Με αφορμή την παρουσία του Αθανασίου Σφήκα στην εκπομπή της «Αντικαθεστωτικής Επικαιρότητας».

 

του Σταύρου Λιμποβίση

Δεν μπορεί κάποιος που κινείται εντός του «χώρου» να αγνοήσει την 96η εκπομπή της ΕΣΑ η οποία προβλήθηκε πριν τρεις μέρες και οργανικά κινείται γύρω από τον κύκλο υποστηρικτών του Κωνσταντίνου Πλεύρη, ενώ ιδεολογικά προβάλλει τον Εθνικοσοσιαλισμό σύμφωνα με τα Χιτλερικά πρότυπα. Ο μεγάλος αριθμός προβολών και σχολίων που προέρχονται κυρίως από νεολαίους αποδεικνύει στην πράξη ότι εντός των τειχών κάποιοι - που είναι πολλοί περισσότεροι από τους υπολογισμούς της ασφάλειας και της antifa - δεν αποδέχονται το αφήγημα της «εθνικοφροσύνης» και της ακροδεξιάς παράνοιας. Πέρα από τις όποιες διαφωνίες που σίγουρα υπάρχουν, μια εκπομπή που έχει ένα φανατικό κοινό καλό είναι να μπαίνει στο πολιτικό μικροσκόπιο προς ανάλυση σχετικά με την εκφορά του λόγου των παρουσιαστών και κυρίως των καλεσμένων. 

Η πρόσφατη φιλοξενία στελέχους του κόμματος του Ηλία Κασιδιάρη δεν αναδεικνύει μόνο το χάος ανάμεσα στα επιχειρήματα των δυο πλευρών αλλά προϊδεάζει για το τι μέλλει γενέσθαι με το «εθνικό κόμμα» που χτίστηκε με φθαρτά υλικά και στέκει ως παράνομο παράπηγμα στο οικόπεδο της ζοφερής πολιτικής πραγματικότητας. Ο λόγος του μέλους της νεολαίας του Κασιδιάρη «τρομάζει» όσους πίστεψαν σε κάτι ελπιδοφόρο και «φρέσκο» που θα ξεπρόβαλλε από τα πολιτικά αποκαΐδια της «Χρυσής Αυγής». Οι υποστηρικτές του Πλεύρη εύκολα διαπόμπευσαν μέσα σε μια μιάμιση ώρα ένα ολόκληρο κόμμα και προς δική τους ικανοποίηση κατάφεραν να αναδείξουν την αχίλλειο πτέρνα του «κόμματος της τηλεκάρτας». Ενός κόμματος που η ηγεσία του βρίσκεται αδίκως στην φυλακή, και προσπαθεί να συντονίσει καταστάσεις και προεκλογικές εκστρατείες με έναν αποτυχημένο καθιερωμένο τρόπο από το παρελθόν ενώ στα ποσοστά των δημοσκοπήσεων δείχνει να εισέρχεται στο κ(υ)νοβούλιο. Όμως ο βασιλιάς (όχι ο playboy που πέθανε προσφάτως) είναι γυμνός εδώ και καιρό. 

Οι απαντήσεις σχετικά με τον καπιταλισμό και την Ε.Ε. το ΝΑΤΟ και το εθνικό νόμισμα είναι μόνο η κορυφή του πολιτικού παγόβουνου. Συνολικά το κόμμα του Κασιδιάρη κινείται σε αχαρτογράφητα πολιτικά νερά χωρίς πυξίδα και στην ουσία χωρίς καπετάνιο. Πρόσωπα άχρωμα και άοσμα επαναλαμβάνουν τα λάθη και τα τσιτάτα της πιο άσχημης στιγμής της «Χρυσής Αυγής», κάνουν πρόβα σε γραβάτες και κουστούμια για την στιγμή της δικαίωσης … ενώ τα κομβικά ιδεολογικά ζητήματα παραμένουν στην αφάνεια λες και θέλουν με μανία να είναι ο μελλοντικός εύκολος στόχος για την δεξιά του Μητσοτάκη. Η πολιτική ανικανότητα του Σφήκα να απαντήσει σε απλές ερωτήσεις είναι ένα γενικό χαρακτηριστικό των πολιτικών στελεχών του κόμματος και εν αγνοία του ο εν λόγω νεαρός έκανε μεγαλύτερη ζημιά από ποτέ στο πολιτικό καμπαρέ του πρώην νο2 της «Χρυσής Αυγής». 

Αν κάποιος κάνει τον κόπο να μελετήσει ποιοι εκπροσωπούν το κόμμα θα διαπιστώσει με θλίψη ότι ο πυρήνας των προβεβλημένων στελεχών δεν είναι παρά κρατικοδίαιτοι και πρώην ένστολοι υποστηρικτές του καθεστώτος ή απογοητευμένοι πρώην πλασιέ του πολιτικού τσελεμεντέ του Νίκου Μιχαλολιάκου. Είναι πασιφανές ότι το κόμμα του Κασιδιάρη αν τελικά καταφέρει να κατέβει στις εκλογές και δεν τους σκάψει τον λάκκο ο Βορίδης θα αποτελέσει ένα νέο εξαπτέρυγο της άκρας δεξιάς. Τα δείγματα γραφής είναι συγκεκριμένα από την αρχή ενώ οι επαφές και οι ύμνοι προς Μελόνι, Τραμπ και Ορμπάν θυμίζουν τις ανάλογες ευρωπαϊκές ακροδεξιές ομάδες που είναι η νέα μόδα στον εθνικισμό. 

Η δημοτικότητα και ο λόγος του ιδρυτή του κόμματος δεν θα μπορέσει στο μέλλον να περιορίσει τις επιθέσεις του συστήματος αφού οι ρίζες της ιδεολογικής συγκρότησης είναι πλήρως αποκομμένες από το λαϊκό συμφέρον και την καθημερινή πραγματικότητα. Στο άρθρο εδώ με τίτλο ‘’Ηλίας Κασιδιάρης: ένας«νεοναζί λύκος» ή ακόμη ένας θεσμικός αντιφασίστας ακροδεξιός;’’ αρκετό καιρό πριν είχε αναλυθεί η πολιτική ταυτότητα και ιδιοσυγκρασία του ανθρώπου που σήμερα θεωρείται η νέα ελπίδα των εθνικιστών, ενώ δεν έσπευσα να αναφερθώ και πάλι παρά όταν η επιβεβαίωση υπήρξε πλήρης με το άρθρο ‘’Με τον Ελληνισμό ή με τον Eliyáhu (אֱלִיָּהוּ) ;’’ και το ‘’Κύριε Δημακόγιαννη … Shalom שָׁלוֹם ;’’ όπου τέθηκαν ερωτήματα σχετικά με την στάση των Ελλήνων ΓΤΠ σε σχέση με τον διεθνή σιωνιστικό παράγοντα. Ο τελευταίος θεωρείται θέμα ταμπού για την πλειοψηφία των ακροδεξιών και σπανίως υπάρχουν αναφορές ή καταγγελίες για την δράση του και την εξάπλωση των σχεδίων του.

Εν κατακλείδι η παρουσία του υποψήφιου βουλευτή των Ελλήνων ΓΤΠ είναι δείγμα γραφής των «νεοεθνικιστών» που έχουν αλώσει σε πολλαπλά επίπεδα τον εθνικισμό και δυστυχώς την ριζοσπαστική σκέψη και δράση. Ενώ αρχικά δείχνουν να ευνοούνται από τις πολιτικές συνθήκες και να απολαμβάνουν της ευκαιρία να γευτούν τους «λωτούς» του κοινοβουλευτικού ονείρου, την ίδια στιγμή παραμένουν μια εύκολη λεία στα μαντρόσκυλα του κράτους και των αντιφασιστών. Χρέος μας είναι να ξεχωρίσουμε την θέση μας και να αρνηθούμε συνολικά το αφήγημα που ίδιο με το σημερινό είχαν στο παρελθόν η ΕΠΕΝ,  το ΕΝΕΚ, η Χρυσή Αυγή και οι υπόλοιπες βαλβίδες ασφαλείας του συστήματος με κατασκευαστή την ελληνική άκρα δεξιά. 

Ο γράφων θα έχει την ευκαιρία στο μέλλον - σε ένα ευρύτερο κοινό - να αναλύσει το παρασκήνιο της νέας ακροδεξιάς οπερέτας προς ενημέρωση όλων αυτών που νοιάζονται πραγματικά για την αντιδημοκρατική παράδοση και δεν ερεθίζονται μπροστά στην θέα του κοινοβουλευτικού πορνείου της αστικής δημοκρατίας που ζέχνει διαστροφή σαπίλα και βρωμιά.

Αυτόνομοι Ηπείρου



«Αν οι μεγάλες μάζες ήταν τόσο διαφανείς, τόσο συμπαγείς μέχρι τα μεμονωμένα άτομα όπως ισχυρίζεται η κρατική προπαγάνδα,  θα ήταν αρκετοί τόσο αστυνομικοί, όσοι είναι οι σκύλοι που χρειάζεται ένας βοσκός για τα κοπάδια του.

Τα πράγματα όμως είναι διαφορετικά, αφού ανάμεσα στο γκρίζο των προβάτων κρύβονται οι λύκοι, δηλαδή εκείνα τα όντα που δεν έχουν ξεχάσει τι είναι ελευθερία.

Και όχι μόνο αυτοί οι λύκοι είναι δυνατοί από μόνοι τους, υπάρχει επίσης ο κίνδυνος, μια κακή μέρα, να μεταδώσουν τις ιδιότητες τους στη μάζα και το κοπάδι να μετατραπεί σε αγέλη. Αυτός είναι ο εφιάλτης των ισχυρών»

Ernst Junger, "Η συνθήκη του επαναστάτη"

Βιβλιοπαρουσίαση: Αντι-εξουσία, Μανιφέστο μιας Μεθοριακής Διάστασης των Επαναστατικών Ιδεών

Μανιφέστο μιας μεθοριακής διάστασης των Επαναστατικών Ιδεών

Ο χαρακτήρας του βιβλίου αυτού δεν είναι «θεωρητικός» αποκλειστικά ούτε «διεκπεραιωτικός» - για «άμεση δράση» και «δράση για την δράση» - αλλά αντιθέτως αποτελεί μια καταγραφή σκέψεων πάνω σε κάποια ζητήματα που απασχόλησαν τον συγγραφέα σε πρακτικό επίπεδο, όσον αφορά την δόμηση μιας νέας Συνείδησης για όλους αυτούς που αγωνίζονται ή θέλουν να αγωνιστούν για κάτι παραπάνω από έναν Εθνικό αγώνα και για όλους αυτούς που θέλουν κάτι επιπλέον στον Επαναστατικό παλμό τους.

πρόλογος

Μανιφέστο για μια ξεχασμένη λέξη

Εισαγωγικό Σημείωμα: Μια κατάσταση συναγερμού

περιεχόμενα

Ένας Κόσμος Ερειπίων

Το «Αντάρτικο Πόλεων» των Ιδεών

Η Επαναστατική Ηθική

Η Αντιεξουσιαστικότητα

Αντί επιλόγου: Στόχος είναι το μυαλό 

πηγή

Γιατί δεν αντιδράς στον ανάποδο κόσμο; (άρθρο του Κωνσταντίνου Θ. Παπαδογιάννη)

 

Είναι κοινή παραδοχή για όσους υπερασπίζονται τα εθνικοεπαναστατικά ιδεώδη ότι τα πιο σημαντικά οχυρά είναι οι Νέοι, και τα οχυρά πρέπει πάντα να είναι όρθια και ακέραια. Είναι υποχρέωση των μεγαλύτερων σε ηλικία συναγωνιστών να ακούνε τι έχουν να πουν οι μικρότεροι σε ηλικία, και κυρίως να προβάλλουν τις απόψεις τους όταν αυτές εμφανίζονται ως μια καλλιτεχνική «πυρογραφία» και όχι ως μια απλή γραφή στο υλικό της ιδεολογικής σκέψης. 

Πέρα από τις καθιερωμένες επιπλοκές που προκαλούν η καθεστωτική προπαγάνδα και τα λάθη των «ηγετίσκων» του «χώρου» καθώς και η στελεχοπενία/γεροντολαγνεία σε θέσεις εξουσίας που διαμορφώνουν τους κομματικούς μηχανισμούς, τα τελευταία είκοσι χρόνια ηχούν ως «σειρήνες συναγερμού» οι δράσεις και οι παρεμβάσεις των αυτόνομων/ανένταχτων εθνικιστών. 

Ξεχωρίζει ανάμεσα σε δεκάδες αξιόλογες φωνές αυτή του νεολαίου συναγωνιστή Κωνσταντίνου Θ. Παπαδογιάννη, μια αναγνωρίσιμη προσωπικότητα που επηρεάζει και διαμορφώνει με την σκέψη του ελπιδοφόρες προοπτικές ενώ τυγχάνει να είναι πρόσωπο προς συζήτηση στους κύκλους των εθνικιστών. 

Για μια ακόμη φορά η συντακτική μας ομάδα φιλοξενεί ένα νέο εξαιρετικό άρθρο του δείγμα της πολιτικής ωριμότητας του. Ο ίδιος παρά την «δημοφιλία» του παραμένει μετριόφρων αλλά πάντοτε μάχιμος, συνεχίζει να αποκρυσταλλώνει την σκέψη του και παράλληλα να συντονίζει την δράση του χωρίς να πέφτει στα «ναρκοπέδια» του κατοχικού καθεστώτος. 

Για όσους ενδιαφέρονται υπενθυμίζουμε ότι η αντιδημοκρατική και αντικαθεστωτική σκέψη του προβλήθηκε για πρώτη φορά στην αποκλειστική συνέντευξη που μας παραχώρησε την 19η Ιουλίου 2022 - εδώ - η οποία είναι 1η σε αναγνώσεις στην διάρκεια ζωής του ιστολογίου, πήρε νέα δυναμική σε ένα άρθρο της 13ης Οκτωβρίου 2022 - εδώ - και έφτασε στο μέγιστο των αντιδράσεων με τα ηχητικά που ανέβηκαν στο κανάλι «Μαύρες Φλόγες» - εδώ και εδώ - όλα αυτά μαζί συμπληρώνουν μια «βεντάλια» ποιοτικής σκέψης όπου ο νεανικός παλμός συναντά την απόλυτη στράτευση στην Ιδέα για την υπεράσπιση της Ελλάδος και της Ευρώπης.

Η πορεία του συναγωνιστή θυμίζει την ρήση του Joseph Goebbels:

«… Λέγεται συνήθως πως όποιος έχει μαζί του την Νεότητα έχει και το μέλλον. Εμείς όμως αποδείξαμε το αντίθετο: όποιος αγωνίζεται για το μέλλον έχει μαζί του και την Νεότητα!»

Γιατί δεν αντιδράς στον ανάποδο κόσμο;

Με αφορμή την πρόσφατη μαζική εξέγερση του λαού της Βραζιλίας, μου γεννήθηκε ενδόμυχα ένα ερώτημα. Άραγε θα δούμε και στην χώρα μας και σε άλλα Ευρωπαϊκά Έθνη, μεγάλους γηγενείς πληθυσμούς να ξυπνούν και να εναντιώνονται στην πραγμάτωση (που ήδη συντελείται) των σχεδίων των ξένων και των σκοτεινών κέντρων εξουσίας; Η απάντηση δεν έχει δοθεί ακόμα, αλλά πολύ σύντομα θα γίνει και αυτό διότι οι άνθρωποι ολοένα και σε μεγαλύτερη κλίμακα καλούνται να επιλέξουν πλευρά. Αυτήν της Μεγάλης Επανεκκίνησης και των δεινών που φέρνει μαζί της ή εκείνη της Μεγάλης Αφύπνισης των Ευρωπαϊκών Εθνών. 

Αρχίζοντας λοιπόν την «καταβύθιση» στον δημοκρατικό τους κόσμο, θα ξεκινήσω μην μπορώντας να κάνω διαφορετικά με τις «αγαπημένες μας» εκλογές. Μία διαδικασία χλευασμού και υπονόμευσης της νόησης και της κρίσης των ανθρώπων, αλλά και μια αφορμή για την εγκατάσταση δικών τους ηγετίσκων σε θέσεις κλειδιά. Προώθηση ενός αφηγήματος φόβου και κοινωνικής αποξένωσης μέσω της ψευδοπανδημίας, με τεράστια πακέτα εκατομμυρίων μοιρασμένα από τις κυβερνήσεις σε πληθώρα χρησίμων ηλιθίων, για τον εξαναγκασμό του θανάτου εκατομμυρίων συμπολιτών μας. Το εμβόλιο πριν το εμβόλιο έκανε τον καθηγητή να μην θυμάται τον μαθητή του και το αντίστροφο, με ανυπολόγιστες συνέπειες για το μέλλον του δεύτερου που είναι το μέλλον του τόπου. Και το ίδιο το «εμβόλιο», ένα σκεύασμα υπογονιμότητας πήρε και παίρνει δυστυχώς καθημερινά πολλές ψυχές ομοεθνών μας, μετατρέποντας μας σιγά σιγά σε μία σιωπηλή μειοψηφία στην ίδια μας την Γη. 

Κάτι τέτοιο είναι φυσικά το δέντρο στο δάσος που φύτευσαν στις συνειδήσεις μας δεκαετίες πιο πριν, ώστε να πραγματοποιηθεί αυτή η ύπουλη αντικατάσταση του πληθυσμού με την εισβολή των λαθρομεταναστών. Μετέπειτα έχουμε την εισαγωγή στην ατζέντα της αντιεπιστημονικής κλιματικής αλλαγής. Μία εξίσου προσβολή του νου των ανθρώπων, η ατζέντα αυτή είναι μία ατζέντα κοινωνικού ελέγχου που οι γνωστοί ενορχηστρωτές την έθεσαν σε εφαρμογή για την δικαιολόγηση και την εξομάλυνση των όποιων διαμαρτυριών για την καταστροφή και κυρίως την εκμετάλλευση των ενεργειακών υποδομών της ανθρωπότητας. Με τον έλεγχο της τροφής και την οικονομική κατάρρευση φέρανε την μαζική πείνα.

Βλέπουμε λοιπόν σιγά σιγά, πώς ακόμη και οι πιο δύσπιστοι υπήκοοι τους αρχίζουν να συνειδητοποιούν το πρόβλημα και τις βαθύτερες ρίζες αυτού. Ο άνθρωπος πλέον με την φτηνή δικαιολογία της απειλής της καταστροφής του πλανήτη, βρίσκεται στο στόχαστρο των πολυεθνικών και των Σιωνιστών το οποίο φοβούμενο τις κοινωνικές αναταραχές σύντομα θα συνεδριάσει για να αποφασίσει για τις τύχες μας. Τα υψηλά κοινωνικά στρώματα των πρεσβειών και των τεκτονικών στοών ή των διαφόρων επιτροπών, τώρα που αισθάνονται την πίεση εντείνουν τις ενέργειες που αισθάνονται πώς πρέπει να κάνουν για την υλοποίηση της τελικής υποταγής των μαζών. Προκειμένου να αποφύγουν τις αντιδράσεις θα χρησιμοποιήσουν τις γνωστές αλλά και όχι μόνο τακτικές τους. Άρτος και θεάματα για την αποχαύνωση κυρίως όμως, διαίρει και βασίλευε! Όσο εσύ θα τσακώνεσαι με τον γείτονα, τον συγγενή, τον σύζυγο και τον συνάνθρωπο σου εκείνοι θα συνεχίζουν την πολιτική επιδομάτων με ψίχουλα και την εξαθλίωση σου σε πλήρη βαθμό με κάθε δυνατό τρόπο όπως είναι η εγκατάλειψη της αγροτιάς η ερήμωση των δασών και η προώθηση «εναλλακτικών» τρόπων διατροφής.

Το κόστος της ζωής σου είναι πολύ μεγάλο για αυτούς και ο υψηλός πληθωρισμός θα τους θέσει προ των πυλών της εισαγωγής μας σε ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο της νέας τάξης πραγμάτων. Αυτό της τεχνητής νοημοσύνης μέσω της ραγδαίας τεχνολογικής ανάπτυξης. Οι Παγκοσμιοποιητές δεν θα διστάσουν να χρησιμοποιήσουν αυτό το «βαρύ» χαρτί που διαθέτουν. Στην ετήσια συνάντηση τους λοιπόν στο Νταβός της Ελβετίας, πλην των όσων προανέφερα και έχω ξανά αναφέρει στο βιβλίο μου «Για το Έθνος και την Ιδέα» και σε διάφορα δημοσιευμένα άρθρα, την συζήτηση θα μονοπωλήσει αυτό το ζήτημα. Πώς δηλαδή θα επιτύχουν την Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση με την ψηφιοποίηση των πάντων, ακόμη και των ανθρώπων. 

Καταληκτική ημερομηνία για εκείνους είναι το έτος 2030. Όπου μέσα στα επόμενα λιγοστά έτη και μετά τα όσα πειράματα έγιναν και θα γίνουν θα έχουν την πλήρη εξουσία των μαζών και των λαών και πολύ φοβάμαι ακόμα και της ίδιας μας της σκέψης. Στον δημόσιο διάλογο η τεχνητή νοημοσύνη θα παρουσιάζεται ως ένα θετικό αφήγημα και μεγάλη πρόοδος της τεχνολογίας που θα διευκολύνει την ζωή μας. Οι υπερανθρωπιστικές αλλαγές στην υγεία και τα ηλεκτρικά εμφυτεύματα στον εγκέφαλο και το υπόλοιπο σώμα μας, θα παρουσιάζονται στην κοινή γνώμη ως η αρχή της τελειοποίησης του ανθρωπίνου γένους. Όσο λοιπόν η σταδιακή υποδούλωση θα αυξάνεται, η επιβίωση μας θα γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη. Όσο περισσότερο μηχανές θα γινόμαστε, τόσο λιγότερο ανθρώπινοι θα παραμένουμε.

Το «Διαδίκτυο των Πραγμάτων» όπως το αναφέρουν οι ίδιοι είναι η υπογραφή μας στην ίδια μας την καταστροφή. Κάθε αμάξι, κάθε υπολογιστής, κάθε κάμερα και γενικώς καθετί ηλεκτρονικό που μας περιβάλλει θα συνενωθεί για την δημιουργία μια βάσης δεδομένων με στόχο τον αφανισμό μας. Αυτή η διακυβέρνηση θα είναι πολύ εύκολο να επιβληθεί με τις ευλογίες και την ψήφο των λαών, λόγω της πολύπλευρης κρίσης που οι ίδιοι δημιουργούν όταν πρέπει. Όλος αυτός ο πολύ κλειστός κύκλος που δεν μας περιλαμβάνει, θα έχει την δυνατότητα να παρακολουθεί κάθε μας κίνηση. Από τις ώρες που είμαστε στην δουλειά, μέχρι και τα βατ ενέργειας που θα καταναλώνουμε. Και φυσικά δεν χρειάζεται να αναφερθεί νομίζω πόσο έντονη θα είναι η αδιαφορία των πολλών όταν ολοκληρωθούν τα όσα λέω. Ο λαός έτσι αδιάφορος όπως είναι αυτήν την στιγμή, έτσι στον μέγιστο βαθμό της πνευματικής του σήψης θα βρίσκεται και τότε μη έχοντας κανέναν προσανατολισμό για να τον βγάλει από το αδιέξοδο που ο ίδιος έθεσε εαυτόν με τις επιλογές του. 

Με την εφαρμογή λοιπόν των μετανθρωπιστικών προταγμάτων απαντάται και στους πλέον δύσπιστους ένα ερώτημα πολλών ετών σε όσους αναφέρουμε την πραγματικότητα. Λέγανε: Πώς θα μας ελέγχουν όλους, είναι δυνατόν τόσα δισεκατομμύρια ανθρώπων να παρακολουθούνται όλο το εικοσιτετράωρο; Στις λεγόμενες έξυπνες πόλεις, οι πολλοί δεν θα έχουν θέση και την στοχευμένη μείωση πληθυσμού πλέον την βλέπει και ο πιο ηλίθιος (βλέπε απογραφή πληθυσμού Ελλάδος 2022).

Συνοψίζοντας θα ήθελα να αναφέρω την πεποίθηση μου πώς θα υπάρξουν νέοι αρνητές και εχθροί του κόσμου τους, οι οποίοι θα πλαισιώσουν εμάς. Και η προσπάθεια τους για καταστολή της ανθρωπότητας στο τέλος δεν θα επιτευχθεί, πολύ απλά γιατί δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Ο ζωντανός εφιάλτης, η ψυχοπάθεια και η Αποκάλυψη που φέρανε δεν θα επιτύχουν την βεβήλωση της Φύσης και του Σχεδίου του Θεού. Κυρίως διότι δεν ζει στις ψυχές τους τίποτα από τα δύο εν αντιθέσει με το πολεμικό πνεύμα που μιλάει σε κάθε αγωνιστή της Φυλής μας. Και η λύση εν τέλει θα έρθει μόνο από την αποστροφή μας από τα φθαρτά και τα συνηθισμένα. Μόνο εάν λειτουργήσουμε Μεταπολιτικά, οι τακτικές του χθες δεν θα έχουν θέση στο αύριο. 

Η άρνηση και η όποια σχέση με το σύστημα κανόνων που δημιουργήθηκε για να μας θέτει πάντα στην πλευρά των ηττημένων, θα πρέπει να γίνει ιερή μας υποχρέωση. Ο δύσβατος δρόμος της αρετής που ίσως είναι ο τελευταίος για εμάς, αν δεν ακολουθηθεί καμία διαφοροποίηση δεν πρόκειται να έρθει στην ζωή μας και όσα βιώνουμε θα πληθαίνουν. Η υπεράσπιση της παράδοσης και ο πρακτικός Ιδεαλισμός είναι ο μονόδρομος για κάθε σκεπτόμενο αντικομφορμιστή του σήμερα.

Δηλώνουμε περήφανοι Αρνητές και Εχθροί του Καθεστώτος.

Niccolo Giani: Mistica Fascista

 

του Nakos Blacksun

Ο Niccolò Giani (20 Ιουνίου 1909 - 14 Μαρτίου 1941) ήταν Ιταλός Φασίστας φιλόσοφος και δημοσιογράφος. Ιδρυτής της σχολής του Φασιστικού Μυστικισμού. Αφού φοίτησε στο Λύκειο "Dante Alighieri" στην Τεργέστη μετακόμισε στο Μιλάνο, όπου το 1928 γράφτηκε στη Νομική Σχολή, αποφοιτώντας το 1931. Ενώ στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου εντάχθηκε επίσης στις Φασιστικές Πανεπιστημιακές Ομάδες (GUF). Στις 4 Απριλίου 1930 ο Τζιάνι ανακοίνωσε την επικείμενη ίδρυση της Σχολής του «Φασιστικού Μυστικισμού», την οποία άνοιξε στο Μιλάνο λίγες εβδομάδες αργότερα μαζί με τον Αρνάλντο Μουσολίνι. Το 1931 ο Giani έγινε διευθυντής του σχολείου, μια θέση που άφησε στα τέλη του επόμενου έτους λόγω εσωτερικών συγκρούσεων με τον πολιτικό γραμματέα του GUF καθώς και την αποτυχία να μεταφέρει το σχολείο στην παλιά έδρα του Il Popolo d'Italia, γνωστό ως «Il covo» («Η Φωλιά»), ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα της εθνικιστικής διανόησης, όπως πίστευε ο ίδιος και κατήγγειλε σε επιστολή του στον Μουσολίνι.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1930, ο Νίκολο Τζιάνι αναδείχθηκε σ’ ένα από τους σημαντικότερους θεωρητικούς του Φασισμού. Έγραψε βιβλία και άρθρα για τα θέματα που επηρέασαν ακόμη και τον Μουσολίνι. Ως φοιτητής ήταν από τους βασικούς υπεύθυνους για την οργάνωση της Φασιστικής φοιτητικής νεολαίας στα ιταλικά πανεπιστήμια. Σύμφωνα με τη σκέψη του, ο Φασισμός έπρεπε να επιστρέψει στις απαρχές του, δηλαδή στο επαναστατικό κίνημα του 1919, «μια πιο ριζοσπαστική επανάσταση σε συνδυασμό με την ανάκτηση μιας πιο φονταμενταλιστικής παράδοσης». 

Αφοσιώθηκε επίσης στη δημοσιογραφία, έγινε διευθυντής της εφημερίδας Cronaca Prealpina στο Βαρέζε και συνεργάστηκε με διάφορες εφημερίδες, συμπεριλαμβανομένου της Tempo di Mussolini . Το 1938 ήταν μεταξύ των υπογραφόντων του Μανιφέστο της Φυλής, που υποστήριξε την διακήρυξη των Ιταλικών Φυλετικών Νόμων και το 1939 πήρε μέρος στην αντιεβραϊκή εκστρατεία από τις σελίδες του Cronaca Prealpina, βασισμένος στις δικές του πεποιθήσεις για τον «πνευματικό φυλετισμό», ως συμπλήρωμα του εθνικοσοσιαλιστικού «βιολογικού ρατσισμού»· το 1939 δημοσίευσε το άρθρο «Γιατί είμαστε αντισημίτες».

Το 1939, μετά από μακροχρόνιες πιέσεις από τον Giani, η επίσημη έδρα της Σχολής του Φασιστικού Μυστικισμού μεταφέρθηκε στο "Il Covo", με μια τελετή υπό την προεδρία του γραμματέα του PNF Achille Starace. Με τα χρόνια το «Covo» είχε μετατραπεί σε μόνιμο μουσείο της Φασιστικής Επανάστασης και από τις 15 Νοεμβρίου 1939 ολόκληρο το κτίριο είχε ανακηρυχθεί «εθνικό μνημείο» με μια «τιμητική φρουρά» από σμηναγούς και βετεράνους πολέμου. Μεταξύ 19 και 20 Φεβρουαρίου 1940, με αφορμή τη δέκατη επέτειο από την ίδρυση του σχολείου, ο Τζιάνι οργάνωσε στο Μιλάνο το «Εθνικό Συνέδριο Φασιστών Μυστικιστών», το οποίο στις προθέσεις του θα έπρεπε να ήταν το πρώτο από τη σειρά των υπολοίπων σχολών.

Όπως οι περισσότεροι από τους «μύστες», ο Giani κατατάχθηκε ξανά ως εθελοντής, αυτή την φορά στο 11ο Σύνταγμα των Αλπινιστών. Είδε τον πόλεμο ως τον προάγγελο μιας επανάστασης που θα οδηγούσε σε μια νέα εποχή. Τον Ιούνιο του 1940 έλαβε μέρος στη μάχη των Δυτικών Άλπεων κατά της Γαλλίας, του απονεμήθηκε το Αργυρό Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας για μια δράση που πραγματοποιήθηκε στις 24 Ιουνίου 1940. Μετά την ανακωχή της Villa Incisa ο Giani επέστρεψε στην πολιτική ζωή, αλλά στο μεταξύ ο πόλεμος στη Βόρεια Αφρική είχε αρχίσει. Ζήτησε επανειλημμένα να σταλεί εθελοντής στο νέο μέτωπο, αλλά χωρίς επιτυχία. Τελικά, στις 9 Νοεμβρίου 1940 μπόρεσε να φύγει για τη Βόρεια Αφρική ως πολεμικός ανταποκριτής των Il Popolo d'Italia, Cronaca Prealpina και L'Illustrazione Italiana, που συνδέονται με τις μονάδες της Regia Aeronautica. Εκτός από την δραστηριότητά του ως δημοσιογράφος, συμμετείχε και σε πτητικές αποστολές, αποσπώντας το Χάλκινο Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας. Στις 28 Δεκεμβρίου 1940 ανακλήθηκε στην Ιταλία όπου ανέλαβε εκ νέου την ηγεσία της Cronaca Prealpina στο Βαρέζε.

Τον Φεβρουάριο του 1941 προσφέρθηκε και πάλι εθελοντής στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο, για άλλη μια φορά τοποθετημένος στο 11o Σύνταγμα των Αλπινιστών. Στις 14 Μαρτίου 1941 προσφέρθηκε εθελοντικά να ηγηθεί μιας επίθεσης με στόχο την κατάληψη του βόρειου άκρου του Mali i Shëndëllisë, ενός βουνού στην Αλβανία που κατείχαν οι Έλληνες. Η ομάδα του πέτυχε να καταλάβει το ελληνικό φυλάκιο, αλλά στη συνέχεια ανατράπηκε από μια ελληνική αντεπίθεση, στην οποία ο Giani σκοτώθηκε σε μάχη σώμα με σώμα από μια ξιφολόγχη, στη συνέχεια το πτώμα του θάφτηκε κάτω από το χιόνι από τους άνδρες του 44ου Συντάγματος Κρητών. Επί μία εβδομάδα οι Ιταλοί στρατιώτες ψάχνουν το πτώμα του απεγνωσμένα μέχρι που κάποιοι Έλληνες αιχμάλωτοι από το 44ο Σύνταγμα που ήταν μπροστά στο συμβάν μαρτύρησαν την περιοχή του θανάτου του χωρίς όμως να ξέρουν το σημείο ταφής. 

Ο υπολοχαγός Ιωάννης Φουσκάκης διοικητής του 2ου Λόχου, του 1ου Τάγματος του 44ου Συντάγματος που ηγήθηκε της επίθεσης κατά τη διάρκεια της μάχης που σκοτώθηκε ο Τζιάνι μετά από μερικούς μήνες στις 10 Ιουνίου 1942 σε μία περίοδο ανακωχής οδήγησε τους Ιταλούς στο σημείο ταφής και το πτώμα του Τζιάνι βρέθηκε όπου στη συνέχεια μεταφέρθηκε και θάφτηκε σε στρατιωτικό νεκροταφείο των Ιταλών στην Κλεισούρα. Όταν διέρρευσαν τα νέα στην Ελληνική πλευρά  και κατάλαβαν τη σημασία του συγκεκριμένου ανθρώπου ο υπολοχαγός Ιωαννης Φουσκάκης είπε: «πραγματικά λυπούμαι που ένας τέτοιος σπουδαίος άντρας έφυγε από την ζωή, μακάρι να ήταν διαφορετικές οι συνθήκες για αυτόν, δυστυχώς έτσι είναι ο πόλεμος». 

Στη συνέχεια το 44ο Σύνταγμα Κρητών της γραμμής Μεταξά κράτησε ενός λεπτού σιγή με υψωμένη την δεξιά χείρα ως ένδειξη τιμής αλλά και συγγενικών ιδεών στο πρόσωπο του Νικολό Τζιάνι. Μετά τον θάνατο του, του απονεμήθηκε το Χρυσό Μετάλλιο Στρατιωτικής Ανδρείας για τη συνεισφορά του στην ιδέα αλλά και στον πόλεμο. Ακόμη και σήμερα ο Νίκολο Τζιάνι είναι γνωστός στους Ιταλούς Φασίστες. Το 2021, στην επέτειο των 80 χρόνων από το θάνατό του, οι Φασίστες του έκαναν αφιερώματα στον ηλεκτρονικό και έντυπο τύπο τους.

Τι λένε οι Έλληνες για τον Τζιάνι.

Οι ελληνικές πηγές καταγράφουν λανθασμένα ότι η αντεπίθεση στην οποία σκοτώθηκε ο Τζιάνι έγινε την πρώτη μέρα της Εαρινής Επίθεσης, στις 9 Μαρτίου 1941. Αξίζει να επισημανθεί ότι παρ’ όλο που οι Έλληνες κατάλαβαν από τα χαρτιά που βρήκαν πάνω στο πτώμα του Τζιάνι ότι ήταν κάποιος σημαντικός Φασιστής, δεν γνώριζαν την ταυτότητα του μιας και όπως τελικά απεδείχθη πολέμησε στην Αλβανία με ψευδώνυμο (προκειμένου να καταταχθεί εύκολα) και όχι με το πραγματικό του όνομα.

Τα άγνωστα θραύσματα της ιστορίας: αυτά έλεγε ο Αναρχικός ηγέτης Ντιέγκο Αμπάντ ντε Σαντιγιάν, γραμματέας της FAI, ένα χρόνο μετά τη λήξη του ισπανικού εμφυλίου, για τον Φασίστα αρχηγό της Φάλαγγας Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα

 

«Παρά τις διαφορές που μας χωρίζουν, βλέπουμε κάτι από αυτή την πνευματική συγγένεια στον Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα, έναν μαχητή, έναν πατριώτη, σε αναζήτηση λύσεων για τη χώρα του. Πριν τον Ιούλη του 1936 έκανε διάφορες προσπάθειες για να συναντηθεί μαζί μας. Ενώ όλη η αστυνομία της Δημοκρατίας ήταν ανίκανη να ανακαλύψει το ρόλο που παίζαμε στη FAI, ο Πρίμο ντε Ριβέρα γνώριζε τα πάντα για μας, στο ρόλο του ως ηγέτης μια άλλης παράνομης οργάνωσης, της Ισπανικής Φάλαγγας.

Eκείνη την εποχή για λόγους τακτικής σκοπιμότητας χρόνου δεν θέλαμε να εισέλθουμε σε κανένα είδος σχέσεων μαζί του. Δεν είχαμε καν την ευγένεια να επιβεβαιώσουμε την παραλαβή των εγγράφων που μας είχε στείλει, προκειμένου να μας γνωστοποιήσει μερικές από τις σκέψεις του, διαβεβαιώνοντάς μας ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για κοινή δράση προς όφελος της Ισπανίας.

Μόλις ξέσπασε ο πόλεμος, φυλακίστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε. Αργεντινοί αναρχικοί ζήτησαν να μεσολαβήσουμε για να αποτρέψουμε την εκτέλεση. Ήταν αδύνατο να αποτρέψουμε την εκτέλεσή του, λόγω των εχθρικών μας σχέσεων με την κεντρική κυβέρνηση, αλλά πιστεύαμε τότε, και εξακολουθούμε να πιστεύουμε, ότι η εκτέλεση του Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα ήταν ένα λάθος.

Ισπανοί αυτού του είδους, πατριώτες σαν αυτόν, δεν είναι επικίνδυνοι, ούτε καν στις τάξεις του εχθρού. Είναι μεταξύ εκείνων που είναι πιστοί στην Ισπανία και υποστηρίζουν τον σκοπό της Ισπανίας. Ακόμη και από αντίθετα στρατόπεδα, που επέλεξαν εσφαλμένα ως τα πιο κατάλληλα για τις γενναιόδωρες φιλοδοξίες τους. Πόσο διαφορετικό θα ήταν το πεπρωμένο της Ισπανίας αν μια συμφωνία μεταξύ μας ήταν τακτικά πραγματοποιήσιμη, όπως φρόνιμα πίστευε ο Πρίμο ντε Ριβέρα»

Berto Ricci, ο αναρχοφασιστής που κατάφερε να ξεπεράσει την αριστερά και την δεξιά

 

Του Antonio Pannullo το οποίο δημοσιεύτηκε στο Secolo dItalia στις 2 Φεβρουαρίου 2017 και μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Ρήγα.

«Ο φασισμός είναι η εθνική αίρεση του σοσιαλισμού και η κοινωνική αίρεση του εθνικισμού. Από αυτές τις δύο αιρέσεις γεννιέται μια πίστη. Μοναδική. Από τις αιρέσεις, από θέσεις που αμφισβητούν η μία την άλλη, από τις αντιθέσεις που αντιπαρατίθενται, γεννιέται η πρόκληση της σύνθεσης. Μια νέα ορθοδοξία: η σωστή πίστη, ο σωστός δρόμος, ο σωστός τρόπος, η σωστή ζωή. Ο Berto Ricci μας το έδωσε αυτό. Η ζωή ως πολιτοφυλακή».

Ο Berto Ricci (1905-1941) από την Φλωρεντία, όπως και ο Alessandro Pavolini, ο τελευταίος του είχε αρνηθεί την κάρτα του Φασιστικού Κόμματος το 1932, όταν έμαθε για τις προηγούμενες αναρχικές του συμπάθειες. Αλλά στη Ρώμη, όπου έφτασε η αίτηση του Ricci, κάποιος που γνώριζε ολόκληρη την ιστορία και είχε τη δύναμη να αποφασίσει, του την έδωσε, την κάρτα γράφοντας: «Μήπως δεν ήμασταν κι όλοι εμείς αναρχικοί;».

Ο Ricci είχε συμπάθειες με τον Φασισμό από το 1927, αλλά του χρειάστηκαν πέντε χρόνια προβληματισμού προτού κάνει ένα βήμα που το θεωρούσε οριστικό. Και ήταν, δεν άλλαξε ποτέ ξανά πλευρά. Αποφοίτησε από σπουδές Μαθηματικών στην Πίζα και σε όλη του τη ζωή ήταν καθηγητής στα σχολεία, ακόμα και όταν συνεργάστηκε με διάφορα πολιτιστικά και πολιτικά περιοδικά και ίδρυσε εφημερίδες. 

Του άρεσε η επανάσταση του Mussolini, αλλά είναι λάθος να τον αποκαλέσουμε ως «αριστερό φασίστα», επειδή ο Ricci δεν συνέθεσε τον φασισμό με την δεξιά και την αριστερά: μοιραζόταν τον φασισμό - καθεστώς σε αυτό της αυτοκρατορίας, υποστηρίζοντας ότι όταν θα ρίζωνε θα έπρεπε να αναδείξει την κοινωνική ψυχή του, όπως συνέβη αργότερα. 

Μετά την αποφοίτησή του, ο Ricci συνεργάστηκε με το Il Selvaggio του Maccari και άλλα περιοδικά της Φλωρεντίας όπως το Bargello, το φύλλο εντολών μάχης της Φασιστικής ομοσπονδίας και με την Revolution, το όργανο των μαθητών του Guf, των Φασιστικών πανεπιστημιακών ομάδων. Αντι-ακαδημαϊκός, ποιητής, λαϊκιστής, ο Ricci δεν άρεσε στον Giovanni Gentile, βρήκε υποστήριξη από τον Julius Evola, τον οποίο συνάντησε, κι αυτός επίσης συμμετείχε στην αντι-ιδεαλιστική φιλοσοφική μάχη. 

Το 1931 ίδρυσε την L' Universale μαζί με μια δεκαπενταμελή ομάδα διανοουμένων, στην οποία συνεργάζονται δημοσιογράφοι του διαμετρήματος των Indro Montanelli και Romano Bilenchi. Άρεσε στον Mussolini, ο οποίος του ζήτησε να συνεργαστεί με την Il Popolo d'Italia. Το 1936 έκλεισε την L' Universale και έφυγε εθελοντικά για τον πόλεμο στην Αιθιοπία γράφοντας: «δεν υπάρχει πλέον ώρα για το τυπογραφείο».

Το 1940 συμμετείχε στο συνέδριο για την Φασιστική Μυστική Σχολή των Nicolò Giani και Guido Pallotta , επιμένοντας στο θέμα της κοινωνικής ενότητας και της κοινωνικοποίησης στις επιχειρήσεις. Ο Ricci δεν ήταν μόνο ένας από τους πιο πρωτότυπους Φασιστές στοχαστές, αλλά πιθανότατα ήταν όλου του εικοστού αιώνα: θεωρούσε την εκκλησία, τον καπιταλισμό, τον εθνικισμό παρακμή, έννοιες που εκφράστηκαν επίσης στο μοναδικό δοκίμιο που μας άφησε, ο Ιταλός συγγραφέας και αναδημοσίευσε ο εκδότης Ciarrapico το 1984 και προλόγιζε ο ίδιος ο Montanelli. 

Κρίνει θετικά την εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία, αλλά ήταν απολύτως αρνητικός στον βιολογικό ντετερμινισμό. Αδιάφθορος, και φτωχός: το δείπνο του γάμου του ήταν διάσημο, όταν πρόσφερε επτά καπουτσίνο στον ίδιο αριθμό επισκεπτών, έζησε σαν Σπαρτιάτης, σε ένα δωμάτιο με σιδερένιο κρεβάτι και ένα τραπέζι γεμάτο βιβλία. 

Κατά το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου έφυγε εθελοντικά και στάλθηκε στη Λιβύη ως υπολοχαγός των Μελανοχιτώνων, στην Κυρηναϊκή, όπου στις 2 Φεβρουαρίου 1941 ένα αγγλικό Spitfire τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Είναι θαμμένος στο Ιερό των Υπερπόντιων Πεσόντων στο Μπάρι. 

Μετά τον πόλεμο, με μια ντροπιαστική αλλά όχι ασυνήθιστη απόφαση στην damnatio memoriae  που ο αντιφασισμός κήρυξε χωρίς επιτυχία, ο δήμος της Φλωρεντίας ακύρωσε τον δρόμο που του ήταν αφιερωμένος για τα πολιτιστικά του επιτεύγματα. Όπως είπε κάποτε στον Montanelli: «Σκεφτείτε ότι αν ακολουθήσετε έναν δρόμο θα πρέπει να τον πάτε μέχρι το τέλος». 

Όπως έκανε ο και ίδιος, ο οποίος - ο Mussolini ήταν ακόμη ζωντανός - δεν χαρίστηκε σε καμία κριτική για τις πιο τραγικές πτυχές του Φασισμού ή εκείνων που τον στήριζαν από συμφέρον. Ο Berto Ricci δεν περίμενε τον Mussolini να κρεμαστεί στην πλατεία Loreto για να τον επικρίνει, όπως έκαναν πολλοί Φασίστες διανοούμενοι.

Ο «αναρχοφασισμός»: από τον Berto Ricci στους NAR, η μεγάλη ιστορία ενός αιρετικού φλερτ.

Δημοσιεύτηκε από τον Μiro Renzaglia την 29η Ιουλίου 2011 στο εβδομαδιαίο Gli Altri και μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Ρήγα

link: «Αναρχοφασισμός»: Μια επισκόπηση της «Δεξιάς Αναρχικής» Σκέψης

Το 1932, έτος Χ της φασιστικής εποχής, ένας γνωστός και περήφανος Φλωρεντίνος αναρχικός, ο Ρίτσι Αλμπέρτο γνωστός ως ‘’Μπέρτο’’, συγγραφέας, ποιητής, δημοσιογράφος διαφόρων λογοτεχνικών εντύπων, υπέβαλε αίτηση στην τοπική ομοσπονδία για ένταξη στο PNF (σ.μ. το εθνικό φασιστικό κόμμα). Σύμφωνα με την πρακτική, του αναρωτήθηκε: "Γιατί δεν γράφτηκα νωρίτερα;". Σε αυτό, στη στιγμή απάντησε με ειλικρίνεια: "Επειδή ήμουν αντίθετων ιδεών". Όπως το θέλει η γραφειοκρατία, το αίτημα έφτασε στο γραφείο του τοπικού ομοσπονδιακού, γραμματέα του Alessandro Pavolini, ο οποίος αντιτάχθηκε με ένα αποφασιστικό «Όχι» στο αίτημα. Λόγος άρνησης το κείμενο: «Έχει επιδείξει αναρχικές ιδέες στο παρελθόν». Για την τελική απάντηση, ωστόσο, ο φάκελος πέρασε στα Ρωμαϊκά γραφεία του εθνικού γραμματέα του κόμματος εκείνη τη στιγμή: ο Arturo Marpicati ο οποίος, έχοντας διαβάσει τα έγγραφα, ενέκρινε την εγγραφή προσθέτοντας τον λόγο στην εμπιστευτική απόρριψη στο κάτω μέρος: «Μήπως και εμείς οι φασίστες δεν ήμασταν αναρχικοί;»

Θεωρώντας ότι είναι χρήσιμο στην ανίχνευση του προφίλ, όσο και αν είναι επιλεκτικό, ενός αναρχοφασιστικού πρωτοτύπου, θα ήταν βολικό να ακολουθήσουμε, για μια στιγμή, την βιοδιανοητική πορεία του Berto Ricci. Ας ξεκινήσουμε από το τέλος. Ο Ρίτσι πέθανε, πυροβολημένος από ένα Spitfire, στις 2 Φεβρουαρίου 1941 στον αφρικανικό πόλεμο, όπου θέλησε να πάει ως εθελοντής, ξεπερνώντας τις συνήθεις γραφειοκρατικές αντιρρήσεις. "Αντίθετων ιδεών," ήταν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την ένταξη του στο Φασιστικό κόμμα. Αντίθετος με τα πάντα από μια αιρετική, ετερόδοξη κλίση και από πνεύμα αντιλογίας, ήταν πιστός μόνο στην πολύ αποκλειστικά δική του ιδέα του Φασισμού που βλάστησε σε αυτόν, γύρω στο 1927, από Στιρνερική, Σορελιανή και Νιτσεϊκή σπορά. Χρειάστηκαν πέντε χρόνια για να πείσει τον εαυτό του για τη μοίρα του και άλλα δύο για να πάρει την κομματική κάρτα. Αλλά αυτό που ήταν στο DNA του τελικά αναδύθηκε.

Το παιχνίδι με το οποίο παθιάζονταν ήταν να αφήνει σπινθήρες να ξεφεύγουν από τη βίαιη αντιπαραβολή ιδεών σε μια ελεύθερη αντίφαση. Αναρχικός και αντιεθνικιστής, αλλά υπέρ της αυτοκρατορίας: "που θα επιτύχει την Μοναρχία του Δάντη και το Συμβούλιο του Μαντσίνι". Αντικαπιταλιστής αλλά για την εξέλιξη του προλεταριάτου σε ιδιοκτήτες, για μια πολιτική παράδοση αλλά «εμπλουτισμένη με λαϊκό Χριστιανισμό, ουσιαστικά και ισχυρά ειδωλολατρική». Ρεαλιστής, σε αντίθεση με τον ιδεαλισμό του Gentile, μα και ουτοπιστής. Αντικομμουνιστής, αλλά "η Αντί-Ρώμη δεν είναι στη Μόσχα, είναι στο Σικάγο: την πρωτεύουσα του χοίρου" γιατί "η κομμουνιστική επανάσταση έκανε καλό στον εαυτό της". Φασιστής της αριστεράς αλλά όχι εχθρικός προς τα δεξιά, γιατί "ο εχθρός νούμερο ένα ήταν και παραμένει το κέντρο, δηλαδή η βολεμένη μετριότητα. Το κέντρο είναι συμβιβασμός, εμείς είμαστε η ταυτόχρονη επιβεβαίωση των άκρων, στο σύνολο τους ".

Σιγά το πράγμα, ίσως ειπωθεί: η ιστορία ενός κάπως υπερβολικού συγγραφέα δεν μπορεί να ακυρώσει μια ενοποιημένη αντιθετική προκατάληψη αυτών των δύο πόλων. Ακόμα περισσότερο αν σκεφτούμε πού καταλήγουν τελικά οι δύο δρόμοι: στο «κανένα κράτος», στην αναρχία και στο «ηθικό κράτος», τον φασισμό. Ωστόσο, αυτό συντομεύεται αν εξετάσουμε τα πράγματα από μια οντολογική άποψη: και τα δύο «σχολεία» κηρύττουν την άμεση ανάληψη ευθύνης για την ατομική δράση και την υπεροχή της δράσης έναντι της θεωρίας. Και ακριβώς εδώ είναι το βραχυκύκλωμα που καίει τις αποστάσεις και παράγει αυτό το φλερτ που θα επιτρέψει στον Ricci και σε άλλους αναρχικούς να φορούν το Μαύρο Πουκάμισο και να γίνουν δράστες της Φασιστικής επανάστασης.

Θα αναφέρω μόνο μερικές από τις πιο περίφημες περιπτώσεις. Συνέβη στον καλλιτέχνη και ποιητή Lorenzo Viani, έναν αναρχικό στην συντροφιά του Errico Malatesta, ο οποίος άρχισε να σχεδιάζει μια κοινωνική δημοκρατία της Apuania και συνέχισε την πολιτική του πορεία ως "Squadrista". Συνέβη στον Leandro Arpinati, ο οποίος, προτού πέσει στην δυσμένεια του Μουσολίνι, ήταν σημαντικό στέλεχος του καθεστώτος. Ο Giovanni Papini αποκαλούσε τον εαυτό του αναρχικό, και γνωρίζουμε την περαιτέρω πορεία του. Ο Marcello Gallian ήταν επίσης αυτός που, ακόμα με το μαύρο μαντήλι της αναρχίας στο λαιμό του, ήταν μεταξύ των Φασιστών της πρώτης ώρας στην Piazza San Sepolcro στο Μιλάνο, λεγεωνάριος της επιχείρησης Rijeka και, τρία χρόνια αργότερα, ένας από εκείνους που βάδισαν προς την Ρώμη,  παραμένοντας πάντα, ωστόσο, ένας «καταραμένος» ανατρεπτικός. Ήταν όλοι τόσο τυφλοί που δεν είδαν τις διαφορές και τόσο ηλίθιοι που δεν πρόσεξαν την αντίφαση;

Ο ίδιος ο Marcello Gallian, ο οποίος όταν τον ρώτησαν τους λόγους της «μεταστροφής» του απάντησε: «Δεν είμαι κατάλληλος για μεταστροφές. Δημιούργησα έναν Χριστό για τον εαυτό μου, δημιούργησα έναν Μουσολίνι για μένα, δημιούργησα έναν επαναστατικό κόσμο για τον εαυτό μου, σύμφωνα με τις απαραίτητες και αιρετικές μου θέσεις». Δεν σας φαίνεται ότι αντηχεί τα λόγια εκείνου του άλλου σφαιρικού αναρχοφασίστα του αναγνωρισμένου πατέρα του αναρχικού tout court; Ο Max Stirner ο οποίος στο Der Einzige und sein Eigentum (ο μοναδικός και το δικό του), που δημοσιεύτηκε στη Λειψία το 1844, δήλωσε: «Η δύναμη μου είναι δική μου, τη δύναμη μου, μου τη δίνει ότι είναι δικό μου. Εγώ ο ίδιος είμαι η δύναμή μου … και για αυτό είμαι ότι είναι δικό μου ».

Ο Stirner ανήκει σε αυτή τη γενιά των φιλοσόφων που έχουν μπει στην ιστορία της σκέψης ότι έχουν γράψει ένα και μόνο ένα βιβλίο. Ένα βιβλίο, ωστόσο, με το οποίο κλήθηκαν να αναμετρηθούν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αναγνωρίζοντας ή όχι το χρέος της προέλευσης, τα πιο σκεπτόμενα κεφάλια όλων μεταξύ του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα και του 20ου από τον Søren Kierkegaard έως τον Friedrich Nietzsche στους καταστασιακούς. Ο Stirner σκιαγράφησε έναν άνθρωπο που παραιτείται από αυτά τα δεκανίκια που είναι τα «ισμοί». Αν ο άνθρωπος έπρεπε να βασίσει το νόημα της ύπαρξης του σε «ισμούς», είναι ο ίδιος: ένα «εγώ» που ισχυρίζεται ότι είναι στην πραγματικότητα ο μοναδικός. Το οποίο, για παράδειγμα, απασχόλησε βαθιά τους Μαρξ - Ένγκελς (βλ. Γερμανική ιδεολογία) στην αντίκρουση ενός δικού τους μηνύματος: «Ο Stirner είναι ένας άθλιος» ... To οποίο, ωστόσο, δεν είχε το αποτέλεσμα να εξαλείψει τη γοητεία της έκκλησης του (Στίρνερ) σε γενιές αναρχο-κομμουνιστών, αναρχο-σοσιαλιστών, αναρχο-ελευθεριακών και ακόμη και εκείνων που δεν ήταν ποτέ αναρχικοί.

Όπως και ο Μουσολίνι Μπενίτο, ο οποίος, ίσως λόγω του εκπαιδευτικού χρέους του προς την νεολαία, δεν εμπόδισε, ως Duce, την δημοσίευση και κυκλοφορία στην Ιταλία του Stirnerian opus. Και δεν ήταν ο μόνος. Ακόμη και συγγραφείς των οποίων η πνευματική αριστεία είναι αδύνατο να αγνοηθεί, και μερικές φορές κακώς θεωρούνται στην αντίπερα όχθη, τον αποτίμησαν θετικά. Όπως ο Carl Schmitt που δεν σταμάτησε ποτέ, όλη του την ζωή, την προσωπική του σώμα με σώμα μάχη με τη σκέψη του "ο Max, ο μόνος που με επισκέπτεται στο κελί μου" (το κελί ήταν αυτό της φυλακής στην οποία ήταν ακόμα φυλακισμένος 1947 "για την προετοιμασία ενός επιθετικού πολέμου"). Όπως ο Ernst Jünger, ο οποίος, στο Der Waldgang (ο αντάρτης) και στο Eumewil (Heliopolis), εντοπίζει το προφίλ του άναρχου, του οποίου είναι προφανής η καταγωγή του Μοναδικού. Ή όπως ο Julius Evola της φιλοσοφικής περιόδου της Θεωρίας και της Φαινομενολογίας του απόλυτου ατόμου, όπου εντοπίζει την ταυτότητα της αυτοκρατορίας: ο άνθρωπος αρκεί για τον εαυτό του. Δεν σας εκπλήσσει το γεγονός ότι οι «δεξιοί» στοχαστές καλωσορίζουν τον Stirner και ο υπερστοχαστής της αριστεράς, ο Καρλ Μαρξ, τον μισεί;

Πριν από λίγο καιρό, στο διαδικτυακό περιοδικό που διαχειρίζομαι: il Fondo, έκανα ένα τεστ. Περνώντας το για δική μου διανοητική επινόηση, δημοσίευσα το «Μανιφέστο της ελευθερίας, της κοινωνίας και της επανάστασης!». Στο κείμενο, εκτός από τον τίτλο, δεν υπήρχε ούτε μια λέξη μου: ήταν όλα τα αποσπάσματα, χωρίς καμία διόρθωση, από τα έργα του Μιχαήλ Μπακούνιν, προφανώς όχι μεταξύ των πιο γνωστών. Το il Fondo  - το λέω αυτό για όσους δεν το ξέρουν - κανονικά ταξινομείται από τον εξωτερικό παρατηρητή ως ένα φύλλο της ριζοσπαστικής «δεξιάς» (στην πραγματικότητα, δημιουργήθηκε για να διαλύσει τις κατηγορίες δεξιά και αριστερά, και κυρίως της ριζοσπαστικής δεξιάς). Ξεκίνησε μια συζήτηση για το «Μανιφέστο», στο οποίο κανείς δεν εξέφρασε ουσιαστική κριτική για το συνολικό περιεχόμενο της πρότασης. Το πολύ να υπήρχαν κάποιες επιφυλάξεις για αυτό ή για εκείνο το απόσπασμα, κυρίως με προθέσεις μιας περαιτέρω μελέτης. Μέχρι που αποκάλυψα την "προβοκάτσια". Σε αυτό το σημείο, προστέθηκε το σχόλιο ενός συμμετέχοντα στο φόρουμ, ο οποίος κατέληξε στο συμπέρασμα: "Δεν το βρίσκω πρόβλημα. Πάντα ήμουν λίγο αναρχικός, ίσως ακόμη και υποσυνείδητα".

Είναι σαφές ότι το τεστ μου δεν έχει επιστημονική αξιοπιστία: ισχύει μόνο ως κατά προσέγγιση δείκτης μιας συγκεκριμένης "ατμόσφαιρας". Αλλά αν κάνω τώρα κάτι άλλο, ρωτώντας: ποια οργάνωση θα υπέγραφε την κατ' εξοχήν ρήση του Μαξ Στίρνερ, "Έχω θέσει τον σκοπό μου στο Τίποτα": οι Ερυθρές Ταξιαρχίες, με τον ιστορικό τους φιναλισμό ή οι Ένοπλοι Επαναστατικοί Πυρήνες*, με την αυθόρμητη μηδενιστική τους δράση, ποιο αποτέλεσμα πιστεύετε ότι θα έβγαινε;