομάντος της παλαιστινιακής Φατάχ.
Ο εκπαιδευτής πλησίασε τον Μπαντρεντίν, γελώντας εγκάρδια με τον χαμό που είχε καταφέρει να κάνει αυτός και οι άντρες του και χαιρόταν για την αναστάτωση των δύο Σύρων, που βγήκαν από κάτω από το όχημα τρομαγμένοι και γεμάτοι λάσπη. Ο Μπαντρεντίν, βλέποντας τον εκπαιδευτή - και δεν τον είχε δει για πρώτη φορά - σημείωσε τα «στενά ασιατικά μάτια του που δείχνουν ευφυΐα και πονηριά» και το «κοκαλιάρικο δυνατό σώμα του… γεμάτο ενέργεια». Πίνοντας τσάι, ο Μπαντρεντίν και ο εκπαιδευτής συζήτησαν τα νέα από τη Μέση Ανατολή: ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ συνεχιζόταν χωρίς να φαίνεται τέλος στον ορίζοντα και οι Αμερικανοί και οι Γάλλοι είχαν μόλις στείλει μια ειρηνευτική δύναμη από στρατιώτες τους στον Λίβανο, ο οποίος από το προηγούμενο καλοκαίρι κατεχόταν σε μεγάλο τμήμα του από το Ισραήλ. Ήταν η αρχή μιας διαρκούς φιλίας. Ενάμιση χρόνο αργότερα, ο εκπαιδευτής θα γινόταν κουνιάδος του Μπαντρεντίν όταν παντρεύτηκε τη 15χρονη τότε αδελφή του, Άσμα. Το όνομα του εκπαιδευτή ήταν Imad Mughniyeh, και ήταν ο διοικητής του στρατιωτικού σκέλους της Χεζμπολάχ.
Ο Μπαντρεντίν, όπως και ο Mughniyeh, καταγόταν από τη σιιτική κοινότητα του Νότιου Λιβάνου. Είχαν γνωριστεί στην εφηβεία τους, όταν αμφότεροι συμμετείχαν στην επίλεκτη μονάδα ειδικών δυνάμεων της Φατάχ, τη "Δύναμη 17", που ήταν η σωματοφυλακή του Γιασέρ Αραφάτ. Το 1982, όταν το Ισραήλ εισέβαλε στον Λίβανο για να εκδιώξει τον Αραφάτ και την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, τόσο ο Mughniyeh όσο και ο Μπαντρεντίν πολέμησαν τους Ισραηλινούς. Σύμφωνα με τον Βρετανό δημοσιογράφο Ρόμπερτ Φισκ στο βιβλίο του για τον Λίβανο "Pity the Nation" αλλά και τον Ισραηλινό στρατηγό Σιμόν Σαπίρα (σύμβουλο του Νετανιάχου), η ημερομηνία της 8ης Ιουνίου 1982, δύο ημέρες μετά την ισραηλινή εισβολή στον Λίβανο, όταν 50 σιίτες μαχητές υπό τον Μπαντρεντίν, που πολεμούσαν ακόμα κάτω από τη γενική ομπρέλα της PLO, έστησαν ενέδρα σε ένα κομβόι τεθωρακισμένων των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων στο Khalde νότια της Βηρυτού, θεωρείται από τη Χεζμπολάχ ως ο ιδρυτικός μύθος της «Ισλαμικής Αντίστασης στον Λίβανο», του στρατιωτικού σκέλους της οργάνωσης.
Σε αυτή τη μάχη, η οποία καθυστέρησε την ισραηλινή προέλαση προς τη Βηρυτό για έξι ημέρες, ο μελλοντικός στρατιωτικός ηγέτης της Χεζμπολάχ Μουστάφα Μπαντρεντίν έγινε διάσημος ως ικανός διοικητής. Σύμφωνα με τον Σαπίρα, οι ελαφρά οπλισμένοι σιίτες μαχητές κατάφεραν να καταλάβουν ένα ισραηλινό τεθωρακισμένο όχημα εκείνη την ημέρα και το παρέλασαν στην προωθημένη επιχειρησιακή βάση των Ιρανών Φρουρών της Επανάστασης στο Μπάαλμπεκ, στον Ανατολικό Λίβανο.
Ο Φισκ γράφει: "Κάτω στο Khalde, ένα αξιοσημείωτο φαινόμενο είχε διαμορφωθεί. Οι σιίτες πολιτοφύλακες έτρεχαν ξυπόλητοι με τα πόδια προς τα ισραηλινά πυρά για να εκτοξεύσουν χειροβομβίδες στα ισραηλινά τεθωρακισμένα, στην πραγματικότητα κινούμενοι σε απόσταση έξι μέτρων από τα τανκς για να ανοίξουν πυρ εναντίον τους. Μερικοί από τους σιίτες μαχητές είχαν σκίσει κομμάτια από τα πουκάμισά τους και τα τύλιξαν γύρω από τα κεφάλια τους ως ζώνες μαρτυρίου, όπως είχαν αρχίσει να κάνουν οι Ιρανοί Φρουροί της Επανάστασης πριν από ένα χρόνο, όταν πραγματοποίησαν τις πρώτες τους μαζικές επιθέσεις κατά των Ιρακινών στον πόλεμο του Κόλπου, χίλια μίλια ανατολικά από τον Λίβανο. Όταν πυρπόλησαν ένα ισραηλινό τεθωρακισμένο όχημα, οι ένοπλοι ενθαρρύνθηκαν να προχωρήσουν περαιτέρω.
Κανείς μας, νομίζω, δεν συνειδητοποίησε την κρίσιμη σημασία των γεγονότων του Khalde εκείνο το βράδυ. Οι Λιβανέζοι Σιίτες μάθαιναν τις αρχές του μαρτυρίου και τις έκαναν πράξη. Ποτέ πριν δεν είχαμε δει αυτούς τους άντρες να φορούν κεφαλόδεσμους σαν αυτό. Πιστεύαμε ότι ήταν μια ακόμα ιδιοτροπία μιας πολιτοφυλακής, αλλά δεν ήταν. Ήταν η αρχή ενός θρύλου που περιείχε επίσης ένα έντονο στοιχείο αλήθειας. Οι Σιίτες ήταν πλέον η αντίσταση του Λιβάνου, εθνικιστές αναμφίβολα αλλά και εμπνευσμένοι από τη θρησκεία τους. Το κόμμα του Θεού - στα αραβικά, η Χεζμπολάχ - ήταν στις παραλίες του Khalde εκείνο το βράδυ."
Ο Μπαντρεντίν και ο Mughniyeh θα παραλάμβαναν μέρος του οπλοστασίου της PLO με συριακή βοήθεια μετά την εκδίωξη του Αραφάτ από τη Βηρυτό, ενώ το υπόλοιπο οπλοστάσιό τους θα παρεχόταν από το Ιράν, καθώς και από ό,τι λάφυρο έπαιρναν από τις επιδρομές κατά των Ισραηλινών. Οι επιδρομές αυτές θα συνεχίζονταν ως το 2000 και θα ανάγκαζαν το Ισραήλ να αποχωρήσει νικημένο από τον Νότιο Λίβανο. Ο Mughniyeh ήταν ο γενικός στρατιωτικός επικεφαλής όλων των επιχειρήσεων της Χεζμπολάχ, ενώ ο Μπαντρεντίν θα αναλάμβανε τον ρόλο του επικεφαλής εκπαιδευτή των ειδικών δυνάμεων της οργάνωσης - τον ρόλο που είχε πριν ο Mughniyeh, όταν είχε συναντήσει τον Μπαντρεντίν δίπλα στο λασπωμένο φορτηγό στην "τελετή αποφοίτησης" της Μπεκάα.
Το 1998, υπό άκρα μυστικότητα, σε έναν ειδικά διαμορφωμένο υπόγειο χώρο κάτω από το σιιτικό τέμενος Sayyida Zainab στη Δαμασκό, τέσσερα άτομα συναντήθηκαν σε ένα στρογγυλό τραπέζι, που έμελλε να αλλάξουν την πορεία της Μέσης Ανατολής. Στην κορυφή καθόταν ο Γενικός Γραμματέας της Χεζμπολάχ, Χασάν Νασράλα. Δεξιά και αριστερά του οι στρατιωτικοί ηγέτες της οργάνωσης, Mughniyeh και Μπαντρεντίν. Και απέναντι από τον Νασράλα καθόταν ο νέος διοικητής της επίλεκτης Δύναμης Κουντς των Ιρανών Φρουρών της Επανάστασης, στρατηγός Κασέμ Σολεϊμανί. Συζήτησαν πώς θα αναβαθμιζόταν το οπλοστάσιο της Χεζμπολάχ και πώς θα έφευγαν οι Ισραηλινοί από τον Λίβανο.
Σήμερα, πολλά χρόνια μετά το θάνατο των Mughniyeh και του Μπαντρεντίν, τα μόνα πράγματα που ξέρουμε για αυτούς είναι όσα έχει διαρρεύσει γι’ αυτούς η Χεζμπολάχ. Όλα τα υπόλοιπα που ακούγονται ή γράφονται γι’ αυτούς εξακολουθούν να βρίσκονται στη σφαίρα της φήμης ή του αστικού μύθου. Οι δύο δαιμόνιοι Λιβανέζοι ήταν υπαίτιοι για μια από τις πιο ατιμωτικές αποτυχίες των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών στον εικοστό πρώτο αιώνα. Τον Ιούνιο του 1985 τρεις ένοπλοι Λιβανέζοι στο αεροδρόμιο του Ελληνικού έκαναν αεροπειρατεία στην πτήση 847 της αμερικανικής Trans World Airlines που εκτελούσε στάση κατά το δρομολόγιο Κάιρο-Σαν Ντιέγκο.
Σε μια επιχείρηση που διήρκεσε δεκαέξι ημέρες και πήρε το όνομα «αεροπειρατεία των τριών ηπείρων» οι τρεις Λιβανέζοι ανάγκασαν τον πιλότο να κατευθύνει το αεροσκάφος πρώτα στο Αλγέρι και μετά στη Βηρυτό, όπου απελευθέρωσαν τους ομήρους (μεταξύ αυτών και τον Ντέμη Ρούσο) όταν το Ισραήλ ικανοποίησε το αίτημα τους να απελευθερώσει 766 Παλαιστίνιους και Λιβανέζους κρατουμένους. Ο επικεφαλής των αεροπειρατών, Μοχάμεντ Αλί Χαμάντι, μέλος της Χεζμπολάχ, συνελήφθη στην τότε Δυτική Γερμανία το 1987, και παρέμεινε στις φυλακές για δεκαοκτώ χρόνια περιμένοντας έκδοση του στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου αντιμετώπιζε τη θανατική ποινή για τον φόνο του Αμερικανού ναύτη Ρόμπερτ Στέθεμ κατά τη διάρκεια της αεροπειρατείας.
Τον Νοέμβριο του 2005 κέρδισε τις εκλογές στη Γερμανία το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ, ένα κόμμα που προεκλογικά είχε διακηρύξει ότι ως κυβέρνηση θα συμπορευόταν στενά με τις Ηνωμένες Πολιτείες στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Η ηγεσία της Χεζμπολάχ θεώρησε ότι η εξέλιξη αυτή έθετε τη ζωή του Χαμάντι σε κίνδυνο, καθώς πιθανόν άνοιγε το παράθυρο έκδοσής του στις ΗΠΑ, κάτι που ως τότε η Γερμανία είχε αποφύγει. Υπήρχαν πληροφορίες ότι ο Πρόεδρος Μπους, στην επικείμενη συνάντηση του με τη νεοεκλεγείσα καγκελάριο Μέρκελ στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο του 2006 θα ζητούσε από το γερμανικό κράτος την έκδοση του Χαμάντι. Ο Μπαντρεντίν τότε έδρασε ταχύτατα. Στις 25 Νοεμβρίου 2005, ένα απόσπασμα επίλεκτων μαχητών της Χεζμπολάχ πέρασε από τη Συρία στο βορειοδυτικό Ιράκ και απήγαγε τη Γερμανίδα Σουζάνε Όστχοφ, που ζούσε για χρόνια στην περιοχή με την ιδιότητα της αρχαιολόγου, αλλά που η αντικατασκοπεία της Χεζμπολάχ γνώριζε ότι ήταν πρακτόρισσα της BND της γερμανικής εξωτερικής μυστικής υπηρεσίας.
Στις αρχές Δεκεμβρίου, ένας υψηλόβαθμος Γερμανός κρατικός αξιωματούχος εθεάθη στη Δαμασκό, προφανώς για διαπραγματεύσεις με τη συριακή κυβέρνηση και τη Χεζμπολάχ για την απελευθέρωση της Όστχοφ. Επίσημα, οι απαγωγείς ζήτησαν από τη Γερμανία το ποσό των 5 εκατομμυρίων δολαρίων, αλλά όταν στις 18 Δεκεμβρίου απελευθέρωσαν την Όστχοφ, το γερμανικό κοινό και όλος ο κόσμος έμαθε ότι την ίδια μέρα αποφυλακιζόταν από τις γερμανικές φυλακές ο Χαμάντι! Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν ήταν μέσα στα επίσημα αιτήματα των απαγωγέων, όλοι όμως κατάλαβαν περί τίνος επρόκειτο: η «γερακίσια» φιλοαμερικανική-αντιτρομοκρατική ρητορεία των Χριστιανοδημοκρατών είχε γελοιοποιηθεί, και η Μέρκελ πήγε τον άλλο μήνα στον Μπους με άδεια χέρια. Χωρίς τον Χαμάντι, ο οποίος επέστρεψε ελεύθερος και θριαμβευτικά στον Λίβανο και σήμερα ηγείται της πιο επίλεκτης μονάδας ειδικών αποστολών της Χεζμπολάχ, της «Δύναμης Ραντουάν», που ονομάζεται έτσι από το πολεμικό ψευδώνυμο του Mughniyeh.
Αυτή τη Δύναμη Ραντουάν τη διοικούσε ο ίδιος ο Μπαντρεντίν από το 2008 ως το 2016, δηλαδή από τη δολοφονία του φίλου και κουνιάδου του, Mughniyeh (σε κοινή επιχείρηση CIA και Μοσάντ στη Δαμασκό) ως τον δικό του θάνατο στη Συρία το 2016. Είναι η μονάδα που ειδικεύεται σε επιθετικές επιχειρήσεις και μάχη εντός αστικού ιστού, και έπαιξε κομβικό ρόλο στην απελευθέρωση μεγάλων πόλεων στον πόλεμο της Συρίας, με σημαντικότερο το Χαλέπι, όπου η Χεζμπολάχ υπό τις οδηγίες του Μπαντρεντίν, και το πεζικό του συριακού στρατού, αποτέλεσαν τη δύναμη κρούσης στο έδαφος, με την ρωσική αεροπορία να υποστηρίζει από αέρος την απελευθέρωση της πόλης και την εκδίωξη των τζιχαντιστών της Αλ-Νούσρα και του ISIS.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του στον Π. Καρβουνόπουλο (militaire) ο συγγραφέας Κωνσταντίνος Τασσάς παρατήρησε ότι η Χεζμπολάχ έχει ένα από τα πιο απαιτητικά προγράμματα εκπαίδευσης για τους ειδικοδυναμίτες της, και μόνο το 8% των εκπαιδευόμενων περνά τα τεστ και ανέρχεται σε μέλος της μονάδας Ραντουάν, σε αντίθεση, όπως λέει, με την επίσης πολύ απαιτητική Γαλλική Λεγεώνα των Ξένων, όπου το 20% των εκπαιδευόμενων ειδικοδυναμιτών επιτυγχάνει. Αυτή είναι η κληρονομιά του Μουσταφά Μπαντρεντίν, του αρχικομάντο του Λιβάνου και της Μέσης Ανατολής, που σκοτώθηκε πολεμώντας στη Συρία σαν σήμερα, πριν οκτώ χρόνια, στις 12 Μαΐου 2016.