του Κωνσταντίνου Μποβιάτσου
Η πολιτικά ορθή διανόηση που καταγγέλλει τον «φασισμό»
στην Αμερική, δεν γνωρίζει περισσότερο την αμερικανική πραγματικότητα από
αυτούς τους κλασικούς κυνηγούς μαγισσών, οι οποίοι κατήγγειλαν εκεί κάποτε, τον
«κομμουνιστικό κίνδυνο». Ο κλασικός μαρξισμός δεν μεταμοσχεύθηκε ποτέ περισσότερο από κάποιο περιθωριακό βαθμό στις
Ηνωμένες Πολιτείες, όχι επειδή οι Αμερικανοί ανακάλυψαν τα δογματικά του λάθη,
δεν ήταν φυσικά ικανοί να το κάνουν, αλλά ακριβώς λόγω της αδυναμίας τους να
αφομοιώσουν οποιοδήποτε δόγμα. Και ότι λειτουργεί προς τη μία κατεύθυνση,
λειτουργεί εξίσου και προς την άλλη. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος να δεις
την Αμερική μια μέρα να γίνεται «φασιστική», από το να τη δεις να γίνεται
«κομμουνιστική». Η «αμερικανική» Αμερική θα έλεγα, ίσως είναι ήδη αρκετή για να
δικαιολογήσει αρκετούς φόβους προς το εξωτερικό.
Για πολλούς Αμερικανούς, ο φασισμός και ο κομμουνισμός
προέρχονται από την ίδια «ιδεολογική» έμπνευση. Η δεξιά από την μία, όταν δεν
περιορίζεται στην υπεράσπιση του καπιταλισμού ή του αντικρατικού συντηρητισμού,
τις περισσότερες φορές εμπίπτει σε μικροπολιτικές, γραφικότητες και λαϊκισμούς,
ενώ δεν λαμβάνει υπόψη την πολυπλοκότητα των επιλεκτικών πιέσεων στις
ανθρώπινες κοινωνίες και κυρίως τείνει να δικαιολογήσει την εξάλειψη από αυτούς
τους οποίους, δεν παίζουν το «καλό αμερικάνικο παιχνίδι».
Η αριστερά από την άλλη, όταν στρέφεται προς τον
σοσιαλισμό, εκτιμά ιδιαίτερα τις ουτοπικές του ποικιλίες, με επίκεντρο τον
κοινωνικό ευαγγελισμό. Στην άκρα δεξιά όπως και στην άκρα αριστερά, οι ιδέες
λάμπουν δια της απουσίας τους με κωμικοτραγικό τρόπο. Αντικαθίστανται από
πρωτόγονα πάθη, δημιουργώντας κρίσεις χωρίς αύριο, αφενός οι μεν με τον τυφλό
πατριωτισμό και σωβινισμό αλλά και την αόριστη ξενοφοβία - με κενότητα και
χωρίς δόγμα και πρόγραμμα - με ένα φόντο
πουριτανικού φανατισμού και αφετέρου οι άλλοι, με έναν υπερ-ισοτισμό και ψευδοανθρωπισμό,
με ένα φόντο ανόητης οικουμενικότητας.
Επιπρόσθετα στην απόρριψη της εξουσίας, η απέχθεια προς
τις ιδεολογίες οδηγεί φυσικά στην ανικανότητα των οργανώσεων σε εθνική κλίμακα.
Χιλιάδες σύλλογοι, ομάδες, ομαδούλες και κόμματα, βλέπουν το φως και
εξαφανίζονται σε διάστημα λίγων μηνών. Κάποια από αυτά που έχουν επιβιώσει με
τα χρόνια (μικρές κομμουνιστικές ομάδες, τροτσκιστές, ψευτοφασιστοειδή γκρουπ
κ.λπ.) δεν έχουν καμία πραγματική σημασία, δεν έχουν καν ένα λογικό
περιεχόμενο. Αυτή είναι η «τραγωδία» της πολιτικής ζωής στην Αμερική. Επιπλέον
δεν μπορεί να αποκλειστεί, ότι οι πολιτικές δολοφονίες και οι απόπειρες
δολοφονιών, που ήταν και είναι πάντα συχνές στις Ηνωμένες Πολιτείες, πηγάζουν
εν μέρει από το γεγονός ότι τα αληθινά επαναστατικά στοιχεία, που
αντιμετωπίζουν την αδυναμία να διατυπώσουν τις ιδέες τους στις μάζες, δεν
βλέπουν άλλη διέξοδο, παρά μια απελπισμένη ατομική χειρονομία.
Μέσα σε όλα αυτά στις ΗΠΑ, υπήρξε και η ίδρυση της “New Left”, της νέας αριστεράς που γεννήθηκε κάπου μεταξύ των
Πανεπιστημίων Columbia και Berkeley. Οι hippies, οι «κομμούνες», ο οικολογικός
καταστροφισμός, η «αντιεξουσιαστική» παιδεία, ο νεοφεμινισμός, η θεωρία του «Behaviorism» (συμπεριφορισμός)
«δημιουργήθηκαν με μια λεπτομερής ανάλυση των συναισθημάτων και των αντιδράσεων
των εργαζομένων και των εργατών, μέσα σε εργασιακές καταστάσεις, με ακριβή
στόχο τον προσδιορισμό ταυτόχρονα των καλύτερων τεχνικών για την υπέρβαση όλων
των παραγόντων που μπορούν να εμποδίσουν τη μέγιστη παραγωγικότητα» μας λέει ο
Evola στο άρθρο του “O Άνθρωπος στην Αμερική”, (βλέπε ιστολόγιο “Σαμουράι
της Δύσης”).
Μιλάμε για όλο το οπλοστάσιο της λεγόμενης «διαμαρτυρίας»
του‘68 “made in USA”. Η πρωτεύουσα του κομμουνισμού ήταν κάποτε η Μόσχα, ενώ
τώρα η πρωτεύουσα του νεομαρξισμού με τις radical chic οδηγίες (Coca-Cola
Marxism) βρίσκεται σήμερα στην Washington. Πρέπει να εκπλαγούμε; Μάλλον όχι … Τo
βλέπουμε άλλωστε, το ζούμε στο πετσί μας καθημερινά: Η ουτοπία που αναγεννιέται
διαρκώς, η άνθιση ενός παρασιτισμού που πάντα κατηγορείται από την κοινωνία,
την οποία καταγγέλλει, η έκρηξη της «αντικοινωνίας» σε μυριάδες μικρές ομάδες,
η συγκρότηση μιας «διανοούμενης τάξης» υπεύθυνης για τη διατήρηση της κακής
συνείδησης των «αστών», τα νέα ναρκωτικά, η διάλυση της γλώσσας, οι ελεύθερες
αυταπάτες, ο πολλαπλασιασμός των αιρέσεων: όλη αυτή η «χλιδή» δεν θα μπορούσε
παρά να αποπλανήσει εκείνους που τελικά, πάνω απ' όλα, ονειρεύονται μια αβίαστη
επανάσταση.
Ας δούμε σε αυτό το σημείο, τι γράφει για τον
αμερικανικό «φασισμό» ο F. Duprat και ο A. Renault, στο “Les fascismes
américains’’, (Ο Αμερικανικός φασισμός) 1924-41: «Η εξέταση των δυνάμεων στο
πεδίο, καταδεικνύει ότι ο αμερικανικός φασισμός, ένα φαινόμενο εξίσου
περιθωριακό με τον αμερικανικό κομμουνισμό, εν στενή έννοια, δεν είχε τίποτα
περισσότερο να κάνει με τον φασισμό, εκτός από τον λεκτικό εξτρεμισμό και την
προτίμηση για τα χρωματιστά πουκάμισα. Οι κύριοι εμψυχωτές του ήταν, στις
περισσότερες περιπτώσεις, βιομήχανοι, όπως ο Henry Ford (του οποίου τα εμπορικά
συμφέροντα κατέληξαν να υπερισχύσουν των πεποιθήσεων του: η πολιτική του
δραστηριότητα δεν κράτησε ούτε καν δύο χρόνια, από τον Μάιο του 1920 έως τον
Ιανουάριο του 1922).
Επίσης κάποιοι θρησκευόμενοι, όπως ο Abbot Coughlin, ο
ραδιοφωνικός ιερέας της “Εθνικής Ένωσης για την Κοινωνική Δικαιοσύνη”, ο
αιδεσιμότατος Gerald L. K. Smith, της “Χριστιανικής Εθνικιστικής Σταυροφορίας”
(Ο Σταυρός και η Σημαία), ο αιδεσιμότατος Winrod (“Υπερασπιστές της
χριστιανικής πίστης”), ο αιδεσιμότατος Terminiello (“Ένωση Χριστιανών
Σταυροφόρων”), ο αιδεσιμότατος James B. Cox (“Μπλε πουκάμισα”) και οι άλλοι
διάφοροι “Εθνικοί Σταυροφόροι του εύκολου κέρδους”. Αξιοσημείωτη είναι και η δύναμη της Βίβλου,
που δεν έπαψε να εμπνέει το «κυνήγι μαγισσών» και τον πιο ανάδρομο
φονταμενταλισμό. Ακόμη και στον αμερικανικό αντισημιτισμό (επίσης περιθωριακό
φαινόμενο, αλλά με κάποια συνέχεια) δεν λείπουν αυτοί που αναζητούν τις
ιδεολογικές τους βάσεις στην Παλαιά Διαθήκη. Έτσι βλέπουμε τους συγγραφείς της
παραληρηματικής λογοτεχνίας, να αγωνίζονται να αποδείξουν ότι οι μη Εβραίοι
είναι «ο αληθινός λαός του Ισραήλ», ενώ οι Εβραίοι είναι «σφετεριστές».
Και μέσα σε αυτό το παρακμιακό κάδρο, δεν θα μπορούσαν
να λείψουν και οι πολιτικοί παλιάτσοι, τύπου Trump (ως δήθεν το αντίπαλον δέος
στην προοδευτική τάση της Woke culture), με βαθιές ιουδαϊκές επιρροές και
δόγματα - γνωστή η ιστορία της κόρης του -
ποτισμένα με ότι πιο ωμό και βίαιο οικονομικά έχει να διδάξει το “Μεγάλο
Κεφάλαιο”. Άνθρωποι βασισμένοι στον αιώνιο ρομαντικό μύθο του
«αυτοδημιούργητου», που γίνεται πολυεκατομμυριούχος. Όλοι βγαλμένοι από
επικίνδυνες θρησκευτικές αιρέσεις και δόγματα, οδηγούμενα από τις γνωστές Στοές και φυσικά με στόχο την
οποιαδήποτε παγκόσμια κυριαρχία, αλλά κυρίως την καταστροφή της Ευρώπης, αλλά
και του πλανήτη. Έτσι με την γνωστή καραμέλα του επιλεκτικού κινδύνου της μετανάστευσης,
μπόρεσαν να σαγηνεύσουν κάποιους Ευρωπαίους, ώστε να προωθήσουν την επικίνδυνη
πολιτική τους σκηνή, μέσα στο σπίτι μας, λες και δεν έχουμε ήδη την δικιά μας
ακροδεξιά να υμνεί τα τέκνα του Ισραήλ.
Άνθρωποι που απέκτησαν κάποια εφήμερη οικονομική δύναμη
και ήταν κατώτεροι των περιστάσεων, για να φανούν πολιτικά αλλά και κοινωνικά,
πρόδωσαν οι ίδιοι την τεράστια, χιλιάδων χρόνων, ιστορία και πολιτιστική
κληρονομιά της Ευρώπης μας. Ποδοπατώντας κάθε εθνικιστικό δόγμα, έννοια και
ιδέα, υμνούν με την σειρά τους την «εκλεκτή φυλή», η οποία με τρομοκρατικό
τρόπο εξαφανίζει από τους ανθρώπους, όχι μόνο το δικαίωμα να έχουν ένα κομμάτι
γης, αλλά και την ίδια την ζωή τους, ενώ ταυτόχρονα διαλύουν την Ευρώπη με την
ανεξέλεγκτη μετανάστευση, που αυτοί δημιουργούν, με δεκάδες βίαιους αλλά και
«ειρηνικούς» τρόπους.
Δεν έχουμε ανάγκη να πάρουμε τίποτε από αυτούς, ούτε να
θαυμάσουμε κάποιους απίθανους τύπους που έχουν διδάξει τις αρχές της παρακμής,
της καταστροφής και του υλισμού, ακολουθώντας πιστά τον Αιώνιο Αφέντη.
Κατάφεραν να περάσουν όμως τον καρκίνο τους στην ήπειρο μας, με την δημιουργία
αντίστοιχων θλιβερών κομμάτων. Όλα αυτά τα πολιτικά κινήματα που εμφανίστηκαν
στην Ευρώπη ως «πατριώτες κατά της παγκοσμιοποίησης», έχουν την σύνδεση με το
Ισραήλ ως θεμελιώδες μέρος της ερμηνείας τους για τον κόσμο. Εμείς όμως έχουμε
τα όπλα του πνεύματος για να σώσουμε, έστω και τώρα που είναι αργά, ότι
μπορέσουμε, μέσα από τα χαλάσματα. Και τι
ιδέες και παραδείγματα να πάρουμε άλλωστε από κάποιους που δεν αποτελούν
Έθνος, αλλά ένα συνονθύλευμα φυλών και θρησκειών, ταγμένα στον Χρυσό και εχθροί
στο Αίμα.
Χαρακτηριστικά τα λόγια του μεγάλου Γάλλου μελετητή και ιστορικού
Ernest Renan (1823-1892), στο “Τι είναι ένα έθνος;”:
«Ένα έθνος είναι μια ψυχή, μια πνευματική αρχή. Δύο
πράγματα, που στην πραγματικότητα είναι ένα, συνθέτουν αυτήν την ψυχή και αυτήν
την πνευματική αρχή. Το ένα είναι στο παρελθόν, το άλλο στο παρόν. Το ένα είναι
η κατοχή μιας πλούσιας κληρονομιάς αναμνήσεων, το άλλο είναι η τρέχουσα
συναίνεση, η επιθυμία για συμβίωση, η βούληση να συνεχίσουμε να διεκδικούμε την
κληρονομιά που έλαβε αδιαίρετη. Ο άνθρωπος, κύριοι, δεν αυτοσχεδιάζει. Το
έθνος, όπως και το άτομο, είναι το αποκορύφωμα ενός μακρού παρελθόντος
προσπαθειών, θυσιών και αφοσίωσης. Η λατρεία των προγόνων είναι η πιο νόμιμη
από όλες. Οι πρόγονοί μας, μας έκαναν αυτό που είμαστε:
Το έθνος είναι λοιπόν μια μεγάλη αλληλεγγύη, που
αποτελείται από το συναίσθημα των θυσιών που έγιναν και εκείνων που είμαστε
ακόμη διατεθειμένοι να κάνουμε μαζί. Προϋποθέτει ένα παρελθόν, αλλά συνοψίζεται
στο παρόν μέσα από ένα απτό γεγονός: την συναίνεση, την ξεκάθαρα εκφρασμένη
επιθυμία για συνέχιση της συμβίωσης. Η ύπαρξη ενός έθνους είναι (συγχωρέστε τη
μεταφορά) ένα καθημερινό δημοψήφισμα, όπως η ύπαρξη του ατόμου, είναι μια αέναη
επιβεβαίωση της ζωής».
Οι Kosher εθνικιστές ζουν και βασιλεύουν ανάμεσα μας,
ερωτευμένοι με την θλιβερή αστική ζωή τους, καταλαμβάνοντας θέσεις και
πολιτική δύναμη μέσα στο σύστημα και φυσικά εκτελώντας πιστά τις εντολές των
αφεντάδων τους. Είναι τα νέα κορόιδα του καθεστώτος, τα νέα πρόβατα προς σφαγή
και μάλιστα στην χειρότερη μορφή τους: ανήθικοι, άβουλοι, μίζεροι και
προσκυνημένοι. Ανατρέποντας κάθε αντικαπιταλιστική θεωρία, στηριζόμενοι μόνο σε έναν τυφλό και
ξερό αντιμαρξισμό, στηρίζουν το ΠΑΓΚΌΣΜΙΟ Κεφάλαιο, αγνοώντας φυσικά τα μεγάλα
μυαλά του παρελθόντος, που είχαν αποβάλει τον Μαρξ από τον σοσιαλισμό, για μια
καλύτερη και πιο ανθρώπινη διαβίωση.
Αυτό φυσικά τονίστηκε και από τους μεγάλους στοχαστές
του 1900 ιδιαίτερα με τους συγγραφείς της “Συντηρητικής Επανάστασης”, που
αναπτύχθηκε στη Γερμανία μεταξύ 1918 και 1932, όπως οι Oswald Spengler, Arthur
Moeller van den Bruck, Carl Schmitt, Werner Sombart, οι αδελφοί Jünger ... Και
για να μην μιλήσουμε για τους εκπροσώπους της Παράδοσης όπως ο Evola, Guenon.
Πέρα από τη διαφορετικότητα τους, οι «συντηρητικοί επαναστάτες» καταγγέλλουν τη
νεωτερικότητα, αλλά δεν είναι απλοί αντιδραστικοί. Γι’ αυτούς είναι ζήτημα διάσωσης των παραδοσιακών
αξιών, όχι με μια υποθετική διάσωση διαβρωμένων ή εξαφανισμένων θεσμών, αλλά με
την οικοδόμηση μιας νέας τάξης (μια «Τρίτη Αυτοκρατορία», όπως ισχυρίζεται ο
Moeller van den Bruck).
Όπως και να έχει, κάποιοι πάντα λίγοι, παραμένουμε σε
αυτόν τον δρόμοι των ηττημένων αλλά σταθεροί στον δρόμο για να βρεθεί «το
πέρασμα στο δάσος», σύμφωνα με τον Junger, που θα αποτελέσει και το μέρος της ελπίδας
...
Εξάλλου ο καθένας κάνει τις επιλογές του, διαλέγει την πορεία του αλλά
μακριά μας πλέον, από αυτό το μέρος, έδαφος που έχει μια Ιστορία και μια
Παράδοση … Όχι δεν είναι κανένας τέτοιος «Δικός μας» επειδή ίσως να νομίζει ότι
έχει ένα κοινό σημείο. Μας χωρίζει μια
άβυσσος ... και όπως εύστοχα λέει ο λέει και ο Guenon:
«Σε τελική ανάλυση, ο καθένας θα επιλέξει από
αυτές τις μάσκες … εκείνη που αντιπροσωπεύει
τις τάσεις του. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η μάσκα, κάνει αντίθετα
αυτό που πραγματικά κουβαλάει μέσα του, αλλά που πρέπει συνήθως να κρύβει από
τους άλλους».